Βλέπετε
αυτή την κοινή για μας εορτή και ευφροσύνη,
την
οποία ο Κύριός
μας
Ιησούς Χριστός χάρισε με την ανάσταση
και ανάληψή
του στους πιστούς; Πήγασε από θλίψη. Βλέπετε αυτή
τη ζωή, μάλλον δε, την αθανασία;
Επιφάνηκε σε μας
από θάνατο. Βλέπετε το
ουράνιο ύψος, στο οποίο ανέβηκε κατά την ανύψωσή του ο Κύριος και την
υπερδεδοξασμένη δόξα που δοξάσθηκε
κατά
σάρκα; Το πέτυχε
με την
ταπείνωση και την
αδοξία. Όπως λέγει ο απόστολος γι’ αυτόν, «ταπείνωσε τον εαυτό του γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού
θανάτου, γι’ αυτό και ο Θεός τον υπερύψωσε
και του χάρισε όνομα
ανώτερο από κάθε όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να
καμφθεί κάθε γόνατο επουρανίων
και επιγείων
και καταχθονίων και να διακηρύξει
κάθε γλώσσα ότι ο Ιησούς Χριστός
είναι ο
Κύριος σε δόξα Θεού Πατρός». (Φιλιπ. β ,8
– 11).
Εάν
λοιπόν ο Θεός υπερύψωσε το Χριστό
του για το
λόγο ότι ταπεινώθηκε, ότι ατιμάσθηκε, ότι πειράσθηκε, ότι υπέμεινε επονείδιστο σταυρό και θάνατο για χάρη μας,
πως θα σώσει και θα δοξάσει
και θα ανυψώσει εμάς, αν δεν
επιλέξουμε την ταπείνωση,
αν δεν δείξουμε την προς τους ομοφύλους
αγάπη, άν δεν ανακτήσουμε τις ψυχές μας δια της υπομονής
των πειρασμών, άν δεν ακολουθούμε δια της στενής πύλης και οδού,
που οδηγεί στην αιώνια ζωή, τον
σωτηρίως καθοδηγήσαντα σ’ αυτήν; «διότι, και
ο Χριστός έπαθε για μας, αφήνοντάς
μας υπογραμμό,
για να παρακολουθήσουμε τα ίχνη του». (Α’
Πέτρ. β, 21).
Η ενυπόστατος
Σοφία του υψίστου
Πατρός, ο προαιώνιος
Λόγος, που από φιλανθρωπία
ενώθηκε μ’ εμάς και μας συναναστράφηκε,
ανέδειξε τώρα εμπράκτως μια
εορτή πολύ ανώτερη και
από αυτή την υπεροχή.
Γιατί τώρα γιορτάζουμε τη διάβαση της σε αυτόν ευρισκομένης φύσεώς μας, όχι
από τα υπόγεια προς την επιφάνεια
της γης, αλλά από τη
γη προς τον ουρανό
του ουρανού και προς
τον πέρα από αυτόν θρόνο του δεσπότη
των πάντων.
Σήμερα
ο
Κύριος όχι μόνο στάθηκε, όπως μετά την ανάσταση, στο
μέσο των μαθητών του, αλλά
και αποχωρίσθηκε από αυτούς και, ενώ τον
έβλεπαν, αναλήφθηκε στον ουρανό
και εισήλθε στ’ αληθινά άγια των αγίων «και κάθησε στα δεξιά του Πατρός
πάνω από κάθε αρχή και εξουσία και από κάθε όνομα και αξίωμα, που γνωρίζεται
και ονομάζεται
είτε στον παρόντα
είτε στον μέλλοντα
αιώνα». (Εφ. α’, 20)
Γιατί
λοιπόν
στάθηκε στο μέσο τους
και έπειτα
τους συνόδευσε; «Τους εξήγαγε, λέγει, έξω έως τη Βηθανία», αλλά «και
αφού σήκωσε τα χέρια του,
τους
ευλόγησε». (Λουκά
κδ’, 50).
Το έκαμε για
να επιδείξει τον εαυτό
του ολόκληρο σώο και αβλαβή, για να παρουσιάσει τα πόδια υγιή και βαδίζοντα σταθερά, αυτά
που υπέστησαν τα τρυπήματα των καρφιών, τα ομοίως επί του σταυρού καρφωμένα χέρια,
την ίδια τη
λογχισμένη πλευρά,
αν
έφεραν πάνω τους,
τους τύπους των πληγών,
προς διαπίστωση του σωτηριώδους πάθους.
Εγώ δε νομίζω ότι δια του
«στάθηκε στο μέσο των μαθητων»΄
δεικνύεται και
το ότι αυτοί στηρίχθηκαν στη πίστη
προς αυτόν,
με αυτή
τη φανέρωση και ευλογία
του.
Γιατί δεν στάθηκε
μόνο στο μέσο όλων αυτών,
αλλά και στο μέσο της
καρδιάς του καθενός, γιατί
από εκείνη την ώρα
οι απόστολοι του Κυρίου
έγιναν σταθεροί και αμετακίνητοι.
Στάθηκε
λοιπόν στο μέσο τους και
τους λέγει, «ειρήνη σε σας»,
τούτο το γλυκό και σημαντικό
και συνηθισμένο
του προσφώνημα. Την διπλή ειρήνη, προς το Θεό που είναι γέννημα
της
ευσέβειας και αυτή που έχουμε
οι άνθρωποι
μεταξύ μας.
Και καθώς τους είδε φοβισμένους και ταραγμένους από την
ανέλπιστη
και παράδοξη θέα,
γιατί νόμισαν ότι βλέπουν πνεύμα – φάντασμα, αυτός τους ανέφερε
πάλι τους διαλογισμούς
της καρδιάς των, και
αφού έδειξε ότι είναι
αυτός ο ίδιος,
πρότεινε τη διαβεβαίωση δια της
εξετάσεως και ψηλαφήσεως.
Ζήτησε φαγώσιμο, όχι γιατί είχε
ανάγκη τροφής, αλλά για επιβεβαίωση της αναστάσεώς του.
Έφαγε
δε μέρος ψητού ψαριού και μέλι από κηρύθρα, που είναι και αυτά
σύμβολα του μυστηρίου του. Δηλαδή ο Λόγος του
Θεού ένωσε στον εαυτό του καθ’
υπόσταση τη φύση μας, που σαν ιχθύς κολυμπούσε στην υγρότητα
του ηδονικού
και εμπαθούς
βίου, και την
καθάρισε με το απρόσιτο πυρ της Θεότητός του. Με κηρύθρα δε μελισσιού μοιάζει η φύση μας γιατί κατέχει το λογικό θησαυρό
τοποθετημένο στο σώμα σαν μέλι στη κηρύθρα. Τρώγει από
αυτά ευχαρίστως γιατί καθιστά φαγητό του τη σωτηρία
του
καθενός από τους
μετέχοντας της φύσεως. Δεν τρώει ολόκληρο, αλλά μέρος
«από κηρύθρα μέλι» επειδή δεν πίστευσαν
όλοι και δεν
το παίρνει μόνος του,
αλλά προσφέρεται
από τους μαθητές,
γιατί του φέρνουν μόνο τους πιστεύοντες σ’ αυτόν,
χωρίζοντάς τους από τους απίστους.
Κατόπιν
τους υπενθύμισε τους λόγους του πριν το
πάθος, που όλοι πραγματοποιήθηκαν. Τους
υποσχέθηκε να τους στείλει το άγιο Πνεύμα,
τους είπε να καθίσουν
στην Ιερουσαλήμ μέχρι να λάβουν δύναμη από ψηλά. Μετά τη
συζήτηση
ο Κύριος
τους έβγαλε
από το σπίτι και τους οδήγησε έως τη Βηθανία
και
αφού τους ευλόγησε, όπως αναφέραμε,
αποχωρίσθηκε από αυτούς και ανυψώθηκε
προς τον ουρανό, χρησιμοποιώντας νεφέλη
σαν όχημα και ανήλθε ενδόξως στους
ουρανούς, στα δεξιά της μεγαλοσύνης του Πατρός, καθιστώντας
ομόθρονο το φύραμά
μας.
Καθώς
οι Απόστολοι
δεν σταματούσαν να κοιτάζουν τον ουρανό,
με τη φροντίδα
των αγγέλων
πληροφορούνται
ότι έτσι
θα έλθει πάλι από τον
ουρανό
και «θα
τον ιδούν όλες οι φυλές της γης, να έρχεται
πάνω στις νεφέλες
του ουρανού».
(Ματθ. κδ’, 30).
Τότε οι μαθητές
αφού προσκύνησαν από το
Όρος των Ελαιών, από όπου αναλήφθηκε ο Κύριος, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ χαρούμενοι, αινώντας και
ευλογώντας το Θεό και αναμένοντες την
επιδημία του θείου Πνεύματος.
Όπως
λοιπόν εκείνος έζησε και
απεβίωσε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε,
έτσι και εμείς ζούμε και πεθαίνουμε και θα αναστηθούμε όλοι. Την ανάληψη
όμως δεν θα
πετύχουμε όλοι, αλλά μόνο
εκείνοι για
τους οποίους
ζωή είναι
ο Χριστός και ο θάνατος
είναι κέρδος, όσοι
προ του θανάτου σταύρωσαν
την αμαρτία δια
της μετανοίας, μόνο αυτοί
θα αναληφθούν μετά την κοινή ανάσταση
σενεφέλες προς
συνάντηση του Κυρίου στον αέρα. (Α’ Θεσ. δ’, 17).
Άς έρθουμε στο υπερώο μας, στο νου μας προσευχόμενοι, άς καθαρίσουμε τους εαυτούς μας για να πετύχουμε την επιδημία του Παρακλήτου και να προσκυνήσουμε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
Άς έρθουμε στο υπερώο μας, στο νου μας προσευχόμενοι, άς καθαρίσουμε τους εαυτούς μας για να πετύχουμε την επιδημία του Παρακλήτου και να προσκυνήσουμε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
Απολυτίκιον.
Ήχος
δ’.
Ανελήφθης εν δόξη Χριστέ ο Θεός ημών, χαροποιήσας τους Μαθητάς, τη επαγγελία του Αγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αυτών δια της ευλογίας, ότι συ εί ο Υιός του Θεού, ο Λυτρωτής του κόσμου.
Ανελήφθης εν δόξη Χριστέ ο Θεός ημών, χαροποιήσας τους Μαθητάς, τη επαγγελία του Αγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αυτών δια της ευλογίας, ότι συ εί ο Υιός του Θεού, ο Λυτρωτής του κόσμου.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. β’. Αυτόμελον.
Την υπέρ ημών, πληρώσας οικονομίαν, και τα επί γης, ενώσας τοις ουρανίοις, ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός ημών, ουδαμόθεν χωριζόμενος, αλλά μένων αδιάστατος, και βοών τοις αγαπώσί σε· Εγώ ειμι μεθ’ υμών, και ουδείς καθ’ υμών.
Την υπέρ ημών, πληρώσας οικονομίαν, και τα επί γης, ενώσας τοις ουρανίοις, ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός ημών, ουδαμόθεν χωριζόμενος, αλλά μένων αδιάστατος, και βοών τοις αγαπώσί σε· Εγώ ειμι μεθ’ υμών, και ουδείς καθ’ υμών.
Μεγαλυνάριον.
Εκ του όρους Σώτερ των Ελαιών, σαρκί ανελήφθης, καθορώντων των Μαθητών· όθεν σου την θείαν, Ανάληψιν υμνούμεν, δι’ ής ημάς προς δόξαν, ύψωσας άρρητον.
Εκ του όρους Σώτερ των Ελαιών, σαρκί ανελήφθης, καθορώντων των Μαθητών· όθεν σου την θείαν, Ανάληψιν υμνούμεν, δι’ ής ημάς προς δόξαν, ύψωσας άρρητον.
The Ascension of the Lord
Do you see this common
feast and joy that our Lord Jesus Christ gave with his resurrection and
surrender to the faithful? It made me sad. Do you see this life, and rather,
immortality? He has come to us from death. Do you see the celestial height, in
which the Lord ascended upon the elevation, and the glorious glory that was
glorified in flesh? He achieved it with humiliation and ingenuity. As the
Apostle says of him, he "humbled himself a born nation to death, and
indeed a cross-death, so God also gave him a name above all names, so that in
the name of Jesus every knee of heaven and groundless and abusive and proclaim
every language that Jesus Christ is the Lord in the glory of God the Father
". (Philippines, 8-11).
So if God elevated his
Christ for the reason that he was humbled, that he was dismayed that he was
hurt, that he endured a shameful cross and death for our sake, that he would
save and glorify and lift us if we do not choose humility unless we show to the
loved ones, if we do not recover our souls through the temptation of
temptations, if we do not follow through the narrow gate and the road that
leads to eternal life, who has steadfastly guided it? "For, Christ also
suffered for us, leaving us underline, to watch his traces." (1 Peter 2:21).
The unsubstantiated Sophia
of the highest Father, the eternal Word, who by charity joined us and
communicated to us, has now made a feast far superior to this supremacy. For
now we are celebrating the passage of it in our nature, not from the ground to
the surface of the earth, but from the earth to the heavens of heaven and to
the throne of the despot of everything beyond him.
Today the Lord not only
stood as the resurrection in the midst of his disciples but was also separated
from them and, while seeing him, he was taken to heaven and entered the true
saints of the saints "and stood on the right hand of the Father above each
authority and authority, and every name and office, known and called either in
the present or in the future centuries. " (Fig. A ', 20)
So why did he stand in
their midst and then accompany them? "He exported them, he says, out to
Bethany," but "having lifted up his hands, he blessed them."
(Loukas, 50).
We did it to show
ourselves whole and harmless to show the feet healthy and steadily walking,
those that have been the piercing of the nails, likewise on the crossed nailed
hands, the same side, if they brought on them, the types of wounds, to
determine the salvific passion.
I do not think that
through his "stood in the midst of the disciples" it is also shown
that they relied on faith in him, with this manifestation and blessing. Because
it was not only in the midst of all of them, but also in the middle of each
one's heart, because from that time the Lord's apostles became steady and
immovable.
He stood in their midst
and told them, "Peace to you", this sweet and important and ordinary
speech. Double peace, to God that is the birth of piety, and that we have
people among us.
And as he saw them afraid
and confused by the unexpected and paradoxical view, because they thought they
were seeing spirit-ghost, he again told them the meditations of their hearts,
and after showing that he was himself, he offered assurance by examination and
palpability. He asked for food, not because he needed food, but to confirm his
resurrection.
He ate part of roast fish
and honey honey, which are also symbols of his mystery. That is, the Word of
God has inherently connected to ourselves nature, which, as a fish, swims in
the humor of the hectic and passionate life, and cleanses it with the
inaccessible fire of His Godhead. With bee honey, nature looks like it holds
the logical treasure placed on the body like honey in the honeycomb. Eats from
them gladly because it makes his food the salvation of each of the participants
of nature. It does not eat whole but part of "honey honey" because
they did not believe it all, and it does not take it on its own, but it is
offered by the disciples because they bring only the believers to him, dividing
them from the infidels.
Then he reminded them of
his reasons before the passion, which all took place. He promised them to send
them the Holy Spirit, told them to sit in Jerusalem until they received power
from above. After the conversation, the Lord took them out of the house and led
them to Bethany, and after blessing them, as we have said, he was separated
from them, and lifted up to heaven, using clouds like a vehicle, and rising to
the heavens to the right of the greatness of the Father, making our
entanglement united.
As the apostles did not
cease to look at the sky, they were informed by the angels that this would come
again from heaven and "all the tribes of the earth will see him coming
upon the clouds of heaven." (Matt., 30).
Then the disciples, having
worshiped the Mount of Olives, from where the Lord was taken, returned to
Jerusalem with joy, praying and blessing God, waiting for the outpouring of the
divine Spirit.
Just as he lived and died,
he rose and was taken over, so we live and die and we will all resurrect. But
all those who live for Christ and death are profit, those who have crucified
sin through repentance before death will only be taken after the resurrection
of the Lord to the meeting of the Lord in the air . (1 Thessalonians 5: 17).
Let us come to our palace,
praying in our minds, let us clean ourselves in order to succeed in the
outbreak of the Watchman and to worship the Father and Son and the Holy Spirit,
now and ever and for centuries. It is gnostic.
Apolyticus. Sound d '.
You were glorified in our
glory, our God, rejoicing the disciples, the promise of the Holy Spirit,
ascertained by the blessing that they are the Son of God, the Redeemer of the
world.
Kontakion. Sound flat b '.
Self-help.
We have received in the
glory, in the glory of the grace, and in the heavens, in the glory, our God,
our God, who is not separated, but is immortal, and loves you in love: I am
with you, and no one with you.
Majesty.
On the Sole of the Olive
Mountains, flesh is taken up, the disciples of the disciples; to you the
divine, we take thanks, through us, to glory, standing up indefinitely.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου