Λουκᾶ
9, 1-6
1 Συγκαλεσάμενος δὲ
τοὺς δώδεκα μαθητὰς
αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς
δύναμιν καὶ ἐξουσίαν
ἐπὶ πάντα τὰ δαιμόνια καὶ
νόσους θεραπεύειν·
2 καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς κηρύσσειν
τὴν βασιλείαν τοῦ
Θεοῦ καὶ ἰᾶσθαι τοὺς ἀσθενοῦντας,
3 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς·
μηδὲν αἴρετε εἰς τὴν ὁδόν, μήτε ράβδους
μήτε πήραν μήτε ἄρτον
μήτε ἀργύριον
μήτε ἀνὰ
δύο χιτῶνας ἔχειν.
4 Καὶ εἰς
ἣν ἂν οἰκίαν
εἰσέλθητε, ἐκεῖ
μένετε καὶ ἐκεῖθεν
ἐξέρχεσθε.
5 Καὶ ὅσοι
ἐὰν μὴ δέξωνται ὑμᾶς, ἐξερχόμενοι ἀπὸ
τῆς πόλεως ἐκείνης καὶ τὸν κονιορτὸν ἀπὸ τῶν ποδῶν
ὑμῶν ἀποτινάξατε εἰς μαρτύριον ἐπ᾿ αὐτούς.
6 Ἐξερχόμενοι δὲ διήρχοντο κατὰ τὰς κώμας εὐαγγελιζόμενοι καὶ θεραπεύοντες πανταχοῦ.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Λουκά 9, 1-6
1 Όταν
κάλεσε τους
δώδεκα μαθητές του,
τους έδωκε δύναμι
και εξουσία επάνω σ’όλα
τα δαιμόνια και
να θεραπεύουν ασθένειες·
2 και
τους έστειλε να
κηρύττουν την βασιλεία
του Θεού και
να θεραπεύουν τους ασθενείς,
3 και
τους είπε, «Μη
βαστάζετε τίποτε στο
δρόμο, ούτε ράβδο
ούτε σάκκο ούτε ψωμί ούτε
χρήματα ούτε να
έχετε δύο υποκάμισα.
4 Και
σε όποιο σπίτι
μπήτε, εκεί να μένετε και
από εκεί να
αναχωρήτε.
5 Όσο
για κείνους που
δεν σας δέχονται,
όταν θα βγήτε
από την πόλι
εκείνη, να τινάξετε
και την σκόνη από
τα πόδια σας
εις μαρτυρίαν εναντίον τους».
6 Όταν
ανεχώρησαν, διήρχοντο ένα
προς ένα τα
χωριά και έφερναν
το χαρμόσυνο άγγελμα και
θεράπευαν πανταχού.
Β΄Κορ. 1, 8-11
8 Οὐ
γὰρ θέλομεν ὑμᾶς
ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, ὑπὲρ τῆς θλίψεως
ἡμῶν τῆς γενομένης ἡμῖν
ἐν τῇ Ἀσίᾳ,
ὅτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ἐβαρήθημεν ὑπὲρ δύναμιν, ὥστε ἐξαπορηθῆναι ἡμᾶς
καὶ τοῦ
ζῆν·
9 ἀλλὰ αὐτοὶ
ἐν ἑαυτοῖς τὸ ἀπόκριμα
τοῦ
θανάτου ἐσχήκαμεν, ἵνα
μὴ πεποιθότες
ὦμεν ἐφ᾿ ἑαυτοῖς, ἀλλ᾿
ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ ἐγείροντι
τοὺς νεκρούς·
10 ὃς ἐκ τηλικούτου
θανάτου ἐρρύσατο
ἡμᾶς καὶ ρύεται, εἰς ὃν ἠλπίκαμεν ὅτι καὶ
ἔτι ρύσεται,
11 συνυπουργούντων καὶ
ὑμῶν ὑπὲρ ἡμῶν τῇ δεήσει, ἵνα ἐκ πολλῶν προσώπων τὸ
εἰς ἡμᾶς χάρισμα διὰ
πολλῶν εὐχαριστηθῇ ὑπὲρ
ἡμῶν.
ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Β΄Κορ. 1, 8-11
8 Διότι
δεν θέλουμε
να αγνοήτε, αδελφοί,
την θλίψη που
μας βρήκε στην
Ασία. Το βάρος
ήταν πολύ μεγαλύτερο
από τις δυνάμεις
μας, ώστε να απελπισθούμε και
για την ζωή
μας.
9 Και
μάλιστα μας φαινότανε
ότι είχαμε λάβει
την καταδίκη του θανάτου,
για να έχουμε
πεποίθησι όχι στους
εαυτούς μας, αλλ’
στον Θεό, ο οποίος
ανασταίνει τους νεκρούς.
10 Από
ένα τόσο μεγάλο
θανάσιμο κίνδυνο ο
Θεός μας έσωσε
και μας σώζει· σ’ αυτόν
έχουμε την ελπίδα
ότι και πάλι
θα μας σώσει,
11 εάν
και σείς μας
βοηθήσετε με προσευχή,
ώστε να αποδοθεί ευχαριστία από
πολλούς για λογαριασμό
μας για την
χάρι που έδειξε
ο Θεός σ’ εμάς.
Luke 9: 1-6
1 When he called his
twelve disciples, he gave them power and authority over all demons and to cure
diseases;
2 and sent them to preach
the kingdom of God and to heal the sick,
3 And he said to them,
"You have nothing in the way, no rod, no bag, no bread, no money, no two
shirts.
4 And into whatsoever
house ye enter, there abide and depart thence.
5 As for those who do not
receive you, when you come out of that city, shake off the dust of your feet in
witness against them. "
6 When they departed, they
went one by one to the villages, bringing the joyful profession and healing
everywhere.
B΄ Kor. 1, 8–11
8 For we do not want you, brothers, to ignore the grief that has come upon
us in Asia. The burden was too much for our strengths to despair of for our
lives.
9 And indeed it seemed to us that we had received the condemnation of
death, that we might believe not in ourselves, but in God who raised the dead.
10 From such a great mortal danger God has saved us and saves us; in him we
have hope that he will save us again,
11 if ye also help us in prayer, that many may give thanks for the grace
which God hath shown us.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου