Λουκᾶ 6, 37-45
37 Καὶ μὴ κρίνετε,
καὶ οὐ μὴ
κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε,
καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε· ἀπολύετε,
καὶ ἀπολυθήσεσθε·
38 δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν·
μέτρον καλόν,
πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν
εἰς τὸν
κόλπον ὑμῶν· τῷ
γὰρ αὐτῷ μέτρῳ ᾧ
μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν.
39 Εἶπε δὲ παραβολὴν
αὐτοῖς·
μήτι δύναται τυφλὸς
τυφλὸν ὁδηγεῖν;
Οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται;
40 Οὐκ ἔστι μαθητὴς
ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον
αὐτοῦ· κατηρτισμένος δὲ πᾶς
ἔσται ὡς ὁ
διδάσκαλος αὐτοῦ.
41 Τί
δὲ βλέπεις τὸ κάρφος
τὸ
ἐν τῷ
ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου,
τὴν δὲ δοκὸν
τὴν ἐν τῷ ἰδίῳ
ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς;
42 Ἢ πῶς δύνασαι
λέγειν τῷ ἀδελφῷ σου, ἀδελφέ, ἄφες
ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ
ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν
τῷ ὀφθαλμῷ σου
δοκὸν οὐ βλέπων; Ὑποκριτά,
ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ
ὀφθαλμοῦ σου, καὶ
τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος τὸ
ἐν τῷ ὀφθαλμῷ
τοῦ ἀδελφοῦ σου.
43 Οὐ
γάρ ἐστι δένδρον
καλὸν ποιοῦν καρπὸν σαπρόν, οὐδὲ
δένδρον σαπρὸν ποιοῦν
καρπὸν καλόν·
44 ἕκαστον γὰρ δένδρον ἐκ
τοῦ ἰδίου
καρποῦ γινώσκεται. Οὐ γὰρ
ἐξ ἀκανθῶν συλλέγουσι
σῦκα, οὐδὲ ἐκ βάτου τρυγῶσι σταφυλήν.
45 Ὁ
ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ
τοῦ ἀγαθοῦ
θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει
τὸ ἀγαθόν,
καὶ ὁ
πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ
πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ
προφέρει τὸ πονηρόν· ἐκ γὰρ
τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας
λαλεῖ τὸ
στόμα αὐτοῦ.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Λουκά
6, 37-45
37 «Μη
κρίνετε και
δεν θα κριθήτε·
μη καταδικάζετε
και δεν θα καταδικασθήτε· συγχωρείτε
και θα συγχωρηθήτε·
38 δίνετε
και θα δώσουν και
σ’ εσάς· μέτρο άρτιο,
συμπιεσμένο, γεμάτο, που θα ξεχύνεται
θα δώσουν στην αγκαλιά σας. Διότι το
μέτρο με το
οποίο δίνετε
θα σας ανταποδοθεί».
39 Τους είπε και
παραβολή: «Μήπως
μπορεί ένας τυφλός
να οδηγεί άλλον τυφλό;
Δεν θα πέσουν και
οι δυο σε
λάκκο;
40 Δεν
υπάρχει μαθητής ανώτερος από τον δάσκαλό του·
εκείνος που έχει καταρτισθεί
θα είναι όπως ο δάσκαλός του.
41 Γιατί
βλέπεις την αγκίδα που
είναι στο μάτι
του αδελφού σου,
και δεν αντιλαμβάνεσαι το δοκάρι που
είναι στο δικό σου μάτι;
42 Πως
μπορείς να λες στον αδελφό
σου, «Αδελφέ,
άφησέ με να
βγάλω την αγκίδα που
είναι στο μάτι σου», ενώ
εσύ δεν βλέπεις το δοκάρι
που είναι στο δικό σου μάτι; Υποκριτά,
βγάλε πρώτα το δοκάρι
από το μάτι σου και τότε θα
ιδής καθαρά για να βγάλεις την αγκίδα
από
το μάτι του
αδελφού σου.
43 Κανένα
δένδρο καλό δεν παράγε
ι καρπό σάπιο, ούτε δένδρο σάπιο παράγει καρπό
καλό·
44 κάθε
δένδρο γνωρίζεται από
τον δικό του καρπό·
δεν μαζεύουν σύκα από αγκάθια, ούτε τρυγούν
σταφύλια από βατσινιά.
45 Ο καλός
άνθρωπος παράγει καλό
από το καλό
που έχει μέσα του,
και ο κακός
άνθρωπος από το
κακό που έχει μέσα του
παράγει το κακό· διότι το στόμα του ανθρώπου
εκφέρει εκείνο από
το οποίον είναι γεμάτη
η καρδιά του».
Πράξ.
9, 10-18
10 Ἦν δέ τις μαθητὴς
ἐν Δαμασκῷ
ὀνόματι Ἀνανίας, καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ
Κύριος ἐν ὁράματι· Ἀνανία.
ὁ δὲ εἶπεν· ἰδοὺ ἐγώ,
Κύριε·
11 ὁ
δὲ Κύριος πρὸς αὐτόν·
ἀναστὰς πορεύθητι
ἐπὶ τὴν ρύμην
τὴν καλουμένην
εὐθεῖαν καὶ ζήτησον ἐν οἰκίᾳ Ἰούδα Σαῦλον ὀνόματι
Ταρσέα· ἰδοὺ
γὰρ προσεύχεται,
12 καὶ
εἶδεν ἐν ὁράματι
ἄνδρα ὀνόματι Ἀνανίαν
εἰσελθόντα καὶ ἐπιθέντα
αὐτῷ χεῖρα,
ὅπως ἀναβλέψῃ.
13 Ἀπεκρίθη δὲ
Ἀνανίας· Κύριε, ἀκήκοα
ἀπὸ πολλῶν περὶ τοῦ ἀνδρὸς τούτου, ὅσα κακὰ
ἐποίησε τοῖς ἁγίοις
σου ἐν Ἱερουσαλήμ·
14 καὶ ὧδε
ἔχει ἐξουσίαν παρὰ τῶν ἀρχιερέων
δῆσαι πάντας τοὺς
ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομά σου.
15 Εἶπε
δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ
Κύριος· πορεύου,
ὅτι σκεῦος
ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος τοῦ
βαστάσαι τὸ ὄνομά μου
ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε Ἰσραήλ·
16 ἐγὼ γὰρ ὑποδείξω αὐτῷ
ὅσα δεῖ αὐτὸν ὑπὲρ
τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν.
17 Ἀπῆλθε δὲ
Ἀνανίας καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν, καὶ ἐπιθεὶς
ἐπ᾿αὐτὸν τὰς χεῖρας εἶπε· Σαοὺλ ἀδελφέ,
ὁ Κύριος ἀπέσταλκέ με, Ἰησοῦς ὁ
ὀφθείς σοι ἐν τῇ
ὁδῷ ᾗ ἤρχου,
ὅπως ἀναβλέψῃς καὶ πλησθῇς
Πνεύματος Ἁγίου.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Πράξ. 9, 10-18
10 Στην
Δαμασκό υπήρχε κάποιος
μαθητής, ονομαζόμενος Ανανίας,
και είπε σ’
αυτόν ο Κύριος
σε
όραμα, «Ανανία», αυτός δε
είπε, «Ιδού εγώ, Κύριε».
11 Τότε
ο Κύριος
του είπε, «Σήκω
και πήγαινε
στην οδό
που ονομάζεται Ευθεία, στο σπίτι του Ιούδα, και ζήτησε
έναν ονομαζόμενον Σαύλο από
την Ταρσό·
12 διότι
αυτός τώρα προσεύχεται και
είδε σε όραμα άνδρα ονομαζόμενον Ανανία
να μπαίνει και
να βάζει το χέρι επάνω
του για
να αναβλέψει».
13 Και
ο Ανανίας απεκρίθη,
«Κύριε, έχω ακούσει από
πολλούς πόσο κακό έκανε
ο άνθρωπος αυτός στους πιστούς σου στην Ιερουσαλήμ.
14 Και
είναι εδώ
με εξουσία από
τους αρχιερείς να
συλλάβει όλους που επικαλούνται το όνομά
σου».
15 Αλλ’ ο Κύριος
του είπε, «Πήγαινε γιατί
αυτός είναι όργανο εκλογής μου,
για να φέρει
το όνομά μου ενώπιον
εθνών και βασιλέων και
των Ισραηλιτών.
16 Εγώ
ο ίδιος θα
του δείξω όσα πρέπει να
πάθει για το όνομά
μου».
17 Ο
Ανανίας έφυγε και
πήγε στο σπίτι και,
αφού έβαλε τα χέρια του σ’
αυτόν, είπε, «Σαούλ
αδελφέ, ο Κύριος,
ο Ιησούς που σου
εμφανίσθηκε στο
δρόμο από τον οποίο
ήλθες, με έστειλε
για να αναβλέψεις και
γεμίσεις από
Πνεύμα Άγιο».
Luke 6, 37-45
37 "Do not judge or
be judged; do not condemn or be condemned; forgive and be forgiven;
38 give and they will give
also unto you; Because the measure you take will pay you back. "
39 He also told them a
parable: "Can one blind man lead another blind? Will they not both fall
into a pit?
40 No disciple is superior
to his teacher; he who is trained will be like his teacher.
41 Why do you see the slit
that is in your brother's eye, and do you not perceive the rod that is in your
own eye?
42 How can you say to your
brother, 'Brother, let me take the slit that is in your eye', while you do not
see the beam that is in your own eye? Hypocritically, first pull the beam out
of your eye and then you will clearly see to get the slit out of your brother's
eye.
43 No good tree produces
rotten fruit, neither does a rotten tree produce good fruit;
44 Each tree is known by
its own fruit; they do not pick figs from thorns, nor do they harvest grapes
from raspberries.
45 A good man produces
good out of the good that is in him, and a bad man out of the evil that is in
him produces evil; for the mouth of a man uttereth out of which his heart is
full.
Act. 9, 10–18
10 In Damascus there was a
disciple named Ananias, and the Lord said to him in a vision,
"Ananias," and he did not say, "Here I am, Lord."
11 Then the Lord said to
him, "Get up and go to the street called Straight, in the house of Judah,
and ask for a man named Saul of Tarsus;
12 because he is now
praying and seeing a man named Ananias come in and put his hand on him to look
on. "
13 And Ananias answered,
"Lord, I have heard from many how evil this man did to your faithful men
in Jerusalem.
14 And he is here
empowered by the chief priests to arrest all that call upon thy name.
15 But the Lord said to
him, 'Go because he is my elect, to bring my name before the nations and kings
and the Israelites.
16 I myself will show him
what must be done for my name. "
17 Ananias went away and
went home, and having laid his hands on him, said, "Saul brother, Lord,
Jesus who appeared to you on the road from which you came, sent me to look and
be filled with the Holy Spirit ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου