12/10/15

Ο Άγιος Επίκτητος ο Θαυματουργός

Η  αγία  μας  Εκκλησία  αποτελεί, όπως ξέρουμε την Βασιλεία του Χριστού. Κι  είναι  η βασιλεία αυτή ακατάλυτος από τον χρόνο και αιώνιος.
Τούτη  την  αλήθεια  διακηρύττει  και  ο  εμπνευσμένος  υμνογράφος  σ’ έναν  ύμνο  του:  «Η Βασιλεία σου, Χριστέ ο Θεός, βασιλεία πάντων των αιώνων, και  η  Δεσποτεία σου, εν  πάση  γενεά  και  γενεά».
Πολλοί  μέχρι σήμερον πολέμησαν την Βασιλεία του Χριστού, την Εκκλησία. Από  τότε που πρωτοεμφανίσθηκε πάνω στη  γη, πολλοί  την καταδίωξαν  και  την  πολέμησαν. Τί  πέτυχαν; Μας το  λέει  η  ιστορία  με το στόμα του χρυσορρήμονος της Αντιοχείας. «Οι πολεμήσαντες απώλοντο». Αυτοί  δηλαδή  που  την  πολέμησαν χάθηκαν! Κι  η Εκκλησία;  «Αυτή  υπέρ τον Ουρανόν  αναβέβηκε». Και  δεν  μπορούσε  να γίνει διαφορετικά. Γιατί η Εκκλησία είναι φυτεμένη στη γη από τον Ουρανό.
Η  Εκκλησία  είναι  Αυτός  ο  ίδιος  ο  Χριστός.
Και  Αυτός  βεβαιώνει:
«Και  πύλαι  Άδου  ου  κατισχύσουσιν  Αυτής».
Το  Άγιο Πνεύμα, το τρίτο πρόσωπο της  Αγίας Τριάδος, συγκροτεί και στερεώνει  τον θεσμό της Εκκλησίας. Αυτό ανέδειξε δια μέσου των αιώνων  τους  εμπνευσμένους  εργάτες  της.  Τους ζηλωτές  και ατρόμητους  εργάτες, που  για  την  αγάπη  του  Χριστού,  δεν  δίστασαν και  στα  μαρτύρια  να  βαδίσουν  και  την ζωή τους να  θυσιάσουν  για χάρη Του.
Το  Άγιο  Πνεύμα  ανέδειξε  τους  ταπεινούς  και  αγράμματους  ψαράδες της  Γαλιλαίας, Αποστόλους  και  κήρυκας  του  Ευαγγελίου. Αυτό  και τους  φωτισμένους Ιεράρχες, τους φλογερούς μάρτυρες, και ακατάβλητους  ασκητές.
Το  Άγιο  Πνεύμα  συντηρεί  και  στις  ημέρες  μας και ενισχύει τις χιλιάδες των ιεραποστόλων και συγχρόνων μαρτύρων και οσίων, που βρίσκονται στα διάφορα μέρη του αιματόβρεκτου πλανήτη μας. Μπορεί εμείς να μην τους ξέρουμε. Να μην τους βλέπουμε. Να μην τους προσέχουμε, γιατί άλλα πράγματα μας συγκινούν και μας ελκύουν. Πράγματα  συνήθως  ευτελή  και  αμαρτωλά.
Όμως  αυτοί  υπάρχουν. Και είναι πολλοί. Στρατιές ολόκληρες απαρτίζουν  την  στρατευόμενη  και θριαμβεύουσα Εκκλησία  του Χριστού. Ένας  από  αυτούς  τους  οσίους  τους  μεγάλους  και θαυμαστούς, που σαν άστρο φωτεινό στολίζει περίλαμπρα το νοητό στερέωμα της Κυπριακής Εκκλησίας, είναι και ο  Άγιος Επίκτητος ο Θαυματουργός. Αλαμανός ήταν  και  αυτός. Ένας  από  τους  τριακόσιους Αλαμανούς  αγίους, που  ήρθαν  και  έζησαν  στο  νησί μας  τον  12ο αιώνα. Μας ήρθαν από  την  Γερμανία. Ήσαν  Έλληνες  εργάτες  που εργάζονταν  εκεί. Έλαβαν όλοι μέρος στην  Β’ Σταυροφορία 1147 – 1149 που  δημιουργήθηκε με σκοπό  να ελευθερώσει τους  Αγίους Τόπους  από τα χέρια των μωαμεθανών. Μετά την διάλυση της στρατιάς αυτής, προτού ακόμη φθάσει στην Παλαιστίνη, οι Έλληνες στρατιώτες συνήλθαν όλοι και αποφάσισαν να προχωρήσουν και να πάνε στα Ιεροσόλυμα  να  προσκυνήσουν. Τα  Ιεροσόλυμα τα κρατούσαν ακόμη τότε οι Ευρωπαίοι. Αφού  πραγματοποίησαν  τον  ιερό  εκείνο  πόθο τους, συνήλθαν και πάλι και αποφάσισαν να διασκορπισθούν και να ασκητεύσουν εκεί στα έρημα του Ιορδάνου. Οι  Σαρακηνοί  όμως  και  οι Λατίνοι τους  καταδίωκαν. Γι’ αυτό  μια  μέρα  μαζεύτηκαν  και  πήραν την απόφαση να φύγουν. Κατέβηκαν στην παραλία, μπήκαν σ’ ένα καράβι  και ήλθαν στην Κύπρο. Το καράβι που τους έφερνε, προτού φτάσει  σε λιμάνι, τσακίστηκε πάνω στους βράχους εξ αιτίας μιας δυνατής  τρικυμίας. Ευτυχώς  όμως  το  πλήρωμα του  καραβιού  σώθηκε όλο  και  βγήκε  στην  ακρογιαλιά  της  Πάφου. Από  εκεί διασκορπίσθηκαν σε ολόκληρο το νησί  και  ασκήτεψαν  άλλοι  «εν  όρεσι» και  άλλοι  «εν  σπηλαίοις  και  ταις  οπαίς  της  γης».
Ο Λεόντιος Μαχαιράς, ο  χρονογράφος  της  Κύπρου, στο  χρονικό  του, να πως  περιγράφει  το  σχετικό γεγονός. «Όνταν  οι Σαρακηνοί  επήραν την γην της  επαγγελίας, τότε  εβγήκαν οι πτωχοί  οι χριστιανοί όπου εγλυτώσαν και επήγαν όπου ηύραν καταφύγιν, ήσαν αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι, ιερείς και  λαϊκοί και  επήγαν  όπου  φτάσαν και  ήρταν και  εις την περίφημον Κύπρον μία συντροφιά, όπου ήσαν (300) ονομάτοι, και γροικώντα, ότι Έλληνες  εφεντεύγαν τον τόπον, δια τον φόβον επήγαν  εις  το  έναν μέρος και  εις  το  άλλον και  εσγάψαν την γην και  εμπήκαν μέσα και  επροσεύχουνταν τω θεώ και  ήσαν δυο τρεις αντάμα, και είχαν τινά δουλευτὴν απού τους εδούλευγεν το εχρειάζουνταν δια την ζωήν τους. Και εποθάναν εις τον αυτό νησίν, και πολλοί εξ αυτών τους εφανερώθησαν δι’ αγγέλου, άλλοι δια τα θαυμαστά θαύματα».
Ο  Μαχαιράς  αναφέρει  μάλιστα  και  τα ονόματα 67 από τους τριακόσιους αυτούς  οσίους. Για  τον  Άγιο  Επίκτητο  μας  λέγει,  πως αφού προχώρησε από τόπο σε τόπο, ήρθε στα βόρεια της  Κύπρου  και εγκαταστάθηκε  στην  περιοχή  του  Κάζα  Πιφάνη, το σημερινό Καζάφανι, που απέχει κάπου τέσσερα μίλια από την πόλη της Κερύνειας.  «Εις την Περιστερώναν της Μεσαορίας ευρίσκεται ο  άγιος  Αναστάσιος  ο θαυματουργός, εις την Ορμετίαν (Ορμήδια) ο Άγιος Κωνσταντίνος στρατιώτης... και  προς  του  Κάζα  Πιφάνη  ο  άγιος  Επίκτητος».
Στην  αρχή  ο  Άγιος  διέμενε  σ’ ένα  έρημο  μέρος. Αργότερα  προχώρησε, βρήκε μία σπηλιά και εκεί έστησε το ασκητήριό του. Ο αγώνας του πολύπλευρος, εντατικός, αδιάλειπτος. Όπλα η προσευχή, η νηστεία, η μελέτη, η  άσκηση. Πόθος ένας: Να νικήσει τις αδυναμίες  και  τα  πάθη του. Να  νικήσει  τον  κατώτερο  εαυτό  του  και  να γίνει  εκείνος που θέλει  ο  Κύριος. Να  γίνει ο  ενάρετος, ο τέλειος, ο  άγιος.  «Έσεσθε  ούν υμείς  τέλειοι ώσπερ και ο  Πατήρ  υμών ο  εν τοις  Ουρανοίς  τέλειός  εστι». Αυτό  δεν  συνιστά  και  ο  Αρχηγός  της  πίστεώς  μας, ο  Ιησούς  Χριστός; Να γίνει ο τέλειος στην αρετή. Και  το επιτυγχάνει. Με την αυστηρή νηστεία επιτυγχάνει να καταστέλλει τις σαρκικές ορμές και με την κατανυκτική  και  συνεχή  προσευχή  να  υψώνει  το πνεύμα του σε άλλους  κόσμους. Με την  τακτική μελέτη του ιερού  Ευαγγελίου  και  την προσεκτική  άσκηση  κατορθώνει  μέρα  με τη  ημέρα να ταπεινώνει  και να εξουδετερώνει «τον παλαιόν άνθρωπον συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις αυτού» (Γαλ. ε’ 24) και στην θέση του να βάνει τον νέο άνθρωπο. Να ντύνεται, όπως λέγει ο απόστολος, «τον νέον, τον ανακαινούμενον εις  επίγνωσιν  κατ' εικόνα του  κτίσαντος  αυτόν» (Κολασ. γ’ 10).  Δηλαδή  να ντύνεται το νέο, ο οποίος συνεχώς ξανακαινουργώνεται  ώστε  να προχωρεί  σε βαθύτερη γνώση του Θεού και να γίνεται  ολοένα και  τελειότερη εικόνα του Χριστού, ο οποίος  τον έκτισε.
Με τούτο  τον  τρόπο  ζωής  το αποτέλεσμα υπήρξε  άμεσο. Η θεία χάρις  «η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα» πλούσια επεσκίασε  τον όσιο. Οι ιερές του προσπάθειες καθαγιάζονται καθημερινά  και  η  ζωή του γίνεται  όλο  και  πιο  ενάρετη  κι  αγία. Ο νους  και  η  καρδιά  φωτίζονται  και  ο  ζηλωτής  ασκητής  επιτυγχάνει αυτό που ποθεί και αγωνίζεται. Επιτυγχάνει να αναδειχθεί κάποια μέρα  «παρά  τω  Θεώ  εκλεκτός,  έντιμος,  άγιος».
 Ὁποία στ’ ἀλήθεια τιμὴ καὶ χαρὰ γιὰ τὸν τακτικὸ ἐργάτη τῆς ἀρετῆς! Αὐτὸ τὸ ἀποτέλεσμα ὅμως ἐπιτυγχάνει καὶ ὁ καθένας πιστὸς ἀρκεῖ μὲ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση νὰ θέτει τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπὸ τὸν χρηστὸ ζυγὸ τοῦ Κυρίου. Καὶ ν’ ἀγωνίζεται σκληρὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ νὰ ζεῖ κάθε μέρα ζωντανὰ καὶ συνειδητὰ τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια καὶ ζωή. Ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶναι μόνο μιὰ ὡραῖα διδασκαλία. Ὁ χριστιανισμὸς εἶναι πρὸ πάντων βίωμα. Ὅπου καὶ ἂν βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, μπορεῖ σὰν θελήσει καὶ σὰν ἀγωνισθεῖ νὰ εὐαρεστήσει στὸν Κύριο. Ἡ Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας τὸ βεβαιώνει καὶ ἡ καθημερινὴ πείρα τὸ μαρτυρεῖ.

Αὐτὸ ἔκαμε καὶ ὁ Ὅσιός μας. Κάθε μέρα ἀγωνιζόταν στὴ σπηλιά του νὰ ζεῖ τὴν χριστιανικὴ ζωή. Κι ὄχι μονάχα ὁ ἴδιος φρόντιζε νὰ εἶναι τύπος καὶ ὑπογραμμὸς ἀληθινοῦ πιστοῦ, ἀλλὰ καὶ τοῦτο συνεβούλευε σὲ ὅσους τὸν ἐπισκέπτονταν, γιὰ νὰ τὸν συμβουλευθοῦν. Γιατί καὶ τοῦτο ἐγένετο.

Ὅπως ἡ εὐωδία τῶν λουλουδιῶν τραβάει σ’ αὐτὰ τὶς εὐγενικὲς μέλισσες, ἔτσι καὶ τοῦ Ἁγίου μας, τῆς ἀρετῆς του ἡ εὐωδία, ποὺ ἀνεδίδετο ἀπ’ τὴν ταπεινὴ σπηλιά, ἄρχισε νὰ ἑλκύει γύρω του διψασμένες ψυχές, ποὺ ποθοῦσαν μία καλύτερη ζωή. Σὲ λίγο ἕνας ὁλόκληρος συνοικισμὸς σχηματίστηκε γύρω ἀπ’ τὴν σπηλιά. Στὶς εὐγενικὲς αὐτὲς ψυχὲς ποὺ τὸ βράδυ, ὑστέρα ἀπὸ τὴν κούραση τῆς ἡμέρας, τὸν ἐπισκέπτοντο, ὁ Ἅγιος προσέφερε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ στοργὴ καὶ ἁπλότητα. Καὶ τὶς παρηγοροῦσε καὶ τὶς καθοδηγοῦσε καὶ τὶς ἐνίσχυε. Μὰ καὶ τοὺς ἄλλους ποὺ ἐρχόντουσαν ἀπὸ μακριὰ ὁ Ἅγιος τοὺς δεχόταν καὶ τοὺς χάριζε μαζὶ μὲ τὴν διδασκαλία καὶ τὶς θαυματουργικὲς θεραπεῖες του. Κοντά του βρίσκανε οἱ δυστυχισμένοι τὴν προστασία. Οἱ ἄρρωστοι τὴν ὑγεία. Οἱ θλιμμένοι καὶ βασανισμένοι τὴν παρηγοριά. Καὶ ὅταν γέροντας πιὰ παρέδωκε τὴν Ἁγία του ψυχὴ στὸν Κύριο, πλήθη λαοῦ καὶ ἀπὸ μακρινὰ μέρη μαζεύτηκαν καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια κήδευσαν τὸ ἅγιο σκήνωμα ἐκεῖ στὴ σπηλιά. Τιμώντας δὲ τὸν Ἅγιο βάπτισαν τὸν συνοικισμὸ μὲ τ’ ὄνομά του, τὴν δὲ σπηλιὰ τὴν χρησιμοποίησαν γιὰ ἐκκλησία τους.

Ἡ σπηλιὰ σώζεται ὡς σήμερα. Ἔχει τὴν μορφὴ κατακόμβης ἢ ἀσκητηρίου λαξευμένου πάνω στὸ βράχο. Στὴν σπηλιὰ κατεβαίνει κανεὶς, ἀπὸ μία μικρὴ κυκλικὴ κλίμακα. Στὸ τέλος αὐτῆς τῆς κλίμακας ὑπῆρχε μία πηγὴ ποὺ ἔβγαζε γάργαρο νερό. Ἀπὸ αὐτὸ ἔπινε ὁ Ἅγιος. Καὶ αὐτὸ χρησιμοποιοῦσε γιὰ νὰ ποτίζει καὶ τὰ λίγα λαχανικά, ποὺ καλλιεργοῦσε γιὰ νὰ τρέφεται. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ὁσίου τὸ νερὸ χρησιμοποιόταν σὰν ἅγιασμα μέχρι ποὺ ἡ πηγὴ στέρεψε ἐξαιτίας τῆς ἀνομβρίας.

Μέσα στὴν σπηλιὰ βλέπει κανεὶς καὶ σήμερα τὸ πέτρινο κρεβάτι τοῦ Ἁγίου καὶ μία πέτρα ποὺ ὁμοιάζει μὲ ἀνθρώπινο κεφάλι καὶ τὴν ὁποία χρησιμοποιοῦσε ὁ ἀσκητὴς γιὰ προσκέφαλο. Σὲ μία γωνιὰ βρίσκεται καὶ ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου. Ἐπάνω ἀπὸ τὴ σπηλιὰ αὐτὴ κτίστηκε ἀργότερα, περὶ τὰ τέλη τοῦ ιβ’ αἰώνα, ἡ ἐκκλησία τῆς κοινότητος ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου, τὴν ὁποία οἱ κάτοικοι πολὺ τὴν σεβόντουσαν. Σ’ αὐτὴ μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν σπηλιὰ καὶ τοποθετήθηκε κατὰ τὸ ἔτος 1856 καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου.

Τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Ὅσιος, ὅσο καιρὸ ζοῦσε, συνεχίστηκαν καὶ μετὰ τὸν θάνατό του.
Ἀναφέρουμε γιὰ ψυχικὴ ὠφέλεια μερικά:

α) Θεραπεία ἐνὸς τυφλοῦ
Κάποτε σ’ ἕνα χωριὸ τῆς Πάφου ζοῦσε ἕνας τυφλὸς νέος, ποὺ μέρα καὶ νύκτα παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τοῦ χαρίσει τὸ φῶς του. Κάποια βραδιὰ ἐκεῖ ποὺ προσευχόταν εἶδε σὲ ὅραμα τὸν Ἅγιο Ἐπίκτητο, ποὺ ἦλθε καὶ τοῦ εἶπε:

Παιδί μου, οἱ προσευχές σου εἰσακούσθηκαν. Ὁ Κύριός μας μὲ ἔστειλε νὰ σὲ κάμω καλά. Ἔλα λοιπὸν στὸ σπίτι μου, νὰ πλύνεις τὸ πρόσωπό σου μὲ τὸ νερό μου καὶ αὐτὸ ποὺ ποθεῖς θὰ τὸ ἀποκτήσεις.

- Νὰ ἔλθω στὸ σπίτι σου; Ρώτησε ὁ νέος. Καὶ ποῦ εἶναι, γέροντά μου, τὸ σπίτι σου; Πές μου, ποὺ βρίσκεται μονάχα.
-Τὸ σπίτι μου, ὁ ναός μου βρίσκεται κοντὰ στὴν Κερύνεια. Ὅταν ἔρθεις ὡς ἐκεῖ, ἀπ’ ἔξω ἀπ’ τὴν πόλη θὰ συναντήσεις ἕναν ἱερέα συνεπαρχιώτη σου. Ρώτησέ τον ποὺ εἶναι τὸ σπίτι μου καὶ αὐτὸς θὰ στὸ δείξει μὲ προθυμία. Τότε ὁ ἱερέας τοῦ χωριοῦ ἦταν κάποιος Παπά-Κωνσταντῖνος ἀπὸ τὴν ἐπαρχία τῆς Πάφου.

Τὴν ἄλλη ἡμέρα ὁ τυφλὸς νέος ὁδηγημένος ἀπὸ τοὺς γονεῖς ξεκίνησε γιὰ τὰ μέρη τῆς Κερύνειας. Ὅταν ἔφτασαν ἀπ’ ἔξω ἀπ’ τὴν πόλη βρῆκαν πραγματικὰ τὸν ἱερέα, ὁ ὁποῖος τοὺς ὁδήγησε πρὸς τὸν Ἅγιο Ἐπίκτητο. Ὅταν ἔφτασαν, ὁ ἱερέας τοὺς κατέβασε στὴν σπηλιὰ καὶ ὁ νέος ἔνιψε τὸ πρόσωπο μὲ τὸ ἅγιασμα τοῦ Ἁγίου. Κατόπιν ἀνέβηκαν στὴν ἐκκλησία, ὅπου μόλις ὁ νέος στάθηκε μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου, τὸ θαῦμα ἔγινε. Τὰ τυφλὰ μάτια ἄνοιξαν! Καὶ ὁ νέος τελείως θεραπευμένος ἄρχισε νὰ κάμνει τὸν σταυρό του καὶ νὰ δοξολογεῖ τὸν Θεὸ λέγοντας.

-Αὐτός, ὁ γέροντας τῆς εἰκόνας μοῦ φανερώθηκε καὶ μὲ κάλεσε στὸ σπίτι του. Αὐτὸς τώρα μ’ ἔκανε καλά. Δόξα σοὶ ὁ Θεός!

β) Θεραπεία ἐνὸς δαιμονιζομένου
Ἐκεῖ στὴν Κακοπετριὰ ζοῦσε μία οἰκογένεια μ’ ἕνα παιδὶ δαιμονιζόμενο. Πολλὰ ξόδεψαν οἱ δυστυχισμένοι γονεῖς γιὰ τὸ ἄρρωστο παιδί τους μὰ τίποτα. Τὸ κακὸ γινόταν ἀπὸ μέρα σὲ μέρα καὶ χειρότερο. Ὅπως ὁ δαιμονιζόμενος τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι καὶ τὸ δεκαπεντάχρονο ἐκεῖνο παιδὶ δὲν ἤθελε ν’ ἀφήνει στὸ κορμὶ του κανένα ἔνδυμα. Ἡ κατάστασή του μέρα μὲ τὴν ἡμέρα εἶχε ἐξελιχθεῖ σ’ ἕνα δράμα τρομερό. Τάματα οἱ καημένοι οἱ γονεῖς καὶ προσευχὲς καὶ δάκρυα. Μιὰ μέρα ἡ πονεμένη μητέρα, ἐνῶ γονατιστὴ προσευχόταν σὲ μία γωνιὰ τοῦ σπιτιοῦ της, τὴν ὥρα ποὺ στὸ διπλανὸ δωμάτιο τὸ ἄρρωστο παιδὶ οὔρλιαζε τρομερά, κάποια στιγμὴ ποὺ εἶχε τὰ μάτια κλειστὰ καὶ ὁ πόνος τῆς σούβλιζε κυριολεκτικὰ τὴν καρδιά, εἶδε ἕνα ὅραμα:

Μιὰ ὀπτασία στάθηκε μπροστά της καὶ μία φωνὴ τῆς εἶπε: «Κόρη μου, τὸ παιδί σου, μπορεῖ νὰ γίνει καλά. Φτάνει μονάχα νὰ τὸ φέρεις στὸ σπίτι μου, ποὺ βρίσκεται σ’ ἕνα χωριὸ ἀνατολικὰ τῆς Κερύνειας».

Ἡ πονεμένη μητέρα σηκώθηκε μὲ μιᾶς κι ἔτρεξε καὶ τὸ εἶπε στὸν σύζυγό της, ποὺ τὴν στιγμὴ ἐκείνη εἶχε γυρίσει ἀπ’ τὴ δουλειά. Τὴν ἑπομένη, ἀφοῦ σηκώθηκαν πρωὶ καὶ ἔκαμαν τὴν προσευχή τους ξεκίνησαν μὲ συντροφιὰ τὸ ἄρρωστο παιδὶ γιὰ τὸ χωριὸ τοῦ Ἁγίου. Ὅταν ἔφτασαν στὴν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας, βρῆκαν μπροστὰ τους τὸν ἱερέα, ποὺ λὲς καὶ τοὺς περίμενε. Μὲ τὴν καθοδήγησή του κατέβηκαν πρῶτα στὴν σπηλιά. Εκεί  ο  ιερέας έκαμε μία παράκληση και ύστερα αφού πήρε από  κάτω  την  πέτρα που χρησιμοποιούσε ο Άγιος για προσκέφαλο, σταύρωσε μ’ αυτήν το άρρωστο παιδί τρεις φορές. Μόλις τέλειωσε, τὸ δυστυχισμένο παιδὶ ἔβγαλε μία σπαρακτικὴ κραυγὴ καὶ ἔπεσε κάτω. Κυλίστηκε μερικές  φορές και ύστερα  σταμάτησε. Τέντωσε τα μέλη και έμεινε σαν πεθαμένο. Στη στάση αυτή κράτησε λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Μετά   τινάχτηκε  ολόκληρο σαν να  ξυπνούσε  από  βαρύ  ύπνο και  σηκώθηκε  θεραπευμένο. Ανέβηκε την κυκλική κλίμακα, μπήκε στο ναό  και  στάθηκε  μπροστά  στην  εικόνα του  Αγίου. Από εκεί αφού έκαμε μερικές μετάνοιες προχώρησε και με σεβασμό ασπάστηκε  πολλές  φορές  την  εικόνα  λέγοντας: «Σ’ ευχαριστώ, Άγιέ μου. Σ' ευχαριστώ. Άς  είναι  δοξασμένο  το  όνομα  του  Θεού!»
γ) Το παράλυτο παιδί!
Στην Περιστερώνα της επαρχίας Λευκωσίας  μια  ευκατάστατη  οικογένεια είχε παιδί παράλυτο. Πολλά  χρήματα  ξόδεψε σε  γιατρούς, μα  τίποτα. Το παιδί  το πήραν και έξω απ’ την Κύπρο. Αλλά ούτε και απ’ εκεί είδαν κανένα καλό αποτέλεσμα. Το παιδί μεγάλωνε ακίνητο στο κρεβάτι του πόνου. Και  οι πονεμένοι οι γονείς με δάκρυα  έβρεχαν  κάθε μέρα  το  ψωμί τους. Στις στιγμές αυτές ο άνθρωπος μονάχα στην πίστη βρίσκει παρηγοριά. «Η παιδεία Κυρίου ανοίγει μου τα ώτα», λέγει και  ο λόγος  του Θεού. Ο πόνος βοηθάει τον άνθρωπο  να  στραφεί  λίγο  περισσότερο  στον εαυτό του. Να κάμει μίαν αυτοεξέταση. Να μετανοήσει. Να συντριβεί. Αυτό έκαμαν και οι δυστυχισμένοι οι   γονείς. Η αρρώστια του  μονάκριβου παιδιού τους, ξύπνησε  μέσα  τους  την  πίστη. Μετανόησαν  και οι δύο  και εξομολογήθηκαν. Και  από την ημέρα εκείνη άρχισαν να βλέπουν  την δοκιμασία  τους  σαν  τον  σταυρό  τους  με  καρτερία  και   υπομονή.
 Κάποιο βράδυ που η μητέρα του παιδιού προσευχόταν γονατιστή και έκλαιε  είδε  μπροστά  της  έναν  γέροντα  που  της  είπε:
— Καημένη μητέρα, παύσε να κλαίγεις. Ο Άγιος  Θεός είδε  τα  δάκρυά σου και μ’ έστειλε να σε βοηθήσω. Πάρε  το  παιδί  σου  την  ερχόμενη  Κυριακή και  φέρε το στο  σπίτι μου, που  βρίσκεται  στον  Άγιο  Επίκτητο. Φέρε το  και θα  πάρεις  αυτό  που  ποθείς.
Συγκινημένη η πονεμένη μάνα σηκώθηκε και έτρεξε στον σύζυγό της. Του είπε ό,τι της συνέβη.  Εκείνος την  άκουσε  με  προσοχή. Σαν  τελείωσε, έκαμαν  και  οι  δυο  τον  σταυρό  τους  και   αποφάσισαν  να πάνε.
Την άλλη μέρα η πιστή γυναίκα, σηκώθηκε  πρωί, πήρε  αλεύρι  και  έκαμε μία «λειτουργία».  Την  επομένη  πήραν  το  άρρωστο  παιδί  στην  αγκαλιά – ήταν πέντε χρόνων – και εξεκίνησαν. Το βράδυ φιλοξενήθηκαν στο χωριό. Την Κυριακή πολύ πρωί πήγαν στην εκκλησία. Με κατάνυξη παρακολούθησαν την Θεία Λειτουργία και κοινώνησαν όλοι, των Αχράντων Μυστηρίων. Σαν τέλειωσε η Θεία Λειτουργία με  το  παιδί  στην αγκαλιά κατέβηκε στην  σπηλιά  του  Αγίου  με  τη  νεωκόρο  οδηγό  και  τον ιερέα. Εκεί η μητέρα άλλαξε τα ενδύματα του παιδιού της και   του  φόρεσε άλλα. Έκαμαν παράκληση και ο ιερέας αφού πήρε την πέτρα που  ο  Άγιος χρησιμοποιούσε για προσκέφαλο, σταύρωσε το παράλυτο παιδί τρεις φορές στο στήθος και στη ράχη. Τα ακίνητα πόδια απ’ την αρρώστια κινήθηκαν. Το παιδί κάθισε, σηκώθηκε και άρχισε να βαδίζει. Στ’ αλήθεια!  «Θαυμαστός  ο  Θεός  εν  τοις  αγίοις  αυτού».
Πολλά άλλα θαύματα αναφέρονται να έγιναν  από  τον  Άγιό μας. Πολλοί ακόμη και Τούρκοι  εξ  αιτίας  των  θαυμάτων  πίστεψαν  και  βαπτίστηκαν στον  Χριστό  με  αναδόχους  απ’ το  χωριό.
Ο  Άγιος  Επίκτητος, το  χωριό  όπου  έζησε  ο  Άγιος  μας,  είναι  σήμερα  ένα από τα χωριά που πατά με τις αρβύλες του ο βάρβαρος κατακτητής. Χρόνια τώρα η εκκλησία του χωρίου είναι κλειστή και τα καντήλια σβηστά. Γιατί  άραγε;  Πώς  γίνεται  τούτο;
Ανεξιχνίαστοι, αδελφοί μου, αι βουλαί του Θεού. Όμως άς μη παραπονούμεθα. Άς έχουμε την  ειλικρίνεια να ομολογήσουμε, πως τα τελευταία χρόνια κάναμε και εμείς  κάτι  το  ανεπίτρεπτο.  Εγκαταλείψαμε τον  Θεό  και  ο  Θεός  μας  εγκατέλειψε.
Να η αιτία των δεινών μας. Εγκαταλείψαμε ως ορθόδοξος και προνομιούχος λαός  την πίστη μας, τις παραδόσεις μας, τα  χριστιανικά ήθη και έθιμά μας. Το νησί μας, η Νήσος των Αγίων, έγινε σήμερα η νήσος του  ευδαιμονισμού,  της  αποστασίας, των  αιρέσεων, της  αμαρτίας. Και η μεν πίστη μας δεν έχει να πάθει τίποτε απ’  την  διαγωγή  μας. Εμείς έχουμε  να  πάθουμε. Εμείς  έχουμε  να   υποφέρουμε...
Τώρα όμως που κτυπήσαμε στο ανώφλι, άς  δούμε  επιτέλους  το  κατώφλι. Κι άς κλάψουμε για τις αμαρτίες μας κι άς ζητήσουμε  το  έλεος  του  Θεού. Τότε,  η  ευλογία  θα  ξαναγυρίσει  και  πάλι  στον  τόπο μας. Οι  Άγιοί  μας  και πάλιν θ’ αρχίσουν να θαυματουργούν. Και οι εχθροί  θα φύγουν. Και  εμείς πανευτυχείς  θα  στραφούμε  με  χαρά  στα  σπίτια μας. Θα  ξανοίξουμε τις αραχνιασμένες εκκλησιές μας. Και θα γιορτάσουμε το Πάσχα της ελευθερίας μας. Ως τότε, άς πηγαίνουμε νοερά στις σκλαβωμένες εκκλησιές μας. Νοερά, άς μεταφερόμαστε και στου Αγίου μας  την  σπηλιά και την εκκλησία και απ’  την  καρδιά  άς του  ψάλλουμε  κάθε φορά  τούτο τον ύμνο: «Πάτερ παμμάκαρ Επίκτητε, την σε τιμώσαν φαιδρώς, νήσον Κύπρον διάσωζε, πάσης περιστάσεως, τη θερμή προστασία σου, και εξαιρέτως ταύτην την χώραν σου σεμνυνομένην τω σω ονόματι, σκέπε εκάστοτε και χορηγεί πάντοτε ταύτῃ, σοφέ, τα της ευλογίας σου θεία δωρήματα».
 
Άγιε Επίκτητε, πρέσβευε  υπέρ  ημών.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, στερρῶς ἀνύσας, εὐηρέστησας, Χριστῷ ὁσίως, Θεοφόρε παμμάκαρ Ἐπίκτητε. Καὶ δοξασθεῖς τῇ τοῦ Πνεύματος χάριτι, ἡμᾶς λύτρωσε κινδύνων καὶ θλίψεων. Πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Δεν υπάρχουν σχόλια: