Ἰω.
14, 27-15,7
14, 27 Εἰρήνην ἀφίημι
ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι
ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ
κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι
ὑμῖν. μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν
ἡ καρδία μηδὲ
δειλιάτω.
28 Ἠκούσατε ὅτι ἐγὼ εἶπον
ὑμῖν, ὑπάγω καὶ
ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς· εἰ ἠγαπᾶτέ με, ἐχάρητε
ἂν ὅτι εἶπον,
πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα·
ὅτι ὁ πατήρ
μου μείζων μού
ἐστι·
29 καὶ νῦν εἴρηκα
ὑμῖν πρὶν γενέσθαι, ἵνα
ὅταν γένηται πιστεύσητε.
30 Οὐκέτι
πολλὰ λαλήσω
μεθ' ὑμῶν· ἔρχεται γὰρ
ὁ τοῦ κόσμου
ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ
ἔχει οὐδέν·
31 ἀλλ' ἵνα γνῷ ὁ κόσμος ὅτι ἀγαπῶ τὸν π ατέρα, καὶ καθὼς ἐνετείλατό μοι ὁ πατήρ, οὕτω ποιῶ. ἐγείρεσθε ἄγωμεν ἐντεῦθεν.
31 ἀλλ' ἵνα γνῷ ὁ κόσμος ὅτι ἀγαπῶ τὸν π ατέρα, καὶ καθὼς ἐνετείλατό μοι ὁ πατήρ, οὕτω ποιῶ. ἐγείρεσθε ἄγωμεν ἐντεῦθεν.
15, 1 Ἐγὼ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ
ἀληθινή, καὶ ὁ
πατήρ μου ὁ γεωργός
ἐστι.
2 Πᾶν
κλῆμα ἐν ἐμοὶ μὴ
φέρον καρπόν, αἴρει
αὐτό, καὶ πᾶν τὸ
καρπὸν φέρον, καθαίρει
αὐτό, ἵνα πλείονα
καρπὸν φέρῃ.
3 Ἤδη ὑμεῖς
καθαροί ἐστε διὰ
τὸν λόγον ὃν
λελάληκα ὑμῖν.
4 Μείνατε
ἐν ἐμοί, κἀγὼ
ἐν ὑμῖν. Καθὼς τὸ
κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν
ἀφ' ἑαυτοῦ,
ἐὰν μὴ μείνῃ ἐν τῇ
ἀμπέλῳ, οὕτως οὐδὲ ὑμεῖς,
ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μείνητε.
5 Ἐγώ εἰμι ἡ
ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ
κλήματα. ὁ μένων
ἐν ἐμοὶ κἀγὼ
ἐν αὐτῷ, οὗτος
φέρει καρπὸν πολύν,
ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε
ποιεῖν οὐδέν.
6 Ἐὰν
μή τις μείνῃ
ἐν ἐμοί, ἐβλήθη
ἔξω ὡς τὸ
κλῆμα καὶ
ἐξηράνθη, καὶ
συνάγουσιν αὐτὰ καὶ
εἰς τὸ πῦρ
βάλλουσι, καὶ καίεται.
7 Ἐὰν μείνητε ἐν ἐμοὶ καὶ τὰ ρήματά
μου ἐν ὑμῖν μείνῃ,
ὃ ἐὰν θέλητε αἰτήσασθε,
καὶ γενήσεται ὑμῖν.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ιω. 14, 27-15,7
14, 27 Ειρήνη σας
αφήνω, τη δική μου ειρήνη σας δίνω·
δεν σας δίνω εγώ
όπως δίνει ο κόσμος. Άς μη ταράσσεται η καρδιά σας και
άς μη δειλιάζει.
28 Με
ακούσατε να σας λέγω,
«Πηγαίνω και
θα έλθω σ’ εσάς».
Εάν με αγαπούσατε, θα είχατε χαρεί
επειδή σας είπα
ότι πηγαίνω προς τον Πατέρα
μου,
διότι ο Πατέρας
μου είναι μεγαλύτερος από εμένα.
29 Και τώρα σας
το είπα πριν γίνει
για να πιστέψετε
όταν γίνει.
30 Δεν
θα μιλήσω πλέον πολύ μαζί σας, διότι έρχεται
ο άρχων του κόσμου, και δεν έχει επάνω
μου
καμμία δύναμι,
31 αλλά για να γνωρίσει ο κόσμος ότι αγαπώ τον Πατέρα και καθώς με διέταξε ο Πατέρας, έτσι κάνω. Σηκωθήτε, άς φύγουμε απ’ εδώ».
31 αλλά για να γνωρίσει ο κόσμος ότι αγαπώ τον Πατέρα και καθώς με διέταξε ο Πατέρας, έτσι κάνω. Σηκωθήτε, άς φύγουμε απ’ εδώ».
15, 1 «Εγώ
είμαι το αληθινό
αμπέλι και ο Πατέρας μου είναι ο
γεωργός.
2 Κάθε κλήμά μου που
δεν φέρει καρπό,
το αφαιρεί και καθένα που φέρει
καρπό, το καθαρίζει
για να φέρει
περισσότερο καρπό.
3 Ήδη σεις είσθε
καθαροί ένεκα του λόγου τον οποίο
σας κήρυξα.
4 Μείνατε
ενωμένοι μαζί μου
και θα είμαι
και εγώ μαζί σας.
Καθώς το κλήμα δεν μπορεί
να φέρει καρπό μόνο του, εάν δεν
μένει
στο αμπέλι, έτσι
ούτε σεις, εάν δεν
μένετε
ενωμένοι μ’ εμένα.
5 Εγώ είμαι το αμπέλι, σεις
τα κλήματα. Εκείνος
που μένει ενωμένος
μ’ εμένα όπως και
εγώ με εκείνον,
αυτός φέρει πολύ καρπό,
διότι χωρίς εμένα
δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε.
6 Όποιος
δεν μένει ενωμένος
μ’ εμένα πετιέται έξω, όπως
το κλήμα, και ξεραίνεται
και τα μαζεύουν
και τα ρίχνουν
στην φωτιά και καίονται.
7 Εάν μένετε ενωμένοι
μ’ εμένα, και τα λόγια μου μένουν μέσα σας, ζητήσετε ό,τι θέλετε
και
θα γίνει σ’ εσάς.
Πράξ. 11, 8-14
8 Εἶπον
δέ, μηδαμῶς, Κύριε· ὅτι πᾶν
κοινὸν ἢ
ἀκάθαρτον οὐδέποτε εἰσῆλθεν
εἰς τὸ στόμα μου.
9 Ἀπεκρίθη δέ μοι φωνὴ
ἐκ δευτέρου ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· ἃ ὁ
Θεὸς ἐκαθάρισε σὺ μὴ κοίνου.
10 Τοῦτο
δὲ ἐγένετο ἐπὶ τρίς,
καὶ πάλιν ἀνεσπάσθη ἅπαντα
εἰς τὸν οὐρανόν.
11 Καὶ ἰδοὺ ἐξαυτῆς τρεῖς ἄνδρες ἐπέστησαν ἐπὶ τὴν οἰκίαν ἐν ᾗ
ἤμην, ἀπεσταλμένοι
ἀπὸ Καισαρείας πρός
με.
12 Εἶπε
δέ μοι τὸ Πνεῦμα συνελθεῖν
αὐτοῖς μηδὲν διακρινόμενον. Ἦλθον
δὲ σὺν
ἐμοὶ καὶ οἱ ἓξ ἀδελφοὶ οὗτοι,
καὶ εἰσήλθομεν εἰς τὸν οἶκον
τοῦ ἀνδρός.
13 Ἀπήγγειλέ τε ἡμῖν
πῶς εἶδε τὸν ἄγγελον ἐν τῷ
οἴκῳ αὐτοῦ σταθέντα
καὶ εἰπόντα αὐτῷ·
ἀπόστειλον εἰς
Ἰόππην ἄνδρας καὶ μετάπεμψαι
Σίμωνα τὸν ἐπικαλούμενον Πέτρον,
14 ὃς λαλήσει
ρήματα πρός σε,
ἐν οἷς σωθήσῃ
σὺ καὶ πᾶς ὁ
οἷκός σου.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Πράξ. 11, 8-14
8 Εγώ
όμως είπα, «Επ’
ουδενί λόγω, Κύριε,
διότι μολυσμένον ή ακάθαρτον
δεν μπήκε ποτέ
στο στόμα μου».
9 Η
φωνή μου απεκρίθη
για δεύτερη φορά
από τον ουρανό, «Εκείνα που
ο Θεός καθάρισε,
δεν πρέπει
συ να τα
θεωρείς ακάθαρτα».
10 Τούτο έγινε τρεις φορες΄ και πάλιν αρπάχθηκαν όλα στον ουρανό.
11 Ακριβώς την στιγμή
εκείνη ήλθαν τρεις
άνδρες στο σπίτι
όπου έμενα, οι οποίοι
ήσαν απεσταλμένοι
σ’ εμὲνα από την Καισάρεια.
12 Το
Πνεύμα τότε μου είπε να πάω μαζί
τους χωρίς κανένα
δισταγμό. Ήλθαν μαζί μου και
οι έξη αυτοί
αδελφοί και μπήκαμε στο σπίτι του ανθρώπου.
13 Αυτός
μας είπε πως είδε τον
άγγελο ενώπιόν του στο σπίτι
του, και ότι του είπε, «Στείλε στην Ιόππη
ανθρώπους και κάλεσε
τον Σίμωνα που επονομάζεται Πέτρος,
14 ο
οποίος θα σου
πει λόγια, με
τα οποία θα
σωθείς συ και όλοι οι οικιακοί
σου».
Io. 14, 27-15,7
14, 27 Peace I leave you,
my peace I give you; I do not give you as the world gives. Let your heart be
not disturbed, and let it not shake.
28 You have heard me say,
'I go and I will come to you'.
If you loved me, you would
have been happy because I told you I was going to my Father, because my Father
is greater than me.
29 And now I told you
before it happened to believe when it was done.
30 I will no more speak
with you, for the prince of the world cometh, and hath no power upon me,
31 But for the world to
know that I love the Father, and as the Father has commanded me, I do. Get up,
let's get out of here. "
15, 1 "I am the true
vine, and my Father is the farmer.
2 Every my fruit that does
not bear fruit, removes it, and everyone bearing fruit wipes it to bear more
fruit.
3 You are already pure
because of the reason I have preached to you.
4 You are united with me,
and I will be with you. Since the vine can not bear fruit alone, if it does not
stay in the vineyard, so do not you if you do not stay united with me.
5 I am the vineyard, ye
vines. The one who stays with me like me, he brings a lot of fruit, because
without me you can not do anything.
6 Whoever does not remain
united with me is thrown out, like the vine, and it is dried up and gathers
them and throws them into the fire and burns.
7 If you remain united
with me, and my words are in you, ask for what you want and it will be done to
you
Acts. 11, 8-14
8 But I said, "In no
wise, Lord, because it was infested or unclean, never entered my mouth."
9 My voice answered a
second time from heaven, "Those whom God has cleansed, you must not
consider them unclean."
10 This happened three
times, and they were all grasped all in heaven.
11 At that very moment
three men came to the house where I was, who were sent to them from Caesarea.
12 The Spirit then told me
to go with them without any hesitation. So these six brothers came with me and
we entered the man's house.
13 He told us that he saw
the angel before him in his house and said to him, "Send people to Joppa
and call Simon,
14 who will tell you
words, with which you and all your households will be saved. "
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου