5/6/17

Ο Άγιος Μάρκος ο Νεομάρτυρας ο εν Χίω

Ο  Άγιος  Νεομάρτυς  Μάρκος  ήταν  γόνος  του  ευσεβούς  Θεσσαλονικέως Χατζή – Κωνσταντή  και  της  Μαρίας,  η  οποία  καταγόταν  από   τη Σμύρνη,  όπου  και διέμεναν. Ο  Μάρκος, έμπορος στο επάγγελμα, σε κάποιο ταξίδι του στη νήσο Χίο, κατά το 1788, ενυμφεύθηκε. Αργότερα παρακινούμενος και από τον αδελφό του Παΐσιο, εγκαταστάθηκε στο Κουσάντασι  (Νέα  Έφεσο),  όπου  συνδέθηκε παράνομα με κάποια γυναίκα,  ονομαζόμενη  Μαρία,  μετά  της  οποίας  συνελήφθη  για  μοιχεία, και  οδηγήθηκε  στο  δικαστήριο,  ενώπιον   του  αγά. Κάτω  από  την  απειλή της  ποινής  προετίμησαν  και  οι  δύο  να εκωμόσουν.  Έτσι  ο  μεν  Μάρκος υπέστη  την  περιτομή,  η  δε  Μαρία  εκλείσθηκε  στο  χαρέμι  του  αγά.
Μετά  την  πάροδο  κάποιου  χρόνου  ο Μάρκος άρχισε να αισθάνεται ένοχος  για την εξώμοση, γι’ αυτό  και αναζήτησε κάποιον πνευματικό, όπου  με   συντριβή  απέθεσε  όλο  το  βάρος  των  αμαρτημάτων  του.  Με την  βοήθεια  του  πνευματικού  του  και  ενός  Χριστιανού  ιατρού,  ο  οποίος έπεισε  τον  αγά  ότι  η  Μαρία  έπασχε  από κάποια ασθένεια, από  την οποία  μπορούσε  να  την  θεραπεύσει  μόνο  κάποια  Εβραία  στη  Σμύρνη, ο  Μάρκος  έλαβε  την  άδεια  του  αγά,  για   να  συνοδεύσει  τη  γυναίκα του  ως  εκεί,  με   τη  ρητή  εντολή  να  γυρίσουν  και  πάλι  πίσω.
Όταν  έφθασαν  στη  Σμύρνη επιβιβάσθηκαν σ’ ένα πλοίο με  προορισμό την Τεργέστη. Εξ αιτίας όμως κάποιων εμποδίων δεν παρέμειναν εκεί, αλλά κατευθύνθηκαν στη Βενετία, όπου έλαβαν το Μυστήριο του Χρίσματος  και  της  Θείας  Κοινωνίας,  και  τέλος  ενυμφεύθηκαν.
Τα  γεγονότα  αυτά  συνέβησαν  το  1792.  Στη  Βενετία  δεν παρέμειναν πολύ,  αλλά  περιπλανήθηκαν σε διάφορα μέρη, φοβούμενοι μήπως τους ανακαλύψουν οι Τούρκοι. Επειδή  όμως  πουθενά  δεν  μπορούσε  να   εύρει ηρεμία  ο  Μάρκος,  αποφάσισε  να  επιστρέψει  στον  τόπο  της  αρνήσεως, για   να  αποπλύνει  και  με το αίμα  του  το  αμάρτημά  του.  Εγύρισε  λοιπόν στο  Κουσάντασι, όπου επισκέφθηκε τον πνευματικό του και του εγνωστοποίησε την επιθυμία του. Αυτός τότε προσπάθησε να τον αποτρέψει,  λέγοντάς  του  πως  το  μαρτύριό  του  ίσως  επιφέρει  πολλά δεινά  στους Χριστιανούς της Εφέσου, διότι οι Τούρκοι ήταν ήδη εξαγριωμένοι  εξ αιτίας  της  ανεγέρσεως  νέου  ναού  στην  πόλη,  αλλά   και  του  Μαρτυρίου  του  Νεομάρτυρος  Γεωργίου  του  εξ  Εφέσου,  που  είχε προηγηθεί  († 5 Απριλίου 1801). Επείσθηκε λοιπόν ο Μάρκος και εγκατέλειψε το Κουσάντασι. Κατέφυγε στη Χίο, όπου, αφού προετοιμάσθηκε  κατάλληλα  με  τη  Θεία  Κοινωνία,  επαρουσιάσθηκε  στο δικαστήριο  και  ομολόγησε  με παρρησία  την πίστη  του  στον  Χριστό.  Ο δικαστής  στην  αρχή  προσπάθησε  με  κολακείες  να  τον  μεταπείσει,  όταν όμως  είδε  ότι  αυτό  δεν  ήταν  δυνατό,  διέταξε  τη  φυλάκισή του.  Ο Μάρκος  υπέμεινε  με  καρτερία  όλα  τα   βασανιστήρια  χωρίς  να  καμφθεί. Συνολικά  οδηγήθηκε τρεις φορές ενώπιον του δικαστού, ο οποίος διαπιστώνοντας  το  σταθερό  φρόνημα  και  την  αμετάθετη  γνώμη  του να  παραμείνει  Χριστιανός  διέτεξε  τη  θανάτωσή  του.
Συγκινητική  ήταν  η  συμμετοχή  των Χριστιανών και  η  συνδρομή τους στην  προετοιμασία  του  Μάρτυρος  Μάρκου  για   το  μαρτύριο,  με νηστείες,  δεήσεις  και  προσευχές.
Πλήθος  κόσμου,  όχι  μόνο  Χριστιανοί  αλλά   και  Τούρκοι  και  Εβραίοι, είχαν  συγκεντρωθεί  στην  τοποθεσία  Βουνάκι,  που  είχε  ορισθεί  για  την εκτέλεση  του  Νεομάρτυρος.  Έτσι  στις  5  Ιουνίου  του  1801,  ημέρα Τετάρτη,  ο  Νεομάρτυρας  Μάρκος   εκτελέσθηκε  δι’ αποκεφαλισμού.
Πολλοί  Χριστιανοί  επήραν  ως  ευλογία  τεμάχια   από  τα  ενδύματα,  αλλά και  το λείψανο του Αγίου δίδοντας αρκετά  χρήματα στους Τούρκους. Τέλος, εξαγόρασαν το τίμιο λείψανο  του  Νεομάρτυρος,  το  οποίο ευωδίαζε,  και  το  ενταφίασαν  κρυφά  σε  άγνωστο  μέρος.
Στο  Συναξάριο  του  Αγίου  σημειώνονται  πολλά  θαύματα  που συνέβησαν με τα τίμια λείψανα, το αίμα, αλλά και τα ενδύματα του Νεομάρτυρος.
Το  Μαρτύριο  του  Αγίου  Μάρκου  συνέγραψε  ο  Αθανάσιος  ο  Πάριος, ενώ   Ακολουθία προς τιμήν του συνέταξε ο Νικηφόρος ο Χίος. Η Ακολουθία  αυτή,  όπως  και  ο  βίος του  Νεομάρτυρος, περιέχονται  στο Νέον  Λειμωνάριον.  Επίσης   επανεκδόθηκαν  το  1930  και   το 1968  στο Νέον  Χιακόν  Λειμωνάριον.


Δεν υπάρχουν σχόλια: