Ο Όσιος
Έρασμος γεννήθηκε στη Ρωσία
από πλούσιους και
επιφανείς γονείς. Όταν, μία μέρα, κατά την διάρκεια της Θείας
Λειτουργίας, άκουσε τον διάκονο να προσεύχεται για εκείνους που αγαπούν την
ευπρέπεια του οίκου του Κυρίου, διέθεσε
ολόκληρη την
περιουσία του
για την ευπρέπιση του ναού της Υπεραγίας
Θεοτόκου των Σπηλαίων
της Λαύρας του Κιέβου.
Έπειτα έγινε και ο ίδιος μοναχός
εκεί και άρχιζε να
στολίζει τον εαυτό του
με τις αρετές του Αγίου Πνεύματος.
Όμως
ο διάβολος
έστησε μία ολέθρια παγίδα στον Όσιο. Όταν
πια όλα τα πλούτη του είχαν
χρησιμοποιηθεί για την Εκκλησία της Παναγίας, ο
μακάριος Έρασμος σκέφθηκε ότι
μάταια τα ξόδεψε γι’ αυτό τον
σκοπό και ότι
έπρεπε να τα μοιράσει στους
πτωχούς. Ο Όσιος
δεν κατάλαβε
πως οι
λογισμοί αυτοί ήταν πειρασμικοί.
Έπεσε σε αθυμία και
απόγνωση. Ούτε οι
προσπάθειες του ηγουμένου,
ούτε η συμπαράσταση
και οι συμβουλές
των αδελφών στάθηκαν ικανές
να τον βοηθήσουν
και να τον
παρηγορήσουν. Άρχισε
να ζει απρόσεκτα για μοναχό. Σπαταλούσε τον χρόνο
του μοναχικού βίου του άσκοπα, χωρίς πνευματικό αγώνα, χωρίς προσευχή, χωρίς υπακοή,
βυθισμένος στην ψυχόλεθρη ακηδία και την αμέλεια.
Όταν
είδαν
οι πατέρες ότι τα λόγια τους όχι
μόνο δεν τον ωφελούσαν,
αλλά τον ερέθιζαν
κιόλας, σταμάτησαν πια να του μιλούν
και άρχισαν να προσεύχονται. Ο φιλάνθρωπος Κύριος δεν άφησε να πάνε χαμένοι οι προηγούμενοι κόποι και οι αρετές
του δούλου Του. Παρεχώρησε, λοιπόν, να
ασθενήσει. Ο Όσιος έφθασε
στα πρόθυρα του θανάτου. Για επτά ημέρες ήταν αναίσθητος,
μην μπορώντας να πάρει τροφή ή να επικοινωνήσει με κανένα.
Την όγδοη ημέρα ο ηγούμενος κάλεσε όλη την αδελφότητα
γύρω στην κλίνη του. Εκείνη την στιγμή όμως, ο ετοιμοθάνατος Έρασμος, συνήλθε,
ανασηκώθηκε, κάθισε στο κρεβάτι
και είπε προς τους πατέρες: «Αδελφοί, είμαι αμαρτωλός και έζησα ράθυμα. Ο θάνατος
με βρήκε αμετανόητο. Ενώ όμως
ο διάβολος με χαρά περίμενε το τέλος μου, παρουσιάσθηκαν οι Όσιοι Πατέρες μας Αντώνιος και Θεοδόσιος
και μου είπαν ότι προσευχήθηκαν για
μένα στον Κύριο.
Και Εκείνος, σαν πολυεύσπλαχνος, μου χάρισε
καιρό μετανοίας. Μετά είδα
και
την Κυρία Θεοτόκο,
η οποία
μου είπε ότι, επειδή στόλισα την Εκκλησία
της και
την πλούτισα με ωραίες εικόνες και πολύτιμα
σκεύη, μεσολάβησε
για μένα στον
Υιό της και σε τρεις ημέρες
θα
με πάρει κοντά της, επειδή αγάπησα την ευπρέπεια του οίκου αυτής».
Έτσι, μετά τρεις ημέρες ο Όσιος Έρασμος, το έτος 1160, κοιμήθηκε ειρηνικά.
Έτσι, μετά τρεις ημέρες ο Όσιος Έρασμος, το έτος 1160, κοιμήθηκε ειρηνικά.
Saint Erasmus of Russia
Saint Erasmus was born in
Russia by wealthy and eminent parents. When one day, during the Divine Liturgy,
he heard the deacon pray for those who love the decency of the Lord's house, he
put all his fortune for the rebuilding of the Temple of the Cave of the Lamb of
Kiev. Then he became the monk himself and began to decorate himself with the
virtues of the Holy Spirit.
But the devil has set a
terrible trap in Osio. When all his riches had been used for the Church of Our
Lady, the blessed Erasmus thought he spent it in vain for that purpose and that
he had to give it to the poor. Osios did not understand how these calculations
were tempting. She fell into awe and despair. Neither the efforts of the abbot,
nor the support and advice of the brethren, were able to help and console him.
He began to live unreasonably for a monk. He wasted the time of his lonely life
unnecessarily, without spiritual struggle, without prayer, without obedience,
immersed in psychic acne and negligence.
When the fathers saw that
their words not only did not benefit him, but they were even sick of him, they
stopped talking to him and began to pray. The philanthropist Lord did not let
go of the former burdens and the virtues of His servant. So he was patient.
Osios reached the brink of death. For seven days he was unconscious, unable to
feed or communicate with anyone. On the eighth day the abbot called the whole
brotherhood around his bed. At that moment, the dying Erasmus, met, got up, sat
down on the bed and said to the fathers, "Brothers, I am a sinner and I have
lived in a great way. Death found me unrepentant. But while the devil was happy
to wait for my end, our Our Fathers, Antony and Theodosios, were presented and
they told me they prayed for me to the Lord. And He, like a pleasing man, gave
me long repentance. Then I also saw Mrs. Theotokos, who told me that because I
embroiled her Church and replenished her with beautiful icons and precious
vessels, she intervened for me in her Son and in three days she would take me
near her because I loved the house's decency her ".
So, after three days,
Oscar Erasmus, in the year 1160, slept peacefully.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου