11/5/19

Οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος οι Ισαπόστολοι και Φωτιστές των Σλάβων


Οι    Άγιοι    Κύριλλος    και    Μεθόδιος,    κατά    κόσμον   Κωνσταντίνος   και Μιχαήλ, ήταν τέκνα του  δρουγγάριου – στρατιωτικού  διοικητού    Λέοντος και    γεννήθηκαν   στην   Θεσσαλονίκη.    Είχαν   δε    άλλα   πέντε   αδέλφια.   Ο Κωνσταντίνος ήταν ο μικρότερος και είχε μεγάλη επιμέλεια στα γράμματα.  Παιδί  ακόμη,  είχε διαβάσει  τα    έργα  του   Αγίου    Γρηγορίου του  Θεολόγου  και    είχε   γράψει  ύμνο  προς    τιμήν  του.  Τα   χαρίσματά του  τα  πρόσεξε  ο  λογοθέτης   Θεόκτιστος  και  τον    έστειλε   στην    σχολή της Μαγναύρας,  όπου  με  την  καθοδήγηση του  Λέοντος του Μαθηματικού     και  του   ιερού   Φωτίου   σπούδασε βασικά  φιλοσοφία. Διέπρεψε στις σπουδές του και αρχικά διορίσθηκε χαρτοφύλακας (αρχιγραμματέας) του Πατριαρχείου και αργότερα   καθηγητής της φιλοσοφίας    στη    σχολή    της    Μαγναύρας.
Ο  Μιχαήλ  ακολούθησε την σταδιοδρομία του πατέρα  τους. Έγινε στρατιωτικός   και   ανέλαβε  την   διοίκηση   της  περιοχής   των  πηγών   του  Στρυμόνος,  δηλαδή  στα  σημερινά  σύνορα Βουλγαρίας  και    Σερβίας,  όπου και γνώρισε καλά τους Σλάβους. Παρά την επιτυχημένη σταδιοδρομία  και των δύο αδελφών,   βαθιά    τους   συγκλόνιζε   ο    ζήλος  για   την   πνευματική   ζωή.   Είχαν   μοναστική   κλίση,   αλλά   πίστευαν   στη μαρτυρική    διακονία  της   κλίσεώς  τους  αυτής,  για  να  σωθούν  και    άλλες ψυχές.
Ο  9ος   αιώνας   μ.Χ.,  όταν  και  έλαμψαν  οι  Άγιοι,  είναι   μία   μεγάλη    εποχή του  Βυζαντίου.  Χαρακτηρίζεται  από  ακμή  στην  πολιτική  και στρατιωτική   δύναμη  και  από  άνθηση  στην  οικονομία,  στα    γράμματα, στις    τέχνες.   Η    Εκκλησία   της   Ανατολής   ανασυγκροτείται   μετά   την τρικυμία  της  εικονομαχίας.  Το  πρόβλημα  της εικονομαχίας,  να    μπορεί η  φύση  του  Θεού,  η   θεία    και  η  ανθρώπινη,  να  παρασταθεί  εικονικά, έχει  επιλυθεί. Τα  ρήγματα  όμως  από  τις  εκκλησιαστικές   και  πολιτικές συγκρούσεις μεταξύ Δύσεως και Ανατολής   γίνονται   βαθύτερα. Τα   εγκόσμια   συμφέροντα,  οι  ανταγωνισμοί  για   την πνευματική  και πολιτική  εξουσία  διασπούν  την μέχρι τότε  ενιαία  Χριστιανική  Οικουμένη  σε     δύο   παράλληλους κόσμους,  το    Βυζαντινό    και   το Φραγκικό.    Οι    διαφορές    είναι    ορατές    στα    μέσα   του    9ου   αιώνος   μ.Χ.,  όταν   ανέκυψε    το   θέμα   του    εκχριστιανισμού    των   Σλάβων    της   Δύσεως.  Σε αυτήν  την  αντιδικία   μπλέκονται    οι    δύο    Θεσσαλονικείς    αδελφοί.
Αρχικά     ο   Κωνσταντίνος   αναπτύσσει   ιεραποστολικό   έργο   μεταξύ   της Τουρκικής   φυλής   των   Χαζάρων.   Η   μεγάλη   όμως   ευκαιρία   δίνεται   το καλοκαίρι  του  862 μ.Χ.,  όταν φθάνει  στην Κωνσταντινούπολη    πρεσβεία του  ηγεμόνος  των Μοραβών   Ραστισλάβου,  που   το  έθνος  του κατοικούσε από τη Βοημία   μέχρι τα Καρπάθια και το Δούναβη.  Ο   Ραστισλάβος    ζητά   από  τον  αυτοκράτορα  Μιχαήλ  έναν  Επίσκοπο    και   δάσκαλο,  για  να    τους   διδάξει  στη  γλώσσα τους  την  αληθινή    πίστη  και   να   προσέλθουν  και  άλλοι    στον   Χριστό.    Είχαν    βαπτισθεί  πολλοί,  αλλά και  οι  βαπτισμένοι  από  τους  Λατίνους  ιεραποστόλους  αγνοούσαν  τον Χριστιανισμό,  όσο  και  οι  αβάπτιστοι,  αφού    οι   Λατίνοι,  συνεπείς  στην παράδοσή τους,  τους  επέβαλαν  την γνώση  του  Ευαγγελίου  στα  λατινικά  και  την λατρεία πάλι  στα    λατινικά,    δηλαδή  σε    μία     γλώσσα   που    αγνοούσαν.
Ο    αυτοκράτορας   Μιχαήλ   προσκαλεί   τον   φιλόσοφο   Κωνσταντίνο   να αναλάβει    αυτήν    την    αποστολή   προς    τους  Μοραβούς.  Το  έργο  το  δέχεται  ο  Κωνσταντίνος  υπό  την προϋπόθεση  της   δημιουργίας   γραφής στη  γλώσσα  των  Μοραβών.  Μετά   από  μελέτες   φτιάχνει    το    λεγόμενο γλαγολιτικό  (όχι  το  κυριλλικό)  αλφάβητο  και  αρχίζει    την    μετάφραση του    Ευαγγελίου    και    της  Βυζαντινής   Λειτουργίας,   καθώς   και  άλλων βιβλίων.
Την   άνοιξη    του    863   μ.Χ.,    ο     Κωνσταντίνος    παίρνει   τον   αδελφό   του Μιχαήλ,  που    είχε   γίνει    μοναχός  με  το   όνομα  Μεθόδιος,  και  φθάνει στην  αυλή  του   Ραστισλάβου.    Η    εργασία   τους   διαρκεί    τρία   χρόνια. Έκαναν  σπουδαίες μεταφράσεις,  εισήγαγαν  την    βυζαντινή    παράδοση της   Μεγάλης   Εκκλησίας   στη   Μοραβία.   Άνοιξαν   τους   πολιτιστικούς ορίζοντες  του  ευαγγελιζόμενου  λαού.  Έγιναν  οι πραγματικοί    φωτιστές του.    Με    αφετηρία    την    αρχή    ότι  κάθε    λαός    έχει   το    δικαίωμα    να  λατρεύει   τον    Θεό    στη    μητρική  του   γλώσσα,  οι  άγιοι  αδελφοί  συγκρότησαν    γραπτή    σλαβική  γλώσσα,  μετέφρασαν  τα λειτουργικά  βιβλία  στη   γλώσσα    αυτή,  καθιέρωσαν    την   σλαβική    ως  λειτουργική  γλώσσα,   έγραψαν   και   πρωτότυπα   έργα   και   κατέστησαν  διδάσκαλοι δεκάδων   μαθητών   για   την   επάνδρωση   της   τοπικής   Εκκλησίας   με διακόνους  και πρεσβυτέρους, άριστους γνώστες της λειτουργικής παλαιοσλαβικής   γλώσσας.
Η  διείσδυση    όμως    αυτή    ενόχλησε   τους   Φράγκους    και    τη    Ρώμη    που άρχισαν  να  υποσκάπτουν  αδιάκοπα  την  ιεραποστολική    εργασία   τους.
