Ο Άγιος Μαρτινιανός
καταγόταν από την
Καισάρεια της Παλαιστίνης και έζησε στα χρόνια
του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μικρού (408 – 450 μ.Χ.). Από
μικρός ποθούσε τον βίο της ασκήσεως και της ησυχίας.
Σε ηλικία 18 ετών
αποσύρθηκε στο όρος του Κιβωτού και ζούσε εκεί ασκούμενος στην προσευχή
και την νηστεία. Κάποια γυναίκα αμαρτωλή
εμφανίστηκε με δολιότητα στη θύρα του κελιού του Αγίου και παρακαλούσε να την δεχθεί για διανυκτέρευση
μέσα στο κελί, διότι έχασε,
όπως έλεγε, το δρόμο και κινδύνευε να κατασπαραχθεί
από
τα θηρία κατά την διάρκεια της νύχτας.
Ο Άγιος
ενεργώντας με φιλανθρωπία
την φιλοξένησε στο
εξωτερικό μέρος του ερημητηρίου
του. Η γυναίκα αυτή
όμως απέβαλε το προσωπείο
και ποικιλοτρόπως προκαλούσε τον Άγιο. Ο γενναίος του Χριστού αθλητής προς κατανίκηση της εμπαθούς επιθυμίας, άναψε φωτιά και έριξε τον εαυτό του εντός αυτής.
Μόλις η γυναίκα
είδε αυτό, τα μάτια του πνεύματός της που έβλεπαν μόνο την διαφθορά,
ανέβλεψαν για πρώτη φορά. Η
αμαρτωλή γυναίκα μετανόησε και αφού έφυγε έγινε μοναχή
με το όνομα Παύλα και σώθηκε ζώντας
οσιακά στη Βηθλεέμ.
Ο Άγιος Μαρτινιανός
αναχώρησε από τον τόπο εκείνο και μετέβη σε ύφαλο, μέσα στην θάλασσα, ασκούμενος εκεί
επί δέκα ολόκληρα χρόνια. Επειδή
έφθασε στον ύφαλο μία γυναίκα ναυαγός,
ο
Όσιος απέφυγε τον πειρασμό και ασκούμενος περιπλανιόταν σε διαφόρους τόπους. Έτσι έφθασε στην Αθήνα, όπου και κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη σε βαθιά γεράματα περί
τα τέλη του 5ο υ ή τις
αρχές του 6ου
αιώνα μ.Χ. Ενταφιάσθηκε με τιμή από τον Επίσκοπο της πόλεως
και
το λαό.
Η Σύναξη του Οσίου ετελείτο στο Αποστολείο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που ήταν κοντά στην Μεγάλη Εκκλησία.
Η Σύναξη του Οσίου ετελείτο στο Αποστολείο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που ήταν κοντά στην Μεγάλη Εκκλησία.
Απολυτίκιον. Ήχος πλ.
δ’.
Την φλόγα των πειρασμών, δακρύων τοις οχετοίς, εναπέσβεσας μακάριε, και της θαλάσσης τα κύματα, και των θηρών τα ορμήματα, χαλινώσας, εκραύγαζες· Δεδοξασμένος εί Παντοδύναμε, πυρός και ζάλης ο σώσας με
Την φλόγα των πειρασμών, δακρύων τοις οχετοίς, εναπέσβεσας μακάριε, και της θαλάσσης τα κύματα, και των θηρών τα ορμήματα, χαλινώσας, εκραύγαζες· Δεδοξασμένος εί Παντοδύναμε, πυρός και ζάλης ο σώσας με
Κοντάκιον.
Ήχος β’. Τους ασφαλείς.
Ως ασκητήν, της ευσεβείας δόκιμον, και αθλητήν, τη προαιρέσει τίμιον, και ερήμου καρτερόψυχον, πολίτην άμα και συνίστορα, εν ύμνοις επαξίως ευφημήσωμεν, Μαρτινιανόν τον αεισέβαστον· αυτός γαρ τον όφιν κατεπάτησε.
Ως ασκητήν, της ευσεβείας δόκιμον, και αθλητήν, τη προαιρέσει τίμιον, και ερήμου καρτερόψυχον, πολίτην άμα και συνίστορα, εν ύμνοις επαξίως ευφημήσωμεν, Μαρτινιανόν τον αεισέβαστον· αυτός γαρ τον όφιν κατεπάτησε.
Μεγαλυνάριον.
Ο δια γυναίου επιβαλών, πάλαι τω Γενάρχη, και συλήσας αυτόν οικτρώς, ούτω και σοι Πάτερ, υπούλως επετέθη, αλλ’ ήττηται εις τέλος, τη καρτερία σου.
Ο δια γυναίου επιβαλών, πάλαι τω Γενάρχη, και συλήσας αυτόν οικτρώς, ούτω και σοι Πάτερ, υπούλως επετέθη, αλλ’ ήττηται εις τέλος, τη καρτερία σου.
Saint Martin
Saint Martinus was
originally from Caesarea Palestine and lived in the years of Emperor Theodosius
the Great (408 - 450 AD). From a young age, he longed for a life of exercise
and quiet. At the age of 18 he retired to Mount Arkos and lived there
practicing prayer and fasting. A sinful woman appeared in deceit at the door of
Saint's cell and begged her to stay overnight in the cell because she lost
sight of the road and was in danger of being devoured by the beasts at night.
The Saint, acting in
charity, hosted her outside the hermitage. This woman, however, removed the
mask and variously challenged the Saint. The brave athlete of Christ, to
overcome his passionate desire, lit a fire and threw himself into it. As soon
as the woman saw this, her spirit eyes, which only saw corruption, looked up
for the first time. The sinful woman repented, and after she left, she became a
nun by the name of Paul, and was saved by living in Bethlehem.
Saint Martin departed from
that place and went on a reef, into the sea, practicing there for ten whole
years. Because a female shipwreck reached the reef, Hosios avoided temptation
and practiced wandering around in various places. So he reached Athens, where
he slept peacefully in deep old age around the end of the 5th century or the
beginning of the 6th century AD. He was buried with honor by the Bishop of the
city and the people.
The Synagogue of Osios
used to be at the Apostle Peter's and Paul's, which was near the Great Church.
Absolutely. Sound d.
The flame of temptations,
the tears of the tide, the rejoicing of blessings, and the waves of the sea,
and the beasts of the rushes, the chalices, the explosions; Glory be to the
Almighty, fire and astonishment to my soul
It's close. B sound.
Secure them.
As a practitioner, a
worshiper of piety, and an athlete, he deserves her honor, and a wild-hearted,
desert citizen, but also a contributor to the hymns of the most admired,
Martignon the unbeliever;
Magnificent.
The female imposter, the
old General, and I took that pity on you, and so did Potter, but he was
attacked, but in the end your card was lost.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου