19/1/19

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός Επίσκοπος Εφέσου


Ο Άγιος Μάρκος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ των ετών 1392  και  1393 «εκ   τινος   πατρωνυμίας Ευγενικός καλούμενος». Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν διάκονος και σακελλίων της Μεγάλης Εκκλησίας, μετέπειτα  δε έγινε πρωτέκδικος, πρωτονοτάριος  και  μέγας  χαρτοφύλαξ,   η   δε   μητέρα   του   ονομαζόταν   Μαρία και   ήταν θυγατέρα   του   ιατρού   Λουκά.
Σπούδασε σε μεγάλους διδασκάλους, στον Γεώργιο Πλήθωνα, τον Μητροπολίτη  Σηλυβρίας Χορτασμένο, τον Μανουήλ Χρυσόκκο, τον Ιωσήφ   Βρυέννιο  και  άλλους  και  είχε  έξοχη παιδεία.
Στη συνέχεια   προσήλθε  στο   μοναχικό   βίο, κατά το έτος 1418, σε κάποια μονή στα Πριγκηπόννησα και τάχθηκε υπό την πνευματική επιστασία   του   ενάρετου   μοναχού   Συμεών,   ο  οποίος τον   έκειρε μοναχό   και   τον   μετονόμασε    από   Μανουήλ,   Μάρκο.
Μόνασε κυρίως στη Μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων στην Κωνσταντινούπολη.   Εκεί  επιδόθηκε στην ιερά μελέτη της Αγίας Γραφής και των συγγραμμάτων των Πατέρων της Εκκλησίας και συνέγραψε τα πρώτα,   δογματικού   κυρίως   περιεχομένου  έργα   του.   Το   έτος   1437 έγινε Επίσκοπος Εφέσου και έλαβε μέρος στην ενωτική Σύνοδο Φερράρας– Φλωρεντίας (1438 – 1439). Κατά τον Γεννάδιο Σχολάριο, ο Άγιος Μάρκος αναδείχθηκε Έξαρχος της Συνόδου και εκπροσώπησε σε αυτή τους Πατριάρχες Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. Στην αρχή των εργασιών της Συνόδου συνέστησε στους Λατίνους να αποβάλλουν το τραχύ και ανένδοτο του  τρόπου τους και της διαθέσεώς τους,  διότι απέβλεπε στην ειρήνευση, την άρση του Σχίσματος και την επανένωση της Ανατολικής και  Δυτικής  Εκκλησίας. Είπε μάλιστα χαρακτηριστικά:   «Πρώτον μεν όπως εστίν αναγκαιότατη η ειρήνη ήν  κατέλιπεν ημίν ο δεσπότης ημών ο Χριστός και αγάπη, δεύτερον ότι   παρέβλεψεν   η   Ρωμαϊκή  Εκκλησία την αγάπην και  διελύθη και η ειρήνη, τρίτον ότι ανακαλουμένη   νυν   η   Ρωμαϊκή Εκκλησία την τότε καταληφθείσαν  αγάπην, εσπούδασεν ίνα έλθωμεν ενταύθα και εξετάσωμεν τας μεταξύ ημών διαφοράς, τέταρτον ότι αδύνατόν εστιν  ανακαλέσασθαι την ειρήνην εάν μη λυθή το του σχίσματος αίτιον, και πέμπτον, ίνα και οι όροι των οικουμενικών συνόδων   αναγνωσθώσιν,   ως   αν  φανώμεν  και  ημείς σύμφωνοι τοις εν εκείναις  πατράσι και  η  παρούσα  σύνοδος εκείναις  ακόλουθος…».
Αντιλήφθηκε  όμως εγκαίρως, ότι οι Λατίνοι δεν επιθυμούσαν την εξέταση  των διαφορών  και των αιτιών του Σχίσματος και γενικά αληθινή  εκκλησιαστική ένωση, αλλά  επεδίωκαν  την   καθυπόταξη   της Ορθοδόξου  Εκκλησίας στον Πάπα και την παραδοχή   εκ   μέρους   αυτής των λατινικών ετεροδιδασκαλιών, εγκαταλειπομένων των ορθοδόξων δογμάτων. Έτσι θεώρησε χρέος του να ηγηθεί της πανορθοδόξου αντιδράσεως κατά των λατινικών σχεδίων και τέθηκε επικεφαλής των αποκληθέντων Ανθενωτικών, όχι μόνο κατά την διάρκεια της Συνόδου, αλλά και   μετά   την  επιστροφή   του   στην    Κωνσταντινούπολη. Γι’ αυτό και  απέκρουσε κατά την διάρκεια των συνοδικών συζητήσεων τις αξιώσεις και την επιχειρηματολογία των Λατίνων και  αρνήθηκε  να υπογράψει τον όρο της επιβληθείσης   ψευδοενώσεως.   Η   μη   υπογραφή του απαράδεκτου  για την κοινή ορθόδοξη   εκκλησιαστική  συνείδηση, κειμένου   εκ   μέρους   του   Αγίου  Μάρκου,   είχε  τόσο   μεγάλη   σημασία, ώστε μόλις ο Πάπας Ευγένιος Δ’ (1431 – 1447) το πληροφορήθηκε   αναφώνησε περίλυπος :  «Εποιήσαμεν   λοιπόν ουδέν».      
Λίγο αργότερα ο αυτοκράτορας προσέφερε στον Άγιο τον Πατριαρχικό θρόνο, αλλά αυτός αρνήθηκε. Επειδή δε, δεν επιθυμούσε να συλλειτουργήσει  με τον   λατινόφρονα   Πατριάρχη   Μητροφάνη   τον από Κυζίκου, έφυγε  από  την Κωνσταντινούπολη  την ημέρα της Πεντηκοστής   του έτους 1440  και ήλθε στην Έφεσο. Και εκεί   όμως δεχόταν ενοχλήσεις από τους ενωτικούς. Γι’ αυτό αναχώρησε με προορισμό  το  Άγιον Όρος. Καθ’ οδόν, διερχόμενος δια της νήσου Λήμνου,   κρατήθηκε   και  περιορίσθηκε  εκεί, με εντολή του  αυτοκράτορα.   Στη   Λήμνο παρέμεινε δύο χρόνια και  από εκεί εξαπέλυσε  τη   σπουδαία   εγκύκλιό   του   «τοις   απανταχού   της   γης   και των νήσων ευρισκομένοις Ορθοδόξοις  Χριστιανοίς».   Μετά   ο   θεοειδής στην ψυχή  και την προαίρεση Άγιος, ήλθε στην  Κωνσταντινούπολη,   όπου   και   κοιμήθηκε   με  ειρήνη  στις 23 Ιουνίου του 1444 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε στη μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων.   Ο   Πατριάρχης   Γεννάδιος   Σχολάριος,   το   1456   μ.Χ., όρισε   δια   συνοδικής πράξεως, να εορτάζεται η μνήμη  του  Αγίου  στις  19    Ιανουαρίου.


Απολυτίκιο.   Ήχος   γ’.   Θείας   πίστεως.    
Θείας πίστεως, ομολογίᾳ, μέγαν εύρατο, η εκκλησία, ζηλωτήν σε θείε Μάρκε πανεύφημε, υπερμαχούντα  πατρῴου φρονήματος, και καθαιρούντα του σκότους υψώματα.   Όθεν   άφεσιν,   Χριστόν   τον   Θεόν ικέτευε,    δωρήσασθαι    ημίν  τοις  σεγεραίρουσι.


Κοντάκιον. Ήχος  γ’. Η   Παρθένος   σήμερον.       
Πανοπλίαν  άμαχον,  ενδεδυμένος θεόφρον,  την  οφρύν  κατέσπασας,  της Δυτικής  ανταρσίας, όργανον, του  Παρακλήτου γεγενημένος, πρόμαχος,   Ορθοδοξίας προβεβλημένος· δια  τούτο   σοι   βοώμεν·   χαίροις   ω   Μάρκε,   Ορθοδόξων   καύχημα.


Μεγαλυνάριον.
Της Ορθοδοξίας ταις αστραπαίς, λάμψας εν τη Δύσει, εξεθάμβησας εμφανώς, Δυτικώς τας όψεις, τους όρους των Πατέρων, ω  Μάρκε ρητορεύων,  πυρίνη   γλώττη  σου.

Saint Mark the Eugene Bishop of Ephesus

St. Marcos was born in Constantinople between 1392 and 1393 "the father of the name of the Eulogy called". His father, George, was a deacon and sakellia of the Great Church, later became a protector, prolettor, and a great paper keeper, and his mother was called Mary and was the daughter of Doctor Luke.
He taught to great teachers, Georgios Plethon, Metropolitan Selirias Chortasmenos, Manuel Chrysokakos, Joseph Vryennios and others, and he had a great education.
He then went to the monastic life in 1418 at a monastery in Princessonis and was placed under the spiritual supervision of the virtuous monk Simeon, who proclaimed him a monk and renamed Marko, Marko.
He stayed mainly in the Monastery of St. George of Manganos in Constantinople. There he performed the sacred study of the Holy Bible and the writings of the Fathers of the Church and wrote his first, mainly dogmatic works. In 1437 he became Bishop of Ephesus and took part in the Unification Council of Ferrara-Florence (1438-1439). According to Gennadios Scholario, St. Mark became the Exarch of the Synod and represented in this the Patriarchs of Antioch and Jerusalem. At the beginning of the Synod, he recommended that the Latins should expel the rough and adventurous manner of their dispensation, because it aimed at pacifying, removing the Schism and reunifying the Eastern and Western Church. He said: "First of all, as is absolutely necessary, peace and fellowship between our despot and Christ and love, secondly that the Roman Church overlooked the love and peace dissolved, thirdly that the Roman Catholic Church, when it was withdrawn, loved it then, we come here and examine our differences among us, fourthly, that it is impossible to recover peace if it is not cleared of the schism, and fifthly, the terms of the ecumenical sessions are read as if we can see and we are in agreement with those who are the ones who are following ... ".
However, he realized in time that the Latins did not want to examine the differences and the causes of the Schism and in general true ecclesiastical union, but sought the subjugation of the Orthodox Church to the Pope and the assumption on the part of the Latin heterodox, abandoned by Orthodox doctrines. Thus, he felt his duty to lead the Pan-Orthodox reaction against the Latin designs and became the head of the invaded Resurrectionists, not only during the Synod, but also after his return to Constantinople. That is why he refuted the claims and the argumentation of the Latins during the joint discussions and refused to sign the condition of the imposed pseudo-union. The non-signing of the unacceptable ecclesiastical conscience of Saint Mark was so important that once Pope Evgenios IV (1431-1447) was informed of it, he exclaimed a parable: "We did not say anything."
Shortly after, the emperor offered the Patriarchal throne to Saint, but he refused. Because he did not wish to co-operate with the Latin-born Patriarch Mitrofanis from Kyzikos, he left Constantinople on the day of the Pentecost of 1440 and came to Ephesus. And there, however, there was annoyance from the unionists. So he departed for Mount Athos. On his way, passing through the island of Limnos, he was detained and confined there, under the command of the Emperor. Lemnos remained for two years, and from there he unleashed his great circle "on all the earth and on the islands of Orthodox Christians". Then the theophant to the soul and the Saint, he came to Constantinople, where he slept peacefully on June 23, 1444 AD. and buried in the monastery of St. George of Manganos. The patriarch Gennadios Scholarios, in 1456 AD, appointed by conciliar act to commemorate the memory of the saint on January 19th.


Introit. Sound c '. Divine Faith.
Divine Faith, Confessional, Highly Enough, The Church, Zealous Merciful in God, we have been bouncing, overpowering Fathers' sentiment, and laying down the dark heights. Therefore, leave Christ, God begged, he was given to us.


Kontakion. Sound c '. The Virgin today.
Glorious, unarmed goddess, the broken off, the Western rebellion, the organ of the Sacred Penitent, the Procurator, Orthodoxy highlighted; that is why you are baptized; joy to marce, Orthodox pride.
Majesty.
The Orthodoxy of lightning, a shine in the West, manifesting visibly, the West faces, the terms of the Fathers, as well as the Marxist, your linguist of fire.

Δεν υπάρχουν σχόλια: