Λουκᾶ
6, 24-30
24 Πλὴν οὐαὶ
ὑμῖν τοῖς πλουσίοις, ὅτι ἀπέχετε
τὴν
παράκλησιν ὑμῶν.
25 Οὐαὶ ὑμῖν οἱ
ἐμπεπλησμένοι, ὅτι πεινάσετε.
Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες
νῦν, ὅτι πενθήσετε
καὶ κλαύσετε.
26 Οὐαὶ ὅταν καλῶς
ὑμᾶς εἴπωσι πάντες
οἱ ἄνθρωποι· κατὰ
τὰ αὐτὰ γὰρ ἐποίουν
τοῖς
ψευδοπροφήταις οἱ
πατέρες αὐτῶν.
Η αγάπη
προς τους εχθρούς
27 ᾿Αλλὰ ὑμῖν λέγω τοῖς ἀκούουσιν· ἀγαπᾶτε τοὺς
ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε
τοῖς μισοῦσιν
ὑμᾶς,
28 εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους
ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ
τῶν ἐπηρεαζόντων
ὑμᾶς.
29 Τῷ τύπτοντί
σε ἐπὶ τὴν σιαγόνα
πάρεχε
καὶ τὴν ἄλλην,
καὶ
ἀπὸ τοῦ αἴροντός σου τὸ ἱμάτιον καὶ
τὸν χιτῶνα μὴ
κωλύσῃς.
30 Παντὶ δὲ
τῷ αἰτοῦντί σε δίδου, καὶ
ἀπὸ τοῦ αἴροντος τὰ
σὰ μὴ ἀπαίτει.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Λουκά
6, 24-30
24 Αυτή
βγήκε έξω και
είπε στην
μητέρα της, «Τί
να ζητήσω;». Η μητέρα
της της είπε,
«Το κεφάλι του
Ιωάννου του Βαπτιστού».
25 Και
αμέσως μπήκε με
βήμα ταχύ και ζήτησε
από τον βασιλέα,
«Θέλω αμέσως να μου
δώσεις σ’ ένα πιάτο
το κεφάλι του
Ιωάννου του Βαπτιστού».
26 Και
λυπήθηκε ο βασιλεύς,
αλλ’ εξ αιτίας
των όρκων και
των καλεσμένων δεν ήθελε
να της αρνηθεί.
27 Αμέσως
ο βασιλεύς έστειλε
δήμιο και διέταξε
να φέρει το
κεφάλι του Ιωάννου. Και
εκείνος πήγε και
τον απεκεφάλισε στην φυλακή
28 και
έφερε το κεφάλι του σ’
ένα πιάτο και
το έδωκε στο κορίτσι
και το κορίτσι το
έδωκε στην μητέρα της.
29 Και
όταν το άκουσαν
οι μαθητές του
Ιωάννου, ήλθαν και
πήραν το σώμα του
και το έβαλαν
σε μνημείο.
Επάνοδος των αποστόλων
30 Οι
απόστολοι επέστρεψαν στον
Ιησού και του
ανήγγειλαν όλα όσα έκαναν
και εδίδαξαν.
Γαλ.
4, 28-5, 10
4, 28 Ἡμεῖς δέ,
ἀδελφοί, κατὰ Ἰσαὰκ ἐπαγγελίας τέκνα ἐσμέν.
29 Ἀλλ' ὥσπερ τότε
ὁ κατὰ σάρκα γεννηθεὶς
ἐδίωκε τὸν κατὰ πνεῦμα, οὕτω καὶ νῦν.
30 Ἀλλὰ τί
λέγει ἡ γραφή;
Ἔκβαλε τὴν παιδίσκην καὶ
τὸν υἱὸν αὐτῆς·
οὐ
μὴ γὰρ κληρονομήσει
ὁ υἱὸς τῆς παιδίσκης μετὰ
τοῦ υἱοῦ τῆς ἐλευθέρας.
31 Ἄρα, ἀδελφοί, οὐκ ἐσμὲν παιδίσκης τέκνα, ἀλλὰ τῆς ἐλευθέρας.
31 Ἄρα, ἀδελφοί, οὐκ ἐσμὲν παιδίσκης τέκνα, ἀλλὰ τῆς ἐλευθέρας.
5,1 Τὴ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ Χριστὸς
ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε,
καὶ μὴ πάλιν
ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε.
Πρέπει να εκλέξουν μεταξύ του Χριστού
και του νόμου
2 Ἴδε
ἐγὼ Παῦλος λέγω ὑμῖν
ὅτι ἐὰν περιτέμνησθε, Χριστὸς
ὑμᾶς οὐδὲν ὠφελήσει.
3 Μαρτύρομαι δὲ
πάλιν παντὶ ἀνθρώπῳ
περιτεμνομένῳ ὅτι ὀφειλέτης ἐστὶν ὅλον τὸν νόμον ποιῆσαι.
4 Κατηργήθητε ἀπὸ τοῦ
Χριστοῦ οἵτινες ἐν νόμῳ
δικαιοῦσθε, τῆς χάριτος
ἐξεπέσατε·
5 ἡμεῖς γὰρ Πνεύματι
ἐκ πίστεως ἐλπίδα δικαιοσύνης ἀπεκδεχόμεθα.
6 Ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ
οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε
ἀκροβυστία, ἀλλὰ πίστις
δι' ἀγάπης ἐνεργουμένη.
7 Ἐτρέχετε καλῶς·
τίς
ὑμᾶς ἐνέκοψε τῇ ἀληθείᾳ μὴ
πείθεσθαι;
8 Ἡ πεισμονὴ
οὐκ ἐκ τοῦ καλοῦντος ὑμᾶς.
9 Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ.
9 Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ.
10 Ἐγὼ πέποιθα εἰς ὑμᾶς ἐν
Κυρίῳ ὅτι οὐδὲν ἄλλο φρονήσετε· ὁ
δὲ ταράσσων ὑμᾶς
βαστάσει τὸ κρῖμα,
ὅστις ἂν ᾖ.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Γαλ.
4, 28-5, 10
4, 28 Εμείς δε,
αδελφοί, είμεθα, ὅπως
και ο Ισαάκ,
παιδιά υποσχέσεως.
29 Αλλ’
όπως τότε εκείνος
που γεννήθηκε κατά
τον φυσικό νόμο, κατεδίωκε εκείνο
που γεννήθηκε κατά
πνεύμα, έτσι και τώρα.
30 Αλλά
τι λέγει η γραφή; Διώξε την δούλη και
τον υιό της,
διότι δεν πρόκειται να κληρονομήσει ο υιός
της
δούλης μαζί με
τον υιό της ελευθέρας.
31 Άρα, αδελφοί, δεν είμεθα παιδιά της δούλης αλλά της ελευθέρας.
31 Άρα, αδελφοί, δεν είμεθα παιδιά της δούλης αλλά της ελευθέρας.
5, 1
Στην ελευθερία λοιπόν,
για την οποία
ο Χριστός μας ελευθέρωσε,
σταθήτε σταθεροί και μη
θελήσετε
να υποταχθήτε πάλι
σε ζυγό δουλείας.
Πρέπει να εκλέξουν μεταξύ
του Χριστού και
του νόμου
2 Εγώ
ο Παύλος σας
λέγω, ότι εάν περιτέμνεσθε, ο
Χριστός δεν πρόκειται να
σας ωφελήσει σε τίποτε.
3 Βεβαιώνω πάλι
κάθε άνθρωπο, ο
οποίος περιτέμνεται, ότι οφείλει να εκπληρώσει όλο
το νόμο.
4 Αποχωρισθήκατε από τον
Χριστό
όσοι ζητάτε να
δικαιωθήτε δια του νόμου·
ξεπέσατε από την
χάρι.
5 Διότι
εμείς δια του
Πνεύματος, βάσει της πίστεως,
αναμένουμε την δικαίωσι
για την οποία
ελπίζουμε.
6 Διότι
εν Χριστώ Ιησού
ούτε η περιτομή
έχει καμμία ισχύ
ούτε η ακροβυστία, αλλ’
η πίστις, η
οποία εκδηλούται ενεργώς
δια της ασκήσεως της
αγάπης.
7 Ετρέχετε καλά.
Ποιός σας εμπόδισε
να υπακούετε στην
αλήθεια;
8 Η
πειθώ αυτή δεν
προήλθε από τον
Θεό ο οποίος
σας καλεί.
9 Λίγο
προζύμι έχει την
δύναμι να ζυμώσει
ολόκληρο το ζυμάρι.
10 Έχω
πεποίθησι στον Κύριο,
ότι δεν θα
έχετε διαφορετική γνώμη. Εκείνος δε,
που σας ταράσσει,
αυτός θα φέρει
το κρίμα, οιοσδήποτε
και άν είναι.
Luke 6, 24-30
24 She went out and said
to her mother, "What shall I ask for?" Her mother said, "The
head of John the Baptist."
25 And immediately he went
in haste, and asked the king, saying, I will immediately give you the head of
John the Baptist in a dish.
26 And the king was sorry,
but because of the oaths and the guests he would not refuse.
27 Immediately the king
sent an executioner and ordered John's head to be carried. And he went and
beheaded him in prison
28 and he put his head on
a plate and gave it to the girl and the girl gave it to her mother.
29 And when John's
disciples heard it, they came and took up his body, and laid it in a memorial.
Return
of the Apostles
30 The apostles returned
to Jesus and told him everything they had done and preached.
Gal. 4, 28–5, 10
4, 28 We brothers and
sisters, like Isaac, are promising children.
29 But as then he who was
born in the natural law pursued that which was born in the spirit, so even now.
30 But what does the
scripture say? Banish her slave and her son, for she will not inherit the
slave's son with the son of the free.
31 So then, brothers, we
are not children of slavery but of freedom.
5, 1 So in the freedom for
which Christ has set us free, stand firm and do not want to be subjected again
to the yoke of slavery.
They have to choose
between Christ and the law
2 I Paul say unto you,
that if ye wait, Christ shall profit you nothing.
3 Again, I assure every
person who waits that he has to fulfill all the law.
4 Ye have departed from
Christ those who are justified by the law; ye have fallen by grace.
5 For we by the Spirit, by
faith, expect the right that we hope for.
6 For in Christ Jesus
circumcision has neither power nor acrobatics, but faith, which is actively
manifested through the exercise of love.
7 You are doing well. Who
prevented you from obeying the truth?
8 This persuasion did not
come from God who calls you.
9 A little yeast has the
power to ferment the whole yeast.
10 I am confident in the
Lord that you will not have a different opinion. He who disturbs you will bear
the shame, whatever he may be.