Λουκᾶ
1, 1-25, 57-68,76-80
Πρόλογος
1 Ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν
ἀνατάξασθαι διήγησιν
περὶ τῶν
πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν πραγμάτων
2 καθὼς παρέδοσαν ἡμῖν οἱ ἀπ᾿ ἀρχῆς αὐτόπται
καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ λόγου,
3 ἔδοξε κἀμοί,
παρηκολουθηκότι
ἄνωθεν πᾶσιν ἀκριβῶς, καθεξῆς σοι
γράψαι, κράτιστε
Θεόφιλε,
4 ἵνα ἐπιγνῷς περὶ
ὧν κατηχήθης λόγων τὴν
ἀσφάλειαν.
Πρόρρησις της γεννήσεως Ιωάννου του Βαπτιστού
5 ᾿Εγένετο ἐν
ταῖς ἡμέραις Ἡρῴδου
τοῦ
βασιλέως τῆς Ἰουδαίας
ἱερεύς τις ὀνόματι
Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀβιά, καὶ ἡ γυνὴ
αὐτοῦ ἐκ τῶν θυγατέρων Ἀαρών, καὶ τὸ
ὄνομα αὐτῆς Ἐλισάβετ.
6 Ἦσαν δὲ δίκαιοι ἀμφότεροι ἐνώπιον
τοῦ Θεοῦ, πορευόμενοι
ἐν πάσαις ταῖς ἐντολαὶς καὶ
ἐν
ταῖς καὶ δικαιώμασι τοῦ
Κυρίου ἄμεμπτοι.
7 Καὶ οὐκ ἦν αὐτοῖς τέκνον, καθότι ἡ Ἐλισάβετ ἦν στεῖρα,
καὶ ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν ἦσαν.
8 Ἐγένετο δὲ ἐν
τῷ ἱερατεύειν αὐτὸν ἐν
τῇ τάξει
τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ ἔναντι
τοῦ Θεοῦ
,9 κατὰ τὸ ἔθος τῆς ἱερατείας
ἔλαχε τοῦ
θυμιᾶσαι εἰσελθὼν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Κυρίου·
10 καὶ πᾶν τὸ πλῆθος ἦν τοῦ λαοῦ προσευχόμενον ἔξω τῇ ὥρᾳ τοῦ θυμιάματος.
11 Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου
ἑστὼς ἐκ δεξιῶν τοῦ
θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος.
12 Καὶ
ἐταράχθη Ζαχαρίας ἰδών,
καὶ φόβος
ἐπέπεσεν ἐπ᾿ αὐτόν.
13 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν
ὁ ἄγγελος· μ ὴ
φοβοῦ, Ζαχαρία· διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ
ἡ γυνή σου
Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ
ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην·
14 καὶ ἔσται χαρά
σοι καὶ ἀγαλλίασις, καὶ
π ολλοὶ ἐπὶ τῇ γεννήσει
αὐτοῦ χαρήσονται.
15 Ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου,
καὶ οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ
πίῃ καὶ Πνεύματος Ἁγίου πλησθήσεται
ἔτι ἐκ κοιλίας
μητρὸς αὐτοῦ,
16 καὶ
πολλοὺς τῶν υἱῶν
Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ
Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν·
17 καὶ αὐτὸς προελεύσεται
ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν
πνεύματι
καὶ δυνάμει Ἠλιού, ἐπιστρέψαι
καρδίας πατέρων
ἐπὶ τέκνα καὶ ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει
δικαίων, ἑτοιμάσαι Κυρίῳ λαὸν κατεσκευασμένον.
18 Καὶ εἶπε Ζαχαρίας
πρὸς τὸν ἄγγελον·
κατὰ τί γνώσομαι τοῦτο; Ἐγὼ γάρ
εἰμι
πρεσβύτης
καὶ ἡ
γυνή μου προβεβηκυῖα
ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῆς.
19 Καὶ ἀποκριθεὶς
ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῷ· ἐγώ εἰμι Γαβριὴλ ὁ παρεστηκὼς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπεστάλην
λαλῆσαι πρός σε καὶ εὐαγγελίσασθαί σοι
ταῦτα.
20 Καὶ ἰδοὺ ἔσῃ σιωπῶν καὶ μὴ δυνάμενος λαλῆσαι ἄχρι ἧς
ἡμέρας γένηται ταῦτα,
ἀνθ᾿ ὧν οὐκ ἐπίστευσας τοῖς λόγοις μου, οἵτινες πληρωθήσονται
εἰς τὸν καιρὸν αὐτῶν.
21 Καὶ
ἦν ὁ λαὸς προσδοκῶν
τὸν Ζαχαρίαν, καὶ ἐθαύμαζον ἐν τῷ
χρονίζειν αὐτὸν
ἐν τῷ ναῷ.
22 Ἐξελθὼν δὲ οὐκ ἠδύνατο λαλῆσαι
αὐτοῖς, καὶ ἐπέγνωσαν ὅτι ὀπτασίαν ἑώρακεν ἐν τῷ ναῷ· καὶ
αὐτὸς ἦν διανεύων αὐτοῖς, καὶ
διέμενε κωφός.
23 Καὶ
ἐγένετο ὡς ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τῆς λειτουργίας αὐτοῦ, ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ.
24 Μετὰ
δὲ ταύτας τὰς ἡμέρας
συνέλαβεν
Ἐλισάβετ ἡ γυνὴ
αὐτοῦ, καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας πέντε,
25 λέγουσα
ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ
Κύριος ἐν ἡμέραις αἷς
ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τὸ ὄνειδός
μου ἐν
ἀνθρώποις.
57 Τῇ δὲ
Ἐλισάβετ ἐπλήσθη ὁ χρόνος τοῦ τεκεῖν
αὐτήν, καὶ ἐγέννησεν
υἱόν.
58 Καὶ ἤκουσαν οἱ περίοικοι καὶ οἱ συγγενεῖς
αὐτῆς ὅτι
ἐμεγάλυνε Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ μετ᾿ αὐτῆς, καὶ
συνέχαιρον αὐτῇ.
59 Καὶ ἐγένετο
ἐν τῇ ὀγδόῃ ἡμέρᾳ ἦλθον περιτεμεῖν
τὸ παιδίον, καὶ ἐκάλουν αὐτὸ ἐπὶ
τῷ ὀνόματι τοῦ πατρὸς
αὐτοῦ
Ζαχαρίαν.
60 Καὶ
ἀποκριθεῖσα ἡ μήτηρ αὐτοῦ
εἶπεν· οὐχί, ἀλλὰ κληθήσεται Ἰωάννης.
61 Καὶ
εἶπον πρὸς αὐτὴν ὅτι οὐδείς ἐστιν ἐν τῇ συγγενείᾳ σου ὃς καλεῖται τῷ ὀνόματι τούτῳ·
62 ἐνένευον δὲ τῷ πατρὶ αὐτοῦ τὸ τί ἂν θέλοι καλεῖσθαι
αὐτόν.
63 Καὶ
αἰτήσας πινακίδιον
ἔγραψε λέγων· Ἰωάννης
ἐστὶ τὸ ὄνομα αὐτοῦ· καὶ ἐθαύμασαν πάντες.
64 Ἀνεῴχθη δὲ τὸ
στόμα αὐτοῦ παραχρῆμα καὶ ἡ γλῶσσα αὐτοῦ,
καὶ ἐλάλει εὐλογῶν τὸν Θεόν.
65 Καὶ
ἐγένετο ἐπὶ πάντας φόβος τοὺς περιοικοῦντας
αὐτούς, καὶ ἐν ὅλῃ
τῇ ὀρεινῇ τῆς ᾿Ιουδαίας διελαλεῖτο
πάντα
τὰ ρήματα ταῦτα,
66 καὶ ἔθεντο πάντες οἱ ἀκούσαντες
ἐν τῇ καρδίᾳ
αὐτῶν λέγοντες· τί ἄρα τὸ παιδίον τοῦτο ἔσται; καὶ χεὶρ Κυρίου
ἦν μετ᾿ αὐτοῦ.
67 Καὶ Ζαχαρίας ὁ πατὴρ αὐτοῦ ἐπλήσθη
Πνεύματος Ἁγίου καὶ
προεφήτευσε λέγων·
68 Εὐλογητὸς Κύριος,
ὁ Θεὸς τοῦ
Ἰσραήλ, ὅτι ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε
λύτρωσιν τῷ
λαῷ αὐτοῦ,
76 Καὶ
σύ, παιδίον, προφήτης ὑψίστου
κληθήσῃ· προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προσώπου Κυρίου
ἑτοιμάσαι ὁδοὺς αὐτοῦ,
80 Τὸ
δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι, καὶ
ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις
ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ
πρὸς τὸν Ἰσραήλ.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Λουκά 1, 1-25, 57-68, 76-80
Πρόλογος
1 Επειδή
πολλοί επεχείρησαν να
συντάξουν διήγηση για τα γεγονότα, που
συνέβησαν μεταξύ μας,
2 σύμφωνα με όσα
μας παρέδωκαν εκείνοι
που από την
αρχή ήσαν αυτόπτες μάρτυρες
και υπηρέτες του κηρύγματος,
3 απεφάσισα και
εγώ, που παρακολούθησα
όλα από την
αρχή με ακρίβεια, να σου τα
καταγράψω κατά σειρά,
ευγενέστατε Θεόφιλε,
4 για
να γνωρίσεις την
βεβαιότητα των πραγμάτων
που διδάχθηκες.
Πρόρρησις της
γεννήσεως Ιωάννου του Βαπτιστού
5 Κατά
τις ημέρες του
Ηρώδη του βασιλέως
της Ιουδαίας, ζούσε
κάποιος ιερεύς, ονομαζόμενος Ζαχαρίας,
από την τάξι
του Αβιά και
είχε γυναίκα από τις
απογόνους του Ααρών, της
οποίας το όνομα
ήτο Ελισάβετ.
6 Ήσαν
και οι δύο δίκαιοι
ενώπιον του Θεού,
διότι ζούσαν άμεμπτο
βίο σύμφωνα με όλες τις
εντολές και τις
διατάξεις του Κυρίου.
7 Δεν
είχαν όμως παιδί,
διότι η Ελισάβετ
ήτο στείρα και
ήσαν και οι
δύο προχωρημένης ηλικίας.
8 Συνέβη
δε κατά την
διάρκεια της τελέσεως
των ιερατικών του καθηκόντων ενώπιον
του Θεού, κατά
τη σειρά της τάξεώς του,
9 να
πέσει σ’ αυτόν,
κατά τη συνήθεια
της ιερατικής υπηρεσίας,
ο κλήρος να θυμιάσει
και να εισέλθει
στο ναό του Κυρίου.
10 Ολόκληρο δε
το πλήθος του
λαού προσευχότανε έξω
κατά την ώρα του
θυμιάματος.
11 Τότε
εμφανίσθηκε σ’ αυτόν άγγελος του
Κυρίου, ο οποίος
στεκότανε στα δεξιά
του θυσιαστηρίου του θυμιάματος.
12 Και ετεράχθη
ο Ζαχαρίας,
όταν τον είδε
και τον κατέλαβε
φόβος.
13 Του
είπε δε ο
άγγελος, «Μη φοβάσαι,
Ζαχαρία, διότι η προσευχή σου έχει
εισακουσθεί και η
γυναίκά σου η
Ελισάβετ θα σου
γεννήσει υιό και θα
τον ονομάσεις Ιωάννη,
14 και
θα σου είναι
χαρά και αγαλλίασις
και πολλοί θα χαρούν
για την γέννησί του, διότι
θα είναι μέγας ενώπιον
του Κυρίου.
15 Κρασί
και οινοπνευματώδη ποτά
δεν θα πιεί.
Θα είναι γεμάτος Πνεύμα Άγιον
από την κοιλιά
ακόμη της μητέρας του,
16 και
πολλούς από τους απογόνους του
Ισραήλ θα τους
κάνει να επιστρέψουν στον Κύριο
τον Θεό τους.
17 Και
θα έλθει πριν
απ’ αυτόν με το
πνεύμα
και την δύναμη
του Ηλία, ώστε να
κάμει να γυρίσουν
οι καρδιές των
γονέων στα παιδιά
τους και οι απειθείς
να αποκτήσουν το
φρόνημα των δικαίων
και έτσι να
ετοιμάσει για τον Κύριο
λαό προδιατεθειμένον».
18 Και
είπε ο Ζαχαρίας
στον άγγελον, «Πως θα πεισθώ γι’
αυτό; Διότι εγώ είμαι
ηλικιωμένος και η
γυναίκά μου προχωρημένης ηλικίας».
19 Και
απεκρίθη ο άγγελος,
«Εγώ είμαι ο
Γαβριήλ, ο οποίος παρουσιάζομαι ενώπιον
του Θεού και
είμαι σταλμένος να
σου μιλήσω και να
σου φέρω την
ευχάριστη αυτήν αγγελία.
20 Και
ιδού, θα είσαι βουβός
και δεν θα
μπορείς να ομιλείς έως
την ημέρα, που θα
γίνουν αυτά, επειδή
δεν πίστεψες στους
λόγους μου,
οι οποίοι θα εκπληρωθούν
στον καιρό τους».
21 Και
ο λαὸς ανέμενε
τον Ζαχαρία και απορούσαν, διότι
αργοπορούσε πολύ στον ναό.
22 Όταν
βγήκε, δεν μπορούσε
να τους μιλήσει
και κατάλαβαν ότι
είχε ιδεί όραμα
στο ναό. Αυτός
όμως τους έκανε
νεύματα και παρέμενε βουβός.
23 Και
όταν συμπληρώθηκαν οι
ημέρες της ιερατικής
του υπηρεσίες, έφυγε για
το σπίτι του.
24 ΄Ύστερα
από τις ημέρες αυτές
η Ελισάβετ, η
γυναίκά του, έμεινε έγκυος και
έκρυβε τον εαυτό
της επί πέντε
μήνες και έλεγε,
25 «Αυτό
μου έκανε ο
Κύριος κατά τις
ημέρες, που ενδιαφέρθηκε
να μου αφαιρέσει
τη ντροπή μεταξύ
των ανθρώπων».
57 Και
ήλθε ο καιρός
της Ελισάβετ να
γεννήσει, και γέννησε
υιό.
58 Και
άκουσαν οι γείτονες
και οι συγγενείς
της ότι ο
Κύριος έδειξε πολύ έλεος
σ’ αυτὴν και την συνέχαιρα.
59 Την
ογδόη ημέρα ήλθαν
για να εκτελέσουν την
περιτομή του παιδιού και
ήθελαν να το
ονομάσουν με το
όνομα του πατέρα
του, Ζαχαρία.
60 Αλλ’
η μητέρα του
είπε, «Οχι, θα
ονομασθεί Ιωάννης».
61 Και
αυτοί της είπαν,
«Δεν είναι κανείς
από τους συγγενείς
σου που να έχει
το όνομα αυτό».
62 Με
νεύματα δε ερωτούσαν
τον πατέρα του
πως ήθελε αυτός
να το ονομάσουν.
63 Και
αυτός ζήτησε μικρή
πλάκα και έγραψε
τα εξής: «Ιωάννης
είναι το όνομά του».
64 Και
εξεπλάγησαν όλοι. Άνοιξε
δε αμέσως το
στόμα του και
η γλώσσα του και
ευλογούσε τον Θεό.
65 Και
κατέλαβε φόβος όλους,
όσοι κατοικούσαν γύρω,
και τα γεγονότα αυτά
διεδίδοντο σε όλη
την ορεινή περιοχή
της Ιουδαίας.
66 Και
όλοι, όσοι τα
άκουσαν, τα έβαλαν
στην καρδιά
τους και έλεγαν, «Τι άραγε
θα γίνει το
παιδί αυτό;». Και
πραγματικά το χέρι
του Κυρίου ήτο μαζί
του.
67 Και
ο Ζαχαρίας,
ο πατέρας του, πληρώθηκε από Πνεύμα
Άγιο και προφήτευσε και είπε,
68 «Ευλογητός ο Κύριος, ο
Θεός του Ισραήλ,
διότι ενδιαφέρθηκε και λύτρωσε
το λαό του
76 Και
συ, παιδί, θα
ονομασθείς προφήτης του Ύψίστου·
80 Το
δε παιδί εμεγάλωνε
και εδυνάμωνε κατά
το πνεύμα και
ήτο στις ερήμους έως
την ημέρα της
εμφανίσεώς του στον
Ισραήλ.
Ρωμ. 13,11-14,4
13,11 Καὶ τοῦτο, εἰδότες
τὸν καιρόν, ὅτι
ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ
ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ
σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν.
12 Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ
δὲ ἡμέρα ἤγγικεν.
Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους
καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ
ὅπλα τοῦ φωτός.
13 Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ
κώμοις καὶ
μέθαις, μὴ κοίτας
καὶ ἀσελγείαις, μὴ
ἔριδι καὶ ζήλῳ,
14 ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.
14 ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.
14,1 Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ
πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ
εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν.
2 Ὅς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ
δὲ ἀσθενῶν λάχανα
ἐσθίει.
3 Ὁ ἐσθίων
τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ
ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ
κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ
αὐτὸν προσελάβετο.
4 Σὺ
τίς εἶ
ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; Τῷ
ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει
ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ
ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ρωμ. 13,11-14,4
13,11 Αυτά να κάνετε, τοσούτω
μάλλον
καθ’ όσον γνωρίζετε σε τι
καιρό ζούμε: ότι είναι πλέον
ώρα να ξυπνήσετε
από τον ύπνο, διότι
τώρα είναι πλησιέστερα σ’ εμάς
η σωτηρία παρά τότε που πιστέψαμε.
12 Η νύχτα προχώρησε·
η
ημέρα πλησίασε. Άς πετάξουμε λοιπόν τα έργα του σκότους
και άς οπλισθούμε
με τα όπλα
του φωτός.
13 Άς είναι η συμπεριφορά μας σεμνή, όπως
όταν είναι ημέρα, όχι
συμπόσια και μεθύσια,
όχι ακολασίες και ασέλγειες, όχι
έριδες και ζηλοτυπίες,
14 αλλ’ ενδυθήτε τον Κύριο Ιησού Χριστό και μη φροντίζετε για την σάρκα για να ικανοποιήσετε τις επιθυμίες της.
14 αλλ’ ενδυθήτε τον Κύριο Ιησού Χριστό και μη φροντίζετε για την σάρκα για να ικανοποιήσετε τις επιθυμίες της.
14, 1 Εκείνον που είναι
ασθενής κατά την πίστιν, να τον δέχεσθε, αλλ’ όχι για συζητήσεις
γνωμών.
2 Ο
ένας πιστεύει ότι επιτρέπεται να
φάγει από όλα,
αλλ’ ο ασθενής τρώγει λάχανα.
3 Εκείνος
που τρώγει,
άς μη περιφρονεί
εκείνον που δεν τρώγει
και εκείνος που δεν τρώγει,
άς μη κρίνει
εκείνον που τρώγει, διότι ο
Θεός τον έχει
δεχθεί.
4 Ποιος
είσαι συ που κρίνεις ξένον
υπηρέτη; Το αν
θα σταθεί ή
θα πέσει αφορά
τον δικό του κύριο, θα
σταθεί όμως, διότι
ο Θεός έχει την δύναμη
να τον κάνει
να σταθεί.
Luke 1, 1-25, 57-68, 76-80
Prologue
1 Because many have tried
to compile a narrative of the events that happened between us,
2 according to what was
given to us by those who from the beginning were eyewitnesses and servants of
preaching,
3 I also decided that I,
from the very beginning, have been able to accurately record all of you in
order, please the Theophilus,
4 to know the certainty of
the things you have learned.
Preaching of the birth of
John the Baptist
5 In the days of Herod the
king of Judah, a priest named Zacharias lived in the line of Abijah, and had a
wife of the descendants of Aaron, whose name was Elisabeth.
6 They were both righteous
before God, because they lived an impeccable life according to all the commands
and ordinances of the Lord.
7 But they did not have a
child, because Elizabeth was sterile and both were old.
8 He did, in the course of
his order, perform his priestly duties before God,
9 to fall to him,
according to the custom of the priestly service, the clergy to remember and
enter the temple of the Lord.
10 And the whole multitude
of the people prayed out at the time of incense.
11 And there came to him
an angel of the Lord, standing at the right hand of the altar of incense.
12 And Zacharias became
angry, when he saw him, and feared him.
13 And the angel said to
him, "Be not afraid, Zechariah, for your prayer has been heard, and your
wife Elizabeth will bear you a son, and you shall call him John,
14 And it shall be joyful and
joyful to you, and many shall rejoice in his birth, for it shall be great in
the sight of the LORD.
15 Wine and spirits will
not drink. He will be full of the Holy Spirit from his mother's belly,
16 And many of the
descendants of Israel will make them return to the Lord their God.
17 And he will come before
him with the spirit and power of Elijah, so that the hearts of the parents turn
to their children and the devoted ones to acquire the righteousness of the
righteous, and thus to prepare for the Lord's people pretended. "
18 And Zacharias the angel
said, "How can I convince myself of this? For I am an old man and my wife
of an advanced age. "
19 And the angel answered,
"I am Gabriel, whom I present before God, and I am sent to speak unto
thee, and to bring thee this pleasant ad.
20 And, behold, you will
be silent, and you will not be able to speak until the day that these things
will be done, because you have not believed in my words, which will be
fulfilled in their time. "
21 And the people were
waiting for Zacharias, and were astonished, for he was slow in the temple.
22 When he came out, he
could not speak to them and understood that he had seen a vision in the temple.
But he made them nod and remained silent.
23 And when the days of
his priestly service were completed, he departed for his house.
24 After these days,
Elizabeth, his wife, was pregnant and hid herself for five months and said,
25 "This is what the
Lord did to me in the days that he was interested in removing the shame among
men."
57 And it came to pass,
that Elisabeth's time was to bear, and gave birth to a son.
58 And her neighbors and
relatives heard that the Lord showed great mercy to them and to the
continuation.
59 On the eighth day they
came to perform the circumcision of the child and wanted to name it by the name
of his father, Zacharias.
60 But his mother said,
"No, I will be called John".
61 And they said to her,
"There is none of your relatives that has this name."
62 With nods they did not
ask his father how he wanted to call it.
63 And he asked for a small
plate and wrote: "John is his name".
64 And they were all
surprised. He immediately opened his mouth and his tongue and blessed God.
65 And all those who dwelt
around were all afraid, and these events were carried out throughout the
mountainous region of Judea.
66 And all who heard them
put it in their heart and said, "What will this child be?" And indeed
the hand of the Lord was with him.
67 And Zacharias his
father was filled with the Holy Ghost, and prophesied, and said,
68 "Blessed be the
Lord, the God of Israel, because he was interested and redeemed his people
76 And I, child, shall be
called prophet of the Most High;
80 And the child was grown
and waxed in spirit, and was in the deserts until the day of his appearance in
Israel.
Rom. 13,11-14,4
13,11 That you do, all the
more so since you know how long we live: that it is now time to wake up from
sleep because now salvation is closer to us than we believed.
12 The night proceeded;
the day approached. So let's throw away the works of darkness and let us be
armed with the weapons of light.
13 Let our behavior be
modest, as when it is a day, not a banquet and a drunkenness, not an idiocy and
a mischief, not a quarrel and jealousy,
14 but wear the Lord Jesus
Christ and do not take care of the flesh to satisfy its desires.
14, 1 One who is weak in
faith, accept him, but not for discussion.
2 One believes he is
allowed to eat all but the patient eats cabbages.
3 He who eats not let him
who does not eat and who does not eat, let him not judge the one who eats,
because God has accepted him.
4 Who are you judging a
servant? Whether to stand or fall for his own gentleman will stand, because God
has the power to make him stand.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου