25/9/15

Η Οσία Ευφροσύνη

Ήταν  μοναχοκόρη  και  πολύ  πλούσια. Ο  πατέρας  της  Παφνούτιος ήταν ο πλουσιότερος της Αλεξάνδρειας και μαζί με την σύζυγό του διακρίνονταν  για  την  θερμή  πίστη  τους  στον  Θεό.
Δώδεκα  χρονών  η  Ευφροσύνη  έμεινε ορφανή από μητέρα, και ο πατέρας της αφοσιώθηκε ακόμα πιο φιλόστοργα στην επιμέλεια της κόρης του. Όταν η  Ευφροσύνη  έφθασε  στο  18ο  έτος  της  ηλικίας  της,  ο πατέρας  της  θέλησε  να  την  παντρέψει  με  έναν  νέο υψηλής κοινωνικής τάξης. Όμως  την ψυχή της Ευφροσύνης  είχε καταλάβει ο θείος έρωτας. Ο γάμος και  οι κοσμικότητες θα της ήταν εμπόδιο να αφιερωθεί συστηματικά στην ελεημοσύνη και στην υπηρεσία του πλησίον.
Γι’ αυτό  κάποια μέρα, αφού διαμοίρασε τα υπάρχοντά της στους φτωχούς, έφυγε  κρυφά  από  το  σπίτι, και  μετά  από  πολλές περιπέτειες, κατέληξε μεταμφιεσμένη ανδρικά σε κοινόβιο ανδρικό μοναστήρι.  Εκεί  πήρε το όνομα Σμάραγδος και όλοι οι μοναχοί θαύμαζαν τον πνευματικό της αγώνα και  τη  διακονία που πρόθυμα πρόσφερε σε  όλους. Έζησε  στο  μοναστήρι  38  χρόνια. Στο  τέλος  της ζωής της συναντήθηκε και  με τον πατέρα της, όταν  και  αυτός  έγινε μοναχός στο ίδιο μοναστήρι.  
Έτσι,  με  την  ζωή  της  η  Ευφροσύνη  μας  υπενθυμίζει  τα  λόγια  της Αγίας  Γραφής,  που λένε: «αρνησάμενοι τας κοσμικάς επιθυμίας σωφρόνως και  δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι». Δηλαδή, αφού  αρνηθούμε τις επιθυμίες του ματαίου και αμαρτωλού αυτού κόσμου, να  ζήσουμε  στον  παρόντα  αιώνα  με  εγκράτεια  στην  ζωή  μας, με  δικαιοσύνη  προς  τους  συνανθρώπους  μας  και  με ευσέβεια προς  τον  Θεό.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.       
Ὡς παρθένος φρονίμη καὶ ἀδιάφθορος, κατηγγυήθης ὁσίως τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ προσκαίρων τὴν χλιδὴν ἐμφρόνως ἔλιπες· ὅθεν ἐν μέσῳ τῶν ἀνδρῶν, ὡς ἀμόλυντος ἀμνάς, ἐξέλαμψας Εὐφροσύνη, καὶ τοῦ Βελίαρ τὰ κέντρα, τῇ πολιτείᾳ σου ἀπήμβλυνας.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς ἄνω ζωῆς, ποθοῦσα, τὴν κάτω τρυφήν, σπουδαίως καταλέλοιπας, καὶ σαυτὴν κατέμιξας, ἀναμέσον ἀνδρῶν παναοίδιμε· διὰ Χριστὸν γὰρ τὸν νυμφίον σου, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησας.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.           
Εὐφροσύνης πρόξενος ἡ βιοτή σου, τοῖς ἐν κόσμῳ γέγονε, προτυπωθείσης ἐναργῶς, τῇ φερωνύμῳ σου πένσεμνε, προσηγορίᾳ Εὐφροσύνη ἔνδοξε.


Μεγαλυνάριον.
Μνήστορα λιποῦσα τὸν γεηρόν, φαιδρῶς ἐνυμφεύθης, τῷ ὡραίῳ κάλλει Χριστῷ, δι’ ἀμέμπτου βίου, Ὁσία Εὐφροσύνη, δι’ οὗ ἀεὶ εὐφραίνεις, τοὺς σὲ γεραίροντας.


Δεν υπάρχουν σχόλια: