8/2/20

Ο Άγιος Θεόδωρος ο Μεγαλομάρτυρας ο Στρατηλάτης


Ο  Άγιος    Θεόδωρος  καταγόταν  από  τα  Ευχάϊτα  και  έζησε  στην Ηράκλεια   του   Πόντου,   στην   αρχαία   χώρα   της   Βιθυνίας,  επί Λικινίου (307 – 323 μ.Χ.). Κατείχε  ανώτερο βαθμό  στο  στρατό  της  Ανατολής.  Στο  Συναξάρι  αναφέρεται,  ότι  ήταν   «στρατιωτικός   ένδοξος,   ωραίος   την   παράστασιν,   είλκυεν   εις   φιλίαν   τους   πάντας  και    δια    της   λαμπρότητος  του   λόγου   σαγήνευε   τους    ακούοντας».
Όταν   ο   Λικίνιος    διέτριβε  στη  Νικομήδεια,  άκουσε  περί  του  Θεοδώρου  ότι    είναι    Χριστιανός   και  βδελύσσεται  τα   είδωλα.   Αμέσως    απέστειλε  στην   Ηράκλεια   ανώτερους    αξιωματούχους,   για να   τον   συνοδεύσουν  με  τιμή  στη   Νικομήδεια.   Αλλά   ο    Θεόδωρος διεμήνυσε   δια   των   ιδίων   απεσταλμένων  στον   Λικίνιο  ότι   για πολλούς  λόγους   η   παρουσία   του   στην   Ηράκλεια   ήταν   συμφέρουσα και τον προέτρεπε να μεταβεί  εκεί. Αποδεχθείς  την πρόταση   ο   Λικίνιος    μετέβη  στην  Ηράκλεια,   όπου    τον προϋπάντησε με λαμπρότητα  ο Θεόδωρος, προς  τον   οποίο  ο   Λικίνιος άπλωσε    το    χέρι,  ελπίζοντας  ότι   δια    του    Θεοδώρου   θα προσείλκυε   τους   Χριστιανούς   στη   θρησκεία   των   ειδώλων.   Κάποια ημέρα, ενώπιον του λαού, ο   Λικίνιος   προέτρεψε  τον  Θεόδωρο  να  θυσιάσει  στα  είδωλα.  Ο    Θεόδωρος   αρνήθηκε  και   ζήτησε   να    του δοθούν   τα   χρυσά   και    αργυρά  αγαλματίδια  των θεών  για   να προσφέρει   αυτά   θυσία   στον   οίκο    του   ιδιωτικά  και   μετά   να προσφέρει δημόσια τις θυσίες. Πράγματι, ο Θεόδωρος έλαβε τα αγαλματίδια  τα   οποία   κομμάτιασε   και   μοίρασε  τα   χρυσά  και  αργυρά  αυτών  στους  πτωχούς. Ο  εκατόνταρχος  Μαξέντιος   είδε   την  κεφαλή    της    θεάς    Αφροδίτης   στα  χέρια    ενός    πτωχού  και   κατέδωσε    το   γεγονός    στον    Λικίνιο,  ο  οποίος   θεώρησε  τον  Θεόδωρο    ως    εμπαίκτη   και    καταφρονητή   των   ειδώλων.   Για   τον λόγο   αυτό   τον   συνέλαβαν   και   αμέσως   άρχισαν   να   τον υποβάλλουν σε πολυειδείς τιμωρίες. Τον κτυπούσαν, έκαιγαν  και  έγδερναν  το  σώμα  του  Μάρτυρος. Στην  συνέχεια  οι  δήμιοι  τον σταύρωσαν  και   διαπέρασαν   τα   πόδια,   τα   χέρια   και   τα    κρυφά   μέλῃ    του   δια περόνης, τόξευσαν   το   πρόσωπό    του    με   τέτοιο  τρόπο   ώστε  να  εκχυθούν  τα μάτια   του   και   τον   άφησαν  επάνω  στον    σταυρό.  Ο   Λικίνιος,   φοβούμενος   την   οργή   του   όχλου, διέταξε  να   τον   αποκεφαλίσουν.   Έτσι   ο   φόβος   παρεχώρησε   την θέση του στη χαρά και η λύπη και ο κόπος στην ανάπαυση.
Το  σεπτό  σκήνωμά   του   μετετέθη,    στις    8  Ιουνίου,  από  την  Ηράκλεια  στο  προγονικό   κτήμα   του   Αγίου,   στα    Ευχάϊτα,    κατά  την   επιθυμία  του  Αγίου   την   οποία   εξέφρασε   προ   της   εκτομής αυτού  στον  γραμματέα  του   Ούαρο.   Η    Εκκλησία   μας    εορτάζει  στις  8     Ιουνίου    την    ανακομιδή    των   λειψάνων   του.


Απολυτίκιον.  Ήχος  δ’.  Ο    υψωθείς    εν   τω   Σταυρώ.
Στρατολογία  αληθεί Αθλοφόρε, του ουρανίου στρατηγός Βασιλέως, περικαλλής γεγένησαι Θεόδωρε· όπλοις γαρ της πίστεως, παρετάξω  εμφρόνως, και κατεξωλόθρευσας, των δαιμόνων τα  στίφη,  και  νικηφόρος    ώφθης  Αθλητής·  όθεν  σε  πίστει,   αεί   μακαρίζομεν.


Κοντάκιον.  Ήχος   β’.  Τα   άνω   ζητών.      
Ανδρεία ψυχής, την πίστιν  οπλισάμενος, και ρήμα Θεού, ως λόγχην  χειρισάμενος,   τον  εχθρόν   κατέτρωσας    των  Μαρτύρων   κλέος Θεόδωρε.   Συν   αυτοίς   Χριστώ   τω    Θεώ,   πρεσβεύων    μη   παύση,  υπέρ    πάντων    ημών.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις   των   Μαρτύρων  η  καλλονή, και  της  Εκκλησίας,  απροσμάχητος   βοηθός. Χαίροις   δωρημάτων,   θησαύρισμα   των    θείων, Θεόδωρε    τρισμάκαρ,   ημὠν   αντίληψις.

Saint Theodore the Great Martyr the Guardian

Saint Theodore was originally from the Euchae and lived in Heraclion of Pontus, in the ancient country of Bithynia, in Lycinus (307 - 323 AD). He held the highest rank in the army of the East. It is said in the Synaxari that it was "gloriously military, beautiful in appearance, attracted to everybody's friendship, and by the splendor of the word enchanted them by listening."
When Licinius ran into Nicomedia, he heard about Theodoros being a Christian and his idols were slipping. Immediately he sent senior officials to Heraklia to accompany him to Nicomedia with honor. But Theodoros insisted through his own envoys to Licinius that for many reasons his presence in Heracles was advantageous and urged him to go there. Accepting the proposal, Lycinus went to Heraclia, where Theodore was brilliantly preceded by Lycinus, with whom Lycinus reached out, hoping that by Theodore he would attract Christians to the idolatrous religion. One day, in front of the people, Licinius urged Theodore to sacrifice to the idols. Theodore refused and demanded that the gold and silver statues of the gods be given to him to offer these sacrifices to his house privately and then publicly offer the sacrifices. Indeed, Theodore received the statues he had broken and distributed their gold and silver to the poor. The centurion Maxentius saw the head of the goddess Aphrodite in the hands of a poor man and handed the story over to Licinius, who saw Theodore as a mastermind and abuser of idols. For this reason, they arrested him and immediately began to subject him to severe punishments. He was beaten, burned, and tortured by the body of the Witness. The executioners then crucified him and pierced his forearms, hands and concealed forearms, bowed his face in such a way that his eyes could be poured out and left him on the cross. Licinius, fearing the wrath of the mob, ordered him to beheaded. So fear gave way to joy and sadness and to rest.
His secession was postponed, on June 8, from Heraklion to the ancestral estate of Saint Ehita, at the wish of the Saint, which he expressed before his resignation to the secretary of Ouar. Our Church celebrates the remembrance of its relics on June 8.


Absolutely. Sound d. The Highest in the Cross.
Stratology is true Athlete, the heavenly general of the King, is enchanted by Theodore; arms of faith;


It's close. B sound. The above askers.
Bravery of the soul, the faithful armor, and the verb of God, as the lance handled, the enemy of the martyrdom of Theodore Clements. With them, Christ, God, ambassadors, do not stop, in favor of us all.


Magnificent.
Grace of the Witnesses is the beauty, and of the Church, an unassuming helper. Graceful gifts, divine treasure, Theodore Trimakar, immanent perception.

Δεν υπάρχουν σχόλια: