31/3/16

Ο Άγιος Υπάτιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Γαγγρών

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Υπάτιος ήταν Επίσκοπος Γαγγρών κατά τους χρόνους του αυτοκράτορος Μεγάλου Κωνσταντίνου  και  έλαβε  μέρος  στην Α’ Οικουμενική  Σύνοδο,  η οποία συνήλθε το έτος 325 μ.Χ., στη Νίκαια της Βιθυνίας. Διακρίθηκε  για την  πιστότητά του στα ορθόδοξα δόγματα και την σφοδρή πολεμική του κατά  των δυσσεβών αιρετικών και μάλιστα των Αρειανών. Η  στάση του  αυτή  εξήγειρε τους  πληγέντες  Νοβατιανούς, οι οποίοι ζητούσαν με κάθε τόπο την εξόντωσή του. Για  τον  σκοπό αυτό, το έτος  326 μ.Χ. πλήρωσαν κάποιους ειδωλολάτρες, οι οποίοι σε κρημνώδη περιοχή επιτέθηκαν κατά του  Αγίου  με ξύλα  και  πέτρες  και  τον άφησαν  μισοπεθαμένο. Πριν ξεψυχήσει, μία εκ των φανατικών αιρετικών γυναικών τον θανάτωσε δια λίθου.      
Έτσι ο Άγιος Υπάτιος μαρτύρησε και κληρονόμησε την Βασιλεία της Τριαδικής Θεότητος.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Οσίως  ιέρευσας, τω επί πάντων Θεώ, και πρόεδρος  ένθεος, της  Εκκλησίας  Γαγγρών, εδείχθης  Υπάτιε· όθεν θαυματουργίαις, διαλάμπων ποικίλαις, σύνθρονον τω  Τεκόντι, τον Υιόν  ωμολόγεις, δι' όν  και  χαίρων  ήθλησας,  Ιερομάρτυς  ένδοξε.


Κοντάκιον. Ήχος πλ. β’. Την υπέρ ημών.     
Την ζωοποιόν, τελέσας ιερουργίαν, και των δωρεών, το  τάλαντον  επαύξησας, ως  θυσία προσήχθης, και  κάρπωμα ένθεον, δι’ αθλήσεως  Υπάτιε, τω δοξάσαντι  τον βίον σου, τοις αρρήτοις  Πάτερ  θαύμασιν. Αυτόν δυσώπει αεί, υπέρ πάντων ημών.



Μεγαλυνάριον.
Ομοουσιότητος  του  Πατρός, και Υιού παμμάκαρ, χρηματίζων κήρυξ λαμπρός, αθλήσει σφραγίζεις, τον θαυμαστόν σου βίον, Υπάτιε θεόφρον, Γαγγρών ο πρόεδρος.

Ο Άγιος Ιωνάς Μητροπολίτης Μόσχας και πασών των Ρωσιών

Ο Άγιος  Ιωνάς γεννήθηκε στο χωριό Σολιγκαλίτς της  επαρχίας  Κοστρόμα  της  Ρωσίας. Ο πατέρας του Θεόδωρος Οπουάσεβ φρόντισε για την Χριστιανική ανατροφή και διαπαιδαγώγηση του υιού  του  και  τον έστειλε στη μονή του Γκαλίτς. Εκεί  ήταν υπό την πνευματική καθοδήγηση των στάρετς Βαρθολομαίου, Ιωάννου και Ιγνατίου του εικονογράφου.
Το  έτος  1433  εξελέγη  Επίσκοπος  Μούρωμα  και  Ριαζάν  και  άρχισε να εργάζεται  για την πνευματική  οικοδόμηση  του  ποιμνίου του. Μετά τον θάνατο του Μητροπολίτου Ρωσίας Γερασίμου (1433 – 1435), ο Άγιος  Ιωνάς προεβλήθηκε υπό του  ηγεμόνος της  Ρωσίας Βασιλείου Βασίλιεβιτς ως διάδοχός του. Εξελέγη Μητροπολίτης Ρωσίας υπό τοπικής Συνόδου, που συγκλήθηκε εσπευσμένα, δεν  μετέβη  όμως  στην Κωνσταντινούπολη, για να λάβει την Πατριαρχική ευλογία κατά το κανονικό έθος. Μετά το πέρας  της  διαμάχης των ηγεμόνων Βασιλείου και Γεωργίου  Δημητρίεβιτς, κατά  τις  αρχές  του  1436, ο Άγιος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η προγενέστερη καθυστέρηση υπήρξε  η  αφορμή για  την  αποστολή  του  Πελοποννήσιου  Ισιδώρου, ως Μητροπολίτου  Ρωσίας.
Ο Ισίδωρος μετέβη στη Ρωσία μετά του  Αγίου  Ιωνά. Ο  Ρώσος  ηγεμόνας είχε κάθε λόγο να είναι δυσαρεστημένος με τις  ενέργειες  του  Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά μετά από λίγο εκτίμησε τον Μητροπολίτη  Ισίδωρο για  την  ευφυΐα και  την  πολυμάθειά του. Οι λόγοι  της  ενέργειας  αυτής  του  Πατριαρχείου  Κωνσταντινουπόλεως  πρέπει  να ήταν σχετικοί είτε προς την γενικότερη προσπάθεια  για  την  διατήρηση της  πειθαρχίας των  υπαγομένων σε αυτό Μητροπόλεων, είτε γιατί  αποσκοπούσαν στην τοποθέτηση Έλληνα  Ιεράρχη  σε τέτοια  επίκαιρη θέση, όπως  ήταν η Μητρόπολη  Ρωσίας.
Λίγο μετά την άφιξή του στην Μόσχα, ο Μητροπολίτης Ισίδωρος έπεισε τον Ρώσο ηγεμόνα για την συμμετοχή της Ρωσικής Εκκλησίας στην Σύνοδο της Φερράρας. Ο ηγεμόνας πείσθηκε με το επιχείρημα του  Ισιδώρου  ότι  και η  ένωση  των  Εκκλησιών θα επιτυγχανόταν  και η αυτοκρατορία θα  διασωζόταν, διατηρούμενης  της  Ορθοδοξίας.  Ο Ρώσος ηγεμόνας δέχθηκε, χορήγησε δε αξιόλογο χρηματικό ποσό και πολυπρόσωπη ακολουθία.
Ο Ισίδωρος αναχώρησε από την Μόσχα στις 8 Σεπτεμβρίου 1437 και έφθασε στη Φερράρα  στις 18 Αυγούστου 1438. Η Σύνοδος, άν και οι  Βυζαντινοί είχαν φθάσει από τον μήνα Μάρτιο, δεν είχε αρχίσει ακόμη τις εργασίες της. Η συμμετοχή του  Ισιδώρου στις συζητήσεις δεν ηταν μεγάλη, άν και ο ρόλος αυτού στην καθόλου εξέλιξη της υποθέσεως  υπήρξε σημαντικός. Γενικώς ακολουθούσε τις  απόψεις του  Βησσαρίωνος Νικαίας.
Μετά  από πολλές ζυμώσεις και υπό απειλή πάντοτε του τουρκικού κινδύνου, ο  όρος  της ενώσεως  έγινε  δεκτός στις 5  Ιουλίου 1439, ο δε  Ισίδωρος ήταν από τους πρώτους, οι οποίοι δέχθηκαν την ένωση. Τα πράγματα όμως δεν εξελίχθηκαν όπως ανέμενε ο Ισίδωρος. Η κατάληξη ήταν η καταδίκη του  Ισιδώρου  από Σύνοδο  και  ο εγκλεισμός του στη μονή Τσουντώφ. Στις 15 Σεπτεμβρίου ο Ισίδωρος διέφυγε και έφθασε στο Νόβγκοροντ. Από εκεί κατέφυγε στον ηγεμόνα της Λιθουανίας  Καζιμίρ, μετά δε  από λίγο  στην  Ρώμη.
Ο Άγιος  Ιωνάς απεστάλη πάλι στην Κωνσταντινούπολη, αλλά όταν  ο  ηγεμόνας  έμαθε ότι και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είχε δεχθεί την ένωση, διέταξε την αποστολή να επιστρέψει. Ο  Άγιος  Ιωνάς  καταστάθηκε  Μητροπολίτης  υπό Συνόδου το έτος 1448  και  απέστειλε  στον  Πατριάρχη  επιστολή, για να λάβει  την  ευλογία του.

Ο Άγιος Ιωνάς αναδείχθηκε πρότυπο ποιμένα. Ήταν πνευματικός πατέρας, θαυματουργός και  προορατικός. Όταν  οι Αγαρηνοί περικύκλωσαν  την  Μόσχα, ο  Άγιος τους απώθησε με την προσευχή του.        
Στα τελευταία χρόνια του βίου  του  ευχόταν  να  βασανισθεί  από κάποια  ασθένεια, για να λιώσει σαν το χρυσό στο χωνευτήρι. Ο Θεός άκουσε την  προσευχή του  και  επέτρεψε  τη δοκιμασία. Τα πόδια του Αγίου γέμισαν πληγές. Έτσι, δοξολογώντας το  Όνομα του Αγίου Τριαδικού  Θεού, κοιμήθηκε το  έτος  1461.

Ο Άγιος Ιννοκέντιος Μητροπολίτης Μόσχας και Ιεραπόστολος Αλάσκας

Ο Άγιος Ιννοκέντιος γεννήθηκε στις 26 Αυγούστου 1797 στο χωριό Ανζίσκογιε της Σιβηρίας  της  επαρχίας  Ιρκούτσκ,  από  πτωχούς  και ευσεβείς  γονείς, τον  Ευσέβειο  και  τη Θέκλα Ποπλώφ. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Ιωάννης, προς τιμήν του Αγίου Ιωάννου,  Πατριάρχου  Κωνσταντινουπόλεως  του  Νηστευτού  ( 2 Σεπτεμβρίου).
Στην  συνέχεια  σπουδάζει  στο  εκκλησιαστικό  σεμινάριο  του  Ιρκούτσκ.
Ο Άγιος επιστρέφει με την οικογένεια στην Μόσχα το 1838 και τοποθετείται στον καθεδρικό  ναό  Ευαγγελισμού  της  Θεοτόκου στο  Κρεμλίνο. Όμως, στις  25  Νοεμβρίου 1835 ανήμερα στην εορτή της, η  πρεσβυτέρα Αικατερίνη πεθαίνει. Ο Άγιος με την συμβολή του  Μητροπολίτου  Μόσχας  Φιλαρέτου, κείρεται  μοναχός  στις  27  Νοεμβρίου 1840 και λαμβάνει το όνομα Ιννοκέντιος, προς τιμήν του Αγίου Ιννοκεντίου του Ιρκούτσκ
Το έργο του στην Αλάσκα είναι τεράστιο. Εργάζεται  μέσα  σε  ένα  αφάνταστα  δύσκολο περιβάλλον, διατρέχοντας τις παγωμένες εκτάσεις και κινδυνεύοντας συνεχώς. Η ίδρυση σχολείων αποτελεί κύριο μέλημά του. Γράφει γι’ αυτό, το 1845, στον Μητροπολίτη  Μόσχας  Φιλάρετο:  «Προσπάθησα να διδάξω όλα τα παιδιά  του  Θεού.  Άν  οι Αλλεουτιανοί  με αγαπούν, το  κάνουν μόνο γιατί  τους  έχω  διδάξει».
Την ίδια περίοδο, με απόφαση της  Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ρωσίας, η Επισκοπή  του Αγίου Ιννοκεντίου επεκτείνεται περιλαμβάνοντας στους κόλπους της όλη τη Γιακουτία και η έδρα μετατίθεται από την πόλη Σίτκα στο Γιακούτσκ της Σιβηρίας. Εκεί  ακολουθούν νέοι  ιεραποστολικοί  αγώνες.

Ο Άγιος Ιννοκέντιος είναι πλέον 70 ετών και έχει χάσει τις σωματικές του δυνάμεις, υποφέροντας πολύ από τα μάτια του. Η επιθυμία του είναι να παραιτηθεί και να εγκαταβιώσει σε κάποιο μοναστήρι. Όμως ο Θεός, που κηδεμονεύει την ιστορία του κόσμου, οικονόμησε αλλιώς τα πράγματα. Στις 25 Μαΐου  1868  εκλέγεται  Μητροπολίτης Μόσχας.      
Και από τη νέα αυτή έπαλξη εργάσθηκε σκληρά. Παρέδωσε την αγία ψυχή του  στον Κύριο, το Μέγα Σάββατο, στις 31 Μαρτίου του έτους 1879 και  ενταφιάσθηκε  στη  Λαύρα της  Αγίας  Τριάδος του  Σεργίου.

30/3/16

Ο Όσιος Ιωάννης της Κλίμακος

Ο  Όσιος  Ιωάννης  της Κλίμακος γεννήθηκε περί το  έτος 525 μ.Χ. και  ήταν υιός ευσεβούς και εύπορης οικογένειας. Έλαβε πλούσια μόρφωση, γι’ αυτό και τον αποκαλούσαν «σχολαστικό», αλλά σε ηλικία δεκαέξι ετών, αφού εγκατέλειψε τον κόσμο, παραδόθηκε στην πνευματική καθοδήγηση του Γέροντος Μαρτυρίου, στο όρος Σινά, όπου έμεινε μέχρι το θάνατό του.
Στην συνέχεια επισκέφθηκε μοναχικές κοινότητες στη Σκήτη και Ταβέννιση της Αιγύπτου, αργότερα δε εγκαταστάθηκε σε κελί της ερήμου του Σινά, που απείχε δύο ώρες  από τη μονή  της  Αγίας Αικατερίνης.
Ο  βιογράφος του Οσίου Ιωάννου, Δανιήλ ο Ραϊθηνός, μας δίνει μερικές πληροφορίες για τον βίο του, κυρίως όμως μας παρουσιάζει το πως αναδείχθηκε δεύτερος Μωϋσής καθοδηγώντας  τους νέους  Ισραηλίτες από την γη της δουλείας στην γη της επαγγελίας. Με την λίγη τροφή νίκησε το κέρας του τύφου της οιήσεως και της κενοδοξίας, πάθη πολύ λεπτά και δυσδιάκριτα για τους ανθρώπους που εμπλέκονται στις κοσμικές ενασχολήσεις. Με την ησυχία, νοερά και σωματική, έσβησε την φλόγα της καμίνου της σαρκικής επιθυμίας. Με την Χάρη του Θεού και τον δικό του αγώνα ελευθερώθηκε από την δουλεία στα είδωλα. Ανέστησε την ψυχή του από τον  θάνατο που την απειλούσε. Με την απονέκρωση της προσπάθειας και με την αίσθηση των αΰλων και  ουρανίων έκοψε τα δεσμά της λύπης. Ο Όσιος Ιωάννης  έγινε  ο  κατεξοχήν άνθρωπος, ο  υπό του  Θεού  πλασμένος  και  υπό του Αγίου Πνεύματος εν Χριστώ  Ιησού  ανακαινισμένος. Και  με  όσα έγραψε δεν μετέφερε σε εμάς μόνο τις ανθρώπινες γνώσεις  αλλά την ίδια του την ύπαρξη, γι’ αυτό ο λόγος του είναι αφοπλιστικός  και θεραπευτικός.
Μετά  από  σαράντα χρόνια άσκηση στην έρημο, σε προχωρημένη πλέον ηλικία, εξελέγη ηγούμενος της μονής Σινά, ενώ προς το τέλος του βίου του  αποσύρθηκε πάλι στην  έρημο, όπου κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη σε ηλικία εβδομήντα ετών, κατά το  έτος 600 μ.Χ.
Η  μνήμη του εορτάζεται, επίσης, την Δ’ Κυριακή  των Νηστειών.
Ο  Όσιος Ιωάννης έγραψε δύο περίφημα συγγράμματα: την «Κλίμακα» και  το  «Λόγο προς τον Ποιμένα». Η  «Κλίμακα» είναι συνέχεια των ησυχαστικών κειμένων της Εκκλησίας. Ο Όσιος Ιωάννης παρουσιάζει τα στάδια της τελειώσεως σε τριάντα κεφάλαια. Την  ιδέα  της  κλίμακος εμπνεύστηκε από το όραμα του Ιακώβ, τον δε αριθμό  τριάντα από την ηλικία της ωριμότητας κατά την οποία ο  Ιησούς Χριστός άρχισε την δημόσια δράση Του.        
Κατ’ αρχάς περιγράφει το πρώτο στάδιο της μοναχικής ζωής, που συνίσταται στην αναχώρηση από τον κόσμο και  από  καθετί που  υπενθυμίζει τον κόσμο, την  ξενιτεία. Έπειτα  έρχεται  η  περιγραφή  του αγώνος του ασκητού, μεταξύ των αρετών και κακιών, οι  οποίες  περιγράφονται ανάμεικτες: λύπη, υπακοή, μετάνοια, μνήμη θανάτου, κατά  Θεόν  πένθος, αοργησία, μνησικακία, καταλαλιά, σιωπή. Τα  τελευταία κεφάλαια  ομιλούν για την εν αγάπη τελείωση, την ησυχία και την εσωτερική προσευχή.


Απολυτίκιον. Ήχος γ'. Θείας πίστεως.          
Θείαν κλίμακα, υποστηρίξας, την των λόγων σου, μέθοδον πάσι, Μοναστών υφηγητής αναδέδειξαι, εκ πρακτικής Ιωάννη καθάρσεως, προς θεωρίας ανάγων την έλαμψιν. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.


Κοντάκιον. Ήχος α’. Χορός Αγγελικός.        
Καρπούς αειθαλείς, εκ σης βίβλου προσφέρων, διδάγματα σοφέ, καθηδύνεις  καρδίας, των τούτοις μετά νήψεως, προσεχόντων μακάριε· κλίμαξ γαρ εστι, ψυχάς ανάγουσα γήθεν, προς ουράνιον, και  διαμένουσαν δόξαν, των πίστει τιμώντων σε.



Μεγαλυνάριον.
Την ουρανοδρόμον ήν  Ιακώβ, κλίμακα προείδεν, ετεχνήσω πνευματικώς, Πάτερ Ιωάννη, συνθήκη των σων λόγων, δι’ ής προς αφθαρσίας, βαίνομεν μέθεξιν.

Ο Άγιος Σωφρόνιος Επίσκοπος Ιρκούτσκ και πάσης Σιβηρίας

Ο Άγιος Σωφρόνιος, κατά κόσμος Στέφανος Κρισταλέφσκϊυ, γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 1703 στην Ουκρανία, κοντά στην περιοχή του Τσέρνιγκωφ, από ευσεβείς γονείς. Από την παιδική του ηλικία αγάπησε την Εκκλησία και το μοναχικό βίο. Ανέπτυξε σπουδαία ιεραποστολική δράση και εξελέγη Επίσκοπος της  πόλεως  Ιρκούτσκ

Ο Άγιος Σωφρόνιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1771, κατά την Δευτέρα ημέρα  του Πάσχα. Ενώ αναμενόταν η απόφαση της Ιεράς Συνόδου περί του ενταφιασμού του ιερού λειψάνου, η σορός του παρέμεινε άταφη επί έξι μήνες, χωρίς να υποστεί την παραμικρή αλλοίωση. Το γεγονός αυτό, καθώς  και  η φήμη του αυστηρού ασκητικού του βίου, προσείλκυσαν πλήθη πιστών, οι οποίοι προσκυνούσαν το ιερό λείψανο ως σκήνωμα Αγίου του Θεού. Τα ιερά λείψανα του Αγίου διασώθηκαν  θαυματουργικά  από την πυρκαγιά που κατέστρεψε ολοσχερώς τον καθεδρικό ναό του Ιρκούτσκ
Η ανακήρυξη της αγιοποιήσεώς του έγινε από τη Ρωσική Εκκλησία στις 23 Απριλίου 1918.

29/3/16

Ο Άγιος Μάρκος Επίσκοπος Αρεθουσίων

Ο  Άγιος  Μάρκος  ήκμασε κατά τους χρόνους του  βασιλέως  Κωνσταντίου (337 – 361 μ.Χ.)  και  του  Ιουλιανού  του Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.). Ήταν  Επίσκοπος Αρεθουσίων. Το  έτος  341 μ.Χ. συμμετείχε στην Σύνοδο της  Αντιόχειας. Στα  Πρακτικά μάλιστα αυτής, διασώζεται  «Έκθεσις Πίστεως Μάρκου Αρεθουσίων». Το  επόμενο έτος συμμετείχε στην αντιπροσωπεία Επισκόπων, η οποία μετέβη στα Τρέβηρα για να συναντήσει τον αυτοκράτορα Κώνσταντα. Το έτος 343 μ.Χ. έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Φιλιππουπόλεως  και  το  έτος 351 μ.Χ. στην Σύνοδο του Σιρμίου, η  οποία  καταδίκασε  τον Φωτεινό, Επίσκοπο  Σιρμίου, ως οπαδό του αιρετικού Επισκόπου Αγκύρας, Μαρκέλλου. Τον  συναντάμε, επίσης, στην  Σύνοδο  της Σελευκείας  της  Ισαυρίας, το έτος  358 μ.Χ.
Ο  Άγιος  Μάρκος  αναδείχθηκε μεγάλος διώκτης της  ειδωλολατρίας  και  οδήγησε με  τον φιλόθεο βίο και  το  ευαγγελικό  κήρυγμά  του  πολλούς  Εθνικούς  στην  αληθινή  πίστη. Με την προτροπή του δε οι Χριστιανοί, οι οποίοι προέρχονταν από τον  κόσμο  των  Εθνικών, γκρέμισαν έναν ειδωλολατρικό ναό. Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης απαιτούσε από τον  Άγιο ή να δώσει αποζημίωση για  τον  κατεστραμμένο  ναό  ή  να τον ξαναοικοδομήσει. Γι’ αυτό, όταν πληροφορήθηκε την  σύλληψη  πολλών  Χριστιανών για το  συγκεκριμένο γεγονός, παρουσιάσθηκε  μόνος  του  στις  αρχές  που τον  καταδίωκαν, το 363 μ.Χ.
Το μαρτύριο και τα βασανιστήρια, τα  οποία  υπέστη  ο  Άγιος  Μάρκος, χαρακτηρίζονται από τον Θεοδώρητο Κύρου ως πραγματική τραγωδία. Να πως περιγράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος  το  μαρτύριο του  Αγίου:  «Οδηγούσαν  τον  γέροντα  Επίσκοπο, τον εθελοντή  αθλητή, δια μέσου της πόλεως και σε όλους ήταν σεβαστός για την  πολιτεία του, πλην των διωκτών και τυράννων, που αγωνίζονταν πως να υπερβάλλουν ο ένας  τον  άλλον στην θρασύτητα κατά του πρεσβύτου. Τον έσυραν δια μέσου πλατειών,  τον  ωθούσαν  προς υπονόμους, τον έσυραν από τα μαλλιά και τα γένια. Δεν υπήρχε μέλος του σώματός του που να μην υπέστη μαζί με τις κακώσεις και ταπείνωση. Τον ύψωναν μετέωρο από τα πόδια και με τις μυτερές γραφίδες έκαναν παιχνίδι τους την  τραγωδία. Του τρυπούσαν  τα αυτιά… Τον κρέμασαν ψηλά μέσα σε δίχτυ και τον άλειψαν με μέλι και  αλάτι. Οι  σφίγγες και οι μέλισσες τον κεντούσαν, ενώ το  καταμεσήμερο ο ήλιος με τις καυστικές του ακτίνες αύξανε την  φλόγωση».
Ο Άγιος Μάρκος τα υπέμεινε όλα με καρτερία και ανεξικακία. Ευχαριστούσε και δοξολογούσε το  Όνομα  του  Τριαδικού  Θεού.
Ο ύπαρχος της πόλεως Αρεθούσης θαύμασε την γενναιότητα και την πνευματική ανδρεία του Αγίου Μάρκου και εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκειά του προς τον αυτοκράτορα Ιουλιανό για τον διωγμό του Αγίου. Ζήτησε δε μάλιστα την απελευθέρωσή του. Ο Άγιος όχι μόνο ελευθερώθηκε, αλλά με την Χάρη του Θεού βάπτισε Χριστιανούς και τους διώκτες του.          
Ο Άγιος  Μάρκος  κοιμήθηκε με ειρήνη.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ. 
Αρεθουσίων ο σοφός Ποιμενάρχης, υπέρ Χριστού Μάρκε στερρώς ηγωνίσω, εν τη Φοινίκη δε ω Κύριλλε Διάκονε, Μάρτυς ώφθης ένθεος, και εν Γάζη τη πόλει, άμα και Ασκάλωνι, Ιερείς θεοφόροι, μετά Γυναίων ήθλησον σεμνών· ούς ως  οπλίτας, Χριστού μακαρίσωμεν.


Κοντάκιον. Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Τον Χριστόν δοξάσαντες, αθλητικαίς αριστείαις, Μάρκε Πάτερ  Όσιε, συν τω Λευΐτη Κυρίλλω, άμα δε, ταις εν Ασκάλωνι και τη Γάζη, χάριτι, ανδρισαμέναις κατά της πλάνης, εδοξάσθητε αξίως, και  των  Αγγέλων  χοροίς  συνήφθητε.



Μεγαλυνάριον.
Των  Αρεθουσίων  χαίρε ποιμήν, Μάρκε θεηγόρε· χαίρε  Κύριλλε ιερέ· χαίρε των  Αγίων, Γυναίων η χορεία, Μαρτύρων  χαίρε στίφος, το ιερώτατον.

Ο Άγιος Κύριλλος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτώ άνδρες και γυναίκες Μάρτυρες εν Ασκαλώνι και Γάζη

Ο διάκονος Κύριλλος, επί αυτοκράτορος Ιουλιανού του Παραβάτου, γκρέμισε ειδωλολατρικούς  ναούς και  έκαψε τα ξόανα των ψεύτικων θεών, στην Φοινίκη. Για τον λόγο αυτό συνελήφθη από  τους  ειδωλολάτρες  και θανατώθηκε με  απάνθρωπο  τρόπο: άνοιξαν την κοιλιά του και του έβγαλαν τα  σπλάχνα.
Με τον ίδιο απάνθρωπο τρόπο μαρτύρησαν στην Ασκάλωνα και στην  Γάζα, το  έτος  363 μ.Χ., άνδρες και γυναίκες, ιερείς και μοναχές, των οποίων  αφαίρεσαν τα σπλάχνα και έριξαν εντός της κοιλίας αυτών κριθάρι, για να το φάνε οι χοίροι.     
Έτσι οι  Άγιοι αυτοί Μάρτυρες και  Ομολογητές της πίστεως, μαρτύρησαν  και  έλαβαν το αμαράντινο  στέφανο  της  δόξας  του  Κυρίου.



Απολυτίκιον. Ήχος πλ. δ’. Το προσταχθέν.
Δι’ εγκρατείας των παθών τας πυριφλέκτους, απονεκρώσαντες ορμάς  και  τας  κινήσεις, του Χριστού οι Μάρτυρες έλαβον την χάριν, τας νόσους αποδιώκειν των ασθενών, και ζώντες και μετά τέλος θαυματουργείν, όντως θαύμα παράδοξον! ότι οστέα γυμνά, εκβλύζoυσιν ιάματα. Δόξα  τω  μόνω  Θεώ  ημών.

28/3/16

ομιλία στην Β΄Κυριακή των νηστειών

ομιλία κ. Τσαγκάρη Παναγιώτη

Ομιλία  του Γεν. Γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, κ. Παν. Τσαγκάρη σε εορταστική εκδήλωση για την 25η Μαρτίου.

Ο Γενικός Γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, κ. Παναγιώτης Τσαγκάρης, μίλησε σε μια λαμπρή και πολυπληθή εορταστική εκδήλωση για την 25η Μαρτίου που διοργάνωσε στη Μυτιλήνη, η Ορθόδοξη Χριστιανική Αδελφότητα «ΕΥΣΕΒΕΙΑ» στην Αίθουσά της, Τερπάνδρου 1, την Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016, στις 6 μ. μ.
Ο κ. Παναγιώτης Τσαγκάρης στην ομιλία του με θέμα : «Αυτοί μας ελευθέρωσαν, αυτοί μας εμπνέουν», παρέθεσε μικρά κι ασήμαντα εκ πρώτης όψεως αλλά και άλλα γνωστά και σημαντικά περιστατικά, γεγονότα και πρόσωπα του αγώνα, μέσα από τα οποία καταδεικνύεται ποιες ήταν οι ηθικοπνευματικές αλλά και υλικές δυνάμεις που ώθησαν τον ηρωικό λαό μας στο αθάνατο ΄21.
Ο κ. Παναγιώτης Τσαγκάρης κατέληξε την ομιλία του λέγοντας: «Μέσα σε ένα κόσμο που φλέγεται και  βυθίζεται στο σκοτάδι της ανομίας,  της τρομοκρατίας, της βίας και του πολέμου, η πρόκληση και πρόσκληση είναι μία, ξύπνα ραγιά, ξύπνα Έλληνα. Για πόσο καιρό ακόμη θα ανέχεσαι εγχώρια και ξένα κέντρα αποφάσεων, να υποτιμούν και να περιφρονούν την πίστη σου, να διαστρεβλώνουν την ιστορία σου, να αλλοιώνουν τη γλώσσα σου, να περιορίζουν την ελευθερία σου, να υπονομεύουν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας σου και δεν θα αντιδράς; Σχετικά αναφέρω ενδεικτικά, μόνο τρία πρόσφατα περιστατικά: 1) Ο Υπουργός Παιδείας θέλει τα Θρησκευτικά να τα μετατρέψει σε πολυθρησκεία - θρησκειολογία, 2) απαγορεύτηκε η είσοδος του Μητροπολίτη Μεσογαίας κ. Νικολάου σε σχολείο διότι, όπως ειπώθηκε, φοράει ράσο και 3) όταν ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ πήγε να μοιράσει τρόφιμα στους πρόσφυγες που βρίσκονται στο λιμάνι του Πειραιά και φορούσε ένα σκουφάκι που είχε πάνω το σήμα του Σταυρού, τότε ένας από αυτούς του είπε να το βγάλεις αυτό...
Ξύπνα ραγιά, ξύπνα Έλληνα, θυμήσου τον αγώνα του ΄21, θυμήσου τους ήρωες του ΄21, με τι εφόδια  πραγματοποίησαν το θαύμα του ΄21. Θυμήσου τέλος, ότι, «χωρίς την Ορθοδοξία, Ελληνισμός ούτε θα υπήρχε ούτε και πρόκειται να υπάρξει», όπως έχει πει και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
Να μερικά από τα μηνύματα που αποκομίζουμε από αυτήν τη μικρή γιορτή – ταπεινό αφιέρωμα μνήμης στο αλησμόνητο ΄21 και σε  αυτούς που μας ελευθέρωσαν, σε αυτούς που συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να μας εμπνέουν.
Ευτυχώς όμως, «δεν μένουν σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μέσα στην χώρα» (Κ. Παλαμάς). Υπάρχουν ακόμη και σήμερα, γενναίοι νέοι Ρωμιοί! Υπάρχει ελπίδα ότι δεν θα χαθεί η Ελλάδα, διότι ζει στις καρδιές αυτών των νέων, στις καρδιές τις δικές μας, στις καρδιές όλων των Ελλήνων που κρατούν Θερμοπύλες.»




Δείτε την ομιλία στον παρακάτω σύνδεσμο: https://www.youtube.com/watch?v=81b2jQ3fj54



Ο Όσιος Ιλαρίων ο Νέος

Ο  Όσιος  Ιλαρίων  διετέλεσε  ηγούμενος  της  μονής  Πελεκητής  στην  Τριγλία  και διακρίθηκε για το ασκητικό του ήθος, το φιλόθεο  ζήλο του, το χάρισμα  της  ελεημοσύνης και  τους  πνευματικούς  αγώνες.  Γι’ αυτό  ο  Άγιος  Θεός  τον  προίκισε  με το  προορατικό χάρισμα. Ο  Όσιος  κοιμήθηκε με ειρήνη  το  έτος  754  μ.Χ.


Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.       
Ιλαρότητι τρόπων  καλλωπιζόμενος,  ως  καθαρώτατον  σκεύος  της  επιπνοίας  Χριστού, της ενθέου βιοτής  εδείχθης  έσοπτρον·  όθεν  αστράπτεις  νοητώς, αρετών  μαρμαρυγάς, Πατήρ  ημών  Ιλαρίων, προς  απλανή  οδηγίαν,  και  σωτηρίαν  των  ψυχών  ημών.


Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.    
Ως ελαία εύκαρπος, αναβλαστήσας,  Ιλαρίων Όσιε, καθιλαρύνεις μυστικώς, τω σω ελαίω  τους  ψάλλοντας· χαίροις  Οσίων, κανών  απαρέγκλιτε.



Μεγαλυνάριον.
Έλεος και χάριν παρά Θεού, Πάτερ Ιλαρίων, ως τω  θρόνω  αυτού  εστώς, αίτει  θεοφόρε, ημίν  καταπεμφθήναι, τοις  επιγραφομένοις, θερμόν  προστάτην σε.

Ο Άγιος Ευστράτιος ο Οσιομάρτυρας ο Νηστευτής

Ο  Όσιος  Ευστράτιος, απόγονος μιας πλούσιας οικογένειας του  Κιέβου, διέθεσε στους πτωχούς όλα τα πλούτη του και  εγκαταβίωσε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου, όπου αφιερώθηκε στην άσκηση και  τη νηστεία. Στις  εικόνες περιγράφεται με  ανοιχτού χρώματος  μαλλιά, αραιή  γενειάδα, ντυμένος  με  το  μοναχικό  ράσο και  ανυπόδητος.
Μόλις  ο  Όσιος έγινε μοναχός, άρχισε να αγωνίζεται κατά των σαρκικών παθών  και του διαβόλου με τα όπλα του φωτός, την αγρυπνία, την προσευχή και  προπαντός  την χριστομίμητη νηστεία. Με τον αγώνα και την σκληρή εγκράτεια, ταπείνωσε τους δαίμονες και εξουδετέρωνε τις προσβολές τους. Πάντοτε θυμόταν ότι ο Κύριός του, ο Ιησούς Χριστός, με την σαρανταήμερη νηστεία και την προσευχή Του κατέβαλε τον πονηρό, ενώ αντίθετα ο πρωτόπλαστος Αδάμ, λόγω της αποτυχίας του στο  να  φανεί εγκρατής, έπεσε και εξορίσθηκε από τον Παράδεισο. Έτσι  ο  γενναίος Ευστράτιος έλιωσε πραγματικά το σώμα του με την αυστηρή νηστεία, αλλά  μαζί με αυτό έλιωσε και τα πάθη και  διέλυσε τις δαιμονικές πλεκτάνες. Γι’ αυτό επονομάσθηκε  Νηστευτής.
Ο  Βίος  του  Οσίου Ευστρατίου περιγράφει, με ιδιαίτερη επιμέλεια, τις περιστάσεις  του μαρτυρίου του. Στις 20  Ιουλίου του έτους 1096, η Λαύρα των Σπηλαίων του  Κιέβου, έγινε ξαφνικά στόχος επιθέσεως των Πολόφσκυ, οι οποίοι καθοδηγούμενοι από τον Μπονγιάκ τον Φιλάργυρο, λεηλάτησαν τη μονή και αιχμαλώτισαν μοναχούς και εργάτες  αυτής  και τους  πούλησαν  ως  σκλάβους στην Βυζαντινή πόλη Χερσόνησο, στην Ταυρίδα.

Ο  Όσιος  Ευστράτιος και άλλοι πενήντα αιχμάλωτοι αγοράστηκαν  από  ένα  Εβραίο  της Χερσονήσου, ο οποίος, για να τους εξαναγκάσει να ασπασθούν  την  ιουδαϊκή πίστη τους άφησε να υποφέρουν από την πείνα και τη δίψα. Καθώς η αποδοχή του Ιουδαϊσμού σήμαινε απελευθέρωση από την σκλαβιά, μετά από έξι χρόνια σκληρής δουλείας, οι αιχμάλωτοι ήταν έτοιμοι να αρνηθούν τον Χριστό. Ο Όσιος Ευστράτιος, όμως, τους έπεισε να μην αρνηθούν την υπόσχεση που έδωσαν με το βάπτισμα. Μετά από  δέκα τέσσερις ημέρες  όλοι πέθαναν από πείνα  και  δίψα, εκτός  από τον  Όσιο Ευστράτιο, που είχε συνηθίσει στις πολυήμερες νηστείες. Ο ιδιοκτήτης λοιπόν, οργισμένος, τον κατηγόρησε για τον θάνατο των συντρόφων του και διέταξε να σταυρωθεί  ανήμερα  του Χριστιανικού Πάσχα. Σύμφωνα με το Βίο, ο Όσιος Ευστράτιος έζησε για δεκαπέντε ακόμα ημέρες επάνω στον σταυρό και βρήκε την δύναμη να συζητήσει με τον  Εβραίο ιδιοκτήτη εάν ο σταυρικός θάνατος ήταν ατιμία ή  προνόμιο  και να προφητέψει για τους δουλοκτήτες του μία επικείμενη θεομηνία. Μόλις το είπε αυτό, μαχαιρώθηκε.
Οι  ανόσιοι σταυρωτές κατέβασαν το ιερό λείψανο από τον σταυρό και το έριξαν στην θάλασσα. Η ανεξερεύνητη οικονομία του Θεού μετέφερε το τίμιο σκήνωμα θαυματουργικά, χωρίς  ανθρώπινη  μεσολάβηση, στα σπήλαια της Λαύρας  του  Κιέβου. Εκεί  το βρήκαν με κατάπληξη και δέος οι μοναχοί, εκείνοι που  είχαν σωθεί  και  είχαν επιστρέψει στη μονή μετά από το πέρασμα  των  Πολόφσκυ  και το ενταφίασαν  με τιμές και δοξολογίες. Στον τόπο αυτό παραμένει μέχρι σήμερα, άφθορο και δοξασμένο, επιτελώντας  αναρίθμητα  θαύματα  στους  πιστούς.

Ο Όσιος Ιωάννης εκ Γεωργίας

Ο  Όσιος  Ιωάννης  ήταν  Επίσκοπος  της  πόλεως  Μανγκλίσι  της  ανατολικής  Γεωργίας  και  κοιμήθηκε με  ειρήνη  το  έτος 1751.

27/3/16

Ομιλία στην Κυριακή Β΄των Νηστειών

«Και έρχονται προς Αυτόν παραλυτικόν φέροντες, αιρόμενον υπό τεσσάρων»
           
Το ευαγγέλιο που μας διαβάζει σήμερα η Εκκλησία μας αποτελεί, αδελφοί μου, άλλο ένα θαύμα, από τα αναρίθμητα θαύματα του Κυρίου. Κι αυτό το θαύμα έγινε στην αγαπημένη μου πόλη, την Καπερναούμ, και συγκεκριμμένα στο σπίτι το οποίο τώρα είναι Ναός των Αγίων Αποστόλων. Σύμφωνα με το θαύμα αυτό ελευθερώθηκε ένας παράλυτος ο οποίος βρισκόταν στο κρεββάτι του πόνου για πολλά πολλά χρόνια και μετεφέρθη προς το Χριστό από τέσσερις σπλαγχνικούς συνανθρώπους του.
            Στο σπίτι αυτό όμως δεν ήταν μόνο ο Χριστός ο οποίος δίδασκε στα πλήθη το λόγο της αληθείας, αλλά ήταν και πολλοί γραμματείς οι οποίοι μόλις άκουσαν το Χριστό να λέει προς τον παράλυτο «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» «αναλογίζονταν εν εαυτοίς», το έλεγαν δηλαδή από μέσα τους, ποιος είναι Αυτός που μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, μήπως είναι ο Θεός; Δεν πίστευαν στη Θεότητα του Χριστού. Ο Χριστός, όμως, «ως ετάζων καρδίας και νεφρούς» κατάλαβε τις σκέψεις τους και τους ξεσκέπασε. Τι εἶναι, τους λέει, ευκολώτερο να πω στον παράλυτο «αφέωνται σοι αι αμαρτίαι» ή να πω «έγειραι και περιπάτει»; Οι γραμματείς άκουγαν και έβλεπαν τα θαύματα του Χριστού αλλά παρέμεναν σκληροτράχηλοι και απερίτμητοι στη καρδιά, όπως λέει ο προφήτης Ησαίας. Αντιθέτως, οι τέσσερις αυτοί άνθρωποι, μαζί με την αγάπη τους προς τον πάσχοντα συνάνθρωπό τους απέδειξαν και την σταθερή τους πίστη στον μεγάλο Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων, το Χριστό.
            Η εποχή μας, αδελφοί μου, χρειάζεται αυτή την πίστη προς το Χριστό διότι οι κίνδυνοι που απειλούν σήμερα ψυχές και σώματα είναι απείρως περισσότεροι. Ο άγιος Γρηγόριος, άλλωστε, ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο Παλαμάς, που εορτάζει σήμερα μας παρακαλά το Θεό «φώτισόν μου το σκότος». Κι αν αυτός, που είναι μέγας αγωνιστής κατά της αμαρτίας ζητά από το Θεό να του φωτίζει την διάνοια και να την οδηγεί στο φως της θείας διδασκαλίας, πόσω μάλλον εμείς, αδελφοί μου;
            Ο λόγος που έκανε τους  τέσσερις αυτούς ανθρώπους να πάρουν το κρεββάτι με τον παράλυτο και να τον πάνε στο Χριστό είναι η μεγάλη τους αγάπη. Οι άνθρωποι αυτοί ό,τι έκαναν το έκαναν για να προσφέρουν την αγάπη τους προς τον πάσχοντα συνάνθρωπό τους· εν αντιθέσει με τους υπολοίπους ιουδαίους που βρίσκονταν μέσα στο σπίτι όπου κήρυττε ο Χριστός. Κανείς δεν παραμέριζε για να περάσουν οι τέσσερις αχθοφόροι της αγάπης με το κρεββάτι και τον παράλυτο.
            Η αγάπη τους ήταν τόσο μεγάλη που τίποτα δεν τους φόβιζε προκειμένου να πάνε τον παράλυτο στο Χριστό. Γι’αυτό, απεστέγασαν  τη στέγη του σπιτιού όπου ήταν ο Χριστός, έβγαλαν μερικά κεραμίδια και κατέβασαν με σχοινί το κρεβάτι μπρος στα πόδια του Χριστού. Στην Εκκλησία μας δεν μπορούμε, αδέλφια μου, να είμαστε δειλοί. «Ου γαρ έδωκεν υμίν ο Θεός πνεύμα δειλίας αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού» (Β΄Τιμ. 1,7) λέει ο απ. Παύλος.  
            Ρίζα πάντως όλων των κακών, όπως λέει η Αγία Γραφή, είναι η αμαρτία. Αυτός είναι ο λόγος που ο Χριστός αφήνει τις αμαρτίες του παράλυτου προ  της θεραπείας του από την παραλυσία. Πρώτα θεραπεύει την παραλυσία της ψυχής και έπειτα του σώματος. Και η θεραπεία όμως της ψυχής δεν γίνεται χωρίς την πίστη των τεσσάρων αυτών ανθρώπων. Ο Χριστός δεν είπε: «εάν έχητε πίστιν  και  μη διακριθήτε…, κάν τω όρει τούτω είπητε, άρθητι και βλήθητι εις την θάλασσαν, γενήσεται;» (Ματθ. 21,21)   
            Σήμερα όμως, άδελφοί μου, οι κίνδυνοι που απειλούν τη ζωή μας, όπως προαναφέραμε, είναι πολύ περισσότεροι. Αν οι άνθρωποι που μετέφεραν τον παράλυτο στο Χριστό το έκαναν έχοντας αγάπη προς αυτόν ποιο είναι το δικό μας χρέος όσον αφορά τα προβλήματα των συνανθρώπων μας; Το πρώτο που οφείλουμε εμείς να πράξουμε, αν δεν έχουμε δυνατότητες να βοηθήσουμε οικονομικά τους αναξιοπαθούντες αδελφούς μας, τουλάχιστον να ζητήσουμε δια της προσευχής το έλεος του Θεού. Υπάρχουν πάντως πολλοί συνάνθρωποί μας οι οποίοι είναι ξεχασμένοι στα νοσοκομεία, οι οποίοι χρειάζονται, τουλάχιστον,  ένα παρήγορο λόγο μας. Σε άλλα ιδρύματα ακόμα υπάρχουν πολλοί συνάνθρωποί μας μόνοι και αβοήθητοι. Και άλλοι πάλι είναι παράλυτοι που είναι αναγκασμένοι να κυκλοφορούμ με αμαξίδιο, που θέλουν μεν να εκκλησιαστούν, αλλά πως; Χρειάζονται τη βοήθειά μας. Η αγάπη μας όμως πρέπει να επιδεικνύεται όχι σκοπεύοντας σε ίδιο όφελος αλλά ανιδιοτελώς. Ο δρόμος που χάραξαν οι τέσσερις αυτοί αχθοφόροι της αγάπης ελπίζω και εύχομε να εμπνέει τη χριστιανική ζωή μας. «Ο Θεός, άλλωστε, αγάπη εστι, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει» (Α΄Ιω. 4,16) Αμήν!   

Η Οσία Ματρώνα η Ομολογήτρια η εν Θεσσαλονίκη

Η  Οσία Ματρώνα έζησε στη Θεσσαλονίκη και συγκαταλέγεται  μεταξύ  των  Μαρτύρων των πρώτων αιώνων της Εκκλησίας μας, κατά την περίοδο των διωγμών. Υπήρξε ακόλουθος μιας πλούσιας και ευγενούς Ιουδαίας,  με  το  όνομα  Παντίλλα  ή  Παυτίλλα, η οποία ήταν σύζυγος  του  στρατοπεδάρχη  της  Θεσσαλονίκης. Καθημερινά συνόδευε την κυρία της στη συναγωγή της πόλεως, όπου ωστόσο δεν πήγαινε η ίδια, διότι κρυφά κατέφευγε σε χριστιανικό ναό, για να προσευχηθεί.
Μοιραία, όμως, επειδή για πολύ καιρό η Ματρώνα ξεγελούσε την κυρία της, μία λάθος κίνηση στάθηκε αφορμή για να αποκαλυφθεί η ταυτότητά της. Σε μία εορτή των Ιουδαίων, κατά την οποία συνήθιζαν να τρώνε πικρά χόρτα και άζυμα, η Ματρώνα άργησε να επιστρέψει από το ναό και  όταν  έφθασε στην συναγωγή γινόταν η τελετή των Επιτιμίων. Ένας από τους δούλους της Παντίλλας κατήγγειλε ότι η  Ματρώνα  ήταν Χριστιανή και ότι εξαπατά την κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορά που αυτή προσερχόταν στην συναγωγή, εκείνη να πηγαίνει στην  Εκκλησία. Αυτό  προκάλεσε  την οργή της  Παντίλλας, που δεν  δίστασε, ξεσπώντας  σε  κραυγές, να την  κατηγορήσει  ότι είναι εχθρική προς  αυτήν. Διέταξε  αμέσως  την  σύλληψή της  και, αφού την συνέλαβαν και την έδεσαν, άρχισαν να την  μαστιγώνουν. Η  Ματρώνα, όμως, με παρρησία  δήλωσε ότι  είναι  Χριστιανή και ότι, άν  και  η κυρία της  εξουσίαζε το σώμα  της  και  την  ίδια της την  ζωή,  ωστόσο  δεν μπορούσε να την  μεταπείσει  σε  όσα  πίστευε.
Η  Παντίλλα, αφού  την  αλυσόδεσε, διέταξε να την φυλακίσουν και να  σφραγίσουν  την πόρτα  του  κελιού της.  Έπειτα  από  τρεις ημέρες, νωρίς  το πρωί,  πήγε  η  ίδια  να δει  άν  η Ματρώνα ζει. Έκπληκτη διαπίστωσε ότι είχε ελευθερωθεί από τα δεσμά της και στεκόταν φωτεινή ψάλλοντας, χωρίς να έχει το παραμικρό ίχνος τραύματος και βασανισμού. Εξοργισμένη η Παντίλλα διέταξε να δέσουν πάλι την Ματρώνα  και να  την μαστιγώσουν  ανηλεώς. Εκείνη, έκπληκτη για την ιδιαίτερη σκληρότητα της  κυρίας  της, την ρώτησε γιατί την βασάνιζε, ομολογώντας ωστόσο την πίστη της στον Χριστό. Καταπονημένη από τα βασανιστήρια και μην μπορώντας να σταθεί στα πόδια της, η Ματρώνα  κλείσθηκε  και πάλι  στην  φυλακή.
Έπειτα από τρεις ημέρες, όταν η Παντίλλα επισκέφθηκε το κελί της φυλακής της Αγίας,  αντίκρισε  το  ίδιο  θέαμα.  Την  Μάρτυρα  απελευθερωμένη  από  τα δεσμά της, με το ίδιο φωτεινό πρόσωπο, παρά τα βασανιστήρια και την πείνα που υπέστη επί δεκατέσσερις  ημέρες. Τότε η κυρία της, γεμάτη οργή, διέταξε να δέσουν την Ματρώνα σε  δρύϊνα ξύλα και να την βασανίσουν. Εξαντλημένη  η  Αγία  από  τις  μαστιγώσεις  και με το σώμα της γεμάτο σημάδια, ψέλλισε με αδύναμη φωνή λίγες λέξεις  προσευχής  και παρέδωσε  το πνεύμα της.
Η  Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον με το  όνομα  Στρατόνικος, να τυλίξει το  λείψανο  της Αγίας σε δέρμα και στην συνέχεια να το ρίξει έξω από τα τείχη της πόλεως. Το ιερό λείψανό της το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν με ευλάβεια κοντά στην Λεωφόρο, δηλαδή την Εγνατία οδό. Μετά το τέλος των διωγμών, ο Επίσκοπος Θεσσαλονίκης Αλέξανδρος πήρε το σκήνωμα  της  Μάρτυρος και το μετέφερε μέσα στην πόλη και, αφού έκτισε ναό, το απέθεσε εντός αὐτού.
Την εποχή της Φραγκοκρατίας, όμως, το σκήνωμα της Αγίας μεταφέρθηκε στην Βαρκελώνη και εναποτέθηκε σε ναό, που καταστράφηκε κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. 
Εκτός των τειχών της Θεσσαλονίκης υπήρχε και μονή αφιερωμένη στην Αγία Ματρώνα.


Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Την ωραιότητα.       
Γνώμην  αήττητον, Ματρώνα φέρουσα, πίστιν την ένθεον, άσυλον έσωσας, μη δουλωθείσα την ψυχήν, Εβραίων τη απηνεία· όθεν αριστεύσασα, και  τον δόλιον κτείνασα, μυστικώς νενύμφευσαι, τω Δεσπότη της κτίσεως. Αυτόν ούν  εκτενώς  εκδυσώπει, πάσης  ημάς  ρυσθήναι  βλάβης.


Κοντάκιον. Ήχος β’. Τα άνω ζητών.  
Φωτί νοητώ, Ματρώνα  ατενίζουσα, ειρκτής  την  φρουράν, ως  θάλαμον λελόγισαι, εξ ής Μάρτυς έδραμες, προς παστάδα πάμφωτον κράζουσα· Τη ση Λόγε θεία στοργή, μαστίγων την πείραν, καθυπέστην φαιδρώς.



Μεγαλυνάριον.
Ουδόλως δεδούλωσαι την ψυχήν, αλλ’ ελευθερία, ενδιέπρεψας ευσεβεί, και αρρενωθείσα, την φρένα ω  Ματρώνα, ηγώνισαι  ανδρείως, κατά  του  όφεως.

Οι Άγιοι Φιλητός, Λυδία, Θεοπρέπιος, Μακεδόνας, Αμφιλόχιος και Κρονίδης οι Μάρτυρες

Ο  Άγιος  Φιλητός ήταν  Συγκλητικός, η Αγία Λυδία ήταν η σύζυγός του, οι  Άγιοι  Θεοπρέπιος  και Μεκαδόνας  τα τέκνα τους, ενώ  ο  Άγιος  Αμφιλόχιος  ήταν  Δούκας  και ο Άγιος  Κρονίδης Κομενταρήσιος.
Οι  Άγιοι  αυτοί  Μάρτυρες  έζησαν  κατά  τους  χρόνους  του  β
ασιλέως  Αδριανού (117 – 138 μ.Χ.) και ήταν  Χριστιανοί  ευσεβείς  και  φοβούμενοι  τον  Θεό.  Όταν  ο  Αδριανός  άκουσε περί  αυτών, κάλεσε τον  Άγιο  Φιλητό  και  τον  ρώτησε  περί της  ομολογίας  αυτού.  Όμως,  επειδή  ο  βασιλέας  δεν μπορούσε  να  αντισταθεί στην σοφία  του  Μάρτυρος, τον παρέδωσε  στον  Δούκα  Αμφιλόχιο,  ο οποίος  αμέσως, αφού κρέμασε τον Άγιο  Φιλητό και την  Αγία Λυδία επάνω σε ξύλο,  τους  έγδαρε. Στην  συνέχεια  έριξε  στην φυλακή  τον  Κρονίδη  τον  κομενταρήσιο, που πίστεψε στον Χριστό. Τη νύχτα,  ενώ  οι  Άγιοι  έψαλλαν  και  προσεύχονταν, ήλθαν  Άγγελοι  που  τους  έδωσαν  θάρρος  για τους  μαρτυρικούς  αγώνες. Την  επόμενη  ημέρα  παρουσιάσθηκαν  οι  Άγιοι  στον  τύραννο,  ο οποίος  τους  είπε: «Προετοιμάζονται  για  εσάς  πολλές  τιμωρίες». Και  έδωσε  εντολή να  τους  ρίξουν μέσα  σε χάλκινο λέβητα πυρωμένο  και γεμάτο με  έλαιο  και  ρητίνη. Μόλις,  όμως,  οι  Άγιοι έκαναν  το  σημείο  του  Σταυρού, ο  λέβητας  ψυχράνθηκε.  Όταν  το  είδε  αυτό  ο  δούκας  Αμφιλόχιος πίστεψε  στον  Χριστό  και  έριξε  τον  εαυτό  του  στον  λέβητα λέγοντας: «Κύριε, βοήθησε με». Τότε ήλθε  φωνή  από  τον  ουρανό  που  έλεγε: «Άκουσα την  δέησή  σου,  ανέβα  προς  Εμένα  με χαρά». Όταν δε ο  βασιλέας  είδε τους  Αγίους  να  έχουν  διαφυλαχθεί  σώοι  και  υγιείς,  αναχώρησε  και  τους άφησε  ελεύθερους  και  έτσι  τελείωσαν  τον  βίο τους  προσευχόμενοι.

26/3/16

Σύναξις Αρχαγγέλου Γαβριήλ


Το όνομα Γαβριήλ σημαίνει την ισχύ του Θεού. Ο Άρχων Γαβριήλ είναι  ένας εκ των τριών Αγγέλων που αναφέρονται στην Αγία Γραφή. Απεστάλη από τον Θεό στον Ζαχαρία, για να του αναγγείλει την γέννηση του Ιωάννου του Προδρόμου, στην Παρθένο Μαριάμ, για να την χαιρετίσει και να φέρει το μήνυμα της επικείμενης γέννησης του Λυτρωτού και στον Προφήτη Δανιήλ, για να εξηγήσει τα οράματα τα οποία είχε δει αυτός και να  αποκαλύψει τον χρόνο της ελεύσεως του Μεσσία.
Η Εκκλησία τιμά την Σύναξη του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, επειδή προανήγγειλε τη Σάρκωση  του  Υιού  και  Λόγου  του  Θεού.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ. 
Φερωνυμία καταλλήλω εμπρέπων, καθυπουργείς εν τη του Λόγου σαρκώσει, ως στρατηγός των Ασωμάτων τάξεων· όθεν ευηγγέλισαι, τη Παρθένω Μαρίᾳ, χαίρε προσφωνών αυτή, τον Θεόν γαρ συλλήψη· όν εκδυσώπει σώζεσθαι ημάς, τους σε υμνούντας, Γαβριήλ  Αρχάγγελε.


Κοντάκιον. Ήχος γ’. Η  Παρθένος σήμερον.
Ουρανίου τάξεως, φωτοειδής  στρατηγέτης,  Γαβριήλ  Αρχάγγελε, γεγενημένος  εν  δόξη, ήγγειλας, χαράν την άληκτον τη Παρθένω· ταύτη γαρ, την του ανάρχου σύλληψιν Λόγου, εκβοών ευηγγελίσω· χαίρε Παρθένε ευλογημένη  Αγνή.

Έτερον Κοντάκιον. Ήχος δ’.     
Αρχιστράτηγε Θεού, λειτουργέ θείας δόξης, των ανθρώπων οδηγέ και αρχηγέ ασωμάτων, το συμφέρον ημίν πρέσβευε, και το μέγα έλεος, ως των ασωμάτων Αρχιστράτηγος.



Μεγαλυνάριον.
Όλος  ηλιόμορφος και φαιδρός, Γαβριήλ επέστης, τη Παρθένω εν Ναζαρέτ· παρ’ ής νυν την αίγλην, της Τρισηλίου  δόξης, δεχόμενος  αΰλως, ημάς  καταύγασον.

Οι Άγιοι Είκοσι Έξι Μάρτυρες οι εν Γοτθία μαρτυρήσαντες

Οι Άγιοι αυτοί Μάρτυρες έζησαν κατά τους χρόνους του βασιλέως των Γότθων Ιουγγουρίχου  και  του  αυτοκράτορα  Γρατιανού (375 – 383 μ.Χ.). Ενώ  ευρίσκονταν  όλοι στην  Εκκλησία και έψαλλαν, συνελήφθησαν από τον βασιλέα των Γότθων και ρίχθηκαν ζωντανοί στην πυρά. Τότε συνέβη και το εξής: Κάποιος άνθρωπος  Χριστιανός, που  έφερνε την προσφορά του στην  Εκκλησία, συνελήφθη  και  αυτός  και ρίχθηκε  στην φωτιά, αφού πρώτα  ομολόγησε  τον  Χριστό, προσφέροντας  έτσι  τον  ίδιο του τον εαυτό στον Χριστό, αντί άλλης προσφοράς. Τα λείψανα των Μαρτύρων περισυνέλεξε η  συμβία άλλου  άρχοντα  του  έθνους  των Γότθων, που  ήταν Χριστιανή, μαζί με  πρεσβυτέρους  και λαϊκούς. Και αφού εγκατέλειψε  την  εξουσία  στον  υιό  της, περιδιαβαίνοντας  από τόπο  σε τόπο, ήλθε μέχρι την γη των Ρωμαίων μαζί με την θυγατέρα της. Στην συνέχεια αναχώρησε για την χώρα της, αφού κληροδότησε στην  θυγατέρα  της  τα  ιερά  λείψανα. Αυτή, φεύγοντας για την Κύζικο, έδωσε ένα μέρος από τα λείψανα  αυτά  στην πόλη  και ύστερα  από  λίγο  τελειώθηκε ο  βίος της.

Τα ονόματα  των  Αγίων Μαρτύρων είναι: Βαθούσης ή  Ααθούσης  πρεσβύτερος  μετά των δύο υιών  και  τριών  θυγατέρων  αυτού, μοναχός  Αρπύλας, Αβίππας, Αγνάς,  Ηγάθραξ, Ησκόος, Θέρμας ή Θέρθας, Ρύαξ ή Ρύϊας, Σεΐμβλας ή  Σουΐμβλας,  Σιγήτζας  ή  Σίδητζας, Σίλας, Σουηρίλας, Φίλγας και οι γυναίκες: Αλλάς, Ανιμαΐς, Άννα, Βάρις ή Βάρκα, Λαρίσσα, Μαμύκα, Μωϊκώ και Ουϊρκώ.           
Το μαρτύριό  τους  συνέβη  μεταξύ  των  ετών 375 – 383 μ.Χ.

25/3/16

ομιλία στην Β΄Στάση των Χαιρετισμών της Θεοτόκου, η οποία έγινε στο χωρι...

ομιλία στην εορτή του Ευαγγελισμού που έγινε στο χωριό Μελίτη

Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου

Η  λειτουργική παράδοση και η Ορθόδοξη πνευματικότητα τοποθετούν σε ιδιαίτερη θέση την σημερινή εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Και είναι αλήθεια ότι οι θεομητορικές εορτές πλουτίζουν την λειτουργική μας ζωή, γιατί ο Λόγος του Θεού πάντοτε ατενίζει με ιδιαίτερη αγάπη και σεβασμό την μεσίτρια του ουρανού. Οι θεολογικοί λόγοι και ύμνοι στην Κυρία Θεοτόκο είναι σε τελευταία  ανάλυση  δοξολογία στον Λόγο του  Θεού,  που  έγινε  άνθρωπος  για  την  σωτηρία  του  ανθρώπινου  γένους.
Το μόνο όνομα της Θεοτόκου, Μητέρα του Θεού, περιέχει όλο το μυστήριο της οικονομίας της  σωτηρίας, λέγει ο  Άγιος  Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Αποδεικνύεται  έτσι  ότι η Μητέρα του Χριστού αποκαλύπτεται στους πιστούς ως η κατ’ εξοχήν μάρτυς του γεγονότος, πως ο Θεός προσέλαβε πραγματικά την ανθρώπινη φύση, στην οποία άνοιξε τον δρόμο της  σωτηρίας. Σωτηρία  που  αποβαίνει  πραγματικότητα  και  γεγονός που σημαίνει την έλευση της Βασιλείας του Θεού. Σε μία ομιλία του ο Βασίλειος Σελευκείας σημειώνει χαρακτηριστικά: «Θεοτόκος εστί τε και λέγεται. Άρα τις εστι ταύτης υψηλοτέρα υπόθεσης;… ως γαρ ουκ έστιν εύκολον νοείν τε και φράζειν Θεόν, μάλλον δε καθάπαξ αδύνατον, ούτως το μέγα της Θεοτόκου μυστήριον, και διανοίας  και γλώττης  εστιν  ανώτερον. Επεί ούν  Θεόν  σαρκωθέντα  τεκούσα  Θεοτόκος  ονομάζεται».
Το πρόσωπο της Θεοτόκου δεν νοείται ανεξάρτητα από το ανθρώπινο γένος. Η Θεοτόκος είναι ο υγιής καρπός της  ανθρώπινης  φύσεως  και  η καλύτερη προσφορά των ανθρώπων στον Χριστό. Στην προσφορά  όλης  της  κτίσεως  συμμετέχουμε  και  εμείς με την Παναγία. Ο αγιογράφος, όταν αγιογραφεί στην κόγχη του  Ιερού Βήματος την Πλατυτέρα, δεν θέλει να εικονίσει μόνο την Παναγία, αλλά όλη την  Εκκλησία  που  έχει κέντρο της τον Χριστό. Η Παναγία έγινε  Εκκλησία και γέννησε την  Εκκλησία.  Ο  Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει ότι ο Κύριος «ενανθρωπήσας σάρκα  Εκκλησίας  προσέλαβε». Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων συνδέει το πρόσωπο της Θεοτόκου με την έννοια της Εκκλησίας, γι’ αυτό λέγει: «υμνούμεν την αειπάρθενον Μαρίαν, δηλονότι την  αγίαν  Εκκλησίαν».
Η  αναφορά, λοιπόν, στην Παρθένο  Μαρία  υπενθυμίζει  την  χαρά  της  λυτρώσεως  του ανθρώπου από τον Χριστό, γιατί εκείνη υπηρέτησε πιστά το μυστήριο της σωτηρίας  μας. Η  αγνή  και  άσπιλη  Παρθένος,  η πιστή  και  ταπεινή  κόρη  της  Βηθλεέμ, μπροστά  στα μάτια  του  Θεού  ευρέθηκε ως  «η μόνη εν γυναιξί  ευλογημένη  και καλή». Αυτήν  διάλεξε  ο Ουράνιος  όταν  ήλθε  το  πλήρωμα  του  χρόνου  και  «ο  Λόγος  σάρξ  εγένετο».
Ο  φιλάνθρωπος και ελεήμων Θεός μας, που πάντοτε φροντίζει το γένος των ανθρώπων, επειδή είδε το έργο που έπλασε με τα χέρια Του να είναι  υπόδουλο  στον διάβολο, θέλησε να αποστείλει τον Υιό Του τον Μονογενή, τον Κύριό  μας  Ιησού  Χριστό, για να το απολυτρώσει από τα χέρια του διαβόλου. Επειδή όμως, δεν θέλησε να το μάθει, όχι μόνο ο Σατανάς, αλλά  και  οι  ίδιες  οι  ουράνιες  δυνάμεις, σε  έναν  από  τους Αρχαγγέλους, στον ένδοξο Γαβριήλ  εκμυστηρεύτηκε  το  μυστήριο. Προοικονομεί  δε  ότι  η Αγία  Παρθένος  θα γεννήσει  αγνή  και  καθαρή, γιατί  ήταν  άξια  τέτοιου  καλού.
Όταν ο Θεός Πατέρας ευδόκησε να  πραγματοποιήσει  «το χρόνοις  αιωνίοις  σεσιγημένον μυστήριον»«το μυστήριον το κεκρυμμένον από των αιώνων και  των  γενεών», το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, για την λύτρωση του ανθρώπινου γένους, μόνο αυτή  δέχθηκε την θεία αποκάλυψη του μυστηρίου και κρίθηκε ικανή να υπηρετήσει το έργο  της  σωτηρίας.
Μέσα στον χώρο της Εκκλησίας, στην πίστη και τη δογματική της διδασκαλία, ο Ευαγγελισμός είναι της «σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις». Ο Άγγελος ανακοινώνει και ευαγγελίζεται την θεία βουλή. Αλλά η Παρθένος δεν σιωπά. Ανταποκρίνεται στην θεία κλήση  με  ταπείνωση  και  πίστη:  «Ιδού η  δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τὸ ρήμα σου».
Η θεία βουλή γίνεται δεκτή και βρίσκει ανταπόκριση. Και αυτή η ανθρώπινη ανταπόκριση είναι ό,τι ακριβώς χρειάζεται σ’ αυτό το  σημείο.  Η  υπακοή  της  Παναγίας αντισταθμίζει την ανυπακοή της Εύας. Με αυτή την έννοια η  Παρθένος  είναι η  δεύτερη Εύα και ο Υιός της ο δεύτερος Αδάμ. Όπως η Εύα εξαπατήθηκε από τον λόγο ενός αγγέλου, για να φύγει από τον Θεό παραβαίνοντας τον λόγο Του, έτσι η Παναγία δέχθηκε τον Ευαγγελισμό από τον λόγο ενός Αγγέλου, έτσι ώστε να φέρει τον Θεό  μέσα της, υπακούοντας  στον λόγο  Του.
«Δια της  Εύας  ο  θάνατος, δια της Μαρίας η  Ζωή», κηρύττει  ο  Άγιος  Ιερώνυμος. Αυτή  η υπακοή  και η  χαρούμενη  αποδοχή  του  λυτρωτικού  σκοπού  του  Θεού  ήταν μία πράξη ελευθερίας. Ήταν ελευθερία υπακοής και όχι πρωτοβουλία, ελευθερία αγάπης  και λατρείας, ταπεινώσεως  και  εμπιστοσύνης.
Κατά  τις  ημέρες  της  δημιουργίας  του  κόσμου, όταν  ο  Θεός  εξέφερε τον ζωντανό  και παντοδύναμο λόγο Του «γενηθήτω», ο λόγος του Δημιουργού παρήγαγε εντός του κόσμου τα όντα. Αλλά την ημέρα εκείνη, η οποία δεν έχει την όμοιά της από της υπάρξεως του κόσμου,  όταν  η θεία Μαρία προσέφερε το  σεμνό και  υπάκουο «Γένοιτο», ο λόγος του  δημιουργήματος κατέβασε στον κόσμο τον  Δημιουργό. Εδώ  ο  Θεός  και  πάλι προσφέρει  τον λόγο Του: «Θα συλλάβεις, θα γεννήσεις υιό και θα τον  ονομάσεις  Ιησού. Αυτός θα γίνει μέγας  και θα  ονομαστεί  Υιός του  Υψίστου. Σε  αυτόν  θα δώσει ο Κύριος  ο Θεός τον θρόνο του Δαυΐδ, του προπάτορά Του. Θα βασιλεύσει για πάντα στους  απογόνους του  Ιακώβ και η  βασιλεία Του δεν θα έχει τέλος».
Η Θεοτόκος αποδέχεται το θέλημα του Θεού και το αποτέλεσμα θα είναι τόσο θαυμαστό. Αυτή η υπακοή είναι η μεγαλειώδης δύναμη, είναι η καθαρή και τέλεια αφοσίωση της Μαρίας στον Θεό, αφοσίωση της θελήσεώς της, της σκέψεώς της, της ψυχής της και της όλης υπάρξεώς της  και  όλων  των  δυνάμεών της, όλων των πράξεών της, των  ελπίδων  της  και των προσδοκιών της.
Οι αρχές της  εορτής  του  Ευαγγελισμού  δεν είναι  επακριβώς  γνωστές. Το  γεγονός  ότι  η Αγία  Ελένη έκτισε στη Ναζαρέτ βασιλική, στην οποία περιλαμβανόταν κατά  παράδοση ο οίκος της Θεοτόκου, όπου αυτή δέχθηκε τον Ευαγγελισμό, επέδρασε ίσως στη σύσταση  τοπικής  εορτής.
Οι πρώτες μαρτυρίες περί αυτής ευρίσκονται στον Άγιο Πρόκλο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, το 430 μ.Χ. και στο Πασχάλιον Χρονικόν (624 μ.Χ.), όπου χαρακτηρίζεται ως συσταθείσα στις 25 Μαρτίου από τους θεοφόρους δασκάλους.
Η μεγαλοπρεπής πανήγυρη του Ευαγγελισμού ετελείτο από τους  Βυζαντινούς  στο  ναό των  Χαλκοπρατείων, όπου παρίσταντο  και  οι  αυτοκράτορες. Κατά  τον 15ο αιώνα μ.Χ. η Πανυχίδα  ετελείτο  στο  παλάτι.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’.    
Σήμερον της σωτηρίας  ημών  το  κεφάλαιον, και του απ' αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις· ο  Υιός  του  Θεού, υιός της Παρθένου γίνεται, και Γαβριήλ  την χάριν ευαγγελίζεται. Διο και  ημείς συν αυτώ, τη Θεοτόκω  βοήσωμεν· Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου.


Κοντάκιον  Ήχος πλ. δ’. Αυτόμελον.
Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια
Ως  λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια
Αναγράφω σοι η  Πόλις σου Θεοτόκε.
Αλλ’ ως  έχουσα το κράτος  απροσμάχητον
Εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον
Ίνα κράζω σοι, χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε.

Έτερον Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Αυτόμελον.
Τον ομοούσιον Πατρί και θείω Πνεύματι
Υιόν και Λόγον του Θεού  Αγνή συνέλαβες
Τη του  Πνεύματος  ελεύσει  του  Παναγίου
Εις  ανάπλασιν  βροτείου  γένους  Άχραντε,
Αρχαγγέλου σοι φωνήν κοσμοχαρμόσυνον   
Εκβοήσαντος, χαίρε Νύμφη  Ανύμφευτε.



Μεγαλυνάριον.
Νυν ευαγγελίζεται Γαβριήλ, το χαίρε κραυγάζων, μετά δέους τη Μαριάμ. Ω του ξένου τρόπου, εν μήτρα  γαρ  αχράντω, συνείληπται  ο Πλάστης, σώζων  όν  έπλασε.