24/2/20

Ο Όσιος Έρασμος εκ Ρωσίας


Ο   Όσιος  Έρασμος γεννήθηκε  στη  Ρωσία  από  πλούσιους  και  επιφανείς γονείς. Όταν, μία μέρα, κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, άκουσε τον διάκονο να προσεύχεται για εκείνους που αγαπούν  την  ευπρέπεια   του   οίκου   του    Κυρίου,   διέθεσε   ολόκληρη την    περιουσία  του  για  την   ευπρέπιση   του    ναού    της   Υπεραγίας Θεοτόκου   των   Σπηλαίων  της   Λαύρας  του   Κιέβου.  Έπειτα  έγινε    και  ο ίδιος μοναχός  εκεί  και  άρχιζε να  στολίζει  τον  εαυτό του  με τις  αρετές   του   Αγίου   Πνεύματος.
Όμως    ο  διάβολος  έστησε μία  ολέθρια παγίδα  στον   Όσιο.  Όταν   πια όλα  τα πλούτη του είχαν χρησιμοποιηθεί για την Εκκλησία της Παναγίας, ο  μακάριος Έρασμος σκέφθηκε  ότι μάταια  τα  ξόδεψε γι’ αυτό  τον  σκοπό  και  ότι  έπρεπε  να   τα   μοιράσει    στους    πτωχούς.   Ο Όσιος  δεν   κατάλαβε  πως   οι    λογισμοί  αυτοί   ήταν   πειρασμικοί. Έπεσε   σε   αθυμία και  απόγνωση. Ούτε οι  προσπάθειες  του  ηγουμένου,  ούτε  η  συμπαράσταση  και  οι  συμβουλές  των  αδελφών  στάθηκαν  ικανές   να   τον   βοηθήσουν  και    να    τον   παρηγορήσουν.  Άρχισε  να  ζει  απρόσεκτα για μοναχό. Σπαταλούσε  τον   χρόνο   του μοναχικού   βίου   του  άσκοπα, χωρίς πνευματικό  αγώνα, χωρίς προσευχή, χωρίς   υπακοή,   βυθισμένος   στην   ψυχόλεθρη  ακηδία   και  την    αμέλεια.
Όταν  είδαν  οι  πατέρες   ότι    τα   λόγια  τους  όχι   μόνο  δεν τον ωφελούσαν, αλλά  τον   ερέθιζαν   κιόλας,   σταμάτησαν   πια   να   του μιλούν   και   άρχισαν   να   προσεύχονται.   Ο    φιλάνθρωπος   Κύριος    δεν   άφησε   να   πάνε   χαμένοι   οι   προηγούμενοι   κόποι   και   οι   αρετές   του   δούλου   Του.   Παρεχώρησε,   λοιπόν,   να   ασθενήσει.   Ο  Όσιος  έφθασε  στα  πρόθυρα  του θανάτου. Για επτά ημέρες  ήταν αναίσθητος, μην μπορώντας να πάρει τροφή ή να επικοινωνήσει με κανένα.   Την   όγδοη   ημέρα   ο   ηγούμενος   κάλεσε   όλη  την αδελφότητα γύρω στην κλίνη του. Εκείνη την στιγμή όμως, ο ετοιμοθάνατος    Έρασμος,   συνήλθε,   ανασηκώθηκε,   κάθισε  στο κρεβάτι   και  είπε προς   τους   πατέρες:   «Αδελφοί,   είμαι   αμαρτωλός και   έζησα  ράθυμα.   Ο   θάνατος  με  βρήκε    αμετανόητο.   Ενώ    όμως  ο   διάβολος   με   χαρά   περίμενε   το  τέλος   μου,  παρουσιάσθηκαν   οι Όσιοι   Πατέρες  μας  Αντώνιος  και  Θεοδόσιος   και   μου   είπαν   ότι προσευχήθηκαν  για  μένα στον Κύριο. Και  Εκείνος, σαν πολυεύσπλαχνος,  μου  χάρισε  καιρό  μετανοίας.  Μετά  είδα  και  την Κυρία    Θεοτόκο,  η   οποία    μου  είπε  ότι,  επειδή  στόλισα  την  Εκκλησία   της   και    την   πλούτισα   με   ωραίες   εικόνες   και   πολύτιμα σκεύη,  μεσολάβησε  για  μένα   στον   Υιό   της   και   σε   τρεις   ημέρες   θα    με πάρει κοντά της, επειδή  αγάπησα  την  ευπρέπεια  του  οίκου αυτής».
Έτσι, μετά τρεις ημέρες ο Όσιος Έρασμος, το έτος 1160, κοιμήθηκε ειρηνικά.

The Holy Erasmus from Russia

Saint Erasmus was born in Russia to wealthy and prominent parents. When, one day, during the Divine Liturgy, he heard the deacon pray for those who love the decency of the Lord's house, he devoted all his fortune to the temple of the Virgin Mary of the Lavra Caves. Then he became a monk there and began to adorn himself with the virtues of the Holy Spirit.
But the devil set up a devastating trap for Osios. When all his wealth had been used for the Church of Our Lady, Blessed Erasmus thought that he had spent it in vain for this purpose, and that he had to distribute it to the poor. Osios did not understand that these calculations were tempting. He fell into disgust and despair. Neither the efforts of the abbot, nor the support and advice of the brothers were able to help and comfort him. He began to live carelessly for a monk. He was wasting the time of his lonely life unnecessarily, without spiritual struggle, without prayer, without obedience, immersed in psychic agony and negligence.
When the fathers saw that their words not only did not benefit him, but irritated him, they stopped talking to him and began to pray. The philanthropic Lord did not let the former labors and virtues of His servant go astray. So he allowed himself to fall ill. Hosios arrived on the brink of death. For seven days she was unconscious, unable to get food or communicate with anyone. On the eighth day the abbot called all the fraternity around his bed. But at that moment, the dying Erasmus got up, got up, sat on the bed, and said to the fathers: "Brothers, I am a sinner and I have lived a great life. Death found me incomprehensible. But while the devil waited for my end, our Holy Fathers Antony and Theodosius came and told me that they had prayed for me in the Lord. And He, as a merciful man, gave me a time of repentance. Then I also saw Lady Theotokos, who told me that because I adorned her Church and enriched her with beautiful images and precious vessels, she interceded for me with her Son, and in three days she would take me with her, because I loved the decency of the house of her. "
Thus, after three days the Holy Erasmus, in the year 1160, slept peacefully.

Δεν υπάρχουν σχόλια: