31/12/19

Ύμνοι Περιτομής του Κυρίου Ιησού


Κάλαντα Θεοφανείων



Μαρκ. 3,13-21

13 Καὶ   ἀναβαίνει  εἰς   τὸ   ὄρος,   καὶ   προσκαλεῖται    οὓς   ἤθελεν   αὐτός,   καὶ   ἀπῆλθον   πρὸς   αὐτόν.
14 καὶ   ἐποίησε   δώδεκα,   ἵνα   ὦσι    μετ᾿ αὐτοῦ   καὶ   ἵνα   ἀποστέλλῃ   αὐτοὺς κηρύσσειν
15 καὶ   ἔχειν   ἐξουσίαν   θεραπεύειν   τὰς   νόσους   καὶ   ἐκβάλλειν   τὰ   δαιμόνια·
16 καὶ   ἐπέθηκεν   ὄνομα   τῷ   Σίμωνι   Πέτρον,
17 καὶ   Ἰάκωβον   τὸν   τοῦ   Ζεβεδαίου   καὶ   Ἰωάννην   τὸν   ἀδελφὸν   τοῦ  Ἰακώβου·   καὶ   ἐπέθηκεν   αὐτοῖς   ὀνόματα   Βοανεργές,   ὅ   ἐστιν   υἱοὶ    βροντῆς·
18 καὶ   Ἀνδρέαν   καὶ   Φίλιππον   καὶ   Βαρθολομαῖον   καὶ   Ματθαῖον   καὶ   Θωμᾶν καὶ   Ἰάκωβον   τὸν   τοῦ   Ἀλφαίου   καὶ   Θαδδαῖον   καὶ   Σίμωνα   τὸν   Κανανίτην
19 καὶ   Ἰούδαν   Ἰσκαριώτην,   ὃς   καὶ   παρέδωκεν  αὐτόν.

Ο   Ιησούς   Χριστός   αντικρούει  την   κατηγορία  ότι  ενεργεί  δια  του  Σατανά

20 Καὶ   ἔρχονται   εἰς   οἶκον·   καὶ   συνέρχεται   πάλιν   ὄχλος,   ὥστε   μὴ   δύνασθαι αὐτοὺς   μηδὲ   ἄρτον   φαγεῖν.
21 Καὶ   ἀκούσαντες   οἱ   παρ’   αὐτοῦ   ἐξῆλθον   κρατῆσαι   αὐτόν·   ἔλεγον    γὰρ   ὅτι    ἐξέστη.
 

ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ   ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Μάρκ. 3,13-21

13 Και   ανεβαίνει    σ’ ένα   βουνό  και   προσκαλεί   εκείνους,   που   αυτός   ήθελε, και   πήγαν   σ’αυτόν.
14 Και   διώρισε   δώδεκα   για  να  τον   συνοδεύσουν   και  για   να  τους αποστέλλει   να   κηρύττουν
15 και   να  έχουν  εξουσία  να   θεραπεύουν  τις   ασθένειες  και  να  εκβάλλουν δαιμόνια.
16 Τον  Σίμωνα,  τον   οποίο   ωνόμασε   Πέτρο,
17 τον   Ιάκωβο,  τον   υιό  του   Ζεβεδαίου,   και   τον  Ιωάννη,  τον  αδελφό   του  Ιακώβου  και  τους  ωνόμασε  Βοανεργές,  το   οποίο   σημαίνει   υιοί βροντής·
18 τον   Ανδρέα,  τον   Φίλιππο,  τον   Βαρθολομαίο,   τον   Ματθαίο,  τον Θωμά,  τον  Ιάκωβο,  τον   υιό  του   Αλφαίου,  τον  Θαδδαίο,  τον  Σίμωνα τον  Κανανίτη,
19 και  τον  Ιούδα  τον  Ισκαριώτη,  ο  οποίος   και  τον  παρέδωκε.

Ο   Ιησούς   Χριστός   αντικρούει   την   κατηγορία  ότι   ενεργεί  δια  του Σατανά

20 Και  έρχονται   σε  ένα  σπίτι.  Και   μαζεύτηκε   πάλι    κόσμος,   ώστε  να   μη μπορούν  ούτε   να  φύγουν.
21 Όταν  άκουσαν   αυτό  οι   δικοί  του,   βγήκαν  να   τον  πιάσουν,  διότι  έλεγαν ότι   είναι  εκτός   εαυτού.

Ἑβρ. 4, 1-13

1 Φοβηθῶμεν   οὖν   μή   ποτε,   καταλειπομένης   ἐπαγγελίας   εἰσελθεῖν   εἰς   τὴν κατάπαυσιν    αὐτοῦ,   δοκῇ   τις   ἐξ   ὑμῶν   ὑστερηκέναι.
2 Καὶ   γάρ   ἐσμεν   εὐηγγελισμένοι,   καθάπερ   κἀκεῖνοι·   ἀλλ'   οὐκ   ὠφέλησεν   ὁ   λόγος   τῆς   ἀκοῆς   ἐκείνους   μὴ   συγκεκραμένους   τῇ   πίστει τοῖς    ἀκούσασιν.
3 Εἰσερχόμεθα   γὰρ   εἰς   τὴν   κατάπαυσιν   οἱ   πιστεύσαντες,   καθὼς    εἴρηκεν·   ὡς   ὤμοσα   ἐν   τῇ   ὀργῇ   μου,   εἰ   εἰσελεύσονται   εἰς   τὴν   κατάπαυσίν μου·   καίτοι   τῶν  ἔργων   ἀπὸ   καταβολῆς   κόσμου   γενηθέντων.
4 Εἴρηκε   γάρ   που   περὶ   τῆς   ἑβδόμης    οὕτω·   καὶ   κατέπαυσεν       Θεὸς   ἐν   τῇ    ἡμέρᾳ   τῇ   ἑβδόμῃ   ἀπὸ   πάντων   τῶν   ἔργων   αὐτοῦ·
5 καὶ   ἐν   τούτῳ   πάλιν·   εἰ   εἰσελεύσονται    εἰς   τὴν   κατάπαυσίν   μου.
6 Ἐπεὶ   οὖν   ἀπολείπεταί   τινας    εἰσελθεῖν   εἰς   αὐτήν,   καὶ   οἱ   πρότερον εὐαγγελισθέντες    οὐκ   εἰσῆλθον   δι'  ἀπείθειαν,
7 πάλιν   τινὰ    ὁρίζει   ἡμέραν,   σήμερον,   ἐν   Δαυῒδ   λέγων,   μετὰ   τοσοῦτον χρόνον,   καθὼς   εἴρηται·   σήμερον   ἐὰν  τῆς   φωνῆς   αὐτοῦ   ἀκούσητε,   μὴ   σκληρύνητε   τὰς   καρδίας   ὑμῶν.
8 Εἰ   γὰρ   αὐτοὺς   Ἰησοῦς   κατέπαυσεν,   οὐκ   ἂν   περὶ   ἄλλης   ἐλάλει   μετὰ   ταῦτα   ἡμέρας·
9 ἄρα   ἀπολείπεται   σαββατισμὸς   τῷ   λαῷ   τοῦ   Θεοῦ.
10 Ὁ   γὰρ   εἰσελθὼν   εἰς   τὴν   κατάπαυσιν   αὐτοῦ    καὶ   αὐτὸς   κατέπαυσεν   ἀπὸ   τῶν   ἔργων   αὐτοῦ,   ὥσπερ   ἀπὸ   τῶν   ἰδίων   ὁ   Θεός.
11 Σπουδάσωμεν    οὖν  εἰσελθεῖν   εἰς   ἐκείνην   τὴν   κατάπαυσιν,   ἵνα   μὴ   ἐν   τῷ   αὐτῷ   τις   ὑποδείγματι    πέσῃ   τῆς   ἀπειθείας.
12 Ζῶν    γὰρ   ὁ   λόγος   τοῦ    Θεοῦ   καὶ   ἐνεργὴς   καὶ   τομώτερος   ὑπὲρ   πᾶσαν μάχαιραν   δίστομον   καὶ   διϊκνούμενος   ἄχρι   μερισμοῦ   ψυχῆς   τε   καὶ   πνεύματος,   ἁρμῶν   τε   καὶ   μυελῶν,   καὶ   κριτικὸς    ἐνθυμήσεων  καὶ   ἐννοιῶν   καρδίας,
13 καὶ   οὐκ   ἔστι   κτίσις   ἀφανὴς   ἐνώπιον   αὐτοῦ,   πάντα   δὲ   γυμνὰ    καὶ   τετραχηλισμένα   τοῖς   ὀφθαλμοῖς   αὐτοῦ,   πρὸς   ὃν   ἡμῖν      λόγος.

ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ   ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Εβρ. 4, 1-13

1 Άς  φοβούμεθα   λοιπόν,   μήπως,  ενώ   παραμένει  ακόμη   η   υπόσχεσις   να εισέλθουμε   στην   ανάπαυσί   του,   φανεί   κανείς   από   σας  ότι  την στερήθηκε.
2 Διότι   καθώς   εκείνοι,   έτσι   και   εμείς   ακούσαμε  το  ευχάριστο   άγγελμα, αλλά   το  άγγελμα   που  άκουσαν   εκείνοι  δεν  τους  ωφέλησε,   διότι  δεν έδωσαν   πίστι   σε  εκείνα  που  άκουσαν.
3 Εμείς  που  έχουμε  πιστέψει,   εισερχόμεθα  στην   ανάπαυσι,  δια  την οποία   είπε,   Δια  τούτο   ωρκίσθηκα,   στην   οργή  μου,  ότι  αυτοί  δεν  θα εισέλθουν   ποτέ   στην   ανάπαυσί  μου,   άν  και  τα  έργα   του   είχαν τελειώσει   από  την  δημιουργία  του   κόσμου.
4 Διότι   είπε   κάπου  περί  της  εβδόμης  ημέρας  τα   εξής:   Και  αναπαύθηκε  ο Θεός   κατά  την  ημέρα  την  εβδόμη   απ’ όλα  τα  έργα   του·
5 και  εδώ  πάλι  λέγει:  Δεν   θα  εισέλθουν  ποτέ   στην   ανάπαυσί  μου.
6 Επειδή  λοιπόν   απομένει  να  εισέλθουν   μερικοί   σ’ αυτήν  και   εκείνοι,   που άκουσαν  το  χαρμόσυνο    άγγελμα   προηγουμένως,   δεν   μπήκαν  εξ   αιτίας απειθίας,
7 πάλι   ορίζει   μία  ημέρα,   Σήμερα,   όταν   λέγει  δια  του  Δαυΐδ,   ύστερα  από τόσο   χρόνο,   καθώς  προείπαμε,   Σήμερα,  εάν   ακούσετε   την   φωνή  του, να  μη   σκληρύνετε   τις   καρδιές   σας.
8 Διότι   εάν   ο   Ιησούς   του   Ναυή  τους   είχε  φέρει   στην   ανάπαυσι,  δεν   θα μιλούσε   ο   Θεός   αργότερα   για   άλλη   ημέρα.
9 Άρα   απομένει   για   τον   λαό   του  Θεού   μία  ανάπαυσις   Σαββάτου.
10 Διότι   εκείνος,   ο   οποίος   μπήκε   στην  ανάπαυσί   του,   και   αυτός  ο ίδιος   αναπαύθηκε   από  τα  έργα   του,   καθώς  ακριβώς   και   ο   Θεός  από   τα δικά   του   έργα.
11 Άς   δείξουμε   λοιπόν   σπουδή  να   εισέλθουμε   στην  ανάπαυσι  εκείνη,  για   να  μη  πέσει   κανείς   στο   ίδιο  παράδειγμα απειθίας.
12 Διότι   ο   λόγος   του   Θεού  είναι   ζωντανός   και   δραστικός  και  κοπτερώτερος από   κάθε   δίκοπο   μαχαίρι   και   εισχωρεί   βαθειά   μέχρι   χωρισμού   ψυχής   και πνεύματος,  αρθρώσεων   και  μυελών,   και   κρίνει   συλλογισμούς  και προθέσεις  της   καρδιάς,
13 και  δεν   υπάρχει   δημιούργημα   που  να  του  είναι  κρυμμένο,  αλλά  είναι όλα   γυμνά   και  φανερά   στα  μάτια   του,  προς  τον  οποίο  έχουμε  να δώσουμε  λόγο.



Mark. 3.13-21

13 And he goeth up into a mountain, and calleth unto him whom he would, and they come unto him.
14 And he divided twelve, to accompany him, and to send them forth to preach
15 and have the power to cure diseases and cast out demons.
16 Simon, whom he called Peter,
17 James the son of Zebedee, and John the brother of James, and he called them Booster, which means sons of thunder;
18 Andrew, Philip, Bartholomew, Matthew, Thomas, James, the son of Alphaeus, Thaddaeus, Simon the Canaanite,
19 And Judas Iscariot, who also delivered him up.

Jesus Christ refutes the charge that he is acting by Satan

20 And they come to a house. And people again gathered, so that they could not even leave.
21 When his own heard this, they went out to seize him, for they said that he was outside.

Heb. 4, 1-13

1 So let's not be afraid, while still promising to enter his rest, one of you seems to have been deprived of it.
2 For as they did, so did we hear the pleasant vocation, but the vocation they heard did not profit them, because they did not give credit to what they heard.
3 We who have believed enter into rest, for which he said, I have sworn, therefore, in my wrath, that they will never enter into my rest, though his works were ended by the creation of the world.
4 For he said somewhere about the seventh day, And God rested on the seventh day from all his works;
5 and here again he says: They shall never enter my rest.
6 For some remain, and those who have heard the joyful profession before, did not enter into it because of their iniquity,
7 again sets one day, Today, when he says through David, after so long, as we said, Today, if you listen to his voice, do not harden your hearts.
8 For if Jesus had brought them to rest, God would not have spoken later of another day.
9 Therefore there is a Sabbath rest for the people of God.
10 For he that went into his rest, he himself rested from his works, even as God did from his own works.
11 Let us therefore show the importance of going into that rest, lest one fall into the same example of apathy.
12 For the word of God is alive and active, and richer than any two-edged knife, and penetrates deeply into the separation of soul and spirit, of the joints and of the brain, and judges the reasonings and intentions of the heart,
13 and there is no creature that is hidden from him, but they are all naked and manifest in his eyes, to which we have reason to speak.

Η Οσία Μελάνη η Ρωμαία


Έζησε στα χρόνια που βασιλιάς ήταν ο Ονώριος, δεύτερος γιος του Μεγάλου  Θεοδοσίου. Οι γονείς της, ευγενείς και πλούσιοι, την πάντρεψαν  σε μικρή ηλικία και απέκτησε δύο παιδιά. Όμως μεγάλες δοκιμασίες  την  περίμεναν.  Την   μητρική   της  καρδιά σπάραξε ο θάνατος των δυο παιδιών της. Μετά από λίγο  και  εντελώς ξαφνικά, πέθανε   και   ο σύζυγός της. Και   για  να  γεμίσει   το   πικρό   ποτήρι   της λύπης, χάνει και τους γονείς της. Οι στιγμές δύσκολες. Ποιος θα την παρηγορήσει; Μα  ποιος   άλλος;   Ο   Λόγος   του Θεού, που λέει: «τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτερούντες». Δηλαδή, η ακλόνητη ελπίδα  σας στα μέλλοντα αγαθά,   να   σας  γεμίζει   χαρά   και   να   σας   ενισχύει   για   να  δείχνετε   υπομονή  στην  θλίψη.  Και  να  επιμένετε  στην  προσευχή, συνεχίζει  ο  Λόγος   του   Θεού,  από  την   οποία   θα  λαμβάνετε σπουδαία   βοήθεια   στις   δύσκολες   περιστάσεις   της    ζωής   σας.
Έτσι   και η Μελάνη, αδιάφορη για    τις κοσμικές απολαύσεις, αποσύρθηκε   σε   ένα   εξοχικό   της  κτήμα,  όπου   αφοσιώθηκε   στην μελέτη    και   την   προσευχή.   Εκεί   επίσης    καλλιγραφούσε   ιερά βιβλία  και  τα  έδινε   να   τα   διαβάζουν   οι   πιστοί.   Διέθεσε   όλη   της την   περιουσία   για   την   ανακούφιση    των   φτωχών   και    ασθενών.
Και  αφού  επισκέφθηκε  πολλούς τόπους βοηθώντας τους πάσχοντες, κατέληξε στην Ιερουσαλήμ, όπου και πέθανε από πλευρίτιδα.
Ο  δε  Σ.  Ευστρατιάδης  γράφει   τα  εξής   για   την   Αγία   αυτή:    «...Αυτή  ήν   επί   της   βασιλείας  Ονωρίου  (395 – 423), Ρωμαία  πλούσια  και   εκ γένους  περιφανούς  και   ενδόξου.   Συζευχθείσα  παρά  την   θέλησιν αυτής, απεσύρθη μετά τον θάνατον του ανδρός και  των δύο αυτής τέκνων εις εν προάστειον της Ρώμης, επιμελουμένη των πτωχών, υποδεχόμενη τους ξένους, επισκεπτόμενη τους εξόριστους και εν φυλακαίς  και    θεραπεύουσα    τους   νοσούντας.   Μετά   την    εκποίησιν των κτημάτων αυτής και διανομήν των προσόντων εις μονάς και εκκλησίας,  δια   της   Αφρικής   και  Αλεξανδρείας κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα    και   ενεκλείσθη   εις   πενιχρόν    κελλίον   εκεί   έκτισε   και μονήν  εις ήν    συνήγαγεν  ενενήκοντα παρθένους, εξ ιδίων δια την διατροφήν αυτών δαπανώσα, μικρόν ασθενήσασα εκ πλευρίτιδας, μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων εκ των χειρών του Επισκόπου Ελευθερουπόλεως   και   ανεπαύθη   εν   Κυρίω".


Απολυτίκιον.  Ήχος    δ’.   Ταχύ   προκατάλαβε.    
Του    πλούτου  σκορπίσασα,   τας   μυριάδας   σεμνή
,
 τον   πλούτον   της   χάριτος,   δι’  εναρέτου   ζωής,   Οσία    επλούτησας· συ   γαρ   δι’ εγκρατείας,   και    ζωής   ισαγγέλου,   σκεύος  του Παρακλήτου,   επαξίως    εδείχθης·   διο   σε  μακαρίζομεν, Μελάνη θεόληπτε.


Κοντάκιον. Ήχος  πλ. δ’.  Τη    υπερμάχω.
Τη    ισαγγέλω  πολιτεία  σου    δοξάσασα
Μήτερ   Μελάνη  τον  λαμπρώς  σε   θαυμαστώσαντα
Ουρανίου    κατηξίωσαι    ευκληρίας.
Αλλ’  ως  θείας  απολαύουσα   λαμπρότητος
Σκοτασμού   αμαρτιών  ημάς  απάλλαξον     
Τους  βοώντάς   σοι,   χαίροις   Μήτερ    ισάγγελε.


Μεγαλυνάριον.
Έρωτι  τω  θείω  την  σην   ψυχήν,  πτερώσασα   Μήτερ,  ηγωνίσω   ασκητικώς, και   αντί   του   πλούτου, του επιγείου   εύρες,  Μελάνη  μακαρία,    όλβον  ουράνιον.

Hosea Melani the Roman

He lived in the years when King Onarius, the second son of Theodosius the Great, was king. Her parents, noble and wealthy, married her at an early age and had two children. But great trials await her. Her mother's death was marred by the death of her two children. After a while and all of a sudden, her husband died. And in order to fill the bitter glass of regret, she loses her parents. The difficult times. Who will comfort her? But who else? The Word of God, which says, "Hope of joy, of sorrow, of patience, of prayer." That is, your unshakable hope for future goods, to fill you with joy and to empower you to show patience in grief. And to persevere in prayer, the Word of God continues, from which you will receive great help in the difficult circumstances of your life.
So Melanie, indifferent to worldly pleasures, retired to her country estate, where she devoted herself to study and prayer. There he also made sacred books and gave them to be read by the faithful. She devoted all her wealth to relieving the poor and the sick.
And after visiting many places to help the sufferers, he ended up in Jerusalem, where he died of pleurisy.
And S. Efstratiadis writes of this Saint: "... She was in the reign of Onorius (395 - 423), a Roman rich and generally prosperous and glorious. Coupled in spite of her will, she withdrew after the death of her husband and her two children in a Roman suburb, caring for the poor, welcoming strangers, visiting exiles and prisoners and treating them. After the destruction of these estates and the distribution of the qualifications into a single and a church, through Africa and Alexandria he occupied Jerusalem and was enclosed in a small cell there and built a monastery for one or two of their virgin daughters, , relinquished the immense mysteries at the hands of Bishop Eleutheropolis and rested in the Lord. "


Absolutely. Sound d. Fast forward.
I scattered wealth, myriad modesty
,
 the riches of grace, by virtue of life, Hosea of ​​wealth; by temperance, and life of an angel, the utensil of Paraclete, he was most prominently shown;


It's close. Sound d. I miss her.
I declare your state glorified
Mister Ink brilliantly admired him
Heavenly catechism of bliss.
But as a divine delight of splendor
Blaming us for sin has been rid of us
Happy Miter, cheering them on.


Magnificent.
I am in love with my soul, I feathered Miter, I am ascetic, and instead of wealth, the earthly spheres, Ink bliss, aluban heaven.