Στην
ιστορική
διαδρομή των αιώνων πολλοί παρουσιάσθηκαν
ως πηγές γνώσεως
και αναμορφωτές της ανθρωπότητας.
Μερικοί
από αυτούς κάτι πρόσφεραν φυσικά.
Ψίχουλα βέβαια και αυτά ανακατεμένα
μ’ ένα σωρό από πλάνες
και ανακρίβειες.
Οι
άλλοι, οι περισσότεροι, πρόσφεραν μόνο το ψέμα
και την πλάνη και τις δεισιδαιμονίες,
που βύθιζαν σε πιο
βαθύ σκοτάδι τους ανθρώπους. Ύστερα από τον Κύριο αληθινοί διδάσκαλοι που αγωνίστηκαν
και μπόρεσαν να διαλύσουν την πλάνη
της ειδωλολατρίας
και
της ψευδοφιλοσοφίας και να
σκορπίσουν το φως της
αληθείας γύρω τους, υπήρξαν οι μαθητές του Χριστού,
οι Απόστολοι.
Αυτοί με τους κόπους
και την θυσία τους έγιναν
οι
θεμελιωτές του νέου πολιτισμού,
του
χριστιανικού.
Εκτός
από
τους δώδεκα Αποστόλους, οι
οποίοι επί τρία ολόκληρα χρόνια παρακολούθησαν τον Κύριο στις πόλεις και τα χωριά της Παλαιστίνης και
υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες του έργου, της διδασκαλίας και των
θαυμάτων Αυτού, στα ιερά
Ευαγγέλια γίνεται λόγος
και για εβδομήκοντα
άλλους Αποστόλους.
Τους διάλεξε
και αυτοὺς ο Κύριος από τα
πλήθη που παρακολουθούσαν το κήρυγμά του.
Γι’ αυτούς μας ομιλεί
ο Ευαγγελιστής Λουκάς και μας
λέγει:
«Μετά δε ταύτα ανέδειξεν
ο
Κύριος και ετέρους
εβδομήκοντα, και απέστειλεν αυτούς ανά δύο
προ προσώπου αυτού εις
πάσαν
πόλιν και τόπον, ου ήμελλεν
αυτός έρχεσθαι» (Λουκ.
γ’ 1). Και δεν περιορίζεται ο
ευαγγελιστής να μας αναφέρει
μονάχα
την ανάδειξή τους, αλλά προσθέτει πως αυτούς ο Κύριος τους
έστειλε δύο – δύο μαζί να προπορευθούν από
Αυτόν σε κάθε πόλη και τόπο, όπου
επρόκειτο
να πάει. Τους έστειλε
για
να προπαρασκευάσουν τρόπον τινα΄ το έδαφος.
Να προετοιμάσουν τις καρδιές να υποδεχθούν
και να ακούσουν
τον
Κύριο.
Και οι Απόστολοι
πήγαν και γύρισαν χαρούμενοι.
«Υπέστρεψαν δε οι εβδομήκοντα
μετά
χαράς λέγοντες. Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματί σου» (Λουκ. ι’ 17). Ευλογημένα τα αποτελέσματα της αποστολής. Κύριε, και
αυτά τα δαιμόνια, σαν αναφέρουμε
το
όνομά σου, φεύγουν και αφήνουν ελεύθερα τα θύματά
τους.
Στα λόγια των μαθητών ανάλογος είναι και
η απάντηση του Κυρίου. Παιδιά μου, τους είπε: «Πλην
εν τούτω μη χαίρετε,
ότι τα πνεύματα
υμίν υποτάσσεται χαίρετε δε, ότι τα ονόματα
υμών εγράφη εν τοις ουρανοίς» (Λουκ. α’ 21). Ωραία αυτά
που λέτε, απήντησε ο Κύριος.
Πλην, μη χαίρετε
για τούτο. Δηλαδή
μη χαίρετε ότι τα
πονηρά πνεύματα υποτάσσονται
σε σας. Να χαίρετε κυρίως και
να ευφραίνεσθε, γιατί τα ονόματά σας έχουν γραφεί
στον ουρανό, στη βασιλεία του Θεού.
Ένας από τους εβδομήκοντα αυτούς
Αποστόλους, για τους οποίους μιλήσαμε πιο πάνω, είναι κι ο Άγιος
Αριστόβουλος, αδελφός του Αποστόλου Βαρνάβα, που είναι ο
ιδρυτής και προστάτης
της Εκκλησίας της Κύπρου. Για τον
Απόστολο
αυτό θα αφιερώσουμε
τις ολίγες γραμμές, που ακολουθούν.
Και πρώτα – πρώτα το όνομά του. Ὀνομα Ελληνικό,
μας δείχνει πόσο ο Ελληνικός πολιτισμός του
νησιού της Κύπρου είχε επηρεάσει και αυτούς τους Ιουδαίους
που
είχαν εγκατασταθεί από
νωρίς στην Κύπρο. Αριστόβουλος σημαίνει αυτός που συμβουλεύει
τα χρήσιμα. Αυτός που συμβουλεύει τα άριστα.
Για
την παιδική και νεανική ηλικία του Αποστόλου δεν γνωρίζουμε δυστυχώς τίποτα. Το μόνο
που γνωρίζουμε γι’ αυτόν είναι,
πως από νωρίς υπήρξε ένας από τους
ακολούθους του μεγάλου Αποστόλου Παύλου. Κοντά στον φλογερό
αυτόν
εργάτη του Ευαγγελίου, που ως
σύνθημα της ζωής του
είχε τα λόγια του «ζω
δε
ουκέτι εγώ, ζει
δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β’ 20), μαθήτευσε αρκετό
καιρό ο ιερός Αριστόβουλος. Το σύνθημα
ζωής του θείου Παύλου,
που αναφέραμε, έγινε και δικό του
σύνθημα.
Οδηγημένος
από το προσκλητήριο διάγγελμα του Κυρίου
«όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν
απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού
και ακολουθείτω μοι» έσπευσε
με χαρά του να ακολουθήσει τον Απόστολο, για
ένα πράγμα μονάχα ενδιαφερόμενος και για
ένα πράγμα και μόνο φροντίζοντας: Πως να αρέσει στον Χριστό. «Παραδοθείς τη χάριτι
του
Θεού» (Πραξ. ιε’ 40), όπως λέγει
ο Λουκάς, δηλαδή, αφού εμπιστεύθηκε
τον
εαυτό του εξ ολοκλήρου
στην πρόνοια και προστασία
του Θεού, επέδειξε
από την πρώτη στιγμή ζήλο
φλογερό και σύνεση εξαιρετική, ώστε πολύ
δίκαια να μπορεί και αυτός να επαναλαμβάνει μαζί με τον
δάσκαλό του το σύνθημά του. Δεν ζω πια εγώ.
Μέσα μου
ζει μόνο ο Χριστός.
Πολλές
δυσχέρειες αντιμετώπισε ο Αριστόβουλος στις διάφορες περιοδείες του με τον
ακαταπόνητο αρχηγό του και
πολλούς κινδύνους. Απτόητος όμως
παρέμεινε παντού και πάντοτε,
ώστε ο θείος
Παύλος εκτιμώντας τα χαρίσματά
του, διδακτικά και διοικητικά,
αλλά και τον
γνήσιο ζήλο του, να
τον αναφέρει στην
προς Ρωμαίους επιστολή
του μεταξύ εκείνων
προς τους οικείους του
οποίου αποστέλλει ασπασμούς. Αργότερα μάλιστα
τον χειροτονεί επίσκοπο
και τον αποστέλλει
στις Βρετανικές νήσους
για το κήρυγμα του
Ευαγγελίου.
Μεγάλο το
φορτίο που του ανατέθηκε. Πολλές
οι ευθύνες και
πιο πολλές, απεριόριστες θα
μπορούσαμε να πούμε,
οι δυσκολίες και
οι κίνδυνοι. Οι κάτοικοι
των σημερινών βρετανικών νήσων την εποχή
εκείνη βρισκόντουσαν σε ημιάγρια
κατάσταση. Η όλη χώρα ήταν τόσο
βάρβαρη, ώστε και μετά πεντακόσια χρόνια, όταν ο πρώτος αρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας Αυγουστίνος
στάλθηκε εκεί από
την εκκλησία της Ρώμης για συνέχιση της ιεραποστολής,
φοβήθηκε τόσο, που διέκοψε
το ταξίδι του
στο μέσο και γύρισε
πίσω.
Σ’ αυτά, λοιπόν, τα νησιά
τα εξ ολοκλήρου
απολίτιστα στάλθηκε ο
Κύπριος Απόστολος να κηρύξει
και να ιδρύσει
την πρώτη
Εκκλησία. Κι ο
Αριστόβουλος πήγε.
Με όπλα του την
φλογερή πίστη και
την απόλυτο εμπιστοσύνη του
στον Θεό, σήκωσε τον
σταυρό του καθήκοντος και
έτρεξε να πειθαρχήσει
στην υψηλή αποστολή
που του ανατέθηκε.
Και με την
χάρη του Θεού σύντομα
τάχθηκε στην πρώτη
γραμμή των μεγάλων πρωταγωνιστών και
αναμορφωτών της σημερινής Μεγάλης Βρετανίας και
της οικουμένης γενικά.
Με οδηγό
την εμπειρία που
απέκτησε ακολουθώντας τον πολύ
τάλαντο αρχηγό του, τον
θείο Παύλο, και με
απόλυτη
πεποίθηση στα λόγια
του Κυρίου, «μη φοβηθήτε
από των αποκτεννόντων
το σώμα, την δε
ψυχή μη δυναμένων αποκτείναι»
(Ματθ. ι’ 28) ρίχτηκε με
όλη την φλόγα της ατρόμητης
καρδιάς του στο
έργο της αλιείας
και της σωτηρίας των ψυχών. Το
κήρυγμά του έχει
ως θέμα
την απέραντη αγάπη
του Θεού στον άνθρωπο.
Όσες φορές
έρχονται στην μνήμη
του τα λόγια
του Κυρίου προς τον
νυκτερινό επισκέπτη τον Νικόδημο,
«ούτω γαρ ηγάπησεν
ο Θεός
τον κόσμον, ώστε
τον υιόν αυτού
τον μονογενή έδωκεν, ίνα
πας ο πιστεύων
εις αυτόν μη
απόληται, αλλ' έχῃ ζωήν
αιώνιον» (Ιωάν. γ’
16), τα μάτια του γεμίζουν δάκρυα.
Μιλάει και κλαίει.
Ελάτε λέει στους πρώτους
ακροατές του, στον Χριστό,
για να βρείτε
κοντά του, όπως
βρήκα και εγώ, την
ειρήνη, την ευτυχία,
την χαρά. Με καχυποψία και ύβρεις
τον υποδέχονται οι
ημιάγριοι εκείνοι άνθρωποι. Ο Αριστόβουλος όμως
δεν τα χάνει.
Με την ψυχή
δυναμωμένη από την
εκτενή προσευχή συνεχίζει
με υπομονή και καρτερία την προσπάθειά του. Και το
αποτέλεσμα ενθαρρυντικό. «Ού δέ
επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ.
ε’ 20). Εκεί που πληθύνθηκε η αμαρτία,
αφθονώτερη δόθηκε η χάρη.
Το κήρυγμα
του Αποστόλου, που ήταν
κήρυγμα
«ουκ εν πειθοίς
ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, αλλ’
εν αποδείξει Πνεύματος
και δυνάμεως», (Α’ Κορ. β’
4), ἦταν κήρυγμα δηλαδή που γινότανε όχι
με πιθανά και συναρπαστικά
λόγια ανθρώπινης σοφίας,
αλλά ήταν κήρυγμα
που γινόταν με
αποδείξεις του Αγίου Πνεύματος, πειστικές για
τις ψυχές των
ακροατών, και με δύναμη
θεία, όπως φαινόταν
από τα μεγάλα θαύματα που το συνόδευαν, είχε
το θετικό και
ευχάριστο αποτέλεσμα.
Σιγά
– σιγά οι ψυχές μαλακώνουν
και τα πυργώματα
της αθεΐας και ειδωλολατρίας
γκρεμίζονται το
ένα μετά το άλλο.
Η αλήθεια παρά τους
διωγμούς που δοκιμάζει
ο ιερός εργάτης
του Ευαγγελίου διαδίδεται
σε αρκετά πρόσωπα.
Ο σπόρος
της ευσέβειας, ποτισμένος
με τα δάκρυα
της ευλαβούς και
κατανυκτικής προσευχής, φυτρώνει
στις καρδιές. Για χρόνια ο ιερός Αριστόβουλος
ανάμεσα σε μύριες δυσκολίες
και εξευτελισμούς συνεχίζει
με αυταπάρνηση και
παραδειγματικό ζήλο το
έργο της σποράς
του λόγου του
Θεού. Στο τέλος
η μεγαλεπήβολη προσπάθειά
του είχε πλούσια
την αμοιβή της. Όταν
απέθνῃσκε, άφησε πίσω του μία εκκλησία
ολιγάριθμη μεν, αλλά ζωντανή.
Η χριστιανική πίστη είχε
με τους υπεράνθρωπους κόπους του εγκαθιδρυθεί στις
ψυχές. Γι’ αυτόν τον
λόγο η Αγγλικανική
Εκκλησία μεταξύ των
αγίων του εορτολογίου της έχει συμπεριλάβει και
το τιμημένο όνομά
του. Τελεί την
μνήμη του για
να ευχαριστήσει και
να αποδώσει με τούτη την πράξη της
την ευγνωμοσύνη της
σ’ εκείνον, που
της πρόσφερε ένα
τόσο ζηλωτή και
φλογερό εργάτη. Ένα
πνευματικό εργάτη, που
με την βοήθειά του
σε μια εποχή τόσο δύσκολη
έθεσε στην χώρα της τα θεμέλια
του χριστιανικού πολιτισμού.
Κύπριος, λοιπόν,
ο πρώτος αναμορφωτής
της σημερινής γηραιάς
αυτοκρατορίας. Αυτό αναφέρει και
ο γνωστός Άγγλος
ιστορικός Σέρ Τζώρζ
Χίλλ στο έργο του «Ιστορία
της Κύπρου». Κύπριος εκήρυξε
τον χριστιανισμό, αλλά και Έλληνες
Μικρασιάτες, ιεραπόστολοι και
επίσκοποι, όπως ο Ποθεινός
και ο Ειρηναίος,
με κέντρο την σημερινή Γαλλία,
συνέχισαν κατά τους πρώτους
αιώνες του χριστιανισμού
την μετάδοση της
αλήθειας του Χριστού
στους βάρβαρους λαούς των
βρετανικών αυτών νήσων. Κύπριος
έσπειρε τον πρώτο
σπόρο και Έλληνες συνέχισαν να σπέρνουν και
να καλλιεργούν.
Μιὰἀπορία όμως
γεννάται στις ψυχές
όλων των σημερινών κατοίκων της μαρτυρικής
Κύπρου, αλλά και
των αδελφών τους της
μάνας Ελλάδας.
Οι σημερινοί
άρχοντες και ο λαός της πλούσιας αυτής
χώρας που λέγεται Ηνωμένο Βασίλειο γνωρίζουν
από την εκκλησιαστική
τους ιστορία την προσφορά αυτή
των Ελλήνων χριστιανών
ιεραποστόλων σ’ αυτούς; Και άν
την γνωρίζουν, στ’ αλήθεια
δεν θα ‘πρεπε και η συμπεριφορά τους προς
την Κύπρο
και την Ελλάδα
γενικά, που τους χάρισε
τέτοιους πνευματικούς
ηγέτες και αναμορφωτές, να είναι
διαφορετική;
Ευχή και
προσευχή μας είναι
αυτοί να μη δοκιμάσουν
ποτές την πικρία
που δοκίμασε ο μαρτυρικός
λαός μας
στον αιώνα που
βαδίζουμε από την αχάριστη συμπεριφορά τους
προς τη νήσο
μας και την μάνα
μας Ελλάδα, την μητέρα
του ελληνο-χριστιανικού
πολιτισμού.
Όμως ο
λόγος του Κυρίου,
που έχει αιώνιο
κύρος και ισχύ,
πρέπει πολύ να μας
συνέχει: «Ο
αδικών κομιείται ό ηδίκησε».
Άγιε απόστολε Αριστόβουλε, κι εσύ
ευλογημένε αδελφέ του,
ένδοξε απόστολε Βαρνάβα, πρεσβεύσατε
υπέρ ημών
των αμαρτωλών. Δεήθητε του Κυρίου
να χαρίσει στην πατρίδα μας Κύπρο
την ελευθερία και
στον μαρτυρικό λαό μας την
λύτρωση από τα
δεινά. Στην μάνα Ελλάδα
δε, τον φωτισμό, για
να συνεχίσει απερίσπαστη
στους αιώνες τον ανάντη δρόμο της
υψηλής αποστολής της
και να μένει παντού και πάντοτε
για
όλους φως Χριστού
και φως του κόσμου. Αμήν.
Απολυτίκιον. Ήχος
πλ. α’. Τον συνάναρχον
Λόγον.
Την κιθάραν του
Πνεύματος την εξάχορδον,
την μελῳδήσασαν κόσμῳ
τας υπέρ νούν
δωρεάς, ως εκφάντορας
Χριστού ανευφημήσωμεν, Στάχυν
Αμπλίαν Απελλήν συν
Ναρκίσσῳ Ουρβανόν, και
Αριστόβουλον άμα· ως γαρ Απόστολοι θείοι,
χάριν αιτούνται ταις
ψυχαίς ημών.
Κοντάκιον.
Ήχος πλ. δ’. Ως
απαρχάς της φύσεως.
Ως ιερά κειμήλια,
του Παναγίου Πνεύματος,
και του Ηλίου
της δόξης αυγάσματα, χρεωστικώς
υμνήσωμεν, τους σοφούς Αποστόλους,
Απελλήν Ουρβανόν τε
και Αριστόβουλον, Αμπλίαν
Νάρκισσον και Στάχυν, ούς
η χάρις συνήγαγε
του Θεού ημών.
Μεγαλυνάριον.
Δήμος Αποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Αμπλίας,
Αριστόβουλος Ουρβανός, Απελλής
και Στάχυς, ανέτειλαν ως άστρα· δεύτε
ούν και θαλφθώμεν,
τούτων τη χάριτι.
Saint Aristobulus the
Apostle
In the course of the
centuries, many have emerged as sources of knowledge and reformers of humanity.
Some of them offered something of course. The crumbs, of course, are mixed with
a bunch of delusions and inaccuracies. The others, most of them, offered only
lies and delusions and superstitions, which plunged people deeper into
darkness. After the Lord true teachers who fought and were able to dispel the
fallacy of idolatry and pseudo-philosophy and scatter the light of truth around
them, there were the disciples of Christ, the Apostles. These with their labors
and sacrifice became the founders of the new culture, the Christian.
In addition to the twelve
Apostles, who have attended the Lord for three whole years in the cities and
villages of Palestine and have been eyewitnesses of His work, teaching, and
miracles, there are seventy other Apostles mentioned in the holy Gospels. They
too were chosen by the Lord from the crowds attending his sermon. Luke the
Evangelist speaks of them, and says to us, "Then the Lord and other
seventy came forth, and sent them out two and two before his face into every
city and place, that he should come" (Luke 1: 1). And it's not just that
the evangelist only mentions their appearance, but he adds that they have been
sent by the Lord two to two together to lead Him to every city and place He was
going to go. He sent them to prepare the way for the earth. To prepare the
hearts to receive and hear the Lord.
And the Apostles went and
returned with joy. "And the seventy returned happily. Lord, even the
demons are subdued in your name ”(Luke 17). Blessed the results of the mission.
Sir, and these demons, as you mention your name, leave and leave their victims
free. The Lord's answer is similar in the words of the disciples. My children
said to them, "Nevertheless do not rejoice, that your spirits are subject,
and rejoice, that your names are written in heaven" (Luke 1:21). What you
are saying is good, the Lord answered. Except, don't be happy about it. That
is, do not rejoice that the wicked spirits are subject to you. Rejoice and be
glad, because your names are written in heaven, in the kingdom of God.
One of these seventy
Apostles, mentioned above, is Saint Aristobulus, the brother of the Apostle
Barnabas, who is the founder and patron of the Church of Cyprus. For this
Apostle we will dedicate the few lines that follow.
And first - first his
name. Name Hellenic, shows us how the Greek culture of the island of Cyprus had
also affected these Jews who had settled in Cyprus early. Aristobulus means one
who advises the useful. The one who advises the best.
Unfortunately, we do not
know anything about the childhood and youth of the Apostle. All we know about
him is that he was one of the followers of the great Apostle Paul from an early
age. Close to this fiery workman of the Gospel, whose motto of his life was the
words "I live not in me, but in me Christ liveth" (Gal. 2:20), for a
long time Aristobulus taught. The slogan of Uncle Paul's life, which we
mentioned, became his own slogan.
Guided by the Lord's
invitational profession "Whoever wants to follow me, I refuse myself and
untie his cross and follow others" was in a hurry to follow the Apostle,
for one thing only interested and for one thing only to care: How to Christ. "Deliver
yourself to the grace of God" (Acts 40), as Lucas says, that is, having
completely trusted in the providence and protection of God, he has shown from
the first moment a zealous fiery and prudent exaltation, so very righteous. so
that he can repeat his slogan with his teacher. I don't live anymore. Only
Christ lives in me.
Aristovoulos encountered
many difficulties in his various tours with his tireless leader and many
dangers. But it remained unanswered everywhere, so that Uncle Paul,
appreciating his charms, both teaching and administrative, but also his genuine
zeal, referred to him in his letter to the Romans among those to whom he sends
his congratulations. He later even bishops him and sends him to the British
Isles to preach the Gospel.
Great load assigned to
him. Many responsibilities and many more, unlimited we could say, the
difficulties and dangers. The inhabitants of today's British Isles at that time
were in a semi-urban state. The whole country was so barbaric that, five
hundred years later, when the first Archbishop of Canterbury Augustus was sent
there by the Church of Rome to continue the mission, he was so frightened that
he interrupted his journey in the middle and returned. In these, therefore, the
islands were completely unpopular, the Cypriot Apostle was sent to preach and
establish the first Church. And Aristobulus went.
Armed with his fiery faith
and his complete trust in God, he lifted up his cross of duty and ran to
discipline the high mission entrusted to him.
And by the grace of God he
soon came to the forefront of the great protagonists and reformers of today's
Great Britain and the general in general.
Guided by the experience
he gained following his very talented leader, Uncle Paul, and with absolute
confidence in the words of the Lord, "do not be afraid of the body of
those who have fallen, and the soul of the weak is lost" (Matt. 28). with
all the flame of his fearless heart in the work of fishing and saving souls. His
sermon is about God's infinite love for man.
Whenever the Lord's words
to the night visitor Nicodemus come to his memory, "God so loved the
world, that he gave his only begotten son, even though the believer in him was
not perfect, but lived forever" ( John c. 16), his eyes fill with tears.
She is talking and crying. Come tell his first listeners, Christ, to find with
him, as I also found, peace, happiness, joy. Those half-naked people greet him
with suspicion and insults. But Aristobulus does not lose them. With a soul
strengthened by extensive prayer, he continues his work with patience and
patience. And the result is encouraging. "The sin that was not called out
exceeded grace" (Rom. 20). Where sin abounded,
grace was abundant.
The preaching of the
Apostle, which was preaching "no persuasive reason of human wisdom, but in
demonstration of Spirit and power", (1 Cor. 4: 4), was a preaching that
was not made with possible and fascinating words of human wisdom, but it was a
sermon made with evidence of the Holy Spirit, persuasive to the souls of the
hearers, and with divine power, as shown by the great miracles that accompanied
it, had the positive and pleasing effect.
Slowly the souls soften
and the towers of atheism and idolatry crumble one after another. The truth,
despite the persecutions that the sacred worker of the Gospel experiences, is
being spread to many persons.
The seed of piety, watered
with the tears of devout and devotional prayer, sprouts in the hearts. For
years the sacred Aristobulus amidst myriad difficulties and humiliations
continues with self-denial and exemplary zeal the work of sowing the word of
God. In the end, his generous effort was rich in remuneration. When he left, he
left behind a small church, but still alive.
The Christian faith had
with its superhuman labors established in the souls. That is why the Anglican
Church has included its honorable name among its saints. She ends her memory to
thank and to do so her act of gratitude to the one who offered her such a
zealous and fiery worker. A spiritual worker who, with his help at such a
difficult time, laid the foundations of Christian culture in his country.
So, Cypriot, the first
reformer of today's old empire. This is also mentioned by the well known
English historian Sir George Hill in his work "History of Cyprus".
Cypriots proclaimed Christianity, but Greeks from Asia Minor, missionaries and
bishops, such as Pothinos and Ireneos, centered in modern-day France, continued
in the early centuries of Christianity to spread the truth of Christ to these
barbaric peoples. A Cypriot planted the first seed, and Greeks continued to sow
and cultivate.
Misery, however, is born
in the souls of all the present inhabitants of the martyred Cyprus, as well as
their brothers in the mother of Greece.
Do the present lords and
the people of this wealthy country called the United Kingdom know from their
ecclesiastical history of this offering of the Greek Christian missionaries to
them? And if they know it, shouldn't their behavior towards Cyprus and Greece
in general, which has given them such spiritual leaders and reformers, really
be different?
It is our hope and prayer
that they will not taste the bitterness that our martyred people have
experienced in the century that we walk from their unkind behavior towards our
island and our mother Greece, the mother of Greek-Christian culture.
But the word of the Lord,
which has eternal prestige and power, must go a long way: "The iniquitous
genius is gone."
Holy Apostle
Aristotle, and you are a blessed brother, glorified Apostle Barnabas, you have
been an ambassador for our sinners. Commit the Lord to grant our homeland
Cyprus freedom and to our martyred people the deliverance from suffering. In
the Greek motherland, enlightenment, in order to continue for centuries the
upward path of its high mission and to remain everywhere and always for all the
light of Christ and the light of the world. Amen.
Absolutely. Sound
pl. a'. Co-captain Logon.
The guitar of
the Spirit on the sixth string;
It's close.
Sound pl. d. As the beginning of nature.
As sacred relics
of the Holy Spirit, and of the glorified Helios, divinely praised, the wise
Apostles Apellin Orbanon and Aristobulus, Amplian Narcisson and Stachin, the
grace of God has come to me.
Magnificent.
Municipality of
Apostles of Theophany, Narcissus of Amblia, Aristovoulos Urbanian, Apellis and
Stachis, rose as stars;