Η Αγία Μάρτυς Φαύστα καταγόταν
από την Κύζικο
της Μικράς
Ασίας και ήταν θυγατέρα
πλούσιων και ευσεβών γονέων. Έμεινε ορφανή
σε μικρή ηλικία,
έχοντας κληρονομήσει την τεράστια
περιουσία των γονέων
της. Όμως
ούτε το νεαρό
της ηλικίας της, ούτε η απάτη του πλούτου
της κυρίευσαν
το νου
και την καρδιά της. Η Χριστιανική ανατροφή
που είχε από τους
μακαριστούς γονείς της ήταν
βαθιά χαραγμένη στην ψυχή
της. Έμεινε λοιπόν στην ευσέβεια των γονέων
της και εξακολουθούσε
να προσεύχεται στον Θεό με την ίδια και μεγαλύτερη μάλιστα αγάπη
και αφοσίωση,
την στιγμή που είχε χάσει τους φιλόστοργους προστάτες
της.
Κατά το
έτος 299 μ.Χ., επί αυτοκράτορα
Μαξιμιανού (285 –
305 μ.Χ.), η Αγία
Φαύστα προσκλήθηκε
από τον επιφανή Συγκλητικό
Ευϊλάσιο, εκπρόσωπο του ηγεμόνα, να αρνηθεί την πίστη της στον Χριστό και να θυσιάσει
στους θεούς των
ειδωλολατρών. Η Αγία όμως αρνήθηκε.
Ο
Ευϊλάσιος, που ήταν γέροντας
στην ηλικία, προσπάθησε να πείσει την Αγία ότι πίστευε
σε ανόητη πίστη αλλά εκείνη, έχουσα
καλά
και ασφαλή
διδάγματα, φωτιζόμενη δε και από το Πανάγιο
Πνεύμα, ανέλυσε
τα δόγματα της πίστεώς
μας και του έδωσε θαυμαστές
απαντήσεις. Όταν άρχισαν τα
βασανιστήρια, η Αγία
τα υπέμεινε με τόση
καρτερία, ώστε ο
Ευϊλάσιος, στην ψυχή
του οποίου υπήρχαν ευγενή σπέρματα, θαύμασε την Μάρτυρα
και
αισθάνθηκε μεγάλη εντύπωση από τους
καρπούς της Χριστιανικής πίστεως, η οποία χάριζε στην Αγία
τόση αλύγιστη σταθερότητα
ενωμένη με τα πλέον φιλάδελφα
αισθήματα ακόμη και για
τους διώκτες της. Η δε κατάπληξή του κορυφώθηκε όταν η Αγία, που την έριξαν στη φωτιά,
έμεινε άθικτη και αβλαβής με τη
Χάρη του Θεού. Προ του θαύματος αυτού ο
Ευϊλάσιος αισθάνθηκε να γκρεμίζεται
μέσα του ο ειδωλολάτρης. Διέταξε,
λοιπόν, να οδηγήσουν
ενώπιόν του την Αγία, την προσέβλεψε
με σεβασμό και ευλάβεια
και την
ρώτησε, με ανοικτή
καρδιά και πνεύμα πρόθυμο
για την υποδοχή της
αλήθειας, περί της Ορθοδόξου
πίστεως. Τα λόγια
της Αγίας
άγγιξαν την καρδιά του γέροντος
συγκλητικού, ο οποίος αισθάνθηκε βαθιά κατάνυξη και
απέλυσε ελεύθερη την Αγία.
Η είδηση αυτή εξόργισε τον έπαρχο Μάξιμο. Αμέσως κάλεσε τον Ευϊλάσιο και τον επέπληξε έντονα για την στάση του και την αφέλειά του. Ο Ευϊλάσιος, ατάραχος προς τις ύβρεις, του διηγήθηκε την ιστορία των βασάνων της Μάρτυρος και το θαύμα της διασώσεώς της και του εξέφρασε τους λόγους, για τους οποίους έκρινε ότι η αλήθεια είναι ο Χριστός. Τότε ο έπαρχος υπέβαλε τον Ευϊλάσιο και την Αγία Φαύστα σε φρικώδη βασανιστήρια, τα οποία οι δύο Μάρτυρες υπέμειναν με πνευματική ανδρεία. Και ο Θεός έκανε πάλι το θαύμα του. Ο έπαρχος Μάξιμος, μπροστά στα γενόμενα, ομολόγησε τον Χριστό και με συντριβή καρδιάς και ταπείνωση γονάτισε μπροστά στην Αγία ζητώντας συγχώρεση. Το γεγονός αυτό αντήχησε σε όλη την Κύζικο. Η είδηση δεν άργησε να φτάσει και στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό (284 – 305 μ.Χ.). Κατά προσταγή του θανατώθηκαν και οι τρεις Άγιοι, που δέχθηκαν με χαρά το στέφανο του μαρτυρίου και της δόξας του Θεού.
Η είδηση αυτή εξόργισε τον έπαρχο Μάξιμο. Αμέσως κάλεσε τον Ευϊλάσιο και τον επέπληξε έντονα για την στάση του και την αφέλειά του. Ο Ευϊλάσιος, ατάραχος προς τις ύβρεις, του διηγήθηκε την ιστορία των βασάνων της Μάρτυρος και το θαύμα της διασώσεώς της και του εξέφρασε τους λόγους, για τους οποίους έκρινε ότι η αλήθεια είναι ο Χριστός. Τότε ο έπαρχος υπέβαλε τον Ευϊλάσιο και την Αγία Φαύστα σε φρικώδη βασανιστήρια, τα οποία οι δύο Μάρτυρες υπέμειναν με πνευματική ανδρεία. Και ο Θεός έκανε πάλι το θαύμα του. Ο έπαρχος Μάξιμος, μπροστά στα γενόμενα, ομολόγησε τον Χριστό και με συντριβή καρδιάς και ταπείνωση γονάτισε μπροστά στην Αγία ζητώντας συγχώρεση. Το γεγονός αυτό αντήχησε σε όλη την Κύζικο. Η είδηση δεν άργησε να φτάσει και στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό (284 – 305 μ.Χ.). Κατά προσταγή του θανατώθηκαν και οι τρεις Άγιοι, που δέχθηκαν με χαρά το στέφανο του μαρτυρίου και της δόξας του Θεού.
Saints Fausta, Evilasios
and Maximos are the Witnesses
St. Martha Fausta was
originally from the Asian of Kyziko of Asia Minor and was the daughter of
wealthy and pious parents. She was orphaned at an early age, having inherited
the enormous wealth of her parents. But neither her young age nor the deception
of her wealth dominated her mind and heart. Her Christian upbringing from her
blessed parents was deeply engraved in her soul. She therefore remained in the
piety of her parents and continued to pray to God with the same and even
greater love and devotion when she lost her philanthropic patrons.
In the year 299 AD, under
Emperor Maximianus (285-305 AD), Saint Fausta was invited by the eminent Senate
Evilasius, a representative of the ruler, to renounce her faith in Christ and
sacrifice to the pagan gods. . But the saint refused. Euilasius, an old man,
tried to convince the Saint that he believed in foolish faith, but she, having
good and safe lessons, illuminated by the Holy Spirit, analyzed the doctrines
of our faith and gave him miraculous answers. When the tortures began, the Holy
One endured them with so much patience that Euilasius, in whose soul there were
noble seeds, admired the Witness and felt greatly impressed by the fruits of
the Christian faith, which endowed the Holy One with so much alacrity. even
cordial feelings even for her persecutors. His wonder peaked when the Saint,
who was thrown into the fire, remained intact and harmless with the Grace of
God. Before this miracle, Euilasius felt that the idol was crumbling within
him. He, therefore, commanded that the Holy One should be brought before him,
he looked upon her with respect and reverence, and asked her, with an open
heart and a spirit willing to receive the truth, of the Orthodox faith. The
words of the Saint touched the heart of the elder, who was deeply devoured and
released the Saint.
This news angered the
governor Maximus. He immediately summoned Evilasius and strongly criticized him
for his attitude and naivety. Euilasius, untroubled by insults, told him the
story of the martyrs' torments and the miracle of her rescue, and expressed to
him the reasons why she considered the truth to be Christ. Then the governor
subjected Evilasios and St. Fausta to horrific torture, which the two Witnesses
endured with spiritual courage. And God did his miracle again. The governor
Maximus, confessed to Christ before his birth, kneeled before the Holy One with
a crushing heart and humiliation, begging for forgiveness. This echoed
throughout Kyziko. The news did not take long to reach Emperor Diocletian (284
- 305 AD). At his command all three saints were killed, who gladly accepted the
crown of martyrdom and the glory of God.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου