6/2/20

Οι Άγιοι Φαύστα, Ευϊλάσιος και Μάξιμος οι Μάρτυρες


Η   Αγία   Μάρτυς   Φαύστα   καταγόταν    από   την   Κύζικο   της    Μικράς  Ασίας και  ήταν  θυγατέρα   πλούσιων  και   ευσεβών   γονέων. Έμεινε   ορφανή    σε   μικρή    ηλικία,  έχοντας κληρονομήσει  την τεράστια   περιουσία   των   γονέων   της.  Όμως  ούτε  το  νεαρό  της ηλικίας    της,   ούτε    η   απάτη   του   πλούτου   της    κυρίευσαν   το    νου και  την καρδιά της. Η   Χριστιανική   ανατροφή   που   είχε   από  τους μακαριστούς    γονείς   της   ήταν  βαθιά  χαραγμένη  στην   ψυχή   της. Έμεινε  λοιπόν   στην  ευσέβεια   των   γονέων   της   και   εξακολουθούσε να   προσεύχεται   στον   Θεό   με   την   ίδια   και    μεγαλύτερη   μάλιστα αγάπη   και   αφοσίωση,   την   στιγμή   που   είχε   χάσει τους φιλόστοργους    προστάτες   της.
Κατά  το  έτος  299   μ.Χ.,   επί    αυτοκράτορα   Μαξιμιανού   (285 – 305   μ.Χ.),   η Αγία    Φαύστα   προσκλήθηκε   από   τον  επιφανή  Συγκλητικό  Ευϊλάσιο, εκπρόσωπο  του    ηγεμόνα,    να    αρνηθεί    την   πίστη   της    στον    Χριστό    και να   θυσιάσει  στους  θεούς  των  ειδωλολατρών. Η   Αγία    όμως    αρνήθηκε.   Ο  Ευϊλάσιος,  που    ήταν   γέροντας    στην    ηλικία,    προσπάθησε   να   πείσει   την Αγία   ότι   πίστευε   σε   ανόητη   πίστη   αλλά   εκείνη,   έχουσα  καλά   και    ασφαλή  διδάγματα,   φωτιζόμενη    δε   και    από    το    Πανάγιο   Πνεύμα,   ανέλυσε   τα δόγματα   της   πίστεώς   μας   και   του   έδωσε   θαυμαστές   απαντήσεις.  Όταν  άρχισαν  τα  βασανιστήρια,  η  Αγία  τα  υπέμεινε  με   τόση   καρτερία,   ώστε  ο  Ευϊλάσιος,  στην  ψυχή  του  οποίου υπήρχαν ευγενή  σπέρματα, θαύμασε   την   Μάρτυρα   και    αισθάνθηκε   μεγάλη   εντύπωση   από   τους καρπούς    της   Χριστιανικής   πίστεως,   η    οποία   χάριζε   στην   Αγία   τόση αλύγιστη   σταθερότητα   ενωμένη   με   τα  πλέον   φιλάδελφα   αισθήματα ακόμη   και   για   τους   διώκτες   της.   Η   δε  κατάπληξή   του   κορυφώθηκε   όταν   η Αγία,   που   την   έριξαν   στη   φωτιά,   έμεινε   άθικτη   και   αβλαβής   με   τη   Χάρη του Θεού. Προ του θαύματος αυτού ο Ευϊλάσιος αισθάνθηκε  να  γκρεμίζεται  μέσα του ο  ειδωλολάτρης. Διέταξε,    λοιπόν,   να   οδηγήσουν ενώπιόν   του    την   Αγία,   την   προσέβλεψε   με   σεβασμό   και   ευλάβεια   και   την ρώτησε,  με    ανοικτή   καρδιά    και    πνεύμα   πρόθυμο    για   την   υποδοχή    της αλήθειας,   περί    της   Ορθοδόξου   πίστεως.   Τα   λόγια   της   Αγίας  άγγιξαν   την καρδιά του γέροντος συγκλητικού, ο οποίος  αισθάνθηκε   βαθιά   κατάνυξη και    απέλυσε   ελεύθερη  την   Αγία.       
Η   είδηση   αυτή    εξόργισε    τον   έπαρχο   Μάξιμο.   Αμέσως   κάλεσε   τον Ευϊλάσιο    και    τον    επέπληξε    έντονα    για   την  στάση   του   και    την  αφέλειά του.  Ο   Ευϊλάσιος,  ατάραχος προς  τις  ύβρεις, του  διηγήθηκε   την    ιστορία των   βασάνων   της   Μάρτυρος   και   το   θαύμα   της   διασώσεώς   της   και  του εξέφρασε   τους   λόγους,   για   τους   οποίους   έκρινε   ότι   η   αλήθεια  είναι   ο Χριστός.  Τότε   ο    έπαρχος   υπέβαλε   τον  Ευϊλάσιο    και    την   Αγία   Φαύστα    σε φρικώδη βασανιστήρια, τα οποία οι δύο Μάρτυρες υπέμειναν με πνευματική   ανδρεία.   Και  ο   Θεός   έκανε   πάλι   το   θαύμα    του.   Ο   έπαρχος Μάξιμος,  μπροστά  στα  γενόμενα,  ομολόγησε  τον  Χριστό  και  με συντριβή  καρδιάς και  ταπείνωση γονάτισε μπροστά στην Αγία  ζητώντας   συγχώρεση. Το   γεγονός   αυτό    αντήχησε   σε   όλη   την   Κύζικο.   Η  είδηση    δεν   άργησε    να    φτάσει   και   στον   αυτοκράτορα   Διοκλητιανό   (284 – 305   μ.Χ.).   Κατά   προσταγή   του   θανατώθηκαν   και   οι    τρεις   Άγιοι,   που  δέχθηκαν   με   χαρά   το   στέφανο  του   μαρτυρίου   και   της   δόξας  του  Θεού.

Saints Fausta, Evilasios and Maximos are the Witnesses


St. Martha Fausta was originally from the Asian of Kyziko of Asia Minor and was the daughter of wealthy and pious parents. She was orphaned at an early age, having inherited the enormous wealth of her parents. But neither her young age nor the deception of her wealth dominated her mind and heart. Her Christian upbringing from her blessed parents was deeply engraved in her soul. She therefore remained in the piety of her parents and continued to pray to God with the same and even greater love and devotion when she lost her philanthropic patrons.
In the year 299 AD, under Emperor Maximianus (285-305 AD), Saint Fausta was invited by the eminent Senate Evilasius, a representative of the ruler, to renounce her faith in Christ and sacrifice to the pagan gods. . But the saint refused. Euilasius, an old man, tried to convince the Saint that he believed in foolish faith, but she, having good and safe lessons, illuminated by the Holy Spirit, analyzed the doctrines of our faith and gave him miraculous answers. When the tortures began, the Holy One endured them with so much patience that Euilasius, in whose soul there were noble seeds, admired the Witness and felt greatly impressed by the fruits of the Christian faith, which endowed the Holy One with so much alacrity. even cordial feelings even for her persecutors. His wonder peaked when the Saint, who was thrown into the fire, remained intact and harmless with the Grace of God. Before this miracle, Euilasius felt that the idol was crumbling within him. He, therefore, commanded that the Holy One should be brought before him, he looked upon her with respect and reverence, and asked her, with an open heart and a spirit willing to receive the truth, of the Orthodox faith. The words of the Saint touched the heart of the elder, who was deeply devoured and released the Saint.
This news angered the governor Maximus. He immediately summoned Evilasius and strongly criticized him for his attitude and naivety. Euilasius, untroubled by insults, told him the story of the martyrs' torments and the miracle of her rescue, and expressed to him the reasons why she considered the truth to be Christ. Then the governor subjected Evilasios and St. Fausta to horrific torture, which the two Witnesses endured with spiritual courage. And God did his miracle again. The governor Maximus, confessed to Christ before his birth, kneeled before the Holy One with a crushing heart and humiliation, begging for forgiveness. This echoed throughout Kyziko. The news did not take long to reach Emperor Diocletian (284 - 305 AD). At his command all three saints were killed, who gladly accepted the crown of martyrdom and the glory of God.

Δεν υπάρχουν σχόλια: