24/7/19


Ματθ. 13, 31-36

31 Ἄλλην παραβολὴν παρέθηκεν αὐτοῖς λέγων· ὁμοία ἐστὶν ἡβασιλεία τῶν οὐρανῶν κόκκῳ σινάπεως, ὃν λαβὼν ἄνθρωπος ἔσπειρεν ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ·
32 ὃ μικρότερον μέν ἐστι πάντων τῶν σπερμάτων, ὅταν δὲ αὐξηθῇ, μεῖζον πάντων τῶν λαχάνων ἐστὶ καὶ γίνεται δένδρον, ὥστε ἐλθεῖν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ κατασκηνοῦν ἐν τοῖς κλάδοις αὐτοῦ.
33 Ἄλλην παραβολὴν ἐλάλησεν αὐτοῖς· ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ζύμῃ, ἣν λαβοῦσα γυνὴ ἐνέκρυψεν εἰς ἀλεύρου σάτα τρία, ἕως οὗ ἐζυμώθη ὅλον.
34 Ταῦτα πάντα ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐν παραβολαῖς τοῖς ὄχλοις, καὶχωρὶς παραβολῆς οὐδὲν ἐλάλει αὐτοῖς,
35 ὅπως πληρωθῇ τὸ ρηθὲν διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόμα μου, ἐρεύξομαι κεκρυμμένα ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
36 Τότε ἀφεὶς τοὺς ὄχλους ἦλθεν εἰς τὴν οἰκίαν αὐτοῦ. Καὶπροσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· φράσον ἡμῖν τὴν παραβολὴν τῶν ζιζανίων τοῦ ἀγροῦ.

ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ  ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Ματθ. 13, 31-36

31 Ἄλλην παραβολὴν τοὺς παρουσίασε καὶ τοὺς ἔλεγε, «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μοιάζει μὲ σπόρον τοῦ σιναπιοῦ, τὸν ὁποῖον ἐπῆρε ἕνας ἄνθρωπος καὶ τὸν ἔσπειρε στὸ χωράφι του.
32 Αὐτὸς ὁ σπόρος εἶναι μὲν ὁ μικρότερος ἀπὸ ὅλους τοὺς σπόρους, ὅταν ὅμως μεγαλώσῃ εἶναι τὸ μεγαλύτερον ἀπὸ ὅλα τὰ λαχανικὰ καὶ γίνεται δένδρον, ὥστε νὰ ἔρχωνται τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ κάνουν φωληὲς εἰς τοὺς κλάδους του».
33 Ἄλλην παραβολὴν τοὺς εἶπε, «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μοιάζει μὲ προζύμι, τὸ ὁποῖον ἐπῆρε μία γυναῖκα καὶ τὸ ἀνέμιξε μὲ τρία σάτα ἀλεῦρι, ἕως ὅτου ἐζυμώθηκε ὅλον».
34 Ὅλα αὐτὰ εἶπε ὁ Ἰησοῦς μὲ παραβολὰς εἰς τὰ πλήθη, καὶ δὲν τοὺς ἔλεγε τίποτε χωρὶς παραβολήν,
35 διὰ νὰ ἐκπληρωθῇ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου, «Θὰ ἀρχίσω νὰ μιλῶ μὲ παραβολὰς καὶ θὰ πῶ πράγματα κρυμμένα ἀπὸ τὸν καιρὸν τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου».
36 Τότε ἄφησε τὰ πλήθη καὶ ἦλθε εἰς τὸ σπίτι του. Καὶ ἦλθαν οἱ μαθηταί του καὶ τοῦ εἶπαν, «Ἐξήγησέ μας τὴν παραβολὴν τῶν ζιζανίων τοῦ χωραφιοῦ».

Α΄Κορ. 2,9-3,8

2, 9 ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν.
10 Ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ· τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ.
11 Τίς γὰρ οἶδεν ἀνθρώπων τὰ τοῦ ἀνθρώπου εἰ μὴ τὸ πνεῦμα τοῦἀνθρώπου τὸ ἐν αὐτῷ; οὕτω καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ τὸΠνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
12 Ἡμεῖς δὲ οὐ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸἐκ τοῦ Θεοῦ, ἵνα εἰδῶμεν τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν.
13 Ἃ καὶ λαλοῦμεν οὐκ ἐν διδακτοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν διδακτοῖς Πνεύματος Ἁγίου, πνευματικοῖς πνευματικὰσυγκρίνοντες.
14 Ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ· μωρία γὰρ αὐτῷ ἐστι, καὶ οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνακρίνεται.
15 Ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει μὲν πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ᾿ οὐδενὸς ἀνακρίνεται.
16 Τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ὃς συμβιβάσει αὐτόν; Ἡμεῖς δὲ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν.
3, 1 Καὶ ἐγώ, ἀδελφοί, οὐκ ἠδυνήθην ὑμῖν λαλῆσαι ὡς πνευματικοῖς, ἀλλ᾿ ὡς σαρκικοῖς, ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ.
2 Γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καὶ οὐ βρῶμα. Οὔπω γὰρ ἠδύνασθε. ἀλλ᾿ οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε· ἔτι γὰρ σαρκικοί ἐστε.
3 Ὅπου γὰρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καὶ ἔρις καὶ διχοστασίαι, οὐχὶ σαρκικοίἐστε καὶ κατὰ ἄνθρωπον περιπατεῖτε;
4 Ὅταν γὰρ λέγῃ τις, ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἕτερος δὲ ἐγὼ Ἀπολλώ, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε;
5 Τίς οὖν ἐστι Παῦλος, τίς δὲ Ἀπολλὼς ἀλλ᾿ ἢ διάκονοι δι᾿ ὧν ἐπιστεύσατε, καὶ ἑκάστῳ ὡς ὁ Κύριος ἔδωκεν;
6 Ἐγὼ ἐφύτευσα, Ἀπολλὼς ἐπότισεν, ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς ηὔξανεν·
7 ὥστε οὔτε ὁ φυτεύων ἐστί τι οὔτε ὁ ποτίζων, ἀλλ᾿ ὁ αὐξάνων Θεός.
8 Ὁ φυτεύων δὲ καὶ ὁ ποτίζων ἕν εἰσιν· ἕκαστος δὲ τὸν ἴδιον μισθὸν λήψεται κατὰ τὸν ἴδιον κόπον.






ΑΠΟΔΟΣΗ  ΣΤΗ  ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ

Α΄Κορ. 2,9-3,8

2, 9 Αλλά,   καθώς   είναι   γραμμένο,   Εκείνα   που   μάτι   δεν   είδε   και   αυτί  δεν άκουσε   και     νους   ανθρώπου   δεν   συνέλαβε,  εκείνα   που   ετοίμασε   ο   Θεός   δι’ εκείνους   που   τον  αγαπούν.
10 Σ’   εμάς   ο    Θεός  τα  απεκάλυψε   δια   του   Πνεύματός   του,   διότι   το   Πνεύμα τα   ερευνά   όλα,   ακόμη  και   τα   βάθη   του   Θεού.
11 Ποιος   από   τους   ανθρώπους   ξέρει   τι    είναι   ο   άνθρωπος  παρά   μόνον   τον πνεύμα   του   ανθρώπου,   που   είναι   μέσα   του;   Έτσι   και   το   τι   είναι   ο   Θεός κανείς   δεν   το   ξέρει   παρά   μόνον   το   Πνεύμα   του    Θεού.
12 Εμείς   δεν   ελάβαμε   το   πνεύμα   του  κόσμου  αλλά   το   Πνεύμα   που προέρχεται  από   τον   Θεό,   για   να   γνωρίσωμεν   εκείνα   που   μας εχαρίσθησαν   από   τον   Θεό.
13 Γι’  αυτά   μιλάμε,   όχι   με   λόγους   που   μας   τους   δίδαξε   ανθρώπινη   σοφία, αλλά   με   λόγους   που   τους   δίδαξε   το   Πνεύμα   το   Άγιο,  ερμηνεύοντες πνευματικά   πράγματα    σε  πνευματικούς   ανθρώπους.
14 Ο   φυσικός   άνθρωπος   δεν   δέχεται   όσα   προέρχονται   από   το   Πνεύμα   του Θεού,   διότι   γι’   αυτόν   είναι    μωρία·  δεν  μπορεί  να   τα   καταλάβει,   διότι   πρέπει να   εξετασθούν   πνευματικώς.
15 Αλλ’   ο  πνευματικός  άνθρωπος   κρίνει   όλα  τα   πράγματα,   ο   ίδιος   όμως δεν   κρίνεται  από  κανέναν.   Διότι,
16 Ποιός   εγνώρισε  την   σκέψι   του     Κυρίου,   ώστε  να   τον   διδάξει;   Εμείς όμως   έχουμε   νου   Χριστού.
3,1 Και   εγώ,  αδελφοί,   δεν   μπόρεσα  να  σας   μιλήσω   όπως  θα  ήρμοζε  σε πνευματικούς   ανθρώπους,   αλλ’   όπως   ήρμοζε  σε  γηΐνους,   σε   νήπια   εν Χριστώ.
2 Γάλα  σας   επότισα   και   όχι  στερεά   τροφή,   διότι  ακόμη   δεν    μπορούσατε να   την  δεχθήτε.   Αλλ’   ούτε   και  τώρα  ακόμη   μπορείτε,   διότι  ακόμη   είσθε γήϊνοι.
3 Όταν   υπάρχει  μεταξύ   σας   ζηλοτυπία   και   φιλονεικία   και   διαίρεσις,   δεν είσθε   γήϊνοι   και   δεν   φέρεσθαι  σαν   κοινοί   άνθρωποι;
4 Διότι   όταν   ο  ένας  λέγει:   «Εγώ   είμαι   του   Παύλου»   και   ο   άλλος:   «Εγώ είμαι   του   Απολλώ»,   δεν   είσθε   κοινοί   άνθρωποι;
5 Τί   είναι   επί   τέλους   ο  Παύλος;   Τί   είναι   ο  Απολλώς,  παρά   υπηρέτες   δια των   οποίων   επιστέψατε   και   όπως   ο   Κύριος  έδωκε    στον   καθένα;
6 Εγώ   εφύτεψα,   ο   Απολλώς  επότισε,   ο   Θεός   όμως   έδινε   την   αύξησι.
7 Ώστε,   ούτε   εκείνος   που   φυτεύει   είναι   τίποτε   ούτε   εκείνος   που   ποτίζει, αλλ’   ο   Θεός   που   δίνει   την   αύξησι.
8 Εκείνος   που   φυτεύει   και   εκείνος   που   ποτίζει   είναι   το   ίδιο,   αλλ’   ο καθένας   θα   πάρει  τον    δικό   του   μισθό   σύμφωνα   με  τον  δικό   του   κόπο.

Matt. 13, 31-36

31 The Greek parable presented them, and he said, "The kingdom of the nations looks like the seed of the sons of a man who has been cast into a man's field, and he has come to his field.
32 This seed is the smallest of all seed, but when it grows, it is the greatest of all the vegetables, and the tree is made, the birthing of the bush, and the nesting of its branches. "
33 And he said to them, "The kingdom of the nations is like a meal which a woman has given, and she has mixed three sats of oil, until she has been dressed".
34 And thou didst see this parable unto the multitude, and whosoever called them no parable,
35 By the word of the prophet he said: "I will begin to speak with parables and things that are hidden from the time of the creation of the world."
36 Then he set the multitude, and went to his house. His disciples and his son said, "Explain to us the paralysis of the weeds of the field."

Acor. 2.9-3.8

2: 9 But, as it is written, Those whose eye did not see, and an ear did not hear, and the minds of men did not conceive, those prepared by God for those who love him.
10 To us God revealed them by His Spirit, for the Spirit searches them all, even the depths of God.
11 Who knows what man is but the spirit of man that is within him? So what God is, no one knows but the Spirit of God.
12 We did not receive the spirit of the world, but the Spirit that comes from God, so that we may know those who have received us from God.
13 For this we are speaking, not by reasons taught to us by human wisdom, but by reasons taught by the Holy Spirit, interpreting spiritual things to spiritual people.
14 The natural person does not accept what comes from the Spirit of God because he is a moron for him; he can not understand them because they have to be examined spiritually.
15 But the spiritual man judges all things, but he is not judged by anyone. Because,
16 Who has known the Lord's mind to teach him? But we have the mind of Christ.
3: 3 And I, brethren, could not speak to you as it would have been in spiritual people, but as it was in earth, in infants in Christ.
2 Your milk was over, and not solid food, because you still could not accept it. But you still can not, because you are still Earth.
3 When there is between you jealousy and ambition and division, are you not earthly and do not behave like ordinary people?
4 For when one says, "I am of Paul," and the other, "I am the Apollos," are you not common people?
5 What is Paul at last? What is Apollos, rather than servants through whom you retired and as the Lord gave to everyone?
6 I have thrust, Apollos was watching, but God gave the increase.
7 That neither he who plants is anything, nor the one who is watering, but God who gives the increase.
8 He who plants and he who is watering is the same, but everyone will take his own salary according to his own pain.

Δεν υπάρχουν σχόλια: