31/10/16

ομιλία στον εσπερινό της εορτής των Αγίων Αναργύρων της 1ης Νοεμβρίου

Οι Άγιοι Στάχυς, Απελλής, Αμπλίας, Ουρβανός, και Νάρκισσος οι Απόστολοι εκ των 70


Και  οι πέντε ανήκαν στους εβδομήκοντα Αποστόλους του Κυρίου. Και  όλοι τους υπήρξαν  «Χριστού ευωδία τω Θεώ εν τοις σωζομένοις». Δηλαδή  ευωδία Χριστού, ευχάριστη  στο  Θεό,  και  ευωδία  μεταξύ  των  σῳζόμενων  που  άκουγαν  απ’ αυτούς το  σωτήριο  μήνυμα  του  Ευαγγελίου.
Ο Στάχυς έγινε πρώτος επίσκοπος Βυζαντίου, και αφού διάνυσε 16 χρόνια στο αποστολικό  κήρυγμα,  ειρηνικά  αναπαύθηκε  εν  Κυρίω.
Ο  Απελλής  έγινε  επίσκοπος  Ηράκλειας  και  πολλούς  έφερε  στην  χριστιανική  πίστη.
Ο  Αμπλίας έγινε επίσκοπος Οδυσουπόλεως  και  ο  Ουρβανός,  επίσκοπος  Μακεδονίας. Επειδή  και  οι δυο γκρέμιζαν τα είδωλα, θανατώθηκαν μαρτυρικά.          
Ο  Νάρκισσος χειροτονήθηκε επίσκοπος Αθηνών. Η  αλήθεια, όμως, του  Ευαγγελίου, την οποία δίδασκε με ζήλο, εξήγειρε τους ειδωλολάτρες, με αποτέλεσμα να τον βασανίσουν  και  να  παραδώσει  την  ψυχή  του  μαρτυρικά.


Απολυτίκιον. Ήχος  πλ. α’.  Τον  συνάναρχον  Λόγον.   
Την  κιθάραν  του  Πνεύματος την  εξάχορδον,  την  μελῳδήσασαν  κόσμω  τας  υπέρ  νουν δωρεάς,  ως  εκφάντορας  Χριστού  ανευφημήσωμεν,  Στάχυν  Αμπλίαν  Απελλήν  συν Ναρκίσσω  Ουρβανόν,  και  Αριστόβουλον  άμα·  ως  γαρ  Απόστολοι  θείοι,  χάριν  αιτούνται ταις  ψυχαίς  ημών.


Κοντάκιον.  Ήχος  πλ. δ’.  Ως  απαρχάς  της  φύσεως.    
Ως  ιερά  κειμήλια,  του  Παναγίου  Πνεύματος,  και  του  Ηλίου  της  δόξης  αυγάσματα, χρεωστικώς  υμνήσωμεν,  τους  σοφούς  Αποστόλους,  Απελλήν  Ουρβανόν  τε  και Αριστόβουλον,  Αμπλίαν  Νάρκισσον  και  Στάχυν,  ούς  η   χάρις  συνήγαγε  του  Θεού  ημών.


Μεγαλυνάριον.
Δήμος Αποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Αμπλίας, Αριστόβουλος  Ουρβανός,  Απελλής και  Στάχυς,  ανέτειλαν  ως  άστρα·  δεύτε  ούν  και  θαλφθώμεν,  τούτων  τη  χάριτι.


Ο Άγιος Αριστόβουλος ο Απόστολος


Στην  ιστορική  διαδρομή  των  αιώνων  πολλοί  παρουσιάσθηκαν  ως  πηγές  γνώσεως και  αναμορφωτές της ανθρωπότητας. Μερικοί  από  αυτούς  κάτι  πρόσφεραν  φυσικά. Ψίχουλα  βέβαια  και  αυτά  ανακατεμένα  μ’ ένα  σωρό  από  πλάνες  και  ανακρίβειες. Οι άλλοι, οι περισσότεροι, πρόσφεραν μόνο το ψέμα και την πλάνη και τις δεισιδαιμονίες, που βύθιζαν σε πιο βαθύ σκοτάδι  τους  ανθρώπους.  Ύστερα  από  τον Κύριο  αληθινοί  διδάσκαλοι  που  αγωνίστηκαν  και  μπόρεσαν  να  διαλύσουν  την πλάνη  της  ειδωλολατρίας  και  της  ψευδοφιλοσοφίας  και  να  σκορπίσουν  το  φως  της αληθείας γύρω τους, υπήρξαν  οι  μαθητές  του  Χριστού,  οι  Απόστολοι.  Αυτοί  με τους κόπους  και  την θυσία τους έγιναν οι θεμελιωτές του νέου πολιτισμού, του χριστιανικού.

Εκτός από τους δώδεκα Αποστόλους, οι οποίοι επί τρία ολόκληρα χρόνια παρακολούθησαν τον Κύριο  στις  πόλεις  και  τα  χωριά  της  Παλαιστίνης  και  υπήρξαν  αυτόπτες  μάρτυρες  του  έργου,  της  διδασκαλίας  και  των  θαυμάτων  Αυτού,  στα  ιερά  Ευαγγέλια  γίνεται  λόγος  και  για  εβδομήκοντα άλλους Αποστόλους.  Τους  διάλεξε  και  αυτούς  ο  Κύριος από τα πλήθη που παρακολουθούσαν  το  κήρυγμά  του.  Γι’ αυτούς  μας  ομιλεί  ο  Ευαγγελιστής  Λουκάς και  μας λέγει: «Μετά δε ταύτα ανέδειξεν ο Κύριος και ετέρους εβδομήκοντα, και απέστειλεν  αυτούς  ανά  δύο  προ  προσώπου αυτού  εις πάσαν πόλιν και  τόπον, ού ήμελλεν  αυτός  έρχεσθαι»  (Λουκ. γ’ 1). Και  δεν  περιορίζεται  ο  ευαγγελιστής  να  μας αναφέρει  μονάχα  την ανάδειξή τους, αλλά  προσθέτει πως αυτούς ο  Κύριος  τους έστειλε δύο – δύο μαζί να προπορευθούν από Αυτόν σε κάθε πόλη και  τόπο, όπου επρόκειτο  να  πάει.  Τους  έστειλε  για   να  προπαρασκευάσουν  τρόπον  τινά το έδαφος.  Να  προετοιμάσουν  τις  καρδιές  να  υποδεχθούν  και  να  ακούσουν  τον  Κύριο.

Και  οι  Απόστολοι  πήγαν  και  γύρισαν  χαρούμενοι.  «Υπέστρεψαν  δε  οι  εβδομήκοντα μετά  χαράς  λέγοντες. Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματί σου»  (Λουκ. ι’ 17). Ευλογημένα τα αποτελέσματα της αποστολής. Κύριε, και αυτά τα δαιμόνια,  σαν  αναφέρουμε  το  όνομά  σου,  φεύγουν  και αφήνουν ελεύθερα τα θύματά τους. Στα  λόγια των  μαθητών  ανάλογος είναι  και  η  απάντηση  του  Κυρίου. Παιδιά  μου, τους  είπε:  «Πλην  εν τούτω  μη  χαίρετε,  ότι  τα πνεύματα υμίν υποτάσσεται  χαίρετε δε, ότι τα ονόματα υμών εγράφη  εν τοις ουρανοίς»  (Λουκ. α’ 21). Ωραία αυτά  που  λέτε, απήντησε  ο  Κύριος. Πλην,  μη  χαίρετε για τούτο. Δηλαδή  μη χαίρετε  ότι τα πονηρά  πνεύματα υποτάσσονται σε σας. Να χαίρετε κυρίως και  να ευφραίνεσθε,  γιατί  τα  ονόματά σας έχουν γραφεί  στον ουρανό,  στη  βασιλεία  του Θεού.

Ένας  από  τους εβδομήκοντα  αυτούς  Αποστόλους,  για τους  οποίους  μιλήσαμε  πιο πάνω,  είναι  κι  ο  Άγιος  Αριστόβουλος,  αδελφός  του  Αποστόλου  Βαρνάβα,  που   είναι  ο  ιδρυτής  και  προστάτης  της  Εκκλησίας  της  Κύπρου.  Για  τον  Απόστολο  αυτό θα   αφιερώσουμε τις ολίγες  γραμμές, που  ακολουθούν.

Και  πρώτα – πρώτα το όνομά  του. Όνομα  Ελληνικό,  μας  δείχνει  πόσο  ο  Ελληνικός πολιτισμός του νησιού μας είχε επηρεάσει και  αυτούς τους Ιουδαίους που είχαν εγκατασταθεί  από  νωρίς  στην  Κύπρο.  Αριστόβουλος σημαίνει αυτός που συμβουλεύει  τα  χρήσιμα.  Αυτός  που  συμβουλεύει  τα  άριστα.

Για  την παιδική  και  νεανική  ηλικία  του  Αποστόλου δεν γνωρίζουμε δυστυχώς τίποτα.  Το  μόνο  που  γνωρίζουμε  γι’ αυτόν  είναι,  πώς  από  νωρίς  υπήρξε  ένας  από τους  ακολούθους  του  μεγάλου Αποστόλου Παύλου. Κοντά  στον  φλογερό  αυτόν εργάτη  του  Ευαγγελίου,  που  ως  σύνθημα της ζωής  του είχε τα λόγια του  «ζω  δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί  Χριστός» (Γαλ. β’ 20), μαθήτευσε αρκετό καιρό ο  ιερός Αριστόβουλος.  Το  σύνθημα  ζωής του  θείου  Παύλου, που  αναφέραμε, έγινε  και  δικό του  σύνθημα.
Οδηγημένος από το προσκλητήριο διάγγελμα του Κυρίου  «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι»  έσπευσε με χαρά του να ακολουθήσει τον Απόστολο, για  ένα πράγμα μονάχα ενδιαφερόμενος και  για ένα πράγμα και  μόνο φροντίζοντας: Πως να αρέσει στον Χριστό.  «Παραδοθείς  τη  χάριτι  του  Θεού» (Πραξ. ιε’ 40),  όπως λέγει ο Λουκάς, δηλαδή,  αφού  εμπιστεύθηκε  τον  εαυτό  του εξ ολοκλήρου στην πρόνοια και προστασία του Θεού, επέδειξε από την πρώτη στιγμή ζήλο φλογερό  και  σύνεση εξαιρετική, ώστε πολύ δίκαια να μπορεί και αυτός να  επαναλαμβάνει μαζί  με τον δάσκαλό  του  το  σύνθημά  του.  Δεν  ζω  πια  εγώ.  Μέσα  μου  ζει  μόνο  ο  Χριστός.

Πολλές  δυσχέρειες  αντιμετώπισε  ο  Αριστόβουλος  στις  διάφορες  περιοδείες του  με τον ακαταπόνητο αρχηγό του και πολλούς κινδύνους. Απτόητος όμως παρέμεινε παντού  και  πάντοτε,  ώστε  ο  θείος  Παύλος  εκτιμώντας  τα  χαρίσματά  του, διδακτικά  και  διοικητικά,  αλλά  και  τον  γνήσιο  ζήλο  του,  να  τον  αναφέρει  στην προς  Ρωμαίους  επιστολή του μεταξύ εκείνων προς τους οικείους του οποίου αποστέλλει ασπασμούς. Αργότερα μάλιστα τον χειροτονεί επίσκοπο και  τον αποστέλλει  στις  Βρετανικές  νήσους  για  το  κήρυγμα  του  Ευαγγελίου.

Μεγάλο  το  φορτίο  που του ανατέθηκε. Πολλές οι ευθύνες και πιο πολλές, απεριόριστες  θα  μπορούσαμε  να  πούμε,  οι  δυσκολίες  και  οι  κίνδυνοι.  Οι  κάτοικοι των σημερινών βρετανικών νήσων την εποχή εκείνη βρισκόντουσαν σε ημιάγρια κατάσταση.  Η  όλη  χώρα  ήταν  τόσο  βάρβαρη, ώστε  και  μετά  πεντακόσια  χρόνια, όταν ο πρώτος αρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας Αυγουστίνος στάλθηκε εκεί από  την εκκλησία  της  Ρώμης για  συνέχιση  της  ιεραποστολής,  φοβήθηκε  τόσο, που  διέκοψε το  ταξίδι του  στο  μέσο και  γύρισε πίσω. Σ’ αυτά, λοιπόν, τα νησιά  τα  εξ ολοκλήρου απολίτιστα στάλθηκε ο Κύπριος Απόστολος να κηρύξει και  να ιδρύσει την πρώτη Εκκλησία.  Κι  ο  Αριστόβουλος πήγε.

Με  όπλα  του  την  φλογερή  πίστη  και   την  απόλυτο  εμπιστοσύνη  του  στον  Θεό, σήκωσε  τον  σταυρό  του  καθήκοντος  και  έτρεξε να πειθαρχήσει στην υψηλή  αποστολή  που  του  ανατέθηκε.
Και  με την χάρη του Θεού σύντομα τάχθηκε στην πρώτη γραμμή  των μεγάλων πρωταγωνιστών και αναμορφωτών της σημερινής Μεγάλης Βρετανίας και της οικουμένης  γενικά.

Με  οδηγό  την εμπειρία  που  απέκτησε  ακολουθώντας  τον  πολυτάλαντο  αρχηγό  του,  τον  θείο  Παύλο,  και  με  απόλυτη  πεποίθηση στα λόγια του  Κυρίου,  «μη φοβηθήτε από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθ. ι’ 28)  ρίχτηκε  με  όλη την φλόγα της  ατρόμητης  καρδιάς  του  στο  έργο  της αλιείας  και  της  σωτηρίας  των  ψυχών.  Το  κήρυγμά  του  έχει  ως  θέμα  την  απέραντη  αγάπη  του  Θεού  στον  άνθρωπο.
Όσες φορές έρχονται στην μνήμη του τα λόγια του Κυρίου προς τον νυκτερινό επισκέπτη  τον Νικόδημο,  «ούτω  γαρ  ηγάπησεν  ο  Θεός  τον κόσμον,  ώστε  τον  υιόν αυτού  τον μονογενή  έδωκεν,  ίνα  πας  ο  πιστεύων  εις  αυτόν  μη  απόληται,  αλλ' έχη ζωήν  αιώνιον»  (Ιωάν. γ’ 16), τα  μάτια  του  γεμίζουν  δάκρυα.  Μιλάει  και  κλαίει.  Ελάτε  λέει  στους  πρώτους  ακροατές  του,  στον  Χριστό,  για  να  βρείτε  κοντά  του, όπως  βρήκα  και  εγώ,  την  ειρήνη,  την ευτυχία,  την  χαρά.  Με  καχυποψία  και  ύβρεις τον  υποδέχονται  οι  ημιάγριοι  εκείνοι  άνθρωποι.  Ο  Αριστόβουλος  όμως  δεν  τα χάνει.  Με  την  ψυχή  δυναμωμένη  από  την εκτενή  προσευχή  συνεχίζει  με  υπομονή και  καρτερία την προσπάθειά του. Και το αποτέλεσμα ενθαρρυντικό.  «Ου δε επλεόνασεν  η  αμαρτία  υπερεπερίσσευσεν  η  χάρις» (Ρωμ. ε’ 20).  Εκεί  που  πληθύνθηκε η  αμαρτία,  αφθονώτερη  δόθηκε  η  χάρη.

Το  κήρυγμα του  Αποστόλου, που  ήταν κήρυγμα  «ουκ  εν πειθοίς  ανθρωπίνης  σοφίας λόγοις,  αλλ’ εν αποδείξει Πνεύματος και δυνάμεως», (Α’ Κορ. β’ 4), ήταν κήρυγμα δηλαδή  που  γινότανε όχι με πιθανά και συναρπαστικά λόγια  ανθρώπινης  σοφίας, αλλά   ήταν  κήρυγμα  που  γινόταν  με  αποδείξεις  του  Αγίου  Πνεύματος,  πειστικές για τις ψυχές των ακροατών, και με δύναμη θεία, όπως φαινόταν από  τα μεγάλα θαύματα  που  το  συνόδευαν,  είχε  το  θετικό  και  ευχάριστο  αποτέλεσμα.

Σιγά – σιγά οι ψυχές  μαλακώνουν  και  τα  πυργώματα  της  αθεΐας  και  ειδωλολατρίας γκρεμίζονται  το  ένα  μετά  το  άλλο.  Η  αλήθεια  παρά  τους  διωγμούς  που  δοκιμάζει ο  ιερός  εργάτης  του  Ευαγγελίου  διαδίδεται  σε  αρκετά  πρόσωπα.
Ο  σπόρος της ευσέβειας, ποτισμένος με τα δάκρυα της ευλαβούς και  κατανυκτικής προσευχής,  φυτρώνει  στις καρδιές. Για χρόνια ο  ιερός Αριστόβουλος  ανάμεσα  σε μύριες  δυσκολίες  και  εξευτελισμούς  συνεχίζει  με  αυταπάρνηση  και  παραδειγματικό  ζήλο το έργο της σποράς του λόγου του Θεού. Στο τέλος η μεγαλεπήβολη  προσπάθειά  του  είχε πλούσια την αμοιβή της. Όταν  απέθνῃσκε, άφησε  πίσω  του  μία  εκκλησία  ολιγάριθμη  μεν,  αλλά  ζωντανή.
Η  χριστιανική  πίστη  είχε με τους υπεράνθρωπους  κόπους  του  εγκαθιδρυθεί  στις ψυχές.  Γι’ αυτόν  τον  λόγο η Αγγλικανική Εκκλησία μεταξύ των αγίων του εορτολογίου  της  έχει συμπεριλάβει  και  το  τιμημένο  όνομά  του.  Τελεί  την μνήμη του  για  να  ευχαριστήσει  και  να   αποδώσει  με  τούτη την πράξη της την ευγνωμοσύνη της σ’ εκείνον, που της πρόσφερε ένα  τόσο  ζηλωτή  και  φλογερό  εργάτη. Ένα  πνευματικό  εργάτη,  που  με  την  βοήθειά  του  σε  μια  εποχή  τόσο  δύσκολη  έθεσε στην  χώρα  της  τα  θεμέλια  του  χριστιανικού  πολιτισμού.
Κύπριος, λοιπόν, ο  πρώτος  αναμορφωτής της  σημερινής  γηραιάς  αυτοκρατορίας.  Αυτό αναφέρει  και  ο  γνωστός  Άγγλος  ιστορικός  Σερ  Τζωρζ  Χὶλλ  στο  έργο  του  «Ιστορία  της Κύπρου». Κύπριος εκήρυξε τον χριστιανισμό, αλλά και Έλληνες Μικρασιάτες, ιεραπόστολοι και επίσκοποι, όπως ο Ποθεινός και ο  Ειρηναίος,  με  κέντρο  την  σημερινή Γαλλία,  συνέχισαν  κατά  τους  πρώτους  αιώνες  του  χριστιανισμού  την  μετάδοση  της αλήθειας του Χριστού στους βάρβαρους λαούς των  βρετανικών  αυτών  νήσων.  Κύπριος έσπειρε τον πρώτο  σπόρο  και  Έλληνες  συνέχισαν  να  σπέρνουν  και  να  καλλιεργούν.
Μια απορία όμως γεννάται στις ψυχές όλων  των  σημερινών  κατοίκων  της  μαρτυρικής Κύπρου,  αλλά  και  των  αδελφών  τους  της  μάνας  Ελλάδας.

Οι σημερινοί  άρχοντες  και  ο  λαός  της  πλούσιας  αυτής  χώρας  που  λέγεται  Ηνωμένο Βασίλειο  γνωρίζουν  από  την  εκκλησιαστική  τους  ιστορία  την  προσφορά  αυτή των Ελλήνων  χριστιανών  ιεραποστόλων  σ’ αυτούς;  Και  άν  την  γνωρίζουν,  στ’ αλήθεια  δεν θα ‘πρεπε  και  η  συμπεριφορά τους προς  την  Κύπρο  και  την  Ελλάδα  γενικά,  που  τους χάρισε  τέτοιους  πνευματικούς  ηγέτες  και  αναμορφωτές,  να  είναι  διαφορετική;

Ευχή και προσευχή μας είναι, αυτοί να μη δοκιμάσουν  ποτές  την  πικρία  που  δοκίμασε  ο μαρτυρικός  λαός  μας  στον  αιώνα  που  βαδίζουμε  από  την  αχάριστη  συμπεριφορά  τους προς τη νήσο μας και την μάνα μας Ελλάδα, την μητέρα του  ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.
Όμως ο λόγος του Κυρίου, που έχει αιώνιο κύρος και ισχύ, πρέπει πολύ να  μας  συνέχει:  «Ο  αδικών  κομιείται  ό  ηδίκησε».

Άγιε απόστολε Αριστόβουλε, κι εσύ ευλογημένε αδελφέ του, ένδοξε απόστολε  Βαρνάβα, πρεσβεύσατε υπέρ ημών των αμαρτωλών. Δεήθητε του Κυρίου να χαρίσει  στην  πατρίδα μας  Κύπρο  την  ελευθερία  και  στον  μαρτυρικό λαό μας την  λύτρωση  από τα  δεινά.  Στην μάνα Ελλάδα δε, τον φωτισμό, για να συνεχίσει  απερίσπαστη  στους αιώνες  τον  ανάντη δρόμο της υψηλής  αποστολής της και να μένει παντού και πάντοτε για  όλους  φως Χριστού  και  φως  του  κόσμου.  Αμήν.


Απολυτίκιον. Ήχος  πλ. α’.  Τον  συνάναρχον  Λόγον.   
Την  κιθάραν  του  Πνεύματος την  εξάχορδον,  την  μελῳδήσασαν  κόσμω  τας  υπέρ  νουν δωρεάς,  ως  εκφάντορας  Χριστού  ανευφημήσωμεν,  Στάχυν  Αμπλίαν  Απελλήν  συν Ναρκίσσω  Ουρβανόν,  και  Αριστόβουλον  άμα·  ως  γαρ  Απόστολοι  θείοι,  χάριν  αιτούνται ταις  ψυχαίς  ημών.


Κοντάκιον.  Ήχος  πλ. δ’.  Ως  απαρχάς  της  φύσεως.    
Ως  ιερά  κειμήλια,  του  Παναγίου  Πνεύματος,  και  του  Ηλίου  της  δόξης  αυγάσματα, χρεωστικώς  υμνήσωμεν,  τους  σοφούς  Αποστόλους,  Απελλήν  Ουρβανόν  τε  και Αριστόβουλον,  Αμπλίαν  Νάρκισσον  και  Στάχυν,  ούς  η   χάρις  συνήγαγε  του  Θεού  ημών.


Μεγαλυνάριον.
Δήμος Αποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Αμπλίας, Αριστόβουλος  Ουρβανός,  Απελλής και  Στάχυς,  ανέτειλαν  ως  άστρα·  δεύτε  ούν  και  θαλφθώμεν,  τούτων  τη  χάριτι.


30/10/16

ομιλία στην Κυριακή Ε΄του Λουκά που έγινε στις 30-10-2016 στο χωριό Άνω ...

Οι Όσιοι Στέφανος, Θεόκτιστος και Ελένη

Σήμερα  η  Εκκλησία  μας  τιμά  τους  Οσίους  Στέφανο  Μιλιούτιν,  Θεόκτιστο  τον αδελφό  του  και  Ελένη  την  μητέρα  αυτών.         
Δεν  έχουμε  λεπτομέρειες  για  τον  βίο  των  Οσίων.

Ο Άγιος Κλεόπας ο Απόστολος εκ των 70

Ο  Κλεόπας  ήταν  ένας  από τους 70 μαθητές του Κυρίου. Γι’ αυτόν διαβάζουμε στο κατά  Λουκάν  Ευαγγέλιον  κδ’ 18 – 27: 

18  Αποκριθείς  δε  ο  είς,  ώ  όνομα  Κλεόπας,  είπε  προς  αυτόν·  συ  μόνος παροικείς  εν  Ιερουσαλήμ  και  ουκ  έγνως  τα  γενόμενα  εν αυτή  εν ταις ημέραις  ταύταις;
19 Και  είπεν  αυτοίς·  ποία;  Οι  δε είπον  αυτώ·        τα  περί  Ιησού  του Ναζωραίου,  ός  εγένετο  ανήρ προφήτης δυνατός  εν έργω  και  λόγω εναντίον  του  Θεού  και  παντός του  λαού,
20  όπως τε παρέδωκαν αυτόν οι  αρχιερείς και  οι άρχοντες  ημών  εις  κρίμα  θανάτου και  εσταύρωσαν  αυτόν.
21 Ημείς  δε  ηλπίζομεν  ότι  αυτός  εστιν  ο  μέλλων  λυτρούσθαι  τον Ισραήλ·  αλλά  γε συν  πάσι  τούτοις  τρίτην  ταύτην  ημέραν  άγει  σήμερον αφ᾿ ού  ταύτα  εγένετο.
22 Αλλά   και  γυναίκές τινες  εξ  ημών  εξέστησαν  ημάς γενόμεναι όρθριαι  επί  το μνημείον,
23  και  μη  ευρούσαι  το  σώμα αυτού  ήλθον λέγουσαι και  οπτασίαν αγγέλων  εωρακέναι,  οί  λέγουσιν αυτόν  ζήν.
24 Και  απήλθον τινες των συν ημίν επί  το  μνημείον, και  εύρον ούτω καθώς και  αι  γυναίκες  είπον,  αυτόν  δε  ουκ  είδον.
25 Και  αυτός  είπε προς αυτούς·  ω  ανόητοι και  βραδείς τη  καρδία  του πιστεύειν  επί  πάσιν  οίς  ελάλησαν  οι  προφήται!
26 Ουχί  ταύτα  έδει  παθείν  τον  Χριστόν  και  εισελθείν  εις  την  δόξαν  αυτού;
27 Και  αρξάμενος  από  Μωυσέως και  από πάντων των προφητών διηρμήνευεν αυτοίς  εν  πάσαις  ταις  γραφαίς  τα  περί  εαυτού.
28 Και  ήγγισαν εις την κώμην ού  επορεύοντο, και  αυτός προσεποιείτο πορρωτέρω πορεύεσθαι·
29 και  παρεβιάσαντο αυτόν λέγοντες· μείνον μεθ᾿ ημών, ότι προς εσπέραν  εστί  και  κέκλικεν  η  ημέρα.  Και  εισήλθε  του  μείναι  συν  αυτοίς.

Ο  Κλεόπας, έλαβε κατά την ημέρα της Πεντηκοστής τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος  και  πέρασε  την ζωή του κοπιάζοντας για  το  Ευαγγέλιο.


Απολυτίκιον.  Ήχος  γ’. Θείας πίστεως.        
Γνώσιν ένθεον, εισδεδεγμένος, συναρίθμιος, των του Σωτήρος, Αποστόλων Εβδομήκοντα πέφηνας, και  ευσεβείας  την χάριν εκήρυξας, τοις εν τη πλάνη  Κλεόπα Απόστολε.  Αλλά  πρέσβευε, Κυρίω  τω  σε  δοξάσαντι,  δωρήσασθαι  ημίν  το  μέγα έλεος.


Κοντάκιον. Ήχος α’. Χορός Αγγελικός.        
Ως  θείος Μαθητής, και  Χριστού υπηρέτης, δογμάτων ευσεβών, υποφήτης  εδείχθης, Κλεόπα  Απόστολε,  Αποστόλων  ομόσκηνε·  μεθ’ ών  πρέσβευε, τω Παντοκράτορι Λόγω,  τοις  αινούσί  σε,  λύσιν  πταισμάτων  δοθήναι,  και  χάριν  και  έλεος.


Μεγαλυνάριον.
Μύστης  του  Σωτήρος  αναδειχθής,  διέπρεψας  κόσμω,  ως  Απόστολος ευκλεής, Κλεόπα  τρισμάκαρ,  και  νυν  Αποστόλοις,  τα  έπαθλα  κομίζη,  των  παλαισμάτων σου.


Οι Άγιοι Ζηνόβιος και Ζηνοβία τα αδέλφια

Κατάγονταν  από  τις  Αιγαίς  της  Κιλικίας  και  ήταν  κληρονόμοι  μεγάλης  περιουσίας.  Ο  Ζηνόβιος  είχε  σπουδάσει  ιατρική,  και  όχι μόνο πρόσφερε αφιλοκερδώς  τις  υπηρεσίες  του  στους  πάσχοντες,  αλλά  επιπλέον  πλούσια  μοίραζε από  τα  αγαθά  του  σ’ αυτούς.  Με  τη  συμπεριφορά του αυτή στήριζε τους χριστιανούς,  και  πολλούς  ειδωλολάτρες  έφερε  στη  χριστιανική  πίστη.
Όταν πληροφορήθηκε αυτό  ο  έπαρχος Λυσίας,  έδωσε  διαταγή  και  τον  συνέλαβαν.  Ο  Ζηνόβιος  με  παρρησία  ομολόγησε  ότι  πράγματι  είναι  χριστιανός.  Και  ό,τι  κάνει, το  κάνει για τη σωτηρία ψυχών και  την δόξα του αληθινού  Θεού. Ο  Λυσίας με αυστηρότητα του είπε ότι άν δεν σταματήσει αυτό που κάνει και  δεν αρνηθεί τον Χριστό, θα μαρτυρήσει φρικτά. Ο Ζηνόβιος απάντησε ότι τα μαρτύρια μπορούν να βλάψουν το σώμα του, αλλά  την  ψυχή  του  ποτέ.  Διότι  λέει  ο  λόγος  του  Θεού:  «Και τις  ο  κακώσων  υμάς,  εάν του  αγαθού  μιμηταί  γένησθε;». Ποιος,  δηλαδή,  θα  μπορέσει να σας κάνει κακό  και  να σας επιφέρει πραγματική  βλάβη,  άν γίνετε μιμητές  και ακόλουθοι  του  αγαθού;  Ο  Λυσίας  αμέσως  διέταξε  και  τον  βασάνισαν.
Τότε  παρενέβη  η  αδελφή  του  Ζηνοβία  και  ήλεγξε τον Λυσία, ότι  αυτό  που  κάνει είναι  άνανδρο.  Αλλά   ο  έπαρχος  συνέλαβε  και  αυτήν,  και  τελικά  αποκεφάλισε  και τους δυο.        
(Κατ’ άλλη εκδοχή  ο  Ζηνόβιος μαρτύρησε επί  Διοκλητιανού. Γεννήθηκε  από  γονείς ευσεβείς  τον Ζηνόδοτο  και  τη  Θέκλα, και πως, όταν μεγάλωσε έγινε επίσκοπος Αιγών, επιτελώντας πολλά  θαύματα).


Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως θείοι αυτάδελφοι, ομονοούντες καλώς, Ζηνόβιε ένδοξε, και  Ζηνοβία σεμνή, συμφώνως ηθλήσατε· όθεν και των στεφάνων, των αφθάρτων τυχόντες, δόξης ακατάλυτου,  ηξιώθητε  άμα,  εκλάμποντες  τοις  εν  κόσμω, χάριν ιάσεων.


Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Ως απαρχάς της φύσεως.          
Τους  αληθείας  Μάρτυρας,  και ευσεβείας κήρυκας, των αδελφών την δυάδα τιμήσωμεν, εν θεοπνεύστοις άσμασι, τον Ζηνόβιοv άμα, τη σοφή Ζηνοβία, ομού βιώσαντας,  και  δια  μαρτυρίου  τευξαμένους  στέφος  άφθαρτον.



Μεγαλυνάριον.
Χαίροις  αυταδέλφων η ξυνωρίς, Ζηνόβιε μάκαρ, Ζηνοβία πανευκλεής, οι  τον Θεόν Λόγον,  δοξάσαντες  εν  άθλοις,  παρ’ ού  και  δοξασθέντες,  ημών  προΐστασθε.

Οι Άγιοι Τέρτιος, Μάρκος, Ιούστος (ή Ιησούς) και Αρτεμάς οι Απόστολοι εκ των 70

Ο  Τέρτιος  έγινε  δεύτερος  επίσκοπος  Ικονίου  μετά  τον Σωσίπατρο.  Έγραψε  δε  και την  προς  Ρωμαίους  Επιστολή  του  Αποστόλου  Παύλου,  καθώς  ο  ίδιος  μαρτυρεί (Ρωμ.  ιστ’ 22).
Ο  Μάρκος,  ανεψιός του  Βαρνάβα, έγινε επίσκοπος Απολλωνιάδας και  με  το Ευαγγελικό  του κήρυγμα  εξολόθρευσε  το  σέβας  των  ειδώλων.  (Κολασ. δ’ 10).

Ο  Ιούστος  έγινε  επίσκοπος  Ελευθερουπόλεως και  με τα λόγια  του  και  τα  θαύματά του, είλκυσε στην αλήθεια του Ευαγγελίου τους εκεί απίστους.         
Και  ο  Αρτεμάς  έγινε  επίσκοπος  στα  Λύστρα,  και  σαν  δόκιμος  υπηρέτης  του Χριστού  διέλυσε  στον  τόπο  αυτόν  την  πλάνη  των  δαιμόνων.

29/10/16

Η Αγία Αναστασία η Ρωμαία, η Οσιομάρτυς

Η  Οσία  Αναστασία  έζησε  στα   χρόνια του  Διοκλητιανού  και  καταγόταν  από  την Ρώμη. Όταν πέθαναν οι πλούσιοι γονείς της, διαμοίρασε την περιουσία που κληρονόμησε  στους  φτωχούς  και  αποσύρθηκε  σε  μοναστήρι.
Όταν την συνέλαβε ο ηγεμόνας Πρόβος, υπενθύμισε στην Αναστασία την ανθηρή νεότητά  της,  για  την  οποία  θα  έπρεπε  να αρνηθεί  τον  Χριστό. Τότε,  δυναμική υπήρξε  η  απάντηση  της  Αναστασίας:  «Εγώ,  είπε,  μία ωραιότητα και  νεότητα γνωρίζω,  εκείνη που  δίνει  ο  Χριστός  στις  πιστές  και  γενναίες  ψυχές,  που  προτιμούν γι’ Αυτόν  τον θάνατο  αντί  άλλων  εγκόσμιων  αγαθών,  όταν  αυτά  προτείνονται  για  την  προδοσία  του  Θεού  τους.  Πλούτη  είχα  άφθονα.  Δεν  τα  θέλησα. Αλλά  τον  Χριστό μου τον θέλω και  απ’ Αυτόν καμία δύναμη δεν θα μπορέσει να με χωρίσει. Άν αμφιβάλλεις,  δοκίμασε».
Εξαγριωμένος  από  την απάντηση  ο  Πρόβος,  την  μαστίγωσε  στο  πρόσωπο  και  την άπλωσε  σε  αναμμένα  κάρβουνα.  Έπειτα,  την  κρέμασε  και  της  έσκισε  το  σώμα. Μετά  έκοψε τους μαστούς της, ξερίζωσε τα νύχια της  και  τελικά  την  αποκεφάλισε.
Έτσι,  η  Αναστασία  πήρε  τον  αμαράντινο  στέφανο  του  μαρτυρίου.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ασκήσει εκλάμψασα, ώσπερ παρθένος σεμνή, αθλήσεως αίμασι, την της αγνείας στολήν, ενθέως εφοίνιξας· όθεν Αναστασία, ως Οσία και  Μάρτυς, χάριτας  ιαμάτων, απαστράπτεις  τω  κόσμω, πρεσβεύουσα  τω  Σωτήρι,  υπέρ  των  ψυχών  ημών.


Κοvτάκιοv. Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας νάμασι, καθηγνισμένη Οσία, μαρτυρίου αίμασι, Αvαστασία πλυθείσα, παρέχεις, τοις εν ανάγκαις των νοσημάτων, ίασιν, και  σωτηρίαν τοις προσιούσιν, εκ καρδίας· ισχύν  γαρ νέμει, Χριστός  ο  βρύων, χάριν αέναοv.


Μεγαλυνάριον.
Έφυς  ώσπερ  ρόδον  πανευθαλές,  εν  δικαιοσύνης,  τοις  λειμώσιν  ασκητικώς,  και οσμήν  χαρίτων,  αθλητικώς  εκπέμπεις,  σεμνή  Αναστασία,  τοις  σε  γεραίρουσι.


28/10/16

ομιλία στην εορτή της Αγίας Σκέπης που έγινε στο χωριό Κάτω Κλεινές

Μνήμη Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου

Διαβάζουμε:  «Τη  αυτή  ημέρα την ανάμνησιν ποιούμεθα της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και  Αειπαρθένου  Μαρίας  ήτοι  του  ιερού  αυτής Μαφορίου, του εν τω σορώ του  Ιερού  Ναού  των Βλαχερνών,  ότε  ο  Όσιος  Ανδρέας  ο  δια Χριστόν σαλός κατείδεν εφηπλωμένην αυτήν άνωθεν και πάντας τους ευσεβείς περισκέπουσαν».
Λόγω  των  πολλών  θαυμάτων από την Παναγία, που  ανέφεραν οι  Έλληνες στρατιώτες στον Ελληνοϊταλικό  πόλεμο  το  1940,  η  Ιερά  Σύνοδος  της  Εκκλησίας  της Ελλάδος  με απόφαση της το 1952, καθιέρωσε να εορτάζεται η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου αντί για την 1η  Οκτωβρίου, στις 28 Οκτωβρίου. 
Η  εορτή  της  Αγίας  Σκέπης της Θεοτόκου η  οποία  τελούνταν  από  παλαιότατων χρόνων την 1η  Οκτωβρίου, ήταν  ανάμνηση  του  θαύματος  το  οποίο  είδε  ο  Όσιος Ανδρέας. Κατά  τη διάρκεια  μιας  αγρυπνίας  στο  παρεκκλήσι  της  «Αγίας  Σορού»  του ναού  των  Βλαχερνών  στην  Κωνσταντινούπολη,  ο  Όσιος  Ανδρέας  είδε  την  Θεοτόκο να  προχωράει  από  τις  βασιλικές  πύλες προς το θυσιαστήριο ανάμεσα σε λευκόφορους  αγίους,  από  τους  οποίους  ξεχώριζαν  ο  Άγιος  Ιωάννης  ο  Πρόδρομος και ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Όταν έφθασε στο θυσιαστήριο γονάτισε και προσευχόταν για πολλή ώρα, κλαίγοντας και παρακάλωντας τον Υιό της για την σωτήρια του κόσμου. Όταν  ολοκλήρωσε την  δέησή  της,  έβγαλε  από  το  κεφάλι  της το  αστραφτερό  μαφόριο,  που  φορούσε  και  με μία κίνηση  το  άπλωσε σαν σκεπή επάνω από  το  εκκλησίασμα. Έτσι απλωμένο το έβλεπε για  αρκετή  ώρα  ο  Όσιος Ανδρέας μαζί  με  τον Επιφάνιο, που τον συνόδευε. Όσο  φαινόταν  εκεί  η  Θεοτόκος, φαινόταν  και  η ιερή  εσθήτα να σκορπίζει τη Χάρη της. Όταν εκείνη άρχισε να ανεβαίνει  προς  τον ουρανό,  άρχισε  και  η  Θεία  Σκέπη  να  συστέλλεται  και  σιγά – σιγά  να  χάνεται.  Το  ιερό  αυτό  μαφόριο  που  φυλασσόταν  εκεί  συμβόλιζε την  Χάρη και  την προστασία που  παρέχει  η  Παναγία  στους  πιστοὺς.


Απολυτίκιον. Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.          
Της Σκέπης σου Παρθένε ανυμνούμεν τας χάριτας, ήν ως φωτοφόρον νεφέλην εφαπλοίς υπέρ έννοιαν, και σκέπεις τον λαόν σου νοερώς, εκ πάσης των εχθρών επιβουλής· σε  γαρ  σκέπην και  προστάτιν  και  βοηθόν,  κεκτήμεθα  βοώντές  σοι·  δόξα τοις  μεγαλείοις  σου  Αγνή,  δόξα  τη  θεία σκέπη σου, δόξα τη  προς ημάς σου προμηθεία  Άχραντε.


Κοντάκιον. Ήχος  πλ. δ’.  Τη  υπερμάχω.
Ώσπερ  νεφέλη  αγλαώς  επισκιάζουσα
Της Εκκλησίας τα πληρώματα  Πανάχραντε,
Εν  τη  πόλει  πάλαι  ώφθης  τη  βασιλίδι.
Αλλ’  ως  σκέπη  του  λαού  σου  και  υπέρμαχος
Περισκέπασον ημάς εκ πάσης θλίψεως          
Τους  κραυγάζοντας,  χαίρε  Σκέπη  ολόφωτε.


Μεγαλυνάριον.
Σκέπης σου τρυγώντες τας δωρεάς, και τας καθ’ εκάστην, Θεονύμφευτε παροχάς, υμνούμεν Παρθένε, την σην μεγαλωσύνην, την προς ημάς σου πρόνοιαν, μεγαλύνοντες.


Οι Άγιοι Τερέντιος και Νεονίλλη και τα τέκνα αυτών

Ήταν  μία  πραγματική  «κατ’ οίκον  εκκλησία».  Οικογένεια  αληθινά  χριστιανική,  με μια  ψυχή,  με  μια  καρδιά  και  το  ίδιο  φρόνημα.
Όταν άρχισε ο  διωγμός κατά των χριστιανών, ειδοποίησαν τους  δυο  συζύγους  ότι κινδυνεύουν να συλληφθούν. Τότε ο Τερέντιος και  η  Νεονίλλη  αναρωτήθηκαν  να φύγουν μακριά, προκειμένου να προστατέψουν τα παιδιά τους ή  να μείνουν και  να περιμένουν  με  γενναιότητα  οποιοδήποτε  μαρτύριο;
Οι  πέντε γιοι  και  οι  δύο  θυγατέρες  τους,  έδωσαν  αποφασιστική  απάντηση.  Γιατί  να  φύγουν; Ο  διωγμός είχε εξαπλωθεί παντού. Έπειτα, η αναχώρησή τους θα ενέσπειρε τον πανικό  στους  εκεί  χριστιανούς.  Και  το  σπουδαιότερο,  η  Εκκλησία  δεν ενισχύεται από φυγάδες, αλλά από μάρτυρες και αθλητές.     
Έτσι,  όλη  η  οικογένεια  αποφάσισε  να  μείνει  σταθερή  στην  απόφασή  της.  Και  όλοι μαζί,  αφού  ομολόγησαν  τον  Χριστό,  πέθαναν  με  αποκεφαλισμό.


Απολυτίκιον.  Ήχος  γ’. Θείας  πίστεως.       
Νόμω  φύσεως,  συνδεδεμένοι,  κράτος  πίστεως,  ενδεδυμένοι,  μαρτυρίου  την  οδόν διηνύσατε,  συν  Νεονίλλη  θεόφρον  Τερέντιε,  και  η  των  Παίδων  υμών  επτάς  ένθεος.  Και  νυν  άφεσιν,  αιτήσασθε  παμμακάριστοι,  τοις  μέλπουσιν  υμών  την  θείαν  άθλησιν.


Κοντάκιον. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.     
Ως  συζυγία  ευσεβής  και  ομόφρων,  συν Τερεντίω  Νεονίλλα τρισμάκαρ, λαμπρά χορεία  ώφθητε  Χριστώ  τω  Θεώ·  πίστει  γαρ  εκθρέψαντες,  τους  σεπτούς  υμών Παίδας,  τούτους  προσηγάγετε, λογικάς  ως  θυσίας,  ενηθληκότες  άμα  συν  αυτοίς,  τω  των  αιώνων,  Δεσπότῃ  μακάριοι.


Μεγαλυνάριον.
Γενεά  ευθέων  ευλογητή,  ως  ο  Δαβίδ  έφη,  ανεδείχθητε  τω  Θεώ,  Τερέντιε  μάκαρ, συν  τοις  κλεινοίς  υιοίς  σου,  και  τη  συνεύνω  πίστει,  ανδραγαθήσαντες.


Οι Άγιοι Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος και Νικόλαος οι Νεομάρτυρες εκ Μελάμπων Κρήτης

Όλοι γεννήθηκαν στο χωριό Μέλαμπες Ρεθύμνου Κρήτης, από γονείς ευσεβείς χριστιανούς.
Ο  Αγγελής   και  ο  Μανουήλ  ήταν γνήσια αδέλφια, γιοι  του  Ιωάννη  Ρετζέπη.  Ο Γεώργιος  ήταν  γιος  του  Κωνσταντίνου Ρετζέπη. Ο  Νικόλαος  ήταν  γιος  κάποιου άλλου,  Ιωάννη  Ρετζέπη.
Όλοι  δηλαδή  ήταν  από  την  ίδια  οικογένεια,  πλούσιοι,  διακεκριμένοι  για την ανδρεία  τους, έγγαμοι με παιδιά και  απολάμβαναν όλα τα προνόμια των Μωαμεθανών, διότι  υποκρίνονταν  τους  Τούρκους.
Το  1821 όμως, συντάχθηκαν με τους χριστιανούς και  πολέμησαν γενναία για  την ελευθερία της πατρίδας. Όταν επέστρεψαν στη γενέτειρά τους και πήγαν να πληρώσουν τους καθιερωμένους φόρους στους εντεταλμένους Τούρκους, τους κατάγγειλαν  σαν  αποστάτες του Μουσουλμανισμού  στον Μεχμέτ Πασά  του Ρεθύμνου.
Συλλήφθηκαν  και  οδηγήθηκαν  δεμένοι  στην  πόλη  αυτή.  Επειδή  όμως δεν υπέκυψαν στις κολακείες των τυράννων και έμειναν σταθεροί  στην πίστη  τους, βασανίστηκαν με τον πιο φρικτό τρόπο.                       
Τελικά  στις  28  Οκτωβρίου  1824  τους  αποκεφάλισαν  μπροστά  στην  «Μεγάλη Πόρτα»  του  Ρεθύμνου.  Οι  τρεις  κάρες  απ’ αυτούς  τους  Νεομάρτυρες,  φυλάσσονται στον  Ναό  των  τεσσάρων  μαρτύρων  στο  Ρέθυμνο.




Απολυτίκιον. Ήχος  δ’.   
Της  Κρήτης  γεννήματα  και  Λάμπης  θρέμματα,  τους  τετραρίθμους  Νεομάρτυρας ανευφημήσωμεν,  Γεώργιον,  Αγγελήν,  Μανουήλ  και  Νικόλαον,  ούτοι  γαρ  δια  πίστιν του  Κυρίου  σφαγέντες,  το  αίμα  αυτών  εθελουσίως  εν  τη  Ρεθύμνη  εξέχεαν,  διο  και παρρησίαν  έχοντες  προς  Χριστόν,  πρεσβεύουσιν  αεί,  υπέρ  των  ψυχών  ημών.