22/5/19

Μεσοπεντηκοστή



Την  Τετάρτη  μετά  την   Κυριακή   του    Παραλύτου  πανηγυρίζει  η  Εκκλησία μας  μία μεγάλη  δεσποτική εορτή, την εορτή της  Μεσοπεντηκοστής.   Τα βυζαντινά χρόνια,  η  εορτή  της  Μεσοπεντηκοστής    ήταν  η    μεγάλη    εορτή    της   Μεγάλης    Εκκλησίας   της    Κωνσταντινουπόλεως   και  συνέτρεχαν    κατ’  αυτή στον   μεγάλο  ναό   πλήθη   λαού.   Δεν   έχει   κανείς  παρά   να   ανοίξει  την  Έκθεση της  Βασιλείου  Τάξεως  (Κεφ. 26)  του  Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου   για   να   δει   το  επίσημο   τυπικό   του   εορτασμού, όπως    ετελείτο   μέχρι   την   Μεσοπεντηκοστή   του   έτους   903   μ.Χ. στον   ναό   του   Αγίου   Μωκίου   στην   Κωνσταντινούπολη,  μέχρι  δηλαδή  την  ημέρα που  έγινε  η  απόπειρα  κατά της  ζωής  του  αυτοκράτορος   Λέοντος   ΣΤ’ του  Σοφού (11 Μαΐου 903 μ.Χ.).  Εκεί  υπάρχει  μία   λεπτομερής   περιγραφή   του   λαμπρού   πανηγυρισμού,  που   καταλαμβάνει   ολόκληρες    σελίδες   και    καθορίζει  με  την  γνωστή  παράξενη    βυζαντινή    ορολογία,   πως   ο   αυτοκράτωρ   το πρωί  της  εορτής  με  τα  επίσημα βασιλικά  του  ενδύματα  και  την συνοδεία  του  ξεκινούσε  από  το  ιερό   παλάτι   για    να   μεταβεί   στον ναό του  αγίου   Μωκίου,   όπου   θα   ετελείτο   η   θεία   λειτουργία.  Σε  λίγο    έφθανε    η   λιτανεία  με  επικεφαλής  τον  πατριάρχη.  Και βασιλεύς και πατριάρχης εισήρχοντο επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία  ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες   εορτές  βυζαντινή μεγαλοπρέπεια.  Μετά  από    αυτήν    ο  αυτοκράτωρ  παρέθετε  πρόγευμα,  στο οποίο έπαιρνε μέρος και ο πατριάρχης. Και πάλι   ο βασιλεύς   υπό   τις  επευφημίες   του   πλήθους   «Εις   πολλούς   και  αγαθούς   χρόνους    ο    Θεός  αγάγει την  βασιλείαν  υμών»  και  με  πολλούς    ενδιαμέσους    σταθμούς    επέστρεφε    στο   ιερό   παλάτι.

Αλλά  και   στα   σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο   Πεντηκοστάριο, βλέπει  κανείς  τα  ίχνη  της  παλαιάς   της    λαμπρότητας.   Παρουσιάζεται  σαν   μία   μεγάλη   δεσποτική   εορτή,   με  τα   εκλεκτά   της   τροπάρια    και    τους διπλούς της  κανόνες,  έργα  των  μεγάλων    υμνογράφων,  του  Θεοφάνους  και  του Ανδρέου  Κρήτης,  με   τα  αναγνώσματά   της    και   την  επίδρασή  της  στις  προ   και  μετά  από  αυτήν  Κυριακές και  με  την  παράταση    του  εορτασμού   της   επί   οκτώ   ημέρες   κατά   τον   τύπο   των   μεγάλων   εορτών   του εκκλησιαστικού   έτους.

Ποιο   όμως   είναι   το   θέμα   της   ιδιορρύθμου   αυτής   εορτής;  Όχι   πάντως κανένα    γεγονός   της   ευαγγελικής   ιστορίας.   Το   θέμα  της   είναι   καθαρά εορτολογικό  και  θεωρητικό.    Η  Τετάρτη    της    Μεσοπεντηκοστής   είναι    η 25η   από  του  Πάσχα  και  η  25η  προ  της  Πεντηκοστής    ημέρα.   Σημειώνει  το   μέσον   της   περιόδου   των   50   μετά   το  Πάσχα   εορτάσιμων   ημερών.  Είναι δηλαδή  ένας   σταθμός, μία  τομή.  Ωραία  το  τοποθετεί  το  πρώτο  τροπάριο   του    εσπερινού    της    εορτής:

«Πάρεστιν    η    μεσότης    ημερών,
των    εκ    σωτηρίου    αρχομένων    εγέρσεως
Πεντηκοστή    δε    τη    θεία   σφραγιζομένων,
και    λάμπει    τας   λαμπρότητας
αμφοτέρωθεν    έχουσα
και    ενούσα    τας   δύο
και    παρείναι   την    δόξαν   προφαίνουσα
της    δεσποτικής    αναλήψεως    σεμνύνεται».


Χωρίς   δηλαδή   να   έχει   δικό   της   θέμα   η   ημέρα  αυτή   συνδυάζει   τα   θέματα,    του   Πάσχα   αφ’   ενός   και   της   επιφοιτήσεως   του   Αγίου Πνεύματος  αφ’   ετέρου,   και   «προφαίνει»   την   δόξα   της   αναλήψεως του   Κυρίου,   που    θα  εορτασθεί     μετὰ   από   15   ημέρες.  Ακριβώς   δε   αυτό   το    μέσον   των   δύο   μεγάλων   εορτών   έφερνε   στο  νου  και  ένα  εβραϊκό  επίθετο   του   Κυρίου,  το   «Μεσσίας».   Μεσσίας στα  ελληνικά    μεταφράζεται  Χριστός.  Αλλά    ηχητικά   θυμίζει  το  μέσον.  Έτσι   και    στα  τροπάρια    και  στο   συναξάρι   της    ημέρας   η  παρετυμολογία  αυτή   γίνεται  αφορμή  να  παρουσιασθεί  ο  Χριστός  σαν  Μεσσίας – μεσίτης    Θεού   και   ανθρώπων,  «μεσίτης και  διαλλάκτης ημών και του αιωνίου αυτού   Πατρός»  «Δια   ταύτην   την   αιτίαν   την   παρούσαν  εορτήν   εορτάζοντες   και Μεσοπεντηκοστήν   ονομάζοντες   τον   Μεσσίαν   τε   ανυμνούμεν   Χριστόν», σημειώνει  ο  Νικηφόρος  Ξανθόπουλος  στοσυναξάρι.    Σ’  αυτό    βοήθησε  και   η    ευαγγελική    περικοπή,  που    εξελέγη    για    την     ημέρα    αυτή   (Ιω. 7, 14 – 30). Μεσούσης  της  εορτής  του  Ιουδαϊκού  Πάσχα  ο  Χριστός    ανεβαίνει  στο    ιερό   και   διδάσκει.   Η    διδασκαλία   Του   προκαλεί  τον  θαυμασμό,    αλλά  και    ζωηρά  αντιδικία   μεταξύ αυτού και του  λαού    και    των   διδασκάλων.  Είναι    Μεσσίας   ο  Ιησούς  ή  δεν  είναι;  Είναι  η  διδασκαλία  του  Ιησού    εκ  Θεού   ή  δεν  είναι;  Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται:  ο   Χριστός  είναι  διδάσκαλος.  Αυτός  που  ενώ  δεν έμαθε  γράμματα  κατέχει  το  πλήρωμα  της  σοφίας,  γιατί  είναι  η   Σοφία  του   Θεού   η   κατασκευάσασα τον   κόσμο.   Ακριβώς  από   αυτόν   τον   διάλογο   εμπνέεται   μεγάλο   μέρος   της υμνογραφίας   της   εορτής.   Εκείνος   που   διδάσκει   στον   ναό,   στο   μέσον   των διδασκάλων   του    Ιουδαϊκού   λαού,  στο   μέσον  της  εορτής,  είναι    ο  Μεσσίας,   ο   Χριστός,   ο   Λόγος του  Θεού.  Αυτός  που   αποδοκιμάζεται    από  τους  δήθεν  σοφούς  του  λαού  Του  είναι  η  του  Θεού   Σοφία.    Εκλέγομε ένα   από  τα  πιο  χαρακτηριστικά  τροπάρια,  το δοξαστικό   των  αποστίχων    του   εσπερινού   του   πλ. δ’   ήχου:

«Μεσούσης    της    εορτής
διδάσκοντός   σου,
   Σωτήρ,
έλεγον    οι    Ιουδαίοι·
Πως    ούτος    οίδε   γράμματα,
  μη    μεμαθηκώς;
αγνοούντες   ότι   συ    εί    η    Σοφία
η    κατασκευάσασα    τον   κόσμον.
Δόξα    σοι».


Λίγες    σειρές  πιο   κάτω   στο   Ευαγγέλιο  του    Ιωάννου,    αμέσως   μετά   την  περικοπή   που   περιλαμβάνει  τον  διάλογο  του  Κυρίου  με  τους Ιουδαίους  «Της  εορτής   μεσούσης»,   έρχεται   ένας   παρόμοιος   διάλογος,   που  έλαβε    χώρα    μεταξύ   Χριστού   και   των   Ιουδαίων   «τη εσχάτη  ημέρα  τη  μεγάλη  της  εορτής»,   δηλα-δή   κατά  την   Πεντηκοστή.  Αυτός  αρχίζει    με  μία    μεγαλήγορο    φράση    του   Κυρίου.   «Εάν  τις  διψά,   ερχέσθω    προς    με  και    πινέτω.   Ο   πιστεύων   εις   εμέ,   καθώς   είπεν   η   γραφή,   ποταμοί    εκ    της κοιλίας  αυτού ρεύσουσιν   ύδατος   ζώντος»   (Ιω. 7, 37 – 38).  Και    σχολιάζει   ο  Ευαγγελιστής.   «Τούτο  δε  είπε  περί του  Πνεύματος,  ού έμελλον    λαμβάνειν  οι  πιστεύοντες  εις  αυτόν»  (Ιω. 7, 39). Δεν  έχει  σημασία  ότι  οι  λόγοι  αυτοί  του  Κυρίου  δεν  ελέχθησαν  κατά  την   Μεσοπεντηκοστή,  αλλά  λίγες  ημέρες  αργότερα.  Ποιητική  αδεία    μπήκαν   στο   στόμα   του Κυρίου  στην  ομιλία   Του   κατά   την   Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν  εξ’    άλλου  τόσο  πολύ  με  το   θέμα  της  εορτής.  Δεν  μπορούσε  να   βρεθεί   πιο παραστατική  εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του    διδακτικού    έργου  του  Χριστού.  Στο    διψασμένο    ανθρώπινο   γένος   η   διδασκαλία  του   Κυρίου ήλθε   σαν   ύδωρ  ζων,   σαν   ποταμός   χάριτος   που    δρόσισε  το    πρόσωπο   της  γής.  Ο  Χριστός  είναι  η  πηγή    της   χάριτος,   του   ύδατος  του  αλλομένου  εις ζωήν  αιώνιον,  που  ξεδιψά  και  αρδεύει  τις συνεχόμενες  από  βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει   τους   πίνοντας σε   πηγές.   «Ποταμοί  εκ  της   κοιλίας  αυτού  ρεύσουσι  ύδατος  ζώντος»    (Ιω. 7, 38).   «Και  γενήσεται  αυτώ  πηγή  ύδατος  αλλομένου  εις  ζωήν   αιώνιον,  είπε    στην  Σαμαρείτιδα»   (Ιω. 4, 14).   Που   μετέτρεψε την   έρημο   του   κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτεμένων παρά  τας  διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό   θέμα   έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της   Μεσοπεντηκοστής   με   εξαίρετους   ύμνους.   Διαλέγομε   τρεις,   τους   πιο χαρακτηριστικούς:  Το  κάθισμα  του  πλ. δ’  ήχου  προς  το   «Την  Σοφίαν  και  Λόγον»,  που  ψάλλεται  μετά  την  γ’  ωδή του  κανόνος  στην  ακολουθία   του  όρθρου:

«Της    σοφίας   το    ύδωρ    και    της    ζωής
αναβρύζων    τω    κόσμω,
   πάντας,   Σωτήρ,
καλείς    του    αρύσασθαι
σωτηρίας    τα    νάματα·
τον    γαρ    θείον   νόμον   σου
δεχόμενος    άνθρωπος,
εν    αυτώ   σβεννύει
της  πλάνης  τους  άνθρακας.
Όθεν    εις    αιώνας
ου    διψήσει,   ου  λήξει
του    κόρου   σου   δέσποτα,    βασιλεύ    επουράνιε.
Δια    τούτο   δοξάζομεν
το   κράτος   σου,   Χριστέ   ο    Θεός,
των    πταισμάτων    άφεσιν    αιτούμενοι
καταπέμψαι  πλουσίως
τοις   δούλοις   σου».


Το    απολυτίκιο   και    το    κοντάκιο    της   εορτής,   το    πρώτο   του   πλ. δ’  και    το δεύτερο    του    δ’    ήχου:

«Μεσούσης   της    εορτής
διψώσάν    μου    την   ψυχήν
ευσεβείας   πότισον   νάματα·
ότι    πάσι, 
 Σωτήρ    εβόησας·
Ο    διψών   ερχέσθω    προς    με    και   πινέτω.
Η    πηγή    της    ζωής,
   Χριστέ    ο   Θεός,   δόξα   σοι».

«Της    εορτής   της    νομικής   μεσαζούσης
ο    των    απάντων    ποιητής    και   δεσπότης
προς    τους   παρόντας    έλεγες,
    Χριστέ    ο    Θεός·
Δεύτε    και    αρύσασθαι    ύδωρ    αθανασίας.
Όθεν   σοι    προσπίπτομεν    και    πιστώς    εκβοώμεν·
Τους    οικτιρμούς    σου    δώρησαι    ημίν,
συ   γαρ    υπάρχεις   πηγή    της    ζωής    ημών».


Και    τέλος   το    απαράμιλλο    εξαποστειλάριο    της    εορτής:

«Ο    τον    κρατήρα   έχων
των   ακενώτων  δωρεών,
δος   μοι   αρύσασθαι   ύδωρ
εις  άφεσιν  αμαρτιών·
ότι   συνέχομαι   δίψη,
εύσπλαγχνε   μόνε   οικτίρμον».

Αυτή  με  λίγα  λόγια  είναι  η  εορτή  της   Μεσοπεντηκοστής.    Η    έλλειψη ιστορικού  υποβάθρου  της  στέρησε  τον  απαραίτητο  εκείνο  λαϊκό χαρακτήρα,   που    θα   την  έκανε   προσφιλή   στον    πολύ    κόσμο.    Και    το  εντελώς    θεωρητικό  της  θέμα  δεν  βοήθησε  τους  χριστιανούς,    που    δεν  είχαν  τις   απαραίτητες    θεολογικές   προϋποθέσεις,  να   ξεπεράσουν  την  επιφάνεια  και να  εισδύσουν  στην  πανηγυριζόμενη  δόξα  του   διδασκάλου  Χριστού,  της Σοφίας  και   Λόγου του  Θεού,  της  πηγής  του    ακενώτου    ύδατος.   Συνέβη   με  αυτή   κάτι   ανάλογο    με    εκείνο   που  συνέβη  με  τους  περίφημους  ναούς  της   του  Θεού    Σοφίας,    που    αντί    να τιμώνται    στο    όνομα   του    Χριστού    ως   Σοφίας   του  Θεού,  προς    τιμήν    του  οποίου  ανεγέρθησαν,  κατήντησαν,  για  τους ιδίους λόγους,  να  πανηγυρίζουν  στην    εορτή    της   Πεντηκοστής  ή  του  αγίου   Πνεύματος    ή  της  αγίας  Τριάδος  ή  των    Εισοδίων    ή   της  Κοιμήσεως    της   Θεοτόκου    ή  και  αυτής   της  μάρτυρος  Σοφίας  και  των  τριών θυγατέρων   της  Πίστεως,  Ελπίδος    και    Αγάπης.


Απολυτίκιον.   Ήχος   πλ. δ’.     
Μεσούσης   της   εορτής   διψώσάν   μου   την  ψυχήν   ευσεβείας πότισον   νάματα·   ότι    πάσι,  Σωτήρ   εβόησας·   Ο    διψών    ερχέσθω  προς  με  και    πινέτω.   Η    πηγή   της    ζωής,   Χριστέ   ο   Θεός,   δόξα   σοι.


Κοντάκιον.   Ήχος   δ’.   Ο   υψωθείς   εν   τω   Σταυρώ.   
Της εορτής της νομικής μεσαζούσης, ο των απάντων Ποιητής   και Δεσπότης,  προς  τους   παρόντας   έλεγες   Χριστέ ο  Θεός·  Δεύτε  και  αρύσασθε, ύδωρ αθανασίας. Όθεν σοι προσπίπτομεν, και πιστώς  εκβοώμεν· Τους οικτιρμους  σου  δώρησαι  ημίν·  συ  γαρ    υπάρχεις,  πηγή    της    ζωής    ημών.

Intermediate


On Wednesday many crowds there in the great temple. No one has yet to open the Book of the Kingdom Order (Chapter 26) by Constantine Porphyrogennetos to see the formal formal of the celebration, as it was until the mid-90s AD. in the temple of St. Mokion in Constantinople, until the day when the attempt was made against the life of the Emperor Leo VI of the Wise (May 11, 903 AD). There is a detailed description of the brilliant festivity that occupies entire pages and determines by the familiar strange Byzantine terminology that the emperor on the morning of the feast with his formal royal garments and his escort began from the holy palace to go to his temple St. Moukios, where the divine service would be performed. The procession led by the Patriarch was soon reached. And a king and patriarch officially entered the temple. The divine service was performed with the Byzantine majesty, customary on the great feasts. After that, the emperor gave a breakfast, to which the patriarch also took part. Again, the king under the acclamations of the crowd "In many and good times God loves your kingdom" and with many intermediary stations he returned to the holy palace.

But in our presently functioning books, in the Pentecostarion, one can see the traces of its old brilliance. It is presented as a great despotic feast, with its fine treats and its double rules, works by the great hymnographers, Theophanous and Andreou Crete, with its readings and its effect on the pre- and post-it Sundays and its prolongation celebrating her for eight days in the type of great celebrations of the ecclesiastical year.

But what is the theme of this feast? Not at all, no evangelical history. Her subject is purely eco-logical and theoretical. The Wednesday of the Month of Pentecost is the 25th of Easter and the 25th before the Pentecost. It marks the middle of the period of 50 after Easter celebrations. It is a station, a section. Well, it puts the first tropar of the feast of the feast:
after the Sunday of the Paralytic, our Church celebrates a great despotic feast, the feast of the Mesopentestis. During the Byzantine years, the feast of the Mesopentestis was the great feast of the Great Church of Constantinople, and there were

"Parestin the middle of days,
of the salvation beginners
Pentecost and aunt seals,
and shines bright
with both sides
and I called the two
and it is the glory that provokes
of the despotic takeover. "
Without having its own theme, this day combines the subjects of Easter on the one hand and the exaltation of the Holy Spirit on the other hand, and "reveals" the glory of the taking of the Lord, which will be celebrated for 15 days. Just this means of the two great feasts brought to mind a Hebrew epithet of the Lord, the Messiah. Messiah in Greek is translated Christ. But it sounds like the instrument. Thus, in the troparias and in the commemoration of the day, this parchment is the occasion to present Christ as Messiah - a messenger of God and people, "our messenger and intercessor and his eternal Father". "For this reason the celebration of the feast is celebrated and the fifteenth-century called the Messiah, and we rejoice Christ," writes Nikephoros Xanthopoulos at the synagogue. This was also aided by the evangelical cut, which was elected for this day (John 7:14 - 30). On the feast day of the feast of Judas, Christ ascends to the sanctuary and teaches. His teaching provokes admiration, but also a lively controversy between him and the people and the teachers. Is Messiah Jesus or is He not? Is it the teaching of Jesus from God or is it not? A new theme is added: Christ is a teacher. Whoever did not learn letters possesses the creature of wisdom, for it is the Wisdom of God that I built the world. It is precisely from this dialogue that much of the hymnography of the feast is inspired. He who teaches in the temple, in the midst of the teachers of the Jewish people, at the middle of the feast, is the Messiah, Christ, the Word of God. The one who is disappointed by the supposedly wise of His people is God's Sophia. We chose one of the most characteristic troparas, the glorious of the verbs' d 'sound:

"On the feast of the feast
Teacher, Savior,
the Jews said;
How did he write letters, not metamorphosically?
ignoring the fact that Sofia is
I built the world.
Thank you. "
Few lines below in the Gospel of John, just after the passage that includes the dialogue of the Lord with the Jews "The Feast of the Messiah", comes a similar dialogue that took place between Christ and the Jews "on the last day of His great feast" , that is, at Pentecost. He begins with a great phrase from the Lord. "If they thirst for them, I come to me and I go to bed. Thou believest in me, as the scripture has spoken, rivers from the belly thereof flow of living water "(John 7: 37-38). And the Evangelist comments. "This is what He has said about the Spirit, that the believers receive Him" ​​(John 7:39). It does not matter that these words of the Lord were not spoken at the time of the Pentecost but a few days later. Poetic leave came into the mouth of the Lord in His speech during the Fifteenth. They matched so much with the theme of the feast. There was no more imaginative picture to show the character of the teaching work of Christ. In the thirsty human race, the teaching of the Lord came as living water, like a river of grace that dusted the face of the earth. Christ is the source of the grace, the water of the other eternal life, which quenches and irrigates the souls of the people who are tortured by torment. Changing them by drinking in springs. "Rivers from his belly flow into living water" (John 7:38). "And it is born a source of water that is alienated forever and ever," he said to the Samaritans "(John 4:14). He turned the wilderness of the world into a planted paradise of evergreen trees planted in spite of the outpours of the waters of the Holy Spirit. This fertile theme gave new ground to ecclesiastical poetry and celebrated the feast of the Mesopentittite with excellent hymns. We chose three of the most characteristic: The seat of the pl. d 'sound to "The Wisdom and the Logos", which is chanted after the first of the rule in the sequence of the article:

"Wisdom of water and life
to the world, everywhere, satire,
you call him the anointing
the salvation of salvation;
your glorious law
accepting man,
in it he turns away
of their charcoal.
For centuries
I'm thirsty, I'm over
your cruel robbery, royal courage.
That is why we glorify
your state, Jesus Christ,
of the mistakes left by the applicants
go rich
to your slaves. "
The apoliticius and the feast of the feast, d 'and the second d' sound:

"On the feast of the feast
thirsty for me
pious watering natures;
that thou sah, saith thee;
I am thirsty to come to me and I drink.
The source of life, Jesus Christ, glory to you.

"The celebration of the legal mediation
the true poet and despot
to those who are present, Jesus Christ;
Second, there is water of immortality.
That is why we strike you and faithfully excommunicate;
Your mercies are giving you,
there is a source of our lives. "


Finally, the unparalleled exoplanar of the feast:

"The crater has it
of acoustic donations,
give me water
to forgiveness of sins;
that I keep eating,
glory alone. "

This is, in a few words, the feast of the Midnight Pentecost. The lack of historical background deprived her of the necessary folk character, which would make her very popular with the crowd. And its entirely theoretical subject did not help Christians, who did not have the necessary theological preconditions, to overcome the surface and enter the glorified glory of Christ's teacher, Sophia and God's Word, the source of the water of the water. It happened something similar to what happened with the famous temples of God Sophia, which instead of being honored in the name of Christ as the Wisdom of God in honor of which they were erected, fell for the same reasons to celebrate the feast of the Pentecost or the Holy Spirit or the Holy Trinity or the Episodes or the Assumption of the Virgin Mary, or this witness Wisdom and the three daughters of Faith, Epidemus and Love.





Apolyticus. Sound flat d '.
On the feast of the feast, thirst for me the spirit of wisdom; I pray thee; yea, saith thou, Thou hast heard; Thou art thirsty to me, and I wander. The source of life, Jesus Christ, glory to you.


Kontakion. Sound d '. Raised in the Cross.
The feast of the legal mediator, the true Poet and Despot, to the present God, God; Wherefore thou persecute us, and we utterly excommunicate; Thy mercies thou shalt be a gift of life, a source of our life.

Δεν υπάρχουν σχόλια: