21/4/19

Η Αγία Αλεξάνδρα η βασίλισσα και οι θεράποντες αυτής Απολλώ, Ισαάκιος και Κοδράτος οι Μάρτυρες


Η  Αγία    Αλεξάνδρα    ήταν   σύζυγος   του    αυτοκράτορος   Διοκλητιανού   (284 – 305   μ.Χ.).   Εντελώς   διαφορετική   από   εκείνον,   που   ήταν   τραχύς   στα  αισθήματα   και   φίλος   της   βίας   και   του    αίματος,  διακρινόταν   για    την  ήρεμη   ψυχική  της  διάθεση,  την  ευσπλαχνία  και  την   φιλάνθρωπη    ζωή της.    Και    η   Χάρη   του   Κυρίου   αύξανε   μέσα   της   τον   φωτισμό.   Και  το   θείο έλεος   την   καταξίωσε κατά  την  διάρκεια  του  μαρτυρίου  του  Αγίου Μεγαλομάρτυρος   Γεωργίου    να    αισθανθεί    μέσα   της  την   πνοή    και    την  ορμή  της  πίστεως  στον   Χριστό. Τότε,   αφού  στράφηκε προς  τον  αυτοκράτορα, τον  παρακάλεσε  να  διατάξει  την  παύση  των    μαρτυρικών  βασανιστηρίων.  Εκείνος  υπέθεσε    ότι   η   αυτοκράτειρα,   ασυνήθιστη  σε τέτοιου είδους θεάματα, κατελήφθη  από οίκτο  ασυνείδητο και απερίσκεπτο. Της είπε λοιπόν να   αποσυρθεί   Αλλά   έλαβε   μεγαλόφωνη την   απάντηση   ότι   μία   τέτοιου   είδους   σκηνή  είναι    απάνθρωπη  και  ανάξια  του   στέμματος.
Και  όταν ο αυτοκράτορας έβρισε το  Όνομα του  Χριστού,  εκείνη  με  ανδρεία   φωνή   διακήρυξε   ότι  καταγγέλλει   ενώπιον   του   αληθινού   Θεού  τους  διώκτες   των   Χριστιανών  και  ομολογεί  και αυτή  την  πίστη  της  στον    Ιησού   Χριστό.
Ο  αυτοκράτορας  θέλησε να ερμηνεύσει την δήλωσή  της   ως    διανοητική διατάραξη. Αλλά εκείνη   διαμαρτυρήθηκε   και   επανέλαβε   την   ομολογία  της.  Ο   Διοκλητιανός   τότε   εξεμάνη.   Ενώ   αυτός   ζητούσε   να    εξοντώσει   τους Χριστιανούς,   η  κατάκτησή τους  εισήλθε  και  στα    ανάκτορα  και  η    ίδια  η  βασίλισσα   προέβαλε  φανερά   την   ίδια   πίστη   και   ήταν   συνήγορός   τους. Διέταξε    λοιπόν  την  απαγωγή  και  τη    φυλάκισή   της.
Στην  φυλακή  η  Αγία  πέρασε  τη  νύχτα  με προσευχή  για  τον  εαυτό  της  και   παρακαλώντας    τον   Κύριο  για  την    Εκκλησία   Του,   η    οποία   τόσο  σφοδρά   κλυδωνιζόταν.  Για  την  ζωή της  δεν  ενδιαφερόταν καθόλου.  Επιθυμούσε μάλιστα  να  ελάμβανε  μαρτυρικό θάνατο,  αλλά  αναχαιτιζόταν   από    ένα   δισταγμό.   Γνώριζε  ότι  για  τον  σύζυγό    της    δεν  υπήρχε  έλεος  ενώπιον  του   Θεού  που  ήταν   δίκαιος    κριτής,    δεν    ήθελε  όμως  να   επιβαρυνθεί  η  ενοχή  του για  το  έγκλημα   με  τον   δικό  της  φόνο  και  δεήθηκε    προς    τον    Ύψιστο   να   παραλάβει   την   ψυχή   της   από την   φυλακή   εκείνη   και   να   φανεί    ευσπλαχνικός   προς   αυτή,   για   το   ότι   επί τόσο καιρό εκείνη  παρακολουθούσε απαθής τους διωγμούς των Χριστιανών   κοντά   στο   πλευρό   του   διώκτη   αυτών.
Η δέησή της εισακούσθηκε. Δύο ημέρες πριν την θανάτωση του Μεγαλομάρτυρα   Γεωργίου,   το   έτος   303   μ.Χ.,   παρέδιδε   την   τελευταία   της πνοή  στη  φυλακή.  Το  παράδειγμα    της    βασίλισσας   ακολούθησαν  και  οι τρεις   από   τους  ακόλουθούς  της,    ο    Απολλώ,    ο    Ισαάκιος    και    ο  Κοδράτος.   Τίμιοι   και   ενάρετοι   υπηρέτες, αφοσιωμένοι   από    καρδιά    στην  αυτοκράτειρά   τους,   της   οποίας   γνώριζαν  την  αγαθότητα, σκέφθηκαν   ότι  η  απόφασή  της και  η  πίστη  της  στον  Χριστό    έπρεπε    να   τους   κάνει    να  εξετάσουν    και    αυτοί   χωρίς   προκατάληψη   την   πίστη   στον   αληθινό    Θεό και να κανονίσουν αναλόγως τη διαγωγή τους στο  μέλλον.  Πήγαν  λοιπόν  σε  έναν  Χριστιανό    ιερέα,   τον   άκουσαν και  αποχώρησαν   από    το σπίτι του ένθερμοι πιστοί, φωτισμένοι   από   τη   Χάρη   του   Παρακλήτου,   με την   απόφαση   να   ακολουθήσουν  το   παράδειγμα  της  βασίλισσάς   τους.  Και    κάποια    ημέρα   ομολόγησαν   και   αυτοί   την   πίστη   τους.    
Ο  Διοκλητιανός   διέταξε   την   θανάτωσή   τους.   Και   τον   μεν   Κοδράτο   τον αποκεφάλισαν,   τους δε Απολλώ  και  Ισαάκιο  τους  υπέβαλαν   στον  θάνατο   δια   της   πείνας  και    της   δίψας.  Το  βασανιστήριο  αυτό  υπήρξε  οδυνηρότατο.   Αλλά  το  αντιμετώπισαν  με  ανδρεία,   παρηγορούμενοι  από  την  ελπίδα  ότι   επρόκειτο   να   συναντηθούν   στα   σκηνώματα   της δικαιοσύνης και της μακαριότητας μαζί με την Αγία βασίλισσα.   Η  ελπίδα  τους  ικανοποιήθηκε. Η  Εκκλησία  τιμώντας  την  μνήμη  τους,  τους  συνεορτάζει    μαζί    της    την    ίδια   ημέρα.


Απολυτίκιον.   Ήχος   α’.   Της   ερήμου   πολίτης.
Τω   Χριστώ   προσελθούσα   Αλεξάνδρα   πανεύφημε,   δια   των   μεγίστων θαυμάτων   Γεωργίου   του   Μάρτυρος, κατέλιπες   τιμάς   βασιλικάς,  και  ώφθης   των    Μαρτύρων  κοινωνός·  μεθ’  ών   πρέσβευε  απαύστως    υπέρ  ημών,   των   πίστει   εκβοώντων   σοι·   δόξα   τω   δεδωκότι   σοι   ισχύν,   δόξα   τω   σε στεφανώσαντι, δόξα  τω  συν  Αγίοις  Αθληταῖίς,  λαμπρώς  σε  αριθμήσαντι.


Κοντάκιον.   Ήχος   β’.   Τα   άνω   ζητών.    
Μαρτύρων   Χριστού,  εδείχθης   ισοστάσιος,  δεχθείσα  λαμπρώς,  το  φως  της θείας πίστεως, ω  Αλεξάνδρα  πάνσεμνε· δια  τούτο   πιστώς  εκβοώμέν σοι·  τον   βασιλέα  της δόξης  Χριστόν,  δυσώπει  υπέρ    των    ευφημούντων  σε.


Μεγαλυνάριον.
Αίγλη   λαμπρυνθείσα τη θεϊκή, σεμνή Αλεξάνδρα, ωμολογήσας   τον Χριστόν,  και  αυτού  της   δόξης, συμμέτοχος  εγένου,  υπέρ  αυτού  θανούσα,   γνώμης    στερρότητι.

Saint Alexandra the Queen and her therapists Apollo, Isaac and Kokratos the Witnesses


Saint Alexandra was the wife of Emperor Diocletian (284-305 AD). Totally different from the one who was harsh in feelings and a friend of violence and blood, she was distinguished for her calm mood, her compassion and her philanthropic life. And the grace of the Lord increased the illumination within it. And the divine mercy made it worthwhile during the martyrdom of St George the Great Martyr to feel within her the breath and the momentum of faith in Christ. Then, after turning to the Emperor, he begged him to order the cessation of martyrdom. He assumed that the Empress, unusual in such spectacles, was taken up by pity unconscious and reckless. So he told her to withdraw But he received the loud response that such a scene is inhuman and unworthy of the crown.
And when the Emperor blasphemed the Name of Christ, she, with a proverbial voice, proclaimed that she was persecuting the persecutors of Christians before the true God and also confessing her faith in Jesus Christ.
The emperor wanted to interpret her statement as a mental disorder. But she protested and reiterated her confession. The Diocletian then reigned. While he was seeking to exterminate the Christians, their conquest also entered the palace, and the Queen herself clearly showed the same faith and was their advocate. She therefore ordered her kidnapping and imprisonment.
In prison the Holy One spent the night praying for herself and pleading with the Lord for His Church, which was so hasty. She was not interested in her life at all. He even wanted to be martyred, but he was stopped by a hesitation. She knew that for her husband there was no mercy before God, who was a righteous judge, but did not want to blame for the crime of her own murder, and was bound to the Most High to receive her soul from that prison and to see compassionate to her, for having for so long watched the persecution of Christians by the side of their persecutor.
Her resentment was heard. Two days before the killing of Grandmaster George, in 303 AD, she delivered her last breath to jail. The example of the queen was followed by all three of her followers, Apollo, Isaac, and Kokratos. Honest and virtuous servants, devoted by heart to their empress, of whom they knew goodness, thought that her decision and her faith in Christ ought to have them also examine without prejudice to faith in the true God and arrange the conduct accordingly in the future. So they went to a Christian priest, listening to him and leaving the house of faithful believers, enlightened by Grace of the Paraclete, with the decision to follow the example of their queen. And one day they also confessed their faith.
Diocletian ordered their killing. And Kohrathus had defiled him, and Apollo and Isaacus put them to death by hunger and thirst. This torture has been most painful. But they treated it with bravery, consoled by the hope that they would meet in the tabernacles of righteousness and bliss together with the Holy Queen. Their hope was satisfied. The Church, honoring their memory, is meeting them on the same day.

Apolyticus. Sound a '. Desert citizen.
To Christ, coming Alexandra, through the great miracles of George the Martyr, we conquered honorable royalties, and the slaves of the Martyrs were companions; and with them we were in favor of ours, of your faithful devotees; glory and honor, glory in crowning, glory plus Holy Athletes, brilliantly numbered.


Kontakion. Sound b '. Top requests.
Witnesses of Christ, you have been manifested in brilliant light, the light of the divine faith, as Alexandra was alive; therefore faithfully excommunicated; the king of glory Christ, hurting the euphoria in.


Majesty.
Aegli blessed the goddess, modest Alexandra, baptizing Christ, and that glory, a participant of the genius, in favor of this, I thought, a sternness of opinion.

Δεν υπάρχουν σχόλια: