Λουκᾶ
7, 1-10
1 Ἔπει δὲ ἐπλήρωσε
πάντα τὰ ρήματα
αὐτοῦ εἰς τὰς ἀκοὰς τοῦ
λαοῦ, εἰσῆλθεν εἰς Καπερναούμ.
2 Ἑκατοντάρχου δέ
τινος δοῦλος κακῶς ἔχων ἤμελλε τελευτᾶν,
ὃς ἦν αὐτῷ ἔντιμος.
3 Ἀκούσας δὲ περὶ τοῦ
Ἰησοῦ ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν πρεσβυτέρους τῶν
Ἰουδαίων ἐρωτῶν αὐτὸν
ὅπως ἐλθὼν διασώσῃ
τὸν δοῦλον αὐτοῦ.
4 Οἱ δὲ παραγενόμενοι
πρὸς τὸν
Ἰησοῦν παρεκάλουν αὐτὸν σπουδαίως, λέγοντες ὅτι
ἄξιός ἐστιν ᾧ
παρέξει τοῦτο.
5 Ἀγαπᾷ γὰρ τὸ ἔθνος ἡμῶν,
καὶ τὴν συναγωγὴν
αὐτὸς ᾠκοδόμησεν ἡμῖν.
6 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπορεύετο
σὺν αὐτοῖς. Ἤδη δὲ
αὐτοῦ οὐ μακρὰν
ἀπέχοντος ἀπὸ τῆς οἰκίας
ἔπεμψε πρὸς αὐτὸν
ὁ ἑκατόνταρχος φίλους λέγων αὐτῷ·
Κύριε, μὴ σκύλλου· οὐ γάρ
εἰμι ἱκανὸς ἵνα
ὑπὸ τὴν στέγην μου εἰσέλθῃς·
7 διὸ οὐδὲ ἐμαυτὸν ἠξίωσα πρός σε
ἐλθεῖν· ἀλλ᾿ εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ
παῖς μου.
8 Καὶ γὰρ
ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι
ὑπὸ ἐξουσίαν τασσόμενος, ἔχων
ὑπ᾿ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ,
πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ
ἔρχεται, καὶ τῷ
δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο,
καὶ ποιεῖ.
9 Ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ
Ἰησοῦς ἐθαύμασεν αὐτόν, καὶ στραφεὶς
τῷ ἀκολουθοῦντι αὐτῷ ὄχλῳ εἶπε· λέγω ὑμῖν,
οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον.
10 Καὶ
ὑποστρέψαντες οἱ πεμφθέντες εἰς τὸν οἶκον εὗρον τὸν ἀσθενοῦντα
δοῦλον ὑγιαίνοντα.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Λουκά
7, 1-10
1 Όταν
τελείωσε απευθύνων όλα τα
λόγια
του στο λαό,
μπήκε στην Καπερναούμ.
2 Ένας
εκατόνταρχος εκεί είχε
δούλο, τον οποίο εκτιμούσε
πολύ· ο δούλος αυτός
ήτο ασθενής και
κινδύνευε να πεθάνει.
3 Όταν
άκουσε για τον
Ιησού, του έστειλε
μερικούς πρεσβυτέρους από τους
Ιουδαίους και τον
παρακαλούσε να έλθει
και να σώσει
τον δούλο του.
4 Αυτοί
δε όταν ήλθαν
στον Ιησού, τον
παρακαλούσαν θερμά και
του έλεγαν, «Του αξίζει
να του το
κάμεις,
5 διότι
αγαπά το έθνος μας, και την
συναγωγή μας αυτός
την έκτισε».
6 Ο
Ιησούς λοιπόν πήγε μαζί
τους· και όταν
δεν απείχε πολύ
από το σπίτι, έστειλε ο
εκατόνταρχος φίλους να
του πουν, «Κύριε, μην ενοχλείσαι, διότι
δεν είμαι άξιος
να μπεις κάτω
από την στέγη μου.
7 Δια
τούτο δεν θεώρησα
ούτε τον εαυτό
μου άξιο να έλθω σ’ εσένα. Αλλά διέταξε
με ένα μόνο λόγο
και ο δούλός
μου θα θεραπευθεί.
8 Διότι
και εγώ είμαι
άνθρωπος υποτασσόμενος εις
εξουσίαν άλλων και έχω
υπό τις διαταγές
μου στρατιώτες και
λέγω σ’ αὐτόν, «Πήγαινε»
και πηγαίνει, και σε
άλλον, «Κάνε τούτο»
και το κάνει».
9 Όταν
ο Ιησούς άκουσε
αυτά, τον θαύμασε και
αφού εστράφη προς
τον κόσμο που τον
ακολουθούσε, είπε, «Σας
λέγω, ότι ούτε
στον Ισραήλ δεν βρήκα
τόσο μεγάλη πίστι».
10 Και
όταν γύρισαν στο
σπίτι οι απεσταλμένοι, βρήκαν
τον ασθενή δούλο να
υγιαίνει.
Πράξ. 2, 14-21
14 Σταθεὶς
δὲ Πέτρος σὺν τοῖς
ἕνδεκα ἐπῆρε τὴν φωνὴν
αὐτοῦ καὶ
ἀπεφθέγξατο αὐτοῖς· ἄνδρες
Ἰουδαῖοι καὶ οἱ
κατοικοῦντες Ἱερουσαλὴμ ἅπαντες, τοῦτο
ὑμῖν γνωστὸν
ἔστω καὶ ἐνωτίσασθε τὰ ρήματά μου.
15 Οὐ γάρ,
ὡς ὑμεῖς ὑπολαμβάνετε, οὗτοι
μεθύουσιν· ἔστι γὰρ ὥρα τρίτη
τῆς ἡμέρας·
16 ἀλλὰ τοῦτό
ἐστι τὸ εἰρημένον διὰ
τοῦ προφήτου Ἰωήλ·
17 καὶ
ἔσται ἐν ταῖς
ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει
ὁ Θεός, ἐκχεῶ
ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου
ἐπὶ πᾶσαν σάρκα,
καὶ προφητεύσουσιν οἱ
υἱοὶ ὑμῶν καὶ
αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ
οἱ νεανίσκοι ὑμῶν
ὁράσεις ὄψονται καὶ
οἱ πρεσβύτεροι ὑμῶν
ἐνύπνια ἐνυπνιασθήσονται·
18 καί
γε ἐπὶ τοὺς δούλους
μου καὶ
ἐπὶ τὰς δούλας μου ἐν
ταῖς ἡμέραις
ἐκείναις ἐκχεῶ ἀπὸ
τοῦ πνεύματός μου, καὶ προφητεύσουσι.
19 Καὶ
δώσω τέρατα ἐν τῷ οὐρανῷ
ἄνω καὶ σημεῖα ἐπὶ
τῆς γῆς κάτω, αἷμα καὶ
πῦρ καὶ ἀτμίδα
καπνοῦ·
20 ὁ ἥλιος
μεταστραφήσεται εἰς σκότος
καὶ ἡ
σελήνη εἰς αἷμα πρὶν
ἢ ἐλθεῖν τὴν
ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην
καὶ ἐπιφανῆ.
21 Καὶ ἔσται πᾶς ὃς
ἂν ἐπικαλέσηται τὸ
ὄνομα Κυρίου σωθήσεται.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Πράξ. 2, 14-21
14 Τότε σηκώθηκε
ο Πέτρος μαζί
με τους ένδεκα,
ύψωσε τη φωνή
του και τους είπε,
«Άνδρες Ιουδαίοι και
όλοι σεις που κατοικείτε στην Ιερουσαλήμ, άς
γίνει τούτο γνωστόν σ’ εσάς
και ακούστε προσεκτικά
τα λόγια μου.
15 Οι
άνθρωποι αυτοί δεν
είναι μεθυσμένοι, καθώς νομίζετε,
διότι είναι η τρίτη
ώρα της ημέρας.
16 Αυτό
είναι εκείνο που
έχει λεχθεί δια
του προφήτου Ιωήλ,
17 Θα συμβεί τούτο κατά τις
έσχατες ημέρας, λέγει
ο Θεός, θα
εκχύσω από το Πνεύμά
μου σε κάθε
άνθρωπο και θα
προφητεύσουν οι υιοί σας
και οι θυγατέρες
σας και οι
νέοι σας θα
ιδούν οράσεις και
οι γέροντές σας θα
ονειρευθούν όνειρα·
18 ακόμη και
στους δούλους μου
και στις δούλες
μου κατά τις ημέρες
εκείνες θα χύσω
από το Πνεύμά
μου,
και θα προφητεύσουν.
19 Θα δώσω τέρατα
στον ουρανό άνω
και σημεία
στην γη κάτω,
αίμα και
φωτιά και καπνώδη
ατμό.
20 Ο ήλιος θα
μεταβληθεί σε σκοτάδι
και η σελήνη
σε αίμα πριν
έλθει η Ημέρα του Κυρίου,
η μεγάλη και
ένδοξη.
21 Και τότε ο
καθένας που επικαλείται
το όνομα του
Κυρίου θα σωθεί.
Luke 7: 1-10
1 When he had finished
speaking all his words to the people, he entered Capernaum.
2 A centurion there had a
slave whom he valued highly; that slave was a patient and was in danger of
dying.
3 And when he heard of
Jesus, he sent unto him certain of the elders of the Jews, and besought him
that he would come and save his servant.
4 And when they came to
Jesus, they warmly requested him, saying, "It is worth doing him;
5 For he loves our nation,
and he built our synagogue. "
6 So Jesus went with them;
and when he was not far from the house, he sent out the centurion's friends to
say, "Lord, do not disturb, for I am not worthy to be put under my roof.
7 For this reason I did
not even consider myself worthy to come to you. But he ordered for one reason
only and my slave will be healed.
8 For I also am a man
subject unto the authority of others, and under my command I have soldiers,
saying unto him, Go, and go, and to another, Do this, and do it.
9 When Jesus heard this,
he marveled at him, and when he turned to the world that followed him, he said,
"I say unto you, I have not found so great a faith in Israel."
10 And when the messengers
returned home, they found the sick servant healthy.
Act. 2, 14–21
14 Then Peter rose up with
the eleven, and lifted up his voice, and said unto them, Men of Judaea, and all
that dwell in Jerusalem, let it be known unto you, and hear my words.
15 These people are not
drunk as you think, because it is the third hour of the day.
16 This is what was spoken
by the prophet Joel,
17 This shall happen in
the latter days, saith God, I will pour out my spirit upon every man, and your
sons and your daughters shall prophesy, and your young ones shall see visions,
and your old men shall dream dreams;
18 Even to my servants and
my servants in those days shall I pour out my Spirit, and shall prophesy.
19 I will give monsters in
the sky above, and spots on the earth beneath, blood and fire and smoke.
20 The sun shall be turned
into darkness, and the moon into blood before the day of the Lord, the great
and the glorious.
21 And then everyone who
calls on the name of the Lord will be saved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου