Ἰω. 6, 27-33
27 Ἐργάζεσθε μὴ
τὴν βρῶσιν τὴν
ἀπολλυμένην, ἀλλὰ τὴν βρῶσιν
τὴν μένουσαν εἰς ζωὴν
αἰώνιον, ἣν ὁ
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑμῖν δώσει· τοῦτον γὰρ
ὁ πατὴρ ἐσφράγισεν ὁ
Θεός.
28 Εἶπον οὖν πρὸς αὐτόν· τί ποιῶμεν ἵνα
ἐργαζώμεθα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ;
29 Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτό ἐστι
τὸ
ἔργον τοῦ Θεοῦ, ἵνα πιστεύσητε εἰς ὃν
ἀπέστειλεν ἐκεῖνος.
30 Εἶπον οὖν αὐτῷ· τί οὖν ποιεῖς σὺ
σημεῖον ἵνα ἴδωμεν καὶ πιστεύσωμέν
σοι; Τί ἐργάζῃ;
31 Οἱ πατέρες
ἡμῶν τὸ μάννα ἔφαγον ἐν
τῇ ἐρήμῳ,
καθώς ἐστι γεγραμμένον· ἄρτον ἐκ τοῦ
οὐρανοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς φαγεῖν.
32 Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ
Ἰησοῦς· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ Μωυσῆς δέδωκεν ὑμῖν τὸν ἄρτον ἐκ τοῦ
οὐρανοῦ, ἀλλ' ὁ
πατήρ μου δίδωσιν ὑμῖν τὸν ἄρτον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τὸν ἀληθινόν.
33 Ὁ γὰρ ἄρτος τοῦ Θεοῦ ἐστιν ὁ καταβαίνων ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ζωὴν διδοὺς τῷ κόσμῳ.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ιω. 6, 27-33
27 Να
εργάζεσθε όχι για
την τροφή την
φθαρτή, αλλά για
την τροφή, που μένει
ζωή αιώνιος, την
οποία θα σας
δώσει ο Υιός
του ανθρώπου. Διότι τούτον
ο Πατέρας, ο
Θεός, εσφράγισε».
28 Εκείνοι του
είπαν, «Τι πρέπει να κάνωμε για
να εργαζώμεθα τα
έργα που ο Θεός θέλει;».
29 Ο
Ιησούς τους απεκρίθη,
«Τούτο είναι το
έργο που θέλει
ο Θεός, να πιστεύετε σ’ αυτόν
που έστειλε εκείνος».
30 Τότε
του είπαν, «Τί
σημείο λοιπόν κάνεις,
για να το
ιδούμε και να
σε πιστέψουμε; Ποιο είναι
το έργο που κάνεις;
31 Οι πατέρες
μας έφαγαν το
μάννα στην έρημο
καθώς είναι γραμμένο, Άρτον από
τον ουρανό τους
έδωκε να φάγουν».
32 Είπε
σ’ αυτούς ο
Ιησούς, «Αλήθεια, αλήθεια
σας λέγω, δεν
σας έδωκε ο Μωϋσής
τον άρτο από
τον ουρανό, αλλά
ο Πατέρας μου
σας δίνει τον άρτο
τον αληθινό από
τον ουρανό.
33 Διότι
ο άρτος του
Θεού είναι εκείνος
που κατεβαίνει από
τον ουρανό και
δίνει ζωή στον
κόσμο».
Πράξ. 8, 5-17
5 Φίλιππος
δὲ κατελθὼν εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας ἐκήρυσσεν αὐτοῖς τὸν Χριστόν.
6 Προσεῖχον δὲ
οἱ ὄχλοι τοῖς λεγομένοις ὑπὸ
τοῦ Φιλίππου ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἀκούειν αὐτοὺς καὶ βλέπειν
τὰ σημεῖα
ἃ ἐποίει.
7 Πολλῶν γὰρ τῶν ἐχόντων πνεύματα ἀκάθαρτα βοῶντα
φωνῇ μεγάλῃ ἐξήρχετο, πολλοὶ
δὲ παραλελυμένοι καὶ χωλοὶ
ἐθεραπεύθησαν,
8 καὶ
ἐγένετο χαρὰ μεγάλη
ἐν τῇ πόλει
ἐκείνῃ.
Σίμων ο
μάγος
9 Ἀνὴρ δέ
τις ὀνόματι Σίμων προϋπῆρχεν ἐν τῇ πόλει μαγεύων καὶ ἐξιστῶν
τὸ ἔθνος τῆς Σαμαρείας,
λέγων εἶναί τινα ἑαυτὸν μέγαν·
10 ᾧ προσεῖχον πάντες ἀπὸ μικροῦ
ἕως μεγάλου λέγοντες· οὗτός
ἐστιν ἡ δύναμις τοῦ
Θεοῦ ἡ μεγάλη.
11 Προσεῖχον δὲ
αὐτῷ διὰ τὸ
ἱκανῷ χρόνῳ ταῖς μαγείαις
ἐξεστακέναι αὐτούς.
12 Ὅτε δὲ ἐπίστευσαν τῷ Φιλίππῳ εὐαγγελιζομένῳ τὰ
περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ὀνόματος Ἰησοῦ
Χριστοῦ, ἐβαπτίζοντο ἄνδρες τε καὶ γυναῖκες.
13 Ὁ
δὲ Σίμων καὶ αὐτὸς
ἐπίστευσε, καὶ βαπτισθεὶς ἦν προσκαρτερῶν
τῷ Φιλίππῳ, θεωρῶν τε δυνάμεις
καὶ σημεῖα γινόμενα
ἐξίστατο.
Ο Πέτρος
και ο Ιωάννης
στη Σαμάρεια
14 Ἀκούσαντες δὲ
οἱ ἐν Ἱεροσολύμοις ἀπόστολοι
ὅτι δέδεκται ἡ Σαμάρεια
τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀπέστειλαν πρὸς αὐτοὺς τὸν Πέτρον καὶ Ἰωάννην·
15 οἵτινες καταβάντες προσηύξαντο περὶ
αὐτῶν ὅπως λάβωσι Πνεῦμα
Ἅγιον·
16 οὔπω γὰρ
ἦν ἐπ᾿ οὐδενὶ
αὐτῶν ἐπιπεπτωκός, μόνον δὲ βεβαπτισμένοι
ὑπῆρχον εἰς τὸ ὄνομα
τοῦ Κυρίου
Ἰησοῦ.
17 Τότε ἐπετίθουν
τὰς χεῖρας
ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ
ἐλάμβανον Πνεῦμα Ἅγιον.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Πράξ. 8, 5-17
5 Ο
δε Φίλιππος κατέβηκε
στην πόλι της
Σαμαρείας και κήρυττε
σ’ αυτούς τον Χριστό.
6 Και
τα πλήθη με
μια καρδιά πρόσεχαν
σε όσα έλεγε
ο Φίλιππος, καθώς τον
άκουαν και έβλεπαν
τα θαύματα που
έκανε.
7 Διότι
πολλοί είχαν πνεύματα
ακάθαρτα, τα οποία
έβγαιναν, αφού φώναζαν με
δυνατή φωνή, πολλοί
δε παράλυτοι και
χωλοί θεραπεύθησαν,
8 και
έγινε μεγάλη χαρά
στην πόλι εκείνη.
Σίμων ο μάγος
9
Στην πόλι υπήρχε
από αρκετό καιρό
κάποιος ονομαζόμενος Σίμων, ο
οποίος εξέπληττε τον
λαό της Σαμαρείας
με τις μαγείες
του και ισχυρίζετο ότι
είναι σπουδαίος άνθρωπος.
10 Και
όλοι, μικροί και
μεγάλοι, έδιναν σ’ αυτόν προσοχή
και έλεγαν, «Αυτός είναι
η μεγάλη δύναμις
του Θεού».
11 Του
έδιναν δε προσοχή,
διότι επί αρκετό
χρόνο τους είχε
εκπλήξει με τις μαγείες
του.
12 Αλλ’
όταν πίστεψαν στον
Φίλιππο, ο οποίος
κήρυττε περί της βασιλείας του
Θεού και του
ονόματος του Ιησού
Χριστού, βαπτίζονταν άνδρες και
γυναίκες.
13 Ακόμη
και αυτός ο
Σίμων πίστεψε και
αφού βαπτίσθηκε έμεινε προσυλωμένος στον
Φίλιππο και ήτο
κατάπληκτος με τα
θαύματα και τα σημεία
που έβλεπε να
γίνωνται.
Ο Πέτρος
και ο Ιωάννης
στη Σαμάρεια
14 Όταν
οι απόστολοι, που
ήσαν στα Ιεροσόλυμα,
άκουσαν ότι η Σαμάρεια
δέχθηκε τον λόγο
του Θεού, έστειλαν
σ’ αυτούς τον
Πέτρο και τον Ιωάννη,
15 οι
οποίοι κατέβηκαν εκεί
και προσευχήθηκαν γι’
αυτούς για να
λάβουν Πνεύμα Άγιον, διότι
δεν είχε ακόμη
έλθει σε κανένα
από αυτούς·
16 είχαν
μόνον βαπτισθεί στο
όνομα του Κυρίου
Ιησού.
17 Τότε
έθεταν τα χέρια
επάνω τους και
ελάβαιναν Πνεύμα Άγιον.
Io. 6, 27-33
27 Work not for perishable
food, but for food, which is eternal life, which the Son of man will give you.
For this Father, God, has encamped. "
28 They said, "What
do we have to do to work the works that God wants?"
29 Jesus replied,
"This is the work that God wants, believe in him whom he sent."
30 Then they said to him, "What
do you do to see and believe? What is the work you do?
31 Our fathers ate the
manna in the wilderness as it is written, Arthon from the sky gave them to eat.
"
Jesus said to them,
"Verily, verily, I tell you, Moses did not give you bread from heaven, but
my Father gives you the true bread from heaven.
33 For it is the bread of
God that descends from heaven and gives life to the world. "
Acts. 8, 5-17
5 And Philip went down to the city of Samaria, and
preached to them Christ.
6 And the multitudes with a heart watched in what
Philip spoke, as they heard him and watched the miracles he did.
7 For many had unclean spirits, which came forth,
crying out with a loud voice, many paralytic and falcons being healed,
8 And it was great joy in that city.
Simon the magician
9 In the city there was for some time a man named
Simon, who surprised the people of Samaria with his charm and claimed to be a
great man.
10 And all, little and great, gave him attention,
saying, "This is the great power of God."
11 They gave him attention because he had been
surprised for some time by his magic.
12 But when they believed in Philip, who preached
about the kingdom of God and the name of Jesus Christ, men and women were
baptized.
13 Even this Simon believed, and having been baptized,
he remained clothed with Philip, and was astonished at the miracles and signs
he saw.
Peter and John in Samaria
14 When the apostles who were in Jerusalem heard that
Samaritans had received the word of God, they sent to them Peter and John,
15 who went down there and prayed for them to receive
the Holy Spirit, for he had not yet come to any of them;
16 were only baptized in the name of the Lord Jesus.
17 Then they put their hands upon them and received
Holy Spirit.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου