17/5/19

Ο Άγιος Αθανάσιος Αρχιεπίσκοπος Χριστιανουπόλεως


Ο  Άγιος   Αθανάσιος   γεννήθηκε  στην   Καρύταινα   της   Γορτυνίας   περί    το  1640   και   το   κοσμικό   του   όνομα   ήταν  Αναστάσιος   Κορφηνός.  Οι   γονείς   του ονομάζονταν   Ανδρέας   και   Ευφροσύνη   και   είχαν   ακόμη   τρία  τέκνα. Υποθέτουμε  πως  τα  πρώτα  γράμματα  τα  έμαθε    στην  γενέτειρά    του  και  στην   συνέχεια   μάλλον   φοίτησε  στην   περίφημη   σχολή   της   μονής Φιλοσόφου    και    αργότερα,    ως   κληρικός,    στην   Κωνσταντινούπολη.
Όταν  ο  Αναστάσιος  βρισκόταν   σε   ηλικία   γάμου,   οι   γονείς   του   παρά   την επιθυμία   του   να   ακολουθήσει   τη   μοναχική   πολιτεία,   επέμεναν  να   τον νυμφεύσουν. Ο πατέρας του μάλιστα,  χωρίς   κάν  να   έχει   την   σύμφωνη γνώμη  του  υιού   του,   τον  αρραβώνιασε  στην  Πάτρα  με   την  θυγατέρα  ενός  πλούσιου   άρχοντος   και   στην   συνέχεια   τον  έστειλε  στο   Ναύπλιο    να προμηθευθεί τα γαμήλια πράγματα. Ο Αναστάσιος υπάκουσε στην πατρική  εντολή και  ξεκίνησε  για  το  Ναύπλιο.  Στον δρόμο   του    πέρασε  και   από  το  εκκλησάκι  της Παναγίας  στο   Βιδόνι,   κοντά  στο  χωριό  Σύρνα    και   ζήτησε    την   θεία   φώτιση.
Στο Ναύπλιο, αφού   αγόρασε   ότι   έπρεπε,   πήρε την   μεγάλη  απόφαση. Αναφέρεται πως την προηγούμενη νύχτα της προγραμματισμένης αναχωρήσεώς του για την Καρύταινα, ενώ βασανιζόταν από τους λογισμούς  τους  να  πράξει,  είδε  στον  ύπνο  του  την  Παναγία    μαζί   με  τον Τίμιο  Πρόδρομο,  η  οποία  αποκαλώντας  τον  με το  όνομα    που  επρόκειτο να λάβει αργότερα ως μοναχός, του είπε, σύμφωνα με τα γραφόμενα   του   πρώτου   βιογράφου   του:   «Σκεύος  εκλογής  και  υπηρέτην   του Υιού μου επιθυμώ  να   γίνεις,   Αθανάσιε.  Απέστειλε, λοιπόν,  τους   δούλους   σου με   τα   νυμφικά   ιμάτια προς τον πατέρα σου και  η  κόρη  άς  συζευχθεί  άλλον  άνδρα. Εσύ  δε  να  πορευθείς  στην Κωνσταντινούπολη,  για  να  λάβεις  ότι  ο  Υιός  και Θεός μου ευδόκησε». Έτσι   κι   έγινε.    Ο   Αθανάσιος απέστειλε πίσω τους δούλους και αναχώρησε για την   Κωνσταντινούπολη, όπου, αφού έγινε μοναχός με το όνομα Αθανάσιος, χειροτονήθηκε κατόπιν   διάκονος   και   πρεσβύτερος.
Επί  της πρώτης  πατριαρχίας    του   Οικουμενικού  Πατριάρχου    Ιακώβου,   ο Άγιος Αθανάσιος χειροτονείται Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως,   υπέρτιμος  και   έξαρχος  πάσης   Αρκαδίας, σε διαδοχή  του   Μητροπολίτου   Ευγενίου, που μ βάση σωζόμενα έγγραφα   αρχιεράτευσε στην εκκλησιαστική αυτή επαρχία από το 1645 έως το   1673    τουλάχιστον. Ως   χρόνο  της χειροτονίας  του  πρέπει  να  υποθέσουμε  το  αργότερο  τα  τέλη  του 1680  ή  τις  αρχές  του  1681, γιατί  για  πρώτη    φορά    απαντάται  τον  Απρίλιο   αυτού   του   έτους, όταν υπογράφει ως μέλος της   Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη  αφοριστικό  γράμμα προς  τον  Μητροπολίτη  Ευρίπου  και  Επίτροπο Μελενίκου.
Ως προς την έδρα της  Μητροπόλεως,  ο  τίτλος «Χριστιανουπόλεως»  οδηγεί στην  Χριστιανούπολη, το σημερινό   χωριό  Χριστιάνοι.   Ουσιαστική όμως   έδρα    της   Μητροπόλεως πρέπει  να  θεωρήσουμε  με  ασφάλεια    την  πόλη    της   Κυπαρισσίας.
Η   κατάσταση  της  επαρχίας  του  Αγίου  ήταν οικονομικά,    εκκλησιαστικά  και  ηθικά απελπιστική. Όσο υπήρχε στην Πελοπόννησο η Τουρκική κατάσταση,  η  θέση  των  Χριστιανών  από  οικονομική   πλευρά  ήταν  δεινή.    Η   θρησκευτική   κατάσταση,  παρά   την  ευεργετική   δράση  των μοναχών   του   Λουσίου και   της   σχολής   της   μονής   Φιλοσόφου  και   όποιων άλλων,  δεν  διέφερε   και   πολύ,  τα   δύσκολα   εκείνα   χρόνια,   από   την κατάσταση   της   υπόδουλης   χώρας.
Ο Άγιος Αθανάσιος άρχισε αμέσως τον αγώνα προκειμένου να αντιμετωπίσει  τα  διάφορα προβλήματα και να  βελτιώσει  την κατάσταση. Πρώτο  μέλημά    του    ήταν    η   εξεύρεση   κατάλληλων  νέων    για τους   ιερατικό   αξίωμα.  Προκειμένου να πετύχει  τον   στόχο   του   ο   Άγιος σύστησε σχολεία για  την στοιχειώδη  λειτουργική  και  λοιπή    εκπαίδευση των  υποψηφίων  και   παράλληλα   παραιτήθηκε από  κάθε  συνηθισμένη τότε οικονομική προσφορά, που δινόταν   εκ   μέρους  τους  στον   Αρχιερέα  για  την   συντήρηση   του  ιδίου  και  της   Επισκοπής.   Πιστεύοντας   ο   Άγιος   πως η   Ορθόδοξη   Εκκλησία είναι   ο   ιερός   θεσμός,   που   διατηρεί   την   γνήσια  πίστη  στον  Χριστό και ο συνεκτικός κρίκος, που ενώνει τους   υπόδουλους Έλληνες και συντηρεί την   ἐθνική   συνείδηση και ακόμα   πως   οι  εκκλησίες είναι  το  κέντρο   αναφοράς   και   το   σημείο   συναντήσεως   και   κοινωνίας    των δύστυχων   Ελλήνων,  φρόντισε   για   την   επισκευή   και  συντήρησή    τους,   όσο  βέβαια  αυτό ήταν  εφικτό  και  από  οικονομικής   πλευράς   και  από πλευρας χορηγήσεως αδείας από τους Τούρκους. Ο    Άγιος   ενδιαφέρθηκε  και    για    τα    μοναστήρια,   τις   ιερές   αυτές εστίες   της   σωτηρίας,  τα   κέντρα φωτισμού   και   φιλανθρωπίας,   που   πρωτοστάτησαν   στον   αγώνα   για   την ελευθερία   του   υπόδουλου   Γένους.
Προς  το  ποίμνιό  του  ο  Άγιος  Αθανάσιος στάθηκε  αληθινός  Επίσκοπος  και   μιμητής του   Χριστού,   που   ενδιαφέρθηκε   όχι   μόνο   για   τους τόπους  λατρείας, αλλά και για την διακονία του   λαού   του,   προκειμένου  να  τον  ανακουφίσει από  τα  καθημερινά   δεινά  της  ζωής  και  της  δουλειάς.  Η αγάπη του  προς  τα   ορφανά,  τις   χήρες,   τους   ανήμπορους γέροντες,   τους   διωκόμενους   και   αδικούμένους   ήταν   μοναδική.
Ο  Τριαδικός  Θεός    παρέσχε    στον    Άγιο   «μισθό»  και  τον  αξίωσε  ήδη  από  την επίγεια  ζωή  του  αλλά  και  μετά  την κοίμησή  του   να    επιτελεί  σημεία    και   θαύματα.   Αναφέρεται   πως,   όταν   ο  Άγιος   λειτουργούσε,   την στιγμή που έβγαινε  στην  Ωραία Πύλη να πει  το  «Κύριε, Κύριε, επίβλεψον   εξ ουρανού και ίδε…»,  οι πιστοί  έβλεπαν   μπροστά   στο   στόμα του   ένα   φεγγοβόλο   αστέρι.
Έτσι,  αφού   ποίμανε    θεοφιλώς    το    ποίμνιό    του    και   διακόνησε    την  Εκκλησία   του     Χριστού,    ο    Άγιος    Αθανάσιος    κοιμήθηκε    μετά    από ολιγοήμερη   ασθένεια    το    1707    ή    το    1708.   Λίγα    χρόνια    αργότερα,  μεταξύ    των    ετών   1710 – 1713  έγινε  η  εκταφή   του   και  το    ιερό    λείψανο  βρέθηκε   στο    μεγαλύτερο   μέρος  του    αδιάλυτο   και   μυροβόλο.  

Απολυτίκιον.   Ήχος   α’.  Της   ερήμου   πολίτης. 
Τους τελούντας την μνήμην,  και  τιμώντας  το  σώμά σου,  και  πανευλαβώς   προσκυνούντας την μυρίπνοον  Κάραν σου, ως έχων παρρησίαν  προς  Θεόν,   ικέτευε   Χριστόν  τον αγαθόν, και   ταις   σαις  θερμαίς  πρεσβείαις,   των   κινδύνων   σώζε,   ω  άγιε   Αθανάσιε.  Έχων   δε  και  συμπρεσβευτήν,    τον    μέγαν    Κυρίου  Πρόδρομον,  έσο  αοράτως  της  Μονής,    φρουρός    και   προπύργιον.


Κοντάκιον.   Ήχος   δ’.   Ο   υψωθείς   εν   τω  Σταυρώ.    
Ο δοξασθείς παρά  Θεού  θαυμασίως,  δι’  ευωδίας  και   θαυμάτων ποικίλων,   εν   τοις   εσχάτοις  χρόνοις,   Αθανάσιε,   φάνηθι   ταχύτατος,  και θερμός αντιλήπτωρ,  των  δεινών  λυτρούμενος·  τους   πιστώς  σε  τιμώντας,  και    τους   τα   λείψανα   κατέχοντας  τα  σα,  προς  μετανοίας   οδόν χειραγώγησον.


Saint Athanasios the Archbishop of Christianity


Saint Athanasios was born in Karytena of Gortynia in 1640 and his secular name was Anastasios Korfinos. His parents were called Andreas and Euphrosyne and they had three children. We suppose that the first letters he taught in his hometown, and then he probably attended the famous school of the Philosophos monastery and later, as a clergyman, in Constantinople.
When Anastasios was married, his parents, despite his desire to follow the lonely state, insisted on marrying him. His father, without having the consent of his son, took his wife in Patras with the daughter of a rich lord and then sent him to Nafplion to buy the wedding. Anastasios obeyed the paternal command and started for Nafplion. On his way he passed from the chapel of Panagia to Vidon, near the village of Syrna and asked the divine enlightenment.
In Nafplio, after having bought it, he made the big decision. It is reported that the previous night of his planned departure for Karytaina, while being tormented by their thoughts to do, he saw in his sleep the Virgin with the Timios Prodromos, who called him by the name he was later to receive as a monk he said, according to the writings of his first biographer, "I want you to be a choir and servant of my Son, Athanasios. So he sent your servants with the nymphal garments to your father and the daughter to another man. And you will go to Constantinople to receive that the Son and God has won me. " So it happened. Athanasius sent back the slaves and departed for Constantinople, where, after becoming a monk named Athanasius, he was consecrated as a deacon and eldest.
On the first patriarchate of Ecumenical Patriarch Iacobus, Saint Athanasius is ordained Metropolitan of Christianity, supreme and exarch of all Arcadia, in succession of Metropolitan Eugenios, who, on the basis of preserved documents, began in this ecclesiastical province from 1645 to 1673 at least. The time of his ordination must be assumed at the end of 1680 or early 1681 at the latest, because he first appeared in April of this year when he signed a passive letter to Metropolitan Evripos as a member of the Holy Synod of the Ecumenical Patriarchate in Constantinople Commissioner Melenikou.
Regarding the headquarters of the Metropolis, the title of "Christianapolis" leads to Christianapolis, today's village Christians. However, the vital seat of the Metropolis is to safely consider the city of Kyparissia.
The state of the province of Saint was financially, ecclesiologically and morally desperate. As long as the Turkish situation existed in the Peloponnese, the position of Christians on the economic side was dire. The religious situation, in spite of the beneficial action of the monks of Lousios and of the school of the monastery of Philosopher and others, did not differ much in those difficult times from the state of the slaughtered country.
Saint Athanasios immediately began the struggle to overcome the various problems and improve the situation. His first concern was to find suitable young people for the priesthood. In order to achieve his goal the Saint set up schools for the basic functional and other education of the candidates and at the same time resigned from every usual then economic offer, which was given on behalf of the High Priest for the preservation of himself and the Episkopi. Believing Saint that the Orthodox Church is the sacred institution that preserves the genuine faith in Christ and the coherent link that unites the undercover Greeks and preserves the national consciousness and even that the churches are the reference center and meeting point and society of the unfortunate Greeks, he took care of their repair and maintenance, as much of this was feasible from the economic point of view as well as from the granting of permission by the Turks. The Saint was also interested in the monasteries, the sacred places of salvation, the centers of illumination and charity that led the struggle for the freedom of the subordinate Genus.
To his flock, Saint Athanasius was a true Bishop and Christ's imitator, who was interested not only in the places of worship but also in the ministry of his people in order to relieve him of the daily suffering of life and work. His love for the orphans, the widows, the helpless elders, the persecuted and the unsaved was unique.
The Triune God gave the savior "salary" and demanded him from his earthly life but also after his death to perform signs and miracles. It is reported that, when the Saint was working, when he came to the Good Gate to say "Lord, Lord, look out of the sky and see ...", the faithful saw in front of his mouth a fuzzy star.
Thus, having poached his flock theologically and interrupted the Church of Christ, Saint Athanasius slept after a short illness in 1707 or 1708. A few years later, between 1710 and 1713 he was exiled and the holy relic found in the greatest part of the insoluble and myrrh.

Apolyticus. Sound a '. Desert citizen.
By honoring them, and honoring your body, and worshiping your mythical Karan as a blessing to God, I prayed for the good, and to those who are warmly preserved, the dangers were saved, as holy Athanasius. Having also an ambassador, the great Lord Prodromon, without any means of the monastery, guard and prowrigion.


Kontakion. Sound d '. Raised in the Cross.
Glorious by God, by miracles and miracles of varied, in the last days, Athanasius, he seems to be a quick and warm perception, of the wretched sorrows; faithfully to honor, and the relics of your possessions, to a repentant way, are being manipulated.

Δεν υπάρχουν σχόλια: