Ἰω. 14, 1-11
1 Μὴ
ταρασσέσθω ὑμῶν
ἡ καρδία· πιστεύετε
εἰς τὸν Θεόν, καὶ
εἰς ἐμὲ πιστεύετε.
2 Ἐν
τῇ οἰκίᾳ τοῦ πατρός
μου μοναὶ πολλαί εἰσιν·
εἰ δὲ μή, εἶπον ἂν
ὑμῖν· πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον
ὑμῖν·
3 καὶ
ἐὰν πορευθῶ καὶ
ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον,
πάλιν ἔρχομαι καὶ παραλήψομαι
ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν,
ἵνα ὅπου εἰμὶ
ἐγώ, καὶ ὑμεῖς
ἦτε.
4 Καὶ
ὅπου ἐγώ ὑπάγω
οἴδατε, καὶ
τὴν ὁδὸν οἴδατε.
5 Λέγει
αὐτῷ Θωμᾶς· Κύριε, οὐκ
οἴδαμεν ποῦ ὑπάγεις·
καὶ πῶς δυνάμεθα τὴν ὁδὸν
εἰδέναι;
6 Λέγει
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς
καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ
ἡ ζωή· οὐδεὶς
ἔρχεται πρὸς τὸν
πατέρα εἰ μὴ
δι' ἐμοῦ.
7 Εἰ
ἐγνώκειτέ με,
καὶ τὸν πατέρα
μου ἐγνώκειτε ἄν.
Καὶ ἀπ' ἄρτι γινώσκετε
αὐτὸν καὶ ἑωράκατε αὐτόν.
8 Λέγει
αὐτῷ Φίλιππος· Κύριε,
δεῖξον ἡμῖν τὸν
πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν.
9 Λέγει
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς·
τοσοῦτον χρόνον μεθ' ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ
ἔγνωκάς με, Φίλιππε; Ὁ
ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε
τὸν πατέρα· καὶ πῶς
σὺ λέγεις, δεῖξον
ἡμῖν τὸν πατέρα;
10 Οὐ
πιστεύεις ὅτι
ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ
ὁ πατὴρ ἐν
ἐμοί ἐστι; τὰ ρήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ
ὑμῖν, ἀπ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ·
ὁ δὲ πατὴρ
ὁ ἐν ἐμοὶ
μένων αὐτὸς ποιεῖ
τὰ ἔργα.
11 Πιστεύετέ μοι
ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ
πατρὶ καὶ ὁ
πατὴρ ἐν ἐμοί· εἰ δὲ μή,
διὰ τὰ ἔργα αὐτὰ
πιστεύετέ μοι.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ιω.
14, 1-11
1 «Άς
μη ταράσσεται η
καρδιά σας. Πιστεύετε
στον Θεό, πιστεύετε
και σε εμένα.
2 Στο σπίτι
του Πατέρα μου υπάρχουν πολλά μέρη
διαμονής· αν δεν υπήρχαν
θα σας το έλεγα.
3 Πηγαίνω
να σας ετοιμάσω
τόπο. Και εάν πάω και
σας ετοιμάσω τόπο, πάλι
θα έλθω και
θα σας παραλάβω μαζί μου, ώστε όπου είμαι
εγώ να είσθε
και σεις.
4 ξέρετε που πηγαίνω
και γνωρίζετε και
τον δρόμο».
5 Ο
Θωμάς του λέγει, «Κύριε,
δεν ξέρουμε που πηγαίνεις
και πως μπορούμε να
ξέρουμε τον δρόμο;».
6 Λέγει σ’ αυτόν
ο
Ιησούς, «Εγώ είμαι
η οδός και
η αλήθεια και η
ζωή, κανείς δεν έρχεται
στον
Πατέρα παρά
δι’ εμού.
7 Εάν με ξέρατε,
θα
ξέρατε και τον Πατέρα μου. Από τώρα τον
ξέρετε και τον έχετε
ίδει».
8 Λέγει σ’ αυτόν ο Φίλιππος,
«Κύριε, δείξέ μας τον Πατέρα και μας
αρκεί».
9 Λέγει σ’ αυτόν
ο
Ιησούς, «Τόσο
χρόνο είμαι μαζί σας,
και δεν με γνώρισες, Φίλιππε;
Εκείνος που έχει
ίδει εμένα, έχει
ίδει και τον Πατέρα· και
πως συ λέγεις,
«Δείξέ μας τον πατέρα»;
10 Δεν πιστεύεις
ότι εγώ είμαι
εν τω Πατρί
και ο Πατέρας είναι εν εμοί;
Τα λόγια που
σας λέγω, δεν τα
λέγω από τον εαυτό
μου αλλ’ ο Πατέρας
που μένει εν εμοί
αυτός κάνει τα έργα.
11 Πιστεύετέ με, ότι εγώ είμαι εν
τω Πατρί και ο Πατέρας είναι εν
εμοί· αλλοιώς ένεκα
αυτών των έργων μου, πιστεύετέ με.
Πράξ.
19, 1-8
Μαθητές του
Ιωάννου του Βαπτιστού στην Έφεσο
1 Ἐγένετο
δὲ ἐν τῷ τὸν
Ἀπολλὼ εἶναι
ἐν Κορίνθῳ Παῦλον διελθόντα τὰ
ἀνωτερικὰ μέρη ἐλθεῖν
εἰς Ἔφεσον· καὶ
εὑρὼν μαθητάς τινας
2 εἶπε πρὸς αὐτούς·
εἰ Πνεῦμα Ἅγιον ἐλάβετε πιστεύσαντες; Οἱ δὲ εἶπον
πρὸς αὐτόν·
ἀλλ᾿ οὐδὲ εἰ Πνεῦμα Ἅγιόν ἐστιν ἠκούσαμεν.
3 Εἶπέ τε πρὸς αὐτούς· εἰς τί οὖν
ἐβαπτίσθητε; Οἱ δὲ εἶπον· εἰς τὸ Ἰωάννου
βάπτισμα.
4 Εἶπε
δὲ Παῦλος· Ἰωάννης
μὲν ἐβάπτισε βάπτισμα
μετανοίας, τῷ λαῷ λέγων
εἰς
τὸν ἐρχόμενον
μετ᾿ αὐτὸν ἵνα πιστεύσωσι, τοῦτ᾿ἔστιν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν.
5 Ἀκούσαντες δὲ ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ
ὄνομα τοῦ Κυρίου
Ἰησοῦ.
6 Καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ
Παύλου τὰς χεῖρας
ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπ᾿ αὐτούς, ἐλάλουν
τε γλώσσαις
καὶ προεφήτευον.
7 Ἦσαν δὲ οἱ πάντες ἄνδρες ὡσεὶ δεκαδύο.
Ο Παύλος στην
Έφεσο
8 Εἰσελθὼν δὲ
εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπαρρησιάζετο ἐπὶ
μῆνας τρεῖς διαλεγόμενος καὶ
πείθων τὰ περὶ τῆς
βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Πράξ.
19, 1-8
Μαθητές του
Ιωάννου του Βαπτιστού
στην Έφεσο
1 Ενώ
ο Απολλώς ήτο
στην Κόρινθο, ο
Παύλος πέρασε τα
μεσόγεια μέρη και ήλθε
στην Έφεσο.
2 Εκεί
βρήκε μερικούς μαθητές
και τους ρώτησε,
«λάβατε Πνεύμα Άγιο όταν
πιστέψατε;». Εκείνοι του
είπαν, « Ούτε κάν
έχουμε ακούσει άν υπάρχει
Πνεύμα Άγιο».
3 Τότε
τους είπε, «Εις
τι λοιπόν βαπτισθήκατε;» Και
εκείνοι είπαν, « Στο βάπτισμα
του Ιωάννου».
4 Ο
Παύλος τότε είπε,
«Ο Ιωάννης εβάπτισε
βάπτισμα μετανοίας και έλεγε
στον λαό να
πιστέψουν σ’ εκείνον που
έρχεται μετά από αυτόν,
δηλαδή στον Χριστό
Ιησού».
5 Όταν
άκουσαν αυτό, εβαπτίσθηκαν στο
όνομα του Κυρίου
Ιησού·
6 και
όταν ο Παύλος
έβαλε τα χέρια
επάνω τους, ήλθε
σ’ αυτούς το Πνεύμα
το Άγιον και μιλούσαν γλώσσες
και προφήτευαν.
7 Ήσαν
δε όλοι περί
τους δώδεκα.
Ο Παύλος
στην Έφεσο
8 Κατόπιν
ο
Παύλος πήγε στη
συναγωγή, και επί
τρεις μήνες μιλούσε με θάρρος. Συζητούσε
και έπειθε τους
Ιουδαίους περί της βασιλείας του
Θεού.
John 14: 1-11
1 "Let not your heart
be disturbed. You believe in God, you believe in me too.
2 There are many places in
my Father's house; if they were not there, I would tell you.
3 I'm going to prepare
your place. And if I go and prepare you for a place, I will come again and
receive you with me so that wherever I am you are.
4 you know where I'm going
and you know the way. "
5 Thomas says to him,
"Lord, do not we know where you are going and how can we know the
way?"
6 Jesus says, "I am
the way and the truth and the life, no one comes to the Father but to me.
7 If you knew me, you
would have known my Father. You know him now and you've seen him. "
8 Philip says to him,
"Lord, show us the Father and it is enough for us."
9 Jesus says to him,
"For so long I have been with you, and you did not meet me, Philippe? He
who has seen me has also seen the Father; and how do you say, "Show us the
Father"?
10 Do not you believe that
I am in the Father and the Father is in me? The words I say to you, I do not
say it by myself, but the Father who lives in me doing the works.
11 Believe me that I am in
the Father, and the Father is in me; otherwise, because of these my works,
believe me.
Acts. 19, 1-8
Students of John the Baptist in Ephesus
1 While Apollos was in Corinth, Paul crossed the
countryside and came to Ephesus.
2 There he found some disciples and asked them,
"did you receive the Holy Spirit when you believed?" They told him,
"We have not heard whether there is a Holy Spirit".
3 Then he said to them, "What then did you
baptize?" And they said, "In the baptism of John."
4 Then Paul said, "John baptized a baptism of
repentance and told the people to believe in him who comes after him, that is
to Christ Jesus."
5 When they heard this, they were holy in the name of
the Lord Jesus;
6 And when Paul put their hands upon them, the Holy
Spirit came to them and spoke and prophesied.
7 They were all about twelve.
Paul in Ephesus
8 Then Paul went to the synagogue, and for three
months he spoke courageously. He was discussing and persuading the Jews about
the kingdom of God.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου