Ἰω. 10, 9-16
9 Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι' ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νο μὴν εὑρήσει.
10 Ὁ κλέπτης οὐκ ἔρχεται εἰ μὴ ἵνα κλέψῃ καὶ θύσῃ καὶ ἀπολέσῃ· ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν.
11 Ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν
ὁ καλός. ὁ
ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν
αὐτοῦ
τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων·
12 Ὁ μισθωτὸς
δὲ καὶ οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ
εἰσὶ τὰ
πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ
τὸν λύκον
ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι
τὰ πρόβατα καὶ
φεύγει· καὶ ὁ
λύκος ἁρπάζει αὐτὰ
καὶ σκορπίζει τὰ
πρόβατα.
13 Ὁ
δἑ μισθωτὸς φεύγει,
ὅτι μισθωτός
ἐστι καὶ οὐ
μέλει αὐτῷ
περὶ τῶν προβάτων.
14 Ἐγώ εἰμι
ὁ ποιμὴν ὁ
καλός, καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ
γινώσκομαι ὑπὸ τῶν
ἐμῶν,
15 καθὼς γινώσκει
με ὁ πατὴρ κἀγὼ
γινώσκω τὸν πατέρα, καὶ
τὴν ψυχήν μου τίθημι
ὑπὲρ τῶν προβάτων.
16 Καὶ ἄλλα πρόβατα
ἔχω, ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ
τῆς αὐλῆς ταύτης·
κἀκεῖνά με δεῖ
ἀγαγεῖν, καὶ τῆς
φωνῆς μου
ἀκούσουσι, καὶ γενήσεται μία ποίμνη,
εἷς ποιμήν.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ιω. 10, 9-16
9 Εγώ
είμαι η πόρτα · όποιος θα
μπει δι’ εμού,
θα σωθεί και θα
μπαίνει
και θα βγαίνει και
θα βρίσκει βοσκήν.
10 Ο
κλέπτης δεν έρχεται
παρά για να
κλέψει και να
σφάξει και να καταστρέψῃ. Εγώ
ήλθα για να
έχουν ζωήν και
να την έχουν
άφθονη.
11 Εγώ είμαι
ο βοσκός ο
καλός. Ο βοσκός
ο καλός
θυσιάζει την ζωήν
του για τα πρόβατα.
12 Ο
μισθωτός, ο οποίος
δεν είναι βοσκός,
και τα πρόβατα
δεν είναι δικά του, βλέπει
τον λύκον να
έρχεται και αφήνει
τα πρόβατα και φεύγει, και ο
λύκος τα
αρπάζει και τα σκορπίζει,
13 διότι
είναι μισθωτός και
δεν τον μέλει
για τα πρόβατα.
14 Εγώ
είμαι ο βοσκός
ο καλός και γνωρίζω
τα
δικά μου και
γνωρίζομαι από τα δικά
μου
15 – όπως
με γνωρίζει ο
Πατέρας και γνωρίζω
και εγώ τον Πατέρα
– και θυσιάζω την
ζωήν μου για τα
πρόβατα.
16 Έχω και
άλλα πρόβατα, τα
οποία δεν είναι
από αυτήν την
μάνδρα· πρέπει να φέρω
και εκείνα και
θα ακούσουν την φωνήν
μου και θα
γίνει ένα ποίμνιον, ένας βοσκός,
Ἑβρ.
7, 26-8,2
26 Τοιοῦτος γὰρ
ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος,
ἄκακος, ἀμίαντος,
κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος
τῶν οὐρανῶν γενόμενος,
27 ὃς
οὐκ ἔχει καθ'
ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ
οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον
ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας
ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ·
τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ
ἑαυτὸν ἀνενέγκας.
28 Ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον.
28 Ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον.
Η ιερωσύνη του Χριστού ανώτερη
από την ιουδαϊκήν ιερωσύνην
1 Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις,
τοιοῦτον ἔχομεν
ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ
τοῦ θρόνου τῆς
μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς,
2 τῶν Ἁγίων λειτουργὸς καὶ
τῆς σκηνῆς τῆς
ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν
ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Εβρ. 7, 26-8,2
26 Τέτοιος
αρχιερεύς πραγματικά μας έπρεπε, άγιος,
άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από
τους αμαρτωλούς και
υψωμένος τώρα επάνω
από τους ουρανούς,
27
ο οποίος δεν έχει ανάγκην,
όπως οι αρχιερείς,
να προσφέρει θυσίες κάθε
ημέρα, πρώτα για τις
δικές του αμαρτίες
και έπειτα για
τις αμαρτίας του λαού·
αυτό το έκανε μια
για πάντα, όταν
προσέφερε τον εαυτόν του.
28 Ο νόμος εγκαθιστά αρχιερείς ανθρώπους, οι οποίοι έχουν αδυναμίας. Τα λόγια όμως του όρκου, που δόθηκε ύστερα από τον νόμον, εγκαθιστούν αιωνίως τον Υιόν, τον τέλειον.
28 Ο νόμος εγκαθιστά αρχιερείς ανθρώπους, οι οποίοι έχουν αδυναμίας. Τα λόγια όμως του όρκου, που δόθηκε ύστερα από τον νόμον, εγκαθιστούν αιωνίως τον Υιόν, τον τέλειον.
Η ιερωσύνη
του Χριστού ανώτερη από
την ιουδαϊκήν ιερωσύνην
1 Το
βασικόν σημείον των
όσων λέγομεν είναι
τούτο: ότι έχομεν
ένα τέτοιον αρχιερέα, ο
οποίος εκάθησε στα
δεξιά του θρόνου
της Μεγαλωσύνης στους ουρανούς,
2 όπου
υπηρετεῖ τα Άγια
των αγίων και
την σκηνήν την
αληθινήν, την οποίαν έστησεν
ο Κύριος και όχι
άνθρωπος.
Jo. 10, 9-16
9 I am the door: whosoever
shall come in through me shall be saved, and shall come in, and shall go forth,
and shall find a shepherd.
10 The stealer comes only
to steal and to slaughter and destroy. I came to have life and to have it
abundant.
11 I am the shepherd the
good. The shepherd the good sacrifices his life for the sheep.
12 The hireling, who is
not shepherd, and the sheep are not his own, sees the wolf coming and leaving
the sheep and leaves, and the wolf grabs and spreads them,
13 because he is an
employee and does not care for the sheep.
14 I am the shepherd the
good and I know my own and I know of my own
15 - as the Father knows
me and I know the Father - and sacrificing my life for the sheep.
16 I have other sheep,
which are not of this pen; I have to bring those and they will hear my voice
and become a flock, a shepherd,
Hep. 7, 26-8.2
26 Such a high priest really
needed us, holy, unmovable, unconfined, separated from the sinners and now
elevated above the heavens,
27 who has no need, like
the chief priests, to offer sacrifices every day, first for his own sins and
then for the sins of the people; he did it forever when he offered himself.
28 The law establishes
priests who are weak. But the words of the oath, given after the law, eternally
set up the Son, the perfect.
The Priesthood of Christ
superior to the Judaic Priesthood
1 The key point of what we
are saying is that we have such a high priest who stood on the right hand of
the throne of Majesty in the heavens,
2 where the holy of the
saints and the sanctuary serve the true, which the Lord set up, not man.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου