Ματθ.
7,24-8,4
7,24 Πᾶς οὖν
ὅστις ἀκούει μου τοὺς
λόγους τούτους καὶ
ποιεῖ αὐτούς, ὁμοιώσω
αὐτὸν ἀνδρὶ
φρονίμῳ, ὅστις ᾠκοδόμησε τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπὶ τὴν πέτραν·
25 καὶ
κατέβη ἡ βροχὴ
καὶ ἦλθον οἱ
ποταμοὶ καὶ ἔπνευσαν οἱ
ἄνεμοι καὶ προσέπεσον τῇ
οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ
οὐκ ἔπεσε· τεθεμελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν.
26 καὶ πᾶς ὁ ἀκούων μου τοὺς λόγους
τούτους
καὶ μὴ
ποιῶν αὐτοὺς ὁμοιωθήσεται ἀνδρὶ
μωρῷ, ὅστις ᾠκοδόμησε τὴν οἰκίαν
αὐτοῦ
ἐπὶ τὴν ἄμμον·
27 καὶ κατέβη
ἡ βροχὴ καὶ ἦλθον οἱ
ποταμοὶ καὶ ἔπνευσαν οἱ
ἄνεμοι καὶ προσέκοψαν τῇ
οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ
ἔπεσε, καὶ ἦν
ἡ πτῶσις αὐτῆς
μεγάλη.
28 Καὶ ἐγένετο ὅτε συνετέλεσεν ὁ ᾿ Ιησοῦς τοὺς λόγους τούτους, ἐξεπλήσσοντο οἱ ὄχλοι ἐπὶ τῇ διδαχῇ αὐτοῦ·
29 ἦν γὰρ διδάσκων αὐτοὺς ὡς ἐξουσίαν ἔχων, καὶ οὐχ ὡς οἱ γραμματεῖς.
28 Καὶ ἐγένετο ὅτε συνετέλεσεν ὁ ᾿ Ιησοῦς τοὺς λόγους τούτους, ἐξεπλήσσοντο οἱ ὄχλοι ἐπὶ τῇ διδαχῇ αὐτοῦ·
29 ἦν γὰρ διδάσκων αὐτοὺς ὡς ἐξουσίαν ἔχων, καὶ οὐχ ὡς οἱ γραμματεῖς.
8,1 Καταβάντι δὲ αὐτῷ ἀπὸ
τοῦ ὄρους ἠκολούθησαν αὐτῷ ὄχλοι πολλοί.
2 Καὶ ἰδοὺ
λεπρὸς ἐλθὼν προσεκύνει αὐτῷ λέγων· Κύριε,
ἐὰν θέλῃς, δύνασαί με καθαρίσαι.
3 Καὶ
ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἥψατο
αὐτοῦ ὁ ᾿
Ιησοῦς λέγων· θέλω,
καθαρίσθητι. Καὶ εὐθέως
ἐκαθαρίσθη αὐτοῦ ἡ
λέπρα.
4 Καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς·
ὅρα μηδενὶ
εἴπῃς, ἀλλὰ ὕπαγε σεαυτὸν δεῖξον τῷ ἱερεῖ
καὶ προσένεγκε τὸ δῶρον ὃ
προσέταξε Μωσῆς εἰς μαρτύριον αὐτοῖς.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ματθ.
7,24-8,4
7,24 «Καθέναν λοιπόν
που ακούει τους
λόγους μου τούτους
και τους εκτελεί, θα
τον παρομοιάσω με άνθρωπον φρόνιμον,
ο οποίος έκτισε
το σπίτι του επάνω
στην πέτρα.
25 Και
κατέβηκε η βροχή
και ήλθαν οι
ποταμοί και φύσησαν
οι άνεμοι και έπεσαν
πάνω στο
σπίτι εκείνο, αλλά
αυτό δεν έπεσε,
γιατί ήτο θεμελιωμένο επάνω
σε πέτρα.
26 Και
καθένας που ακούει
τους λόγους τούτους, αλλά
δεν τους εκτελεί, μοιάζει με
άνθρωπο μωρό, ο
οποίος έκτισε
το σπίτι του
επάνω στην άμμον.
27 Και
κατέβηκε η βροχή
και ήλθαν οι
ποταμοί και φύσησαν
οι άνεμοι και κτύπησαν
επάνω στο σπίτι
εκείνο και έπεσε.
Και το πέσιμό
του ήτο μεγάλο».
28 Όταν
ο Ιησούς τελείωσε τους
λόγους αυτούς, ο κόσμος
θαύμαζε για την διδασκαλία του,
29 διότι τους
δίδασκε σαν ένας
που έχει εξουσία,
και όχι όπως
οι γραμματείς.
8,
1 Όταν κατέβηκε από
το όρος, τον
ακολούθησε κόσμος πολύς.
Και ένας
λεπρός, αφού τον
πλησίασε, τον προσκυνούσε και ΄ ελεγε, «Κύριε, εάν
θέλῃς, μπορείς να με
καθαρίσῃς».
3
Και ο
Ιησούς άπλωσε το
χέρι του, τον
άγγιξε και είπε, «Θέλω, καθαρίσου».
4
Και αμέσως εκαθαρίσθηκε η λέπρα
του. Και του
λέγει ο Ιησούς, «Κοίταξε, να
μην πης τίποτε
σε κανέναν, αλλά
πήγαινε, δείξε τον
εαυτόν σου στον ιερέα
και πρόσφερε το
δώρον, που διέταξε
ο Μωϋσής, για να του
δείξῃς την υπακοή
σου».
Ρωμ. 3,28-4,4
3,28 Λογιζόμεθα οὖν πίστει δικαιοῦσθαι ἄνθρωπον
χωρὶς ἔργων νόμου.
29 Ἢ Ἰουδαίων ὁ
Θεὸς μόνον; Οὐχὶ δὲ
καὶ ἔθνῶν; Ναὶ καὶ ἐθνῶν,
30 ἐπείπερ εἷς
ὁ Θεὸς ὃς
δικαιώσει περιτομὴν ἐκ πίστεως
καὶ
ἀκροβυστίαν διὰ τῆς πίστεως.
31 Νόμον οὖν καταργοῦμεν διὰ τῆς πίστεως; Μὴ γένοιτο, ἀλλὰ νόμον ἱστῶμεν.
31 Νόμον οὖν καταργοῦμεν διὰ τῆς πίστεως; Μὴ γένοιτο, ἀλλὰ νόμον ἱστῶμεν.
4,1 Τὶ
οὖν ἐροῦμεν Ἀβραὰμ τὸν πατέρα ἡμῶν εὑρηκέναι κατὰ σάρκα;
2 Εἰ
γὰρ Ἀβραὰμ ἐξ ἔργων
ἐδικαιώθη, ἔχει καύχημα,
ἀλλ᾿ οὐ πρὸς τὸν
Θεόν.
3 Τί
γὰρ ἡ γραφὴ
λέγει; ἐπίστευσε δὲ
Ἀβραὰμ τῷ Θεῷ καὶ ἐλογίσθη
αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην.
4 Τῷ
δὲ ἐργαζομένῳ ὁ μισθὸς οὐ
λογίζεται κατὰ χάριν,
ἀλλὰ κατὰ ὀφείλημα·
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ρωμ. 3,28-4,4
3,28 Πιστεύομεν λοιπόν
ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται
με την πίστιν
χωρίς τα έργα του νόμου.
29 Νομίζετε ότι
ο Θεός είναι
Θεός των Ιουδαίων
μόνον; Δεν
είναι και των εθνικών; Ναι και
των εθνικών, αφού
ένας είναι ο Θεός.
30 Αυτός
θα δικαιώσει τον περιτμημένον δια
της πίστεως και
τον απερίτμητον δια της πίστεως.
31 Καταργούμεν λοιπόν τον νόμον δια της πίστεως; Μη γένοιτο, τοὐναντίον ανορθώνομεν τον νόμον.
31 Καταργούμεν λοιπόν τον νόμον δια της πίστεως; Μη γένοιτο, τοὐναντίον ανορθώνομεν τον νόμον.
4, 1 Τί
θα πούμε λοιπόν,
ότι επέτυχε ο Αβραάμ, ο
φυσικός πατέρας μας;
2 Εάν
ο Αβραάμ έλαβε δικαίωσιν από
τα έργα του,
θα έχει λόγον
να καυχαται αλλ’ όχι
ενώπιον του Θεού.
3 Διότι
τί λέγει η γραφή; Επίστεψε ο Αβραάμ στον
Θεόν και αυτό του λογαριάσθηκε προς
δικαίωσιν.
4 Αλλά
σ’ εκείνον που
εργάζεται, ο μισθός
δεν του λογαριάζεται
ως χάρις αλλ’ ως
οφειλή.
Matt. 7.24-8.4
7:24 "Therefore
whosoever heareth these words, and doeth them, I will be likened to a wise man,
who built his house upon the stone.
25 And the rain descended,
and the rivers came, and the winds came down, and fell upon that house, but it
fell not because it was laid upon stone.
26 And every one who hears
these words, but does not do them, looks like a baby man, who built his house
upon the sand.
27 And the rain descended,
and the rivers came, and the winds blew, and beat upon that house, and fell.
And his fish was big. "
28 When Jesus finished
these words, the world admired his teachings,
29 because he taught them
as one who has authority, and not as the secretaries.
8, 1 When he came down
from the mountain, he followed him a lot.
And a leper, having
approached him, worshiped him and said, "Lord, if you will, you can
cleanse me."
3 And Jesus stretched
forth his hand, and touched him, and said, "I will, cleanse."
4 And his leprosy was
immediately cleansed. And Jesus says to him, "Look, do not say anything to
anybody, but go, show yourself to the priest, and offer the gift that Moses
commanded to show him your obedience."
Rom. 3.28-4.4
3,28 We therefore believe
that man is justified by faith without the works of the law.
29 Do you think that God
is the God of the Jews alone? Are not they national? Yes and the national,
since one is God.
30 He will justify the
circumcised by faith and the unrighteous by faith.
31 Do we therefore abolish
the law by faith? Unwritten, we are uplifting the law.
4, 1 What then shall we
say that Abraham, our natural father, has accomplished?
2 If Abraham has received
righteousness from his works, he will have a reason to boast but not before
God.
3 For what does the script
say? Abraham believed in God, and this was counted upon him for righteousness.
4 But to him who works,
the salary is not his due but as a debt.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου