20/11/15

Ο Άγιος Σωζόμενος

Μορφή  με  παγκύπρια  πνευματική  ακτινοβολία  είναι  ο  Άγιος  Σωζόμενος.
Την  ακτινοβολία  του  μαρτυρούν  τα πολλά θαύματά του που με ευλάβεια αναφέρονται από τον λαό μας, μα  και  οι  ιεροί  ναοί  που  είναι  αφιερωμένοι  στ’ όνομά του.
Μια  γρήγορη  ματιά  στην  ζωή  του, πολλά  θα  έχει  να  πει  και  σ’ εμάς.
Ένας  κώδικας  από  την  Αγία  Τριάδα  Ριζοκαρπάσου  αναφέρει  πως  ο  τρισμακάριος αυτός  πατήρ  καταγόταν  από  την  Καρπασία.
Από  την  ακολουθία του μαθαίνουμε πως έζησε πριν από  τη  φράγκικη  κατοχή  της Κύπρου.
Και  στο  συναξάρι  που  έγραψε  γι’ αυτόν  κάποιος Ακάκιος μοναχός  Φιλόθεος μοναχός από την Καρπασία. Έζησε στα τέλη του 17ου  και  τις αρχές  του  18ου αιώνα. Πέρασε  το  πιο  μεγάλο  μέρος της  ζωής  του  στην  εξορία  (50 χρόνια). Το  χειρόγραφο που  μας  αφήκε  εκτός  από  την  άλλη  του  αξία  περιλαμβάνει  και  τις  ακολουθίες των  πέντε  αγίων  της  Καρπασίας. Των  αγίων  Φίλωνος,  Συνεσίου,  Θύρσου,  Φωτεινής και  Σωζομένου.  Διαβάζουμε  πως  ο  Άγιος  ήταν  «επί  της  Χριστιανοσύνης».
Με  τούτο  πρέπει  να  δεχθούμε πως ο  Όσιος  πατήρ  πρέπει  να  έζησε  γύρω  στα  1100 μ.Χ., τότε  που  η Κύπρος   ήταν  ένα τμήμα και  μία επαρχία της  μεγάλης μας Βυζαντινής  Αυτοκρατορίας.
Από  τους  γονείς  του  που  ήσαν  άνθρωποι  θεοσεβείς  οδηγήθηκε  από  μικρός  στη μελέτη  και  την  γνώση  του  λόγου  του  Θεού.  Και  αγάπησε  τα  θεία  λόγια.  Με  όλη την  καρδιά του τ’ αγάπησε. «Ως  γλυκέα  τω  λαρύγγι  μου  τα  λόγια  σου,  υπέρ  μέλι τω  στόματί  μου»  έλεγε  κάθε  φορά  με  ενθουσιασμό, όταν δακρυσμένος από συγκίνηση  σήκωνε  τα  μάτια  από  τα  ιερά  βιβλία.
Η  προσεκτική  μελέτη  της  Γραφής  και  των  διαφόρων  θεολογικών  συγγραμμάτων με τα  οποία  καταγινόταν  καθημερινά, τον  βοήθησαν με  τον  καιρό  να  αποκτήσει μία  σπάνια για  την  εποχή  του  μόρφωση  και  γνώση. Κάτι περισσότερο. Τον βοήθησαν να εξελιχθεί σ’ έναν άνθρωπο του  Θεού και  ένα συνειδητό  χριστιανό. Τα λόγια του  μεγάλου  Απόστολου, του  θείου  Παύλου  «μιμηταί  μου γίνεσθε, καθώς  καγώ Χριστού» (Α’ Κορ. ια’ 1) δεν τα γνώριζε απλώς και  δεν τα απήγγελλε  μονάχα. Αγωνιζόταν κιόλας κάθε μέρα να τα κάμει βίωμά του, ζωή του. Και  τα  κατάφερε. Με τους  συνεχείς  πνευματικούς  αγώνές  του  κατώρθωσε να προχωρήσει και να πλησιάσει  και  να  ομοιάσει  κατά  το  μέτρο του  δυνατού, το  αιώνιο  πρότυπο, που πρέπει  να  έχει  κάθε  άνθρωπος, τον Χριστό. Ναι!  Μόρφωσε  μέσα  του  τον  Χριστό, που  είναι  ο  μόνος  τέλειος, μα  και  ο  μόνος αληθινός  άνθρωπος. Και  να  πως  το πέτυχε!
Από  τα πρώτα  χρόνια  της  εφηβικής  και  ύστερα  της  νεανικής  του  ηλικίας  ο εραστής  της πραγματικής χριστιανικής ζωής  αγωνίστηκε  ιδιαίτερα, για  να  κρατήσει την  καρδιά  του  αγνή  και  καθαρή.  Ο  μακαρισμός  του  Κυρίου  «Μακάριοι  οι  καθαροί τη  καρδία  ότι αυτοί τον Θεόν όψονται», πρόβαλλε πάντα με φωτεινά  γράμματα μπροστά  του  και  τον  καλούσε  να  τον  κάμει  σύνθημα  ζωής.
Και  ο καλός νέος πρόσεξε την πρόσκληση. Και  την  αγκάλιασε. Και  την  εφήρμοσε  με προσοχή  στον  βίο του  και  νίκησε. Παρά  την  ηθική  βρωμιά  που  υπήρχε γύρω του, και  υπάρχει  σ’ όλες  τις  εποχές  και  πολιορκεί  με  όλα  τα  μέσα  τις  νεανικές  καρδιές και  προ  παντός  εκείνες  που  φλέγονται  και  αγωνίζονται  να  μείνουν  μακριά  απ’ αυτή, ο  άγιος  με  την  σύνεση,  την προσοχή  και  τους αγώνες του μπόρεσε να ξεπεράσει  τους  ποικίλους  πειρασμούς  της  ηλικίας  του. Τους  ξεπέρασε  και  κράτησε το  μυαλό  του καθαρό από  σκέψεις και  θύμησες και  εντυπώσεις ακάθαρτες και πονηρές. Ακόμη κράτησε και  την καρδιά του ελεύθερη από  αισθήματα και  πάθη παράνομα και  αμαρτωλά. Και  την  θέλησή του  ανεπηρέαστη  από  κάθε  επιθυμία  και πόθο,  μα  και  συγκατάθεση  αντίθετη  προς  τον  νόμο  του  Θεού.
 Γνώριζε ο ταπεινός θιασώτης της αρετής, πως δεν μπορεί να  είναι  γνήσιος  οπαδός  της θρησκείας του Εσταυρωμένου  Ιησού της «καθαρής και αμιάντου θρησκείας» της  «αγίας και  αμώμου» της «μη εχούσης σπίλον ή ρυτίδα ή τι των  τοιούτων», εκείνος, που  δεν  έχει την καρδιά του καθαρή από κάθε ανηθικότητα και βρωμιά και τα φρονήματά του άδολα, ανόθευτα  και   αγνά. Τα γνώριζε ο  νεαρός  Σωζόμενος  όλα  αυτά. Και για τούτο πάλαιψε με όλες του τις δυνάμεις να μείνει ξένος από ότι λερώνει  και  καταστρέφει  την ψυχή. Και ακόμη να φυλάξει πιστά την θεία εντολή:  «άγιοι γίνεσθε, ότι  εγώ  άγιος  ειμί». Ναι  την  φύλαξε!  Πιστά  την  φύλαξε!
Εκτός  απ’ την προσεκτική  αγρυπνία της ψυχής, η προσευχή  και  η  νηστεία  ήταν  οι  δυο βακτηρίες  που  κρατούσε  για  την  επίτευξη  του  αγίου  σκοπού  του.
Η  νηστεία  για να  του  καταστέλλει  τις  ορμές. Και  η  προσευχή  για  να  τον  βοηθά  ν’ απλώνει  τις  φτερούγες  της  διάνοιάς  του  και να  υψώνεται  κάθε  στιγμή  και  ώρα για  να καταθέτει προ  του  θρόνου  του  Μεγάλου  Πατέρα  σκέψεις  και  αισθήματα.
Για να είναι απερίσπαστος στον ευγενικό του αγώνα που  χάραξε  μονάχος  του,  προτού ανδρωθεί, πήρε την απόφαση να  φύγει  και από το σπίτι του  και να  τραβήξει  στην ερημιά.  Εκεί  ελεύθερος  από  κάθε  γήϊνη  φροντίδα  ένα  μόνο  θα  σκεφτόταν  και  για  ένα μόνο  θα  φρόντιζε:  Πως  να  αρέσει  στον  Θεό.
Κάποια  μέρα,  ύστερα  από  ολονύκτια  προσευχή  σηκώθηκε και ξεκίνησε. Αφήκε  ό,τι πολύτιμο και αγαπητό  είχε στον κόσμο τούτο  και  πήρε  τον  δρόμο  της  ερημικής  ζωής. Περπάτησε πολύ. Κάποτε έφτασε σε μία σπηλιά. Βρισκόταν στην πρόσοψη ενός κρημνού, που ήταν βραχώδης και υψηλός. Εκεί σταμάτησε. Μπήκε μέσα, έκαμε τον σταυρό του και με φωνή που  έτρεμε  από  συγκίνηση  και   φόβο  άρχισε  να  σιγοψάλλει:
«Η καρδία μου προς Σέ, Λόγε, υψωθήτω, και ουδέν θέλξει με, των του  κόσμου  τερπνών, προς  χαμαιζηλίαν». (Τρίτο  αντίφωνο  του  Δ’ ήχου).
Δηλαδή, σε Σένα Χριστέ μου, σε Σένα, Λόγε, του  Θεού, άς  υψωθεί η καρδιά μου. Και  τότε τίποτα, Κύριε, από όλα εκείνα τα μάταια και φθαρτά του κόσμου τούτου  δεν  θα  μπορεί να  την  τραβήξει  μακριά  σου,  ούτε  και  να  την  αποσπάσει  από  την  θεωρία  σου.
Και στ’ αλήθεια! Η καρδιά που υψώθηκε μία φορά  πραγματικά  στον  ουρανό, όπου βρίσκονται  τα  αιώνια  αγαθά  και   όπου  βασιλεύει  η  ευδαιμονία  και  η  μακαριότητα  του ανέκφραστου  κάλλους  του  προσώπου του  Κυρίου,  όπως  τον  θείο  Απόστολο  Παύλο, θ’ αναφωνεί  και αυτή: «Ηγούμαι πάντα ζημίαν είναι δια το υπερέχον  της  γνώσεως  Χριστού Ιησού του Κυρίου μου, δι’ όν τα πάντα εζημιώθην, και  ηγούμαι  σκύβαλα  είναι  ίνα  Χριστόν κερδήσω» (Φιλιπ. γ’ 8). Δηλαδή  όσα  είναι  ξένα  προς  τον  Χριστό  τα  θεωρώ  ζημία  μου  εν συγκρίσει  προς  την  υπεροχή  και  το  μεγαλείο  της  γνώσεως  του  Ιησού  μου  για  χάρη  του Οποίου με το κέφι μου απέρριψα και περιφρόνησα τα πάντα. Και τα θεωρώ  όλα σκύβαλα  και  ανάξια  λόγου, για  να  κερδίσω  τον  Χριστό.  Ανάξια  λόγου  και  ζημία  του  και σκύβαλα θεώρησε και Σωζόμενος τα αγαθά του κόσμου τούτου. Τα αγαθά που απομακρύνουν τον άνθρωπο από τον Θεό και το άγιο θέλημά του, προκειμένου να αρέσει  στον  Χριστό  και  να  μείνει  πιστός  ακόλουθός  του.
Μέσα στην σπηλιά που διάλεξε για κατοικία και  ασκητήριό του ο  Όσιος  πατήρ  σπεύδει να κάμει έργο του τον σκοπό που έταξε στην ζωή του. Και αγωνίζεται. Σκληρά αγωνίζεται  κάθε μέρα  πως να  κατανικήσει  την  σάρκα του  και  πως  να  αποκτήσει  την αρετή. Η ζωή του είναι ένας συνεχής αγώνας. Αγώνας για  την  υπερνίκηση  του  εαυτού του. Σαν καλός γεωργός γνωρίζει ο σεβάσμιος  πατήρ,  πως  για  να  επιτύχει  μία  σπορά και μία καλλιέργεια πρέπει πρώτα να  ετοιμασθεί  ο  χώρος,  το  έδαφος.  Με  τη  νηστεία  και τη σκληραγωγία  ετοιμάζει  το  χωράφι  της  ψυχής  του. Γκρεμίζει  σιγά  και  προσεκτικά  ένα – ένα τα οχυρά του εχθρού που λέγονται σοφίσματα και πονηροί λογισμοί και υψηλοφροσύνη και τα οποία εμποδίζουν τον άνθρωπο να  γνωρίσει  τον  Θεό.  Ξεριζώνει με σύστημα τα αγκάθια των παθών και ρίχνει με  υπομονή τους  σπόρους  της  υποταγής σε όλα, στο θέλημα  του Θεού.  Και  πετυχαίνει  στον  αγώνα  του.  Και  νικά.  Και  γίνεται κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με τον λόγιο της Γραφής που διακηρύττει:  «Επί τίνα επιβλέψω, αλλά η επί τον  ταπεινόν και  ησύχιον  και  τρέμοντα  τους λόγους μου;» (Ησαΐου ξστ’ 2). Δηλαδή πάνω σε ποιον θα ρίψω εγώ στοργικό και προστατευτικό το βλέμμα μου, παρά μονάχα  στον  άνθρωπο  τον  ταπεινό  και  ειρηνικό και  ήσυχο, που τρέμει με  σεβασμό  τα  λόγια μου  και  αγωνίζεται  να τα εφαρμόσει  στη ζωή  του;
«Οικητήριον  του  Αγίου  Πνεύματος, και στύλος  ολόφωτος, λόγου και  γνώσεως  έμπλεως, αρεταίς τε κατάκοσμος και των Κυπρίων ιατρός των εν νόσοις...» να τι ευτύχησε να επιτύχει  και  να γίνει  ο  αοίδιμος  ασκητής με  την  καθαρότητα  της  ψυχής του  και  τους συνεχείς  πνευματικούς  αγώνες του.
Και το ανορθωτικό και σωστικό έργο του δεν περιώρισε ο ιερός  πατήρ  μόνο  στον  εαυτό του.  Το  επεξέτεινε  και  στους γύρω του  και  σε  όσους  άλλους η φήμη  της  αρετής  του έφερνε μέχρι την σπηλιά του. Και ήταν πολλοί  αυτοί.  Άλλοι  από  περιέργεια  και  άλλοι από  ανάγκη και πόθο κάτι  να  πάρουν  και  κάτι ν’ ακούσουν, ξεκινούσαν  από  διάφορα μέρη  και  έρχονταν  στον  ευλαβή  ασκητή.
Και αυτός σαν άλλος Βαπτιστής άρπαξε τις  ευκαιρίες  για  να  διδάξει, να  παρακαλέσει, να  επιτιμήσει. Το  κήρυγμά  του   άρχιζε  πάντα  με  τις  λέξεις:
 «Μετανοήσατε  και  αγαπήσατε τον Θεόν. Αδελφοί  μου!  Μετανοιώσετε  και  αφήστε  την αμαρτία. Αφήστέ την, που είναι κατάρα. Είναι θάνατος. Είναι νέκρωση. Αφήστε την αμαρτία  και  αγαπήστε  τον   Θεό.  Εκείνος  που  αγαπά  τον  Θεό, ζει  με  αναπαυμένο  τον νου του. Η  αγάπη, όταν  θρονιαστεί  στον  άνθρωπο, είναι  ικανή  να  του θρέψει  την  ψυχή· αυτή  είναι  το  κρασί  που  ευφραίνει  την  καρδιά του  ανθρώπου.  Αυτή  του  ξεκουράζει  την ψυχή. Του  γαληνεύει  το  μυαλό.  Τον  κάνει  αληθινό  παιδί  του  Θεού.  Η  αγάπη  είναι  το κλειδί  που  θα  μας  ανοίξει  μία  μέρα  και  τον  Παράδεισο».
Τα λόγια του Αγίου συνοδεύονταν πάντα με το δικό του φωτεινό παράδειγμα. Σε κανένα δεν αρνιόταν την αγάπη και την βοήθειά του. Το κατάλυμά του  ήταν  για  όλους ανοικτό. Και  το  θεραπευτικό  χάρισμα  με το οποίο  τον  χαρίτωσε  ο  Θεός, το πρόσφερε πρόθυμα σε όσους με πίστη και μετάνοια ειλικρινή  κατάφευγαν  στη  χάρη  του  και  του  το ζητούσαν.
Μπροστά στη σπηλιά  που  έμενε,  κατέφθαναν  συχνά  από  παντού  μορφές  πονεμένες  και χλωμές απ’ την αρρώστια και τον πόνο. Μητέρες με τα πυρέσσοντα  παιδιά στην αγκαλιά τους. Άνδρες και γυναίκες με ζωντανά  τα  σημάδια  της  πίκρας  στα  πρόσωπά τους. Νέοι  και  νέες  με  τα  κορμιά  μαραμένα  απ’ της  ασθένειας  τα  βαριά  πλήγματα.  Με τα μάτια φλογερά απ’ τον πόθο της υγείας σταματούσαν εκεί στης σπηλιάς  το  άνοιγμα και  με  φωνή  ραγισμένη  φώναζαν  και  έλεγαν:
«Άγιε  Σωζόμενε, μας τσάκισε η  αρρώστια.  Λυπήσου  μας  και  δώσε  μας  την  βοήθειά  σου. Γιάτρεψέ  μας».
Με την καλοκάγαθη μορφή έβγαινε ο σεβαστός ασκητής απ’ την σπηλιά και με  πατρική καλωσύνη  έστεκε  μπροστά  στον  ανθρώπινο  πόνο  και  έλεγε:
 – Ο  άγιος Θεός, παιδιά μου, μπορεί μόνο να  σας θεραπεύσει.  Ναι!  Μόνο  ο  άγιος  Θεός. Αρκεί  να πιστεύετε σ’ Αυτόν με την  καρδιά σας. Και  αρκεί  το  θέλημά  Του  να  το  έχετε πάντα οδηγό στην ζωή σας. Είναι σπλαγχνικός Πατέρας ο Κύριος. Είναι  Πατέρας «οικτίρμων  και  ελεήμων  μακρόθυμος  και  πολυέλεος». Είναι  πατέρας  όλων μας.  Και  σαν πατέρας  ένα  μόνο  θέλει  για  τον  καθένα μας.  Την  σωτηρία  μας.  Ναι!  Την  σωτηρία  μας ζητά ο Θεός. Και την σωτηρία την προσφέρει σε όλους. Φτάνει μονάχα να  απαρνηθούμε την αμαρτία  και να μετανοήσουμε. Είσθε έτοιμοι και εσείς να  κάμετε  το  σωστικό  τούτο πήδημα; Είσθε έτοιμοι να απαρνηθήτε την αμαρτία και με συντριβή  ψυχής  να  ζητήσετε συγχώρηση για κάθε κακό που εκάμετε ως σήμερα; Είσθε πρόθυμοι ακόμη να  αλλάξετε ζωή; Να συγχωρήσετε με το κέφι σας όλους εκείνους που  σας  έβλαψαν,  σας  αδίκησαν, σας έκαμαν κακό και να γίνετε άνθρωποι καινούργιοι άνθρωποι καλωσύνης και  αγάπης;
 – Είμεθα,  άγιε πάτερ.  Είμεθα...
Αυτή κατά κανόνα ήταν η συνηθισμένη  απάντηση, που οι επισκέπτες  έδιναν  στα  απλά ερωτήματα  του  γέροντα  ασκητή. Και  αυτός  σαν  την  άκουε  και  σαν  βεβαιωνόταν,  πως  οι καρδιές είχαν κατανυγεί, αποσυρόταν στη γωνιά της σπηλιάς του και με δάκρυα κατανύξεως  ζητούσε  το  έλεος  του  μεγάλου  Θεού  για  τους  πάσχοντες  ξένους  του.
Το  θαύμα  δεν  αργούσε να γίνει. Ο πόνος  σιγά – σιγά  χανόταν  απ’  το  πονεμένο  μέρος.  Η δύναμη  ξαναγύριζε  στο  αρρωστημένο  κορμί.  Τα  μάτια  φωτίζονταν  από  την  πίστη  και την πεποίθηση της αγάπης του Θεού. Τα πρόσωπα  ξανάβρισκαν  το  χρώμα  της  υγείας. Οι καρδιές φούσκωναν από την  χαρά. Και  οι  άρρωστοι,  θεραπευμένοι  πια  ξεσπούσαν  σε μια  ολόψυχη δοξολογία του  ονόματος  του  Θεού  και  σ’ ένα  βαθύ  εγκάρδιο  ευχαριστώ στον  Άγιο,  που  με  την  δύναμη  της  προσευχής του, τους  είχε  κάμει  καλά.  Και  αυτός  με ταπείνωση αληθινή, προτού τους  κατευοδώσει  για  τα  χωριά  τους  με  πατρική  στοργή  και αγάπη  τους  καλούσε  κοντά  του  και  τους  επαναλάμβανε;
 — Παιδιά μου!  Ο άγιος Θεός σας χάρισε την  υγεία  σας.  Μη  λησμονείτε  την  υπόσχεση που  του  δώκατε. Αποφεύγετε  στο  εξής την  αμαρτία. Μένετε πιστοί  στο  θέλημά του.  Και η ευτυχία  και  η  χαρά  που  ζητάτε, και  όλοι  οι  άνθρωποι ποθούμε, θα γίνει πια  κτήμα σας. Και θα ολοκληρωθεί κάποια μέρα στον  ουρανό,  στην  μακαρία  ζωή  που  η  αγάπη του  Θεού  ετοίμασε  για  όλους  μας.
Με  ένα  τέτοιο  τρόπο  ο  Όσιος  περνούσε  τις  ημέρες  του,  μέχρι  την  στιγμή  που  η  αγία ψυχή του,  κάποιο  δειλινό  αφήκε  το  κουρασμένο  κορμί  για  να  ενωθεί  με  τον  Χριστό  του και  Κύριό  μας.
Το άγιο σκήνωμά του με ευλάβεια  το  πήρανε  οι  χριστιανοί  και  το  έθαψαν  στο  βάθος  της σπηλιάς  βρέχοντάς  το  με  τα  δάκρυα  της  στοργής τους. Ο  τάφος  του  έγινε  «ιατρείον νοσημάτων». Σ’ αυτόν  καταφεύγουν  και  σήμερα  άρρωστοι  από διάφορα μέρη  για  να λάβουν  την  θεραπεία  τους.
Τα θαύματα  του  Αγίου  Σωζομένου  που  με  την  βοήθεια  του  Θεού  έκαμε  και  κάμνει  σ’ εκείνους που με πίστη αληθινή καταφεύγουν στην χάρη του, με βαθύ σεβασμό κυκλοφορούν ανάμεσα στον ευσεβή λαό μας. Και είναι τα θαύματα αυτά που εξασφάλισαν  στον  Όσιο  ασκητή  τον  τιμητικό  τίτλο  του  θαυματουργού.  Μα  και  αυτά πάλι που οδήγησαν ευλαβικά χέρια να παραστήσουν στους τοίχους του  ασκητηρίου  του τις  όμορφες  εικόνες  που  το  στολίζουν  και  που  κατανύγουν  την  καρδιά. Δυστυχώς  οι  πιο πολλές απ’ αυτές έχουν σχεδόν καταστραφεί, είτε απ’ την υγρασία, είτε από  ιερόσυλους που ξεκόλλησαν το κονίαμα πάνω στο  οποίον  ήσαν  ζωγραφισμένες. Μερικές  απ’  αυτές τις εικόνες τοιχογραφίες είναι και αυτές: «Ο Άγιος Σωζόμενος ιατρεύει τους νοσούντας». «Ο Άγιος Σωζόμενος θεραπεύει τους  πυρέσσοντας».  «Ο  Άγιος  Σωζόμενος ανορθοί  τον  επί  γης  συγκύπτοντα»  κ.ά.
Η μνήμη του Αγίου γιορτάζεται σε πολλά μέρη του νησιού  της Κύπρου  στις  20  Νοεμβρίου  και  σ’ άλλα στην 21 μαζί με την εορτή των  Εισοδίων.  Την  ημέρα  αυτή  χιλιάδες  προσκυνητές από διάφορα μέρη συγκεντρώνονται στην σπηλιά όπου ασκήτευσε. Στον Άγιο Σωζόμενο Ποταμιάς ή στο  Ριζοκάρπασο (20 Νοεμβρίου)  μα  και  στους  ναούς  που  είναι αφιερωμένοι στ’ όνομά του,  για  να  τον  τιμήσουν  και  να  δοξάσουν τον  Παντοδύναμο Θεό  για  τους  αγίους  Του. Έτσι  τα  θαύματα  του  Οσίου  συνεχίζονται.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.   
Τοῖς πίστει προστρέχουσι, Σωζόμενε τρισόλβιε, τῇ σορῷ τῶν λειψάνων σου, καὶ προσκυνοῦσι πιστῶς, τοῦ εἴδους ἐμφέρειαν, ἄφεσιν τῶν πταισμάτων, καὶ σωμάτων τὴν ῥώσιν, δώρησαι, θεοφόρε, καὶ παντοίων κινδύνων, καὶ παθῶν ἀρρώστιας πάντας ἐκλύτρωσαι.




Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ τῶν νοσούντων ταχεία παράκληση· Χαίροις τῶν εὐδρομούντων ταχεία ἀντίληψις· Χαίροις λαμπτὴρ τῆς Κύπριας ἁπάσης· Χαίροις φωστὴρ μοναστῶν ποδηγέτα· Χαίροις, πάτερ Σωζόμενε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: