27/5/19

Ο όσιος Ιωάννης ο Ρώσσος


Ο θεοφόρος και νεοφανής Άγιος της Εκκλησίας, ο Όσιος Ιωάννης ο Ρώσος, ο νέος ομολογητής αποδείχθηκε νικητής των αοράτων και ορατών κοσμοκρατόρων του αιώνα μας. Δεν συναριθμείται στους μάρτυρες των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού, οι οποίοι με το αίμα τους έδωσαν το μέτρο της «καινής εντολής» (Ιωάν. Ι΄, 10), της τέλειας αγάπης στον Ιησού Χριστό και βίωσαν την πιστότητα των λόγων του Κυρίου.
Ανήκει σε μια άλλη κατηγορία αγίων ανθρώπων, οι οποίοι έζησαν με τον οσιακό τους βίο ή την ομολογία τους ή και τα δύο μαζί, ενώπιον των διωκτών τους, μια δεύτερη μορφή συνεχούς μαρτυρίου με τα ίδια σωτήρια αποτελέσματα, καθώς και αυτή η μορφή ήταν το ίδιο απόλυτη σε αγάπη και σε ευθύνη με εκείνη των μαρτύρων. Για αυτό αποκαλείται «όσιος» και «νέος ομολογητής» σε χρονική μόνο αντιδιαστολή με τους παλαιότερους.
Ο Όσιος Ιωάννης γεννήθηκε σε ένα χωριό της Μικράς Ρωσίας περίπου το 1690, από ενάρετους και πιστούς γονείς. Από μικρή ηλικία γαλουχήθηκε με το Ορθόδοξο πνεύμα και έμαθε τα ιερά γράμματα. Έλαβε μέρος στο μεγάλο Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1710-1711), ο οποίος κατέστη άδοξος για τη Ρωσία και ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε από τους Τατάρους και στη συνέχεια πουλήθηκε στον Οθωμανό Αξιωματικό Ίππαρχο. Σε αντίθεση με τους αιχμαλώτους συμπατριώτες του, οι οποίοι ασπάστηκαν το Ισλάμ, εκείνος παρέμενε αφοσιωμένος στην πίστη του στον Ιησού Χριστό και ομολογούσε με θάρρος την πίστη του. Δήλωνε χαρακτηριστικά «Χριστιανός εγεννήθην και Χριστιανός θέλω αποθάνη...». Αυτή η παρρησία και η ομολογία του χάρισαν τον ευαγγελικό τίτλο του νέου ομολογητού.
Η ακλόνητη πίστη του και η στέρεη αγάπη του προς το Θεό εκφράστηκε με την ταπείνωση, την εργατικότητα και την υπομονή του. Ζούσε στο στάβλο με τα ζώα και με Ιώβεια υπομονή δοξολογούσε και προσευχόταν στο Θεό. Ακόμα και όταν του προσέφεραν ένα μικρό διαμέρισμα, εκείνος επέλεξε τη διαμονή του στο στάβλο, καταπονώντας το σώμα του. Αυτή η άσκηση όμως θα του εξασφάλιζε την ευωδιά του Αγίου Πνεύματος. Στο στάβλο αυτό επικοινωνούσε καθημερινά με τον Κύριο και στο νάρθηκα της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου τελούσε αγρυπνίες. Ο βίος του Οσίου Ιωάννη συμβάδιζε με τη συσταύρωση, τη μίμηση της μέχρι θανάτου υπακοής του Χριστού. Υπηρετούσε τον κόσμο, όπως ο σαρκωμένος Υιός του Θεού υπηρετούσε τον άνθρωπο. Αντιμετώπιζε τα πάντα με αυτή την εκκλησιαστική προοπτική και αναδείχθηκε ως αποδέκτης της Θεοφανίας, ως καρπωτής του Αγίου Πνεύματος.
Η παρουσία του Ιωάννη στον τόπο του αποτέλεσε αληθινή ευλογία και προσέδωσε πολλά αγαθά. Η προσευχή του ήταν τόσο δυνατή που έκανε θαύματα. Ακολουθούσε το «Πάντα, όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε» (Ματθ. Κα΄, 22), όπως είχε υποσχεθεί ο Χριστός στους μαθητές του. Η θαυματοποιός προσευχή του αποδεικνύεται από το εξής γεγονός: Κάποτε ο αφέντης του αποφάσισε να μεταβεί για προσκύνημα στη Μέκκα. Η σύζυγός του, μετά την παρέλευση αρκετών ημερών, παρέθεσε τράπεζα σε συγγενείς και αξιωματούχους φίλους του, για να ευφρανθούν και να ευχηθούν να επιστρέψει ο άνδρας της υγιής στον τόπο του από την αποδημία. Ο Ιωάννης, ως συνήθως, υπηρετούσε στο τραπέζι. Μεταξύ των εδεσμάτων που παρατέθηκαν σε αυτό ήταν και το πιλάφι, που τόσο πολύ άρεσε στον Aγά. Τότε η οικοδέσποινα θυμήθηκε το σύζυγό της και είπε στον Ιωάννη: «Πόση ευχαρίστηση θα λάμβανε Γιουβάν ο αφέντης σου, αν ήταν εδώ και έτρωγε μαζί μας από αυτό το φαγητό!» ο Ιωάννης με προθυμία και απλότητα ζήτησε αμέσως ένα πιάτο γεμάτο πιλάφι και είπε ότι θα το έστελνε στον αφέντη του στη Μέκκα. Στο άκουσμα των λόγων αυτών, οι παρευρισκόμενοι γέλασαν νομίζοντας ότι ο Ιωάννης ήθελε να φάει το φαγητό ή να το δώσει σε κάποια φτωχή οικογένεια. Εκείνος το πήρε, πήγε στο στάβλο και γονυπετής έκανε προσευχή κι ανέθεσε στο Θεό την ικανοποίηση του αιτήματός του. Και όντως το πιάτο χάθηκε από τα μάτια του, ο δε Ιωάννης επέστρεψε στην τράπεζα και είπε στην οικοδέσποινα ότι έστειλε το φαγητό στη Μέκκα. Δέχθηκε, όμως, και πάλι τα σκωπτικά σχόλια και τα γέλια των συνδαιτυμόνων. Η έκπληξη τους βέβαια ήταν μεγάλη, όταν, μετά από λίγες ημέρες, επέστρεψε ο Αγάς από το ταξίδι του και έφερε στις αποσκευές του το πιάτο με το χαρακτηριστικό οικόσημό του. Διηγήθηκε μάλιστα πώς βρήκε το φαγητό, και μάλιστα ζεστό, στο δωμάτιό του στη Μέκκα, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο της μεταφοράς. Ακούγοντας τη διήγηση οι οικείοι του έμειναν άφωνοι, ενώ η σύζυγός του εξιστορούσε όσα διαδραματίστηκαν. Μετά από αυτό, διαδόθηκε η δικαιοσύνη και η αγάπη του Οσίου Ιωάννη προς το Θεό και κέρδισε το σεβασμό όλων.
Μετά από λίγα χρόνια, την 27 Μαΐου 1730, ο όσιος Ιωάννης αρρώστησε και προαισθανόμενος το τέλος του βίου του, ζήτησε να κοινωνήσει για τελευταία φορά τον ουράνιο άρτο. Για το σκοπό αυτό ζήτησε από τον ιερέα να μεταβεί στο στάβλο του. Όμως ο φόβος του ιερέως για το φανατισμό των Τούρκων, τον έκανε να φοβηθεί να μεταφέρει άγια στο στάβλο και κατά θεία φώτιση έβαλε μέσα σε ένα μήλο τη θεία Κοινωνία και έτσι κατάφερε να κοινωνήσει τον Όσιο Ιωάννη. Μετά από λίγο παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Θεού. Ο βίος του ήταν άξιος της ομολογίας και κέρδισε την τιμή του Θεού και των ανθρώπων, ακόμα και του αλλόπιστου αφέντη του. Υπήρξε μάρτυρας Εκείνου και για αυτό έλαβε το «στέφανο της ζωής». Μετά την παρέλευση τριετίας από την εκδημία του προς τον Κύριο και την ταφή του, αποκαλύφθηκε με τρόπο ουράνιο το άφθαρτο και ευωδιάζον σώμα του. Από το 1733 αυτό το ιερό λείψανο εισήλθε στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας ως προάγγελος της Ανάστασης.
Η   Εκκλησία θέτει σε υψηλή θέση τα χαριτόβρυτα ιερά λείψανα, διότι αυτά επιβεβαιώνουν την ελπίδα της αιώνιας ζωής, την αλήθεια του Ευαγγελίου και την εμπειρία της θεώσεως. Αποτελούν τα δοχεία της θείας Χάριτος και σε αυτά η παρουσία της θεϊκής ευλογίας εκδηλώνεται με την αφθαρσία, την ευωδία και τη θαυματουργία. Τα άγια λείψανα μας μεταδίδουν τη χάρη του Θεού και προαναγγέλλουν την ανακαινισμένη κτίση.
Ο Θεός δόξασε και τίμησε τον Όσιο Ιωάννη με εξαιρετικό τρόπο, διατηρώντας άσηπτο και αλώβητο το σκήνωμά του από αρκετούς εξωγενείς παράγοντες: τη φυσική κατάληξη του τάφου, το φανατισμό των Τούρκων, οι οποίοι αποπειράθηκαν να το κάψουν το 1832, καθώς και την περιπετειώδη μεταφορά του από την Καππαδοκία στο Νέο Προκόπιο της Ευβοίας, κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Αρχικά το ακέραιο και πλήρες ευωδία ιερό λείψανο μεταφέρθηκε, μετά την εκταφή του, αρχικά σε λατομημένη σε βράχο Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, αργότερα στο νεόδμητο Ιερό Ναό του Μεγάλου Βασιλείου και τέλος στον προς τιμήν του ανεγερθέντα ομώνυμο Ιερό Ναό. Τοποθετήθηκε σε λάρνακα και χιλιάδες προσκυνητές και νοσούντες κατέφθαναν για να πάρουν την ευλογία του. Ο Όσιος Ιωάννης είναι γνωστός σε όλη την Καππαδοκία, το Ικόνιο, την Άγκυρα, όχι μόνο μεταξύ των Χριστιανών, αλλά και μεταξύ των Οθωμανών, ως «κουλέ   Γιουβάν», δηλαδή ο αιχμάλωτος Ιωάννης. Οι Χριστιανοί, αλλά   και οι Τούρκοι, έπαιρναν ως ευλογία λάδι από το καντήλι του αγίου, αγιασμό, βαμβάκι από το ιερό του λείψανο, φορούσαν ακόμα το σκούφο του και τη ζώνη του και έβλεπαν θαύματα με την   πίστη   τους.   Από   το   ιερό   λείψανο   του Οσίου   απουσιάζει το δεξί του χέρι,   το   οποίο   βρίσκεται   στη   Ρωσική   Ιερά   Μονή του   Αγίου   Παντελεήμονος στο Άγιο Όρος.
Τον Οκτώβριο του 1824, με αφορμή την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών της Ελλάδας και της Κεμαλικής Τουρκίας, το τίμιο λείψανο βρέθηκε στο πλοίο που μετέφερε πρόσφυγες στην Εύβοια. Στο λιμάνι της Χαλκίδας έγινε η μετακομιδή του σκηνώματος παρουσία του τότε Μητροπολίτου   Χαλκίδος Γρηγορίου και των   Αρχών   της   πόλης.  Οι   κάτοικοι του Νέου Προκοπίου πήραν το ιερό λείψανο στο χωριό τους   και   το  τοποθέτησαν στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, όπου παρέμεινε ως την 27 Μαΐου 1951. Τότε μεταφέρθηκε στο νεοανεγερθέντα προς τιμήν του ομώνυμο   Ιερό   Ναό,   σε   ασημένια   λάρνακα, με ανάγλυφες   παραστάσεις από τη ζωή και τα θαύματα του Οσίου Ιωάννη. Καθημερινά προσέρχονται στο Προσκύνημα πλήθη πιστών από   όλο   τον   κόσμο   για  να   δεχτούν   την  ευλογία του   Αγίου.
Στον Ιερό Ναό του Οσίου Ιωάννη του Ρώσου φυλάσσονται   αρκετές   εικόνες, μερικές εκ των οποίων μεταφέρθηκαν από τους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Μια από αυτές είναι η αρχαιότερη εικόνα του Οσίου Ιωάννου του Ρώσου, που προσδιορίζεται χρονικά γύρω στο   1790 και αποτελεί   αγιογραφία μεταβυζαντινής τέχνης. Σε αυτήν   εικονίζεται ο Άγιος σε νεαρή   ηλικία. Ακόμη φυλάσσεται η εικόνα της   Θείας   Λειτουργίας,   που   αγιογραφήθηκε το 1884, η εικόνα της   Δέησης   με   το  Χριστό   ένθρονο,   ως   Μέγα   Αρχιερέα, έργο του 19ου αιώνα, η εικόνα της Θεοτόκου, τύπου «Ρόδον το αμάραντον», έργο του   19ου αιώνα, η εικόνα της Παναγίας του Κύκκου, ο Ακάθιστος Ύμνος, εικόνα που περιλαμβάνει τρία θέματα, με κέντρο αναφοράς το πανάγιο πρόσωπο της Άνασσας Θεοτόκου, η εικόνα των Τριών Ιεραρχών του 19ου αιώνα,   η   Θυσία του Αβραάμ, ο Άγιος Χαράλαμπος, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Ευστάθιος, ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Προκόπιος και η εικόνα του   Οσίου   Ιωάννη   του   εκ   Ρωσίας   του   Ομολογητού.
Με   ιδιαίτερη   λαμπρότητα και κατάνυξη εορτάζεται η   μνήμη   του   Οσίου   την   27 Μαΐου, τόσο  στο   Προκόπιο της   Μικράς   Ασίας, όσο και στο Νέο   Προκόπιο   της Εύβοιας. Πραγματοποιείται Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, λιτάνευση του   ιερού σκηνώματος στους δρόμους της κωμόπολης, ενώ αρκετοί προσκυνητές συρρέουν πεζή στο προσκύνημα και διανυκτερεύουν εντός του   Ιερού   Ναού. Μια δεύτερη πανήγυρη τελείται με τη συμμετοχή χιλιάδων πιστών την τελευταία Κυριακή κάθε Σεπτέμβρη, στην επέτειο  των   εγκαινίων   του   Ιερού Ναού   του   Οσίου   Ιωάννη   του   Ρώσου.
Για όσους τιμούν τη μνήμη του   αληθινά   και   αγωνίζονται    καθημερινά   για   την ένταξή τους στην κοινωνία του Σωτήρος Κυρίου,   ο   Χριστοδώρητος   Ιωάννης αποτελεί σπουδαίο παράδειγμα προς μίμηση και παρόρμηση και   βέβαιη  ελπίδα για την  «εις   ουρανούς  αποκατάστασιν».

Saint John the Russian

The godfather and the newly-born Saint of the Church, Saint John the Russian, the new confessor proved to be the winner of the invulnerable and visible worlds of our century. It is not counted among the witnesses of the early centuries of Christianity, who with their blood gave the measure of the "new commandment" (John 1:10) of perfect love to Jesus Christ and experienced the faithfulness of the Lord's words.
He belongs to another class of holy people who lived through their social life or their confession, or both together, before their persecutors, a second form of continuous martyrdom with the same life effects, and this form was the same absolute in love and responsibility with that of witnesses. That is why he is called the "saint" and "new confessor" in time only against the older ones.
Saint John was born in a small Russian village around 1690, by virtuous and loyal parents. From an early age he was nurtured by the Orthodox spirit and learned the sacred letters. He took part in the Great Russian-Turkish War (1710-1711), who became partisan for Russia and he was captured by the Tatars and then sold to the Ottoman Officer Hipparchus. In contrast to his captured compatriots, who embraced Islam, he remained committed to his faith in Jesus Christ and courageously confessed his faith. He was characteristically "Christian born and Christian I want to die ...". This boldness and confession gave him the evangelical title of the new confessor.
His steadfast faith and his firm love for God was expressed by his humiliation, diligence and patience. He lived in the livestock barn and with patience Jonah glorified and prayed to God. Even when they offered him a small apartment, he chose to stay in the stable, straining his body. But this exercise would provide him with the scent of the Holy Spirit. In this stall he communicated daily with the Lord, and in the narthex of the church of St. George there was vigil. The life of Saint John was in the process of reconciling, imitating it to the death of obedience to Christ. Served the world, as the man's sinful Son served man. He treated everything with this ecclesiastical perspective and became the recipient of Epiphany, as the fruit of the Holy Spirit.
The presence of John in his place was a true blessing and he brought many goods. His prayer was so powerful that he did miracles. It followed "Always what if you ask in prayer believers, you have gotten" (Matthew 22:22), as Christ had promised to his disciples. His miraculous prayer is evidenced by the following fact: Once his master decided to go for pilgrimage to Mecca. His wife, after several days, gave a bank to his relatives and dignitaries to be glad and wish his healthy man to return to his place from the expatriation. John, as usual, served at the table. Among the dishes mentioned in this was the pilaf, which so much loved Aga. Then the hostess remembered her husband and said to John: "How much pleasure Yuvan would have taken your master if he was here and ate with us from this food!" John, with eagerness and simplicity, immediately asked for a platter full of pilaf and said he would send it to his master in Mecca. At listening to these words, the attendees laughed in thinking that John wanted to eat or give it to a poor family. He took it, went to the stable, and a ferryman prayed and gave God the satisfaction of his request. And indeed the dish was lost from his eyes, and John returned to the bank and told his hostess that he sent the food to Mecca. But he accepted the screaming comments and the laughs of the co-workers again. Their surprise, of course, was great when, after a few days, Agass returned from his journey and carried in his luggage the dish with his characteristic coat of arms. He even narrated how he found the food, even hot, in his room in Mecca, without knowing the way of transportation. Listening to the narrative his relatives remained speechless, while his wife narrated what had happened. After that, the justice and love of Saint John was spread to God and earned respect for all.
After a few years, on May 27, 1730, Saint John became ill and, in anticipation of the end of his life, asked for the last time to associate the heavenly bread. For this purpose he asked the priest to go to his stable. But the fear of the priest for the fanaticism of the Turks made him afraid to move holy into the barn and, in a divine enlightenment, put the divine Communion in an apple and thus succeeded in communion with Saint John. After a while he delivered his soul into the hands of God. His life was worthy of confession and he won the honor of God and the people, even his wholly-owned master. He witnessed Him and therefore received the "crown of life". After three years of his exodus to the Lord and his burial, his indestructible and fragrant body was revealed in a celestial way. Since 1733 this holy relic has entered the working life of the Church as a precursor to the Resurrection.
The Church places high-pitched sacred relics in high place because they confirm the hope of eternal life, the truth of the Gospel, and the experience of theosis. They are the vessels of the divine Grace, and in them the presence of divine blessing manifests itself with incorruption, smell and miracles. Our holy relics convey the grace of God and preach the restored creation.
God glorified and honored St. John in an extraordinary way, maintaining his aseptic and untouchable relic by a number of exogenous factors: the natural outcome of the tomb, the fanaticism of the Turks who attempted to burn it in 1832, and the adventurous transport from Cappadocia to Neo Prokopio, Evia, during the exchange of populations after the Asia Minor Catastrophe.
Originally, the intact and complete scented holy relic was moved, after its exhumation, initially to a rock-sculpted Church of Saint George, later in the newly built Holy Temple of the Great Kingdom, and finally to its honorably built homonymous Holy Temple. It was placed in a shrine and thousands of pilgrims and sick people arrived to take his blessing. Saint John is known throughout Cappadocia, Iconium, Ankara, not only among the Christians, but also among the Ottomans, as the "Cuban Yugan", the captured John. The Christians and the Turks took oil as a blessing from the lamp of the saint, sanctification, cotton from his sanctuary, still wearing his cap and his belt and seeing miracles with their faith. From the holy relic of Hosios is missing his right hand, which is located in the Russian Monastery of St. Panteleimon on Mount Athos.
In October 1824, on the occasion of the obligatory exchange of the populations of Greece and Kemal Turkey, the honorable relic was found on a ship carrying refugees in Evia. At the harbor of Chalkida, the metamorphosis of Chalkis Grigorios and the City Principles took place. The inhabitants of Neo Prokopios took the sacred relic in their village and placed it in the Holy Temple of Saints Constantine and Helen, where it remained until May 27, 1951. Then it was transferred to the newly-erected to honor the homonymous sanctuary in a silver urn with reliefs from the life and miracles of St. John. Daily crowds of believers from all over the world come to the pilgrimage to accept the blessing of the saint.
Several icons are stored in the Holy Temple of Saint John of Russia, some of which were transferred from the refugees from Asia Minor. One of these is the most ancient icon of St. John of Russia, which dates back to 1790 and is a hagiography of post-Byzantine art. It depicts the Saint at a young age. It still preserves the icon of the Divine Liturgy, which was hagiographed in 1884, the image of Deesis with Christ the Enron, as the Great High Priest, a work of the 19th century, the icon of the Virgin, type "Rodon the amaranton", work of the 19th century, the icon of the Virgin Mary of Kykkos, the Akathistos Hymn, a picture that includes three themes, with a reference center the pure face of Anassas Theotokos, the image of the Three Hierarchs of the 19th century, the Sacrament of Abraham, Saint Charalampos, St. John the Baptist, Basil the Great, Saint Eustathius, Saint Megalus witness Procopios and the icon of St. John of Russia of the Confessor.
The memory of Hosios is celebrated on May 27, both in Procopio of Asia Minor and in Neo Prokopio of Evia. There is a Communion Divine Liturgy, a procession of the sacred tabernacle in the streets of the town, while several pilgrims flock to the pilgrimage and spend the night in the Temple. A second feast is being held with the participation of thousands of believers on the last Sunday of every September on the anniversary of the inauguration of the Holy Church of St. John of Russia.
For those who honor their memory and struggle daily for their inclusion in the Savior's Lord's society, Christodaros John is a great example to imitate and impulse and a sure hope for "heavenly restoration".

Δεν υπάρχουν σχόλια: