7/12/19

Ο Άγιος Τυχικός ο Απόστολος


Ανάμεσα    στις    άγιες   μορφές,   που    δούλεψαν   σκληρά   για    να στεριώσει   στο νησί   του  Χριστού   η   Εκκλησία   Του    είναι    και    ο  Απόστολος   Τυχικός.
Το   όνομά   του   δεν    συμπεριλαμβάνεται    στον   κύκλο των εβδομήκοντα. Όμως αυτό δεν εμποδίζει τον   ιερό   συναξαριστή   να    τον εγκωμιάζει   με   τούτα    τα   λόγια:

«Μη   τον  τυχόντα  Τυχικόν   τούτον   νόει.   Ούτος   γαρ   εις   πέφυκε   των Αποστόλων». Αδελφέ  μου, μη θελήσεις  να θεωρήσεις ένα τυχαίο πρόσωπο   τον   Τυχικό.   Γιατί    αυτός   είναι    ἐνας  από   τους  Αποστόλους.
Για τον ζηλωτή αυτόν εργάτη του Ευαγγελίου χαράσσονται και οι γραμμές,   που    ακολουθούν.

Από   τα    λίγα   γενικά    και    αόριστα   που   κατορθώσαμε   να συλλέξουμε  από διάφορες πηγές για τον  βίο του αγίου αυτού Αποστόλου,  καταλήγουμε   στο    συμπέρασμα,   πως   ο   Τυχικός καταγόταν από τη Ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας. Σαν συνοδό και συνεργάτη   του   Αποστόλου    Παύλου    τον    συναντούμε    περί   το τέλος    της  τρίτης του Παύλου αποστολικής περιοδείας. Όπως γνωρίζουμε,   κατά   την    περιοδεία    αυτή,   που    κράτησε    τρία    χρόνια,   από    το   54 – 57 μ.Χ.   ο     θείος   Απόστολος  με    κέντρο  την  Έφεσο  επισκέφθηκε πολλές πόλεις της Μ. Ασίας. Περί το τέλος του τρίτου  έτους της παραμονής του στην Έφεσο, από το   φούντωμα    της χριστιανικής   πίστεως,   ξέσπασε   σ’ αυτή    μια    μεγάλη    ταραχή    με αίτιο    κάποιο     αργυροκόπο    (αργυροτεχνίτη)     ονομαζόμενο    Δημήτριο.
Ο   άνθρωπος   αυτός   έφτιαχνε    με    ασήμι    μικρούς     ναούς, ομοιώματα    του   ναού   της    Εφεσίας     Αρτέμιδος. Με την δραστηριότητα     όμως   του Παύλου και το κήρυγμά του, που συνοψιζόταν   στο  ότι οι θεοί, που κατασκευάζονται από χέρια ανθρώπινα, είναι  θεοί  ψεύτικοι, η επιχείρηση  αυτή  έπεσε αρκετά. Μπροστά    στις    δυσμενείς επιπτώσεις που είχε τούτο το γεγονός, κάποια    ημέρα   ο    Δημήτριος, αφού   κάλεσε    κοντά    του    όλους     τους    εργάτες    και    τεχνίτες    που   απασχολούντο     στην    εργασία του,   τους    ξεσήκωσε    ενάντια     στον    Παύλο:

– Άνδρες,   τους   είπε:    Όπως    ξέρετε,   από   την   εργασία    μας    αυτή  βγαίνει    το    ψωμί   και   τα    έξοδα     της    οικογένειάς    μας.   Με    το κήρυγμα   αυτού    του    ανθρώπου,    όχι    μόνο    στην    Έφεσο,    αλλά  και   σε    όλη   την    Ασία    πολλοί    έχουν    εγκαταλείψει    την    θρησκεία   μας.    Έτσι    δεν   κινδυνεύει    μόνο   η   δουλειά   μας    από ξεπεσμό    και   διάλυση,   αλλά     κινδυνεύει    και    ο     ναός     της μεγάλης    μας   προστάτιδας   να    μη    λογαριάζεται    πια  από  κανέναν.

Τα   λόγια   του   αργυροκόπου,   όπως    ήταν    επόμενο,    ξεσήκωσαν    όχι    μόνο    τους    εργάτες    του,    αλλά  και  μεγάλο  πλήθος της Εφέσου.    Για    πολλές     ώρες  η   πόλη  είχε    γίνει    ανάστατη.    Όλοι ζητούσαν    να    συλληφθεί   ο   Παύλος  και  να  θανατωθεί. Πολλοί πέρασαν    από    τα   μέρη    που    συνήθιζε    να    παραμένει   ο Απόστολος    και   τον    ζητούσαν.   Ευτυχώς    δεν    τον    βρήκαν     και  στο  τέλος    κατέληξαν    στο    θέατρο   της   πόλεως.   Εκεί    επί    ώρες φώναζαν    διάφορα     συνθήματα  και  προ     παντός   την   φράση: «Μεγάλη η Άρτεμις Εφεσίων». Η κατάσταση ήταν, στ’ αλήθεια, εκρηκτική. Κάποια στιγμή παρουσιάστηκε ο πρώτος υπάλληλος της πόλεως, ο γραμματέας να πούμε, και αφού συνέστησε στο πλήθος να σιωπήσει,  μίλησε     σ’ αυτό με πολλή  μαεστρία  και  πέτυχε να το διαλύσει.    Ο    Παύλος    όλες    αυτές    τις     ώρες     έμενε    κρυμμένος    σε   κάποιο   σπίτι.    Όταν    αργότερα     αποκαταστάθηκε    η     ησυχία,    ο   θείος   Απόστολος,    αφού    προσκάλεσε    τους     χριστιανούς     κοντά του    και   τους    ενίσχυσε,    τους    αποχαιρέτησε    και  πήρε    τον    δρόμο  για    την    Μακεδονία, που    ήθελε    πολύ    να    πάει    για    να ξαναδεί   τους    εκεί    πιστούς. Περιήλθε διάφορες πόλεις, μετά προχώρησε και   «ήλθεν   εις   την    Ελλάδα»,   δηλαδή   κατέβηκε    στην Αχαία   (Πελοπόννησο)   και    πάλιν επέστρεψε δια ξηράς στην Μακεδονία,   επειδή    πληροφορήθηκε πως   οι    Ιουδαίοι    των     Κεγχρεών    είχαν    αποφασίσει    να    τον   δολοφονήσουν.
Από  την  Μακεδονία κατέβηκε στην Τρωάδα – Τροία, και από εκεί ανέλαβε  μεγάλο   ταξίδι   προς   την   Ασία.    Εδώ    στην    Τροία,    σαν έφτασε ο Παύλος, βρήκε διάφορους πιστούς συνεργάτες να τον περιμένουν.   Ανάμεσα    σ’ αυτούς    ήταν     ο    Σώπατρος από την  Βέροια,    ο    Αρίσταρχος    και    ο   Σεκούνδος    από    την    Θεσσαλονίκη, ο   Γάιος   και     ο    Τιμόθεος    από    την    Δέρβη    της    Μ. Ασίας  και  ο   Τυχικός   και   ο   Τρόφιμος    που    κατάγονταν    από    τα   μέρη   της  Ασίας.   Όλοι     αυτοί είχαν πάει νωρίτερα στην Τρωάδα και  τον περίμεναν. Μ’ αυτούς ανέλαβε ο   ακούραστος    Απόστολος     το   ταξίδι του     προς    τις    διάφορες   πόλεις    της    Ασίας.

Τώρα,  που  βρήκε τα πρόσωπα  αυτά, ειδικά    τον   Άγιο     Τυχικό,    για τον   οποίο    ενδιαφερόμαστε,   και   πως   αυτός    κλήθηκε    στο Ευαγγέλιο,   δεν   γνωρίζουμε.   Αυτό    που     γνωρίζουμε   είναι  ως    από    την    Ασία   τον    «ψάρεψε»    μαζί    με   τον   Τρόφιμο     και    πως και    οι    δύο    υπήρξαν    ζηλωτές    συνοδοί    του.

Συνοδός,    λοιπόν,    του   Παύλου   ο Τυχικός,   μα    και     ο    Τρόφιμος. Ακούραστοι   συνοδοί.    Πόσος    ζήλος    και    πόση    φλόγα    έκαιε    στις καρδιές τους για την δόξα του Χριστού, ώστε οι άνθρωποι αυτοί να παίζουν   κάθε στιγμή και ώρα, όπως είδαμε, το κεφάλι κορώνα γράμματα! «Ω! και   να    είχαμε    οι   σημερινοί     ορθόδοξοι    χριστιανοί  κάτι  από   τον    φλογερό     ζήλο    των    εργατών    αυτών   του Ευαγγελίου,    που   λεγόντουσαν Τυχικοί  και  Τρόφιμοι, πόσο διαφορετικός    θα    ήταν    σήμερα   ο    κόσμος!

Πιστός συνεργάτης και ακόλουθος του μεγάλου Αποστόλου Παύλου, λοιπόν,   ο    Τυχικός. Μαζί του στις  επιτυχίες  και  τις χαρούμενες στιγμές.

Μαζί   του    όμως     και    στους    πιο    μεγάλους κινδύνους. Τους κινδύνους   που    αντιμετώπιζε    από   τα   όργανα   του   Σατανά     στις συνεχείς    του    αποστολικές   περιοδείες. Μαζί    του    και    σ’ αυτήν    την    φυλακή    της   Ρώμης.   Χαρά   του    να   διακονεί    και    να εξυπηρετεί το έργο του Κυρίου. Στον Τυχικό επαναπαύεται και προσβλέπει ο γηραιός Απόστολος στις ποικίλες ανάγκες που αντιμετωπίζει. Στον Τυχικό αναθέτει την υπεύθυνο αποστολή να μεταφέρει    και    να    επιδώσει    με    ασφάλεια    τις     επιστολές    του προς τους πιστούς της    Εφέσου,   των    Κολοσσών    και    της     Α’    προς τον    μαθητή   του    Τιμόθεο.

Με πόση    συγκίνηση    γράφει  ο στοργικός Απόστολος προς τους Εφεσίους  (στ’   21 – 22)   τούτα   τα    λόγια:    «Ίνα   δε    ειδήτε   και   υμείς τα   κατ’ εμέ,   τι  πράσσω, πάντα υμίν γνωρίσει Τυχικός   ο    αγαπητός αδελφός    και πιστός διάκονος εν Κυρίω όν έπεμψα προς υμάς εις αυτό τούτο,   ίνα   γνώτε   τα  περί    ημών   και   παρακαλέση   τας    καρδίας υμών».   Για   να   μάθετε   δε   και   εσείς   τα   ιδικά   μου   νέα,   να γνωρίσετε δηλαδή τι κάμνω και πως περνώ τις ημέρες μου εδώ στη φυλακή για την διάδοση του Ευαγγελίου, σας στέλλω τον Τυχικό.  Ο αγαπητός μου αυτός  αδελφός  και πιστός διάκονος στο έργο    του   Κυρίου,    θα    σας  τα καταστήσει όλα γνωστά. Αυτός θα σας παρηγορήσει   και   θα   στηρίξει    τις    καρδιές    σας,   που   είναι θλιμμένες   εξ   αιτίας   της    φυλακίσεώς   μου.

Μεγάλη   στοργή   και   ασύγκριτη     αγάπη    αποπνέουν    τούτα   τα λόγια  του   θείου   Παύλου...    «Αγαπητός    αδελφός    και   πιστός διάκονος   εν     Κυρίῳ»    ο    Τυχικός.   Είναι    αδελφός   μου  λέγει    ο Τυχικός,   γιατί    έχουμε    τον    ίδιο    Πατέρα,   τον    Πανάγαθο     Θεό. Με   το    άγιο    Βάπτισμα   μας   υιοθέτησε    και   μας   έκαμε    κατά  χάριν   παιδιά    Του.   Είναι    και    «πιστός   διάκονος»,   γιατί    υπηρετεί πιστά   στο   θέλημα    του    Κυρίου    και    την    εξάπλωση   του ευαγγελικού κηρύγματος. Στην επιστολή προς τους Κολασσαείς προσθέτει και  τις λέξεις «σύνδουλός μου». Είναι  ο  Τυχικός   και σύνδουλός    μου,    γιατί    και    οι    δυό    μας    έχουμε    έναν    Κύριο    και  έναν Θεό. Και  οι  δυό μας δουλεύουμε στον  ίδιο πνευματικό  αμπελώνα    και     στον    ίδιο    αγρό.

Οποίο     μεγαλειώδη  τίτλο τιμής για τον ειλικρινή συνεργάτη του φλογερού  Αποστόλου αποτελούν τα  κολακευτικά  τούτα λόγια. Και  μόνο    αυτά    γραμμένα    από    το   χέρι    του    θείου    Παύλου,    ο οποίος    ζει   και    αγωνίζεται    μονάχα    για     την    δόξα     του   Χριστού,   αλλά  και     την    σωτηρία   του   κάθε  ανθρώπου,    είναι αποδεικτικά    της    ξεχωριστής    και     ιδιάζουσας   θέσης,   που   κατέχει στην   πρώτη εκκλησία η προσωπικότητα του πιστού και πρόθυμου διακόνου    του     Ευαγγελίου,    του     Αγίου   Τυχικού.

Και    πολύ    δίκαια.   Γιατί    ο    Τυχικός    με πολύ    ενθουσιασμό ανέλαβε   το   έργο    της   διαδόσεως  του   Ευαγγελίου    ακολουθώντας    με   ζήλο   τον   Απόστολο   των    Εθνών   Παύλο    στις    περιοδείες    του. Αλλά    και   πάντα πρόθυμος να   τον    εξυπηρετήσει,   όπου    τον    ήθελε αυτός    καλέσει.   «Όταν πέμψω Αρτεμάν προς σε ή Τυχικόν, σπούδασον ελθείν    προς   με εις   Νικόπολιν   εκεί   γαρ   κέκρικα    παραχειμάσαι»   (Τίτ. γ’ 12).   Αυτά   γράφει   ο   Παύλος   προς   τον   Απόστολο   και συνεργάτη   του   Τίτο.    Και   οι     οδηγίες αυτές δείχνουν την εμπιστοσύνη   του    μεγάλου    Αποστόλου    προς   τον    ακόλουθο    και  βοηθό    του   Τυχικό,   που    είναι    συνεργός     και   συνέκδημος    του σκεύους    αυτού   της   εκλογής   του    Κυρίου.   Συνεργός  και  συνέκδημος    αλλά και  διεκπεραιωτής πολλών εμπιστευτικών αποστολών.   Όταν   ο  Απόστολος   Μάρκος   μετά    το   μαρτύριο    του θείου    του,   Αποστόλου    Βαρνάβα,    έφυγε    απ’    την    Κύπρο,    πέρασε    απ' την Αλεξάνδρεια και κατέληξε στην Ρώμη  για να συναντήσει    τον   πολύπειρο και φυλακισμένο Απόστολο. Με την ευλογία του Θεού η συνάντηση πραγματοποιήθηκε γρήγορα. Οι δύο Απόστολοι,    αφού    αντάλλαξαν    ασπασμό   χριστιανικής    αγάπης άρχισαν   με    ιδιαίτερο    ενδιαφέρον    να    συνομιλούν   για    την κατάσταση    της   Εκκλησίας    στην   Κύπρο.    Κατά    την   συνομιλία αυτή,    μεταξύ των άλλων, ο Μάρκος αποκάλυψε στον φλογερό Απόστολο    το    μαρτυρικό     τέλος    του   φίλου     του,   αποστόλου Βαρνάβα   και    του φανέρωσε πως στην Κύπρο  δεν ήταν άλλος Απόστολος, για να συνεχίσει το έργο τους. Η πληροφορία αυτή ανησύχησε    τον    γηραιό    Απόστολο,   που    έσπευσε     αμέσως   να στείλει   στο   πολύπαθο   νησί   τους    συνεργάτες    του   Τυχικό,    Επαφρά   και   μερικούς   άλλους.   Η   ομάδα   αυτή,   σαν   έφτασε    στην Κύπρο,   έσπευσε   να    συναντηθεί   με   τον    Ηρακλείδιο   που    βρισκόταν   στην   Ταμασό   και    να   του    επιδώσει    σχετική    επιστολή. Στην  επιστολή αυτή ο Παύλος λέγεται πως συνιστούσε στον πιστό μαθητή του να εγκαταστήσει τον Επαφρά επίσκοπο στην Πάφο, τον Τυχικό  στη  Νεάπολη, δηλαδή  την Λεμεσό, και τον Αυξίβιο στους  Σόλους,   πράγμα    το     οποίο    και    έκαμε.

Ο    Απόστολος   Τυχικός    υπήρξε    ένας    δόκιμος   εργάτης   του Ευαγγελίου    του    Χριστού,    που   με    προθυμία    δέχθηκε    το    κήρυγμα    για   τον   Εσταυρωμένο    Ιησού.   Τον    αγάπησε    με    όλη    του    την    καρδιά    και    αψηφώντας   κάθε    κίνδυνο    κινείται    παντού για    να   το    προσφέρει    και    σ’ άλλους.   Μαζί   με   τον    θείο    Παύλο μπορεί   και   αυτός   να    λέγει:   «Οδοιπορίαις   πολλάκις,   κινδύνοις ποταμών,   κινδύνοις ληστών, κινδύνοις  εκ  γένους,  κινδύνοις   εξ    εθνών, κινδύνοις    εν    πόλει,   κινδύνοις     εν   ερημία, κινδύνοις    εν    θαλάσση, κινδύνοις   εν   ψευδαδέλφοις...»    (Β’ Κορ. ια’ 26).   Υπηρέτησα   τον   Κύριο με μακρές οδοιπορίες πολλές φορές, με κινδύνους από ποτάμια και μάλιστα    κατά    τον    χειμώνα    που    επλημμύριζαν.
Αντίκρυσα  πολλούς κινδύνους από ληστές, κινδύνους από τους ομοεθνείς μου Εβραίους, κινδύνους από εθνικούς και ειδωλολάτρες, κινδύνους μέσα από τις πόλεις, κινδύνους μέσα σε ερήμους τόπους, κινδύνους στην θάλασσα, κινδύνους από μέρους ψευδαδέλφων, που υποκρίνονταν ότι είναι χριστιανοί. Σαν ένας γνήσιος εργάτης του Ευαγγελίου    ανέλαβε    και    αυτός    με   φλόγα στην καρδιά   και συνέπεια και σύνεση το έργο της πανανθρώπινης σωτηρίας. Αντιμετώπισε    διωγμούς και εξευτελισμούς. Εν τούτοις ποτέ δεν εδειλίασε.   Ούτε    μετανόησε   γιατί    ανέλαβε   τέτοιο    βαρυσήμαντο έργο.    Άλλωστε    το    γνώριζε   αυτό.   Το    προείπε    ο     ίδιος    ο    Κύριος   με   τούτα   τα   λόγια:    «Ιδού   εγώ   αποστέλλω    υμάς   ως πρόβατα εν μέσω λύκων»  (Ματθ. γ’ 16).  «Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι»   (Ιωάν. ιε’ 20)·  και   «έσεσθε   μισούμενοι   υπό   πάντων   δια   το όνομά   μου»   (Ματθ. ι’ 22).   Το   γνώριζε.
Πολλές   φορές   το   δοκίμασε   σαν   βρισκόταν   με   τον   δάσκαλό   του και  το   άκουσε.   Όμως   καμιά    δύναμη    δεν    μπόρεσε   να   του    κάμψει την θέληση. Οπλισμένος με ακατάβλητη αυταπάρνηση και καρτερία    και   υπομονή   συνεχίζει   πιστός   μέχρι   θανάτου   το ποιμαντικό   του   έργο   στην   Κύπρο.   Σ’ έναν   τόπο   σαν   και   το   νησί της  Κύπρου, που   η   λατρεία   της   ακολασίας   στο   πρόσωπο    της   θεάς   της    σαρκολατρίας,   της   Αφροδίτης,   βασίλευε,   ο    πιστός εργάτης   του   Ευαγγελίου   της    αρετής    και   της   χριστιανικής τελειώσεως   κινείται    παντού.    Με   αποφασιστικότητα    μοναδική    και όπλο   ακαταμάχητο   τον   λόγο   του   Θεού    πετυχαίνει    να   κρημνίσει της    αθείας    τα    πυργώματα   και    να    διαδώσει,   όπου  πήγε,    την αλήθεια.

Ο    Απόστολος    Τυχικός   μετά   που   διεκπεραίωσε   την   αποστολή   του    στην Κύπρο,   επέστρεψε   και   πάλι    κοντά   στον   Απόστολο   Παύλο.   Μετά   δε   τον μαρτυρικό   θάνατο   του    θείου    αυτού    Αποστόλου    κατά   μία παράδοση    ο Τυχικός χρημάτισε Επίσκοπος  της Χαλκηδόνος, μιάς πόλεως της    Βιθυνίας  της    Μικράς  Ασίας.

Εκεί  στο χωριό της Πάφου, τα    Μέσανα του    διαμερίσματος   Κελοκεδάρων, που    βρίσκεται   και    ο   ναός   του   κτισμένος   στα   ερείπια   ενός   πολύ   παλαιού, που    δεν    φαίνονται   δυστυχώς   σήμερα   ούτε  τα    σημάδια   του,   κατά   μήκος του   δρόμου    προς   το   χωριό    Σαλαμιού    σώζονται    ακόμη    τρείς   ελιές,   που κατά    την    παράδοση    βλάστησαν    από    τα    ελιοκόκκονα,    που    έρριψαν    οι  Απόστολοι,    όταν    περνούσαν    από    εκεί     και     έτρωγαν    ελιές.    Στον    ναό    του μικρού    αυτού    χωριού     είναι    δύο    εικόνες    του    Αγίου   Τυχικού.   Μια   πολύ παλαιά   και   μία   κάπως νεώτερη  με  ημερομηνία  αγιογραφήσεως   το   1830.

Οι εικόνες αυτές, πόσα στ’ αλήθεια πρέπει να μας θυμίζουν και πόση ευγνωμοσύνη θα πρέπει να πλημμυρίζει την ψυχή    μας   στο   αντίκρισμά τους.    Το    μαρτυρικό    νησί  της  Κύπρου,    χάρη    στο έργο   όλων    αυτών   των    φλογερών εργατών του  Ευαγγελίου, που    έσπειραν    στις    καρδιές   των    προγόνων    μας τον θείο σπόρο, συνεχίζει μέχρι σήμερα τον δρόμο της υψηλής    αποστολής του     και     κρατάει   με    καύχηση   τον   τιμητικό   τίτλο   του.    «Νήσος    των    Αγίων     η Αγία    Νήσος».   

Η τιμή αυτή δημιουργεί σ’ εμάς και τις ανάλογες υποχρεώσεις. «Ου καταισχύνω    όπλα    τα    ιερά»,    έλεγαν     οι   νέοι    των    Αθηνών    στον   όρκο    τους, όταν   έπαιρναν   τα   όπλα   τους.    Άς    μη    ντροπιάσω   ποτέ   την    καταγωγή    μου και τις ελληνοχριστιανικές ρίζες μου, άς λέμε και εμείς σήμερα.    «Είμαστε απόγονοι μαρτύρων, μέσα μας τρέχει ηρώων αίμα» τονίζει ο Ιων Δραγούμης.    Άν    το    νησί   της   Κύπρου    παρέμεινε    μέχρι    σήμερα    νησί    Ελληνικό, παρέμεινε    χάρη    στην   Ορθοδοξία   μας.   Αυτόν    τον   πολύτιμο    θησαυρό    άς προσέξουμε    όλοι    σήμερα    σαν   κόρη    οφθαλμού.   Το    απαιτούν   οι    άγιοί   μας. Μας   το    ζητὰει    ο    Άγιος    Τυχικός.   Το    θέλει   ο    Χριστός    μας.    Το    επιβάλλει    κι αυτό    το    συμφέρον    μας.   Να   το   ξαναπούμε;    Το    απαιτούν   οι    Άγιοί   μας   και    το παράδειγμα    του    Αποστόλου    Τυχικού,    του    οποίου   είθε   οι    πρεσβείες    προς τον Σωτήρα Χριστό να χαρίζουν στον καθένα μας «παν δώρημά Του τέλειον».    Σ’ αυτόν   άς    ψάλλουμε    και    εμείς   με    όλη   την   δύναμη    της    ψυχής μας:   Απόστολε   του   Σωτήρος    Πανεύφημε,   το   δοχείον   της   πίστεως,   υιέ παρακλήσεως,   η    γαλήνη   των   χειμαζόμενων,    απαύστως   εν   τη    μνήμη    σου παρρησίαν   έχων,   Τυχικέ    παναοίδιμε,   ικέτευε    εν    ειρήνη     φυλαχθήναι    τας ψυχάς    ημών.    Αμήν.


Απολυτίκιον.   Ήχος    γ’.
Απόστολε   άγιε   Τυχικέ,   πρέσβευε    τω    ελεήμονι    Θεώ,   ίνα    πταισμάτων άφεσιν,    παράσχη     ταις    ψυχαίς    ημών.

Έτερον Απολυτίκιον. Ήχος α’. Του λίθου σφραγισθέντος.
Του    Παύλου    μαθητής    και    ακόλουθος    υπάρχων,    τον    καλόν   αγώνα    της πίστεως   χαίρων    ηγωνίσω,   υψών   αληθείας    τον   πυρσόν   και   έθνεσι παρέχων    φωτισμόν.   Δια   τούτο,   Πανσεβάσμιε    Τυχικέ,   τιμώντές    σε   νυν βοώμεν.   Χαίρε   Χριστού,    ω   σκεύος   εκλεκτών,    χαίρε    Θεού    απόστολε,   ω    και    πρέσβευε    δωρήσασθαι   πάσι    την   λύτρωσιν.


Saint Tychicus the Apostle

Among the sacred figures who worked hard to lay the island of Christ His Church is the Apostle Tychicus.
His name is not included in the seventies circle. But this does not prevent the holy companion from praising him with these words:

"No Tichikon is okay with that. This garrison of the Apostles was left. " My brother, you do not want to consider Random as a random person. Because He is One of the Apostles.
For this zealous Gospel worker the following lines are drawn.

From the few general and indefinable we have been able to collect from various sources on the life of this Saint Apostle, we conclude that Tychicus came from the Roman province of Asia. As a companion and associate of the Apostle Paul we meet him at the end of Paul's third apostolic tour. As we know, during this tour, which lasted three years, from 54 - 57 AD. Ephesus's uncle Apostle visited many cities in Asia Minor. About the end of the third year of his stay in Ephesus, due to the flutter of Christian faith, a great riot broke out in it, caused by a silver-digger named Demetrius.
This man made small silver temples, imitations of the Temple of Artemis of Ephesus. But with the activity of Paul and his sermon, which summarized that the gods, made by human hands, are false gods, that business fell short. In the face of the adverse effects of this event, one day Demetrius, after calling all the workers and craftsmen employed in his work, rebelled against Paul:

- Men, he told them: As you know, from our work this is the bread and expenses of our family. By preaching this man, not only in Ephesus but throughout Asia, many have abandoned our religion. So not only is our work at risk of collapse and disintegration, but also the temple of our great protector is no longer accounted for by anyone.
The words of the silversmith, as it was next, roused not only his workers but also a large crowd of Ephesus. For many hours the city had become unruly. They all demanded that Paul be arrested and killed. Many went beyond the places where the Apostle used to stay and sought him. Luckily they didn't find him and eventually ended up in the city theater. There, for hours, various slogans shouted and above all the phrase: "Great Artemis of Ephesus". The situation was, in fact, explosive. At some point the first clerk of the city, the secretary, let's say, introduced himself, and after advising the crowd to remain silent, he spoke with great skill and succeeded in breaking it up. Paul had been hiding in a house all these hours. When peace was later restored, Uncle Apostle, after inviting Christians to join him and strengthening them, bade them farewell and made their way to Macedonia, who longed to go to see the faithful there again. He came to various cities, then went "to Greece", that is, he went down to Achaia (Peloponnese) and again returned to Macedonia by land, after being informed that the Jews of the Kechreans had decided to kill him.
From Macedonia he went down to Troas - Troy, and from there took a long trip to Asia. Here in Troy, as Paul arrived, he found several faithful associates waiting for him. Among them were Sopatros of Veria, Aristarchus and Secundus of Thessaloniki, Gaius and Timothy of Derbe, Asia Minor, and Tychicus and Trophimus who came from parts of Asia. All of them had gone to Troas earlier and were waiting for him. With them the tireless Apostle undertook his journey to the various cities of Asia.

Now that he has found these persons, especially the Saint Tychicus, we are interested in, and how he was called to the Gospel, we do not know. What we do know is that from Asia he "caught up" with Trophimos and that both of them were zealous companions.

So Paul was accompanied by Tychicus, but also by Trophimus. Restless companions. How much zeal and how much flame they burned in their hearts for the glory of Christ, that these people would play every moment and hour, as we saw, the head of the crown letters! "Oh! and if we had today's orthodox Christians something of the fiery zeal of these Gospel workers, called the Trophy and the Trophy, how different the world would be today!

A faithful associate and follower of the great Apostle Paul, then, the Tycoon. With him on his successes and happy times.

But with him on the biggest risks. The dangers he faced from Satan's organs in his constant apostolic tours. With him and this prison in Rome. Its a pleasure to minister and serve the work of the Lord. In the Typical, the old Apostle rests and looks forward to his various needs. Tychicus instructs the responsible mission to transfer and deliver his letters safely to the faithful of Ephesus, Colossians and I to his disciple Timothy.

How excited the affectionate Apostle is to write to the Ephesians (21-22) these words: "Do not even know me, what I do, I have always known Tychicus; you in this, fiber know about us and please your heart. " So that you, too, can learn my own news, that is, what I am doing and how I spend my days here in the prison for spreading the Gospel. My dear brother and faithful deacon in the work of the Lord, he will make known to you all. He will comfort you and support your hearts, which are sad because of my imprisonment.
Great affection and unparalleled love exude these words of Uncle Paul ... "Dear Brother and Faithful Deacon in the Lord" by Tychicus. He is my brother, says the Lucky One, because we have the same Father, the Almighty God. With the Holy Baptism He adopted us and made us His children for the sake of grace. He is also a "faithful deacon" because he faithfully serves the will of the Lord and the spread of the gospel. In the letter to the Colossians he adds the words "my fellowman." He is my Lucky and Fellow, because we both have one Lord and one God. We both work in the same spiritual vineyard and field.

What a magnificent title to the sincere associate of the fiery Apostle these flattering words are. And only those written by the hand of Uncle Paul, who lives and fights not only for the glory of Christ, but also for the salvation of every man, are evidences of the special and special place occupied by the faithful and willing personality in the first church. deacon of the Gospel, of St. Tychicus.

And very fair. Because Tychicus very enthusiastically undertook the work of spreading the Gospel by zealously following the Apostle Paul in his tours. But he was always willing to serve him where he wanted to call him. "When I drop Arteman to you or Tychikon, you study to come to me in Nicopolis there you are barely giving up" (Titus 12). This is what Paul writes to the Apostle and his associate Titus. And these instructions show the great Apostle's confidence in the follower and helper of Tychicus, who is an accomplice and co-conspirator of this vessel of the Lord's election. Associate and co-conspirator as well as dispatcher of many confidential missions. When the Apostle Marcus left Cyprus after the martyrdom of his uncle, Apostle Barnabas, he crossed over from Alexandria and reached Rome to meet the experienced and imprisoned Apostle. With God's blessing, the meeting was quick. After exchanging Christian love for the Apostles, the two Apostles began with great interest to discuss the situation of the Church in Cyprus. During this conversation, among other things, Mark revealed to the fiery Apostle the testimony of his friend, the Apostle Barnabas, and revealed to him that there was no other Apostle in Cyprus to continue their work. This information alarmed the old Apostle, who immediately rushed to send his associates Tychikos, Epaphras and some others to the desperate island. As soon as he arrived in Cyprus, this group rushed to meet with Heraclidus in Tamasos and to deliver a letter to him. In this letter Paul is said to have recommended his faithful disciple to have the Bishop of Epaphras installed in Paphos, Tychicus in Naples, that is, Limassol, and Axius in Solos, which we did.
The Apostle Tychicus was an experienced worker of the Gospel of Christ, who eagerly accepted the sermon about the Crucified Jesus. He loved him with all his heart, and defying every danger, he moved everywhere to offer it to others. Together with Uncle Paul he may say: "Many times trekking, river hazards, robber hazards, dangers in general, dangers from nations, hazards in the wild, hazards in the wilderness, hazards at sea, hazards at sea" (hazards at sea) 'Cor' 26). I have served the Lord on long trips many times, with the dangers of rivers and even floods in winter.
Ancients many dangers from robbers, dangers from my fellow Jews, dangers from nationals and idolaters, dangers through cities, dangers in desert places, dangers at sea, dangers from pseudo-brothers who pretended to be Christians. As a true worker of the Gospel he also undertook the work of human salvation with a flame of heart and with consistency and prudence. He faced persecution and humiliation. However it never turned out. Nor did he repent for undertaking such an important work. After all, he knew that. The Lord Himself foretold these words: "Behold, I send you forth as sheep in the midst of wolves" (Matthew 3:16). "Yea, they both persecuted us" (John 20); and "hated them all for my name's sake" (Matt. 22). He knew it.
Many times he tried it as if he were with his teacher and listened. But no power could stop him. Armed with unshakable self-denial and patience and patience, he continues his faithful work in Cyprus until his death. In a place like the island of Cyprus, where the worship of adultery in the face of the goddess of carnality, Aphrodite, reigned, the faithful worker of the Gospel of virtue and Christian perfection is everywhere. With a unique determination and a weapon irresistible to the word of God, he succeeds in overthrowing the chariots of justice and spreading the truth wherever he goes.

After Apostle Tychicus completed his mission to Cyprus, he returned again to Apostle Paul. After the martyrdom of this divine Apostle, according to tradition, Tychicus was bishop of Chalcedon, a city of Bithynia, Asia Minor.
There, in the village of Paphos, the Mesana of the Kelokedara district, which also has its temple built on the ruins of a very old one, which today, unfortunately, does not even show its signs along the road to the village of Salami. tradition was sprouted from the olive groves that the Apostles threw when they passed by and ate olives. In the temple of this small village are two pictures of Agios Tychikos. A very old one and a somewhat younger one with a hagiography dated 1830.

These images, how much they really should remind us and how much gratitude should flood our souls in their response. The martyr island of Cyprus, thanks to the work of all these fiery workers of the Gospel, who have poured out the divine seed into the hearts of our ancestors, continues the path of his high mission to this day and holds his honor with great reverence. "Island of Saints or Island".

This price creates the same obligations for us. "Thou shalt put down the sanctuary in thine arms," ​​the young men of Athens said in their oath as they took up their weapons. Let me never be ashamed of my origin and my Greek-Christian roots, let us also say today. "We are descendants of witnesses, blood heroes running through us," Ion Dragoumis stresses. If the island of Cyprus remained a Greek island to this day, it remained thanks to our Orthodoxy. Let us all watch this precious treasure as an eye daughter today. Our saints demand it. We are asked by the Holy One. Our Christ wants it. It is in our interest to do so. Let's say it again. This is demanded by our Saints and the example of the Apostle Tychicus, whose embassies to the Savior Christ give each of us "His perfect gift." Let us also chant to him with all the power of our souls: Savior of the Savior We have gone astray, the vessel of faith, with a request, the peace of those who tremble, surely in your remembrance they have been, our. Amen.


Absolutely. Sound c.
Apostle saint Touhike, he was anointed by the merciful God, a fiber of remorse, a provision of our souls.

Other Apolitical. Sound a '. Of the stone sealed.
Paul's disciple and follower of the existing, the good struggle of the joy of faith I cheer, the true heights of torment and the illusion of illumination. For that, Pansevasmeier Touhike, valuers in the current boom. Rejoice Christ, O chosen vessel, Rejoice God sends, Oh, and receive a gift free of redemption.

Δεν υπάρχουν σχόλια: