7/8/19

Ο Άγιος Μίκαλλος


«Εγώ  είμι   το   φως   του  κόσμου,   ο   ακολουθών   εμοί  ου   μη   περιπατήση   εν   τη σκοτία,   αλλ'   εξει   το   φως   της   ζωής»    (Ιωάν. η', 12).

Ομιλεί   ο   Κύριος   και   λέγει!   Εγώ   είμαι το φως του κόσμου όλου   του    κόσμου.
Εκείνος που με ακολουθεί με εμπιστοσύνη απόλυτη κι ελπίδα και πρόθυμη   υπακοή   στα λόγια, αυτός δεν πρόκειται ποτέ να περιπατήσει    στο σκοτάδι,   αλλά   θα   έχει   πάντα   μέσα   του   ζωηφόρο   και  πνευματικό  φως   που προέρχεται από την αληθινή   ζωή, τον   Θεό,   και   οδηγεί  πάλι    σ'   Αυτόν.
Τα  υπέροχα   και   σωστικά   τούτα   λόγια,   που   βγήκαν   από το   στόμα   του Θείου   Διδασκάλου   για   πρώτη   φορά,   έγιναν   με   τον   καιρό   σύνθημα   ζωής από χιλιάδες ψυχές και χάρισαν στην Εκκλησία   τις   αμέτρητες   μυριάδες των   αγίων   και   των   μαρτύρων   της   πίστεως.
Τούτα   τα   λόγια   έκαμαν   βίωμα   και   ζωή   τους όλοι οι άγιοι. Τούτα   τα   λόγια έκαμε    βίωμα   και   ζωή   του   κι   ο   άγιος   Μίκαλλος   ο   προσφιλής   και   πολύ σεβαστός   άγιος   των   κατοίκων   της   ωραίας   Ακανθούς   και   των   γύρω   απ' αυτήν   χωριών.
Με τούτο τον άγιο θα ασχοληθούμε κι εμείς στις γραμμές που ακολουθούν.
Όπως γράφουμε κι αλλού, ο άγιος Μίκαλλος είναι ένας από τους τριακόσιους   αγίους   που   ήρθαν   στην   Κύπρο   περί  τα   μέσα   του   12ου    αιώνα μετά   τη    Β'   Σταυροφορία    (1147-1149 μ.Χ.).
Για   την   παιδική   ηλικία,   τους   γονείς   και   την   ιδιαίτερη   πατρίδα   του   αγίου δεν έχουμε   δυστυχώς   καμιά   πληροφορία.    Εκείνο   που   συμπεραίνουμε γι' αυτόν είναι, πως ο άγιος, όταν ήταν νέος, αναγκάστηκε για μια    καλύτερη ζωή   να   ξενιτευτεί.    Πήγε    στη   Γερμανία     κι     εργαζόταν    ως    εργάτης   με άλλους Έλληνες. Εκεί ευρισκόμενος άκουσε κάποια μέρα το συγκλονιστικό    κήρυγμα   που    την    εποχή    εκείνη     κηρυσσόταν    παντού    στις διάφορες    πόλεις    και    χώρες   της    Ευρώπης:  
-Αδέλφια,   ελάτε   να    συνεργαστούμε   για   ένα    έργο    ιερό!    Οι     Άγιοι    Τόποι,    εκεί που    γεννήθηκε,    μεγάλωσε,    περπάτησε    και    δίδαξε   ο   Χριστός   μας,    οι   Τόποι στους οποίους έκαμε τόσα θαύματα, αλλά και διώχθηκε και     συνελήφθηκε και   σταυρώθηκε    και    απέθανε    και    τάφηκε    βρίσκονται    κάτω    από   τη μωαμεθανική    εξουσία.    Αλύπητα   βασανίζονται     όσοι   τολμούν   να   πάνε    εκεί ταπεινοί    προσκυνητές.    Οι    Άγιοι    Τόποι     πρέπει    να    ελευθερωθούν.     Και    σ' αυτή    την    ιερή     προσπάθεια     καλούνται    όλοι   να    βοηθήσουν.
Σε    λίγο    χρονικό    διάστημα    όσοι    στην    καρδιά    τους     ένιωθαν   τη    φλόγα    της αγάπης του Χριστού   να   τους    καίει,    μαζεύτηκαν    και    δημιούργησαν   μια μεγάλη    στρατιά    που    ένα    πρωί    ξεκίνησε   να   κάμει   έργο τον πόθο, που φλόγιζε   τα   στήθια   των   ανθρώπων   αυτών.   Η   στρατιά   αυτή,   η   γνωστή    σαν δεύτερη σταυροφορία διαλύθηκε εκεί στη σημερινή Γιουγκοσλαβία. Ανάμεσα   στα   διάφορα    σώματα     στρατού   ήταν   και   τριακόσιοι   Έλληνες   με αρχηγό    κάποιο   Αυξέντη,   τον    γνωστό   άγιο   Αυξέντιο.   Όταν   η   στρατιά διαλύθηκε,  οι   Έλληνες     μαζεύτηκαν   και   μετά   από    μία    ενθουσιώδη    ομιλία του    Αρχηγού    αποφάσισαν   να    τραβήξουν   προς   τα   μέρη    του    Ιορδάνη    και    να ζήσουν   εκεί   μια   ασκητική     ζωή,   μια    ζωή    πλήρους   αφιέρωσης    στον    Θεό.
Η  πρόταση   έγινε   δεκτή  με   ενθουσιασμό.   Μετά   από   μια   προσευχή   που έγινε   από   μέρους   όλων,   οι    άνθρωποι   μας    ξεκίνησαν.   Πρώτα   πήγαν   και προσκύνησαν   όλοι    μαζί   στα   Ιεροσόλυμα.   Ύστερα   προχώρησαν   προς    τα έρημα   του   Ιορδάνη   με   σκοπό   να    αφιερωθούν   στον   Θεό   και   να   ζήσουν   εκεί    τη   ζωή   που   αποφάσισαν,   τη   μοναχική   κι   ασκητική    ζωή.   Η   νηστεία,   η προσευχή,   η   αγρυπνία,   η   μελέτη   της   Αγίας   Γραφής, αλλά   κι   η    έμπρακτη    αγάπη   προς    όλους    εκείνους   που   είχαν την   ανάγκη   τους,   να   η     καθημερινή   τους    φροντίδα.   Το   περιβάλλον   δυστυχώς   και   ευτυχώς   του    Ιορδάνη    δεν   τους    βοηθούσε     καθόλου   στη   ζωή  που   διάλεξαν  να   ζήσουν.   Οι   εχθροί     της   πίστεως   του   Χριστού   που   με   φθονερό    μάτι   παρακολουθούσαν   τη   ζωή     και την πρόοδο των ασκητών στα μέρη εκείνα, άρχισαν να τους   παρενοχλούν. Κι    αυτοί   για   να    γλιτώσουν    μαζεύτηκαν     μια     μέρα     στην  παραλία  με   τον   σκοπό    να   φύγουν   από   τον   τόπο   εκείνο.   Εδώ   βρήκαν   ένα   καράβι,  μπήκαν μέσα   και   ήρθαν   στην   Κύπρο,   που    ήταν τότε   ονομαστή   για   τη   θεοσέβεια της. Το   καράβι   σταμάτησε   στην   Πάφο.   Μια   παράδοση   μάλιστα   λέει,   πως   τούτο   εξ   αιτίας   μιας δυνατής   τρικυμίας,   τσακίστηκε   πάνω   στους    βράχους. Ευτυχώς   οι άνθρωποι   σώθηκαν   όλοι   πάνω   στα   συντρίμμια   του   καραβιού και   βγήκαν   έξω   στη   στεριά.   Απ'   εδώ   σκορπίστηκαν   σε   διάφορα    μέρη   του   Νησιού   κι   έζησαν   ο   καθένας   τη   μακαρία   ζωή   με   τον   δικό   του   τρόπο.
Αυτό   έκανε   κι   ο   άγιος   Μίκαλλος.   Με   οδηγό   τα   λόγια   του   ψαλμωδού (ψαλμ. α', 1-2), που βεβαιώνουν πως είναι τρισευτυχισμένος και ευλογημένος από τον Θεό ο άνθρωπος που αποφεύγει τις    συναναστροφές με   ανθρώπους   διεφθαρμένους   και   ασεβείς    και    αντίθετα   έχει   δοσμένη   τη θέληση   και   τη    σκέψη   του   στον   νόμο   του    Κυρίου   και   αυτόν    μελετά    μέρα και  νύκτα,   προχώρησε   στον   δρόμο   που   διάλεξε.   Μπροστά   του   έχει    πάντα του  Θεού   το   θέλημα,   όπως   το    δίδαξε   το   φως   του   κόσμου,   ο   Χριστός.    Με    τη σκέψη σ' αυτόν βαδίζει ανυπόδητος, διασχίζει βουνά και κάμπους διαβαίνει ποτάμια ορμητικά, χείμαρρους, χωρίς φόβο και ατρόμητος προχωρεί μέχρις ότου ύστερα από πολλούς κινδύνους και κόπους     έφτασε στα   μέρη   της    Ακανθούς.    Δύο    σπήλαια   που    βρήκε   στο   μέρος   αυτό    και     που στέκονται ακόμη και σήμερα τον κάμνουν να σταματήσει και να   διαλέξει το    μέρος    αυτό    σαν   τόπο    της    ασκήσεώς    του.
Το  περιβάλλον   υπέροχο.   Θάμνοι    ποικίλοι   κάλυπταν   και   καλύπτουν ακόμη και σήμερα τον κάμπο γύρω κι ευωδιάζουν. Τα σπήλαια    ευρύχωρα. Μπροστά απλώνεται απέραντη η γαλάζια    θάλασσα.   Ησυχία   ονειρώδης. Μόνο   ο   φλοίσβος   των     κυμάτων    ακούεται    σιγαλά    και   το   τραγούδι   των πουλιών που   πετάνε   πάνω   στους   θάμνους   ταράζει   κάπως   την   ησυχία    του τοπίου.   Σε   τούτο  το   μέρος   ο   όσιος   μας   με   ευγνωμοσύνη    απέραντη     στον Πανάγαθο   Θεό   έστησε   τη   σκοπιά   του   και   κάτω   από   την   αιματόβρεκτη σημαία   του    Σταυρού   άρχισε   τον    αγώνα.   Σε   όλη   την    ύπαρξη   του   μια   σκέψη πρυτανεύει.   Ο    Κύριος   κι   οι     εντολές   του.    Καθετί   το   υλιστικό   του   είναι    ξένο κι   αδιάφορο.   «Σκύβαλα»   θεωρεί   όλα   τα   υλικά   αγαθά, του     κόσμου   τούτου τα   αγαθά,   κάνοντας   μια   σύγκριση   αυτών   με   τη   χαρά    και   την   ανάπαυση που    δίνει   ο   Χριστός.   Τα   λόγια   του   ιερού    υμνογράφου   βρίσκουν   κι   εδώ πλήρη    την   εφαρμογή    τους.
«Τοις   ερημικοίς   ζωή   μακαριά   εστί,   θεϊκώ    έρωτι    πτερουμένοις».     Δηλαδή     η ζωή αυτών που για την αγάπη του Θεού   πηγαίνουν   και    εγκαθίστανται στην έρημο μακριά από   τον    κόσμο,    είναι   ζωή    μακαριά,   ευλογημένη.   Κι είναι η ζωή αυτών των ανθρώπων τέτοια, γιατί οι μοναχοί είναι  ελεύθεροι από   κάθε    ταραχή    και   φροντίδα    του   κόσμου.   Αυτοί    συνέχεια   έχουν    στη σκέψη   τον    Θεό,   και   προς   Αυτόν   στρέφονται   πάντα   με   μια   αγάπη   κι    ένα έρωτα   φλογερό    κι    αδιάκοπο.   Μοναδικό   μέλημα   και    φροντίδα   τους   έχουν ένα   πράγμα.    Να    αρέσουν    σ' Αυτόν.
Αυτό   το   μέλημα    και   τούτη   τη    φροντίδα   έχει   κι   ο   όσιος    μας,    τον    Κύριο.   Σ' αυτόν προσφέρει κάθε στιγμή και ώρα τον εαυτό του. Πόθος   και    παλμός κι    αγώνας   του    καθημερινός,  πως   να   γίνει   άνθρωπος αρετής   και   να    αρέσει στον   Θεό. Τα   λόγια   του     επιστήθιου    φίλου   του   Χριστού,   του   Ιωάννου,    είναι συνέχεια   μπροστά    του. «Ο    κόσμος   παράγεται    και   η   επιθυμία   αυτού,    ο     δε ποιών    το    θέλημα του   κυρίου    μένει   εις   τον   αιώνα».  (Α' Ιωάν. 6', 17).     Τούτος    ο μάταιος     κόσμος   κι   οι    αμαρτωλές   επιθυμίες   του   εγώ   παρέρχονται   και    μαζί τους όλα όσα επιθυμούν οι άνθρωποι να κατέχουν μέσα σ' αυτόν.    Εκείνος όμως   που   αγαπά   τον   Θεό   και    εκτελεί   το   θέλημα   Του   δεν   παρέρχεται. Μένει  αιώνια.   Δια   την   αγάπη   του   Θεού   εγκατέλειψε   κι    αυτός   τον   κόσμο και   τα   του   κόσμου.   Προσπάθεια    του    μοναδική    έγινε   τώρα   η   πρόοδος   του στην    αρετή.   Το    θέλημα   του     Κυρίου    μελετά     καθημερινά   με    προσοχή    και ευλάβεια   στο    ιερό    Ευαγγέλιο.   Με    την    προσευχή    επίσης    τη   θερμή,   την αγρυπνία, τη νηστεία ανεβαίνει καθημερινά της   αρετής   τα   σκαλοπάτια. Με   τούτα   τα   μέσα,   αφού   σταύρωσε   «την   σάρκα    συν   τοις   παθήμασι    και ταις   επιθυμίαις»    όπως   λέει   ο    θείος   Απόστολος    (Γαλ. ε', 24),    ελεύθερος     πια βαδίζει σταθερά για να φτάσει κάποια μέρα εκεί που βασιλεύει     αδιάκοπα η    αιώνια    μακαριότητα.
Στο   απόμερο    κι    υπέροχο   τούτο     μέρος    της    μαρτυρικής   μας   Κύπρου    το ποτισμένο   με   αίματα    και   δάκρυα τόσων     οσίων   και    μαρτύρων έζησε   ο άγιος    μας   χρόνια     πολλά   με   βασική    τροφή    χόρτα    του    κάμπου   και    ρίζες    και τρυφερές    μύτες   από    αγριοβότανα. Λιτή η   διατροφή   του. Πλούσια    η    χαρά κι    η   γαλήνη   της   καρδιάς  του.    Πλουσιώτερη   η   προσφορά   του   στις διψασμένες   για   παρηγοριά   και   φωτισμό    ψυχές,   που   απ' τις   πρώτες    μέρες που   τον   γνώρισαν   δεν   έπαψαν   συχνά   να   τον   επισκέπτονται    και   να εκζητούν τη βοήθεια του. Βοήθεια στις     δυσκολίες    και    τους     διωγμούς   που αντιμετώπιζαν από τους σκληρούς κατακτητές της νήσου μας, τους Φράγκους. Αλλά    και   βοήθεια   στις   διάφορες   αρρώστιες   που    έδερναν    τους κατοίκους   του    πονεμένου   αυτού   τόπου.   Καθημερινά,    σε    διάφορες   ώρες, πλήθη    χριστιανών    τον   επεσκέπτοντο   για   να    ακούσουν   τα    λόγια    και    τις συμβουλές   του    ή   για   να    ζητήσουν   τη    θεραπεία  των    ασθενών   τους   που   του έφερναν.
Η   χάρη   του   αγίου   Πνεύματος   που   πλούσια   είχε   σκηνώσει   στην   ψυχή   του χάριζε την πολυπόθητη υγεία σε όσους με ειλικρινή   μετάνοια   τον επεσκέπτοντο   και   με   πίστη     βαθιά   ζητούσαν   από   τις    προσευχές    του    το έλεος του Θεού. Κανένας δεν έφευγε από το ασκητήριό του δυσαρεστημένος. Η αγιότητα του είχε διαλάμψει στο νοητό της   Εκκλησίας στερέωμα.   Και   όταν   η   αγάπη   του    Θεού   τον   είχε   καλέσει   για   να   τον ξεκουράσει    στην   πέραν   του   τάφου   ζωή,   ήρεμα    ο   άγιος   παρέδωσε   την   ψυχή του   στις   7   Αυγούστου   στα   χέρια   Εκείνου από τον οποίο έλαβε   δόξα   άφθιτο και    μακαριότητα   αιώνια.  Η   θαυματουργική   του   δύναμη   συνεχίζεται   και σήμερα σε όσους με πίστη επισκέπτονταν μέχρι την επιδρομή   του βάρβαρου   Αττίλα   το    1974   το    εκκλησάκι    του, που   βρισκόταν   δίπλα   στα σπήλαια και επλένοντο με το αγίασμα του, ελάμβαναν τη θεραπεία   στην αρρώστια   τους   και   την   παρηγοριά   στη   δοκιμασία   τους.
Η θαυματουργική χάρη του αγίου    Μίκαλλου   ανεφέρετο   στη    θεραπεία   της μαλάριας    και   της   λέπρας.   Επίσης   οι   μητέρες   που   θήλαζαν   τα   παιδάκια τους,   όταν   δεν είχαν γάλα,   πήγαιναν   στη   χάρη   του   με   πίστη,   θήλαζαν από   τους   σταλακτίτες   που   ήσαν   στα   σπήλαια   και   επεκαλούντο   τη βοήθεια του, την οποίαν και ελάμβαναν πλούσια. Άρρητη ευωδία, αναφέρουν οι παλαιοί, ξεχυνόταν από τα δύο σπήλαια    μέχρι    τελευταία, που έφθανε γύρω στα χωράφια που καλλιεργούσαν οι αγρότες   της Ακανθούς.   Δίπλα   στα   σπήλαια   υπήρχε   και   υπάρχει   ακόμη   μια   θαλερή μυρτιά, «η μυρτιά του οσίου Μίκαλλου» στην οποία αποδίδονταν   πλούσιες θαυματουργικές    ιδιότητες.
Με την καρδιά σφιγμένη, αλλά και λουσμένη στα δάκρυα μιας ειλικρινούς μετάνοιας καλούνται οι    κάτοικοι   της   πονεμένης   Ακανθούς όπου κι αν βρίσκονται, και μαζί   μ' αυτούς    κι   όλοι   οι   πιστοί     χριστιανοί    της ηρωοτόκου   Κύπρου,   της   νήσου   που   την   αγιάζουν   τόσοι   άγιοι,   μαζί   κι   ο όσιος   Μίκαλλος   για   τον   οποίο   ομιλούμε,   να   ενθυμούνται    πάντα,    μα   κι όλοι   να    ενθυμούμαστε    συχνά-πυκνά,   τούτη   την   αλήθεια:          
Η ειλικρινής μετάνοια είναι το μοναδικό μέσο για να μπορεί   ο     άνθρωπος κάθε   φορά   να    επιτυγχάνει    την   έξοδο   του   από   τις   συμφορές   που   τον δέρνουν   και   τον   στενοχωρούν    η   αληθινή   μετάνοια   είναι   η   δύναμη   που οδηγεί   τον   άνθρωπο   και   τον   πιο    αμαρτωλό,   στον   δρόμο   της   σωτηρίας. Αυτό   το   μέσο,   αυτό   το   φάρμακο   καλούμαστε   να    χρησιμοποιήσουμε   κι εμείς,   τούτο   τον   καιρό,   αν   θέλουμε   να   σωθούμε   και   να   επιτύχουμε   ξανά τη   λύτρωση   και   τη   σωτηρία   μας.   Είναι    καιρός   με   συντριβή   ψυχής    να μετανιώσουμε, να κλάψουμε για τις αμαρτίες μας   και με ειλικρινή εξομολόγηση   να   ζητήσουμε   να   λάβουμε    το   έλεος   του     Θεού     και   θα   το λάβουμε.   Θα   μας   το   χαρίσει   η   ευσπλαχνία   του.   Και   θα   επιτύχουμε   τη λύτρωση   που   ποθούμε.   Τότε   ελεύθεροι   θα   ξαναγυρίσουμε   και   πάλι    στα αγαπημένα μέρη. Θα   ξαναπάμε   στα   χωριά   μας.   Θα   ξανακτυπήσουν   οι καμπάνες των εκκλησιών που οι βάρβαροι του Αττίλα   δεν    κατέστρεψαν και θα ξαναλειτουργηθούμε σ' αυτές. με ανείπωτη χαρά   και    αγαλλίαση θα   απευθύνουμε   και   πάλι   θερμά   τα   ευχαριστώ   μας   στον   Κύριο,   την Παναγία   Μητέρα   Του   και   μητέρα    όλων   μας    και   στους   αγίους    μας.
Τότε   με   χαρά   και    αγαλλίαση   θα   ψάλλουμε   και   πάλι   του   ψαλμωδού    μας τον επίκαιρο στίχο. «Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος    αγαλλιασώμεθα και   ευφρανθώμεν   εν   αυτή».
Άγιοι   της   Κύπρου   μας,   άγιε   Μίκαλλε,   δώστε,   σας   παρακαλούμε   η   ημέρα αυτή    να 'ρθει   το   συντομώτερο.   Αμήν.

Απολυτίκιο 
 Ήχος   α’.   του   λίθου    σφραγισθέντος.       
Της ερήμου πολίτης, και εν σώματι άγγελος, και θαυματουργός ανεδείχθης, θεφόρε πατήρ ημών Μίκαλλε, νηστεία,   αγρυπνία,   προσευχή, ουράνια    χαρίσματα   λαβών   θεραπεύεις   τους    νοσούντας,   και   τας   ψυχάς των    πίστει    προστρεχόντων   σοι.   Δόξα   τω   δεδωκότι   σοι   ισχύν   δόξα   τω   σε στεφανώσαντι,   δόξα   τω   ενεργούντι   δια   σου   πάσιν   ιάματα.

Έτερον απολυτίκιο υπό Χαραλάμπους Μ. Μπούσια. Ήχος δ. Ταχύ προκατάλαβε.
Χριστώ   ευηρέστησας   οσιακή αγωγή, θεσπέσιε Μίκαλλε, εν   τοις   σπηλαίοις της   γης   οικήσας   ως   άσαρκος,   εύχος   και   αντιλήπτωρ   Ακανθούς   της   εν Κύπρω,   πρέσβευε   δωρηθήναι   τοις   πιστοίς    ουρανόθεν   υγείαν   και   ειρήνην ψυχών   αδιατάρακτον.

Saint Michael


"I am the light of the world, the one that followeth me not in darkness, but in the light of life" (John 1: 12).

The Lord speaks and says! I am the light of the world all over the world.
He who follows me with absolute confidence and hope and a willing obedience to the words, he will never walk in the darkness, but will always have in him a biased and spiritual light that comes from true life, God, and leads again to Him. .
These wonderful and life-saving words, which came out of the mouth of the Divine Teacher for the first time, became a life-long slogan of thousands of souls and gave the Church countless myriad saints and martyrs of faith.
These words made all the saints experience and live their lives. We have experienced these words and his life and Saint Michael the beloved and highly respected saint of the inhabitants of the beautiful Acanthus and the surrounding villages.
We will deal with this saint in the lines that follow.
As we write elsewhere, Saint Michael is one of the three hundred saints who came to Cyprus around the middle of the 12th century after the Second Crusade (1147-1149 AD).
Unfortunately, we have no information about childhood, parents and the homeland of the saint. What we conclude about him is that the saint, when he was young, had to settle for a better life. He went to Germany and worked as a worker with other Greeks. There, one day, he heard the shocking sermon that was preached everywhere in the cities and countries of Europe at that time:
- Brothers, come join us for a sacred project! The Holy Land, where our Christ was born, grew up, walked and taught, the Places where we performed so many miracles, but also were persecuted and arrested and crucified and died and buried are under the power of mahamethane. Those who dare to go humble pilgrims are tormented. The Holy Land must be liberated. And in this sacred effort everyone is called to help.
In a short time those who felt in their hearts the flame of Christ's love to burn, gathered and formed a large army which one morning began to work the desire that was burning the hearts of these people. This army, known as the Second Crusade, was disbanded there in present-day Yugoslavia. Among the various troops there were three hundred Greeks, led by a certain Auxentius, known as Saint Auxentius. When the army was disbanded, the Greeks gathered and after an enthusiastic speech by the Commander, they decided to move to the Jordan area and live an ascetic life, a life devoted to God there.
The proposal was enthusiastically welcomed. After a prayer made by everyone, our people started. First they went and worshiped together in Jerusalem. They then proceeded to the Jordan deserts in order to devote themselves to God and live there the life they had decided, the solitary and ascetic life. Fasting, prayer, alertness, the study of the Bible, but also the practical love for all those in need, to be taken care of daily. Unfortunately, Jordan's environment did not help them at all in the life they chose to live. The enemies of the faith of Christ who watched the lives and progress of the ascetics in those places with a fervent eye began to harass them. And they escaped one day to the beach in order to escape that place. Here they found a boat, entered and came to Cyprus, which was then renowned for its piety. The boat stopped at Paphos. One tradition even says that because of a loud thud, it crashed on the rocks. Fortunately people were all rescued on the wreckage of the boat and went out on land. From here they were scattered in different parts of the Island and each lived a blissful life in their own way.
So did St. Michael. Guided by the words of the psalmist (Psalm 1: 1-2), which testify that God is the man who is blessed and blessed, who avoids associating with corrupt and ungodly people and instead has given his will and thought to the law. of the Lord and he is studying day and night, he has gone the way he has chosen. In front of him always has the will of God, as the light of the world, Christ taught. Thinking of him he walks impatiently, crosses mountains and fields crossing rivers, torrents, fearless and fearless until he reaches the parts of Acanthus after many dangers and troubles. Two caves that he found in this place and still stand today make him stop and choose this place as his place of exercise.
The environment is wonderful. Various shrubs were covered and even today the plain around them is fragrant. The caves are spacious. In front of it lies the vast blue sea. Dreamy quiet. Only the roar of the waves can be heard slowly and the song of the birds flying over the bushes disturbs the quiet of the landscape. In this place, our saint, with gratitude immense to the All-Holy God, set his watch and under the blood-soaked flag of the Cross began the struggle. Throughout its existence a thought reigns. The Lord and his commands. Everything in his materialism is foreign and indifferent. "Bewildered" considers all the material goods of this world the goods, making a comparison of them with the joy and rest that Christ gives. The words of the sacred hymnographer find their full application here again.
"The wilderness of life is blessed, I believe in love with feathers." That is, the life of those who go and settle in the wilderness away from the world for God's love is a blessed, blessed life. And these people's lives are like that, because the monks are free from any disturbance and care in the world. These follow God in their minds, and always turn to Him with a love and a passionate and uninterrupted love. Their unique concern and care have one thing. Like Him.
This concern and care is also given by our beloved, the Lord. He offers himself every moment and time. Everyday passion and struggle, how to become a man of virtue and to love God. The words of Christ's lifelong friend, John, are continually before him. "The world is produced, and the desire for it, and whose will remains for ever and ever." (1 John 6 ', 17). This vain world and the sinful desires of the ego are gone, and with them all that the people desire to possess in it. But he who loves God and does His will does not go away. It remains eternal. For the love of God he also forsaken this world and the world. His only endeavor now was to make progress in virtue. The Lord's will is studied daily with care and devotion to the Holy Gospel. With prayer also the warm, alert, fasting climbs the stairs daily to her virtue. By this means, having "crucified the flesh with all passion and desire," as his uncle Apostle says (Gal. 5, 24), he is now free to march steadily to one day where eternal bliss reigns.
In this secluded and wonderful part of our martyred Cyprus watered with the blood and tears of so many and martyrs, our saint lived many years with basic food grassy grass and roots and tender herbs. His diet is simple. The joy and the peace of his heart abound. His offerings to the thirsty souls for consolation and illumination, which from the first days of his acquaintance, did not often cease to visit him and seek his help richer. Help in the difficulties and persecutions they faced with the hard-working conquerors of our island, the Franks. But also help to the various diseases that plague the inhabitants of this painful place. Every day, at various times, crowds of Christians visited him to hear his words and counsel or to seek the healing of their patients who brought him.
The grace of the Holy Spirit that had set in his soul richly rendered the coveted health of those who were sincerely repentant in his sight and who in faith deeply prayed for the mercy of God in his prayers. No one left his station unhappy. His holiness had shone in the notion of the Church. And when the love of God had called him to rest in life beyond his grave, the saint quietly surrendered his soul on August 7 at the hands of Him from whom he received eternal glory and blessings eternal. His miraculous power continues today with those who faithfully visited until the invasion of the barbarous Attila in 1974, his chapel, which was next to the caves and relegated to its sanctuary, receiving healing and consolation in their ordeal.
The miraculous grace of St. Michael was mentioned in the healing of malaria and leprosy. Also the mothers who nursed their little children, when they had no milk, went in his favor by faith, fed by the stalactites who were in the caves and begged for his help, which they received richly. Undeterred fragrance, the ancients say, flowed from the two caves to the last, reaching around the fields cultivated by the Akanthus farmers. Next to the caves there was and there is another bitter myrtle, "the myrtle of St. Michael" to which rich miraculous attributes were attributed.
With the heart tightened and bathed in the tears of sincere repentance, the inhabitants of the hurt Acanthus are invited, wherever they are, and with them all the faithful Christians of Cyprus, the island that is sanctified by so many saints, together with the saint Michael, of whom we are talking, always remember, and yet we all often, often, remember this truth:
Sincere repentance is the only means for a person to be able to get out of the calamities that afflict and afflict him at all times. True repentance is the power that drives man and the most sinner to the path of salvation. We are called upon to use this medium, this medicine, too, at this time, if we are to be saved and to achieve our redemption and salvation again. It is time for our souls to crumble, to weep for our sins, and to sincerely confess to seek God's mercy and receive it. His mercy will be bestowed upon us. And we will achieve the redemption we desire. Then the freelancers will return to their favorite places again. We will go back to our villages. The bells of the churches that Attila's barbarians did not destroy will resurface and we will resume their operation. with unending joy and rejoicing we will again extend our warm thanks to the Lord, His Mother and all of us, and to our saints.
Then, with joy and rejoicing, we will again chant our current song. "This day the Lord did not make us happy and delight in it."
Saints of our Cyprus, Saint Michael, give, we ask you, this day to come as soon as possible. Amen.

Introit
 Sound a '. of the stone sealed.
A desert citizen, and an angelic body, and a miraculous miracle-worker, our Father Michael has fasted, fasted, watched over, prayed for, celestial gifts of the healing of their healers, and the souls of their faithful worshipers. Glory to the devotees, Glory to them in the crown, Glory to the active in you all.

Another apolitic by Charalambous M. Boussia. Sound d. Fast biased.
Christ instituted a lawsuit, instituted by Michalle, in the caverns of her land as flimsy, eager and perceptive of her Acanthus in Cyprus.

Δεν υπάρχουν σχόλια: