Υπήρξε
ένας από τους δώδεκα. Και μάλιστα επίλεκτο μέλος της αγίας αυτής ομάδος.
Την
πρώτη γνωριμία του με τον Χριστό μας την παρουσιάζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης με
τούτα τα λόγια: «Τη επαύριον
ηθέλησεν ο Ιησούς εξελθείν εις την Γαλιλαίαν· και ευρίσκει Φίλιππον και λέγει
αυτώ· ακολούθει μοι» (Ιωαν.
α’ 44).
Βρισκόταν στην Ιουδαία ο Κύριος.
Ύστερα
από το βάπτισμά Του και την τεσσαρακονθήμερη νηστεία Του στην έρημο και τους πειρασμούς
Του από τον
διάβολο, νικητής αποφασίζει να αναχωρήσει
από την Ιουδαία στην Γαλιλαία
για την έναρξη του έργου
του.
Εκεί,
σαν έφθασε, βρήκε μεταξύ
των πρώτων
τον Φίλιππο,
που ήταν από τη Βηθσαϊδά, την ίδια πόλη από την οποία καταγόντουσαν και οι άλλοι δύο Απόστολοι
και αδελφοί,
Ανδρέας και Πέτρος.
Η
μικρή αυτή πόλη βρισκόταν στις ανατολικές όχθες της λίμνης Τιβεριάδος και αξιώθηκε να προσφέρει στον Κύριο
ένα
σημαντικό αριθμό από τους Αποστόλους
Του. Πτωχοί και απλοϊκοί άνθρωποι ήσαν όλοι αυτοί.
Όμως
ο Κύριος
τέτοιους εργάτες κατά κανόνα
διαλέγει για τη
διακονία Του. Ανθρώπους
ταπεινούς και καλοδιάθετους.
Και αυτούς,
«τα μωρά του κόσμου...
και εξουθενωμένα»
κατά τον θείο Απόστολο
Παύλο, δηλαδή
τους
ανθρώπους αυτούς
που ο κόσμος θεωρεί μωρούς και περιφρονημένους, μ’ αυτούς ο Κύριος καταντροπιάζει εκεί νους, που, ο κόσμος
πάλι,
θεωρεί σοφούς και μεγάλους και δυνατούς.
Την αγνή και πρόθυμη διάθεση είδε ο Κύριος στα βάθη της
ψυχής του Φιλίππου
και αυτήν εξετίμησε και έσπευσε να του
μιλήσει και να του απευθύνει την τιμητική
πρόσκληση: «Ακολούθει μοι»,
ακολούθησέ με. Πόσο διαφορετικά αλήθεια
είναι τα ανθρώπινα
κριτήρια από τα κριτήρια
του πανσόφου Θεού!
Οι άνθρωποι συνήθως κρίνουμε «κατ’ όψιν». Γι’
αυτό και ο Κύριος ελέγχει
τον τρόπο αυτό της κρίσεως με το «μη κατ’
όψιν κρίνετε
παράνομοι». Ο πάνσοφος
Θεός
κρίνει από τις
διαθέσεις που κρύβουμε
ο καθένας στην
ψυχή μας. Και για
τούτο η κρίση του είναι πάντα ορθή και ασφαλισμένη.
Την
αξία
αυτής της κρίσεως
την βλέπουμε
αμέσως στον τρόπο με τον οποίο ο Φίλιππος
έσπευσε
να ανταποκριθεί
στην ιερή
πρόσκληση του Ιησού, χωρίς κανένα
ενδοιασμό, αλλά με ενθουσιασμό και ζηλευτή
προθυμία αφήνει τα πάντα και
ακολουθεί τον Κύριο. Αφήνει
εργασία, γονείς, φίλους και γνωστούς, σπίτι, μικρή
έστω περιουσία και σπεύδει να γίνει ένας ακόλουθος της συντροφιάς του Ιησού. Κάπως παράξενη
η σπουδή του να ακολουθήσει
τον Κύριο, θα σκεφθεί
ίσως κάποιος.
Παράξενη μπορεί να φαίνεται. Άν θελήσουμε όμως να προσέξουμε και να εμβαθύνουμε
λίγο στα λόγια του Ευαγγελιστή Ιωάννη, η απορία
αυτή θα διασκεβασθεί αμέσως. «Ήν
δε
ο Φίλιππος από Βηθσαϊδά, εκ
της πόλεως Ανδρέου και Πέτρου».
(Ιωάν. α’ 45). Ο Φίλιππος δηλαδή
καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, από την
πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου.
Ιδού
το μυστικό της προθυμίας του Φιλίππου
να
ακολουθήσει τον Κύριο. Ήταν συμπολίτης του Ανδρέα.
Και ο Ανδρέας
ήταν μία από τις
ευγενικές εκείνες
καρδιές που με λαχτάρα
περίμενε τον Μεσσία. Ο πόθος του αυτός
τον έσπρωξε να γίνει
και
μαθητής του
Ιωάννη του Βαπτιστή. Και αυτά
που άκουε από την φωνή
«του βοώντος εν τη ερήμω», φρόντιζε
να τα μεταφέρει
συχνά και να τα κάμνει γνωστά και στους άλλους.
Πόση καλοσύνη
και ευγένεια ψυχής δεν φανερώνει
τούτο
το παράδειγμα! Μα και πόσο ιεραποστολικό ζήλο για την ευτυχία και την σωτηρία των άλλων!
Υπάρχει στις δικές μας καρδιές, αλήθεια,
αυτό το ενδιαφέρον και
αυτός ο πόθος, η χαρά και η ευτυχία μας να
γίνει και των γνωστών και των
χωριανών μας κτήμα; Το παράδειγμα του ζηλωτή ψαρά, του Ανδρέα,
αυτό
μας συνιστά. Και την
σύσταση αυτή αξίζει όχι μονάχα να την προσέξουμε
οι χριστιανοί του εικοστού,
αλλά και του εικοστού
πρώτου αιώνα,
μα και να την κάνουμε
το ταχύτερο ζωή μας.
Ο καθένας από μας,
σύμφωνα με τα
λόγια
του Χριστού
μας, είμαστε αλάτι και φως για
τους γύρω μας. Πρέπει να είμαστε τέτοιοι.
«Υμείς εστε το άλας της γης...
Υμείς εστε το φως του κόσμου...» (Ματθ. ε’ 13 – 14). Το αλάτι νοστιμίζει
τα
φαγητά. Το αλάτι ακόμη προλαμβάνει
την
σήψη. Σαν το αλάτι οι πραγματικοί
χριστιανοί με τα λόγια τους και το
παράδειγμά τους νοστιμίζουν την ζωή των ανθρώπων που είναι γύρω τους, αλλά και εμποδίζουν
την ηθική σαπίλα
από του να
εξαπλωθεί και να διαλύσει
τα πάντα. Οι χριστιανοί
είναι ακόμη και φως.
Φως που φωτίζει
και θερμαίνει και ζωογονεί
και ομορφαίνει
τον κόσμο. Και αυτοί με τα λόγια
τους και προ πάντων
τα
έργα τους καλούνται να είναι φως
μέσα στην κοινωνία. Ένα φως πνευματικό, που να φωτίζει,
να θερμαίνει
και να ζωογονεί
την κοινωνία. Είναι καιρός οι αληθινοί μαθητές του Κυρίου
και γνήσιοι
ακόλουθοί Του να προβάλλουν παντού
αυτή τους την ιδιότητα. Το απαιτούν
οι δύσκολοι
καιροί που περνούμε. Το ζητά από όλους ο φλογερός
Απόστολος, που μελετούμε. Ναι! Αυτό
έκαμε ο Φίλιππος.
Αυτό
έκαμε πρωτύτερα
και ο Ανδρέας.
Όταν ο τελευταίος
μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή γνώρισε τον Κύριο
και κλήθηκε πρώτος να γίνει μαθητής Του, φρόντισε αμέσως την χαρά
του να την μοιρασθεί
με τον αδελφό του Πέτρο. Αδελφέ μου, του είπε, «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν».
Ναι! Βρήκαμε Εκείνον, που περιμέναμε.
Βρήκαμε τον Χριστό. Έτσι ερμηνεύεται στα Ελληνικά
η λέξη Μεσσίας.
Το
παράδειγμα του Ανδρέα
επαναλαμβάνει και ο Φίλιππος.
Μόλις
και αυτός κλήθηκε
να ακολουθήσει
τον Ιησού, σπεύδει και αυτός
να κάμει κοινωνό
της χαράς του τον φίλο του
Ναθαναήλ. Πόσο απλά μας εκθέτει ο θείος ευαγγελιστής την χειρονομία
αυτή του Φιλίππου! «Ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ
και λέγει αυτώ· όν έγραψε
Μωυσής εν τω
νόμω και οι
προφήται, ευρήκαμεν, Ιησούν
τον
υιόν του Ιωσήφ τον από
Ναζαρέτ» (Ιωάν. α’ 46). Ναθαναήλ
φίλε μου, βρήκαμε αυτόν για τον οποίον έγραψαν
ο
Μωϋσής και οι Προφήτες. Είναι ο Ιησούς,
ο γιός του
Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ.
Όταν στα παλιά
τα
χρόνια ο αρχαίος εκείνος σοφός, ο Αρχιμήδης, ανεκάλυψε, σαν
ελούετο, τον περίφημο εκείνο νόμο της Φυσικής,
που είναι γνωστός
σαν αρχή του Αρχιμήδους,
πετάχτηκε έξω από το λουτρό και τρελός απ’ την
χαρά του άρχισε να τρέχει γυμνός
μέσα στην πόλη και να φωνάζει «Εύρηκα. Εύρηκα». Μεγάλη η ανακάλυψή
του.
Αυτό όμως
που βρήκε ο Φίλιππος ήταν κάτι το
ασύγκριτα πιο μεγάλο και πολυτιμότερο. Ο
Ιησούς
είναι ο θησαυρός
των θησαυρών.
Είναι η πηγή της ζωής. Γι’ αυτό
και το «ευρήκαμεν», που είπε στον αδελφικό
του φίλο Ναθαναὴλ ο Φίλιππος, φανερώνει
χαρά πολύ πιο μεγάλη. Χαρά ανέκφραστη. Χαρά, που μόνο εκείνοι
που ήλθαν σε προσωπική επαφή με τον
Χριστό,
μπορούν να
δοκιμάζουν και να γνωρίζουν.
Και
δεν ήταν μόνο μια έκφραση χαράς τα λόγια του Φιλίππου «Ευρήκαμεν». Ήταν και κάτι άλλο. Ήταν
μία πρόσκληση. Πρόσκληση να γνωρίσει και ο φίλος
του την χαρά
του και να
την δοκιμάσει. Κι
όταν πάλι ο φίλος
του
Ναθαναήλ με κάποια επιφύλαξη του πρόβαλε το γνωστό: «Εκ
Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι;», «μα από τη
Ναζαρέτ, την πόλη της αμαρτίας και της
διαφθοράς, είναι δυνατό να βγει κάτι το καλό;» ο Φίλιππος δεν τα χάνει.
Με απόλυτη βεβαιότητα
σε ό,τι λέγει,
του απαντά: «Έρχου και ίδε». Φίλε μου, έλα κι
εσύ να δεις με τα μάτια σου και να
αντιληφθείς μοναχός σου αυτό που σου
λέω. Να βεβαιωθείς δηλαδή και να πιστοποιήσεις και σε άλλους,
ότι ο
Ιησούς από τη Ναζαρέτ είναι αυτός που περιμέναμε, ο Μεσσίας, ο Σωτήρας των ανθρώπων.
Πλησίασε τον Χριστό και σε λίγο διαπίστωνε και ο ίδιος
και
ομολογούσε με την περίφημη φράση «ραββί, συ εί ο υιός του Θεού, συ εί ο βασιλεύς του Ισραήλ» το πιστεύω του. Δηλαδή,
Διδάσκαλε, στ’
αλήθεια, συ είσαι
ο γιός του
Θεού, συ είσαι ο
βασιλιάς του Ισραήλ, που με οδηγό τις προφητείες περιμέναμε. Και δεν ομολογεί
μονάχα τον Ιησού σαν τον άνθρωπο των προφητειών, μα και τον ακολουθεί και γίνεται
ένας από τους δώδεκα μαθητές
Του, ο γνωστός και με
το
άλλο όνομα Βαρθολομαίος.
Τρία
χρόνια παρακολούθησε ο Φίλιππος τον Κύριο.
Τρία
χρόνια ακούει την διδασκαλία
Του
και παρακολουθεί τα θαύματά Του. Τρία χρόνια
δέχεται την ευεργετική Του επίδραση
και ενισχύεται στο έργο που τον περιμένει.
Μερικά περιστατικά από τη ζωή
του κοντά στον Ιησού,
μας δείχνουν τον ζήλο του, αλλά και τις αδυναμίες
του. Μας
δείχνουν ακόμη και την
ιδιαίτερη θέση που
κατέχει η προσωπικότητά του στον κύκλο
των δώδεκα. Τα περιστατικά
αυτά θεωρήσαμε σκόπιμο να παραθέσουμε
πιο κάτω, για να τα μελετήσουμε. Μας λένε τόσα πολλά.
Στις
παραμονές των Παθών
του Κυρίου,
ως προσκυνητές ήλθαν στα Ιεροσόλυμα
και
πολλοί Έλληνες προσήλυτοι στον ιουδαϊσμό.
Αυτοί με όσα είχαν
ακούσει για τον
Κύριο, ένοιωσαν στην καρδιά τους
βαθύ τον πόθο
για να τον
γνωρίσουν καλύτερα και να έχουν
μαζί Του μια ιδιαίτερη
συνομιλία. Στην περίπτωση
αυτή
το όνομα
του Φιλίππου, όνομα ελληνικό,
τους έδωκε το θάρρος
να τον πλησιάσουν και να του φανερώσουν την επιθυμία τους: «Κύριε, του είπαν, θέλομεν τον Ιησούν ιδείν». Κύριε, θέλουμε να ιδούμε τον Ιησού. Να η
παράκληση που του
απηύθυναν. Παράκληση και επιθυμία ζηλευτή
και αξιοπρόσεκτη.
Και ο Φίλιππος,
που
ήθελε την χαρά,
που ένοιωθε αυτός με
το να ακολουθεί
τον Κύριο και να ακούει τα θεία
λόγια Του, να την δοκιμάζουν και άλλοι, έσπευσε
να συνεννοηθεί
σχετικά με τον αγαπητό
του
Ανδρέα και ύστερα μαζί να οδηγήσουν τους Έλληνες στον Ιησού. Τι θέματα κουβέντιασαν οι πρόγονοί μας
με τον Κύριο κατά τη συνάντησή
τους εκείνη δεν γν ωρίζουμε.
Αυτό που
γνωρίζουμε είναι πως ο Κύριος σαν είδε τους Έλληνες να πλησιάζουν είπε τα τιμητικά
και θαυμαστά εκείνα λόγια: «Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου» (Ιωάν. ιβ’
23). Έφτασε δηλαδή η ορισμένη από τον Θεό ώρα, για να δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου.
Να δοξασθεί
με τη Σταύρωση και
την Ανάληψή Του και να αναγνωρισθεί
ως Μεσσίας και Λυτρωτής
από τους Έλληνες, που την
στιγμή αυτή αντιπροσωπεύουν και όλο τον εθνικό κόσμο. Ευλογημένη και
μεγάλη η ημέρα εκείνη. Ναι! πολύ μεγάλη.
Γιατί άν η προσέλευση
των εθνών στον Χριστό και την διδασκαλία
Του αποτελεί μία νίκη και ένα θρίαμβο του Χριστού
και του έργου
Του, ο ερχομός
των Ελλήνων
στην πίστη
την χριστιανική έχει κάτι
το πολύ ανώτερο.
Αυτοί, οι Έλληνες,
έδωσαν στον Κύριο
όχι μόνο
την γλώσσα τους, αλλά και τους πιο πολλούς ζηλωτές ιεραποστόλους για την εξάπλωση του χριστιανικού κηρύγματος στον κόσμο.
Ως
άνθρωπο με χαρακτήρα πολύ πρακτικό μας παρουσιάζουν τον Φίλιππο δύο άλλα
περιστατικά, που μας διέσωσε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης.
Το
ένα περιστατικό συνέβη έξω στην ερημιά. Είχε μεταβεί εκεί ο Διδάσκαλος ένα πρωί με τους μαθητές του για
λίγη ξεκούραση. Μα
οι κάτοικοι
των γειτονικών πόλεων,
που σαν διψασμένα ελάφια Τον κυνηγούσαν, για να
ακούσουν τα λόγια Του και να απολαύσουν τις δωρεές Του, όταν αντελήφθησαν το μέρος που
βρισκόταν έσπευσαν προς Αυτόν. Και ο Κύριος, ικανοποιώντας τον ζήλο και την προθυμία
τους, πέρασε την ημέρα μαζί τους διδάσκοντάς τους και θεραπεύοντας
τους
αρρώστους που είχαν φέρει.
Πλάκωσε σχεδόν η
νύχτα
και κανένας
δεν είχε διάθεση να σηκωθεί και να φύγει. Όμως ο κόσμος
εκείνος έπρεπε κάτι να φάγει. Ήταν νηστικός όλη μέρα. Γι’
αυτό και ο Κύριος στην περίπτωση
αυτή κάλεσε τον Φίλιππο
κοντά του, που
διακρινόταν για το πρακτικό
του μυαλό και τον ρώτησε:
«Πόθεν
αγοράσωμεν άρτους ίνα φάγωσιν αυτοί;». Από ποιό μέρος, Φίλιππε, θα αγοράσουμε ψωμιά για να φάγουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;»
Στο
ερώτημα αυτό του Κυρίου, όπως μας λέγει ο Ευαγγελιστής, ο Φίλιππος απήντησε: «Διακοσίων
δηναρίων άρτοι ουκ αρκούσιν
αυτοίς ίνα έκαστος αυτών βραχύ τι
λάβη». Ψωμιά αξίας διακοσίων δηναρίων δεν φτάνουν
σ’ αυτούς, όχι για να χορτάσουν, αλλά για
να πάρει ο καθένας από ένα μικρό κομμάτι. Φυσικά ο
Κύριος υπέβαλε την ερώτηση
αυτή στον Φίλιππο, όχι γιατί Αυτός δεν
ήξερε
τι να κάμει. Το Θαύμα το είχε αποφασίσει στην καρδιά Του. Το ερώτημα το υπέβαλε απλώς για να δείξει
σ’ αυτόν, όσο και στους άλλους
μαθητές, μα και σ’ όλες τις
γενεές των ανθρώπων, ότι και τα πιο αδύνατα
στα μάτια των ανθρώπων πράγματα, μπορούν
να γίνουν δυνατά, άν οι άνθρωποι στις
περιπτώσεις αυτές αγκαλιάσουν με την καρδιά τους τον παντοδύναμο
παράγοντα, που λέγεται
πίστη ζωντανή στον Χριστό.
Με την πίστη και τα
πιο αδύνατα γίνονται δυνατά. Άν οι άνθρωποι
αφήσουμε να αναπτυχθεί
στην
καρδιά μας πίστη ίση με
τον κόκκο του σιναπιού,
μπορούμε μ’
αυτήν να μετακινήσουμε
ακόμη και βουνά.
Θα ερωτήσει ίσως κάποιος. Μήπως ο Φίλιππος με το πρακτικό
του μυαλό πείσθηκε απόλυτα για την δύναμη αυτού του παράγοντα, που λέγεται
πίστη, με το θαύμα του χορτασμού εκείνου του πλήθους
με τον τρόπο που
όλοι γνωρίζουμε; Δυστυχώς, όχι απόλυτα
και αμέσως. Αυτό μας το βεβαιώνει
το δεύτερο
επεισόδιο. Και σ’
αυτό, το ίδιο πρακτικό μυαλό
εκδηλώθηκε και πάλι.
Ήταν
η νύχτα του Μυστικού Δείπνου. Για
τελευταία φορά προ του Πάθους Του
δειπνεί ο Κύριος με τους μαθητές Του. Γύρω από το πασχαλινό τραπέζι
κάθονται όλοι. Με τις ομιλίες Του και
τις
διδαχές Του ο Κύριος προσπαθεί να προπαρασκευάσει
τους
μαθητές Του για τα όσα έμελλαν σε λίγο να ακολουθήσουν. Η όλη ατμόσφαιρα
παίρνει τον χαρακτήρα μιας αποχαιρετιστήριας τελετής. Μιας τελετής κατά την οποία ο Κύριος αποκαλύπτει
στους μαθητές του ουράνιες αλήθειες. Τους λέγει πως προτού ξημερώσει κάποιος μαθητής θα Τον προδώσει,
οι άλλοι θα Τον εγκαταλείψουν και αυτός ο
Πέτρος,
που Του υποσχόταν
αγάπη μέχρι θανάτου,
και αυτός θα Τον αρνιόταν.
Ο Κύριος όμως ποτέ δεν θα τους εγκατέλειπε. «Δεν θα
σας αφήσω, τους είπε, ορφανούς. Γι’ αυτό μη ταράσσεσθε.
Θα δοκιμάσετε βαθιά λύπη με
την φυγή μου
από κοντά σας, όμως σύντομα
η λύπη σας
θα μετατραπεί σε χαρά. Φεύγω
για τον Πατέρα μου. Πάω στο
σπίτι
μου. Πάω να ετοιμάσω εκεί τόπο και για σας. Το
μέρος στο οποίο πηγαίνω τώρα, το ξέρετε και
εσείς. Ξέρετε ακόμη και τον δρόμο που οδηγεί εκεί».
Σε
τούτο το σημείο ο Θωμάς τον διέκοψε για να του πει: «Κύριε, δεν ξέρουμε που πηγαίνεις
και
πως είναι δυνατό
να ξέρουμε τον
δρόμο;» Την στιγμή αυτή ο Φίλιππος, που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την όλη
συζήτηση, σπεύδει να διακόψει λέγοντας;
«Κύριε, δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν»
(Ιωάν. ιδ’ 8). Κύριε, είπες,
πως θα πας
στον Πατέρα σου. Δείξε
μας με μια αποκαλυπτική οπτασία
τον Πατέρα Σου και την δόξα Του,
ώστε να
Τον δούμε και εμείς όπως
παλιά τον είδαν ο Μωϋσής
κι ο Ησαίας και μας είναι αρκετό αυτό. Δεν
θέλουμε περισσότερα. Το πρακτικό μυαλό του Φιλίππου
αυτό ζητούσε.
Βαθιά ευγνωμοσύνη όμως πρέπει
να
νοιώθει κάθε καρδιά στον ζηλωτή
Απόστολο, γιατί με την
απλότητά του, έδωσε την ευκαιρία στον Κύριο να διακηρύξει για το πρόσωπό Του: «Τοσούτον χρόνον μεθ’ υμών ειμί, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; Ο
εωρακως εμέ, εώρακε τον Πατέρα, και πως συ λέγεις, δείξον ημίν τον Πατέρα;». (Ιωάν. ιδ’ 9). Τόσο καιρό είμαι
μαζί σας, Φίλιππε, και ακόμη δεν με γνώρισες; Δεν γνώρισες
δηλαδή
ότι είμαι ο Υιός του
Θεού,
Θεός όπως ο Πατέρας; Εκείνος
που είδε εμένα και εξετίμησε όπως πρέπει
την αλήθεια
της διδασκαλίας
μου και την αγιότητα της ζωής μου και την
δράση μου τη
θαυματουργική, είδε και τον Πατέρα. Και πως
συ λέγεις: Δείξε μας τον
Πατέρα;
Να οι αδυναμίες του πρακτικού πνεύματος.
Οι άνθρωποι δυστυχως, που σκέπτονται
μ’ αὐτόν τον τρόπο, απαιτούν
συνήθως υλικές αποδείξεις
και ζητούν να ικανοποιήσουν
τις αισθήσεις
τους για όλα τα θέματα. Η παραγνώριση όμως του πνευματικού παράγοντα οδηγεί
πάντα σε λανθασμένα
συμπεράσματα.
Τα πιο πάνω
λόγια του Κυρίου
προς τον Φίλιππο
αποτελούν φυσικά ένα λεπτό έλεγχο προς τον ζηλωτή
μαθητή. Περιλαμβάνουν όμως δογματική διδασκαλία, υψίστης στ’ αλήθεια σημασίας.
Τρία χρόνια κοντά στον Κύριο, και ύστερα
από
τα όσα
είδε και
άκουσε δεν επετρέπετο σ’ αυτόν
να υποβάλει
τέτοιες ερωτήσεις. Άς το δεχθούμε
όμως και αυτό, σαν μία
παραχώρηση του Θεού,
για να δοθεί η ευκαιρία στον Κύριο
να αποκαλύψει τις αλήθειες αυτές, που όσο και άν πολεμήθηκαν από πλείστους αιρετικούς δεν παύουν να παραμένουν και σήμερα και σ’
όλους τους αιώνες ο ακρογωνιαίος λίθος και το
ασάλευτο θεμέλιο της Ορθοδοξίας μας. Ο Χριστός
είναι
το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος και ομοούσιος
με τον Πατέρα. Για την δική μας την
σωτηρία αφήκε την δόξα του ουρανού και κατέβηκε στην γη σαν άνθρωπος και έγινε
«υπέρ ημών κατάρα»,
για να μας εξαγοράσει
από την
κατάρα της αμαρτίας
και να μας ανεβάσει στον ουρανό.
Με
την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής όλες αυτές φυσικά οι αδυναμίες
των μαθητών πέρασαν. Μαζί με τους
άλλους Αποστόλους
και ο Φίλιππος
ξεκίνησε για να μεταφέρει
το μήνυμα της σωτηρίας εκεί που η αγάπη του Θεού τον κάλεσε.
Με πίστη και ενθουσιασμό και πυρωμένη καρδιά ο πνευματέμφορος
αυτός εργάτης
της νέας
πίστεως συνοδευόμενος
πάντα και από
τον
φίλο του Βαρθολομαίο
και την αδελφή του Μαριάμνη προχώρησε
και κήρυξε το Ευαγγέλιο
του Χριστού σε διάφορες πόλεις της Λυδίας, της
Μυσίας και της
Παρθίας. Λυδία και Μυσία. Επαρχίες
της Μ.
Ασίας. Η Λυδία βρισκόταν προς τα Ν.Δ. και η Μυσία στα
βόρεια της Μ. Ασίας. η Παρθία ήταν
ορεινή χώρα στα νοτιανατολικά της Κασπίας
θάλασσας. Οι κάτοικοι Πάρθοι.
Παρά
τις
αφάνταστες δυσκολίες που συναντούσαν όπου πήγαιναν και
τα εμπόδια που ο
διάβολος παρενέβαλλε στο έργο
τους,
εν τούτοις οι Απόστολοι
νικούσαν στο τέλος
και το έργο
του Κυρίου προχωρούσε μέρα με την ημέρα. Πολύ
συνέβαλαν στην προσπάθειά τους και τα πολλά
θαύματα με τα οποία τους χαρίτωσε ο Κύριος. Θαύματα θεραπείας
διαφόρων ασθενειών,
αλλά και αναστάσεως
νεκρών. Ένα τέτοιο θαύμα είναι και τούτο:
Βρισκόταν
ο
Απόστολος με την συνοδεία του στην Ιεράπολη της Φρυγίας. Εκεί ο μισόκαλος
διάβολος βλέποντας τον εαυτό του νικημένο,
παρεκίνησε μερικούς
να συλλάβουν
τον Απόστολο και να
τον βασανίσουν. Δεμένο τον οδήγησαν πρώτα στο δικαστικό βουλευτήριο. Εκεί ο έπαρχος
Αρίσταρχος σαν τον είδε εφρύαξε
κυριολεκτικά. Νομίζεις,
του λέγει,
πως μπορείς
να τρομάξεις
και εμένα με τις
μαγικές σου πράξεις;
Και
χωρίς άλλο λόγο τον άρπαξε
από τα μαλλιά
και
άρχισε να τον σέρνει
εδώ και εκεί
και να τον
βασανίζει. Στην ενέργεια
αυτή του ασεβή έπαρχου ο Απόστολος δεν κρατήθηκε. Για να τον
σωφρονίσει, αλλά και για
να δώσει ένα μάθημα και στους άλλους που παρακολουθούσαν τον βασανισμό
του, φώναξε
δυνατά κι είπε:
–
Κύριε, γνωρίζω
την ευσπλαγχνία
σου. Όχι για να ικανοποιηθώ για την αδικία που μου γίνεται, αλλά για να
σωφρονισθεί ο
σκληρός αυτός άρχοντας
για ό.τι μου κάμνει,
μα και να
γνωρίσουν και οι άλλοι την δύναμή
Σου και να ιδούν, ότι δεν είσαι μόνο αγάπη, αλλά και τιμωρός
των κακών, δώσε να παραλύσει
τούτο το χέρι,
που
κτυπά στην κεφαλή,
που
συ ευλόγησες.
Μόλις τέλειωσε τον λόγο του ο θείος Απόστολος το θαύμα έγινε. Βαριά τιμωρία κτύπησε τον αναιδή και άδικο άρχοντα. Το
χέρι ξεράθηκε. Και ακόμη
το ένα μάτι
του
τυφλώθηκε και τα αυτιά του κουφάθηκαν.
Στο θέαμα αυτό
οι παρευρισκόμενοι τρόμαξαν και με συντριβή
ψυχής άρχισαν να παρακαλούν
τον Απόστολο να τον
σπλαγχνιστεί και να τον ξανακάμει καλά. Στην παράκλησή τους ο ανεξίκακος
μαθητής
τόνισε:
– Ο άρχοντας
μπορεί να γίνει
καλά,
αρκεί τόσο αυτός, όσο και
εσείς να πιστέψετε στον αληθινό Θεό και
στον Ιησού Χριστό που έστειλε και έπαθε για μας.
Μια νεκρική
πομπή, που περνούσε
την ώρα εκείνη από το μέρος εκείνο, σταμάτησε
ξαφνικά. Μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς, που συνόδευαν τον νεκρό και έτυχε να είναι φίλοι και ομοϊδεάτες
του άρχοντα, στράφηκαν με διάθεση
εκδικήσεως στον Απόστολο και του είπαν ειρωνικά:
— Αν ο Θεός σου
μπορεί να αναστήσει τούτο τον νεκρό, που
παίρνουμε να θάψουμε, τότε να Τον πιστέψουμε και εμείς και ο Αρίσταρχος, ο άρχοντάς μας.
Συγκλονισμένος ο Απόστολος
από την πρότασή τους, σήκωσε τα μάτια
στον ουρανό και αφού έκαμψε τα γόνατα, ανέπεμψε μυστικά μια ολόθερμη προσευχή. Ύστερα,
αφού στράφηκε
προς τον νεκρό που βρισκόταν στο φέρετρο,
τον κάλεσε με το όνομά
του και του είπε:
-
Θεόφιλε, ο Παντοδύναμος Θεός σε διατάζει να σηκωθείς και
ελεύθερα να πεις ό,τι θέλεις.
Ευλογητός
ο Θεός! Το θαύμα
έγινε
στην στιγμή.
Ο νεκρός σηκώθηκε από το
φέρετρο, πετάχτηκε κάτω, και αφού γονάτισε μπροστά στον Απόστολο του είπε μ’έναν αναστεναγμό
βαθιάς ανακουφίσεως.
Σ’
ευχαριστώ, καλέ μου άνθρωπε. Σ’ ευχαριστώ, άγιε του
Θεού για την σωτηρία που μου
χάρισες. Μερικοί μαύροι και απαίσιοι με
έσερναν από τα χέρια για να με ρίξουν
στην Κόλαση. Η παρέμβασή
σου με γλίτωσε. Θα έφευγα από
τούτο τον κόσμο αμαρτωλός, χωρίς να ξέρω την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι μία. Ο Ιησούς
Χριστός που κηρύττεις είναι ο αληθινός Θεός. Πιστεύω και εγώ στον Χριστό με όλη μου
την ψυχή.
Το θαύμα συντάραξε
τα πλήθη. Το κάλεσμα του νεκρού με το
όνομά του και η ανάστασή
του συνεκίνησε
όσους βρίσκονταν
εκεί, που χωρίς κανένα δισταγμό
πίστεψαν στον Χριστό και αναφώνησαν:
–
Άνθρωπέ μας, πιστεύουμε πως ο Θεός, τον οποίο Συ κηρύττεις, είναι ο αληθινός Θεός. Τώρα, βοήθησέ μας να σωθούμε και
συγχώρησε και τον άρχοντα.
Τότε
ο Απόστολος, αφού κατάπαυσε
με το χέρι του τον θόρυβο, παρήγγειλε σ’ έναν από τους
άρχοντες
που συνόδευαν
τον νεκρό
να κάμει το σημείο
του σταυρού
πάνω στον Αρίσταρχο
και να
ζητήσει την βοήθεια της Αγίας Τριάδος. Ο άρχοντας έκαμε ό,τι του είπε ο
Απόστολος και η θεραπεία ακολούθησε. Ο Αρίσταρχος έγινε αμέσως τελείως καλά. Το αποτέλεσμα συγκινητικό. Πολλοί ζήτησαν και βαπτίσθηκαν την ίδια ώρα.
Πρώτος ο πατέρας του αναστηθέντος νεκρού,
που λεγόταν Πρέφικτος και ήταν και αυτός ένας από τους άρχοντες
της πόλεως. Μετά την
βάπτισή
του ο αναγεννημένος πια άνθρωπος έδωσε
στον Απόστολο τους δώδεκα χρυσούς θεούς που είχε
στο σπίτι του μαζί
με τα άλλα
υπάρχοντά του, για να τα διαμοιράσει στους φτωχούς
και να τα χρησιμοποιήσει, όπως αυτός έκρινε καλύτερα.
Πόσο
αλλάζει
ο άνθρωπος, όταν αφήσει ελεύθερη
την καρδιά του να την
καταυγάσει το φως και η χάρη του Χριστού! Γι’ αυτές τις περιπτώσεις είναι που
εφαρμόζεται απόλυτα ο λόγος του ψαλμωδού:
«Αύτη η αλλοίωσις
της
δεξιάς του Υψίστου». (Ψαλμ.
ος’ (οζ’) 11). Ναι! Αυτή
η αλλοίωση και μεταβολή
που
γίνεται στην
καρδιά του ανθρώπου, είναι έργο της δυνάμεως του Θεού.
Για
χρόνια
πολλά συνέχισε
η
ευλογημένη αυτή ομάδα το ανορθωτικό και σωστικό
έργο της στις διάφορες πόλεις των επαρχιών που αναφέραμε. Τα αποτελέσματα, στ’ αλήθεια,
θαυμαστά. Όπου «επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ.
ε’ 20). Εκεί που πληθύνθηκε η αμαρτία, δόθηκε πολύ πιο άφθονη ἡ η χάρη.
Εκεί που η αμαρτία είχε σχεδόν αποκτηνώσει τα θύματά της, ένας καινούργιος
κόσμος αναγεννάται. Ο κόσμος
της καλοσύνης και της
αγάπης. Ο κόσμος
ο όμορφος, ο αγγελικά πλασμένος. Ο κόσμος της αρετής.
Η άλλοτε χριστιανική
Μ. Ασία.
Έφτασε
όμως
ο
καιρός να επικυρώσει
ο θείος Απόστολος τα όσα δίδασκε και με την θυσία της ζωής του.
Ήρθε
ο καιρός
να μαρτυρήσει. Εκεί στην Ιεράπολη
της
Φρυγίας μία ημέρα που
δίδασκε,
μερικοί φανατικοί ειδωλολάτρες τον συνέλαβαν
και αφού τον βασάνισαν σκληρά, τον οδήγησαν στους άρχοντες.
Μια ψευτοδίκη κατέληξε στην απόφαση ο Απόστολος
να θανατωθεί. Οι δήμιοι, που περίμεναν, άρπαξαν τον Φίλιππο,
του έδεσαν τους αστραγάλους και τον κρέμασαν
σ’ ένα δένδρο με το κεφάλι
προς τα κάτω. Ύστερα πήραν και
τον Βαρθολομαίο και αφού
τον βασάνισαν και αυτόν,
τον κρέμασαν. Τον Απόστολο Φίλιππο τον σταύρωσαν. Η αδελφή
του
Μαριάμνη με πόνο ψυχής παρακολουθεί το μαρτύριο
του αδελφού της και του άλλου Αποστόλου και προσεύχεται να τους δώσει ο Θεός δύναμη και υπομονή. Ένας σεισμός
που έγινε την ώρα
εκείνη έδειξε την αγάπη του Θεού στους εργάτες
του Ευαγγελίου.
Οι αλλεπάλληλες δονήσεις που έγιναν σε ολόκληρη
την χώρα κατατρόμαξαν τα πλήθη που έτρεξαν με δάκρυα να ζητήσουν
συγχώρηση από τους Αποστόλους.
Ο Κύριος
στις παρακλήσεις των εργατών
του σταμάτησε
το σεισμό και
με μία θαυμαστή οπτασία τους έδωκε
μία
ακόμη απόδειξη της θείας του δυνάμεως. Μια σκάλα παρουσιάστηκε εκεί να ενώνει την γη
με τον Ουρανό.
Τα πλήθη
έτρεξαν και κατέβασαν το Βαρθολομαίο
από εκεί που ήταν κρεμασμένος. Όταν
θέλησαν να κατεβάσουν και τον Φίλιππο από τον
Σταυρό, αυτός δεν δέχθηκε, αλλά συνέχισε να διδάσκει τα πλήθη που
ήσαν γύρω και να τα προτρέπει να μετανοήσουν
και να βαπτισθούν.
Διδάσκοντας άφησε την αγία
του ψυχή να πετάξει στον ουρανό, στη χώρα της αιωνιότητας. Ο Απόστολος Βαρθολομαίος
και η Μαριάμνη
πήραν το τίμιο λείψανο
και το έθαψαν μαζί με εκείνους
που πίστεψαν και βαφτίστηκαν, με σεβασμό
και ευλάβεια ραίνοντάς το με
τα δάκρυα της αγάπης τους. Το σεπτό σκήνωμα του Αποστόλου για
πολλά χρόνια στόλισε
τον
ιερό ναό που είχε κτισθεί
στην Ιεράπολη προς τιμήν του Αγίου.
Η
δε αγία κάρα του
τιμήθηκε από διάφορους αυτοκράτορες, όπως τον
Θεοδόσιο, τον Ηράκλειο και
άλλους με τις βασιλικές σφραγίδες
τους.
Μετά την άλωση της
Βασιλίδος των πόλεων από τους Λατίνους
κατά το 1204 το σεπτό
λείψανο μεταφέρθηκε στην Κύπρο
και για πολλά χρόνια φυλασσόταν στο χωριό Άρσος,
το χωριό
αυτό λέγεται επίσημα και Αρσινόη
της Πάφου,
στον ιερό ναό που
κτίστηκε εκεί προς τιμή του Αποστόλου. Αργότερα ένα μέρος των λειψάνων για ευλογία
διανεμήθηκε σε διάφορα
μέρη. Η θήκη δε με
την ιερή κάρα προ του 1788 για μεγαλύτερη, τάχατες, ασφάλεια μετακομίσθηκε
στην Ιερά Μονή του Σταυρού
στο Όμοδος.
Εκεί φυλάσσεται
μέχρι σήμερα.
Σε χρόνια περασμένα, που τη
Κύπρο, μέσα στα τόσα άλλα έδερνε και επιδημία ακρίδων, οι πατέρες μας μετέφεραν
την θήκη με την αγία κάρα μέχρι τη Μεσαορία
και έκαμναν αγιασμό, και εράντιζαν
τα σπαρτά και
τα δένδρα για να τα απαλλάξουν
από την αληθινή αυτή μάστιγα.
Θαύματα
πολλά γίνονται
και στις ημέρες μας σε όλους εκείνους που με βαθιά πίστη καταφεύγουν στον Κύριο και με
ευλάβεια εκζητούν τη μεσιτεία
του πνευματέμφορου Αποστόλου.
Γιατί,
όσο πιο γρήγορα ο καθένας
μας σπεύσει να αποδεχθεί τούτη τη σωστική
αλήθεια
και να πλησιάσει τον Χριστό
και να τον πιστεύσει
για Θεό και
Σωτήρα του, τόσο
και πιο γρήγορα
υπάρχει ελπίδα να βγούμε
από τον λαβύρινθο
στον
οποίο οι ίδιοι
κλειστήκαμε. Να βγούμε, για να ξαναδούμε το φως της ζωής, και
να γευτούμε την χαρά
και
να λυτρωθούμε από το άγχος που μας δέρνει, μα και
τον φόβο μιας ολοκληρωτικής αυτοκαταστροφής.
Η χάρις του Τριαδικού θεού, δια των πρεσβειών του αγίου ενδόξου Αποστόλου Φιλίππου, του οποίου η θήκη των λειψάνων χρόνια τώρα αγιάζει το ευλογημένο νησί της Κύπρου, να χαρίσει στην Κύπρο μας το ταχύτερο την ποθητή ελευθερία. Ναι! την ελευθερία. Και μαζί μ’ αυτήν στους αγνοούμενούς μας την επιστροφή στις οικογένειές τους, στους πρόσφυγές μας την χαρά του γυρισμού στα σπίτια τους και τα χωριά τους και στον φιλόθρησκο λαό μας πλούσιες τις δωρεές και ευλογίες Του. Αμήν.
Απολυτίκιον.
Ήχος
γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν έλλαμψιν, του Παρακλήτου, εισδεξάμενος, πυρός εν είδει, παγκοσμίως ως αστήρ ανατέταλκας, και της αγνοίας τον ζόφον διέλυσας, τη θεία αίγλη Απόστολε Φίλιππε. Όθεν πρέσβευε, Χριστώ τω Θεώ δεόμεθα, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Θείαν έλλαμψιν, του Παρακλήτου, εισδεξάμενος, πυρός εν είδει, παγκοσμίως ως αστήρ ανατέταλκας, και της αγνοίας τον ζόφον διέλυσας, τη θεία αίγλη Απόστολε Φίλιππε. Όθεν πρέσβευε, Χριστώ τω Θεώ δεόμεθα, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον.
Ήχος
πλ. δ’. Ως απαρχάς
της φύσεως.
Ο μαθητής και φίλος σου, και μιμητής του πάθους σου, τη οικουμένη Θεόν σε εκήρυξεν, ο θεηγόρος Φίλιππος. Ταις αυτού ικεσίαις, εξ εχθρών παρανόμων την Εκκλησίαν σου, δια της Θεοτόκου συντήρησον Πολυέλεε.
Ο μαθητής και φίλος σου, και μιμητής του πάθους σου, τη οικουμένη Θεόν σε εκήρυξεν, ο θεηγόρος Φίλιππος. Ταις αυτού ικεσίαις, εξ εχθρών παρανόμων την Εκκλησίαν σου, δια της Θεοτόκου συντήρησον Πολυέλεε.
Μεγαλυνάριον.
Φίλος και Απόστολος ευκλεής, του και μέχρι δούλου, κενωθέντος αναδειχθείς, Φίλιππε θεόπτα, εκήρυξας εν κόσμω, την τούτου υπέρ λόγον, άρρητον κένωσιν.
Saint Philip the Apostle
There was one of the
twelve. And even a select member of this holy group.
His first acquaintance
with Christ is presented to us by the Evangelist John: "The day after,
Jesus willingly went forth into Galilee;
The Lord was in Judah.
After His baptism and His
four-day fast in the wilderness and His temptations by the devil, the victor
decides to depart from Judah to Galilee to begin His work.
There, as soon as he
arrived, he first found Philip, who was from Bethsaida, the same city from
which the other two Apostles and brothers, Andrew and Peter, came.
This small town was on the
east bank of Lake Tiberias and it was claimed to offer the Lord a considerable
number of His Apostles. Poor and simple people were all of them.
But the Lord usually
chooses such workers for His ministry. Humans humble and kind.
And they, "the babies
of the world ... and exhausted," according to the divine Apostle Paul,
that is, the people whom the world considers to be babies and despised, with
them the Lord overthrows those minds which, again, the world considers wise and
big and strong.
The Lord saw the pure and
willing disposition in the depths of Philip's soul, and she appreciated and
hastened to speak to him and address him with the honorable invitation:
"Follow me," follow me. How different the human criteria are from the
standards of the pan-national God! People usually judge us "at a
glance". That is why the Lord controls this way of judging by "do not
judge illegal". The all-knowing God judges by the moods we each hide in
our souls. And that's why his judgment is always right and secure.
We see the value of this
judgment immediately in the manner in which Philip hastened to respond to the
sacred invitation of Jesus, without any hesitation, but with enthusiasm and
envy he left everything and followed the Lord. It leaves work, parents, friends
and acquaintances, a home, a small fortune, and hastens to become a follower of
Jesus' companionship. Somewhat strange his study of following the Lord, one
might think. Strange it may seem. But if we want to look a little deeper into
the words of John the Evangelist, this question will be settled immediately.
"And Philip of Bethsaida, of the city of Andrew and Peter". (John
45). Philip was originally from Bethsaida, the home of Andrew and Peter. Here
is the secret of Philip's willingness to follow the Lord. He was Andrew's
fellow citizen. And Andrew was one of those kind hearts who longed for the
Messiah. His passion pushed him to become a disciple of John the Baptist. And
what they heard from the voice of "the buzzer in the wilderness," he
took care to convey them often and make them known to others. How much kindness
and kindness the soul does not exemplify! But how much missionary zeal for the happiness
and salvation of others!
Is there any truth in our
hearts, this interest and our desire, our joy and our happiness to become the
property of our well-known and villagers? The example of the zealous fisherman,
Andreas, is this. And this recommendation is worth not only for the Christians
of the twenty-first century, but also for the twenty-first century, but also to
make it faster in our lives.
Each of us, in the words
of our Christ, are salt and light to those around us. We have to be like that. "We
are the salt of the earth ... We are the light of the world ..." (Matt.
13: 14). The salt tastes good. Salt still prevents rotting. Like salt, true
Christians, in their words and example, taste the lives of the people around
them, but also prevent the moral ruse from spreading and disintegrating.
Christians are even light. Light that illuminates and heats and animates and
beautifies the world. And they, in their words and above all, their works are
called to be light in society. A spiritual light that illuminates, heats and
animates society. It is time for the true disciples of the Lord and His genuine
followers to project this quality everywhere. The difficult times we are going
through require this. It is asked by all the fiery Apostle we are studying.
Yes! This is what Philippe did. This is what Andrew did earlier.
When the latter, with John
the evangelist, met the Lord and was first called to become His disciple, he
immediately took pleasure in sharing them with his brother Peter. My brother,
he said, "we found the Messiah." Yes! We found the One we expected.
We found Christ. This is how the word Messiah is interpreted in Greek.
Andrew's example is
repeated by Philip. As soon as he was called to follow Jesus, he hastened to
make his friend Nathaniel happy. How simply does the divine evangelist expose
us to Philip's gesture! "Philip findeth Nathanael, and saith he; he wrote
Moses in the law, and they prophesied, we have found, that they prophesied his
son Joseph of Nazareth" (John 1:46). Nathaniel my friend, we found the one
about whom Moses and the Prophets wrote. This is Jesus, the son of Joseph of
Nazareth. When in the old days that ancient wise, Archimedes, discovered, like
an eloquent, that famous Law of Physics, known as the Archimedes principle, he
jumped out of the bath and, mad at his joy, began to run naked. in the city and
shouting "Eureka. Eureka". Great to discover. But what Philip found
was something incomparably bigger and more valuable. Jesus is the treasure of
treasures. It is the source of life. That is why the "find", which
Philip told his brother Nathaniel, reveals much greater joy. Joy inexpressible.
It is a joy that only those who have come into personal contact with Christ can
experience and know.
And it was not just an
expression of joy that Philip's words "I was found." It was something
else. It was an invitation. Invite his friend to get to know him and try him.
And when Nathaniel's friend again with some reservation made the famous saying:
"Can Nazareth do what good?", "But from Nazareth, the city of
sin and corruption, can anything good come out?" does not lose them. With
all certainty in what he says, he replies: "Come and see." My friend,
come and see with your own eyes and realize your monk what I am telling you.
That is to say to others, that Jesus of Nazareth is what we expected, the
Messiah, the Savior of men. He approached Christ and soon recognized himself
and confessed in his famous phrase, "Rabbi, the Son of God, the King of
Israel". That is, Teach, in truth, you are the Son of God, you are the
King of Israel, who was guided by the prophecies. And he not only confesses
Jesus as the man of prophecy, but he also follows him and becomes one of His
twelve disciples, also known as Bartholomew.
Philip followed the Lord
for three years. He listens to His teaching for three years and observes His
miracles. He has been receiving His beneficial effect for three years and
strengthened in the work that awaits him.
Some instances of his life
near Jesus show us his zeal, as well as his weaknesses. They even show us his
special place in the circle of twelve. We considered these cases to be cited
below in order to study them. We are told so much.
On the eve of the Passion
of the Lord, pilgrims came to Jerusalem and many Greeks converted to Judaism.
Those with what they had heard about the Lord felt in their hearts a deep
desire to get to know Him and have a special conversation with Him. In this
case Philip's name, a Greek name, gave them the courage to approach him and to
express their wish: "Sir, they told him we want Jesus' idea." Sir, we
want to see Jesus. Here's the plea they sent him. Prayer and desire of envy and
attention. And Philip, desiring the joy that he felt by following the Lord and
listening to His divine words, to be tempted by others, hastened to consult
about his beloved Andrew and then to lead the Greeks to Jesus . What issues our
ancestors discussed with the Lord at their meeting we do not discuss. What we
do know is that the Lord, when he saw the Greeks approaching, said those
honorable and wonderful words: "The time is coming, the Son of man is
glorified" (John 23). That is, the appointed time of God has come, that
the Son of man may be glorified. To be glorified by His Crucifixion and
Ascension and to be recognized as the Messiah and Redeemer by the Greeks, who
now represent the entire national world. Blessed and great that day. Yes! very
big. For if the coming of the nations to Christ and His teaching is a victory
and a triumph for Christ and His work, the coming of the Greeks in the
Christian faith has something far greater. These, the Greeks, gave the Lord not
only their own language, but also the most zealous missionaries to spread the
Christian preaching in the world.
As a very practical man,
we are presented with two other incidents, which were rescued by Evangelist
John.
One incident happened
outside in the wilderness. The teacher had gone there one morning with his
students for some rest. But the inhabitants of the neighboring towns, who were
chasing after Him as a thirsty deer, to hear His words and to enjoy His gifts,
when they realized the place where they were, hastened to Him. And the Lord,
satisfying their zeal and willingness, spent the day with them teaching and
healing the sick they had brought. It was almost night, and no one was ready to
get up and leave. But that world needed something to eat. He was fasting all
day. That is why the Lord in this case called Philip along with him, who was
distinguished for his practical mind and asked him:
"Where do we buy
bread for fiber?" From where, Philippe, will we buy breads to eat all
these people? "
To this question of the
Lord, as the Evangelist tells us, Philip replied: "Two hundred dinars are
not enough for each one of them a short fiber." Breads worth two hundred
dinars do not reach them, not to satiate, but to take each of a small piece. Of
course the Lord asked this question to Philip, not because He did not know what
to do. The Miracle had decided it in His heart. The question was simply asked
to show to him, as well as to other students, and to all generations of people,
that even the weakest things in human eyes can be made possible if people in
such cases embrace with their hearts the almighty factor, called living faith
in Christ. With faith, the weakest become strong. If we let people develop
faith in our heart equal to the mustard seed, we can even move mountains with
it.
Maybe someone will ask.
Was Philip, with his practical mind, completely convinced of the power of this
factor, called faith, in the miracle of satiating that crowd in the way we all
know? Unfortunately, not absolutely and immediately. This is confirmed by the
second episode. And in that, the same practical mind reappeared again.
It was the night of the
Last Supper. For the last time before the Passion, the Lord is dining with His
disciples. Everybody sits around the Easter table. Through His discourses and
His teachings, the Lord seeks to prepare His disciples for what they were about
to follow. The whole atmosphere takes on the character of a farewell ceremony.
A ceremony in which the Lord reveals to his disciples heavenly truths. He tells
them that before dawn a disciple will betray Him, the others will abandon Him,
and this Peter, who has promised His love to death, will deny Him.
But the Lord would never
forsake them. "I will not leave you, he said, orphans. So don't worry. You
will experience deep sorrow with my flight near you, but soon your sorrow will
turn into joy. I'm leaving for my Father. I'm going home. I'm going to make a
place there for you too. The place I'm going to now, you know it too. You even
know the road that leads there. "
At this point Thomas
interrupts him to say to him, "Sir, do we not know where you are going and
how is it possible to know the way?" At this moment Philip, who was
watching the whole discussion, was in a hurry to stop saying? "Lord, show
half the Father and suffice half" (John 9). Sir, you said you were going
to your Father. Show us with a revelation your Father and His glory, so that we
may see Him as Moses and Isaiah have seen him before, and that is enough for
us. We don't want more. Philip's practical mind wanted that.
But deep gratitude must be
felt by the zealous Apostle, for in its simplicity it has given the Lord the
opportunity to proclaim in His face, "Have I ever been with you, and never
knew me, Philip? The baby, me, praised the Father, and how do you say, show me
the Father? " (John 9 '). How long have I been with you, Philippe, and
haven't you met me yet? Did you not know that I am the Son of God, God like the
Father? He who saw me and properly appreciated the truth of my teaching and the
sanctity of my life and my miraculous action, saw the Father also. And how do
you say: Show us the Father?
Here are the weaknesses of
the practical spirit. Unfortunately, people who think this way usually require
material proof and seek to satisfy their senses on all matters. But ignoring
the spiritual factor always leads to incorrect conclusions.
The Lord's above words to
Philip are of course a fine check on the jealous student. But they include
dogmatic teaching, of the utmost importance. Three years near the Lord, and
after what he saw and heard he was not allowed to ask such questions. But let
us also accept this as a concession from God, to give the Lord the opportunity
to reveal these truths, which, though fought by many heretics, remain the
cornerstone of today and in all ages, the undisputed foundation of our
Orthodoxy. Christ is the second person of the Holy Trinity and identical with
the Father. For our salvation he left the glory of heaven and went down to
earth as a human being and became "in our curse" to redeem us from
the curse of sin and raise us to heaven.
With the Holy Spirit's
graduation on Pentecost, all of these students' weaknesses were naturally
overcome. Along with the other Apostles and Philip, he began to carry the
message of salvation where God's love called him. With faith and enthusiasm and
a burning heart, this pious workman of the new faith, always accompanied by his
friend Bartholomew and his sister Mariam, went on and preached the Gospel of
Christ in various cities of Lydia, Mysia, and Paris. Lydia and Mystery.
Provinces of Asia Minor. Lydia was located to the southwest. and Mysia in the
north of Asia Minor. Parthia was a mountainous country to the southeast of the
Caspian Sea. The inhabitants of Parthia.
Despite the overwhelming
difficulties they encountered wherever they went and the obstacles the devil
interfered with in their work, yet the Apostles prevailed in the end and the
work of the Lord progressed day by day. Many of the miracles that the Lord
bestowed upon them contributed greatly to their effort. Wonders for the
treatment of various diseases, but also for the resurrection of the dead. One
such miracle is this:
The Apostle was
accompanying him to the Hierapolis of Phrygia. There the half-devil, seeing
himself defeated, started some to apprehend the Apostle and torture him. He was
first taken to the courthouse. There, the governor Aristarchus, literally, saw
him. You think, he tells him, how can you scare me with your magic acts?
And for no reason he
grabbed him by the hair and began to drag him here and there and torment him.
The apostle was not detained in this act of the impious prince. In order to
imprison him, but also to give a lesson to others who watched his torture, he
shouted loudly and said:
- Sir, I know your
compassion. Not to satisfy the injustice that is done to me, but to crush this
cruel prince for what he does to me, but let others also know Your power and
see that you are not only love but also a punishment of bad, give this
paralyzing hand the beating on the head that you have pondered.
As soon as his speech was
finished, Uncle Apostle performed the miracle. Severe punishment beat the
ungrateful and unjust ruler. The hand is dry. And yet his one eye was blinded,
and his ears were deaf. At this sight the attendants trembled and with a
shattering of soul began to beg the Apostle to make him a virgin and to restore
him well. At their request, the impersonal student emphasized:
- The Lord can do good, as
long as you believe in the true God and Jesus Christ who sent and fell for us.
A funeral procession,
passing by at that time, suddenly stopped. Some of them, who accompanied the
deceased and happened to be friends and lovers of the lord, turned to the
Apostle for revenge and said ironically:
- If your God can
resurrect this dead, whom we take to bury, then we and the Aristarchus, our
Lord, will believe in Him.
Shocked by their proposal,
the Apostle raised his eyes to heaven and, bending his knees, secretly returned
a wholehearted prayer. Then, turning to the dead man in the coffin, he called
him by his name and said to him:
- Theophilus, the Almighty
God commands you to get up and say whatever you want.
Blessed be God! The
miracle happened in the moment. The dead man rose from the coffin, jumped down,
and, kneeling before the Apostle, told him with a deep sigh of relief.
Thank you, good man. Thank
you, God sake for the salvation you gave me. Some blacks and villains dragged
me out of my hands to throw me into Hell. Your intervention spared me. I would
leave this world a sinner, without knowing the truth. And the truth is one. The
Jesus Christ you preach is the true God. I also believe in Christ with all my
soul.
The miracle shook the
crowds. The call of the dead by his name and his resurrection moved those who
were there, who without hesitation believed in Christ and exclaimed:
- Man, we believe that the
God you preach is the true God. Now help us to save and forgive the lord.
Then, the Apostle, after
breaking the noise with his hand, commanded one of the lords who accompanied
the dead to bend the cross on Aristarchus and ask for the help of the Holy
Trinity. The lord did what the Apostle told him, and the healing followed.
Aristarchus was immediately well done. The result is moving. Many requested and
were baptized at the same time. First the father of the resurrected dead,
called Prefict, and he was also one of the lords of the city. After his
baptism, the reborn man gave the Apostle the twelve golden gods he had in his
house, along with his other possessions, to distribute them to the poor and use
them, as he thought best.
How much man changes when
he lets his heart free from the light and grace of Christ! It is for these
cases that the psalmist's word: "This distortion of the right hand of the
Most High" is perfectly applied. (Psalm 11). Yes! This alteration and
change that takes place in the heart of man is the work of God's power.
For many years this
blessed group continued its restoration and salvation work in the various
cities of the provinces we mentioned. The results are truly wonderful. Where
"sin was overrun by grace" (Rom. 20). Where sin grew, much more
abundant was given; grace. Where sin had almost killed its victims, a new world
is being born. The world of kindness and love. The world the beautiful, the
angelically created. The world of virtue. The formerly
Christian Asia Minor.
But it was time for Uncle
Apostle to validate what he had taught with the sacrifice of his life. It is
time to testify. There at Phrygia's Hierapolis one day, he was arrested by some
fanatical pagans and, after being severely tortured, led him to the lords. A
pseudonym resulted in the Apostle's decision to be killed. The executioners,
who were waiting, grabbed Philip, tied him to the ankles, and hung him on a
tree with his head down. Then they took Bartholomew, and after they tortured
him, they hanged him. He was crucified by Apostle Philip. Mariam's sister, in
pain, is watching her brother's and the other Apostle's martyrdom, and prays
that God will give them strength and patience. An earthquake at that time
showed God's love for the workers of the Gospel. The successive vibrations
throughout the country have crushed the crowds who have run to tears to
apologize to the Apostles. The Lord at the call of his workers stopped the
earthquake and with a miraculous vision gave them yet another proof of the
divine power. A staircase appeared there to unite the earth with Heaven. The
crowds ran and lowered Bartholomew from where he was hanged. When they wanted
to get Philip down from the Cross, he refused, but he continued to teach the
crowds that were around and urged them to repent and be baptized. Teaching he
let his holy soul fly to heaven, to the land of eternity. The Apostle
Bartholomew and Mariam took the honorable relic and buried it with those who
believed and were baptized, with respect and reverence by tearing it with their
tears of love. The sepulcher of the Apostle for many years adorned the sacred
temple that had been built in Hierapolis in honor of the Saint. His holy kara
was honored by various emperors, such as Theodosius, Heraklion and others with
their royal seals.
After the fall of the King
of the cities by the Latin in 1204, the septic relic was transferred to Cyprus
and for many years was kept in the village of Arsos, this village is also
officially called Arsinoe of Paphos, in the sacred temple built there in honor
of the Apostle. Later some of the relics for blessing were distributed in
various places. The case with the sacred cart before 1788 for greater safety
was moved to the Holy Monastery of Stavros in Omodos. He
is kept there until today.
n years past, when Cyprus,
among so many others, was spreading an epidemic of locusts, our ancestors
carried the sheath to St. Mesauria and sanctified it, and sprinkled the seeds
and trees to rid them of this true tree. .
Many miracles are being
done in our day to all those who turn to the Lord with deep faith and earnestly
seek the intercession of the apostle.
Because the sooner each of
us rushes to accept this salvation and come to Christ and believe in God and
his Savior, the sooner there is a hope of getting out of the labyrinth in which
we are locked in ourselves. To go out, to see the light of life again, to enjoy
the joy and to be freed from the stress it brings us, but also to the fear of
total self-destruction.
The grace of the Triune
God, through the embassies of the saintly glorified Apostle Philip, whose
sheath of relics has now sanctified the blessed island of Cyprus, to grant our
Cyprus the fastest freedom we desire. Yes! the freedom. And with her to our
missing ones returning to their families, to our refugees the joy of returning
to their homes and their villages and to our religious people rich in His gifts
and blessings. Amen.
Absolutely. Sound c.
Divine faith.
Divine Elamite, of the
Apocalypse, admitted, fire in sight, worldwide as a rising star, and ignorant
of the grisly dialect, the Divine Glory Apostle Philippe. Everyone has been
faithful, Christ God I am bound, I have been given the greatest mercy.
It's close. Sound d. As
the beginning of nature.
Your disciple and friend,
and imitator of your passion, the God whom God has called you, the priest
Philip. To this you begged, by your enemies, your Church, by the Virgin Mary,
consecrated Polyeleus.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου