23/1/20

Ο Όσιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω


Ο  Άγιος  Δ ιονύσιος   γεννήθηκε   περί  το  έτος  1500   στο  χωριό  Σκλάταινα   της   επαρχίας   Φαναρίου   Καρδίτσας, που σήμερα ονομάζεται   Δρακότρυπα, από γονείς πτωχούς αλλά  ευσεβείς, τον Νικόλαο και  τη Θεοδώρα, οι  οποίοι  τον  ανέθρεψαν με παιδεία  και  νουθεσία   Κυρίου.   Μετά  τον θάνατο   των   γονέων   του    και  σε  νεαρή ηλικία μετέβη  στα  Μετέωρα, όπου και έγινε Μοναχός. Αργότερα κατέφυγε  στο   Άγιον Όρος και χειροτονήθηκε  Διάκονος και Πρεσβύτερος.   Διακατεχόμενος  από   τον πόθο της  ερημικής ζωής  ίδρυσε  κοντά  στη  Μονή    Καρακάλλου  ένα μικρό  κελί,   στο    οποίο μόναζε  και κοντά  σε αυτό έκτισε  και  ένα  μικρό   ναό    αφιερωμένο  στην    Αγία   Τριάδα.
Στην  συνέχεια επισκέφθηκε τα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων εξετίμησε τόσο πολύ την πνευματικότητα  του  Αγίου ασκητού, ώστε τον παρότρυνε να μείνει κοντά  του για   να   τον   αναδείξει   διάδοχό   του.   Παρά   τις  προτροπές  όμως  και  τα δελεάσματα εκείνος  επέστρεψε στο ησυχαστήριό του. Χρημάτισε   δε   και   για   λίγο   ηγούμενος  της   Μονής   Φιλοθέου   Αγίου Όρους, προς ενίσχυση της   οποίας   δεν   δίστασε   να   ταξιδέψει   μέχρι την   Κωνσταντινούπολη.
Κατά   την   διάρκεια   της   ηγουμενίας   του   στη   Μονή  Φιλοθέου  άλλαξε  την   τάξη   αυτής   από  βουλγαρική  σε ελληνική. Το  γεγονός  αυτό  δυσαρέστησε κάποιους, οι οποίοι  ζητούσαν   συνέχεια   αφορμές   να   δημιουργούν ζητήματα  και να προκαλούν σκάνδαλα. Γι’ αυτό ο Άγιος   θεώρησε καλό να απέλθει, περί  το 1524, σε   σκήτη  που  ήταν κοντά   στην  Βέροια, όπου  και  διοργάνωσε  τη  μοναστική ζωή. Ανακαίνισε το  Ναό του  Τιμίου Προδρόμου και ανέπτυξε πλούσια διδακτική   και   φιλανθρωπική   δράση.   Επισκέφθηκε ως προσκυνητής και πάλι τα Ιεροσόλυμα, με αφορμή την εκεί Σύναξη των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως,   Αλεξανδρείας,  Αντιοχείας  και  Ιεροσολύμων  και, αφού δέχθηκε τις  ευλογίες  και παραινέσεις   τους,   επέστρεψε   στην Βέροια.
Κατ’ εκείνο  τον καιρό  κοιμήθηκε ο Επίσκοπος Βεροίας, οι   δε   πρόκριτοι και  κάτοικοι της περιοχής προσπάθησαν να πείσουν τον Άγιο να γίνει Επίσκοπός τους. Εκείνος όμως, ποθώντας την ησυχία και  την έρημο, έφυγε  και πήγε σε μία δυσπρόσιτη περιοχή  του  Ολύμπου, όπου  ίδρυσε τη   μονή  της  Αγίας Τριάδος. Σε κάποιο διωγμό  των Τούρκων εγκατέλειψε για λίγο τη μονή  και  κατέφυγε στο Πήλιο, κοντά  στη Ζαγορά.   Εκεί   έκτισε    Εκκλησία  και  κελιά. Από εκεί, με την παράκληση   του   λαού  για την ανομβρία, που  ακολούθησε  την  φυγή του,   ο   Όσιος    επέστρεψε  στον   Όλυμπο,   περί   το   1542,   γενόμενος δεκτός   όχι   μόνο   από   τον  λαό   αλλά  και  τον   Τούρκο   άρχοντα,   ο οποίος   εγγράφως   του   έδωσε   την   άδεια   να    ανεγείρει   ναό   και  κελιά.
Η αγιότητα του Οσίου και τα παρ’ αυτού επιτελούμενα θαύματα, διαθρυλούμενα ευρέως σε όλη τη γύρω περιοχή και τη Μακεδονία, οδηγούσαν πολλούς μέχρι της απομακρυσμένης μονής του, για να λάβουν   την   ευλογία του, να ζητήσουν τη συμβουλή του, να θεραπευθούν   από ασθένειες και  να ωφεληθούν πνευματικά. Και  ο Όσιος   στήριζε την   πίστη   τους,   κράτυνε   την   υπομονή   τους, θέρμαινε την   αγάπη   τους,  ανταποκρινόμενος στις απαιτήσεις της ψυχής   τους  αλλά   και    στις  υλικές τους   ανάγκες.   Εδώ   ο   Άγιος έζησε   σαν   επίγειος  άγγελος και  γρήγορα συγκέντρωσε γύρω   του πλήθος μοναχών, που έκανε την μονή   πραγματική    Λαύρα.   Ωστόσο,   ο ίδιος προτιμούσε να μένει στα σπήλαια της περιοχής και να ασκείται  στο  γνόφο  της νοεράς προσευχής. Κάποιες φορές, ενώ ερχόταν από τα σπήλαια, τον είχαν δει να λάμπει ολόκληρος, λουσμένος μέσα στο  αναστάσιμο   φως  του  μέλλοντος αιώνος. Ο Θεός τον προίκισε με έκτακτα και υπερφυσικά χαρίσματα. Υπήρξε  προορατικός  και  θαυματουργός,   ενώ    ήταν    ακόμη    στη    ζωή.
Ο   Άγιος   δεν   παρέλειπε   να   περιέρχεται τα   γύρω   χωριά,   για   να κηρύξει,  να   εξομολογήσει   και να στηρίξει τους σκλαβωμένους Έλληνες.
Ο Όσιος   Διονύσιος κοιμήθηκε με ειρήνη και ενταφιάσθηκε από τους μοναχούς   στο   κάτω   μέρος   της   βόρειας   πτέρυγας του εσωτερικού του   Καθολικού  της μονής.   Ο  τάφος  του   απέπνεε   ευωδία  και  χάρη  και  από τότε  απέβη  πηγή  δυνάμεως  και  ιαμάτων  για τους   πιστούς.


Απολυτίκιον.   Ήχος    α’.   Της    ερήμου πολίτης.
Του  Ολύμπου   οικήτωρ  Πιερίας  αγλάϊσμα,  και  της  επωνύμου  Μονής σου  ιερόν περιτείχισμα,   εδείχθης  Διονύσιε σοφέ, βιώσας  ώσπερ  Άγγελος   εν   γη, και  παρέχεις την σην χάριν τοις ευλαβώς, προστρέχουσι   τη  σκέπη   σου.   Δόξα   τω   δεδωκότι   σοι   ισχύν,   δόξα τω   σε   στεφανώσαντι,  δόξα   τω   ενεργούντι    δια    σου   πάσιν    ιάματα.


Κοντάκιον.   Ήχος    δ’.   Επεφάνης  σήμερον.        
Εγκρατείας   σκάμμασι   Πάτερ   εκλάμψας, του    Αγίου Πνεύματος, ώφθης   δοχείον   καθαρόν,   Πάτερ   σοφέ   Διονύσιε, πταισμάτων   λύσιν ημίν   εξαιτούμενος.


Μεγαλυνάριον.
Λάμψας εν Ολύμπω  ασκητικώς, θαυμάτων ακτίσι, καταυγάζεις ως αληθώς,   πάσαν   Πιερίαν,   πιστώς  ανευφημούσαν, θεόφρον   Διονύσιε, τους   αγώνας   σου.

Saint Dionysios the Olympus

Saint Dionysios was born around 1500 in the village of Sklátena in the province of Fanari, Karditsa, today called Drakotrypa, from poor but godly parents, Nicholas and Theodora, who raised him with education and admonition to the Lord. After the death of his parents and at a young age he went to Meteora, where he became a Monk. Later he resorted to Mount Athos and was ordained Deacon and Elder. Taking part from the desolation of the desert, he founded a small cell near the Monastery of Karakalou, in which he monked and near it built a small temple dedicated to the Holy Trinity.
He then visited Jerusalem to worship the Holy Land. The Patriarch of Jerusalem appreciated so much the spirituality of the Holy Ascetic so that he urged him to stay close to him to make him his successor. Despite the promptings and temptations he returned to his retreat. He also helped the abbot of the Monastery of Filotheos in Mount Athos, to which he did not hesitate to travel to Constantinople.
During his leadership in the Philotheos Monastery he changed his class from Bulgarian to Greek. This fact displeased some people, who were constantly asking for questions to raise issues and cause scandals. That is why Saint believed it to be good, in 1524, to go to a cloister near Veria where he organized the monastic life. He renovated the temple of the Holy Prodromos and developed a rich teaching and charitable action. He was visited as a pilgrim again in Jerusalem on the occasion of the Synod of the Patriarchs of Constantinople, Alexandria, Antioch and Jerusalem, and after accepting their blessings and exhortations, he returned to Veria.
At that time, the Bishop of Veria slept, and the locals and locals of the area tried to persuade the Holy One to become their Bishop. But he, by seeking peace and desert, left and went to an inaccessible area of ​​Olympus, where he founded the monastery of the Holy Trinity. In some persecution of the Turks, he left the monastery for a while and fled to Pelion, near Zagora. There he built Church and cells. From there, at the request of the people for the drought, following his flight, Saint returned to Mount Olympus in about 1542, being received not only by the people but also by the Turkish ruler, who in writing gave him permission to erect temple and cells.
The sanctity of Hosios and the miracles carried on it, widespread throughout the surrounding region and Macedonia, led many to his distant monastery to receive his blessing, seek his counsel, be cured of diseases, and benefit spiritually. And the Ossios supported their faith, cringed their patience, warmed their love, responding to the demands of their soul and their material needs. Here the Saint lived as a terrestrial angel and quickly gathered around him a multitude of monks who made the monastery a real Lavra. However, he preferred to stay in the caves of the region and to practice the mind of prayer. Sometimes, while coming from the caves, they had seen him shining whole, bathed in the resurfacing light of the future century. God has endowed him with extraordinary and supernatural gifts. He was proactive and miraculous while he was still alive.
The Saint did not fail to pass through the surrounding villages to preach, confess and support the enslaved Greeks.
Saint Dionysius slept in peace and was buried by the monks at the bottom of the northern wing of the interior of the monastery's Katholikon. His tomb was sparkling with fragrance and grace, and from then on a source of power and salvation for the faithful descended.


Apolyticus. Sound a '. Desert citizen.
Olympos, the governor of Pieria, and the name of your monastery, the sacred exaltation, you have been revealed to Dionysius, you have been living on earth as Angel, and you give it for your sake, so that your neck is sprinkled. Thank you so much for your glory, glory to the crown, glory, acting for you with all the riches.


Kontakion. Sound d '. I'm afraid today.
Embassy of the Holy Ghost, the Holy Spirit, the bow of a pure vessel, the patron saint of Dionysius, of sorrows, of the losers, is forbidden.


Majesty.
Lampsas in Olympus ascetically, miraculously sharp, you swallow as true, all Pieria, faithfully  the God of Dionysius, your fight.


Δεν υπάρχουν σχόλια: