6/4/19


Μάρκ. 7, 31-37

31 Καὶ   πάλιν   ἐξελθὼν    ἐκ   τῶν   ὁρίων   Τύρου   καὶ   Σιδῶνος   ἦλθε   πρὸς   τὴν θάλασσαν   τῆς   Γαλιλαίας   ἀνὰ   μέσον  τῶν   ὁρίων   Δεκαπόλεως.
32 Καὶ   φέρουσιν   αὐτῷ   κωφὸν   μογιλάλον   καὶ   παρακαλοῦσιν   αὐτὸν   ἵνα  ἐπιθῇ   αὐτῷ  τὴν   χεῖρα.
33 Καὶ   ἀπολαβόμενος   αὐτὸν  ἀπὸ   τοῦ   ὄχλου   κατ᾿   ἰδίαν   ἔβαλε   τοὺς δακτύλους   αὐτοῦ   εἰς   τὰ  ὦτα   αὐτοῦ,   καὶ   πτύσας   ἥψατο   τῆς   γλώσσης   αὐτοῦ,
34 καὶ   ἀναβλέψας   εἰς   τὸν   οὐρανὸν   ἐστέναξε   καὶ   λέγει    αὐτῷ·   ἐφφαθά,   ὅ   ἐστι   διανοίχθητι.
35 Καὶ   εὐθέως   διηνοίχθησαν   αὐτοῦ   αἱ   ἀκοαὶ   καὶ   ἐλύθη   ὁ   δεσμὸς  τῆς γλώσσης   αὐτοῦ,   καὶ   ἐλάλει   ὀρθῶς.
36 Καὶ   διεστείλατο   αὐτοῖς   ἵνα   μηδενὶ   εἴπωσιν·   ὅσον   δὲ   αὐτὸς   αὐτοῖς διεστέλλετο,   μᾶλλον   περισσότερον   ἐκήρυσσον.
37 Καὶ   ὑπερπερισσῶς   ἐξεπλήσσοντο   λέγοντες·   καλῶς   πάντα   πεποίηκε· καὶ   τοὺς   κωφοὺς   ποιεῖ   ἀκούειν   καὶ   τοὺς   ἀλάλους   λαλεῖν.

ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ  ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Μάρκ. 7, 31-37


31 Πάλι   βγήκε  από  τα  σύνορα  της  Τύρου  και  Σιδώνος  και   ήλθε   στη λίμνη   της   Γαλιλαίας   δια  μέσου  των  συνόρων  της  Δεκαπόλεως.
32 Και  του  φέρνουν  ένα   κωφό   και   μουγγό,   και   τον   παρακαλούν   να βάλει  το  χέρι    πάνω   του.
33 Αφού   τον  πήρε  κατά  μέρος,  μακρυά  από  το  πλήθος,  έβαλε  τα  δάκτυλά του    στα   αυτιά   του   και  αφού  έφτυσε,  άγγιξε  την  γλώσσα    του.
34 Έστρεψε  κατόπιν  το  βλέμμα  του   στον  ουρανό,    στέναξε   και   του λέγει,   «Εφφαθά»,   το   οποίον  σημαίνει,  «Ν’  ανοιχθής».
35 Και  άνοιξαν  τα  αυτιά  του  και  λύθηκε  το  δέσιμο  της  γλώσσες   του   και μιλούσε   ορθά.
36 Και  παρήγγειλε   σ’ αυτούς  να  μη  το  πουν  σε   κανένα.   Όσο   όμως   τους παρήγγειλε   τόσο   περισσότερο     αυτοί  το  διεκήρυτταν.
37 Και    δοκίμαζα   μεγάλη   έκπληξι   και  έλεγαν,  «Όλα  τα  έκανε   καλά· και  τους  κωφούς  κάνει  να   ακούουν   και   τους  μουγγούς  να   μιλούν».


Ἑβρ. 6, 9-12


9 Πεπείσμεθα   δὲ   περὶ   ὑμῶν,   ἀγαπητοί,   τὰ   κρείττονα   καὶ   ἐχόμενα σωτηρίας,   εἰ   καὶ   οὕτω   λαλοῦμεν.
10 οὐ   γὰρ   ἄδικος   ὁ   Θεὸς   ἐπιλαθέσθαι   τοῦ   ἔργου   ὑμῶν   καὶ  τοῦ   κόπου   τῆς   ἀγάπης   ἧς   ἐνεδείξασθε   εἰς   τὸ   ὄνομα   αὐτοῦ,   διακονήσαντες   τοῖς   ἁγίοις καὶ   διακονοῦντες.
11 Ἐπιθυμοῦμεν   δὲ   ἕκαστον   ὑμῶν   τὴν   αὐτὴν   ἐνδείκνυσθαι   σπουδὴν   πρὸς τὴν   πληροφορίαν   τῆς   ἐλπίδος   ἄχρι   τέλους,
12 ἵνα   μὴ   νωθροὶ  γένησθε,   μιμηταὶ   δὲ   τῶν   διὰ   πίστεως   καὶ  μακροθυμίας κληρονομούντων   τὰς   ἐπαγγελίας.

ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ  ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Εβρ. 6, 9-12

9 Για  σας   όμως,  αγαπητοί,  άν  μιλάμε   κατ’   αυτό   τον   τρόπο,   είμεθα πεπεισμένοι   για   καλύτερα   πράγματα   που  καταλήγουν    στη   σωτηρία.
10 Διότι   ο  Θεός  δεν   είναι   άδικος   ώστε   να  λησμονήσει   το   έργον   σας   και   με   τί κόπους   δείξατε   την  αγάπη   σας   για   το   όνομά   του,   υπηρετήσαντες   τους αγίους  και  εξακολουθούντες  να   τους   υπηρετήτε.
11 Επιθυμούμε   όμως      ο  καθένας  από  σας  να  δείχνει   μέχρι   τέλους   τον   ίδιο ζήλο   για  την  εκπλήρωσιν  της  ελπίδος   σας,
12 για  να   μη   γίνετε   οκνηροί   αλλά  και   να  μιμηθήτε  εκείνους  οι  οποίοι  με πίστι  και   υπομονή   γίνατε  κληρονόνοι    των    υποσχέσεων.

Mark. 7, 31-37


31 He went out again from the borders of Tire and Sidon and came to the lake of Galilee across the borders of Decapoleus.
32 And they bring him a deaf and a mule, and ask him to put his hand upon him.
33 After he had taken him away, away from the multitude, he put his fingers in his ears, and when he spat, he touched his tongue.
34 He then turned his gaze to the sky, shrieked, and said to him, "It is coming," which means, "To be open."
35 And his ears were opened, and his tongues were cut off, and he spake right.
36 And he commanded them not to say to any. But as soon as he ordered them, the more they proclaimed it.
37 And I was very surprised and said, "Everything has done well; and the deaf are listening and the mumbles talking."

Hep. 6, 9-12

9 But to you, dear ones, if we talk in this way, we are convinced of better things that end in salvation.
10 For God is not unrighteous to forget your work, and in your work you have shown your love for his name, serving the saints, and continuing to serve them.
11 But we want each of you to show to the end the same zeal for the fulfillment of your hope,
12 so that you do not become lazy but also imitate those who, by faith and patience, have become heirs of promises.


Δεν υπάρχουν σχόλια: