15/12/19


Λουκᾶ  14, 16-24

16 Ὁ   δὲ   εἶπεν    αὐτῷ·  ἄνθρωπός   τις   ἐποίησε   δεῖπνον   μέγα   καὶ   ἐκάλεσε πολλούς·
17 καὶ    ἀπέστειλε   τὸν   δοῦλον   αὐτοῦ   τῇ   ὥρᾳ   τοῦ    δείπνου   εἰπεῖν   τοῖς κεκλημένοις·   ἔρχεσθε,   ὅτι   ἤδη   ἕτοιμά   ἐστι   πάντα.
18 Καὶ    ἤρξαντο   ἀπὸ    μιᾶς   παραιτεῖσθαι   πάντες.   Ὁ    πρῶτος   εἶπεν   αὐτῷ·   ἀγρὸν   ἠγόρασα,   καὶ   ἔχω   ἀνάγκην   ἐξελθεῖν   καὶ   ἰδεῖν   αὐτόν·   ἐρωτῶ    σε,   ἔχε   με   παρῃτημένον.
19 Καὶ   ἕτερος   εἶπε·   ζεύγη   βοῶν    ἠγόρασα   πέντε,   καὶ   πορεύομαι   δοκιμάσαι αὐτά·   ἐρωτῶ    σε,   ἔχε   με    παρῃτημένον.
20 Καὶ    ἕτερος   εἶπε·   γυναῖκα   ἔγημα,   καὶ   διὰ   τοῦτο   οὐ   δύναμαι   ἐλθεῖν.
21 Καὶ    παραγενόμενος   ὁ   δοῦλος   ἐκεῖνος   ἀπήγγειλε    τῷ   κυρίῳ   αὐτοῦ   ταῦτα. τότε   ὀργισθεὶς   ὁ   οἰκοδεσπότης   εἶπε   τῷ   δούλῳ   αὐτοῦ·   ἔξελθε   ταχέως    εἰς τὰς   πλατείας   καὶ   ρύμας   τῆς   πόλεως,   καὶ   τοὺς   πτωχοὺς   καὶ   ἀναπήρους   καὶ    χωλοὺς   καὶ   τυφλοὺς    εἰσάγαγε   ὧδε.
22 Καὶ   εἶπεν   ὁ   δοῦλος·   κύριε,   γέγονεν   ὡς   ἐπέταξας,   καὶ   ἔτι   τόπος   ἐστί.
23 Καὶ   εἶπεν   ὁ   κύριος   πρὸς   τὸν   δοῦλον·   ἔξελθε   εἰς   τὰς   ὁδοὺς   καὶ   φραγμοὺς καὶ   ἀνάγκασον   εἰσελθεῖν,   ἵνα   γεμισθῇ   ὁ   οἶκος   μου.
24 Λέγω   γὰρ   ὑμῖν   ὅτι   οὐδεὶς   τῶν   ἀνδρῶν   ἐκείνων   τῶν   κεκλημένων γεύσεταί   μου   τοῦ   δείπνου.

ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ  ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Λουκά  14, 16-24

16 Ο  δε  Ιησούς    του  είπε,  «Κάποιος   ήθελε  να   παραθέσει   μεγάλο  δείπνο    και  κάλεσε   πολλούς.
17 Και  έστειλε  τον   δούλο   του  κατά  την   ώρα   του   δείπνου   να   πει   στους καλεσμένους,   «Ελάτε,  διότι  όλα  είναι   πια   έτοιμα».
18 Αλλ’    άρχισαν   δια  μιας   όλοι   να   δικαιολογούνται.  Ο  πρώτος   του   είπε, «Αγόρασα   κάποιο   χωράφι  και  πρέπει  να  πάω   να  το  ιδώ·  σε  παρακαλώ, θεώρησέ   με  δικαιολογημένο».
19 Άλλος  είπε,   «Αγόρασα   πέντε   ζευγάρια   βώδια   και  πηγαίνω  να  τα δοκιμάσω·  σε  παρακαλώ,   θεώρησέ   με   δικαιολογημένο».
20 Άλλος   είπε,  «Νυμφεύθηκα  γυναίκα  και   γι’ αυτό  δεν  μπορώ  να  έλθω».
21 Και  ήλθε  ο  δούλος  και  τα   είπε  αυτά   στον   κύριό  του.  Τότε   ωργίσθηκε ο  οικοδεσπότης   και   είπε    στον   δούλο   του,   «Έβγα   γρήγορα   στις πλατείες  και   τους   δρόμους  της   πόλεως  και  φέρε   εδώ  τους   πτωχούς  και αναπήρους  και  χωλούς  και  τυφλούς».
22 Και  είπε   ο   δούλος,  «Κύριε,  έγινε  εκείνο  που   διέταξες  και   υπάρχει  ακόμη χώρος».
23 Και  είπε  ο   κύριος   στον  δούλο,  «Έβγα   στους   δρόμους  και  στους περιφραγμένους   τόπους   και  ανάγκασέ  τους  να  μπουν,  για  να  γεμίσει   το σπίτι  μου.
24 Διότι  σας  λέγω,   ότι   κανείς  από  τους  ανθρώπους  εκείνους,  που  είχαν προσκληθεί,  δεν  θα  γευθεί  το  δείπνο  μου».


Β΄ Τιμ. 1,8-18

8 Μὴ  οὖν  ἐπαισχυνθῇς  τὸ  μαρτύριον  τοῦ  Κυρίου  ἡμῶν  μηδὲ  ἐμὲ  τὸν δέσμιον  αὐτοῦ,  ἀλλὰ   συγκακοπάθησον  τῷ  εὐαγγελίῳ  κατὰ   δύναμιν Θεοῦ,
9 τοῦ  σώσαντος  ἡμᾶς  καὶ   καλέσαντος  κλήσει   ἁγίᾳ, οὐ  κατὰ  τὰ   ἔργα   ἡμῶν,   ἀλλὰ   κατ' ἰδίαν   πρόθεσιν  καὶ  χάριν,  τὴν δοθεῖσαν  ἡμῖν  ἐν   Χριστῷ  Ἰησοῦ  πρὸ  χρόνων  αἰωνίων,
10 φανερωθεῖσαν  δὲ  νῦν  διὰ  τῆς  ἐπιφανείας τοῦ  σωτῆρος  ἡμῶν  Ἰησοῦ  Χριστοῦ,   καταργήσαντος  μὲν  τὸν  θάνατον,  φωτίσαντος  δὲ  ζωὴν καὶ  ἀφθαρσίαν  διὰ  τοῦ  εὐαγγελίου,
11 εἰς   ὃ  ἐτέθην  ἐγὼ  κήρυξ  καὶ  ἀπόστολος  καὶ  διδάσκαλος  ἐθνῶν.
12 Δι' ἣν   αἰτίαν  καὶ  ταῦτα  πάσχω,  ἀλλ'  οὐκ   ἐπαισχύνομαι·  οἶδα γὰρ  ᾧ  πεπίστευκα,  καὶ  πέπεισμαι  ὅτι  δυνατός  ἐστι  τὴν   παραθήκην   μου φυλάξαι   εἰς   ἐκείνην   τὴν   ἡμέραν.
13 Ὑποτύπωσιν  ἔχε   ὑγιαινόντων  λόγων  ὧν  παρ'  ἐμοῦ   ἤκουσας,  ἐν  πίστει καὶ   ἀγάπῃ  τῇ  ἐν  Χριστῷ   Ἰησοῦ·
14 τὴν  καλὴν  παραθήκην  φύλαξον   διὰ  Πνεύματος   Ἁγίου   τοῦ  ἐνοικοῦντος   ἐν   ἡμῖν.

Συμβουλή  δια  την  αποφυγήν  λογομαχίας

15 Οἶδας   τοῦτο,   ὅτι   ἀπεστράφησάν   με  πάντες   οἱ  ἐν   τῇ  Ἀσίᾳ,  ὧν   ἐστι Φύγελλος  καὶ  Ἑρμογένης.
16 Δῴη   ἔλεος   ὁ  Κύριος   τῷ  Ὀνησιφόρου   οἴκῳ,  ὅτι  πολλάκις   με  ἀνέψυξε   καὶ  τὴν  ἅλυσίν  μου  οὐκ  ἐπαισχύνθη,
17 ἀλλὰ  γενόμενος  ἐν   Ρώμῃ  σπουδαιότερον  ἐζήτησέ   με  καὶ  εὗρε·
18 δῴη  αὐτῷ   ὁ  Κύριος  εὑρεῖν  ἔλεος  παρὰ  Κυρίου   ἐν  ἐκείνῃ  τῇ  ἡμέρᾳ·  καὶ   ὅσα   ἐν  Ἐφέσῳ   διηκόνησε,  βέλτιον   σὺ  γινώσκεις.


ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ  ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Β΄ Τιμ. 1,8-18

8 Να  μη   εντραπής,  λοιπόν,  την  μαρτυρίαν   υπέρ  του  Κυρίου   μας,  ούτε   εμέ, τον  φυλακισμένον  του,  αλλά  κακοπάθησε  και  συ  δια  το  ευαγγέλιον  με την   δύναμιν   του   Θεού,
9 ο   οποίος  μας  έσωσε  και  μας   εκάλεσε  με  κλήσιν   αγίαν,   όχι  επί  τη  βάσει των   έργων  μας,  αλλά  κατά  την  δικήν  του  πρόθεσιν  και  χάριν,  η  οποία δόθηκε    σ’ εμάς  πριν   από  όλους  τους  αιώνας  εν  Χριστώ  Ιησού,
10 φανερώθηκε  όμως  τώρα  δια  της  εμφανίσεως  του  Σωτήρος  μας   Ιησού Χριστού,   ο   οποίος  κατήργησε  τον  θάνατον,  και  έφερε  εις  το  φως  ζωήν  και αφθαρσίαν  δια  του  ευαγγελίου,
11 δια   το  οποίον  μου   ανετέθη  να  είμαι  κήρυξ  και  απόστολος  και διδάσκαλος  των  εθνικών.
12 Αυτή είναι  η  αιτία  που  υποφέρω   αυτά  τα  παθήματα,  αλλά   δεν εντρέπομαι,  διότι  ξέρω  εκείνον  εις  το   οποίον   έχω   πιστέψει  και   είμαι πεπεισμένος,   ότι  είναι  δυνατός  να  φυλάξει  αυτό  που  του   εμπιστεύθηκα, έως  εκείνην  την   Ημέραν.
13 Έχε  ως  υπόδειγμα  υγειών   διδασκαλιών  εκείνα  που  άκουσες  από   εμέ δια  την  πίστιν  και  την  αγάπην  που  έχομεν   εν  Χριστώ   Ιησού.
14 Φύλαξε  δια  του  Πνεύματος  του   Αγίου,  που  κατοικεί  μέσα  μας,  το  καλόν που  σου   έχει   εμπιστευθεί  ο  Θεός.

Συμβουλή  δια  την  αποφυγήν  λογομαχίας

15 Γνωρίζει  ότι  όλοι  που  ήσαν  εις   την  Ασίαν, με  άφησαν,  μεταξύ  των οποίων  είναι  ο  Φύγελλος  και  ο  Ερμογένης.
16 Είθε  ο  Κύριος  να  δώσει  έλεος  εις  την  οικογένειαν  του   Ονησιφόρου,  διότι συχνά   με   ανακούφισε   και  δεν   ντράπηκε  την  αλυσίδα  μου,
17 αλλ’  όταν   ήλθε  εις  την  Ρώμην  με  αναζήτησε  με  ζήλον  και  με  ευρήκε
18 – είθε  ο  Κύριος  να  τον   αξιώσει  να  βρεί  έλεος   από  τον   Κύριον  κατ’ εκείνην  την  Ημέραν –  και   πόσας   υπηρεσίας   προσέφερε  εις   την  Έφεσον, γνωρίζει   συ  καλύτερα.

Luke 14, 16-24

16 And Jesus said to him, "Someone wanted to have a great dinner, and he called many.
17 And he sent his servant at the supper to say unto them, Come, for all is ready.
18 But all began to be justified one by one. The former said to him, "I bought a field and I must go and see it; please consider it justified."
19 Another said, "I have bought five pairs of oxen and am going to try them; please consider me justified."
20 Another said, "I got married to a woman, so I can't come."
21 And the servant came and told these things to his master. Then the host got angry and said to his slave, "I came quickly to the squares and streets of the city and brought here the poor and the disabled and the villagers and the blind."
22 And the servant said, Lord, it is done that thou hast commanded, and there is room.
23 And the master said to the servant, 'I went out into the streets and into the fenced places, and made them go in, to fill my house.
24 For I say unto you, That none of those men which were invited shall taste of my supper.

B Tim. 1.8-18

8 Let us not therefore bear witness to the testimony of our Lord, nor of him, his prisoner, but he also malied the gospel with the power of God,
9 who saved us and called us with a holy call, not on the basis of our works but according to his own intention and grace, which was given to us all the centuries in Christ Jesus,
10 Now it was manifested by the appearance of our Savior Jesus Christ, who abolished death, and brought to life light and impurity through the gospel,
11 for which I was commissioned to be preached and apostle and teacher of the national.
12 This is the reason I suffer these sufferings, but I am not oblivious, because I know the one in whom I have believed and I am convinced that it is possible to keep what I have entrusted to him until that Day.
13 It has been a model of sound teachings that you have heard from me for the faith and love we have in Christ Jesus.
14 Keep, through the Holy Spirit, that dwells in us, the good that God has trusted you.

Tip to avoid wrangle

15 He knows that all who were in Asia left me, among them Phileelus and Ermogenis.
16 May the Lord give mercy to the family of Onesiphorus, for it has often relieved me and did not mess my chain,
17 But when he came to Rome, he sought me with zeal and found me
18 - may the Lord ask him to find mercy from the Lord on that Day - and how much service he offered to Ephesus, he knows better.


Δεν υπάρχουν σχόλια: