Α΄Κορ.
8, 8-13-9, 2
8, 8 Βρῶμα δὲ ἡμᾶς
οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ·
οὔτε
γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύωμεν, οὔτε
ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα.
9 Βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία
ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται
τοῖς ἀσθενοῦσιν.
10 Ἐὰν γάρ τις
ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα
γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ
κατακείμενον, οὐχὶ ἡ
συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος
οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ
τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν;
11 Καὶ ἀπολεῖται
ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει,
δι᾿ ὃν Χριστὸς
ἀπέθανεν.
12 Οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες
εἰς
τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν
συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν
ἁμαρτάνετε.
13 Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω.
13 Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω.
9, 1 Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; Οὐκ εἰμὶ
ἐλεύθερος; Οὐχὶ Ἰησοῦν
Χριστὸν τὸν
Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ
τὸ ἔργον μου ὑμεῖς
ἐστε ἐν Κυρίῳ;
2 Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά
γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ
σφραγὶς τῆς
ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν
Κυρίῳ.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Α΄Κορ.
8, 8-13-9, 2
8 Εμάς
δεν μας συνιστά
το φαγητό στον
Θεό, διότι ούτε
εαν φάγουμε, έχουμε κανένα πλεονέκτημα,
ούτε εάν δεν
φάγουμε, χάνουμε τίποτε.
9 Προσέχετε όμως
μήπως η ελευθερία
σας αυτή γίνει
αιτία να πέσουν
οι ασθενείς ΄ κατα την πίστι.
10 Εάν
κάποιος ιδεί εσένα
που έχεις γνώσι,
να κάθεσαι στο
τραπέζι ενός ναού ειδώλων,
δεν θα ενθαρρυνθεί
η συνείδησίς του,
επειδή είναι αδύνατος στη πίστι, στο
να τρώγει κρέατα
των θυσιών που προσφέρονται στα
είδωλα;
11 Και
εξ αιτίας της γνώσεώς σου
θα χαθεί ο
αδύνατος αδελφός για
τον οποίο πέθανε ο
Χριστός.
12 Αμαρτάνοντες δε
με αυτό τον
τρόπο στους
αδελφούς και πληγώντες την συνείδησί των
που είναι αδύνατη,
αμαρτάνετε στο Χριστό.
13 Γι’ αυτό το λόγο, εάν φαγητό κάνει τον αδελφό μου να πέσει, δεν θα φάγω κρέας ποτέ, για να μη γίνω αιτία να πέσει ο αδελφός μου.
13 Γι’ αυτό το λόγο, εάν φαγητό κάνει τον αδελφό μου να πέσει, δεν θα φάγω κρέας ποτέ, για να μη γίνω αιτία να πέσει ο αδελφός μου.
9, 1 Δεν είμαι απόστολος; Δεν είμαι ελεύθερος; Δεν είδα τον
Ιησού Χριστό τον
Κύριό μας; Δεν είσθε σεις το
έργο μου εν
Κυρίω;
2 Εάν
δι’ άλλους δεν είμαι
απόστολος, είμαι τοὐλάχιστον για
σας, διότι σεις είσθε η σφραγίδα
της αποστολής μου εν Κυρίω.
Ματθ.
25, 31-46
31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ
ὁ υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες
οἱ ἅγιοι
ἄγγελοι μετ᾿
αὐτοῦ, τότε καθίσει
ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ,
32 καὶ συναχθήσεται
ἔμπροσθεν αὐτοῦ
πάντα τὰ ἔθνη, καὶ
ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ
ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων,
33 καὶ στήσει τὰ
μὲν πρόβατα ἐκ
δεξιῶν αὐτοῦ,
τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ
εὐωνύμων.
34 Τότε
ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ·
δεῦτε οἱ
εὐλογημένοι τοῦ
πατρός μου, κληρονομήσατε
τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν
ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
35 Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν,
ἐδίψησα, καὶ
ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με,
36 γυμνός,
καὶ περιεβάλετέ
με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με,
ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ
ἤλθετε πρός με.
37 Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ
δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν
πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ
διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν;
38 Πότε δέ σε
εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν;
39 Πότε δέ σε
εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ
ἤλθομεν πρός σε;
40 Καὶ ἀποκριθεὶς
ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον
ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν
ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ
ἐποιήσατε.
41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ
οἱ κατηραμένοι εἰς
τὸ πῦρ τὸ
αἰώνιον τὸ
ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ
τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ.
42 Ἐπείνασα γάρ, καὶ
οὐκ ἐδώκατέ μοι
φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με,
43 ξένος
ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός,
καὶ οὐ
περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς
καὶ ἐν
φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ
με.
44 Τότε
ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν
πεινῶντα ἢ διψῶντα
ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ,
καὶ οὐ
διηκονήσαμέν σοι;
45 Τότε ἀποκριθήσεται
αὐτοῖς λέγων·
ἀμὴν λέγω ὑμῖν,
ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων
τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
46 Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
46 Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ματθ.
25, 31-46
31 «Όταν
δε έλθει ο
Υιός του ανθρώπου
με όλη
του την δόξα
και όλοι οι άγγελοι
μαζί του, τότε
θα καθήσει στο
θρόνο της δόξης του
32 και
θα μαζευθούν ενώπιόν
του όλα τα
έθνη και θα χωρίσει
τους μεν από τους
δε, όπως ο βοσκός
χωρίζει τα πρόβατα
από τα κατσίκια,
33 και
θα τοποθετήσει τα
μεν πρόβατα προς
τα δεξιά του,
τα δε κατσίκια προς τα αριστερά του.
34 Τότε
θα πει ο
βασιλεύς σ’ εκείνους,
που θα είναι
προς τα δεξιά,
«Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου,
κληρονομῆστε την βασιλεία,
η οποία είναι ετοιμασμένη για
σας από τον
καιρό της δημιουργίας
του κόσμου.
35 Διότι
πείνασα και μου
δώκατε να φάγω,
δίψασα και μ’ εποτίσατε,
ξἐνος ήμουνα και
μ’ επήρατε στο σπίτι,
36 γυμνός
ήμουνα και μ’
ενδύσατε, αρρώστησα και
μ’ επισκεφθήκατε, στη φυλακή
ήμουνα και ήλθατε
σ’ εμένα».
37 Τότε
θα του αποκριθούν
οι δίκαιοι και
θα πουν, «Κύριε,
πότε σε είδαμε να
πεινάς και σε
θρέψαμε ή να
διψάς και σε ποτίσαμε;
38 Πότε
δε σε είδαμε
ξένο και σε
πήραμε στο σπίτι
ή γυμνό και
σ’ ενδύσαμε;
39 Πότε
σε είδαμε άρρωστο
ή φυλακισμένο και
ήλθαμε σ’ εσένα;».
40 Ο
βασιλεύς θα απαντήσει
και θα τους
πει, «Αλήθεια σας
λέγω, ό,τι κάνατε σε
ένα από τούτους
τους ασήμαντους αδεφλούς
μου, σ’ εμένα
το κάνατε».
41 Τότε
θα πει σ’ εκείνους,
που θα είναι
προς τα αριστερά,
«Φύγετε από εμένα, καταραμένοι,
στην αιώνια φωτιά,
που έχει ετοιμασθεί
για τον διάβολο
και τους αγγέλους
του,
42 διότι
πείνασα και δεν
μου δώκατε να
φάγω, δίψασα και δεν με ποτίσατε,
43 ξένος
ήμουνα και δεν
με πήρατε στο σπίτι,
γυμνός ήμουνα και
δεν με ενδύσατε, ασθενής
ήμουνα και φυλακισμένος
και δεν με
επισκεφθήκατε».
44 Τότε
θα αποκριθούν και
αυτοί και θα
πουν, «Κύριε,
πότε σε είδαμε
να πεινάς ή να
διψάς και να
είσαι ξένος ή
γυμνός ή ασθενής
ή φυλακισμένος και δεν
σε υπηρετήσαμε;»
45 Τότε
θα αποκριθεί σ’ αυτούς
και θα πει,
«Αλήθεια σας λέγω,
ό,τι δεν κάνατε σε
ένα από τους
ασήμαντους τούτους, ούτε
σ’ εμένα κάνατε».
46 Και αυτοί θα μεταβούν σε κόλασι αιώνιο, οι δε δίκαιοι στη ζωή την αιώνιο».
46 Και αυτοί θα μεταβούν σε κόλασι αιώνιο, οι δε δίκαιοι στη ζωή την αιώνιο».
First. 8, 8–13–9, 2
8 We do not recommend food
to God, for neither do we eat, we have no advantage, and if we do not eat, we
lose nothing.
9 Be careful, however,
that your freedom may cause patients to fall ΄ in faith.
10 If anyone sees you that
you know sitting at the table of a temple of idols, will not his conscience be
encouraged because he is weak in faith in eating the meat of the sacrifices
offered in idols?
11 And because of your
knowledge the weak brother for whom Christ died is lost.
12 And thus sinners in the
brethren and sinners of their conscience which are impossible, you sin in
Christ.
13 For this reason, if
food causes my brother to fall, I will never eat meat, lest my brother fall.
9, 1 Am I not an apostle?
Am I not free? Did I not see Jesus Christ our Lord? Aren't
you my work in the Lord?
2 If I am not an apostle
to others, I am at least to you, for you are the seal of my mission in the
Lord.
Matt. 25, 31-46
31 "When the Son of
man does not come with all his glory and all the angels with him, then he will
sit on the throne of his glory
32 And all the nations
shall gather before him, and shall separate them one from another, as the
shepherd separates the sheep from the goats,
33 And he will set the
sheep to his right, and the goat to his left.
34 Then the king will say
to those on the right, "Come, blessed of my Father, inherit the kingdom which
is prepared for you from the time of the creation of the world.
35 For I was hungry, and
ye gave me to eat, and I thirsted, and ye did eat; I was a stranger, and ye
brought me into my house,
36 I was naked and you
dressed me, I got sick and you visited me, I was in prison and you came to me.
"
37 Then the righteous will
answer him, and say, 'Lord, when did we see you hungry and nourish you or
thirst and water you?
38 When did we not see you
stranger, and take you home or naked, and clothed you?
39 When did we see you
sick or imprisoned and come to you? '
40 The king will answer
and say to them, "Truly I say to you, what you did to one of these petty
brothers you did to me."
41 Then he will say to
those on the left, "Depart from me, you cursed, into the eternal fire,
which is prepared for the devil and his angels;
42 For I was hungry, and
ye gave me no meat, I thirsted, and ye did not feed me;
43 I was a stranger and
you did not take me home, I was naked and you did not dress me, I was sick and
in prison and you did not visit me. "
44 Then will they also
answer and say, "Lord, when did we see you hungry or thirsty and be a
stranger or naked or sick or a prisoner and not serve you?"
45 Then he will respond to
them and say, "Truly I say to you, what you did not do to one of these
petty ones, neither did you to me."
46 And they shall go to
hell eternal, and the righteous to life eternal.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου