31/12/15

Η Οσία Μελάνη η Ρωμαία

Έζησε στα χρόνια που βασιλιάς ήταν ο  Ονώριος, δεύτερος γιος του Μεγάλου Θεοδοσίου.  Οι γονείς της, ευγενείς  και πλούσιοι, την  πάντρεψαν  σε μικρή  ηλικία  και απέκτησε δύο παιδιά.  Όμως μεγάλες δοκιμασίες την περίμεναν. Την μητρική της καρδιά σπάραξε ο θάνατος των δυο παιδιών της. Μετά  από  λίγο  και  εντελώς  ξαφνικά, πέθανε  και  ο σύζυγός της. Και για να  γεμίσει το πικρό ποτήρι της λύπης, χάνει  και  τους γονείς της. Οι στιγμές δύσκολες. Ποιος θα την παρηγορήσει; Μα  ποιος  άλλος;  Ο  Λόγος του Θεού, που λέει: «τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτερούντες». Δηλαδή, η ακλόνητη ελπίδα σας στα μέλλοντα αγαθά, να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στην θλίψη. Και να  επιμένετε στην προσευχή, συνεχίζει ο Λόγος  του  Θεού,  από  την  οποία  θα  λαμβάνετε  σπουδαία βοήθεια  στις  δύσκολες  περιστάσεις  της  ζωής  σας.
Έτσι και η Μελάνη, αδιάφορη για τις κοσμικές απολαύσεις, αποσύρθηκε σε  ένα  εξοχικό της κτήμα, όπου αφοσιώθηκε στην μελέτη και την προσευχή. Εκεί επίσης καλλιγραφούσε  ιερά  βιβλία  και τα έδινε να τα διαβάζουν οι πιστοί. Διέθεσε όλη  της  την περιουσία  για  την  ανακούφιση  των  φτωχών  και  ασθενών.
Και  αφού  επισκέφθηκε  πολλούς  τόπους  βοηθώντας  τους  πάσχοντες,  κατέληξε  στην Ιερουσαλήμ, όπου και πέθανε από πλευρίτιδα.        
Ο δε Σ. Ευστρατιάδης γράφει τα εξής για την Αγία αυτή:  «...Αυτή  ήν  επί  της  βασιλείας Ονωρίου (395 – 423), Ρωμαία πλούσια και εκ γένους περιφανούς και  ενδόξου. Συζευχθείσα  παρά  την  θέλησιν  αυτής, απεσύρθη  μετά  τον θάνατον  του  ανδρός  και  των δύο αυτής τέκνων εις εν προάστειον της Ρώμης, επιμελουμένη των πτωχών, υποδεχόμενη τους ξένους, επισκεπτόμενη τους εξόριστους και εν φυλακαίς και θεραπεύουσα τους νοσούντας. Μετά την εκποίησιν των  κτημάτων  αυτής  και  διανομήν των προσόντων εις μονάς και εκκλησίας, δια  της  Αφρικής  και  Αλεξανδρείας  κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα και ενεκλείσθη εις πενιχρόν κελλίον εκεί έκτισε και μονήν εις ήν συνήγαγεν ενενήκοντα παρθένους, εξ ιδίων δια την διατροφήν αυτών δαπανώσα, μικρόν ασθενήσασα εκ πλευρίτιδας, μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων  εκ  των  χειρών του  Επισκόπου  Ελευθερουπόλεως  και  ανεπαύθη  εν  Κυρίω".


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Τοῦ πλούτου σκορπίσασα, τὰς μυριάδας σεμνή, τὸν πλοῦτον τῆς χάριτος, δι’ ἐναρέτου ζωῆς, Ὁσία ἐπλούτησας· σὺ γὰρ δι’ ἐγκρατείας, καὶ ζωῆς ἰσαγγέλου, σκεῦος τοῦ Παρακλήτου, ἐπαξίως ἐδείχθης· διὸ σὲ μακαρίζομεν, Μελάνη θεόληπτε.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ ἰσαγγέλῳ πολιτείᾳ σου δοξάσασα
Μῆτερ Μελάνη τὸν λαμπρῶς σε θαυμαστώσαντα
Οὐρανίου κατηξίωσαι εὐκληρίας.
Ἀλλ’ ὡς θείας ἀπολαύουσα λαμπρότητος
Σκοτασμοῦ ἁμαρτιῶν ἡμᾶς ἀπάλλαξον         
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Μῆτερ ἰσάγγελε.


Μεγαλυνάριον.
Ἔρωι τῷ θείῳ τὴν σὴν ψυχήν, πτερώσασα Μῆτερ, ἠγωνίσω ἀσκητικῶς, καὶ ἀντί τοῦ πλούτου, τοῦ ἐπιγείου εὗρες, Μελάνη μακαρία, ὄλβον οὐράνιον.


Ο Άγιος Ζωτικός ο Ορφανοτρόφος

Γεννήθηκε  και  ανατράφηκε στην Ρώμη, από ευγενή οικογένεια, με  πολλή  ευλάβεια  και παιδεία.  Τον  στόλιζε  πολλή  φιλανθρωπία  και  τον  διέκρινε η  ειλικρινής  προσπάθεια  στο να υπηρετεί  τον Χριστό, πράττοντας τις  εντολές Του. Γι’ αυτά του τα χαρίσματα, ο Ζωτικός ήταν πολύ αγαπητός στον Μεγάλο  Κωνσταντίνο (330 μ.Χ.), ο οποίος, αφού έκτισε την Κωνσταντινούπολη και την ανέδειξε πρωτεύουσα του κράτους του, προσκάλεσε σ’ αυτήν τον  Ζωτικό με άλλους ευσεβείς  άνδρες, για να τους  έχει εκεί πολύτιμους  εργάτες  της  χριστιανικής  αγάπης.
Ο Άγιος Ζωτικός, διακρίθηκε κυρίως στην περιποίηση των λεπρών. Τους οποίους πλησίαζε  χωρίς  φόβο, δίνοντας σ’ αυτούς  βοηθήματα  και παρηγορούσε την  δυστυχία τους  με  αδελφική  αφοσίωση.  Μετά  τον  θάνατο  του  Μεγάλου  Κωνσταντίνου,  ο  γιος  του Κωνστάντιος, ακολούθησε άλλους δρόμους και κακομεταχειρίστηκε τον Ζωτικό, με αποτέλεσμα ο φιλάνθρωπος αυτός άνδρας, να πεθάνει από τις κακουχίες και τις ταλαιπωρίες.
Αλλά ο θάνατός του, κίνησε την μετάνοια του Κωνσταντίου. Αφού μεταμελήθηκε, τίμησε την μνήμη  του  κτίζοντας  ένα  λεπροκομείο για  την  περίθαλψη  των  λεπρών.  Και το προίκισε με πολλά κτήματα και εισοδήματα.           
Από  τότε,  πολλοί  αυτοκράτορες,  όπως  ο  Κωνσταντίνος Ζ’  ο  Πορφυρογέννητος  (945),  ο Ιωάννης  ο  Τσιμισκής (963 – 976),  ο Ρωμανός  ο  Γ’ (1028 – 1034),  εξασφάλιζαν  την  καλή λειτουργία  του  και  εξυπηρετούσε πλήθος  λεπρών, χάρη  στην  αρχική  φιλανθρωπική ενέργεια  του  Αγίου  Ζωτικού.


30/12/15

Η Αγία Ανυσία η Οσιομάρτυς

Η Αγία Ανυσία, έζησε στα χρόνια του  αυτοκράτορος  Διοκλητιανού (298 μ.Χ.).  Καταγόταν από  την  Θεσσαλονίκη και  ήταν θυγατέρα γονέων ευσεβών  και πολύ  πλουσίων.  Όταν πέθαναν οι γονείς της, η  Ανυσία στάθηκε  κυρία  του  εαυτού της.  Ούτε τα πλούτη που κληρονόμησε την μέθυσαν, ούτε η ορφάνια της την παρέσυρε. Αλλά με φρόνηση  και εγκράτεια, προσπαθούσε πάντα να μαθαίνει «τι εστίν ευάρεστον τω  Κυρίω». Τι  δηλαδή, είναι  ευχάριστο  και  ευπρόσδεκτο  στον  Κύριο.
Η ευσέβειά της αυτή, την έκανε γνωστή στους ειδωλολάτρες. Μια φορά λοιπόν, ενώ πήγαινε στην εκκλησία,  την  συνάντησε  κάποιος  ειδωλολάτρης  στρατιώτης. Αφού  την έπιασε  βίαια,  την  έσυρε  στους  βωμούς  των ειδώλων  και την πίεζε να θυσιάσει  στους Θεούς. Η  Ανυσία ομολόγησε ότι πιστεύει στον ένα και  αληθινό  Θεό, τον  Ιησού  Χριστό, και Αυτόν αγωνίζεται  να  ευχαριστεί  κάθε  μέρα.  Ο  στρατιώτης  εξαγριωμένος,  άρχισε  να βλασφημεί το Θεό και τότε η Ανυσία τον έφτυσε στο πρόσωπο.
Ντροπιασμένος αυτός,  έσυρε το σπαθί του και διαπέρασε τα πλευρά της. Έτσι η  Ανυσία, πήρε  το  αμαράντινο  στεφάνι  του  μαρτυρίου.



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.       
Χριστὸν ποθήσασα, ἀπὸ νεότητος, αὐτοῦ τοῖς ἴχνεσι, κατηκολούθησας, ἐν ἀρεταῖς ἀσκητικαῖς ἐκλάμπουσα Ἀνυσία· ὅθεν καὶ ἀθλήσασα, πρὸς νυμφῶνα οὐράνιον, χαίρουσα ἀνέδραμες, ὡς παρθένος θεόληπτος, πρεσβεύουσα ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαῖρε σεμνὴ Ὁσιομάρτυς.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.           
Παρθενίας χάρισι, κεκοσμημένη Ὁσία, μαρτυρίου ἤνυσας, γνώμῃ ἀνδρείᾳ τὸ σκάμμα· ὅθεν σε, διπλοῖς στεφάνοις ὁ σὸς Νυμφίος ἔστεψεν, ὁ κατ’ ἀξίαν νέμων τὰ γερά· ὃν δυσώπει Ἀνυσία, ὑπὲρ τῶν πίστει ἀνευφημούντων σε.


Μεγαλυνάριον.
Τῆς Θεσσαλονίκης θεῖος βλαστός, καὶ ἄμωμος νύμφη, τοῦ Παντάνακτος Ἰησοῦ, ὤφθης Ἀνυσία, ἀσκήσει καὶ ἀθλήσει, ἐχθρὸν καταβαλοῦσα, τὸν πολυμήχανον.


Ο Άγιος Γεδεών ο Νέος Οσιομάρτυρας

Γεννήθηκε στο χωριό Κάπουρνα της Δημητριάδος (Νομός Μαγνησίας). Οι ευσεβείς γονείς του,  ονομάζονταν  Αυγερινός  και  Κυράτζα.
Ο  Γεδεών, κατά κόσμον Νικόλαος, δώδεκα χρονών με την οικογένειά του  ήλθε  στο χωριό  Γιερμή  και  από  εκεί  στο  Βελεστίνο,  όπου  εργαζόταν  κοντά  στον  θείο του. Τον άρπαξε όμως κάποιος Τούρκος και τον εξισλάμισε με το όνομα Ιμπραήμ. Αλλά ο Νικόλαος, κατόρθωσε και  δραπέτευσε  και  επανήλθε  στην  οικογένειά  του.  Ο πατέρας του τον φυγάδευσε στο χωριό Κεραμίδι, όπου κοντά σε κάποιους  οικοδόμους  πήγε  στην Κρήτη.  Εκεί  εξομολογήθηκε  σε  κάποιον  ιερέα  και  βρήκε  άσυλο  στο  εξωκλήσι  του.
Μετά τον θάνατο του ιερέα, ο Νικόλαος έφυγε για το Άγιον Όρος. Εκεί πάλι εξομολογήθηκε,  έλαβε  των  Αχράντων  Μυστηρίων και  στη Μονή  Καρακάλου,  εκάρη μοναχός  με  το  όνομα  Γεδεών.
Στην Μονή αυτή έμεινε 35 χρόνια. Με τον πόθο όμως του μαρτυρίου, ήλθε στο Βελεστίνο, όπου  μέσα στην  αγορά με  θάρρος  ομολόγησε  τον  Χριστό.  Διωκόμενος  από τους Τούρκους, ήλθε στην Αγυϊά, όπου συνελήφθη. Οι Τούρκοι, αφού τον  διαπόμπευσαν στους δρόμους του Τιρνάβου, κατόπιν του έκοψαν τα πόδια και τα χέρια και στη συνέχεια τον έριξαν στα αποχωρητήρια.         
Εκεί,  μέσα  σε  φρικτούς  πόνους,  παρέδωσε το  πνεύμά  του  στις  30  Δεκεμβρίου  1818.  Η τίμια  κάρα  του μάρτυρα,  αποθησαυρίστηκε  στην  αγία Τράπεζα  του  Μητροπολιτικού Ναού  του  Τυρνάβου,  Παναγίας  Φανερωμένης.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, καὶ θεῖον ἀγλάϊσμα, τῆς Καρακάλλου Μονῆς, ἐδείχθης μακάριε· σὺ γὰρ στερρῶς ἀθλήσας, τὸν ἐχθρὸν ἐτροπώσω· ἔνθεν Ὁσιομάρτυς, Γεδεὼν ἐδοξάσθης, πρεσβεύων ὑπὲρ πάντων, ἡμῶν τῶν εὐφημούντων σε.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.           
Ἐν ἀσκήσει πρότερον, ἐνδιαπρέψας θεόφρον, τῇ ἀθλήσει ὕστερον, θεοπρεπῶς ἐδοξάσθης· πόνοις γάρ, ἐγκαρτερήσας τοῖς ἀφορήτοις, ᾔσχυνας, ἐχθροῦ εἰς τέλος τὰς μεθοδείας· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Ὁσιομάρτυς Γεδεὼν ἔνδοξε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής· χαίροις τῶν Μαρτύρων, θιασώτης καὶ ζηλωτής· ἐν γὰρ ἀμφοτέροις, νομίμως διαπρέψας, Ὁσιομάρτυς ὤφθης, Γεδεὼν ἔνθεος.


29/12/15

Τα Άγια Νήπια (περίπου 14.000) που εσφάγισαν με διαταγή του Ηρώδη

Όταν οι Μάγοι δεν επέστρεψαν στον  Ηρώδη να του πουν που είναι ο Χριστός, ο πονηρός αυτός βασιλιάς μηχανεύθηκε άλλο  σχέδιο  για  να  εξοντώσει  το  Θείο  Βρέφος.
Είχε ακούσει ότι, σύμφωνα με τις Γραφές, τόπος γέννησης του Χριστού θα ήταν η Βηθλεέμ. Επειδή  όμως δεν γνώριζε ποιος ήταν ο  Ιησούς άν βρισκόταν μέσα  στη  Βηθλεέμ ή στα περίχωρά της και επειδή συμπέρανε ότι το παιδί  θα  ήταν  κάτω  από δυο  χρονών, έδωσε διαταγή να σφαγούν όλα τα παιδιά της  Βηθλεέμ  και  των  περιχώρων  της,  μέχρι της  ηλικίας  των  δύο  ετών.
Η  σφαγή  έγινε  ξαφνικά,  ώστε να  μη  μπορέσουν  οι  οικογένειες  να  απομακρυνθούν  με τα βρέφη τους. Και οι δυστυχισμένες μητέρες είδαν να  σφάζονται  τα  παιδιά  τους  μέσα στις  ίδιες τις αγκαλιές τους.       
Η χριστιανική  Εκκλησία, πολύ σωστά ανακήρυξε Άγια τα  σφαγιασθέντα  αυτά  παιδιά, διότι πέθαναν σε μία αθώα ηλικία και υπήρξαν κατά κάποιο τρόπο  οι  πρώτοι  μάρτυρες του  χριστιανισμού. Μπορεί βέβαια να μη  βαπτίσθηκαν εν  ύδατι, βαπτίσθηκαν  όμως, μέσα  στο  ίδιο  ευλογημένο  αίμα  του  μαρτυρίου  τους.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ὡς θύματα δεκτά, ὡς νεόδρεπτα ῥόδα, καὶ θεία ἀπαρχή, καὶ νεόθυτοι ἄρνες, Χριστῷ τῷ ὥσπερ νήπιον, γεννηθέντι προσήχθητε, ἁγνὰ Νήπια, τὴν τοῦ Ἡρώδου κακίαν, στηλιτεύοντα, καὶ δυσωποῦντα ἀπαύστως, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Κοντάκιον  Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.    
Ἐν τῇ Βηθλεέμ, τεχθέντος τοῦ Βασιλέως, ἐξ Ἀνατολῶν, σὺν δώροις ἥκασι Μάγοι, δι’ ἀστέρως ἐξ ὕψους ὁδηγούμενοι, ἀλλ’ Ἡρώδης ἐκταράσσεται, καὶ θερίζει τὰ Νήπια, ὥσπερ σῖτον ὀδυρόμενος· ὅτι τὸ κράτος αὐτοῦ, καθαιρεῖται ταχύ.


Μεγαλυνάριον.
Βρέφη ἀπειρόκακα καὶ ἁγνά, τῷ ἐκ τῆς Παρθένου, νηπιάσαντι ἑκοντί, ἤχθησαν σφαγέντα, ὡς ἄμωμοι θυσίαι· διὸ τὴν τοῦ Ἡρώδου, κακίαν φύγωμεν.


Ο Όσιος Μάρκελλος

Πέτυχε στην ζωή του διότι με την χάρη του Θεού κατάλαβε, ότι οι κοσμικές λαμπρότητες  φαίνονται  και  αφανίζονται  όπως τα  άνθη. Και  είχε την πεποίθεση  ότι  ζωή αληθινή και κερδισμένη είναι μόνο εκείνη, που αφιερώνεται στην  υπηρεσία  του  καλού, επάνω  στον  δρόμο  του  Ιησού  Χριστού.
Ο Μάρκελλος έζησε τον 5ο αιώνα, επί πατριαρχείας Γενναδίου του Α’ (458 – 471) και βασιλέως του Λέοντα Α’ του Μακέλλη. Η  καταγωγή του Μάρκελλου ήταν από τη  Συρία και η οικογένειά του ήταν αρκετά πλούσια. Επειδή οι γονείς του αγαπούσαν τα γράμματα, στόλισαν τον γιο τους με πολλή παιδεία. Αλλά η καρδιά του  νέου, είχε  μέσα της ζωηρή και ακοίμητη την φλόγα της ευσεβείας. Τα κοσμικά αξιώματα δεν  τον ενδιέφεραν.
Με τέτοιες  διαθέσεις  πήγε  στην  Έφεσο, όπου μπήκε  σε μοναστήρι  και  έγινε μοναχός. Από εκεί πήγε στην Κωνσταντινούπολη,  στη  Μονή  Ακοιμήτων,  όπου  ηγούμενος  ήταν  ο Αλέξανδρος.  Εκεί, γρήγορα διακρίθηκε για τις  αρετές του και αγαπήθηκε πολύ  από τους αδελφούς της Μονής, για την ταπεινοφροσύνη που  διατηρούσε, άν και  ήταν άνθρωπος  μελέτης  και  μεγάλης  διανοητικής  αξίας.
Αφού πέθανε ο ηγούμενος  Αλέξανδρος και ύστερα ο διάδοχός του  Ιάκωβος, η αγάπη και η εκτίμηση των αδελφών, ανέδειξε  ηγούμενο  τον  Μάρκελλο. Η  διοίκησή  του  ήταν άριστη. Σύμφωνα με άλλη γνώμη, την μονή Ακοιμήτων, είχε κτίσει αυτός ο Όσιος Μάρκελλος, πιθανών στη θέση του σημερινού Τσιμπουκλί.          
Έτσι με αυτή την θεία και  Οσία ζωή του, κοιμήθηκε  και  αναπαύτηκε  ο  Μάρκελλος  στη Μονή  του.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.          
Ὕμνον ἄληκτον, Θεῷ προσφέρων, νοῦν ἀκοίμητον, προσφόρως ἔσχες, πρὸς ἐκπλήρωσιν τῶν θείων προστάξεων· ὅθεν κανὼν ἀρετῆς ἐχρημάτισας, καὶ Μοναστῶν ποδηγέτης θεόσοφος. Πάτερ Μάρκελλε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.    
Τὴν ἀγγελικήν, ἀσίγητον ὑμνῳδίαν, σώματι θνητῷ, μιμούμενος θεοφόρε, ποιμὴν ἄγρυπνος ὤφθης, σαφῶς καὶ ἀρχέτυπον, τοῖς ἐκ πόθου ἑπομένοις σοι, εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι, καὶ βοῶσι Πάτερ Μάρκελλε· χαίροις θεράπον Χριστοῦ, καὶ Ὁσίων κρηπίς.



Μεγαλυνάριον.
Αἴνεσιν ἀκοίμητον τῷ Θεῷ, Μάρκελλε προσφέρων, κατεκοίμησας τῶν παθῶν, τὰς ἐπαναστάσεις, καὶ ἄγρυπνος προστάτης, ὑπνώσας πανοσίως, ἡμῖν γεγένησαι.

28/12/15

Οι Άγιοι Δισμύριοι (20.000) Μάρτυρες οι εν Νικομηδεία καέντες

Τον 4ο αιώνα μ.Χ., επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, οι χριστιανοί της  Νικομήδειας ήταν αρκετά πολυπληθείς. Ο  επίσκοπος  Άνθιμος,  άνδρας  άξιος  και με  αυταπάρνηση, κοπίαζε νύχτα – μέρα για τις ψυχές των πιστών. Η πρόοδος αυτή  των  χριστιανών κέντρισε το φθόνο των ειδωλολατρών αρχόντων και θέλησαν να εξοντώσουν την χριστιανική  Εκκλησία, προπάντων στα  μεγαλύτερα  και  πολυπληθέστερα  κέντρα  της.
Σχεδίασαν  λοιπόν,  ανήμερα  Χριστούγεννα  να κάνουν γενική  σφαγή  των  χριστιανών της Νικομήδειας. Οι χριστιανοί είχαν μαζευτεί και πανηγύριζαν το κοσμοσωτήριο γεγονός της γεννήσεως του Χριστού. Ο επίσκοπος, μόλις πληροφορήθηκε ότι τους  είχαν περικυκλώσει στρατός και όχλος ειδωλολατρών με όπλα  και  ρόπαλα,  διέταξε  να  γίνει γρήγορα η κοινωνία των Αχράντων  Μυστηρίων. Έπειτα,  βάπτισε  τους  κατηχουμένους, για  να  έχουν  ασφαλή  εφόδια  στην  αιώνια  σωτηρία.
Τότε οι ειδωλολάτρες  έβαλαν φωτιά στο ναό, με αποτέλεσμα να  καούν  χιλιάδες  πιστοί. Το τραγικό αυτό γεγονός, αντί να μειώσει τον αριθμό των μελών της Εκκλησίας, αντίθετα τον πολλαπλασίασε και χαλύβδωσε ακόμα περισσότερο το ηθικό  των  πιστών.
Έτσι και στην περίπτωση αυτή αποδείχθηκε περίτρανα αυτό που είπε η κεφαλή της Εκκλησίας, ο Ιησούς Χριστός: «και πύλαι άδου ού κατισχύσουσιν αυτής». Ο θάνατος δηλαδή και οἱ οργανωμένες δυνάμεις του κακού, δε θα υπερισχύσουν, ούτε θα κατανικήσουν την Εκκλησία, που είναι αιώνια και αθάνατη.           
(Συναξαριακή πηγή,  μαζί  με  την  μνήμη  των  πιο  πάνω  Μαρτύρων, αναφέρει  και  την μνήμη  των Αγίων Δημοσθένους, Δημοκλέους και Δημοκρίτου. Η  ύπαρξη  όμως των Αγίων αυτών είναι αμφίβολη,  διότι  τα  ονόματά  τους  καθώς  και  βιογραφικά  στοιχεία  γι’ αυτούς δεν αναφέρονται από καμία Αγιολογική πηγή.  Ίσως είναι οι ίδιοι και συγχέονται με  τους  ομώνυμούς  τους  Μάρτυρες  της  10ης   Απριλίου).


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.          
Θεῖον στράτευμα, πόλις ἁγία, περιούσιος λαὸς Κυρίου, ἀνεδείχθητε Δισμύριοι Μάρτυρες· τῇ γὰρ ἀγάπῃ αὐτοῦ δροσιζόμενοι, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἠνύσατε. Ἀλλ’ αἰτήσασθε, ἐλέους σοφοὶ τὸν πρύτανιν, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.         
Συρατὸς ἐν ἀριθμῷ, δισμυρίων Μαρτύρων, ὡς ἄδυτος φωστήρ, ἀνατέλλει φωτίζων, καρδίας καὶ νοήματα, εὐσεβῶν διὰ πίστεως· ἐξαφθέντες γάρ, θείᾳ στοργῇ τοῦ Δεσπότου, τέλος ἅγιον, διὰ πυρὸς οἱ γενναῖοι, προθύμως ἐδέξαντο.


Μεγαλυνάριον.
Φάλαγξ τροπαιοῦχος ἀθλητική, καὶ ἅγιος κλῆρος, ὦ Δισμύριοι Ἀθληταί, ἐκ παντὸς γένους, καὶ πάσης ἡλικίας, λαμπρῶς συγκροτηθέντες, Θεῷ ἐδείχθητε.


27/12/15

ομιλία στην Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα, που έγινε στο χωριό Σ.Σ.Ιωαννί...

ομιλία στην Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα, που ἐγινε στο χωριό Σ.Σ. Ιωανν...

Ο Άγιος Στέφανος ο Πρωτομάρτυρας και Αρχιδιάκονος

Ήταν  ένας  από τους πιο  διακεκριμένους  μεταξύ  των  επτά  διακόνων, που  εξέλεξαν  οι πρώτοι χριστιανοί για να επιστατούν στις κοινές τράπεζες των  αδελφών, ώστε να μη γίνονται λάθη. Άν και κουραστική  η  ευθύνη  του  επιστάτη  για  τόσους  αδελφούς,  παρ’ όλα αυτά ο Στέφανος έβρισκε καιρό και δύναμη για να κηρύττει το  Ευαγγέλιο  του Χριστού. Και  όπως  αναφέρει η  Αγία  Γραφή, «Στέφανος πλήρης πίστεως και  δυνάμεως εποίει  τέρατα  και  σημεία μεγάλα εν  τω  λαώ» (Πράξεις  των  Αποστόλων  στ’ 8 – 15, ζ’ 1 – 60). Δηλαδή ο Στέφανος, που ήταν γεμάτος πίστη και χάρισμα ευγλωττίας, έκανε μεταξύ του λαού μεγάλα θαύματα, που προκαλούσαν κατάπληξη και  αποδείκνυαν  την αλήθεια  του  χριστιανικού  κηρύγματος.
Οι Ιουδαίοι  όμως, καθώς ήταν προκατειλημμένοι, εξαπέλυσαν συκοφάντες  ανάμεσα στον λαό, που διέδιδαν ότι ακουσαν τον Στέφανο να  βλασφημεί το Μωϋσή  και  τον  Θεό. Με αφορμή λοιπόν αυτές τις συκοφαντίες, που οι ίδιοι είχαν ενσπείρει, άρπαξαν με μίσος τον Στέφανο και τον οδήγησαν μπροστά στο  Συνέδριο, τάχα  για  να  απολογηθεί. Η απολογία του Στεφάνου υπήρξε πρότυπο τόλμης και  θάρρους. Χωρίς να φοβηθεί καθόλου, εξαπέλυσε λόγια – κεραυνούς  εναντίον των  Ιουδαίων. Και  από  υπόδικος, ορθώθηκε θυελλώδης ελεγκτής και κατήγορος. Τότε, ακράτητοι από το μίσος οι Ιουδαίοι, τον έσυραν έξω από την πόλη, όπου τον θανάτωσαν με λιθοβολισμό.
Εκεί  φάνηκε  και  η  μεγάλη  συγχωρητικότητα  του  Στεφάνου  προς   τους  εχθρούς  του  με την φράση του, «Κύριε, μη  στήσης  αυτοίς  την  αμαρτίαν  ταύτην». Κύριε, μη  λογαριάσεις  σ’ αυτούς  την  αμαρτία  αυτή.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Βασίλειον διάδημα, ἐστέφθη σὴ κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Μαρτύρων Πρωτόαθλε Στέφανε· σὺ γὰρ τὴν Ἰουδαίων, ἀπελέγξας μανίαν, εἶδές σου τὸν Σωτῆρα, τοῦ Πατρὸς δεξιόθεν. Αὐτὸν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.           
Ὁ Δεσπότης χθὲς ἡμῖν, διὰ σαρκὸς ἐπεδήμει, καὶ ὁ δοῦλος σήμερον, ἀπὸ σαρκὸς ἐξεδήμει· χθὲς μὲν γάρ, ὁ Βασιλεύων σαρκὶ ἐτέχθη, σήμερον δέ, ὁ οἰκέτης λιθοβολεῖται, δι’ αὐτὸν καὶ τελειοῦται, ὁ Πρωτομάρτυς καὶ θεῖος Στέφανος.


Μεγαλυνάριον.
Πρῶτος διακόνων ἀναδειχθείς, πρῶτος τοῦ Δεσπότου, ἐχρημάτισας μιμητής· ὅθεν Ἀθλοφόρων, πρωτεύων Πρωτομάρτυς, τύπος αὐτοῖς ἐγένου, Πρώταθλε Στέφανε.


26/12/15

ομιλία στην εορτή της Σύναξης της Θεοτόκου 26 12 2015, που έγινε στη Σιτ...

Ο Όσιος Κωνσταντίνος ο εξ Ιουδαίων

Ο  Όσιος  Κωνσταντίνος ήταν από τα Σύναδα της Φρυγίας. Σε νεαρή ηλικία προσπάθησε  να  ακολουθήσει  την  ζωή  των  ενάρετων  χριστιανών. Ο νεαρός  Ιουδαίος, ο  οποίος  έφερε  την  χριστιανική πίστη ήδη  στη  ψυχή του, αποφάσισε  να φύγει  από  το  θόρυβο  του  κόσμου,  και  μετέβη  στο  μοναστήρι  Φουβούτιον, του οποίου  οι  μοναχοί  φημίζονταν  για  την  θεάρεστη  ζωή  τους.
Αφού  δοκιμάσθηκε  αρκετά  και  πείστηκαν για την ειλικρινή  και  φωτεινή  πίστη  του, του  έδωσαν  το  άγιο  βάπτισμα  και  τον  ονόμασαν  Κωνσταντίνο. Έγινε  έτσι  αδελφός της  Μονής.

Επιδόθηκε  στην μελέτη των πνευματικών πραγμάτων. Όμως αυτό δεν του ήταν αρκετό, ήθελε  να  διδάξει και  στους άλλους ανθρώπους την αγάπη του Χριστού.  Γι’ αυτό  άρχισε  να  μεταβαίνει  από  την  μία  πόλη  στην ἄλλη  και  να  κηρύσσει  το  λόγο του Θεού.
Απεβίωσε  εν  ειρήνη.

25/12/15

Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Αυτή την  ημέρα  η  αγία  Εκκλησία  μας γιορτάζει το  μεγάλο και  ανερμήνευτο  γεγονός της κατά σάρκα γεννήσεως του Υιού και Λόγου  του  Θεού  από  την  Υπεραγία  Θεοτόκο.
Μετά τον  Ευαγγελισμό  της  Παρθένου  Μαρίας  από  τον  αρχάγγελο  Γαβριήλ  και  ενώ πλησίαζε  ο καιρός να  τελειώσουν  οι  εννέα  μήνες  από  την  υπερφυσική  σύλληψη  του Χριστού στην παρθενική της μήτρα, ο Καίσαρ Αύγουστος διέταξε απογραφή  του πληθυσμού  του  ρωμαϊκού   κράτους.
Τότε ο  Ιωσήφ μαζί  με  την  Θεοτόκο, ξεκίνησαν  για  την  Βηθλεέμ, για  να  απογραφούν εκεί. Επειδή όμως είχε πλησιάσει ο  καιρός  να  γεννήσει  η  Παρθένος  και  δεν  έβρισκαν κατοικία  να  καταλύσουν, διότι  είχε  μαζευτεί  πολύς  λαός  στην  Βηθλεέμ,  μπήκαν  σε  ένα φτωχικό σπήλαιο. Εκεί η Θεοτόκος γέννησε  τον  Κύριο  Ιησού  Χριστό  και   σπαργάνωσε σαν βρέφος τον Κτίστη των απάντων. Έπειτα  Τον έβαλε επάνω στη φάτνη  των  αλόγων ζώων, διότι  «έμελλε να ελευθέρωση ημάς από την αλογίαν», όπως χαρακτηριστικά γράφει ο   Άγιος  Νικόδημος  ο   Αγιορείτης.
Από τότε, όλοι οι πιστοί χριστιανοί  με  χαρά  ψάλλουν  τον  ύμνο  των  αγγέλων  εκείνης  της νύκτας: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις  ευδοκίᾳ». Δόξα  δηλαδή, άς είναι στον Θεό, που βρίσκεται στα ύψιστα μέρη του  ουρανού  και  στην  γη  ολόκληρη, που είναι ταραγμένη από την αμαρτία, άς βασιλεύσει η θεία  ειρήνη, διότι  ο  Θεός  έδειξε την αγάπη Του στους ανθρώπους με την ενανθρώπηση του Υιού Του.
Να σημειώσουμε εδώ, ότι η γιορτή  των  Χριστουγέννων  καθιερώθηκε  για  πρώτη  φορά την  25η  Δεκεμβρίου  του  397  επί  πατριαρχείας  Αγίου  Ιωάννου  του  Χρυσοστόμου.  Κατ’ άλλους ο πατριάρχης  Ιεροσολύμων  Ιουβενάλιος, χώρισε τις δύο  εορτές  των  Φώτων  και των Χριστουγέννων, οι οποίες παλιότερα γίνονταν την ίδια μέρα, δηλαδή την 6η  Ιανουαρίου.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ἡ Γέννησίς σου Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ, τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως· ἐν αὐτῇ γὰρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες, ὑπὸ ἀστέρος ἐδιδάσκοντο, σὲ προσκυνεῖν, τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, καὶ σὲ γινώσκειν ἐξ ὕψους Ἀνατολήν. Κύριε δόξα σοι.

Ὑπακοή. Ἦχος πλ. δ’.    
Τὴν ἀπαρχὴν τῶν ἐθνῶν, ὁ οὐρανός σοι προσεκόμισε, τῷ κειμένῳ Νηπίῳ ἐν φάτνῃ, δι’ ἀστέρος τοὺς Μάγους καλέσας· οὓς καὶ κατέπληττεν, οὐ σκῆπτρα καὶ θρόνοι, ἀλλ’ ἐσχάτη πτωχεία· τί γὰρ εὐτελέστερον σπηλαίου; τί δὲ ταπεινότερον σπαργάνων; ἐν οἷς διέλαμψεν ὁ τῆς Θεότητός σου πλοῦτος. Κύριε δόξα σοι.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Αὐτόμελον. Ποίημα Ρωμανοῦ τοῦ Μελωδοῦ    
Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν Ὑπερούσιον τίκτει, καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι, μετὰ Ποιμένων δοξολογοῦσι, Μάγοι δέ, μετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι· δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη, παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.



Μεγαλυνάριον.
Δόξα ἐν ὑψίστοις πᾶσα πνοή, ἐν χαρᾷ βοάτω, τῷ τεχθέντι ἐν Βηθλεέμ· ἐπὶ γῆς γὰρ ὤφθη, δωρούμενος εἰρήνην. Τὴν τούτου προσκυνήσωμεν, θείαν Γέννησιν.

Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον Κεφάλαιο Β’ 1 – 12:

1 Του δε  Ιησού  γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της  Ιουδαίας  εν  ημέραις Ηρῴδου του  βασιλέως, ιδού  μάγοι  από  ανατολών  παρεγένοντο  εις Ιεροσόλυμα
2 λέγοντες· που  εστιν  ο  τεχθείς βασιλεύς των  Ιουδαίων; είδομεν  γαρ  αυτού  τον  αστέρα  εν τη  ανατολή  και  ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ.
3 Ακούσας  δε  Ηρῴδης  ο  βασιλεύς  εταράχθη  και   πάσα  Ιεροσόλυμα  μετ᾿ αυτού,
4 και  συναγαγών πάντας τους  αρχιερείς και  γραμματείς του  λαού επυνθάνετο παρ᾿ αυτών  που  ο  Χριστός  γεννάται.
5 οι  δε είπον αυτώ· εν  Βηθλεέμ  της  Ιουδαίας·  ούτω  γαρ  γέγραπται  δια  του  προφήτου·
6 και συ  Βηθλεέμ, γη  Ιούδα, ουδαμώς  ελαχίστη  εί  εν τοις  ηγεμόσιν Ιούδα·  εκ σου γαρ  εξελεύσεται  ηγούμενος,  όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον ᾿ Ισραήλ.
7 Τότε  Ηρῴδης λάθρα καλέσας τους μάγους  ηκρίβωσε παρ᾿ αυτών τον χρόνον του  φαινομένου  αστέρος,
8 και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε· πορευθέντες  ακριβώς εξετάσατε περί  του  παιδίου,  επάν  δε  εύρητε,  απαγγείλατέ  μοι,  όπως καγώ  ελθών προσκυνήσω αυτώ.
9 Οι  δε  ακούσαντες του  βασιλέως  επορεύθησαν· και  ιδού  ο  αστήρ  όν είδον  εν τη  ανατολή  προήγεν  αυτούς,  έως  ελθών  έστη  επάνω ού ήν το  παιδίον· 10  ιδόντες δε  τον  αστέρα  εχάρησαν  χαράν  μεγάλην  σφόδρα,
11 και  ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά  Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών  προσήνεγκαν  αυτώ  δώρα, χρυσόν και λίβανον και  σμύρναν·          
12 και  χρηματισθέντες κατ᾿ όναρ μη  ανακάμψαι προς  Ηρῴδην, δι᾿ άλλης  οδού  ανεχώρησαν  εις  την  χώραν  αυτών.

Ἀπόδοση στὴ Νεοελληνική:

1 Όταν ο Ιησούς  εγεννήθηκε εις  την  Βηθλεέμ της Ιουδαίας κατά τας ημέρας  του  Ηρώδη του βασιλέως, έφθασαν  μάγοι  από  την  Ανατολήν  εις  τα  Ιεροσόλυμα  και  ερωτούσαν,
2 «Που είναι εκείνος που εγεννήθηκε, ο βασιλεύς των  Ιουδαίων; Διότι  είδαμε  το  άστρον του  να  ανατέλλῃ  και  ήλθαμε  να τον  προσκυνήσωμεν».
3 Όταν άκουσε αυτά ο βασιλεύς  Ηρώδης, εταράχθηκε και μαζί του όλη η πόλις των Ιεροσολύμων  και,
4 αφού  συγκέντρωσε  όλους  τους  αρχιερείς  και  τους  γραμματείς  του  λαού,   εζητούσε  να πληροφορηθή  από  αυτούς  που  θα  γεννηθή  ο  Χριστός.
5 Εκείνοι δε του είπαν,  «Εις την  Βηθλεέμ  της  Ιουδαίας, διότι  είναι  γραμμένον  δια  του προφήτου,
6 «Και συ, Βηθλεέμ, γη του Ιούδα, δεν είσαι με κανένα  τρόπον  η  μικρότερη  μεταξύ  των ηγεμόνων του  Ιούδα, διότι από  σε θα  προέλθῃ  ένας  αρχηγός,  ο  οποίος θα  κυβερνήσῃ τον λαόν  μου, τον  Ισραήλ».
7 Τότε ο Ηρώδης εκάλεσε κρυφά τους μάγους  και  εξακρίβωσε  από  αυτούς  τον  χρόνον που  εφάνηκε  το  άστρον.
8 Κατόπιν τους έστειλε  εις την  Βηθλεέμ και τους είπε, «Πηγαίνετε και εξετάσατε ακριβώς περί του παιδιού. Και όταν το βρήτε, ειδοποιήσατέ με, δια  να  έλθω  και  εγώ  να το  προσκυνήσω».
9 Αυτοί, αφού  άκουσαν  τον  βασιλέα, έφυγαν. Και  να, το  άστρον,  το  οποίον  είχαν  ιδή  να ανατέλλῃ, προηγείτο, έως ότου ήλθε και εστάθηκε επάνω  εις το  μέρος,  όπου  ευρίσκετο  το  παιδί.
10 Μόλις  είδαν  το  άστρον, αισθάνθηκαν  μεγάλην  χαράν.
11 Και  όταν  εμπήκαν  εις  το  σπίτι, είδαν  το  παιδί  μαζί με  την  Μαρίαν, την  μητέρα του, και  έπεσαν εις την γην και  το  προσκύνησαν·  κατόπιν  άνοιξαν τους  θησαυρούς  τους  και του προσέφεραν για δώρα χρυσόν και  λιβάνι και σμύρναν.    
12 Και  επειδη  καθωδηγήθησαν  με  όνειρον  υπό  του  Θεού  να  μη  επιστρέψουν  στον Ηρώδην,  ανεχώρησαν  εις  την  πατρίδα τους  από  άλλον  δρόμον.


24/12/15

Η Αγία Ευγενία η Οσιομάρτυς

Έζησε στο δεύτερο μισό  του 3ου  αιώνα  μ.Χ.  Καταγόταν  από  την  Ρώμη  και  οι  γονείς  της ονομάζονταν  Φίλιππος  και  Κλαυδία.  Επίσης, είχε και  δυο  άλλα αδέλφια,  τον  Αβίτα  και τον Σέργιο. Ο πατέρας της  διορίστηκε  έπαρχος  στην  Αλεξάνδρεια και πήγε  εκεί  με  όλη του  την  οικογένεια.
Εκεί η Ευγενία σπούδασε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο και έμαθε άριστα την ελληνική και ρωμαϊκή φιλολογία. Όταν τελείωσε τις σπουδές της, ψάχνοντας για περισσότερη γνώση πήρε στα χέρια της απο μία χριστιανή  κόρη τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου.  Όταν τις διάβασε, εντυπωσιάσθηκε πολύ. Εκεί  μέσα  δεν  υπήρχαν θεωρίες  και  φιλοσοφικές  δοξασίες. Οι  γραμμές  τους  ενέπνεαν  ζωή  και  ελπίδα.
Εκείνη την περίοδο, οι γονείς της ήθελαν να την δώσουν σύζυγο σε κάποιο  Ρωμαίο αξιωματούχο, τον Ακυλίνα. Τότε η Ευγενία, αρνούμενη να  δεχθεί  αυτή την πρόταση των γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ανδρικά και έφυγε σε άλλη πόλη. Εκεί κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανή και  έλαβε συγχρόνως το  μοναχικό  σχήμα. Μετά από  χρόνια,  επέστρεψε  στο  σπίτι  της  και  η  αναγνώριση  από  τους  γονείς  της  έγινε  μέσα σε δάκρυα και ανέκφραστη χαρά. Δεν πέρασε πολύς καιρός και όλοι στο σπίτι της Ευγενίας δέχθηκαν τον χριστιανισμό.    
Από  μίσος  τότε  οι  ειδωλολάτρες  τραυμάτισαν  θανάσιμα  τον  πατέρα  της.  Και  όταν  η Ευγενία επέστρεψε στη Ρώμη, επειδή δεν θυσίαζε στα είδωλα, την  αποκεφάλισαν, τερματίζοντας  έτσι  ένδοξα  «τον  καλόν  αγώνα  της  πίστεως»,  μαζί  με  την  επίγεια   ζωή της.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.          
Θείου πνεύματος, τῇ ὑμνωδίᾳ, φῶς προσέλαβες θεογνωσίας, Εὐγενία Χριστοῦ καλλιπάρθενε· καὶ ἐν Ὁσίων χορείᾳ ἐκλάμψασα, ἀθλητικῶς τὸν ἐχθρὸν ἐθριάμβευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.   
Τὴν τοῦ κόσμου πρόσκαιρον φυγοῦσα δόξαν, τὸν Χριστὸν ἐπόθησας, τὸ εὐγενές σου τῆς ψυχῆς, ἀδιαλώβητον σώζουσα, Μάρτυς θεόφρον, Εὐγενία πανεύφημε.



Μεγαλυνάριον.
Ὄρπηξ εὐγενείας θεοειδοῦς, ἤθεσιν ὁσίοις, καὶ ἀγῶσιν ἀθλητικοῖς, ὤφθης Εὐγενία· ἐντεῦθεν ἐνυμφεύθης, τῷ Ὑπερθέῳ Λόγῳ, ὡς καλλιπάρθενος.

23/12/15

ύμνοι από την εορτή των Χριστουγέννων

Οι Άγιοι 10 Μάρτυρες οι εν Κρήτη

Από  αυτούς,  οι μεν  Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εύπορος,  Γελάσιος  και   Ευνικιανός, ήταν από τη Γορτυνία της Κρήτης. Ο Ζωτικός, από την Κνωσό.  Ο Αγαθόπους  από  το   λιμένα Πανούρμου. Ο Βασιλειάδης (ή Βασιλείδης) από την Κυδωνία. Ο Ευάρεστος και  ο  Μόβιος (ή  Πόμπιος, ή  Πόντιος)  από  το   Ηράκλειο.
Όλοι  μαρτύρησαν  τον 3ο  αιώνα μ.Χ.,  όταν  αυτοκράτορας  ήταν ο  Δέκιος.  Και  οι  δέκα  με πολύ  ζήλο  εργάζονταν για τη  διάδοση  του  Ευαγγελίου  στο  νησί.  Καταγγέλθηκαν  στον έπαρχο Κρήτης, που ήταν συνώνυμος του αυτοκράτορα, ονομαζόταν δηλαδή  και   αυτός Δέκιος. Ο έπαρχος, όταν είδε την ανθηρή νεότητά τους και το αρρενωπό τους παράστημα, προσπάθησε να τους παρασύρει με πολλές υποσχέσεις εγκόσμιων απολαύσεων και ηδονών. Αλλά όταν είδε ότι τίποτα δεν πετύχαινε, διέταξε να τους μαστιγώσουν,  και  κατόπιν  τους  λιθοβόλησαν.
Οι γενναίοι μάρτυρες του  Χριστού  υπέμειναν ηρωικά τα βασανιστήρια, ενθυμούμενοι τα λόγια του ψαλμωδού:  «Ανδρίζεσθε και κραταιούσθω η καρδίᾳ υμών, πάντες οι ελπίζοντες  επί  Κύριον». Δηλαδή,  να  έχετε γενναίο  και  ανδρείο  φρόνημα, και η καρδιά σας άς γίνεται κραταιά και ατρόμητη, όλοι εσείς που ελπίζετε στον Κύριο.
Κατόπιν, με διαταγή του επάρχου, οι στρατιώτες έκοψαν με τα ξίφη τους τις τίμιες κεφαλές  των  δέκα  χριστιανών  Αγίων.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.       
Κρήτης τὰ εὔοσμα, ἄνθη τιμήσωμεν, τὰ διαπνέοντα, ὀσμὴν τὴν ἔνθεον, Θεόδουλον καὶ Ζωτικόν, Γελάσιον Σατορνῖνον, Εὔπορον Εὐάρεστον, Ἀγαθόποδα Πόμπιον, Εὐνικιανὸν ὁμοῦ, Βασιλείδην τε ἔνδοξον, βοῶντες πρὸς αὐτοὺς ὁμοφρόνως· χαῖρε Δεκὰς ἡ τῶν Μαρτύρων.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.   
Ἑωσφόρος ἔλαμψεν ἡ τῶν Μαρτύρων, σεβασμία ἄθλησις, προκαταυγάζουσα ἡμῖν, τὸν ἐν Σπηλαίῳ τικτόμενον, ὃν ἡ Παρθένος ἀσπόρως ἐκύησεν.


Μεγαλυνάριον.
Ὅμιλος θεόλεκτος καὶ σεπτός, πίστει συνημμένος, καὶ ἀγάπῃ εἰλικρινεῖ, ὤφθησαν ἐν Κρήτῃ, οἱ Δέκα Ἀθλοφόροι, ἐχθρῶν τὰς μυριάδας καταπαλαίσαντες.


Ο Όσιος Νήφων Επίσκοπος Κωνσταντιανής

Άγνωστος  στους  Συναξαριστές  και  τα  Μηναία. Η ζωή του  βρίσκεται  στους  αρχαίους Κώδικες καὶ μεταγενέστερους, όπως στους  Λαυριωτικούς Β81 φ. 1 – 155,1  23 φ. 228α – 278, Λ. 66 φ. 32α – 58  και  στον  Βατοπεδινό  618 φ. 143α – 159.

Η  επιγραφή  της  βιογραφίας  του  έχει ως εξής: «Βίος και πολιτεία του  Οσίου  πατρός ημών Νήφωνος του εν Κωνσταντινουπόλει  μεν   ασκήσαντος, γενομένου  δε  επισκόπου Κωνσταντιανής κατά Αλεξάνδρειαν».       
Στον Λαυριωτικό Κώδικα  Β  81,  λέγεται  επίσκοπος  Αλμυρουπόλεως  και  ότι  απεβίωσε  23 Δεκεμβρίου. Ακολουθία του βρίσκεται στον Κώδικα Δ. δ. II της Κρυπτοφέρης (Βλ. Κατάλογο Roechi σελ. 389). Ελεύθερη απόδοση της ζωής του από το  βυζαντινό χειρόγραφο,  βρίσκεται  στο  βιβλίο  «Ένας  Ασκητής  Επίσκοπος»,  έκδοση  Ιεράς  Μονής Παρακλήτου  Ωρωπού(1993).

22/12/15

Ο Άγιος Ναούμ ο Θαυματουργός και Θεοφόρος

Υπήρξε  συνεργάτης   του  Κυρίλλου   και  Μεθοδίου,  τον  9ο  αιώνα  (842),  στους  αγώνες τους  για  την  διάδοση  της  χριστιανικής  πίστης  στη  Βουλγαρία.  Και  στο βαρύ αυτό  έργο,  όπου  συνάντησαν  μεγάλα  εμπόδια  και  επικίνδυνες  αντιστάσεις,  η παρουσία του  Ναούμ  είχε  μεγάλη  επίδραση.  Διότι  στην  δύναμη  της  διδασκαλίας του, πρόσθετε  και  την  εντύπωση,  που  προκαλούσαν  τα  θαύματα    που  ενεργούσε με  την  χάρη  του  Θεού.

Ο  Ναούμ,  επιστρέφοντας  από  την  Ρώμη,  όπου πήγε στον τότε Πάπα Αδριανό, πέρασε  και  από  την  Γερμανία,  όπου  υπήρχαν πολλές και  διάφορες  αιρέσεις.  Και αφού  κήρυξε και  εκεί  αγωνιζόμενος για την Ορθοδοξία, επανήλθε και  πάλι στη Βουλγαρία. Εκεί, οργάνωσε μαζί  με άλλους συναγωνιστές του, σώμα εσωτερικής ιεραποστολής και  εργάστηκε θερμότατα για την διάδοση του χριστιανισμού  με τα κηρύγματά του και  τις συνεχείς διδακτικές περιοδείες του.      
Ο  θάνατος τον  βρήκε  όρθιο,  να  κοπιάζει  μέχρι  τελευταίας  του  πνοής  για  τον ευσεβή  σκοπό του.

Η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια

Η  Αγία  Αναστασία  είχε πατέρα τον  Πατρίκιο, ο οποίος  ήταν  Ρωμαίος.  Διακρινόταν για το υπέροχο κάλος,  την  παιδεία  και  την  κοσμιότητά της. Παντρεύτηκε σε νεαρή  ηλικία τον Ποπλίωνα, άρχοντα των Ρωμαίων και φανατικό  ειδωλολάτρη.  Η  Αναστασία  όμως, κατηχήθηκε στο λόγο του Χριστού και έλαβε  το  Θείο  Βάπτισμα.  Επειδή  δεν  φανέρωσε δημόσια, λόγω του ανδρός της, την χριστιανική της πίστη βοηθούσε  κρυφά  όσους  είχαν ανάγκη από ένα χέρι βοηθείας ή ένα λόγο παρηγοριάς. Ντυνόταν πενιχρά και μετέβαινε  στις  φυλακές  πηγαίνοντας  τροφή  και  χρήματα.
Όταν έμαθε ο Ποπλίωνας την δράση της  Αγίας,  εξοργίστηκε.  Αρχικά  προσπάθησε  να την μεταπείσει  με συμβουλές. Όμως, η  Αναστασία παρέμενε ακλόνητη  στην  πίστη  της ακόμα  και  όταν  την  κακοποίησε.  Αυτή  η  επιμονή  της,  εξόργισε  τον  Ποπλίωνα  και  την κατέδωσε  στον  αυτοκράτορα  Διοκλητιανό,  ο  οποίος  διέταξε  την  φυλάκισή  της.
Επειδή εξακολουθούσε να υμνολογεί τον Κύριο, ο Διοκλητιανός διέταξε  τον  βασανισμό της. Τελικά   η  Αγία  Αναστασία  παρέδωσε  το  πνεύμά  της  στην  πυρά.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.       
Τῶν Μαρτύρων ταῖς χρείαις διακονήσασα, μαρτυρικῶς ἐμιμήσω τὰς ἀριστείας αὐτῶν, δι’ ἀθλήσεως ἐχθρὸν καταπαλαίσασα· ὅθεν βλυστάνεις δαψιλῶς, χάριν ἄφθονον ἀεί, Ἀναστασία θεόφρον, τοῖς προσιοῦσιν ἐκ πόθου, τῇ ἀρωγῇ τῆς προστασίας σου.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Οἱ ἐν πειρασμοῖς, καὶ θλίψεσιν ὑπάρχοντες, πρὸς τὸν σὸν ναόν, προστρέχοντες λαμβάνουσι, τὰ σεπτὰ δωρήματα, τῆς ἐν σοὶ οἰκούσης θείας χάριτος, Ἀναστασία· σὺ γὰρ ἀεί, τῷ κόσμῳ πηγάζεις τὰ ἰάματα.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.          
Τὰ πάθη ἡμῶν, τὰ μυσαρὰ καὶ χρόνια, ῥοπῇ μυστικῇ, Ἀναστασία ἴασαι, καὶ ζωὴν ἀκίνδυνον, διανύειν ἡμᾶς, καταξίωσον, ὡς ἂν τῶν θείων ἐντολῶν, τρυγήσωμεν πάντες τοὺς ἐνθέους καρπούς.



Μεγαλυνάριον.
Φάρμακα προχέουσα μυστικά, ψυχῶν καὶ σωμάτων, θεραπεύεις πάθη δεινά, ὦ Ἀναστασία, τῇ θείᾳ ἐνεργείᾳ· διὸ τὰς χάριτάς σου, πάντες κηρύττομεν.