Ο Όσιος Συμεών
ο
στυλίτης (ο πρεσβύτερος
ή «ο εν
τη
μάνδρα»), που τιμάται
από την Εκκλησία μας την
1η Σεπτεμβρίου, είναι ο
πρώτος γνωστός μοναχός που ασκήτεψε
πάνω σε στύλο.
Γεννήθηκε
γύρω
στα 389 στο χωριό Σισάν,
στα όρια Συρίας και
Κιλικίας. Ήταν βοσκός των πατρικών
προβάτων και όταν γνώρισε κάποιους ασκητές, πόθησε εξαιτίας τους τη μοναχική ζωή και ήρθε σε ένα
μοναστήρι, στο χωριό Τελεδάν,
όπου έζησε δέκα χρόνια (403 – 413) με αυστηρότατη
άσκηση.
Ύστερα
έζησε έγκλειστος τρία χρόνια σε μία σπηλιά,
κοντά στην Αντιόχεια, και στη συνέχεια πήγε στο χωριό Τελάνισσο,
όπου
ασκήθηκε άλλα τρία χρόνια
σ’ ένα σπιτάκι. Τέλος, αποσύρθηκε στην κορυφή ενός λόφου
και περιορίσθηκε
σ’έναν μικρό κυκλικό
περίβολο («μάνδρα»), φτιαγμένο με μίαν αλυσίδα
είκοσι πήχεων.
Η απίθανη αυστηρότητα
της ζωής του και
το θαυματουργικό χάρισμα συγκέντρωναν γύρω του πλήθη ανθρώπων, που
του προξενούσαν
μεγάλη ενόχληση. Για αυτό άρχισε ν' ανεβαίνει σε στύλους ολοένα και
ψηλότερους. Ο τελευταίος, όπου έζησε
πάνω
από είκοσι χρόνια,
είχε ύψος 16 – 18 μέτρα.
Ο Όσιος αφιέρωνε
το μεγαλύτερο μέρος του εικοσιτετραώρου στην
προσευχή. Έτρωγε ελάχιστα.
Ήταν συνεχώς όρθιος, χωρίς προφύλαξη από
τον ήλιο, την βροχή, τον άνεμο ή το κρύο. Δύο φορές
την ημέρα διέκοπτε τον ασκητικό
του κανόνα και νουθετούσε
τον λαό, μεριμνούσε για τους αρρώστους
και τους δυστυχισμένους, έκανε
συμβιβασμούς διαφορών, έλυνε προβλήματα και μετέστρεφε
στη χριστιανική πίστη τους
αλλόδοξους που πρόστρεχαν σ’ αυτόν μαζί με τους χριστιανούς απ’
όλα τα σημεία
της Ανατολής και της Δύσης. Κοιμήθηκε το 459
και κηδεύτηκε από τον
πατριάρχη Αντιοχείας Μαρτύριο στην
μεγάλη εκκλησία της Αντιόχειας.
Στο εκπληκτικό
Ιεραποστολικό έργο, πού, όσο κι άν φαίνεται απίστευτο,
πραγματοποίησε από την
κορυφή
του στύλου
του
ο αυστηρός αυτός ασκητής, θα αναφερθούμε στις επόμενες
γραμμές, σταχυολογώντας τα
σχετικά αποσπάσματα
από την «Φιλόθεο
Ιστορία» του Θεοδώρητου Κύρου, τον ελληνικό
βίο του Οσίου, γραμμένο
από τον μαθητή του Αντώνιο,
και τον συριακό βίο του.
Η φήμη του οσίου απλώθηκε
γοργά παντού. Όλοι,
κι από τα κοντινά και από
τα
μακρινά μέρη, έτρεχαν
κοντά του. Άλλοι
έφερναν παράλυτους, άλλοι ζητούσαν
να γιατρέψει αρρώστους, άλλοι παρακαλούσαν να μεσιτέψει
στον Θεό για
ν’ αποκτήσουν παιδιά.
Μετά την ικανοποίηση των αιτημάτων
τους, έφευγαν γεμάτοι χαρά. Και
διαλαλώντας τις ευεργεσίες που δέχτηκαν, έστελναν
στον Όσιο πολύ περισσότερους ανθρώπους, που ζητούσαν
και
εκείνοι τα ίδια. Έτσι, καθώς
άρχισαν να καταφθάνουν
από
κάθε στράτα σαν ποτάμια
οι προσκυνητές, σχηματίστηκε σ’ αυτόν τον τόπο ένα ανθρώπινο
πέλαγος, που δεχόταν από παντού ποτάμια!
Όχι μόνο ντόπιοι
ούτε μόνο Χριστιανοί, αλλά και Ισμαηλίτες και Πέρσες και Αρμένιοι και Ίβηρες και
Ομηρίτες και εκείνοι
που κατοικούν ακόμα πιο βαθιά
μαζεύονταν στο
ασκητήριο του Οσίου.
Ήρθαν και πολλοί που κατοικούσαν
στα πέρατα της Δύσης,
Ισπανοί και Βρετανοί
και Γαλάτες.
Όσο για την Ιταλία, λένε
πως ο Συμεὼν
είχε γίνει
τόσο περιβόητος
εκεί, ώστε κρεμούσαν μικρές
εικόνες στις εισόδους όλων των εργαστηρίων, για να παίρνουν από αυτές προστασία και ασφάλεια.
Ήταν αμέτρητοι,
λοιπόν, όσοι έφταναν και
ζητούσαν να τον αγγίξουν, ν’ ακουμπήσουν
μόνο την άκρη του
δερμάτινου χιτώνα του,
πιστεύοντας πως έτσι
θα έπαιρναν
κάποια ευλογία. Ο Άγιος, όμως,
ένιωθε πως δεν ήταν άξιος ν’ απολαμβάνει τέτοια τιμή. Τον κούραζαν, άλλωστε, όλα αυτά. Έτσι, σοφίστηκε
ν’ ανέβει σ’ έναν στύλο.
Το ύψος
του ήταν
στην αρχή μικρό,
έξι πήχες. Αργότερα ανέβηκε σε άλλον
πιο ψηλό, ύστερα
σε ψηλότερο και τέλος σ’
έναν που έφτανε τις τριάντα έξι πήχες.
Γιατί το έκανε
αυτό; Επειδή λαχταρούσε
να πετάει στα ουράνια,
ελεύθερος από κάθε τι
γήϊνο.
Και επειδή,
φωτισμένος από το Θεό, στόχευε
στην ωφέλεια
και τη σωτηρία πολλών ψυχών. Βλέπετε, όσοι δεν πείθονται
με λόγια και δεν ανέχονται τα κηρύγματα, σαγηνεύονται από τα παράδοξα
θεάματα. Το παράδοξο
τραβάει όλους και τους
αναγκάζει να το προσέξουν,
προετοιμάζοντάς τους έτσι και στο να διδαχθούν. Έτσι έγινε και με
τον Όσιο
Συμεών. Το παράδοξο
θέαμα
που παρουσίαζε ανεβασμένος
σ’ έναν ψηλό στύλο,
τραβούσε αμέτρητους περιέργους, που ήθελαν
να πληροφορηθούν
γιατί απομακρύνθηκε
από
τον κόσμο με τέτοιον τρόπο.
Με την αφορμή αυτή ο Όσιος
τους δίδασκε και τους
κήρυσσε τον λόγο
του Θεού, μεταστρέφοντας
πολλούς από την απιστία στην πίστη και από τα έργα της ανομίας
στα
έργα της ευσέβειας. Ίβηρες και
Αρμένιοι και Πέρσες, όπως είπαμε, απαρνιόντουσαν κάτω απ’
τον στύλο την προγονική
τους πλάνη καὶ δέχονταν την θεία αλήθεια
με το άγιο βάπτισμα. Οι Ισμαηλίτες, μάλιστα, έφταναν
σε ομάδες, διακόσιοι, τετρακόσιοι,
κάποτε και χίλιοι.
Με βοή αποκήρυσσαν την πατρική
τους θρησκεία,
έσπαζαν τα είδωλα
που λάτρευαν πρώτα, εγκατέλειπαν
μία για
πάντα τα μυστηριώδη όργια της
Αφροδίτης και απολάμβαναν
τα θεία μυστήρια του Χριστού, αφού άκουγαν
από το αγιασμένο στόμα του στυλίτη σωτήριες διδαχές.
Ο Θεοδώρητος
Κύρου, σύγχρονος και γνώριμος
του Οσίου, περιγράφει συνοπτικά το κοινωνικό και αποστολικό έργο του: «Νουθετώντας
(τον λαό) δύο φορές
την
ημέρα, πλημμυρίζει τα αυτιά των ακροατών
με τα χαριτωμένα λόγια του και τους προσφέρει
όσα το Άγιο Πνεύμα διδάσκει.
Προτρέπει
να στρέφουν
το βλέμμα στον
ουρανό, να πετάνε
αφήνοντας την γη και να
οραματίζονται τη βασιλεία
των ουρανών, να φοβούνται την κόλαση
και να περιφρονούν τα γήϊνα,
προσμένοντας την μέλλουσα ζωή.
Μπορεί να τον
δεις να δικάζει,
βγάζοντας σωστές
και δίκαιες
αποφάσεις. Όλα αυτά
τα κάνει μετά
την ακολουθία της
ενάτης ώρας. Γιατί όλη τη νύχτα
και την ημέρα,
ως την ενάτη ώρα προσεύχεται. Ύστερα από την
ενάτη ώρα, προσφέρει πρώτα την θεία διδαχή σε όσους
βρίσκονται εκεί,
και στη συνέχεια ακούει
το αίτημα του καθενός. Και αφού θεραπεύσει
μερικούς, λύνει τις διαφορές όσων φιλονικούν. Γύρω στη
δύση του ήλιου αρχίζει πάλι
να προσεύχεται. Δεν παραμελεί
όμως, να φροντίζει και για τις άγιες Εκκλησίες.
Άλλοτε πολεμάει
την πλάνη των ειδωλολατρών, άλλοτε
συντρίβει τη θρασύτητα του Ιουδαίων,
άλλοτε διαλύει τις ομάδες των αιρετικών. Και όλα τούτα τα κατορθώνει
είτε στέλνοντας γράμματα στο βασιλιά, είτε εμπνέοντας στους άρχοντες τον ζήλο για το Θεό, είτε παρακινώντας
και
τους επισκόπους ακόμα
να φροντίζουν περισσότερο για το ποίμνιο».
Αξίζει,
όμως,
να διηγηθούμε, ενδεικτικά, μερικά
από τα θαύματα
του
Οσίου Συμεών, που είχαν ως αποτέλεσμα τη μεταστροφή των
ευεργετημένων στην αληθινή
πίστη.
–
Κάποτε ένας Σαρακηνός
φύλαρχος έφερε στο στυλίτη κάποιον
παράλυτο ομόφυλό
του και παρακάλεσε
για τη θεραπεία του.
Ο Άγιος του
ζήτησε ν’ απαρνηθεί την
προγονική του ασέβεια. Εκείνος
δέχτηκε πρόθυμα.
-Πιστεύεις
στον Πατέρα
και τον Υιό και το
Άγιο
Πνεύμα; Τον ρώτησε ο ασκητής.
-Πιστεύω, ομολόγησε ο Σαρακηνός.
-Αφού πιστεύεις,
σήκω πάνω!
Ο
παράλυτος
σηκώθηκε και περπάτησε.
-Τώρα πάρε το φύλαρχο
στους
ώμους σου! τον πρόσταξε
ο Όσιος.
Ο
γιατρεμένος σήκωσε τον κατάπληκτο φύλαρχο, που ήταν εξαιρετικά μεγαλόσωμος, τον έβαλε στους
ώμους του και έφυγε
ενθουσιασμένος, δοξάζοντας τον τρισυπόστατο αληθινό θεό.
–
Σε μία πόλη της Παλαιστίνης ήταν διοικητής
κάποιος ειδωλολάτρης, καμπούρης τόσο, που το κεφάλι του ακουμπούσε στο στήθος
του και δεν
μπορούσε να περιστραφεί. Κάποιοι φίλοι του, έχοντας ακούσει
για τα
θαύματα του στυλίτη, τον έφεραν κάτω
από τον στύλο
και παρακάλεσαν για την θεραπεία του. Μα και ο ίδιος καμπούρης
άρχισε να ικετεύει τον Όσιο κραυγάζοντας τόσο δυνατά, ώστε Εκείνος
δεν μπορούσε να προσευχηθεί για
χάρη του στον
Κύριο. Ο ειδωλολάτρης, πιστεύοντας πως ο Συμεών είχε δική
του θαυματουργική
δύναμη, του
ζητούσε να ακουμπήσει
το χέρι
του στο κεφάλι
του,
εκφράζοντας τη βεβαιότητα
ότι με αυτόν
τον τρόπο θα γινόταν καλά αμέσως.
Ο Όσιος,
όμως, του είπε:
-
Είμαι ένας αμαρτωλός
και τιποτένιος άνθρωπος. Το χέρι
μου δεν έχει καμιά ξεχωριστή δύναμη. Μόνο άν
ευδοκήσει ο Θεός, θα πραγματοποιηθεί η επιθυμία
σου, γιατί μόνο αυτός έχει την δύναμη να
θαυματουργεί. Κανένας άνθρωπος
δεν μπορεί να θεραπεύσει
άλλον, άν
ο Κύριος δεν το θέλει. Παραδόσου,
λοιπόν, στην παντοδυναμία
του αληθινού
Θεού, του δημιουργού
και κυβερνήτη του κόσμου, και
θα ευεργετηθείς.
Τότε ο καμπούρης σταμάτησε να φωνάζει, αφήνοντας
τον Όσιο να προσευχηθεί
απερίσπαστος. Και μόλις Εκείνος τέλειωσε την προσευχή
του, το θαύμα έγινε. Ο ταλαίπωρος άνθρωπος ορθώθηκε,
στάθηκε ίσια
και άρχισε να χοροπηδάει χαρούμενος
σαν παιδί. Άνοιξε τότε
τις κασέλες, που είχε
φέρει μαζί του, και
πρόσφερε στον ευεργέτη
του ανεκτίμητα χρυσαφικά κι ασημικά.
Ο στυλίτης
κοίταξε
τα δώρα με περιφρόνηση
και του είπε:
-Αν θέλεις να μ’
ευχαριστήσεις, να δεχτείς το φως της αλήθειας. Να βαπτιστείς, για
να πάρεις την άφεση. Και ακόμα να ελευθερώσεις όλους τους δούλους σου,
για να ελευθερωθεί
και ηδική σου
ψυχή από το ζυγό του σατανά.
Ο γιατρεμένος πρόθυμα
έκανε ότι του είπε ο Άγιος. Και αργότερα, γεμάτος χαρά και χάρη Θεού, έφυγε για την πόλη του.
– Ένας
άρχοντας των Περσών
ήταν πολύ δυστυχισμένος, γιατί ο μονάκριβος γιος του
κειτόταν δεκαπέντε χρόνια παράλυτος. Έστειλε, λοιπόν, στον Όσιο τον επίσκοπο
της τοπικής
Εκκλησίας, με την παράκληση να προσευχηθεί στον Κύριο
για τη θεραπεία
του παιδιού
του.
Του έδωσε, μάλιστα,
και δυο υφάσματα
από πολύτιμο μετάξι με κεντημένους επάνω χρυσούς σταυρούς, για να τα προσφέρει
στον στυλίτη.
Ο επίσκοπος
διηγήθηκε στον Συμεών το δράμα του παιδιού και του
πατέρα του. Ο Όσιος σπλαγχνίστηκε και είπε στον επίσκοπο:
-Πάρε
αυτά τα υφάσματα
που
έφερες, έτσι διπλωμένα
όπως είναι,
και πήγαινε στο καλό. Όταν φτάσεις κοντά στην πόλη σας, κατέβα από το ζώο σου, κράτησε τα υφάσματα
στο στήθος σου και προχώρησε
ως το σπίτι του άρχοντα πεζός και αμίλητος. Μπες μέσα, στάσου πάνω απ’ το
παιδί σκέπασε το με τα υφάσματα και πες του: Ο αμαρτωλός
Συμεών σου
παραγγέλλει: Στο όνομα
του Κυρίου Ιησού Χριστού,
σήκω!
Ο επίσκοπος
έφυγε κι έκανε
όπως του υπέδειξε
ο Όσιος.
Μόλις
σκέπασε το παιδί
με
τα υφάσματα, αυτό
πετάχτηκε όρθιο και θεραπευμένο.
Ο Πέρσης
άρχοντας και ολόκληρη
η οικογένειά του ευχαρίστησαν και
δόξασαν το Θεό. Και ο επίσκοπος,
μετά από σχετικό αίτημά
τους, τους κατήχησε και τους βάπτισε.
–
Κάποιος πλούσιος από το Σαβά έπασχε
από πονοκέφαλο
συνεχή και
οδυνηρό τόσο, που ένιωσε
να
του σουβλίζουν
κάθε στιγμή
το μυαλό.
Ανακουφιζόταν λίγο, μόνο όταν χτυπούσε
το
κεφάλι του πάνω στα
δοκάρια των τοίχων του σπιτιού του!
Μόλις έμαθε για τον
θαυματουργό στυλίτη, ετοιμάστηκε για το μακρύ
ταξίδι και ξεκίνησε,
αδιαφορώντας για τον κίνδυνο των θηρίων
και
των λῃστών, που παραμόνευαν
εδώ και εκεί μέσα
στην
απέραντη έρημο. Σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο ταξίδευε
ο άρρωστος.
Και όσο πλησίαζε, πράγμα παράδοξο, οι πόνοι
του λιγόστευαν. Αντίθετα, όσο κι άν έτρωγε,
οι προμήθειές του έμεναν
απείραχτες!
Έφτασε επιτέλους
στον στύλο του
Οσίου. Εκείνος, αφού πληροφορήθηκε το πρόβλημά του, ζήτησε
να του φέρουν νερό από
την κοντινή πηγή. Προσευχήθηκε, το ευλόγησε
και πρόσταξε τον άρρωστο να το
πιει στο όνομα του Χριστού.
Ύστερα, παίρνοντας από το
ίδιο
νερό, του
ράντισε και το κεφάλι. Δεν χρειαζόταν τίποτε άλλο. Ο
λίγος πόνος που είχε
απομείνει, εξαφανίστηκε
και αυτός. Ο άνθρωπος
ευχαρίστησε τον
Όσιο και δόξασε τον Θεό.
Ζήτησε, μάλιστα,
και να βαπτιστεί.
Λίγο αργότερα, φεύγοντας Χριστιανός πια, διαλαλούσε τα
μεγαλεία του
Κυρίου ως την
μακρινή
πατρίδα του.
– Ένα
παρόμοιο μακρύ ταξίδι
έκανε και μία ομάδα
από τέσσερις λεπρούς και τρεις δαιμονισμένους, που ξεκίνησαν
από
τα βάθη της Ανατολής κι έκαναν
δεκατρείς μήνες ώσπου να
φτάσουν στον Όσιο.
Και εκείνοι, παρά τη
μεγάλη απόσταση, ούτε μία φορά δεν
έχασαν το
δρόμο, μα ούτε και οι τροφές ή το νερό τους έλειψαν
καθόλου.
Φτάνοντας κάτω από τον στύλο, διηγήθηκαν
στον Όσιο τα παθήματά τους και ζήτησαν
τη βοήθειά του.
-Ο Θεός, αποκρίθηκε
Εκείνος, που σου έδειξε τον δρόμο να έρθετε ως εδώ, θα σας δώσει και την υγεία σας.
Ζήτησε
νερό,
το ευλόγησε και
τους το έδωσε
να πιουν και
να ραντιστούν στο όνομα του Κυρίου. Μόλις το έκαναν,
έγιναν και οι
επτά καλά! Ύστερα από αυτό, αρνήθηκαν την λατρεία των ειδώλων,
βαπτίστηκαν και έφυγαν δοξάζοντας
το Θεό.
– Κάποτε ήρθαν κάτω απ’ τον στύλο αντιπρόσωποι
των κατοίκων της οροσειράς του Λιβάνου και ανάστατοι είπαν στον Όσιο:
-
Στον τόπο μας παρουσιάστηκαν κάτι άγρια θηρία, πρωτοφανέρωτα και
άγνωστα, που κατασπαράζουν ανθρώπους και ζώα. Πολλές φορές μπαίνουν στα σπίτια,
αρπάζουν τα παιδιά
και τα καταβροχθίζουν μπροστά
στα έντρομα μάτια των μανάδων τους. Ο φόβος και ο θρήνος έχουν
απλωθεί παντού.
-Μην παραξενεύεστε
για τη συμφορά
που σας βρήκε,
είπε ο Άγιος.
Είναι η τιμωρία
για τα έργα
σας.
Οι πρόγονοί σας
εγκατέλειψαν τον αληθινό Θεό, τον
πλάστη και ευεργέτη
μας, και λάτρεψαν τὰ βουβά είδωλα.
Και εσείς επιμένετε
στην πλάνη αυτή. Τα θηρία
σας ταλαιπωρούν με παραχώρηση του Κυρίου,
που θέλει να σας οδηγήσει στη μετάνοια και να σας φέρει
κοντά Του. Άν όμως δεν έχετε σκοπό να μετανοήσετε,
άδικα ήρθατε ως εδώ. Να
ζητήσετε τη βοήθεια των
ειδώλων που προσκυνάτε!
Εκείνοι τότε έπεσαν στα
γόνατα και άρχισαν
να παρακαλούν με
δάκρυα το στυλίτη:
-Λυπήσου
μας!
Μεσίτεψε για μας στο Θεό! Θα μετανοήσουμε!...
Μαζί τους ικέτευαν τον Όσιο και άλλοι, που έτυχε να βρίσκονται
εκεί, και τους
σπλαγχνίστηκαν.
-Μόλις
απαρνηθείτε
την πλάνη σας,
αποκρίθηκε πάνω απ’
τον στύλο
του ο γέροντας και βαπτιστείτε στο όνομα του Χριστού, τότε θα παρακαλέσω τον Κύριο
να σας δείξει
την φιλανθρωπία Του.
Με ένα στόμα
οι ειδωλολάτρες
υποσχέθηκαν πως, όταν θα γύριζαν
στην πατρίδα τους, θα κατεδάφιζαν αμέσως
τα
Ιερά των ειδώλων
και θα
έριχναν στη φωτιά
τα ξόανα.
Ο Άγιος
κατάλαβε πως η μεταστροφή τους ήταν αληθινή.
Τους έδωσε, λοιπόν, ένα κουτάκι
με ευλογημένη σκόνη και τους είπε:
-Να πάτε
στο καλό! Μόλις
φτάσετε στον τόπο
σας,
να περάσετε
απ’ όλα τα χωριά. Στην εμπασιά
κάθε χωριού, να χώνετε
στη
γη τέσσερις πέτρες. Και πάνω
σε κάθε
πέτρα να σχηματίζετε
με
τούτη τη σκόνη τρεις σταυρούς. Αν υπάρχουν
εκεί Χριστιανοί ιερείς,
φωνάξτε τους να σας βοηθήσουν και να
τελέσουν νυχτερινές λειτουργίες. Τότε ο Θεός θα κάνει το θαύμα Του.
Κανέναςάνθρωπος δεν θα χαθεί πια από τα θηρία.
Επιστρέφοντας στην χώρα τους
οι ειδωλολάτρες διαπίστωσαν
ότι, από
την ώρα που ο Συμεών
είχε προσευχηθεί γι’ αυτούς,
όλα τα θηρία
είχαν φύγει από τα χωριά
και αποτραβηχτεί στα
δάση. Όταν, λοιπόν,
έκαναν ότι τους συμβούλεψε
ο Όσιος, είδαν τα θηρία να τρέχουν και να έρχονται
γύρω από τις πέτρες,
ουρλιάζοντας απαίσια. Πολλά έπεφταν
και ψοφούσαν
επι τόπου.
Αλλά έφευγαν αλαφιασμένα
και χάνονταν. Σε δέκα μέρες
δεν είχε απομείνει
κανένα.
Πήραν
τρία
τομάρια από τα
ψόφια θηρία και τα
έφεραν στον Όσιο. Και αφού του διηγήθηκαν
το
θαύμα, βαπτίστηκαν
όλοι και έγιναν Χριστιανοί. Μια βδομάδα
έμειναν εκεί, ακούγοντας τις σοφές διδαχές του πνευματοφόρου
στυλίτη, και μετά έφυγαν χαρούμενοι για την πατρίδα τους, δοξάζοντας το Θεό.
Αλλά σταματάμε
εδώ τη διήγηση, γιατί τα μεγάλα και
θαυμαστά έργα
του Οσίου Συμεών δεν έχουν τέλος. Όπως σημειώνει
ωραιότατα ο Σύρος
βιογράφος του, «ποιο στόμα
θ’ αποτολμούσε να διηγηθεί ή ποιο χέρι θα μπορούσε να γράψει
ή
ποιό σοφό μυαλό θα μπορούσε
να υπολογίσει τις αναρίθμητες ευεργεσίες
που έκανε ο Θεός στον κόσμο
μέσω του Αγίου; Πόσους
ανθρώπους, που ήταν μακριά από τον Κύριο, έφερε κοντά Του;
Πόσοι πλανεμένοι γύρισαν
με τη διδαχή
του από την
άγνοια στην
αληθινή γνώση; Πόσες χιλιάδες
και μυριάδες
«αλλότριων», χάρη στο
κήρυγμά του, έγιναν μέλη της Εκκλησίας
και υποτάχθηκαν στο Χριστό; Ποιος
μπορεί να λογαριάσει τις τόσες και τόσες χιλιάδες αγρίων,
που, βλέποντας και ακούγοντάς
τον, με χαρά εγκολπώθηκαν την χριστιανική
πίστη και έγιναν υπηρέτες
της αλήθειας; Γιατί η φήμη
των ευεργεσιών, που έκανε ο Κύριος με τα χέρια
του οσίου, ταξίδεψε
απ’ την μίαν άκρη του
κόσμου ως την άλλη.
Κι έτσι εκπληρώθηκε το γραφικό: «Εις
πάσαν την γην εξήλθεν οι
φθόγγοι αυτών και
εις τα πέρατα της
οικουμένης τα ρήματα
αυτών» (Ψαλμ. 18:5).
Απολυτίκιον.
Ήχος δ’. Ταχύ
προκατάλαβε.
Ως στήλην θεόγραφον, των ιερών αρετών, του βίου σου έλιπες, τας αναβάσεις ημίν, Συμεών παμμακάριστε· συ γαρ επί του στύλου, ως πυρσός διαλάμπων, έλκεις ημάς χαμόθεν, προς ζωήν ουρανίαν, τον τρόπον της ευδρομίας, φαίνων τοις έργοις σου.
Ως στήλην θεόγραφον, των ιερών αρετών, του βίου σου έλιπες, τας αναβάσεις ημίν, Συμεών παμμακάριστε· συ γαρ επί του στύλου, ως πυρσός διαλάμπων, έλκεις ημάς χαμόθεν, προς ζωήν ουρανίαν, τον τρόπον της ευδρομίας, φαίνων τοις έργοις σου.
Κοντάκιον.
Ήχος β’. Αυτόμελον.
Τα άνω ζητών, τοις κάτω συναπτόμενος, και άρμα πυρός, τον στύλον εργασάμενος, δι’ αυτού συνόμιλος, των Αγγέλων γέγονας Όσιε· συν αυτοίς Χριστώ τω Θεώ, πρεσβεύων απαύστως, υπέρ πάντων ημών.
Τα άνω ζητών, τοις κάτω συναπτόμενος, και άρμα πυρός, τον στύλον εργασάμενος, δι’ αυτού συνόμιλος, των Αγγέλων γέγονας Όσιε· συν αυτοίς Χριστώ τω Θεώ, πρεσβεύων απαύστως, υπέρ πάντων ημών.
Μεγαλυνάριον.
Στύλος εναρέτου ώφθης ζωής, εν στύλω βιώσας, υπέρ άνθρωπον Συμεών· ένθεν αμοιβών σου, τας υπέρ νουν ελλάμψεις, εκθάμβως εξαστράπτεις, εις κόσμον άπαντα.
Στύλος εναρέτου ώφθης ζωής, εν στύλω βιώσας, υπέρ άνθρωπον Συμεών· ένθεν αμοιβών σου, τας υπέρ νουν ελλάμψεις, εκθάμβως εξαστράπτεις, εις κόσμον άπαντα.
Saint Simeon the Stylite
Saint Simeon the stylist
(the eldest or "in the pen"), honored by our Church on September 1,
is the first known monk to ascend on a stake.
He was born around 389 in
the village of Sisan, on the borders of Syria and Cilicia. She was a shepherd
of paternal sheep, and when she met some herdsmen, she pursued a solitary life
because of them and came to a monastery in the village of Teledan, where she
lived ten years (403-413) with strict training.
After living in a cave
near Antioch for three years, he went to the village of Telannissos, where he
spent another three years in a small house. Finally, he retired to the top of a
hill and confined himself to a small circular enclosure ("pen"), made
with a chain of twenty bars.
The extraordinary rigor of
his life and the miraculous charisma gathered around him a great deal of
people, causing him great discomfort. So he began to climb higher and higher
pillars. The latter, where he lived for more than twenty years, was 16 to 18
meters high.
The Saint devoted most of
his 24 hours to prayer. He ate little. It was constantly upright, with no protection
from the sun, rain, wind or cold. Twice a day he interrupted his ascetic rule
and exhorted the people, looked after the sick and the unhappy, settled
disputes, resolved problems, and converted the Christian believers who had come
to him with all the Christians to the Christian faith. East and West. He slept
in 459 and was buried by the patriarch of Antioch Martyrs in the great church
of Antioch.
In the amazing Missionary
work, which, as incredible as this rigorous ascetic accomplished from the top
of his pillar, we will refer to the following lines, stating the relevant
passages from Theodoros Cyrus's "Philotheos History" of Hellenistic
Cyrus. , written by his disciple Antonio, and his Syrian life.
The reputation of ostrich
spread rapidly everywhere. Everyone, from near and far, was running close to
him. Some begged to be paralyzed, others sought to heal the sick, others begged
to intercede with God to have children. After satisfying their demands, they
left full of joy. And in sharing the benefits they received, they sent to
Hosios many more people, who were asking for them themselves. So, as the
pilgrims began to flow from every river into the rivers, a human sea was formed
at this place, accepting rivers everywhere! Not only locals and not only Christians,
but also Ismailis and Persians and Armenians and Iberians and Homerites and
those who lived even deeper were gathered in the ascetic's court. There were
also many Spanish and British and Galatians living on the west coast. As for
Italy, they say that Symeen had become so famous there that they hung small
pictures at the entrances of all the laboratories to get protection and
security from them.
It was countless, then,
that those who came and sought to touch him would only touch the edge of his leather
jacket, believing that this would be a blessing. The Saint, however, felt he
was not worthy to enjoy such an honor. He was tired of it, after all. So he
thought of climbing a pole. Its height was small at first, six inches high. He
later climbed to another taller, then higher and finally to one that reached
thirty-six. Why did he do that? Because he longed to fly to heaven, free from
all earth. And because, enlightened by God, it was aimed at the benefit and
salvation of many souls. You see, those who are not persuaded by words and who
do not tolerate sermons are seduced by paradoxical spectacles. The paradox
draws everyone in and forces them to heed it, thus preparing them to be taught.
So it was with St. Simeon. The paradoxical spectacle of a tall pillar raised
countless curiosities who wanted to know why he had left the world in this way.
On this occasion, the Hossein taught and preached the word of God to them,
turning many from infidelity to faith and from works of lawlessness to works of
piety. The Iberians and the Armenians and the Persians, as we have said, denied
their ancestral fallacy under the pillar and accepted divine truth by holy
baptism. The Ishmaelites, in fact, arrived in groups, two hundred, four
hundred, once and a thousand. With the help of their denial of their homeland,
they broke the idols they worshiped first, abandoned the mysterious orgies of
Aphrodite once and for all, and enjoyed the divine mysteries of Christ, after
hearing from the stylized mouth of the stylist lifelong teachings.
Theodorite Cyrus, a
contemporary and acquainted of Osios, summarizes his social and apostolic work:
“Nodding (the people) twice a day, floods the ears of the listeners with its
graceful words and offers them what the Holy Spirit teaches.
It urges them to look up
to the sky, fly away leaving the earth and envision the kingdom of heaven, to
fear hell and despise the earth, awaiting future life. You can see him trying,
making right and fair decisions. He does all this after the nine o'clock
sequence. Because all night and day, until nine o'clock she prays. After nine
o'clock, he first offers divine teaching to those who are there, and then hears
everyone's request. And after healing some, it solves the differences of those
who are quarrelsome. Around sunset, he begins to pray again. But he does not
neglect to take care of the Holy Churches. Sometimes he fights the idolaters
'error, sometimes he crushes the Jews' brutality, sometimes he dissolves the
heretic groups. And he accomplishes all this by either sending letters to the
king, inspiring the rulers with zeal for God, or even motivating the bishops to
take more care of the flock. "
But it is worth pointing
out, for example, some of the miracles of Hosea Simeon, which resulted in the
conversion of those who benefited to true faith.
- Once a Saracen guard
brought a stylized homosexual to his stylist and begged for his treatment. The
Saint asked him to renounce his ancestral disobedience. He willingly accepted.
Do you believe in the
Father and the Son and the Holy Spirit? The ascetic asked him.
-I believe,
Sarakinos confessed.
-If you believe, get
up!
The paralytic got up
and walked.
- Now get the guard on
your shoulders! the Saint commanded him.
The doctor lifted
the amazed guardian, who was extremely tall, put him on his shoulders and left
excited, glorifying the three-sided true god.
- In a Palestinian city, a
pagan commander was so obnoxious that his head rested on his chest and he could
not rotate. Some of his friends, having heard about the stylist's wonders,
brought him under the pillar and begged for his treatment. But he, too, began
to beg the Saint, screaming so loudly that he could not pray for the Lord for
his sake. The idolater, believing that Simeon had his own miraculous power, asked
him to rest his hand on his head, expressing confidence that this would be done
right away. The Saint, however, told him:
- I am a sinner and no
man. My hand has no special power. Only if God wills will your desire come
true, for he alone has the power to perform miracles. No man can heal another
if the Lord does not want it. So submit yourself to the omnipotence of the true
God, the creator and ruler of the world, and you will benefit.
Then the belligerent
stopped shouting, leaving Osios to pray in unison. And as soon as He had
finished his prayer, the miracle was done. The tormented man stood up, stood
upright, and began to dance happily as a child. He then opened the chests he
had brought with him, and offered his benefactor priceless gold and silver. The
stylist looked at the gifts with disdain and said:
-If you want to thank me,
accept the light of truth. To be baptized, to receive relief. And yet to
release all your servants, so that your soul may be freed from the yoke of
Satan.
The healer willingly did
what the Saint told him. And later, full of joy and thanks to God, he left for
his city.
- A Persian lord was very
unhappy, because his only son was lying paralyzed for fifteen years. He,
therefore, sent the bishop of the local Church to Osios, with a request to pray
to the Lord for the healing of his child. He even gave him two precious silk
fabrics with embroidered gold crosses to offer to the stylist.
The bishop told Simeon the
drama of the child and his father. The Saint became visceral and said to the
bishop:
-Take these fabrics you
brought, folded as they are, and go for good. When you get close to your town,
get down from your animal, hold the cloth on your chest and move on to the
house of the pedestrian lord. Come in, stand on top of the child, cover it with
the cloth, and say to him: The sinner Simeon commands: In the name of the Lord
Jesus Christ, arise!
The bishop left and did as
the Saint suggested. As soon as the child covered the cloth, it was thrown up
and healed.
The Persian ruler and his
whole family thanked and glorified God. And the bishop, at their request,
confiscated and baptized them.
- A rich man from Sava was
suffering from a constant and painful headache that made him feel his mind at
any moment. He was only slightly relieved when he hit his head on the walls of
his house!
Upon learning of the
miraculous stylist, he prepared for the long voyage and began, ignoring the
danger of beasts and bulls lurking here and there in the vast desert. The ill
was traveling for almost a whole year. And as he approached, paradoxically, his
pains diminished. On the contrary, no matter how much he ate, his supplies
remained intact!
It finally arrived at
Hossein's pillar. After being informed of his problem, he asked for water from
the nearby spring. He prayed, blessed it, and instructed the sick to drink it
in the name of Christ. Then, taking the same water, he sprinkled his head. It
needed nothing else. The little pain that remained was gone, too. The man
thanked the Saint and glorified God. He even asked to be baptized. Shortly
thereafter, as he left Christian, he proclaimed the majesties of the Lord to
his distant homeland.
- A similar long journey
was made by a group of four lepers and three demons, who started from the
depths of the East and made thirteen months until reaching Osios. And they,
despite the great distance, never once lost their way, not even their food or
water was missing at all.
Arriving under the pillar,
they told Hosios of their plight and asked for his help.
-God, He responded, who
showed you the way to get here, will give you health too.
He asked for water,
blessed it, and gave them drink and splash in the name of the Lord. Once they
did, all seven did well! After that, they rejected the worship of idols, were
baptized and left, glorifying God.
- Once the representatives
of the Lebanese Mountains came downstairs and said to Osios:
- There were wild beasts
in our land, unprecedented and unknown, killing humans and animals. Many times
they go into the houses, kidnap the children and devour them in front of their
mother's fearful eyes. Fear and lament have spread everywhere.
-Don't be surprised at the
calamity he has found you, said the Saint. It is the punishment for your
projects. Your ancestors abandoned the true God, our Creator and Benefactor,
and worshiped the silent idols. And you insist on this error. The beasts
torment you at the Lord's disposal, who wants to lead you to repentance and
bring you close to Him. But if you have no intention of repenting, you have
unjustly come here. Ask for the help of the idols you worship!
They then fell to their
knees and began to tear the stylist:
- Sorry for us!
Intercede for us in God! We will repent! ...
Together with them they
begged Hosios and others, who happened to be there, and stabbed them.
-As soon as you deny your
error, the Elder responded on his pillar and were baptized in the name of
Christ, then I will ask the Lord to show you His charity.
With one mouth the
idolaters promised that when they returned to their homeland, they would
immediately demolish the sanctuaries of idols and throw the axes into the fire.
The Saint understood that
their conversion was true. So he gave them a box of blessed dust and said:
-Goodbye! Once you reach
your place, go through all the villages. At the edge of each village, you dig
four stones on the ground. And on each stone to form the powder with three
crosses. If there are Christian priests there, call them to help you and
perform nightly functions. Then God will do His miracle. No human will be lost
to the beasts anymore.
Returning to their
homeland, the pagans found that, by the time Simeon had prayed for them, all
the beasts had left the villages and banished to the forests. So when they did
what the Saint was advising them, they saw beasts running around and coming
around the stones, screaming awful. Many were falling and shopping on the spot.
But they were leaving unhurt and lost. In ten days no one was left.
They took three tomatoes
from the dead beasts and brought them to Osios. And after the miracle was told
to him, they were all baptized and became Christians. They stayed there for a
week, listening to the wise teachings of the spirit-stylist, and then left
happy for their homeland, glorifying God.
But we stop here, because
the great and miraculous works of Hosea Simeon have no end. As his Syrian
biographer remarks, "which mouth would he dare to tell, or what hand he
could write, or what wise mind could calculate the innumerable benefits that God
had done to the world through the Saint? How many people, who were far from the
Lord, brought him close? How many deceivers turned with his teaching from
ignorance to true knowledge? How many thousands and thousands of
"aliens", thanks to his preaching, became members of the Church and
submitted to Christ? Who can account for the so many and so thousands of
savages who, seeing and listening to him, were happily entrenched in the
Christian faith and became servants of the truth? Because the fame of the benefits
that the Lord did with the hands of the saint traveled from one end of the
world to the other.
And so the graphic was
fulfilled: "Their voices have gone out upon the earth, and their verbs
beyond the face of the world" (Psalm 18: 5).
Absolutely. Sound d. Fast
forward.
As a columnist, your
sacred virtues, your life is missing, your ascents are half gone, Simeon;
It's close. B sound. At
home.
The above seekers, the
underwriters, and the chariot of fire, the pillar working, by him, together
with the angels of Hosea;
Magnificent.
Pillar of life, in the
style of life, for the sake of the Simeon man;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου