19/4/19

Ο Όσιος Συμεών ηγούμενος της μονής Φιλοθέου Αγίου Όρους


Ο Όσιος Συμεών, ο και   «ανυπόδητος   και  μονοχίτων»  αποκαλούμενος, γεννήθηκε  περί  το  έτος 1500 στο  χωριό  Βαθύρρεμα  Λαρίσης, του  οποίου   σήμερα    σώζονται    ελάχιστα    ερείπια.
Καταγόταν  από  ευσεβή  οικογένεια,  ο  δε  πατέρας  του  Ανδρέας, που  ήταν   ιερέας,   φρόντισε   για   την   κατά   Χριστόν   αγωγή   του   Συμεών  και  τη  μόρφωσή   του.   Σε   ηλικία δεκαπέντε ετών ο Συμεών εγκατέλειψε   την   οικία   του   κινούμενος   από   ένθεο   ζήλο   και   αγάπη   για   τον   μοναχικό   βίο.   Αφού   αναχώρησε    από    την γενέτειρά  του,  μετέβη  στον    Επίσκοπο   Δημητριάδος   Παχώμιο,  ιεράρχη    ενάρετο,   στην επαρχία του οποίου υπαγόταν τότε το  Βαθύρρεμα. Εκείνος τον έκειρε μοναχό και τον χειροτόνησε διάκονο. Έπειτα   ο   Συμεών   μετέβη   στη   μονή   Κοιμήσεως   της   Θεοτόκου – Αγίου Δημητρίου   Οικονομείου   ή   Κομνηνείου   στον   Κίσσαβο,   όπου κατά   το   Συναξάριο,   περνούσε   τον   βίο   του   με  σκληραγωγία, νηστεία πολλή, αγρυπνία άμετρη, ολονύκτια στάση, μη έχοντας  υποδήματα    και    φορώντας   μόνο   ένα   ιμάτιο   παλαιό   και   σκισμένο. Γι’ αυτό   και   ονομάσθηκε   «ανυπόδητος    και   μονοχίτων».
Αφού   για   μεγαλύτερη   άσκηση,   αναχώρησε  από  τη  μονή  αυτή, μετέβη  στη μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος.  Από  τη  μονή  της Μεγίστης Λαύρας  εγκαταστάθηκε  έπειτα στη  μονή   Φιλοθέου, της  οποίας   διετέλεσε ηγούμενος   με   παράκληση   των   αδελφών    αυτής.
Από εκεί αναγκάσθηκε να απομακρυνθεί ένεκα  ασέβαστης  συμπεριφοράς των  μοναχών  αυτής,  η  οποία  έφθασε  μέχρι  την φυλάκιση    του    Οσίου    στον   πύργο   της   μονής   και   ήλθε   στο Πήλιον   όρος,   το   οποίο  τότε  καλείτο  Ζαγόριο.  Εκεί,  στη  θέση   Φλαμούριο   της   Ζαγοράς,  έχτισε  μονή  προς  τιμή    της    Αγίας   Τριάδος   και   της   Μεταμορφώσεως   του  Σωτήρος,   στην    οποία    και  μόνασε    με   άλλους   μοναχούς.
Αφού ρύθμισε τα   της   μονής   και   κατέστησε   αυτήν   κοινόβιο   ευλαβών   μοναχών,   άφησε   την   ησυχία   του μοναστηριού   και στράφηκε προς τον κόσμο,  προς  τους  υπόδουλους  στους Τούρκους Χριστιανούς   και   προς   το   Γένος,  αναλαμβάνοντας   έργο  ιεραποστολικό  και  εθνικό. Επισκέφθηκε τα μέρη της  Ζαγοράς,   των  Αθηνών,  της  Λάρισας,  της  Λαμίας,  των Γρεβενών   και    των    Θηβών,  διδάσκοντας    το    λαό.
Από    την   Βοιωτία,  ο    Όσιος    Συμεών    μετέβη  στον  Εύριπο  (Χαλκίδα). Εκεί  το κήρυγμά του διαβλήθηκε και παρ’ ολίγον   να υφίστατο    το   δια   πυράς   μαρτύριο.   Οι     κατακτητές   Τούρκοι φθόνησαν   την   παρρησία  του  Οσίου,   καθώς   και   τις   τιμές   και   την ευλάβεια που οι  Χριστιανοί  απέδιδαν  σε αυτόν. Γιατί  όλοι συνομιλούσαν  με  καύχηση  για  τον  Όσιο,   δεδομένου   μάλιστα    ότι ασθενείς και κλινήρεις ερχόμενοι προς  αυτόν  θεραπεύονταν,  το   δε πλήθος έτρεχε πλησίον του για να εξομολογηθεί και να ωφεληθεί   πνευματικά.   Κατηγορήθηκε λοιπόν ο  Όσιος  από  τους Τούρκους  στον  Κεχαγιά,  δηλαδή τον επίτροπο πασά του Ευρίπου, ότι δίδασκε καθημερινά    τους   Μουσουλμάνους   να    εγκαταλείψουν   την   θρησκεία   τους   ως   ψευδή  και   πλανημένη    και    να   γίνουν Χριστιανοί.
Το   αποτέλεσμα   της   ψευδούς   αυτής   κατηγορίας    ήταν   να συλληφθεί  ο   Όσιος,   να   αλυσοδεθεί  και  να  οδηγηθεί   στο   μέσον   του    παζαριού,   όπου   το   πλήθος  των Τούρκων  άρχισε  να συγκεντρώνει   ξύλα  για  να  τον  κάψει. Τότε   ένας    Άραβας   και  μερικές  γυναίκες,  στο  άκουσμα  της  καύσεως  του  Οσίου,    έσπευσαν  στην   μητέρα   του    Κεχαγιά  και    την    παρακάλεσαν  να  τον    σώσει από   τον   θάνατο.   Η    άμεση   επέμβαση   της   μητέρας   προς   τον   υιό της    Κεχαγιά,   οι   παραινέσεις   αυτής   και   η   αποκάλυψη   του ψεύδους,  είχαν  ως  αποτέλεσμα   να   κληθεί   ο   Όσιος   Συμεών   ενώπιον   του   Κεχαγιά   προς   απολογία.  Το   αποτέλεσμα    ήταν    να  αφεθεί    ο    Όσιος    ελεύθερος   και   να   κηρύσσει   πλέον   ελεύθερα   τον   λόγο   του   Θεού.     
Ο  Όσιος  Συμεών   επέστρεψε   και   πάλι   στη   μονή   του   και   λίγο αργότερα   μετέβη    στην   Κωνσταντινούπολη,   όπου    συνέχισε    το  έργο   του    κήρυκος  του   θείου  λόγου.   Εκεί  βρισκόμενος,   κοιμήθηκε  με  ειρήνη  το  έτος  1594.  Το  ιερό    λείψανό    του    ενταφιάσθηκε   στο  ναό   της     Υπεραγίας     Θεοτόκου  της    νήσου   Χάλκης.

Saint Simeon Abbot of the Monastery of Philotheos Mount Athos


Saint Symeon, the "unconceivable and monochiton", was born around 1500 in the village of Vathyrrema Larissa, of which little remains are preserved today.
He was born of a devout family, and his father, Andreas, a priest, took care of Simeon's education and education in Christ. At the age of fifteen, Symeon abandoned his home, driven by intimate zeal and love for lonely life. After departing from his hometown, he went to Bishop Demetrias Pachomios, a hierarchical virtue, in whose province the Vathyrema was at that time. He called him a monk and ordained a deacon. Then Simeon went to the Assumption of the Virgin Mary - Agios Dimitrios of Economics or Komneneion in Kissavos where, during the Synaxario, he spent his life with hardness, fasting, a vigil, a long-standing attitude, not having shoes and wearing only an old and torn dress . That is why it was called "unconvinced and monochites".
After having spent more exercise, he departed from this monastery, went to the monastery of Megisti Lavra of Mount Athos, where he was ordained a senior. From the monastery of Megisti Lavra he then settled in the Philotheou monastery, of which he was abbot at the request of his brothers.
From there he was forced to leave because of the obscene behavior of his monks, which reached the prison of Ossios in the tower of the monastery and came to Mount Pelion, which was then called Zagorios. There, in the place of Flamourios of Zagora, he built a monastery in honor of the Holy Trinity and the Transfiguration of the Savior, in which he also monked with other monks.
After settling the monastery and making it a community of godly monks, he left the quiet of the monastery and turned to the world, to the enslaved to the Turkish Christians and to the Gnosis, taking on missionary and national work. He visited the places of Zagora, Athens, Larissa, Lamia, Grevena and Thebes, teaching the people.
From Boeotia, Saint Symeon went to Euripus (Chalkida). There, his preaching was uttered, and there was a terrible martyrdom. The conquerors of Turks enraged the blessing of Hosios, as well as the values ​​and reverence that Christians attributed to him. Because everyone was chattering for Osios, especially since patients and bed-worshipers were coming to him, he was being cured, and the crowd ran close to him to confess and to benefit spiritually. The Osios, therefore, was accused by the Turks of Cechia, the Euripus guardian of the past, that he daily taught the Muslims to abandon their religion as false and false and to become Christians.
The result of this false class was to conceive the Ossios, chain and drive in the middle of the bazaar, where the crowd of Turks began gathering wood to burn him. Then an Arab and a few women, at the hearing of the burning of Hosios, rushed to his mother Kehagia and begged her to save him from death. The immediate intervention of the mother towards her son Kechagia, her admonitions and the revelation of the lie, led to the summoning of Sisko Simeon before Kechagia for apology. The result was to let the Ossios go free and to preach the word of God now freely.
Saint Symeon returned to his monastery again and a little later went to Constantinople, where he continued his work of the preacher of the Divine Speech. There he slept in peace in the year 1594. His holy relic was buried in the temple of the Hyperangio Theotokou of the island of Halki.

Δεν υπάρχουν σχόλια: