31/8/15

Κατάθεσις Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου

Σήμερα η  Εκκλησία μας γιορτάζει την ανακομιδή  της  τιμίας  Ζώνης  της Θεοτόκου.  Οι γνώμες για ποίος αυτοκράτορας την έκανε διίστανται, άλλοι λένε ότι έγινε  από  το  βασιλιά  Αρκάδιο  και  άλλοι  από  το γιο του,  Θεοδόσιο  τον  Β’.
Η τιμία Ζώνη μεταφέρθηκε από την  Ιερουσαλήμ στην Κωνσταντινούπολη  και  τοποθετήθηκε  σε  μία χρυσή  θήκη. Η θήκη αυτή, ονομάστηκε Αγία Σωρός. Ο βασιλιάς Λέων ο Σοφός, άνοιξε την Αγία  Σωρό, μετά  από  410  χρόνια  για να επικαλεσθεί  την  Θεία  Χάρη της, επειδή η σύζυγός του διακατείχετο από έναν δαίμονα.
Αφού λοιπόν την προσκύνησαν, ο Πατριάρχης άπλωσε  την  τίμια Ζώνη επάνω  στη  βασίλισσα  και  αμέσως  ελευθερώθηκε  από  το  δαιμόνιο.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Θεοτόκε Ἀειπάρθενε, τῶν ἀνθρώπων ἡ σκέπη, Ἐσθῆτα καὶ Ζώνην τοῦ ἀχράντου σου σώματος, κραταιὰν τῇ πόλει σου περιβολὴν ἐδωρήσω, τῷ ἀσπόρῳ τόκῳ σου ἄφθαρτα διαμείναντα· ἐπὶ σοὶ γὰρ καὶ φύσις, καινοτομεῖται καὶ χρόνος. Διὸ δυσωποῦμέν σε, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δώρησαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.        
Πρὸς δόξαν ἀκήρατον, ἀνερχομένη Ἁγνή, χειρί σου δεδώρησαι, τῷ Ἀποστόλῳ Θωμᾷ, τὴν πάνσεπτον Ζώνην σου· ὅθεν Παρθενομῆτορ, τὴν κατάθεσιν ταύτης, ἄγοντες χαρμοσύνως, τὴν σὴν χάριν ὑμνοῦμεν, δι’ ἧς περιζωννύμεθα, ἰσχὺν ἀήττητον.


Κοντάκιον  Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.       
Τὴν θεοδόχον γαστέρα σου Θεοτόκε, περιλαβοῦσα ἡ Ζώνη σου ἡ τιμία, κράτος τῇ πόλει σου ἀπροσμάχητον, καὶ θησαυρὸς ὑπάρχει, τῶν ἀγαθῶν ἀνέκλειπτος, ἡ μόνη τεκοῦσα Ἀειπάρθενος.


Μεγαλυνάριον.
Σύνδησον ἀγάπῃ εἰλικρινεῖ, Κεχαριτωμένη, Παντευλόγητε Μαριάμ, τοὺς τῇ καταθέσει, τῆς σῆς παντίμου Ζώνης, ὑμνοῦντας τὰς ἀπείρους, εὐεργεσίας σου.


Ο Άγιος Aidan (Σκωτσέζος)

Λεπτομέρειες  για  την  ζωή  αυτού  του  Αγίου  της  ορθοδοξίας,  μπορεί  να  βρει ο  αναγνώστης  στο  βιβλίο  «Οι  Άγιοι  των  Βρετανικών  Νήσων»,  του Χριστόφορου  Κων.  Κομμοδάτου,  επισκόπου  Τελμησσού, Αθήναι  1985.

30/8/15

ομιλία στην Κυριακή ΙΓ΄Ματθαίου, που έγινε στο χωριό Ιτέα Φλώρινας την 3...

Ο Άγιος Αλέξανδρος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ήταν, όπως λέγουν, «αποστολικοίς χαρίσμασι λαμπρυνόμενος». Σαν πρεσβύτερος  ακόμα, διακρινόταν για τη μεγάλη του ευσέβεια, την αρετή και  την  αγαθότητά  του.
Στην  Α’ Οικουμενική σύνοδο, που  έγινε  στη  Νίκαια  της  Βιθυνίας, ο τότε Πατριάρχης τον εξέλεξε αντιπρόσωπό του. Και  όταν στην Σύνοδο αυτή  καταδικάστηκε ο  Άρειος, ο Αλέξανδρος, άν και γέροντας 70 χρονών, δέχθηκε να περιοδεύσει στην Θρᾴκη, Μακεδονία, Θεσσαλία και  στην υπόλοιπη Ελλάδα, για να διδάξει και  να γνωστοποιήσει τα ορθά δόγματα των αποφάσεων της Συνόδου της  Νικαίας. Αλλά  ενώ  βρισκόταν στην περιοδεία αυτή, ο πατριάρχης Μητροφάνης απεβίωσε. Όρισε  όμως  διάδοχό  του τον  Αλέξανδρο, διότι, παρά  το  γήρας  του, είχε τα κατάλληλα εφόδια για τη διακυβέρνηση της αρχιεπισκοπής της πρωτευούσης.
Πράγματι, σαν Πατριάρχης ο Αλέξανδρος ανταποκρίθηκε σωστά στις δύσκολες περιστάσεις των καιρών. Τότε ο Άρειος είχε εξαπατήσει το βασιλιά  Κωνσταντίνο  ότι δήθεν πιστεύει ορθά. Και ο βασιλιάς  διέταξε τον  Αλέξανδρο  να  αφήσει  τον  Άρειο  να  μετέχει  της  Θείας  Κοινωνίας. Ο Αλέξανδρος, λυπημένος, προσευχήθηκε στον Θεό και ζήτησε την βοήθειά Του. Η δέηση του Ιεράρχη εισακούσθηκε. Και το πρωί που ο Άρειος με πομπή θα πήγαινε στην εκκλησία, βρέθηκε το σώμά του σχισμένο και σκωληκόβρωτο!        
Ο  Άγιος  Αλέξανδρος  απεβίωσε  ειρηνικά  το  340 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Μύσται οὐράνιοι ἀποδεικνύμενοι, θεῖοι ἐκφάντορες τῷ κόσμῳ ὤφθητε, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ποιμάναντες θεαρέστως, ἱερὲ Ἀλέξανδρε, τῆς Τριάδος ὁ πρόμαχος, Ἰωάννη ἔνδοξε, ὁ τῆς χάριτος τρόφιμος, καὶ Παῦλε Ἱερέων ἀκρότης· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν τριάδα σήμερον, Ἱεραρχῶν τῶν Ὁσίων, ἱεροῖς ἐν ᾄσμασιν, ἐγκωμιάσωμεν πάντες· οὗτοι γὰρ, ὡς οἰκονόμοι τῶν ἀπορρήτων, νέμουσι, χάριν ἀέναον τοῖς βοῶσιν, ὦ Ἀλέξανδρε παμμάκαρ, καὶ Ἰωάννη, σὺν Παύλῳ χαίρετε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων τριὰς σεπτή, Ἀλέξανδρε μάκαρ, σὺν τῷ Παύλῳ τῷ εὐκλεεῖ, καὶ τῷ Ἰωάννη, ἡ τρίφωτος λυχνία, ἡ πᾶσαν Ἐκκλησίαν, καταπυρσεύουσα.


Ο Άγιος Ιωάννης Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Πρόκειται μάλλον για τον Ιωάννη τον ονομαζόμενο Ξιφιλίνο, που διαδέχτηκε  τον  Πατριάρχη  Κωνσταντίνο  τον  Γ’.
Γεννήθηκε το 1006  στην  Τραπεζούντα  και διακρίθηκε για την μεγάλη του παιδεία και τα μεγάλα πολιτικά αξιώματα που είχε καταλάβει. Κατόπιν  όμως  αποσύρθηκε σε κάποια μονή  της  Βιθυνίας, όπου  μόνασε 10  χρόνια.
Από  εκεί προσκλήθηκε για να καταλάβει τον πατριαρχικό θρόνο. Χειροτονήθηκε ιερέας, και μετά μία  εβδομάδα – την 1η Ιανουαρίου 1064 – επίσκοπος.
Ο Ιωάννης λειτουργούσε και κήρυττε κάθε ημέρα στους ναούς της πρωτεύουσας, επισκεύασε τις εικόνες της αγίας Σοφίας, και μοίραζε δωρεάν ψωμί  και  σιτάρι  στους  φτωχούς. Πέθανε  το 1075, και  να  πως τον περιγράφει ένας από τους συγχρόνους του: «ανεφάνη ανήρ πρώτον μεν καθαρώτατος και αγνότατος και προ παντός ρύπου σωματικού καθάπαξ απεχόμενος. Έπειτα δε τα εις καταφρόνησιν χρημάτων και ακτημοσύνην τελείαν και την προς τους πένητας φιλανθρωπίαν και μετάδοσιν κατ’ ουδέν ελάττων του περιβόητου εκείνου Ελεήμονος, και ταις άλλοις δε αρεταίς πάσαις συλλήβδην ειπείν αφθόνως κοσμούμενος, αλλά και τω λόγω πολύς, και παιδεύσεως πάσης μετειληχώς και νομομαθείς  εξαίρετος».


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Μύσται οὐράνιοι ἀποδεικνύμενοι, θεῖοι ἐκφάντορες τῷ κόσμῳ ὤφθητε, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ποιμάναντες θεαρέστως, ἱερὲ Ἀλέξανδρε, τῆς Τριάδος ὁ πρόμαχος, Ἰωάννη ἔνδοξε, ὁ τῆς χάριτος τρόφιμος, καὶ Παῦλε Ἱερέων ἀκρότης· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν τριάδα σήμερον, Ἱεραρχῶν τῶν Ὁσίων, ἱεροῖς ἐν ᾄσμασιν, ἐγκωμιάσωμεν πάντες· οὗτοι γὰρ, ὡς οἰκονόμοι τῶν ἀπορρήτων, νέμουσι, χάριν ἀέναον τοῖς βοῶσιν, ὦ Ἀλέξανδρε παμμάκαρ, καὶ Ἰωάννη, σὺν Παύλῳ χαίρετε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων τριὰς σεπτή, Ἀλέξανδρε μάκαρ, σὺν τῷ Παύλῳ τῷ εὐκλεεῖ, καὶ τῷ Ἰωάννη, ἡ τρίφωτος λυχνία, ἡ πᾶσαν Ἐκκλησίαν, καταπυρσεύουσα.


Ο Άγιος Παύλος ο νέος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Για τον Πατριάρχη Παύλο δεν έχουμε σαφείς και συγκεκριμένες πληροφορίες. Μερικοί νομίζουν  ότι  πρόκειται  για  τον  Παύλο  τον  Γ’.
Αυτός  πατριάρχευσε  το  686 – 693. Προήδρευσε της Πενθέκτης  λεγομένης Συνόδου. Άλλοι νομίζουν, ότι πρόκειται για τον Πατριάρχη Παύλο τον Δ’. Αυτός καταγόταν από  την Κύπρο και  έλαμψε, κατά  τον Θεοφάνη, στα λόγια και στα έργα. Ανέβηκε στον θρόνο το 770, παραιτήθηκε δε στα τέλη  Αυγούστου  του  784  και  αποσύρθηκε  στη Μονή  Φλώρου, όπου έζησε  σαν  απλός  μοναχός  μόνο  δυο  ή  τρεις μήνες  από  την  παραίτησή  του.
Ανήκε  στους ζηλωτές της Ορθοδοξίας και διακρίθηκε για τις ελεημοσύνες του.
(Η μνήμη του, σε ορισμένους Συναξαριστές, περιττώς επαναλαμβάνεται και  την  2α  Σεπτεμβρίου).


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Μύσται οὐράνιοι ἀποδεικνύμενοι, θεῖοι ἐκφάντορες τῷ κόσμῳ ὤφθητε, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ποιμάναντες θεαρέστως, ἱερὲ Ἀλέξανδρε, τῆς Τριάδος ὁ πρόμαχος, Ἰωάννη ἔνδοξε, ὁ τῆς χάριτος τρόφιμος, καὶ Παῦλε Ἱερέων ἀκρότης· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν τριάδα σήμερον, Ἱεραρχῶν τῶν Ὁσίων, ἱεροῖς ἐν ᾄσμασιν, ἐγκωμιάσωμεν πάντες· οὗτοι γὰρ, ὡς οἰκονόμοι τῶν ἀπορρήτων, νέμουσι, χάριν ἀέναον τοῖς βοῶσιν, ὦ Ἀλέξανδρε παμμάκαρ, καὶ Ἰωάννη, σὺν Παύλῳ χαίρετε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων τριὰς σεπτή, Ἀλέξανδρε μάκαρ, σὺν τῷ Παύλῳ τῷ εὐκλεεῖ, καὶ τῷ Ἰωάννη, ἡ τρίφωτος λυχνία, ἡ πᾶσαν Ἐκκλησίαν, καταπυρσεύουσα.


Ο Όσιος Φαντίνος ο Θαυματουργός

Καταγόταν από την Καλαβρία της Ιταλίας. Ο πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος, η δε μητέρα του Βρυαίνη. Από μικρός αφοσιώθηκε στην υπηρεσία της πίστης και ήταν τόσο ενάρετος και μορφωμένος, ώστε να τον παρακολουθούν  και  πολλοί μαθητές, που τους δίδασκε την έμπρακτη  ευσέβεια.
Σε  ηλικία  60  χρονών, αφού  πήρε  δύο  από τους μαθητές του, τον Βιτάλιο  και τον Νικηφόρο, πήγε στην Πελοπόννησο, όπου εγκαταστάθηκε για λίγο καιρό  στην  Κόρινθο και  έφερε πολλές  ψυχές στη Σωτηρία.          
Κατόπιν επισκέφθηκε την Αθήνα, όπου προσκύνησε στο ναό της Θεοτόκου. Έπειτα  πήγε  στη  Λάρισα  και  από  κει  στη Θεσσαλονίκη. Εδώ  έμεινε οκτώ ολόκληρα χρόνια υπηρετώντας το Ευαγγέλιο και απεβίωσε  ειρηνικά  υπέργηρος  το  έτος  974.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Ταῖς θείαις λαμπρότησι, καταυγασθεὶς τὴν ψυχήν, τὰ σκάματα ἤνυσας, τῆς ἐναρέτου ζωῆς, Φαντῖνε μακάριε· ὅθεν τὴν τῶν θαυμάτων, κομισάμενος χάριν, λύεις τῶν παθημάτων, χαλεπὰς ἀμαυρώσεις, πρεσβεύων θεοφόρε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν. 
Τῷ θείῳ φωτί, Φαντῖνε αὐγαζόμενος, παθῶν τὴν ἀχλύν, διέλυσας τοῖς πόνοις σου, καὶ θαυμάτων εἴληφας, οὐρανόθεν τὴν θείαν ἐνέργειαν· διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι· Μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὦ Φαντῖνε Πάτερ σοφέ, ἐναρέτου βίου, ὑποτύπωσις ἀληθής· χαίροις ὁ μεσίτης, καὶ πρέσβυς θεοφόρε, πρὸς τὸν Χριστὸν τῶν πίστει, ἀνευφημούντων σε.


Ο Όσιος Αλέξανδρος ηγεμόνας της Ρωσίας

Υπήρξε  άρχοντας  Βλαδημηρίας  και  Νεαπόλεως  της  Ρωσίας και  έγινε  μοναχός  με  το  όνομα  Αλέξιος. Απεβίωσε  ειρηνικά  το  1263. Ακολουθία  του  Οσίου  αυτού  συνέταξε  ο  Κωνσταντίνος  Οικονόμος.

Ο Άγιος Φιλωνίδης (ή Φιλονείδης) ο Ιερομάρτυρας


«Το  νικάν αυτόν εαυτόν, αύτη πασών των νικών πρώτη τε και αρίστη», λέει  ένας  αρχαίος  σοφός, ο  Πλάτων.
Κι  είναι  τα  λόγια  τούτα  αληθινά! Είναι  λόγια  αθάνατα!
Γιατί  ο  εαυτός  μας, είτε  το  αναγνωρίζουμε είτε όχι, είναι για τον καθένα μας ο μεγαλύτερος εχθρός. Εχθρός ασυγκράτητος και δυνατός. Εχθρός  ανυποχώρητος  και  σκληρός.
Το  να  μπορεί  δε  ένας  να  συγκρατεί  και  να  δαμάζει  έναν τέτοιο εχθρό, το να μπορεί να επιβάλλεται στον ψυχικό του κόσμο και να πετυχαίνει να κάμνει όχι αυτό που του ζητούν οι άλογες ορμές και  τα πάθη του, αλλά  αυτό  που  πρέπει, τότε  λέγουμε, πως   αυτός  κερδίζει την  πρώτη,  μα  και   την  ωραιότερη  νίκη.
 Αυτή την αλήθεια  έκαμαν βίωμα και σκοπό στη ζωή τους όλοι εκείνοι, που πέρασαν από τον πλανήτη μας κι έγραψαν με το παράδειγμα  και  τον βίο τους ανεξίτηλα τα ονόματά τους στο βιβλίο του  Θεού. Ένας  απ’ αυτούς τους  τρανούς  αγωνιστές  και  νικητές  του  εαυτού  τους  είναι  κι ο  ιερομάρτυρας Φιλωνίδης.
 Γεννήθηκε  στὴν Κύπρο  γύρω στο 250 μ.Χ. Αλλά δεν γνωρίζουμε τον τόπο.
 Ούτε και  ποιοι  ήσαν οι  γονείς του. Εκείνο  που  γνωρίζουμε  είναι  πως  ο Άγιος  σε  νεαρή  ηλικία κλήθηκε να υπηρετήσει την Εκκλησία του Χριστού  στο Κούριο, που  ήταν μία πόλη  μεγάλη  και  περιώνυμη  για  την λατρεία του Απόλλωνα και την ακολασία της! Από τούτη την πνευματική εξέλιξη του Αγίου  κρίνουμε, πως  και  οι  γονείς του  πρέπει να ήσαν χριστιανοί  και  μάλιστα πιστοί. Από  αυτούς ο προνομιούχος νέος  πρέπει  να  διδάχθηκε  «απὸ  βρέφους τα  ιερά γράμματα».
Την εποχή  αυτή φαίνεται, πως η χριστιανική θρησκεία είχε αρκετά διαδοθεί στην Κύπρο. Το  κήρυγμα  των  αποστόλων  Παύλου και Βαρνάβα και  του Μάρκου έπεσε σε αγαθή γη. «Όπου επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η  χάρις» (Ρωμ. ε’ 20). Ηρακλείδιος, Μνάσων, Ρόδων, Αυξίβιος, Μακεδόνιος, Λάζαρος, Επαφράς, Τυχικός, Σέργιος Παύλος, Τίτος, είναι  μερικά ονόματα, ελάχιστα από εκείνους που  όχι μόνο  δέχτηκαν  με δίψα και  λαχτάρα  τη  νέα  πίστη  μα και αγωνίστηκαν  να  την  διαδώσουν  παντού.
 Αγωνίστηκαν, γιατί στο  νησί αυτό  η  ειδωλολατρία  είχε  πολύ  βαθιές τις ρίζες. Η λατρεία των Θεών του Ολύμπου και ιδιαίτερα της θεάς Αφροδίτης για την οποία ήταν κοινή  η  πίστη πως γεννήθηκε από  τους αφρούς  της  θάλασσας της Πάφου, ήταν πολύ  στενά συνδεδεμένη με όλες  τις  εκδηλώσεις της  ζωής  των  κατοίκων  του  νησιού.
Η νέα θρησκεία ερχόταν να καταργήσει αυτές τις εκδηλώσεις, για τούτο και  η  αντίδραση υπήρξε άμεση. Αυτοί οι πρώτοι κήρυκες του θείου λόγου, οι Απόστολοι Παύλος  και  Βαρνάβας  και  Μάρκος  γνώρισαν  από προσωπική  εμπειρία την σφοδρή  αντίθεση των φανατικών οπαδών της παλαιάς θρησκείας. Στην ιεραποστολική τους πορεία ανάμεσα στην Πάφο  «ευρήκαν τους ποταμούς των ψυχών  εις  κατάσταση  αυξανομένης εξεγέρσεως, αναβαίνοντας».
Πολλά εμπόδια παρενέβαλε ο διάβολος στο έργο τους. Η Πάφος πλημμύρισε κυριολεκτικά από  «εκδηλώσεις βίας, τοις  βιαίοις επικλύσας». (Analect 147). Η  λαϊκή  παράδοση αναφέρει, πως ο Απόστολος  Παύλος  δέθηκε σε μία πέτρινη κολόνα, που δεικνύεται ακόμη  και  σήμερα  στην Κάτω Πάφο κοντά στο ναό της Χρυσοπολίτισσας και κτυπήθηκε ανελέητα «σαράντα παρά μίαν» μαστιγώσεις. Όμως  παρά  τους διωγμούς  και  τα  εμπόδια  η  θρησκεία του  γλυκύτατου Ιησού είχε σε πολλά μέρη επιβληθεί.  «Υπερεπερίσσευσεν η χάρις». Πολλές οικογένειες την εποχή  αυτή γνώρισαν τον Κύριο και  ζούσαν  έντονα  τις  επιταγές  της  νέας  ζωής, της  χριστιανικής.
 Από  μία τέτοια οικογένεια  χριστιανική  γεννήθηκε  και  ο  Φιλωνίδης. Απὸ  αυτή  διδάχτηκε πως η λατρεία των ειδώλων ήταν χωρίς περιεχόμενο. Ψεύτικοι  και  ανύπαρκτοι  θεοί  ήταν  όλοι τους. Μόνο ο Θεός  των χριστιανών είναι Θεός  αληθινός. Αυτός υπήρχε  προ  πάντων των αιώνων  και  θα  υπάρχει  εις πάντας τους αιώνας. Αυτός δημιούργησε τον κόσμο. Αυτός από αγάπη έστειλε στον κόσμο και  τον Μονογενή  Υιό Του. Ήλθε κι έζησε ανάμεσα στους ανθρώπους σαν άνθρωπος «παρεκτός αμαρτίας». Δίδαξε, σταυρώθηκε για τις αμαρτίες τους  και  αναστήθηκε  για την δικαίωση και την σωτηρία τους. «Παρεδόθη  δια τα παραπτώματα ημών και  ηγέρθη  δια  την  δικαίωσιν ημών» (Ρωμ. δ’ 25).
 Αυτού  του  αληθινού  Θεού  παιδιά  είμαστε  όλοι  οι  άνθρωποι. Και Αυτόν τον αληθινό  Θεό  οφείλουμε  ν’ αγαπούμε με όλη  μας  την  ψυχή και  την  καρδιά  και  με όλη  μας  την  δύναμη. Και  την  αγάπη  μας  στον Θεό  μας  θα  μπορούμε  να  τη  δείχνουμε, άν  αγαπούμε  συγχρόνως  και τον πλησίον μας, δηλαδή  τον κάθε  άνθρωπο  σαν  και  τον  εαυτό  μας. Γι’ αυτές  τις  δύο  αγάπες  πρέπει  να  είμαστε  έτοιμοι  και  την  ζωή  μας να θυσιάσουμε. Γιατί οι  δυο  αυτές  αγάπες  είναι  οι  δυο  φτερούγες  με τις  οποίες  ο  κάθε  άνθρωπος μπορεί  να πετά, για να φτάσει μία  μέρα στα  ουράνια  παλάτια της  αιωνιότητας.
 Με τέτοιες διδασκαλίες απλές οι χριστοφόροι γονείς φρόντιζαν να ενσταλάζουν στην αγνή ψυχή  του  παιδιού  τους  «εξ  απαλών  ονύχων» το  γνήσιο  πνεύμα  της διδασκαλίας του Χριστού. Έτσι  μεγάλωνε το παιδί. Και στην καρδιά του μέρα με την ημέρα μεγάλωνε μαζί και  ο πόθος, ο φλογερός πόθος να γίνει ένας εργάτης του Χριστού. Να προσφέρει και  αυτός τον εαυτό του στην ιερή  φάλαγγα εκείνων, που δούλευαν  για  την  πνευματική  ανόρθωση  των  ανθρώπων  του  νησιού.
 Επιτέλους  ήρθε η  ώρα. Νέος  πια ο  Φιλωνίδης  έτοιμος  σε  όλα  κλήθηκε στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Δέχτηκε την κλήση. Και υπηρέτησε με ζήλο. Στην αρχή  ως αναγνώστης. Ύστερα  ως  διάκονος  και  πρεσβύτερος. Και  μετά τον θάνατο του επισκόπου του, Κουρίου, ως επίσκοπος.
 Στη νέα του θέση ο ζηλωτής ποιμένας των λογικών προβάτων του Χριστού  είχε  πολλές  δυσκολίες  και  εμπόδια  να  υπερνικήσει. Το Κούριο, η ομορφοχτισμένη Ελληνική  πόλη στα νότια της Κύπρου, που δεχόταν κάθε μέρα της γαλανής θάλασσας το  φίλημα  και  τη  νύχτα  το γλυκό νανούρισμά της, ήταν ένα από τα μεγάλα κέντρα της ειδωλολατρίας της Κύπρου. Εδώ ήταν χτισμένος ο περίφημος ναός του Απόλλωνα με το γνωστό  μαντείο. Χιλιάδες  λαού  όχι  μόνον  από  το  νησί της  Κύπρου, αλλά  και  από  άλλες  χώρες  της  απέραντης  Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μαζευόντουσαν σ’ αυτό, για να προσφέρουν θυσίες, να το  συμβουλευτούν  και  ν’ ακούσουν  κάτι  για  το  μέλλον τους. Εδώ υπήρχε κι ένα ωραιότατο στάδιο. Πλήθη από φιλάθλους συνερχόντουσαν κάθε φορά, για να παρακολουθήσουν τους αθλητικούς αγώνες. Κι  άλλοι  να  ιδούν  και να διδαχθούν από τα ποικίλα πνευματικά έργα της Ελληνικής  δημιουργίας, που συχνά  παιζόντουσαν στο  μαρμάρινο  θέατρο  της πόλεως. Όλα  τούτα  μαζί  με τα γυμναστήρια  και  τους  βωμούς  για θυσίες  και τα αγάλματα  και  τις άλλες εκδηλώσεις της ειδωλολατρικής ζωής έκαμναν την πόλη κέντρο θρησκευτικού φανατισμού, αλλά και  ανηθικότητας. Σε αυτό  το κέντρο ανέλαβε  ο  μακάριος επίσκοπος με φλογερό  ζήλο  το  έργο  του, το  θείο έργο  της  σωτηρίας  ψυχών.
 Η πρώτη  του  προσπάθεια στράφηκε στην οργάνωση του μικρού ποιμνίου του. Γι’ αυτό διαθέτει όλα τα υλικά αγαθά που  του  αφήκαν  οι γονείς του. Πτωχεύει  αυτός για να  ανακουφίσει  τα  πνευματικά  παιδιά του, όπως  αποκαλεί  τους  χριστιανούς  του. Το  παράδειγμά  του  συγκινεί όχι μονάχα τους πιστούς, αλλά και τους ειδωλολάτρες, που αρχίζουν  να προσβλέπουν με εμπιστοσύνη σε αυτόν. Τον παρακολουθούν  με προσοχή, τον  συντρέχουν  και τον ακούν με σεβασμό. Στο  κήρυγμά του κάθε φορά  τρέχουν  και  νέοι  ακροατές. Και αυτός με υπομονή  και καλοσύνη, αλλά  και  αγάπη   ανεξάντλητη  τους κατευθύνει και  τους καθοδηγεί  στον  δρόμο  της  αλήθειας, του  Θεού  τον δρόμο. Καθημερινά και νέοι προσήλυτοι προσέρχονται και κατηχούνται  και  βαπτίζονται  και  προστίθενται  στο  λογικό  ποίμνιο της μάνδρας του Χριστού. Έτσι το Κούριο, που ήταν μία πόλη κέντρο ειδωλολατρίας  και διαφθοράς, με τον  καιρό γίνεται μία πόλη του Χριστού. Ένα  κέντρο  χριστιανικής  αγάπης  και  ηθικής  ανορθώσεως.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επιδεικνύει ο ενάρετος ιεράρχης στην εκλογή των συνεργατών του. Γνωρίζει  ότι  οι  καλοί  και  άξιοι  ιερείς  είναι  η  δύναμη του επισκόπου, αλλά και  της Εκκλησίας οι αφοσιωμένοι εργάτες και οδηγοί. Γι’ αυτό  και  αδιάκριτα  δεν  χειροτονεί  κανένα. Πρέπει  να  βρει τον κατάλληλο και έτσι να προχωρήσει. Τα λόγια του θείου Παύλου «χείρας ταχέως μηδενί επιτίθει, μηδέ κοινωνεί αμαρτίαις αλλοτρίαις» αποτελούν γι’ αυτόν ένα γνώρισμα ενεργείας στο θέμα αυτό. Έτσι εργάζεται  ο  γεραρός  επίσκοπος  ως την ημέρα που κηρύχτηκε ο τρομερός  διωγμός  επί  Διοκλητιανού.
 Ο τότε ηγεμόνας της Κύπρου Μάξιμος, άνθρωπος σκληρός και διεφθαρμένος  βρήκε  την ευκαιρία να εκδηλώσει όλο το μίσος του ενάντια  στη  νέα  θρησκεία. Οι  φυλακές  γέμισαν  από  κρατουμένους. Στα  στάδια σέρνονται καθημερινά οι  οπαδοί του Εσταυρωμένου. Μια πρόχειρη δίκη διεξάγεται εκεί. Ακολουθεί  η  ομολογία του μάρτυρος, τα βασανιστήρια  κτηνώδη  και  απάνθρωπα και στο  τέλος ο θάνατος. Το αίμα  τρέχει  άφθονο  στη  Νήσο  των  Αγίων.
Κάποια  μέρα άνθρωποι του  ηγεμόνα  συνέλαβαν  και  τον  επίσκοπο  και τον έριξαν στη φυλακή. Εκεί με άλλους αλυσοδεμένους ειδωλολάτρες είχαν συλληφθεί και εκρατούντο και  τρία πνευματικά παιδιά του. Ο ιερέας  Αριστοκλής, ο  διάκονος Δημητριανός κι ο αναγνώστης Αθανάσιος. Παραχώρηση Θεού η συνάντηση. Ευκαιρία για αλληλοενίσχυση. Και  μοναδικό  μέσο  για τον  σκοπό  τούτο  η  προσευχή. Η  θερμή  και  ολόψυχη  στον  Πλάστη  προσευχή.
- Παιδιά μου, τους  έλεγε  ο  στοργικός  επίσκοπος. Μεγάλη  τιμή μας κάνει με τούτη την δοκιμασία ο Κύριός μας. Τώρα μπορούμε και  εμείς μαζί με τον απόστολο Παύλο να αναφωνούμε! «Ημίν εχαρίσθῃ το υπέρ Χριστού, ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν» (Φιλιπ. α’ 30).
Κι η παραχώρηση  τούτη  είναι  τιμή  για  μας. Είναι  τιμή  και  προνόμιο. Άς τον ευχαριστήσουμε από  τα βάθη της ψυχής μας κι άς τον παρακαλέσουμε. Άς τον παρακαλέσουμε να μας αξιώσει να μείνουμε πιστοί  στο  πανάγιο  θέλημά  Του  μέχρι  θανάτου.
Οι κρατούμενοι γονάτισαν. Και ο φωτισμένος ιεράρχης ανέπεμψε μία τέτοια  περίπου  προσευχή:
«Κύριε, σε  παρακαλούμε. Μην  απομακρύνεις  από  ημάς το  έλεός  σου προς  χάριν του  αγαπητού  Σου  υιού, του  Σωτήρος ημών  Χριστού. Μη μας  κατεντροπιάσεις. Δείξε και  σε τούτη την περίσταση  απέναντί  μας την επιείκειά σου και  την ευσπλαγχνία σου. Σύμφωνα με τα τόσα θαυμαστά  σου έργα, τα αναρίθμητα, γλίτωσέ μας και  τούτη  την  φορά από  τους  πλοκάμους  της  αμαρτίας  που  μας  τριγυρίζει  και  δόξασε  με τον τρόπο αυτό  το  πανάγιο  όνομά  Σου. Θέλουμε  να μείνουμε  πιστοί στο θέλημά Σου οσαδήποτε μέσα κι άν χρησιμοποιήσει ο  δόλιος εχθρός. Βοήθησέ μας. Χάλκεψε μέσα μας ακατάλυτη την απόφαση να μη λυγίσουμε με κανένα τρόπο. Και αξίωσέ μας, Κύριε, να ιδούμε να καταισχύνονται  όλοι εκείνοι, που  φέρονται  με  σκληρότητα και κακότητα  στους  δούλους  σου. Δώσε  ακόμη,  Πατέρα, να  ιδούμε  την αγία σου θρησκεία να απλώνεται παντού και  την Εκκλησία σου σαν δένδρο  ευσκιόφυλλο  να  σκεπάζει  ολόκληρο  τὸ νησί μας. Αμήν.
Την τελευταία λέξη πρόφεραν όλοι τους με βαθιά πίστη. Ήταν μία εγκάρδια  ευχή!
 Από  την  στιγμή  που ο μακάριος επίσκοπος είχε συλληφθεί κι εγκλειστεί στη φυλακή, μια διαφορετική συμπεριφορά και διαγωγή παρατηρήθηκε  στους  κρατουμένους. Οι  φωνές  και  οι  βλασφημίες  κι όλες  οι  άλλες  βρωμερές  εκφράσεις  λιγοστεύουν  μέρα  με  την  ημέρα. Το κήρυγμα του Εσταυρωμένου συγκινεί. Οι καρδιές αλλάζουν. Η αγριότητα παραμερίζει. Και  η  σκληρότητα  παραχωρεί  την θέση της στην  πραότητα  και  την  καλοσύνη.
Πόση δύναμη αλήθεια κλείνει μέσα της η ζωντανή διδασκαλία, σαν συνοδεύεται  και  με το  καλό  παράδειγμα! Τι δεν θα μπορούσε να πετύχει  ο χριστιανισμός άν αυτοί  που τον προβάλλουν, φρόντιζαν  μαζί με τα όμορφα  λόγια  που  κηρύττουν, να  παρουσίαζαν  και  τον  εαυτό τους  υπόδειγμα  και  πρότυπο  των  όσων  διδάσκουν! Τότε  δεν  θα  είχαμε  το  τρομερό κατάντημα, που παρατηρούμε τόσο έντονα στην εποχή μας. Πολλοί  κήρυκες. «Κύμβαλα  όμως  αλαλάζοντα...» Ούτε  και το  παράπονο  του  Κυρίου θα ακουόταν τόσο θλιβερό. «Το όνομα του Θεού  δι’ υμάς βλασφημείται εν τοις έθνεσι». (Ρωμ. β’ 24). Να  ευχηθούμε να  έρθει  το  γρηγορότερο  μια  τέτοια  εποχή; Ο  Κύριος  να  δώσει.
 Ένα πρωί, μόλις η αγία συντροφιά τέλειωσε την κατανυκτική της προσευχή  δυνατές  φωνές ακούστηκαν έξω από το κελί των κρατουμένων. Σε λίγο  η  πόρτα άνοιξε  βίαια και  τρεις  δήμιοι  μπήκαν μέσα  και  έσυραν  έξω τον ιερέα Αριστοκλή, τον διάκονο Δημήτριο  και τον αναγνώστη Ἀθανάσιο. Ἐνα χαμόγελο ευγνωμοσύνης άνθισε στα χείλη  και  των τριών. Ευγνωμοσύνης  στον  Κύριο  που  τους  έκαμνε  την τιμή  να  τον  ομολογήσουν  ενώπιον  μικρών  και  μεγάλων.
 Σε μία ευρύχωρη  πλατεία  ήταν  μαζεμένος κόσμος πολύς. Στη  μέση ήταν στημένη μία εξέδρα. Ένας άνδρας καθόταν στο κέντρο. Μπροστά του  οδηγήθηκαν  οι  μάρτυρες. Μια  φωνή  δυνατή  ακούστηκε  να  λέει:
- Είστε έτοιμοι  να προσφέρετε θυσία στους  μεγάλους  θεούς  μας ή ακόμη  επιμένετε  στην  πλάνη  σας;
- Θεός  για μας δεν είναι  τα  είδωλα. Ο  αληθινός  Θεός  δεν  κατοικεί  στις πέτρες.
 Η τελευταία λέξη μόλις ακούστηκε. «Σκοτώστε τους απίστους» ήταν η διαταγή. Οι  δήμιοι  άρπαξαν  στα  δυνατά  τους  χέρια τους  μάρτυρες, τους  έσυραν  μακριά  και  εκεί  τους  θανάτωσαν.

Τρεις  ακόμη ζωές έσβησαν πρόωρα. Πότισαν με το αίμά τους το  δένδρο της πίστεως, το  χριστιανικό  δένδρο. Έσβησαν  επάνω  στο  σφρίγος  τους. Δεν  κατόρθωσαν  όμως  να σβήσουν, ούτε και  να μετριάσουν το μίσος που φώλιαζε στα στήθη του ειδωλολάτρη άρχοντα, που πολλές φορές ακουόταν  να  μονολογεί  και  να  λέει:
- Ο  επίσκοπος... Αυτός είναι το μεγάλο θεριό! Αυτόν πρέπει να εξευτελίσω  και  να  θανατώσω. Αυτόν...  Αλλά  πως;
Κάποια  στιγμή  σταμάτησε  απότομα  τις  βόλτες. Γέλασε  σαρκαστικά και  φώναξε  τον  υποτακτικό.
- Πες  να  έρθουν  οι  εκτελεστές.
 Σε λίγο παρουσιάστηκαν μπροστά του μερικά γεροδεμένα παλικάρια με μορφές  άγριες.
- Ο επίσκοπος πρέπει να βασανιστεί, είπε. Να βασανιστεί, όσο  μπορείτε πιο  σκληρά. Άν  δεν  υποχωρήσει, τότε να εξευτελιστεί... να  ξεγυμνωθεί κι επάνω στο σώμα του να ασελγήσουν μεθυσμένοι σάτυροι. Μετά να θανατωθεί.
Οι  εκτελεστές έτρεξαν να ετοιμάσουν τα σχετικά. Ένας  στρατιώτης, που ήταν εκεί, μυστικός χριστιανός, έτρεξε και αυτός στην φυλακή και  με πόνο ψυχής κάλεσε τον γηραιό  επίσκοπο  και  του  φανέρωσε  τη  διαταγή  του  άρχοντα.
 Ο  ιερομάρτυρας πάγωσε κυριολεκτικά, σαν έμαθε την απόφαση. «Το κορμί μου, ναι! Άς το  ξεσχίσουν! Άς το  κόψουν  κομμάτια! Άς  το  ψήσουν! Όχι  όμως  και  να το  μολύνουν! Αυτό  δεν  θα  γίνει  ποτέ!  δεν  θ' αφήσω  να γίνει ποτέ. Καλύτερα  να πεθάνω  μία ώρα  γρηγορότερα. Όχι  όμως να μολυνθώ, πρόφερε με σταθερότητα ο  σεβάσμιος  γέροντας. Και  γονάτισε.
- Κύριε, είπε, ελέησέ με. Δεν μπορώ και να σκεφθώ. Συγχώρησέ με και σώσέ  με  εκ  των  καταδιωκόντων  με.
Βοήθησέ με να κρατήσω αμόλυντη την ατίμητη αγνότητά μου και  μην επιτρέψεις μέσα μου κανένα συμβιβασμό με την αμαρτία και τη διαφθορά.
 Περιχαράκωσε μέσα μου την απόφαση να μείνω αγνός και  φύλαξέ με από  τη  δειλία  και  το  σκάνδαλο.
Αιώνιε  Αρχιερέα, μην επιτρέψεις  σε  καμιά  περίπτωση  να  λυγίσω  και ν’ αρνηθώ  την  αποστολή μου.
 Αφού προσευχήθηκε για πολλή ώρα με δάκρυα, σηκώθηκε. Κάλεσε κοντά του μερικούς  από  τους κρατουμένους αδελφούς και τους φανέρωσε  τις διαθέσεις του άρχοντα και την απόφασή του για αυτοθυσία. Ήθελε  να μη  σκανδαλισθεί  κανένας  από  τον  τρόπο  που θα πέθαινε. Μετά σύρθηκε σιγά – σιγά σ’ ένα διάδρομο και  από  μία μυστική  θυρίδα  ανέβηκε  σ’ έναν ψηλό γκρεμό. Εκεί σκέπασε το πρόσωπό του με τον επενδύτη του, έκαμε τρεις φορές το σημείο του σταυρού  και  ύστερα  ρίχτηκε  κάτω.

Προτού  το  σώμα  αγγίσει  τη  γη, η αγία ψυχή  του  ιερομάρτυρα, ελεύθερη, πέταξε  στον ουρανό. Έφυγε  ικανοποιημένη και χαρούμενη που κράτησε ανέπαφο τον θησαυρό της αγνότητάς του. Προτίμησε και αυτός τον τιμημένο θάνατο του  κορμιού, όπως  και  τόσες  παρθένες  κι άγιες  γυναίκες,  παρά  την  ατίμωση, τον  εξευτελισμό, την  ντροπή.
Το αμόλυντο  σώμα του αγίου το βρήκαν μερικοί ειδωλολάτρες. Το έβαλαν σε ένα σακί και το πέταξαν στη θάλασσα. Μα αυτή δεν το κράτησε. Σπλαγχνικότερη από τα θεριά, που λέγονται άνθρωποι, το απόθεσε σε λίγο απαλά στην αμμουδιά. Εκεί  κατόπιν οράματος το βρήκαν δύο χριστιανοί. Περπατούσαν έξω από την πόλη, όταν ξαφνικά είδαν  να  τρέχει  μπροστά τους γυμνός ο  αυτοθύτης Επίσκοπος. Το κεφάλι  του  στεφανωμένο  με  λαμπρό  στέμμα.
Το κορμί του ήταν αλειμμένο με ευωδιαστή σμύρνα. Και στο χέρι του κρατούσε  κλάδο  φοινικιάς.
Ήταν  ο  νικητής!
Ο νικητής του εαυτού του! Ο  νικητής της ζωής! Νικητής, μα και στεφανωμένος από τον Δίκαιο Κριτή με τον αμαράντινο της δόξας στέφανο.
Οι χριστιανοί ακολούθησαν με συγκίνηση την οπτασία. Όταν αυτή κάποια  στιγμή  χάθηκε  από  τα  μάτια  τους,  είδαν  μπροστά  τους  το αγνό του  μάρτυρος  σκήνωμα. Γονάτισαν  και  το  ασπάσθηκαν. Ύστερα το  σήκωσαν με  ευλάβεια  και  με  άλλους  χριστιανούς  τὸ έθαψαν με κάθε  τιμή  και  σεβασμό.
 Στην εποχή μας που  η ανηθικότητα κι η διαφθορά σαν ορμητικός χείμαρρος  παρασύρει κάθε μέρα χιλιάδες νεανικές ψυχές  στον  όλεθρο και  την  καταστροφή, το παράδειγμα του αυτομάρτυρα  Επισκόπου πρέπει  να  συγκινήσει  κάθε  καρδιά. Το  σώμα  του  καθενός  μας  είναι ένας ναός. Ναός ιερός «Πνεύματος  Αγίου του  ενοικούντος εν ημίν» (Β’ Τιμ. α’ 14). Κι όπως  κάθε  ναός πρέπει  να κρατείται  καθαρός, έτσι  και  ο ναός  του  σώματός  μας.
 Κανένα πράγμα δεν λερώνει και  δεν φθείρει τόσο το σώμα, όσο η ανηθικότητα και  η  σαρκολατρική  διαφθορά. «Ει τις τον ναόν  του  Θεού φθείρει, φθερεί  τούτον  ο  Θεός»  φωνάζει  και  ο  λόγος  του  Θεού (Α’ Κορ. γ’ 17).
Νέοι και νέες, φυλάχτε  την  αγνότητα  του σώματος  και  της  ψυχής  σας. Κλείστε ερμητικά  τ’ αυτιά σας στο  πλάνο  τραγούδι  των Σειρήνων, που σας καλεί στην ακολασία και τη διαφθορά. Γιατί, όταν οι άνθρωποι αποθαυμάζουμε και επιζητούμε να κάμουμε βίωμά μας την ζωή των Σοδόμων, πρέπει να γνωρίζουμε πως δεν θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε και  την τύχη τους. Κι είναι αυτός ο πιο μεγάλος κίνδυνος που αντιμετωπίζει  η  εποχή  μας. Πως  θα   σωθούμε;

Τον  δρόμο  μας  τον  δείχνει  ο  μεγάλος ιερομάρτυρας του  Κουρίου.
Μάθετε από  παιδιά να νικάτε τις  άνομες  επιθυμίες  που  φλογίζουν  την καρδιά σας. Μάθετε να νικάτε πάντα τον αμαρτωλό  εαυτό σας. Έτσι  θα είσαστε νικητές στον τραχύ δρόμο της ζωής.     
Αλλά  και  με τον τρόπο  αυτό  νικητές  και  θριαμβευτές  θα  πετάξετε  μία  μέρα  και  στην  αιωνιότητα.  Κοντά  στον  θρόνο  του  Θεού!


29/8/15

Αποτομή Κεφαλής Ιωάννου Προδρόμου

«Ουκ έξεστί σοι έχειν, την γυναίκα του αδελφού σου». Δεν σου  επιτρέπεται από το  νόμο  του  Θεού  να  έχεις  την  γυναίκα του  αδελφού σου, ο  οποίος ζει ακόμα. Λόγια του Τιμίου Προδρόμου, που αποτελούσαν μαχαιριές  στις  διεφθαρμένες  συνειδήσεις του  βασιλιά  Ηρώδη Αντίπα και  της παράνομης συζύγου του Ηρωδιάδος, που ήταν, γυναίκα  του αδελφού  του  Φιλίππου.
Ο  Ηρώδης, μη  ανεχόμενος  τους  ελέγχους  του Προδρόμου, τον φυλάκισε. Σε κάποια γιορτή όμως των γενεθλίων του, ο Ηρώδης υποσχέθηκε  με  όρκο να δώσει στην  κόρη της  Ηρωδιάδος ότι  ζητήσει, διότι του  άρεσε  πολύ  ο  χορός της. Τότε η  αιμοβόρος  Ηρωδιάς  είπε  στην κόρη της να ζητήσει στο  πιάτο  το  κεφάλι  του  Ιωάννη. Πράγμα  που  τελικά  έγινε.
Έτσι, ο ένδοξος Πρόδρομος του Σωτήρος θα παραμένει στους αιώνες υπόδειγμα σε όλους όσους θέλουν να υπηρετούν την αλήθεια και να αγωνίζονται κατά  της  διαφθοράς,  ανεξάρτητα από κινδύνους και θυσίες.
Και  να τι λένε οι 24 πρεσβύτεροι της  Αποκάλυψης  στον  Θεό  για  τους διεφθαρμένους: «ήλθεν... ο καιρός των εθνών κριθήναι... και  διαφθείραι τους  διαφθείροντας  την γην. Ήλθε, δηλαδή, ο  καιρός της  ανάστασης των νεκρών για να κριθεί ο κόσμος και να καταστρέψεις (Θεέ μου) εκείνους, που με τη διεφθαρμένη ζωή τους διαφθείρουν και καταστρέφουν την  γη.


Ἀπολυτίκιο. Ἦχος β’.
Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων· σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον. Ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καὶ τοὶς ἐν Ἅδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.        
Ὡς πάντων ὑπέρτερος, τῶν Προφητῶν ἀληθῶς, αὐτόπτης καὶ Πρόδρομος, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, Προφήτα γεγένησαι, ὅθεν καὶ παρ’ Ἡρώδου, ἐκτμηθεῖς σου τὴν Κάραν, ἔδραμες τοὶς ἐν Ἅδῃ, προκηρύξαι τὸ λύτρον διὸ σὲ Ἰωάννη Βαπτιστά, ποθῶ γεραίρομεν.


Κοντάκιον  Ἦχος πλ. α’.            
Ἡ τοῦ Προδρόμου ἔνδοξος ἀπoτομὴ, οἰκονομία γέγονέ τις θεϊκή, ἵνα καὶ τοῖς ἐν Ἅδῃ, τοῦ Σωτῆρος κηρύξῃ τὴν ἔλευσιν. Θρηνείτω οὖν Ἡρωδιάς, ἄνομον φόνον αἰτήσασα· οὐ νόμον γὰρ τὸν τοῦ Θεοῦ, οὐ ζῶντα αἰώνα ἠγάπησεν, ἀλλ’ ἐπίπλαστον πρόσκαιρον.


Μεγαλυνάριον.
Κἂν ἐτμήθης Κάραν ὦ Βαπτιστά, φθέγγεται ἠ γλῶσσα, τὸν Ἡρώδην ἐλέγχουσα· Λόγου τὴν φωνήν σε, σιγῆσαι γὰρ οὐκ ἔδει, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἐν Ἅδῃ, Χριστὸν κηρύξασθαι.


28/8/15

Ο Όσιος Μωϋσής ο Αιθίοπας

Ο  Όσιος  Μωυσής  έζησε  στην  Αίγυπτο  και  στην  αρχή  ήταν  ληστής. Αλλά  το  φως  της  γνώσης  και  της  μετανοίας  δεν  άργησε  να  φωτίσει τον δρόμο του. Η μεγάλη επιείκεια που έδειξε προς αυτόν κάποιος χριστιανός, ενώ αυτός τον είχε βλάψει, επέφερε στον Μωυσή ψυχική ανακαίνιση.
Πίστεψε, έγινε χριστιανός και  κατόπιν μοναχός. Αγωνίστηκε σκληρά μέσα  στην  έρημο  και  απέκτησε  μεγάλη  πνευματική  σύνεση  και αρετή. Η φήμη του έφερνε  στο  ερημητήριό του  πολλούς  χριστιανούς, που  άκουγαν με δέος τη  διδασκαλία του  κατά  της  υπερηφάνειας  και της  κατάκρισης.
«Είμαι», έλεγε, «ο χειρότερος των αμαρτωλών. Τα περασμένα μας αμαρτήματα πρέπει να τα έχουμε πάντα μπροστά μας και να λυπούμαστε γι’ αυτά. Αυτό  είναι  η  καλύτερη  μέθοδος για να φυλάξουμε τον εαυτό μας, με την βοήθεια του Θεού, ασφαλή. Άν νομίσουμε ότι  είμαστε  πνευματικά  όρθιοι, τότε  ακριβώς  είναι ο μεγάλος κίνδυνος μήπως πέσουμε. Για να μη φοβόμαστε τον Θεό, οφείλουμε  να  φοβόμαστε  πολύ  τον  εαυτό μας, δηλαδή  τις  αδυναμίες και τα πάθη μας».           
Με τέτοια αγία ζωή, ο Μωϋσής έφθασε στο 75ο  έτος της ηλικίας του. Ώσπου  ξαφνικά, ειδωλολάτρες  ληστές  εισέβαλαν στο  σπήλαιό  του και τον  σκότωσαν με μαχαίρια. (Σύμφωνα όμως  με  την  Συναξαριακή  πηγή του   Αγιου  Νικοδήμου, ο  Άγιος  Μωϋσής  απεβίωσε  ειρηνικά).


Ἀπολυτίκιο. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν παθῶν καταλείψας Πάτερ τὴν Αἴγυπτον, τῶν ἀρετῶν ἐν τῷ ὄρει ἀνῆλθες πίστει θερμῇ, τὸν Σταυρὸν τὸν τοῦ Χριστοῦ ἄρας ἐπ’ ὤμων σου· καὶ δοξασθεὶς περιφανῶς, τύπος ὤφθης Μοναστῶν, Μωσῆ Πατέρων ἀκρότης· μεθ’ ὧν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Αἰθιόπων πρόσωπα, ἀπορραπίσας, νοητῶν ἀνέλαμψας, καθάπερ ἥλιος φαιδρός, φωταγωγῶν τὰς ψυχὰς ἡμῶν, τῶν σὲ τιμώντων, Μωσῆ παμμακάριστε.


Μεγαλυνάριον.
Ἔργοις διαλάμψας ἀσκητικοῖς, ἐχθρῶν νοουμένων, ἀπημαύρωσας τὴν ἰσχύν, καὶ τῆς ἄνω δόξης ἐδείχθης κληρονόμος, συνὼν τοῖς Ἀσωμάτοις, Μωσῆ μακάριε.


Ο Άγιος Εζεκίας ο Δίκαιος Βασιλιάς

Ο  Δίκαιος  Βασιλιάς  Εζεκίας, ήταν  γιός  του  αποστάτη  βασιλιά του Ιούδα Άχαζ, που υποστήριζε με μεγάλη θέρμη τα είδωλα. Ο Εζεκίας  όμως,  ακολούθησε  εντελώς  διαφορετικό  δρόμο  από  τον  πατέρα  του.
Καταπολέμησε την ειδωλολατρία, έδωσε στην γιορτή του Ιουδαϊκού Πάσχα  περισσότερη μεγαλοπρέπεια, και  υποστήριξε με το προσωπικό  του παράδειγμα αλλά  και  το  βασιλικό  του κύρος, τον αληθινό  Θεό. Αλλά  και  ο  Θεός  τον  υποστήριξε  ανάλογα.
Ο Εζεκίας λοιπόν όχι μόνο  κατόρθωσε να νικήσει τους  Φιλισταίους, αλλά κατόρθωσε να ξεφύγει και από τον ζυγό των Ασσυρίων, κατατροπώνοντας  τον  Βασιλιά τους, Σεναριχείμ.
Οι  σύμβουλοι  του  Εζεκία  ήταν  οι  προφήτες Ησαΐας και  Μιχαίας. Ακόμα υποστήριξε πολύ  την γεωργία και το εμπόριο, οχύρωσε την Ιερουσαλήμ και στόλισε τον ναό της Ιερουσαλήμ.
Πέθανε το 696 π.Χ  και  τάφηκε  με  μεγάλη  πομπή,  στον  υψηλότερο τάφο  των  υιών  του  Δαυίδ. Υπήρξε δε  ένας από  τους  καλύτερους βασιλείς  του  Ιούδα.


27/8/15

Ο Όσιος Ποιμήν

Μαζί  με  τα  άλλα  αδέλφια του  έκαναν μικρή  μοναχική  αδελφότητα  σε μία μικρή  σκήτη  στην  Αίγυπτο. Ηγούμενος  αυτής της  αδελφότητας ήταν  ο  Ποιμήν, που είχε όλα τα προσόντα πραγματικού ποιμένας ψυχών. Η φήμη του είχε φθάσει σε μακρινές περιοχές  και  πολύς  κόσμος ερχόταν  να τον  δει  και  να τον συμβουλευθεί. Αυτός, όμως, δεχόταν μόνο τους μικρούς και  ταπεινούς. Όσοι  έρχονταν από  περιέργεια, δεν τους  δεχόταν, έστω  και  άν  ήταν  άρχοντες.
Κάποτε  ένας  απ' αυτούς  θύμωσε  που  δεν  τον  δέχθηκε. Και  επειδή ήταν  δικαστής, συνέλαβε τον μοναχογιό  της  αδελφής του Οσίου, με   την ιδέα  ότι τώρα θα ερχόταν ο ίδιος ο Ποιμήν σε αυτόν. Ο Όσιος, όμως, έγραψε προς  αυτόν: «Εξέτασον τον ανεψιόν μου κατά τους νόμους. Είναι ένοχος; Τιμώρησέ τον. Εάν όμως δεν είναι, κάμε  όπως θέλεις». Ο δικαστής θαύμασε τα γραφόμενα του Οσίου και αμέσως απέλυσε τον ανεψιό του.  
Όλα  αυτά βέβαια, τα  κατάφερνε ο  Ποιμήν, διότι καλλιεργούσε  το θεμέλιο των αρετών, την ταπεινοφροσύνη. Συχνά μάλιστα έλεγε: «Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από την ταπείνωσιν, όσην από τον αέρα τον οποίον εισπνέει. Η ταπεινοφροσύνη του πνεύματος είναι η ζωή  της ψυχής». Ο Όσιος Ποιμήν πέθανε ειρηνικά, προκύπτοντας σε όλες τις χριστιανικές  αρετές.


Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείων ἔργων σου, τῇ δᾳδουχίᾳ, λαμπρυνόμενος, τῇ διανοίᾳ, διακρίσεως φωστὴρ ὤφθης ἄδυτος, διασκεδάζων παθῶν τὴν σκοτόμαιναν, καὶ καταυγάζων ἡμῶν τὰ νοήματα. Ποιμὴν Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῶν λαμπρῶν ἀγώνων σου Ὅσιε Πάτερ, ἡ ἁγία σήμερον, μνήμη ἐπέστη τὰς ψυχάς, τῶν εὐσεβῶν κατευφραίνουσα, Ποιμὴν θεόφρον, Ὁσίων ἀγλάϊσμα.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ἀγγέλλων ὀ μιμητής, καὶ τῶν Μοναζόντων, παιδοτρίβης καὶ παιδευτής· χαίροις θεωρίας, καὶ πράξεως ὁ λύχνος, Ποιμὴν Πατέρων δόξα, Αἰγύπτου βλάστημα.


Ο Άγιος Φανούριος ο Μεγαλομάρτυρας ο Νεοφανής

Άγνωστος  στους  αρχαίους  Συναξαριστές.
Έγινε γνωστός  από  τυχαία εύρεση της εικόνος του τον 14ο αιώνα στην Ρόδο, όταν έσκαβαν παλιά σπίτια στο νότιο μέρος του παλιού τείχους. Εκεί  βρέθηκε αρχαίος ναός με πολλές κατεστραμμένες εικόνες και μεταξύ αυτών και η καλά διατηρημένη εικόνα επί της οποίας ο τότε μητροπολίτης Ρόδου Νείλος ο  Β’ ο Διασπωρινός (1355 – 1369) διάβασε  το όνομα του Αγίου «ο άγιος Φανώ». Ο Άγιος παριστανόταν σαν νεαρός στρατιώτης, κρατώντας  στο  δεξιό του χέρι σταυρό, πάνω στον οποίο ήταν  λαμπάδα  αναμμένη, γύρω  δε  από  την  εικόνα  τα  12 μαρτύριά του.
Τον αρχαίο αυτό  ναό  ανοικοδόμησε ο  Νείλος και τον αφιέρωσε στο όνομα του Αγίου Φανουρίου, που όπως φαίνεται συνέταξε και την Ακολουθία του.        
(Η  αναφορά  στο  Νέο Λειμωνάριο ότι η  εικόνα του  Αγίου βρέθηκε το 1500, είναι λανθασμένη. Διότι ο εεπίσκοπος Ρόδου Νείλος υπήρξε τον 14ο αιώνα).


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄστρον ἀνέτειλας, τῇ Ἐκκλησίᾳ Χριστοῦ, καὶ πάντας κατηύγασας, φανερωθεὶς θαυμαστῶς, Φανούριε ἔνδοξε· ὅθεν τοῖς εὔφημοῦσι, τὴν σὴν ἄθλησιν Μάρτυς, νέμεις τῶν σῶν θαυμάτων, τῆν σωτήριον χάριν, πρεσβεύων τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἱερεῖς διέσωσας, αἰχμαλωσίας ἀθέου, καὶ δεσμὰ συνέθλασας, δυνάμει θείᾳ θεόφρον, ᾔσχυνας, τυρράνων θράση γενναιοφρόνως· ηὔφρανας, Ἀγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, θεῖε ὁπλῖτα, Φανούριε ἔνδοξε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὦ Φανούριε Ἀθλητά, ὁ πᾶσι παρέχων, τὰ αἰτήματα συμπαθῶς· χαίροις εὐσεβούντων, ὁ μέγας ἀντιλήπτωρ, καὶ πάσης Ἐκκλησίας, θεῖον ἀγλάϊσμα.