Η  θέση   η  δική τους,  καθώς  και  των  συνεργατών τους    μοναχών,    έγινε δύσκολη,  όταν    στην    Πόλη   την    εξουσία   κατέλαβε  ο  Βασίλειος    ο   Β’,  που   ξαναέφερε   στον   θρόνο   της   Κωνσταντινουπόλεως   ως   Πατριάρχη   τον Ιγνάτιο  και  επανασύνδεσε  το  Βυζάντιο  με   την  Εκκλησία    της    Ρώμης. Το   866   μ.Χ.   και   οι   Βούλγαροι  είχαν   συνδεθεί   με  την  Ρώμη.   Έτσι   η ιεραποστολή    απομονώθηκε    από    τις   ρίζες    της    και   αναγκάσθηκε  να έλθει   σε    συνδιαλλαγή   με    τους   Λατίνους.
Στις  αρχές  του  868    μ.Χ.,   ο    Κωνσταντίνος  και   ο    Μεθόδιος  φθάνουν  στη   Ρώμη   κομίζοντας  τα  ιερά  λείψανα    του    ιεραποστόλου   Κλήμεντος,  που είχε μαρτυρήσει  στη  χώρα  των  Χαζάρων. Προσπαθούν   να τακτοποιήσουν  τις  διαφορές τους με τους Λατίνους ιεραποστόλους ενώπιον  του  Πάπα   Ανδριανού    Β’.   Η   μόρφωση   και    η   ευσέβεια   των   δύο αδελφών κατέπληξε  τους  Ρωμαίους κληρικούς.  Ο    Πάπας    αναγνώρισε το  έργο   τους   πανηγυρικά,  αλλά    επεδίωξε    να  το    αποσυνδέσει    από    την Εκκλησία  της   Κωνσταντινουπόλεως  και  να  το  προσεταιρισθεί.  Ο  Πάπας   Ανδριανός  παρέλαβε   από   τους   ιεραποστόλους τα σλαβικά   βιβλία, τα ευλόγησε, τα απέθεσε στο ναό  της Αγίας Μαρίας,   τον   αποκαλούμενο Φάτνη  και  τέλεσε  με   αυτά    την   Θεία  Λειτουργία.  Στο  σημείο  αυτό πρέπει  να  υπογραμμισθεί ότι  ο    Πάπας    απέθεσε  τα    σλαβικά    βιβλία στην    Αγία   Τράπεζα   και  τα    πρόσφερε   ως   αφιέρωμα   στο    Θεό.   Έδωσε μάλιστα  εντολή  σε  δύο  Επισκόπους,  τον  Φορμόζο  και    τον   Γκόντριχον, να   προχωρήσουν   στη    χειροτονία   των  μαθητών του  Αγίου   Κυρίλλου    και Μεθοδίου,  των   μελλοντικών   κληρικών   των   Σλάβων   στη    μητρική   τους γλώσσα.  Και  μετά  ταύτα δόθηκε η άδεια σε αυτούς, τους νεοχειροτόνητους   κληρικούς, να τελέσουν   τη    θεία   λειτουργία   σλαβιστί στους    ναούς    του    Αγίου    Πέτρου,   της   Αγίας   Πετρωνίλλας    και  του  Αγίου Ανδρέου.
Ο  Πάπας καταδίκασε ακόμη τους πιστούς που αντιδρούσαν στην λειτουργική χρήση της σλαβικής γλώσσας και τους αποκάλεσε Πιλατιανούς   και   Τριγλωσσίτες.   Μάλιστα  υποχρέωσε  έναν  Επίσκοπο, που  υπήρξε  οπαδός  του  Τριγλωσσισμού,  να  χειροτονήσει    τρεις    ιερείς και    δύο    αναγνώστες   από    τους    Σλάβους   μαθητές   των   δύο   Αγίων αδελφών.
Και  το επιστέγασμα  της  λειτουργικής πανδαισίας   σλαβιστί    συνδέθηκε με   τον   Απόστολο   των   εθνών   Παύλο.   Οι   Σλάβοι   μαθητές – κληρικοί λειτουργούσαν  την νύχτα   πάνω    στον   τάφο  του   μεγάλου  διδασκάλου των  εθνικών,  του  Παύλου.  Και  μάλιστα   είχαν  ως  συλλειτουργούς  τους τον Επίσκοπο   Αρσένιο,   δηλαδή   έναν  από   τους   επτά   επισκόπους συμβούλους του  Πάπα, και  τον Αναστάσιο  τον   Βιβλιοθηκάριο.  Η  πράξη αυτή  δεν ήταν τυχαία. Είχε συμβολικό χαρακτήρα. Συνέδεε και παραλλήλιζε το έργο των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου με τους ιεραποστολικούς άθλους του Παύλου. Σημειωτέον ότι ο ναός του Αποστόλου   Παύλου   βρισκόταν    έξω   από    τα   τείχη   της   πόλεως.   Και συνεπώς   η   μετάβαση    και    η   τέλεση   Λειτουργίας   σε   αυτόν   σλαβιστί    και μάλιστα    επάνω   στον   τάφο   του   Αποστόλου   δεν   αποτελούσε   πράξη ρουτίνας, που  απέβλεπε  απλώς    στην  τέλεση    ορισμένων    λειτουργιών στη  σλαβική    γλώσσα.   Ήταν  η  πανηγυρική  έγκριση  της  σλαβικής  ως λειτουργικής γλώσσας  από τον Απόστολο των εθνών και της ακροβυστίας.
Στο  διάστημα της παραμονής τους στη Ρώμη, ο Κωνσταντίνος αρρωσταίνει   βαριά.   Προαισθάνεται  το  τέλος του  και  ζητά    να    πεθάνει ως μοναχός. Κείρεται μοναχός και ονομάζεται Κύριλλος. Στις 4 Φεβρουαρίου  του  869 μ.Χ.  ο  πύρινος  ιεραπόστολος,  που  άναψε  την φωτιά  της  πίστεως  και του  πολιτισμού  στο  σλαβικό  κόσμο,   κοιμήθηκε με  ειρήνη.   Ο    Μεθόδιος   θέλει   να  μεταφέρει   το   σκήνωμά   του   στη Θεσσαλονίκη,    αλλά    ο    Πάπας   Ανδριανός    δεν    το    επιτρέπει    και    τον  θάβει   στο   ναό    του    Αγίου   Κλήμεντος,    όπου   μέχρι  και    σήμερα   δείχνεται  ο   τάφος   του.
Στη  συνέχεια,  ο  Μεθόδιος  χειροτονείται  από  τον Πάπα    Αρχιεπίσκοπος Σιρμίου,   για   να   εγκατασταθεί   στην   Παννονία.   Η   Ρώμη   επιδέξια οικειοποιείται το ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας    Κωνσταντινουπόλεως.
Η   ζωή   όμως   του   Μεθοδίου,   ως   Αρχιεπισκόπου,   περιπλέκεται   στους ανταγωνισμούς των Λατίνων και των Φράγκων Επισκόπων, στις δολοπλοκίες  των  ηγεμόνων  και  των  αρχόντων  και  γίνεται    μαρτυρική.  Τον   φυλακίζουν   δυόμιση   χρόνια  σε  μοναστήρι  του  Μέλανος  Δρυμού  και    μόλις   το  873  μ.Χ.    ο    Πάπας   Ιωάννης  Η’  τον    ελευθερώνει    και    τον  αποκαθιστά.    Η   λατρεία   όμως   στα   σλαβονικά   απαγορεύεται   και   μόνο   το κήρυγμα   επιτρέπεται.  Το   885  μ.Χ.,  στη  Μοραβία,  ο  Μεθόδιος παραδίδει το  πνεύμα του μέσα σε ένα κλίμα αντιδράσεων και ραδιουργιών. Είχε όμως προετοιμάσει   διακόσιους   νέους   ιεραποστόλους. Αυτοί   ξεχύθηκαν   στην   Ανατολική   Ευρώπη,   διέδωσαν   και   στερέωσαν    την  Ορθοδοξία   στα    σλαβικά   Έθνη.  Ήταν  τέτοια  δε  η  δύναμη    και    το  ρίζωμα  του  έργου    τους,   ώστε    ούτε    η   λαίλαπα   της   Ουνίας   του   6ου   αιώνος μ.Χ.   κατόρθωσε   να   εξανεμίσει    το   θεολογικό    και    πολιτισμικό   έργο   των δύο    Ισαποστόλων   αδελφών,   του   Κυρίλλου   και    του    Μεθοδίου.
Κατά  την  εξόδιο  ακολουθία  του  Αγίου    Μεθοδίου    αναρίθμητος    λαός,  αφού   συγκεντρώθηκε,   τον   συνόδευσε  με   λαμπάδες   και   θρήνησε   τον αγαθό  διδάσκαλο και   ποιμένα. Άνδρες και γυναίκες, μικροί    και  μεγάλοι, πλούσιοι   και    φτωχοί,  ελεύθεροι  και    δούλοι,    χήρες    και    ορφανά,   ξένοι  και    ντόπιοι,   ασθενείς    και    υγιείς,    όλοι    τον    συνόδευσαν,  γιατί    έδινε    τα  πάντα    σε    όλους,   για    να    τους   κερδίσει.
Η  ιεραποστολική  πορεία τους, παρά τατόσα  θρησκευτικά  και  πολιτιστικά   επιτεύγματά   της   για    ολόκληρο    το    Βορρά,   δεν    μας    είναι γνωστή    από    τους   Βυζαντινούς.   Άν   και    εργάσθηκαν    όσο    λίγοι    για    την  δόξα  της  Ορθοδοξίας, άργησαν  οι  Ελληνόφωνες   Ορθόδοξες   Εκκλησίες να  τους  περιλάβουν  στον   κατάλογο  των    εκλεκτών  του    Θεού    Αγίων.  Τη  ζωή  και  τη  δράση  τους  τη μαθαίνουμε από   σλαβικές   και   λατινικές πηγές   και   από   δύο   παλαιοσλαβονικές  βιογραφίες.
Οι  δύο   Άγιοι   ανεδείχθησαν   άξιοι   μιμητές   του   Αποστόλου   Παύλου   σε πολλούς  τομείς  του  βίου και  της  δράσεώς  τους.  Κατ’  αρχάς  εντάσσονται   μέσα    στο    σχέδιο    της    Θείας   Οικονομίας.   Και    μετά    την  έλευση    του   Κυρίου  μας   Ιησού   Χριστού   στη   γη   η   Θεία   Οικονομία εκφράζεται   κατά    τον    καλύτερο   τρόπο  με  τη  φράση    του    Αποστόλου Παύλου   «ός  πάντας  ανθρώπους  θέλει σωθήναι  και  εις  επίγνωσιν  αληθείας  ελθείν»,  την  οποία  επαναλαμβάνει    ο   βιογράφος   του   Αγίου Μεθοδίου,   τον    οποίο    ο    Θεός  ανέστησε   ως   διδάσκαλο  στους  καιρούς  του  χάριν  του  Σλαβικού  γένους,  για  το  οποίο   ποτέ   κανείς  ποτέ    δεν   είχε   ενδιαφερθεί.    
Ο  Άγιος  Μεθόδιος  μιμήθηκε τον  Απόστολο  Παύλο  στην  περιφρόνηση  των   κινδύνων,   ιδίως  στα   ταξίδια  και  τις   περιπλανήσεις  του.   Γι’ αυτό   και    ο βιογράφος   του  σημειώνει   ότι   σε  όλα  τα  ταξίδια  του  ο  Μεθόδιος περιέπεσε   σε   πολλούς   κινδύνους,   που   προκλήθηκαν  από   τον   κακό   εχθρό (το  διάβολο).   Κινδύνευσε στις  ερήμους  από  τους    ληστές,  στη    θάλασσα  από  τρικυμίες, στα ποτάμια  από  θανάσιμους  κινδύνους  και  έτσι  εκπληρώθηκε  σε  αυτόν    ο   λόγος   του   Αποστόλου:   «Κινδύνοις  ληστών,  κινδύνοις  εν  θαλάσση,    κινδύνοις   ποταμών,  κινδύνοις   εν   ψευδαδέλφοις,   εν κόπω   και   μόχθω,  εν   αγρυπνίαις  πολλάκις,   εν   λιμώ  και    δίψη»  και  σε  όλα  τα  παθήματα,  τα  μνημονευόμενα   από    τον    Απόστολο.  Και   οφείλουμε  να  υπογραμμίσουμε  ότι στο σχόλιο  αυτό δεν  υπάρχει  κάτι  το  υπερβολικό,  άν  αναλογισθούμε  τα  ταξίδια του  στην Κριμαία,  τη  Χαζαρία  και  τη  χώρα  των   Φούλλων,   τη   μετάβασή   του  στη  Μοραβία,   το ταξίδι   στη   Ρώμη   μέσῳ   Παννονίας  και Βενετίας,  την  επιστροφὴ   στην  Παννονία    και    τη    Μοραβία,  τη   σύλληψή  του  από    τους   Φράγκους,    τη δίκη και καταδίκη του, τη φυλάκισή του επί δυόμισι έτη,  την  απελευθέρωσή   του,  τις  συκοφαντίες  σε  βάρος του,    τη    μετάβασή    του  στη   Ρώμη    και    την   Κωνσταντινούπολη.


Απολυτίκιον.  Ήχος   πλ. α’.   Τον   συνάναρχον  Λόγον.           
Αποστόλων τον ζήλον  επιδειξάμενοι, επί τας χώρας των Σλάβων Ευαγγελίου το φως, διηυγάσατε  λαμπρώς  θείω κηρύγματι,   Θεσσαλονίκης οι   βλαστοί,   και   αστέρες   φαεινοί,  Μεθόδιε  συν   Κυρίλλω,   αυτάδελφοι θεηγόροι,    Εκκλησιών  η  σεμνοπρέπεια.


Κοντάκιον.   Ήχος   δ’.   Ο   υψωθείς   εν   τω   Σταυρώ.   
Εξ  ευκλεούς  αναβλαστήσαντες  ρίζης,  και  εν  απάση  παιδευθέντες   σοφία, Θεσσαλονίκης φοίνικες οι πάγκαρποι,  ο  θεόφρων  Κύριλλος,  και    Μεθόδιος άμα,  ώφθησαν   ομότροποι,  των  σοφών  Αποστόλων,  και  τας  των Σλάβων   χώρας  αληθώς,  θεογνωσίας    φωτί  κατεφώτισαν.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις  αυταδέλφων  η  ξυνωρίς,  Κύριλλε  τρισμάκαρ,  και   Μεθόδιε    ιερέ,  της   Θεσσαλονίκης,   βλαστοί   οι   θεοφόροι,  και  φωτισταί  των  Σλάβων  οι ενθεώτατοι.

The Saints Cyril and Methodius are the Isaacs and Light of the Slavs


Saint Cyril and Methodius, all over Constantine and Michael, were children of the ruler-military commander of Leontos and were born in Thessaloniki. They had five other brothers. Constantine was the smallest and had great editing on the letters. Another child had read the works of St. Gregory the Theologian and had written an anthem in his honor. His gifts were watched by the Logothetios Theoktistos and sent to the school of Magnaura, where under the guidance of the Leo of the Mathematician and of the saint Photius he studied basic philosophy. He went to his studies and initially was appointed a briefcase (chief architect) of the Patriarchate and later a professor of philosophy at the School of Magnaura.
Michael followed their father's career. He became military and undertook the administration of the region of the sources of Strymon, that is, at the present borders of Bulgaria and Serbia, where he knew the Slavs well. Despite the successful career of both of the brothers, their zeal for spiritual life was deeply shaken. They had a monastic inclination, but they believed in the martyrdom of this tilt to save other souls.
The 9th century AD, when the Saints shone, is a great era of Byzantium. It is characterized by acne in political and military power and by boom in economy, letters, arts. The Church of the East is rebuilt after the storm of iconoclasm. The problem of iconoclasm, that the nature of God, the divine and the human, can be depicted in vain, has been resolved. But the failures of the ecclesiastical and political conflicts between the West and the East become deeper. Worldly interests, antagonisms for spiritual and political power break the previously united Christian One into two parallel worlds, the Byzantine and the Frankish. The differences are visible in the middle of the 9th century AD, when the issue of Christianization of the Slavs of the West arose. The two Thessalonian brothers are involved in this dispute.
At first, Constantine is developing a missionary work between the Turkish Hazaris race. However, the great opportunity is given in the summer of 862 AD when the embassy of the ruler of the Moravian Rasputin, whose nation was inhabited from Bohemia to the Carpathians and the Danube, arrives in Constantinople. Rastislav asks Emperor Michael a Bishop and Teacher to teach them the true faith in their own language and others to come to Christ. Many were baptized, but the Latin baptized missionaries ignored both Christianity and the ungodly, since the Latins, consistent with their tradition, imposed upon them the knowledge of the Gospel in Latin and worship again in Latin, that is, in one language they were ignorant.
The Emperor Michael invites the philosopher Constantine to undertake this mission to the Moravians. The work is accepted by Konstantinos under the condition of writing in the language of the Moravians. After studies, he makes the so-called glagolic (not cyrillic) alphabet and begins the translation of the Gospel
The Emperor Michael invites the philosopher Constantine to undertake this mission to the Moravians. The work is accepted by Konstantinos under the condition of writing in the language of the Moravians. After studies, he makes the so-called glagolic (not Cyrillic) alphabet and begins the translation of the Gospel and Byzantine Liturgy, as well as other books.
In the spring of 863 AD, Constantine took his brother Michael, who had become a monk named Methodios, and arrived in the courtyard of Rastislav. Their work lasts three years. They made great translations, introduced the Byzantine tradition of the Great Church to Moravia. They opened the cultural horizons of the evangelized people. They became its real luminaries. Starting from the principle that each people has the right to worship God in their mother tongue, the holy brothers formed written Slavic language, translated the functional books into this language, established Slavic as a functional language, wrote original works, and made tens of teachers students for the manning of the local Church with deacons and seniors, excellent knowledge of the functional paleo-Slavic language.
The penetration, however, has bothered the Franks and Rome, which began to undermine their missionary work continuously.
The position of theirs, as well as their monks' associates, became difficult when Basil II was occupied by the city, reintroduced to Constantine's throne as Patriarch Ignatius and rejoined Byzantium with the Church of Rome. In 866 AD. and the Bulgarians were connected with Rome. Thus the mission was isolated from its roots and forced to come into conciliation with the Latins.
At the beginning of 868 AD, Constantine and Methodius arrived in Rome, celebrating the holy relics of the missionary Clement, who had testified in the country of the Hazar. They try to settle their differences with the Latin missionaries before Pope Andrian II. The education and piety of the two brothers amazed the Roman clergy. The Pope acknowledged his work festively, but sought to disconnect it from the Church of Constantinople and join it. Pope Andrian received the Slavic books from the missionaries, blessed them, deposited them at the temple of St. Mary, the so-called Phatne, and performed with them the Divine Liturgy. At this point it should be emphasized that the Pope deposited the Slavic books at the Holy Blessing and offered them as a tribute to God. He even instructed two Bishops, Formoso and Gondrion, to proceed to the ordination of the students of St. Cyril and Methodius, the future Slavic clergy in their mother tongue. Thereafter, permission was given to them, the newlywed clergymen, to perform the divine service of Slawis in the temples of St. Peter, St. Peter and St. Andrew.
The Pope also condemned the faithful who reacted to the functional use of the Slavic language and called them Pilateans and Triglids. Indeed, he urged a Bishop who was a follower of Trilingualism to ordain three priests and two readers from the Slavic disciples of the two Holy Brothers.
And the crowning of the functional feast of Slawis was associated with the Apostle of the Pauline nations. The Slav pupils - clergy - worked night on the tomb of the great teacher of the national, Paul. And indeed, as their colleagues, Bishop Arsenios, one of the seven bishops of the Pope, and Anastasios the Librarian. This operation was not accidental. It was symbolic. He collaborated and paralleled the work of Saints Cyril and Methodius with Paul's missionary missions. It should be noted that the temple of Apostle Paul was outside the walls of the city. And therefore the transition and the celebration of the Liturgy to him was slavish and indeed upon the tomb of the Apostle was not a routine act, which was simply to perform certain functions in the Slavic language. It was the solemn endorsement of Slavic as a functional language by the Apostle of the nations and the unceremonious.
During their stay in Rome, Constantine is seriously ill. He feels the end and asks to die as a monk. A monk is called and is called Cyril. On February 4, 869 AD. the fiery missionary, who lit the fire of faith and civilization in the Slav world, slept in peace. Metodios wants to transport his relic to Thessaloniki, but Pope Andrian does not allow it and buries him in the church of St. Clement, where his tomb is still showing today.
Then Metodios is ordained by Pope Archbishop of Sirmium to settle in Pannonia. Rome skillfully acquiesces in the missionary work of the Church of Constantinople.
However, the life of the Methodist, as Archbishop, is complicated by the antagonisms of the Latins and the Frankish Bishops, the intrigues of the rulers and the rulers and becomes martyrdom. They imprisoned him for two and a half years at a monastery in the Black Forest and only in 873 AD. Pope John II frees him and restores him. But worship in Slavonic is forbidden, and only sermon is permitted. In 885 AD, in Morava, Methodios delivers his spirit in a climate of reactions and intrigues. But he had prepared two hundred new missionaries. They flowed into Eastern Europe, spread and tied Orthodoxy to the Slavic nations. Such was the power and the rhythm of their work, so that even the unyielding of Unia of the 6th century AD has succeeded in destroying the theological and cultural work of the two Isapostolian brothers, Cyril and Methodius.
During the exile of the Method Method, a countless people, after gathering, accompanied him with candles and lamented the good teacher and shepherd. Men and women, young and old, wealthy and poor, free and slaves, widows and orphans, strangers and locals, sick and healthy, all accompanied him because he gave everything to everyone to win them.
Their missionary course, despite its religious and cultural achievements for the entire North, is not known to us by the Byzantines. Even though few worked for the glory of Orthodoxy, the Greek-speaking Orthodox Churches were slow to include them in the list of saints of the Saints. Their life and action are learned from Slavic and Latin sources and from two paleo-Slavonic biographies.
The two Saints proved to be worthy imitators of Apostle Paul in many areas of life and their action. Firstly, they are part of the plan of the Divine Economy. And after the coming of our Lord Jesus Christ on earth, the Divine Economy is best expressed in the phrase of Paul the Apostle "that all men will be saved and in the knowledge of the truth", which is repeated by the biographer of St. Methodius, whom the God grew up as a teacher in his times for the sake of the Slavic genre, for which no one has ever been interested.
Saint Methodios imitated Apostle Paul in disregarding the dangers, especially on his travels and wanderings. That is why his biographer notes that on all his trips Metodios suffered from many dangers caused by the evil enemy (the devil). He was threatened by the robbers in the deserts, in the sea by storms, in the rivers of deadly dangers, and thus fulfilled the word of the Apostle: "Thieves, , in hunger and tidiness "and in all the sufferings mentioned by the Apostle. And we have to emphasize that in this comment there is nothing exaggerated, considering the trips to the Crimea, the Hazar and the country of the Fellows, the visit to Moravia, the journey to Rome in the middle of Pannonia and Venice, the return to Pannonia and Moravia, his arrest by the Franks, his trial and conviction, his imprisonment for two and a half years, his release, slander at his expense, his visit to Rome and Constantinople.



Apolyticus. Sound flat a'. The Synoptic Logos.
Apostles of zeal demonstrating, in the land of the Slavs of the Gospel the light, you have brilliantly divinely proclaimed, the springs and the Pharisees of the Pharisees, Metodiée plus Cyrillo, these beggars, the churches, the churches and the nunnery.


Kontakion. Sound d '. Raised in the Cross.
Of the eloquent revitalized roots, and in deeper wisdom, Thessaloniki, the palm trees, the goddess Cyril, and Metodios, waved homologues, the wise Apostles, and the Slavs true, light of godliness.
Majesty.
The joyous of the autochthonous, the Cyrille Trismakar, and Metodiye priest, of Thessaloniki, the gods of the gods, and the lights of the Slavs the invisible.

Δεν υπάρχουν σχόλια: