30/9/18

ομιλία στην Κυριακή Β΄ Λουκά


Ὁμιλία  στὴν  Κυριακἠ  Β΄Λουκᾶ

«Καὶ   ἔσεσθε  υἱοὶ  τοῦ  Ὑψίστου»

            Ἐπειδὴ  οἱ  ἄνθρωποι  εἴμαστε   δημιουργήματα  τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοί μου,  ἔχουμε ἱερὸ χρέος    νὰ  πιστεύουμε  στὸν Κύριό μας  Ἰησοῦ  Χριστό,  ὁ ὁποῖος  μᾶς   χαρίζει     τὴν    πραγματική  μας  πρόοδο στὴ   ζωή  μας. Διότι   τὸ  Εὐαγγέλιο  τοῦ   Χριστοῦ  μπορεῖ νὰ  μᾶς  δείξει  τὸν  ἀληθινὸ   δρόμο  τῆς  ζωῆς, ὁ  ὁποῖος  μᾶς  ὁδηγεῖ     πρὸς  τὸν οὐρανὸ καὶ τὴν Οὐράνια  Βασιλεία  τοῦ Κυρίου μας.     Ὡς  παιδιὰ  τοῦ    Θεοῦ μας  ὀφείλουμε ἐπίσης  νὰ  ζοῦμε  ὡς   ἠγαπημένα  παιδιὰ     καὶ  Πριγκηπόπουλα  τοῦ  Οὐρανοῦ.
Τὸ   σημερινὸ  εὐαγγελικὸ  ἀνάγνωσμα  ἄλλωστε  μᾶς  λέει  πὼς  εἴμαστε     «υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου»  μόνο  ἄν  ἀγαποῦμε   καὶ  πιστεύουμε   στὸν Ἀρχηγὸ  τῆς  πίστεώς μας,  στὸν  Κύριό μας  Ἰησοῦ  Χριστό.     Γιατὶ  μόνο   ὅσοι  ζοῦν  σύμφωνα  μὲ  τὸ  θέλημα  τοῦ Χριστοῦ, μόνον  δηλαδὴ  ὅσοι  ἀγαποῦν  τὸ Χριστὸ ὄχι μόνο  θεωρητικά, ἀλλὰ  καὶ  πρακτικὰ  εἶναι  ἄνθρωποι   ἀγαπημένοι   ἀπὸ τὸν  Κύριο. 
Κατὰ  τὸν Μ. Βασίλειο    ἄνθρωπος      δημιουργήθηκε         «κατ’εἰκόνα Θεοῦ», καὶ  ὡς  ἐκ τούτου  εἶναι καὶ  λογικός.   «Ἐκ τοῦ  λογικὸς εἶναι», ὅπως  λέει ὁ Ἅγ. Βασίλειος. Ἔχει  λογικὸ    ἄνθρωπος  καὶ  γι’αὐτὸ  τὸ  λόγο  δημιούργησε  πολιτισμοὺς  καὶ κατασκέβασε   πολυτελῆ μέγαρα. Ὁ  ἄνθρωπος ὅμως  ἔχει  καὶ ψυχὴ  ὡς  «καθ’ ὁμοίωσιν  Θεοῦ».   Γι’ αὐτὸ  καὶ ὁ ἄνθρωπος  πρέπει  νὰ  εἶναι    χρηστὸς ὡς  πρὸς    τὰ  ἤθη, «εἰς τὸ   χρηστότητα  ἀναλαβεῖν», ὅπως  λέει  καὶ   Μέγας   Βασίλειος.  
  ἄνθρωπος   ὅμως  δυστυχῶς   ἁμαύρωσε   τὴν  εἰκόνα  αὐτὴν     τοῦ Θεοῦ καὶ  ἐξέπεσε   στὴν  ἁμαρτία. Γι’ αὐτὸ καὶ  ὁ Χριστὸς ἀναγκάστηκε  νὰ  γίνει     ἄνθρωπος, ἀλλὰ  χωρὶς      τὴν ἁμαρτία,  γιὰ  νὰ     καθαρίσει    τὴν    ἁμαυρωθεῖσα    εἰκόνα  τοῦ     ἀνθρώπου.  Διότι  ὅλοι  μας   γενικῶς   οἱ   ἄνθρωποι  ἔχουμε  λερώσει- ἄλλος  λιγότερο καὶ  ἄλλος  περισσότερο-   τὴν εἰκόνα  αὐτὴ    τοῦ  Θεοῦ  μας·  ὅλοι  μας, ἤ  τοὐλάχιστον οἱ  περισσότεροι ἐξ  ἡμῶν,   ξεχάσαμε    τὸν  ἀντικειμενικὸ   σκοπὸ  τοῦ  ἀνθρώπου, ποὺ    δὲν  εἶναι   ἄλλος  ἀπὸ  τὸ  νὰ  γίνει  παιδὶ  τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ  ἀγαπάει  ὡς  υἱὸς  τὸν πατέρα  του.
Πόσοι ὅμως ἀπὸ μᾶς   τοὺς  χριστιανοὺς  τῆς  ἐκκοσμικευμένης μας   ἐποχῆς  ζοῦμε  χρηστῶς  καὶ ἐναρέτως; Πόσοι   δηλαδὴ    βιώνουμε μιὰ    ζωὴ   Εὐαγγελική;     Δυστυχῶς, ἀδελφοί μου,   εἶναι  πολὺ ὀλίγοι  οἱ  συνειδητοὶ  χριστιανοὶ τῆς  σήμερον ἡμέρας.   Οὐδέποτεν ὅμως  οἱ  ἀληθινοὶ   χριστιανοὶ   δὲν  πρέπει νὰ εἶναι    ἐμπαθεῖς  ἄνθρωποι,   οὔτε πρέπει    νὰ  ζοῦν  κάνοντας  ἔργα  σκοτεινὰ  καὶ   ἁμαρτωλά.  Διότι ὅλοι  μας οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουμε   νὰ ζοῦμε  ὡς  χριστιανοὶ  οἱ ὁποῖοι  θὰ  ζοῦμε   ἐν Χριστῷ.   Ὀφείλουμε,   ἐπίσης, νὰ   βιώνουμε   τὸν  καλὸ  ἀγῶνα τῆς  πίστεώς  μας   στὸν Κύριό μας  Ἰησοῦ    Χριστὸ γιὰ   νὰ    κερδίσουμε  τὴ  Βασιλεία  τῶν  Οὐρανῶν.
Πῶς  ὅμως,  ἀδελφοί μου,  θὰ    μπορέσουμε    νὰ  γίνουμε  παιδιὰ  τοῦ Ὑψίστου;  Γιὰ  νὰ  ἀνεβοῦμε  ψηλὰ  στὸν οὐρανό,  χριστιανοί μου,  πρέπει ἐπίσης  νὰ  ἀνεβοῦμε  σκαλὶ σκαλὶ    τὴν  κλίμακα   τῶν  ἀρετῶν.  Διότι      σκάλα  αὐτὴ μόνον  θὰ  μᾶς   δώσει  τὸν  ἁγιασμὸ   τῶν   ψυχῶν  μας·  μόνον  ὅταν  ἀγωνιστοῦμε  νὰ  κόψουμε  τὰ  πάθη  μας  θὰ  μποῦμε  στὴ Βασιλεία  τῶν Οὐρανῶν.   Γιὰ  νὰ  μποῦμε, ἑπομένως,  στὴ  χαρὰ  τῆς  Βασιλείας  τῶν Οὐρανῶν  πρέπει,  ἐν  πρώτοις,  νὰ  παλέψουμε   μὲ  τὶς  μεθοδεῖες  τοῦ  διαβόλου,  ἔχοντας  ὡς  μέγα  Σύμμαχό  μας  στὸν  ἀγῶνα   αὐτὸν   τὸν Χριστό μας.    Ἐκτὸς  ὅμως  ἀπ’ αὐτὸν  τὸν ἀγῶνα  πρέπει  νὰ  πολεμήσει  ἀκόμα    ἄνθρωπος   καὶ   τὸν κόσμο   τῆς  ἁμαρτίας,   μὲ τὰ  ἁμαρτωλὰ θέλγητρά  του· πρέπει ἐπίσης νὰ  ἀγωνιστεῖ   μὲ τὸν κακό του  ἑαυτό. Ὅπως  ἔλεγε  καὶ   ἀπ. Παῦλος, ὁ ἄνθρωπος  ἔχει     μέσα  του   δυὸ ἀνθρώπους· ἔχει  μὲν   τὸν  ἕνα,  τὸν   καλό, ὁ ὁποῖος  τὸν     ὁδηγεῖ στὰ  ἔργα  τῆς  ἀρετῆς· ἔχει ὅμως  καὶ  τὸν   ἄλλο, τὸν   κακό,  ποὺ  τὸν    «συμβουλεύει»   νὰ  κάνει    ἔργα  τοῦ σατανᾶ καὶ ἔργα  τῆς  ἁμαρτίας.      ἀπ. Παῦλος, βέβαια, νίκησε  τὸν κακό  του  ἑαυτὸ   ὑποτασσώμενος    ὁλοκληρωτικὰ     στὸ  θέλημα  τοῦ    Χριστοῦ    μας.  Γι’ αὐτὸ καὶ μεῖς, ἀδελφοί μου,  ἄς  ζοῦμε  ὡς  τέκνα  ὑπακοῆς  στὸ  Χριστό,     ἄν  θέλουμε  νὰ εἴμαστε  συνειδητοὶ   χριστιανοί.
Δὲν πρέπει ὅμως  ποτὲ  νὰ  ξεχνοῦμε  ὅτι  οἱ  χριστιανοὶ δὲν  εἶναι  ποτὲ  μόνο   στὸν     πόλεμο  αὐτὸ     κατὰ  τοῦ διαβόλου,    τῆς  ἁμαρτωλῆς  σάρκας  τους,    καὶ    ἐναντίον    τοῦ  κόσμου τῆς  ἁμαρτίας, διότι  πάντοτε  θὰ    ἔχουμε  μαζί μας    τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Πάντοτε  θὰ  εἶναι δίπλα  μας     Ἐσταυρωμένος, ὁ ὁποῖος θὰ  μᾶς  καθοδηγεῖ ὅλους    στὴν  ἀληθινὴ    ζωή.  
 Τὸ  πρῶτο  σκαλοπάτι τῆς   κλίμακας  αὐτῆς  εἶναι    ἀρετὴ  τῆς  δικαιοσύνης. «Καθὼς  θέλετε  ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».   (Λουκ. 6,31) Ὀφείλουμε  δηλαδὴ   νὰ  ζοῦμε  χωρὶς  νὰ     ἀδικοῦμε  τοὺς  συνανθρώπους μας. Κανείς μας, ἄλλωστε, δὲν θέλει   νὰ  ἀδικεῖται·  οὔτε  θέλει  ἀσφαλῶς  νὰ   τὸν  κλέβουν    καὶ   νὰ    ἀτιμάζουν   ἤ τοὺς  συγγενεῖς  τους·  κανεὶς  ἐπίσης  δὲν  θέλει  νὰ ὀρκίζονται  ἄλλοι  στὰ  δικαστήρια    ψευδῶς, καὶ  νὰ  τὸν  ὁδηγοῦν  στὶς   φυλακές.    Ἡ Παλαιὰ  Διαθήκη, βέβαια, θέτει  τὸ  θέμα  τῆς  δικαοσύνης  ἀρνητικά,  καὶ  λέει:   «ὅ μισεῖς μηδενὶ μὴ ποιήσῃς».  (Τωβ. 4,15)  Ποὺ σημαίνει πὼς  αὐτὸ ποὺ  ἐσὺ  δὲν  θέλεις  νὰ σοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι μὴ  τὸ κάνεις καὶ σὺ  σ’αὐτούς. Ὁ Χριστός, ὅμως,  ζητᾶ  ἀπὸ τοὺς  χριστιανοὺς  νὰ  ἀγαποῦν  ὅλο  τὸ  κόσμο, ἀκόμα  καὶ τοὺς  ἐχθρούς  τους. «Πλὴν ἀγαπᾶτε  τοὺς  ἐχθροὺς ὑμῶν» (Λουκ. 6,35) μᾶς  λέει  ὁ Κύριος.
Ἐκτὸς  ὅμως  ἀπὸ  τὴ δικαιοσύνη   μᾶς  διδάσκει ὁ Χριστὸς  μας   καὶ  τὴν  ἀνεξικακία. Διότι   ἡ ἀνεξικακία  εἶναι   συνυφασμένη  μὲ  τὴν  ἀνιδιοτελῆ  ἀγάπη  τοῦ  Χριστοῦ  καὶ  τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ μας.   Ὁ Χριστὸς  ἄλλωστε  μᾶς  δίδαξε  αὐτὴν  τὴν    ἀνεξίκακη  ἀγάπη  ὅταν  ἀνέβηκε  πάνω  στὸ  σταυρὸ  γιὰ  νὰ  μᾶς  λυτρώσει  ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.  Πρῶτος ὁ   Χριστὸς  εἶναι Αὐτὸς  ποὺ   ἐφήρμοσε  σὲ  τέλειο  βαθμὸ  τὴν ἀνεξικακία καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς  τοὺς ἐχθρούς  του.  Ἀφοῦ    ὁ Χριστὸς  ὡς  ἀνεξίκακος καὶ  πολυεύσπλαγχνος  καὶ  οἰκτίρμων  Θεὸς  δὲν      ἐμίσησε  κανέναν  ἄνθρωπο· οὔτε  ἀκόμα  κι  αὐτοὺς  ποὺ τὸν  ἐδίωκαν. Κι  ὄχι μόνο δὲν  μισοῦσε, ἀλλὰ  καὶ    συγχωροῦσε   τοὺς  ἀνθρώπους  ποὺ τὸν  σταύρωναν  καὶ τὸν βλασφημοῦσαν.  Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε  διδάσκει καὶ  μᾶς  ὁ Κύριος:  «Πλὴν  ἀγαπᾶτε  τοὺς  ἐχθροὺς  ὑμῶν καὶ  ἀγαθοποιῆτε  καὶ   δανείζετε…».  (Λουκ. 6,35)
Γι’αὐτὸ  καὶ  μεῖς,  ἀδελφοί μου, ἄς  μὴ    καταριώμαστε  τοὺς  συνανθρώπους  μας  οἱ  ὁποῖοι,     γιὰ  τὸν  α   β λόγο,  μᾶς  ἀδικοῦν  κατάφωρα.  Στὸ σημεῖο  αὐτὸ  ὅμως  ἴσως     ἀκούσουμε τώρα     τὴν  λογικὴ  ἀπορία  ὁρισμένων  συνανθρώπων μας:   πῶς  μποροῦμε  ἐμεῖς  νὰ  συγχωρήσουμε  ὅσους   μᾶς  ἀδικοῦν;  Ὅλοι μας,  ἀδελφοί μου,  μποροῦμε  νὰ  συγχωρήσουμε  ὅσους  μᾶς ἀδικοῦν ὅταν    βαδίζουμε  τὸ  δρόμο  τοῦ Χριστοῦ  καὶ   τῆς  ἀνεξικακίας.  
  ἀγάπη τοῦ Θεοῦ  μας  πρὸς  ὅλο τὸ κόσμο, δικαίους καὶ ἀδίκους, φαίνεται  ἀπὸ  τὴν  ἀνατολὴ τοῦ  ἡλίου  του πρὸς  ὅλους  τοὺς  ἀνθρώπους, καὶ ἀπὸ  τὴν βροχὴ ἡ ὁποία πέφτει γιὰ ὅλους. Γιατὶ ὁ     Χριστὸς  «ἀνατέλλει τὸν  ἥλιό  του  ἐπὶ  πονηροὺς καὶ ἀγαθούς, καὶ βρέχει  ἐπὶ δικαίους  καὶ ἀδίκους».  (Ματθ. 5,45)  Γι’αὐτὸ καὶ  μεῖς, ἀδελφοί μου,  ἄς      πιστεύουμε  καὶ  ἄς  ἀγαποῦμε, ἐν πρώτοις,     τὸ Θεὸ καὶ ἄς  ἀγαποῦμε  κι ὅλο  τὸ κόσμο.    Δὲν εἶναι  προσωπολήπτης ὁ   Θεός  μας,  ἀδελφοί μου.
Βλέπουμε  ἐπίσης  τὴν ἀγάπη  τοῦ Χριστοῦ μας πρὸς  τὸν ἄνθρωπο  διότι ὁ Κύριος «διῆλθεν  εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος  πάντας  τοὺς  καταδυναστευομένους  ὑπὸ τοῦ  διαβόλου»,  (Πράξ. 10,38)  ὅπως  μᾶς     λένε  οἱ     Πράξεις   τῶν Ἀποστόλων.  Καὶ ἐπειδὴ  ὁ Χριστὸς  μᾶς  λύτρωσε  ἀπὸ  τὴ δυναστεία  τοῦ σατανᾶ  δὲν πρέπει νὰ  πέφτουμε μόνοι  μας  στὴ δουλεία τοῦ  διαβόλου, κάνοντας  ἔργα  πονηρά.    Ἀλλὰ  ἄς  ζοῦμε  κάνοντας  ἔργα  ἀρετῆς  τὰ  ὁποῖα  μᾶς  κάνουν  παιδιὰ   τοῦ   Θεοῦ καὶ μᾶς  ὁδηγοῦν  στὴ  Βασιλεία τοῦ  Θεοῦ.
Ἐκτὸς  ὅμως ἀπὸ  τὴν δικαιοσύνη καὶ τὴν  ἀνεξικακία μᾶς  ἀνεβάζει στὸν  οὐρανὸ  καὶ  ἕνα  τρίτο σκαλοπάτι,    τὸ    σκαλοπάτι  τῆς  ἀρετῆς ποὺ λέει:   «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.».  (Λουκ. 6,36)    Τὸ  σκαλοπάτι  αὐτὸ  εἶναι    ἀρετὴ  τοῦ ἐλέους  καὶ τῶν οἰκτιρμῶν,  εἶναι ἡ  ἀρετὴ  τῆς ἐλεημοσύνης ὅπως  τὴν  δίδαξε ὁ Χριστός  μας.   «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες», λέει ὁ Κύριος, «ὡς καὶ  ὁ Πατὴρ ὑμῶν Οἰκτίρμων ἐστι».  (Λουκ. 6,36) Τί  σημαίνει,  ὅμως,   ἔλεος  καὶ    οἰκτιρμοί;  Στὸ  ἐρώτημα  αὐτὸ  μᾶς ἀπαντᾶ  ὁ Ἅγιος  Γρηγόριος   Νύσσης, λέγοντάς μας:      τὸ ἔλεος ποὺ ὀφείλουμε ὅλοι οἱ χριστιανοὶ  νὰ ἐπιδεικνύουμε ἔναντι  τῶν  συνανθρώπων μας  εἶναι     μιὰ «ἐπιτεταμμένη ἀγάπη». Διότι  τὸ ἔλεος  αὐτὸ  εἶναι ὄντως    ἀγάπη  ποὺ δὲν  ἔχει  ὄρια  καὶ περιορισμούς.  Ἀφοῦ     ἡ ἀγάπη  αὐτὴ  ξεπερνᾶ   ἀκόμα  καὶ  τὴν   ἀγάπη  τῆς    μάνας  πρὸς  τὸ   παιδί  της.
  Ἅγιος  Ἰωάννης     Χρυσόστομος   λέει  ἀκόμα  ὄτι  γιὰ  νὰ  πλησιάσουμε, κάπως, καὶ  κατὰ  χάριν  βέβαια   τὸ Θεό,  δὲν  ἀρκεῖ  μόνο    νὰ εἴμαστε  ἄνθρωποι   προσευχῆς·   οὔτε  πλησιάζουμε  τὸ Θεὸ  ὅταν  γίνουμε  ἀσκητές,  ἀλλὰ  ὅταν  θὰ  γίνουμε ἄνθρωποι ἐλέους  καὶ οἰκτιρμῶν.     Ποτὲ    Θεὸς  δὲν μᾶς  ζητᾶ    μόνον  νὰ    προσευχώμαστε  ἤ νὰ ἀσκούμαστε  ἐναντικὰ  στὴν παρθενία  καὶ στὴν νηστεία  γιὰ    νὰ  γίνουμε       υἱοὶ  τοῦ  Ὑψίστου,  ἀλλὰ μᾶς  εἶπε:   «γίνεσθε  οὖν  οἰκτίρμονες». Γι’ αὐτὸ  καὶ    μοναδικὴ  δυνατότητα   ποὺ   ἔχουμε  ὅλοι  μας   γιὰ   νὰ  πλησιάσουμε, τοὐλάχιστον,  τὸ Θεὸ εἶναι νὰ    εἴμαστε  ἄνθρωποι  οἱ ὁποῖοι  θὰ    ἐργαζώμαστε   τὴν ἀρετὴ τῆς  ἐλεημοσύνης  ὅπως θέλει ὁ Χριστός μας,  χωρὶς   πνεῦμα  ὑποκρισίας.  
Ἀδελφοί  μου!   ζωὴ  αὐτὴ  τὴν ὁποία  ζοῦμε, ἡ  ζψὴ αὐτὴ ἡ    κοσμικὴ  εἶναι  μιὰ  ζωὴ  ποὺ μᾶς  ὁδηγεῖ  στὰ ἀκάθαρτα  νερὰ  τῆς  ἁμαρτίας.   Ἡ δῆθεν  «πολιτισμένη»  ζωὴ  τὴν ὁποία   ζεῖ ὁ σὐγχρονος  ἄνθρωπος, ἡ ὁποία  ὅμως  οὐδέποτε  μπορεῖ   νὰ   χαρακτηριστεῖ  ὡς   προοδευτικὴ  διότι ἔδιωξε ἀπὸ ταὴ ζωή της  ταὸ  Χριστό.  Διότι ἡ  ἐποχή  μας     στηρίζεται  μόνο   στὴν  ἄθεη  ἐπιστήμη,     ὁποία  ἔχει  διώξει  ἀπὸ τὴ  ζωή τῶν  ἀνθρώπων    τὸ  Θεό.    Φθάσαμε,  βέβαια,   στὴ    σελήνη, ἀλλὰ  δὲν  μπορέσαμε  νὰ  κερδίσουμε   τὴ Βασιλεία  τῶν Οὐρανῶν ἐπειδὴ   διαγράψαμε  καὶ ἀπὸ τὸ λεξιλόγιό μας  τὴ  λέξη   Θεός, ὅταν       δὲν  πιστεύουμε      στὴν ὄντως   μεγαλύτερη   ἀλήθεια  ποὺ ὑπάρχει στὸ  κόσμο·  στὴν ἀλήθεια    ὅτι       Θεὸς  εἶναι Αὐτὸς  ὁ Ὁποῖος    ἔπλασε  τὸν  ἄνθρωπο  «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ».   Δὲν  μποροῦμε  ἔτσι   νὰ  λέμε   πὼς     εἴμαστε  προοδευτικοὶ  ἄνθρωποι  ὅταν   ἀρνούμαστε  τὴν ἔρευνα  τῆς  Ἁγίας  Γραφῆς.  Γιὰ  τοὺς  περισσότερους  ὅμως  τῶν ἀπίστων   ὅμως      δὲν   ἔχει καμμία  σημασία  ἡ ζωὴ  τῶν  ἄλλων, ἀλλὰ  μόνο  ἠ δική τους εὐτυχία.    Διότι   ἀπληστία    τῶν   ἀθέων ἀνθρώνων  ἔφθασε  μέχρι  τοῦ  σημείου νὰ ἀγωνίζονται    γιὰ  νὰ  πλουτήσουν  αὐτοὶ  οἱ ἴδιοι   πατώντας  ἐπὶ  πτωμάτων.  Οἱ  ἄθεοι ὅμως   αὐτοὶ  ἄνθρωποι  χάνουν  κάθε ἔννοια  δικαίου  στὴ  ζωή  τους. Πολλῷ  μᾶλλον  εἶναι μακριὰ  καὶ  ἀπὸ  τὶς ἔννοιες  τῆς ἀνεξικακίας  καὶ  ἀγάπης,  ποὺ   διδάσκει σὲ  μᾶς  ὁ Χριστός  μας.  Γι’αὐτὸ   καὶ  μεῖς,  ἀδελφοί μου,  ἄν  θέλουμε  νὰ  μιμηθοῦμε  τὸν  Μέγα Αὐτὸν Διδάσκαλό μας, τὸ Χριστό, πρέπει   νὰ  κάνουμε καὶ  ἕναν  γενναῖο  ἀναποπροσανατολισμὸ  στὴ  ζωή μας. Καὶ ἄς  δοῦμε  τὴ ζωή μας   ἄν  εἶναι  ἤ δὲν  εἶναι   μὲ    τὸ  Χριστό μας.     Ἐλπίζω  καὶ εὔχομε  νὰ  ζοῦμε  ὅπως θέλει  ὁ Χριστός  μας  καὶ   ὄχι       κοσμικὰ  καὶ  μὲ  τὴ ζωὴ τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας  γιὰ  νὰ  εἴμαστε     παιδιὰ  τοῦ  Θεοῦ  ἠγαπημένα  ποὺ  θὰ  μποῦμε     στὴ  Βασιλεία  τῶν   Οὐρανῶν. Ἀμήν!

Ο Άγιος Γρηγόριος


Έζησε   και   μαρτύρησε  επί   αυτοκρατορίας   Διοκλητιανού.
Ήταν  γιος  του  Ανάκ,  ο  οποίος  ήταν   συγγενής  του  βασιλιά  της Αρμενίας   Κουσαρώ.  Ο πατέρας του  Αγίου  Γρηγορίου  ήταν ένας από τους υπεύθυνους για τη δολοφονία του  βασιλιά  της Αρμενίας. Οι Αρμένιοι για να εκδικηθούν σκότωσαν τον Ανάκ και την οικογένειά του, εκτός  από  τον  Γρηγόριο  και έναν αδελφό  του.  Μετά  από  χρόνια  ο γιος του Κουσαρώ,  ο Τηριδάτης, συνέλαβε τον  Γρηγόριο  επειδή ήταν χριστιανός  και  τον  βασάνισε σκληρά.  Όταν δε  έμαθε  ότι πρόκειται  για το γιο του Ανάκ,  ο οποίος ευθυνόταν για τη δολοφονία του πατέρα του, διέταξε να τον ρίξουν σε λάκκο με φίδια και άλλα ερπετά. Ο Γρηγόριος όχι μόνο δεν έπαθε τίποτα αλλά επέζησε για  15 χρόνια τρεφόμενος  με  το  ψωμί  που  του  πήγαινε  κρυφά  μια   χήρα.
Κάποια  στιγμή  ο Τηριδάτης παραφρόνησε.  Η αδελφή του  βασιλιά άκουσε  μία  μέρα φωνή,  η  οποία  της  έλεγε  πως  άν ήθελε  να  θεραπευτεί  ο   αδελφός  της  θα  έπρεπε  να  ελευθερώσουν  τον  Γρηγόριο.  Πράγματι όταν βγήκε  από  τον   λάκκο  ο  Άγιος  θεράπευσε τον  βασιλιά.           
Εξεδήμησε  εις  Κύριον   εν   ειρήνη.


Απολυτίκιον. Ήχος  γ’.  Θείας  πίστεως.       
Θείας  πίστεως,  τη  γεωργία,  ενεούργησας,  βροτών καρδίας, κατασπείρας  την  του  Λόγου  επίγνωσιν, και  λαμπρυνθείς  μαρτυρίου τοις   στίγμασιν, ιεραρχία  Γρηγόριε έφανας. Πάτερ  Όσιε,  Χριστόν  τον Θεόν  ικέτευε,  δωρήσασθαι  ημίν   το  μέγα  έλεος.


Κοντάκιον. Ήχος  β’.  Τους   ασφαλείς.        
Τον  ευκλεή  και  Ιεράρχην  άπαντες,  ως Αθλητήν  της  αληθείας  σήμερον, οι πιστοί θείοις εν άσμασι, και υμνῳδίαις  ευφημήσωμεν, Γρηγόριον ποιμένα, και διδάσκαλον, τον έκλαμπρον φωστήρα και παγκόσμιον·   Χριστώ  γαρ πρεσβεύει,  υπέρ  πάντων   ημών.


Μεγαλυνάριον.
Γρήγορος τοις τρόποις αναδειχθείς, προς θεογνωσίας, διεγείρεις τον φωτισμόν,  τους  τη  δυσσεβεία,  υπνώττοντας  αθλίως,  Γρηγόριε τρισμάκαρ,   αξιοθαύμαστε.


29/9/18

Ο Όσιος Κυριακός ο Αναχωρητής


Ήταν   άνθρωπος  που  καλλιεργούσε  υπομονήν  και   πραότητα.  Γι'  αυτό  και   πέτυχε  στην   ασκητική  του  ζωή.
Γεννήθηκε  στην   Κόρινθο   το  5ο  αιώνα,  από  ιερέα πατέρα,  τον  Ιωάννη. Την μητέρα του την έλεγαν Ευδοξία και  είχε αδελφό  τον Αρχιεπίσκοπο   Κορίνθου   Πέτρο.
Από  ιερατικό, λοιπόν, γένος ο Κυριακός,  σε  νεαρή  ηλικία   πήγε  στα Ιεροσόλυμα  και  από  εκεί  στη   Λαύρα  του   Μεγάλου  Ευθυμίου.  Εκεί,  ο Μέγας  Ευθύμιος,  τον έκανε μοναχό και  τον  έστειλε  στον  ασκητή Γεράσιμο.  Όταν  πέθανε   ο   Γεράσιμος,  ο   Κυριακός  επέστρεψε   στην Λαύρα  του   Ευθυμίου,  όπου  με   ζήλο    καλλιεργούσε  τις    αρετές    του,  ώσπου   κάποια    στάση  που  έγινε  στη  Λαύρα  του   Ευθυμίου  τον  ανάγκασε  να   πάει   στη   Λαύρα   του   Σουκά.
Εκεί  40  χρονών  χειροτονήθηκε  πρεσβύτερος  και  ανέλαβε  την επιστασία  του   Σκευοφυλακίου.   Εκείνο  που  τον  διέκρινε  απέναντι στους  συμμοναστές  του,  ήταν   ο γαλήνιος   τρόπος   με   τον  οποίο   τους  αντιμετώπιζε,  γι’ αυτό  και  ήταν  παράδειγμα  προς  μίμηση   από όλους.
Εβδομήντα   χρονών   ο   Κυριακός,   έφυγε  και   από  εκεί  και  με  υπομονή γύρισε  πολλά μοναστήρια και σκήτες, όπου έζησε με αυστηρότατη   άσκηση.  Τελικά, πέθανε 107  χρονών,  και  σε  όλους  έμεινε  η  ενθύμηση  του   ασκητή,  που   έδειχνε   «πραότητα  προς   πάντας  ανθρώπους».  Πραότητα,  δηλαδή,  σ’  όλους   ανεξαίρετα   τους  ανθρώπους.


Απολυτίκιον.   Ήχος   δ’.  Ταχύ   προκατάλαβε.
Χριστώ  ηκολούθησας, καταλιπών τα της γης, και βίον ισάγγελον, επολιτεύσω σαφώς,  ως  άσαρκος  Όσιε· συ  γαρ εν ταις ερήμοις, προσχωρών θείω  πόθω,  σκίλλη  πικρά   την  πάλαι,  πικράν γεύσιν απώσω.  Διο Κυριακέ  θεοφόρε,  αξίως  δεδόξασαι.

Έτερον   Απολυτίκιον.  Ήχος   α’.  Της   ερήμου   πολίτης.         
Απαλών εξ ονύχων τω Χριστώ ηκολούθησας, την αγγελικήν  πολιτείαν ολοτρόπως  ελόμενος·  διο  εν  ταις ερήμοις  προσχωρών,  των θείων ηξιώθης δωρεών, θεραπεύων πάσαν νόσον Κυριακέ, των πίστει προσιόντων σοι. Δόξα  τω  σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι,  δόξα  τω   ενεργοὐντι   δια   σου,  πάσιν   ιάματα.


Κοντάκιον.  Ήχος   πλ. δ’.  Τη   υπερμάχω.
Ως  υπερμάχω  κραταιώ   και   αντιλήπτορι
Η  σε  τιμώσα   ιερά   Λαύρα   εκάστοτε
Εορτάζει   τα  μνημόσυνα   ετησίως.
Αλλ’  ως  έχων  παρρησίαν  προς   τον   Κύριον
Εξ  εχθρών  επεμβαινόντων  ημάς   φρούρησον,           
Ίνα  κράζωμεν,  χαίροις   Πάτερ   τρισόλβιε.


Μεγαλυνάριον.
Άστρον  εκ Κορίνθου  αναφανείς, εν τη Παλαιστίνη, διαλάμπεις ασκητικώς,  και καταπυρσεύεις,  Χριστού  την Εκκλησίαν, Κυριακέ θεόφρον,  τοις   σοις  παλαίσμασι.