14/2/18

Ο Όσιος Αυξέντιος ο εν τω Όρει

Ο Όσιος Αυξέντιος καταγόταν από την Συρία. Έζησε στην Κωνσταντινούπολη  επί  αυτοκράτορος  Θεοδοσίου Β’ του Μικρού (408 – 450 μ.Χ.) και  κατείχε  το  αξίωμα  του σχολαρίου  του  στρατηλάτου.
Η φιλήσυχη και φιλομόναχη διάθεσή του και η αγάπη του για τον ασκητικό βίο, τον οδήγησε στο να γίνει μοναχός. Εγκατέλειψε  λοιπόν  τις τιμές και τα αξιώματά του και αποσύρθηκε σε όρος πετρώδες της Χαλκηδόνος, την Οξεῖα Πέτρα, όπου και ασκήτευε, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με την μελέτη  και  σπουδή  της  Αγίας  Γραφής. Τόση  δε ήταν η φήμη του για τις σπάνιες αρετές και την βαθιά θεολογική μόρφωσή του, ώστε προσκλήθηκε στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, που συνεκλήθη το έτος 451 στην Χαλκηδόνα για να καταδικάσει τις κακοδοξίες  του  Ευτυχούς.
Στο  ασκητήριό του καθημερινά  προσέρχονταν πολλοί, για να λάβουν την ευλογία του, μεταξύ των οποίων και πολλοί πλούσιοι που του έφερναν  τροφές  και  δώρα.
Αλλά  εκείνος χρησιμοποιούσε για τον εαυτό του λίγο ψωμί για τη συντήρησή του και κερί για το παρεκκλήσι του. Τα υπόλοιπα τα διαμοίραζε στους πτωχούς. Ο σεβασμός προς τον Όσιο έγινε αιτία να ιδρυθεί στους πρόποδες του βουνοὐ γυναικεία μονή.      
Ο Άγιος Θεός αξίωσε τον Άγιο Αυξέντιο του χαρίσματος της θαυματουργίας  και  έτσι  επιτέλεσε  πολλά  θαύματα. Ο  Όσιος κοιμήθηκε  με  ειρήνη  μεταξύ  των ετών 470 – 472 μ.Χ. Στο  Συναξάριον της  Κωνσταντινουπόλεως  αναφέρεται  ότι  το  τίμιο λείψανο  του  Αγίου κατατέθηκε  στον  ευκτήριο  οίκο  της  γυναικείας  μονής  που  ίδρυσε  και η οποία ονομαζόταν Τριχιναρία. Η Σύναξη αυτόύ  ετελείτο  στη  μονή  του Καλλιστράτου  εντός της  Κωνσταντινουπόλεως.


Απολυτίκιον. Ήχος  πλ. α’. Τον  συνάναρχον  Λόγον.    
Ώσπερ φοίνιξ ηυξήθης Πάτερ υψίκομος, δικαιοσύνης εκφέρων τους ψυχοτρόφους  καρπούς· συ  γαρ  βίον  ιερόν πολιτευσάμενος, της  Εκκλησίας στηριγμός, και θαυμάτων αυτουργός, Αυξέντιε ανεδείχθης, δια παντός ικετεύων,  ελεηθήναι  τας  ψυχάς  ημών.


Κοντάκιον. Ήχος  γ’. Η Παρθένος  σήμερον.
Εγκρατείας  ύδασι, πανευκλεώς  εκβλαστήσας, ως ελαία εύκαρπος, εν τοις Οσίοις εφάνης· κόσμου γαρ, απαρνησάμενος την απάτην, γέγονας, υπερκοσμίου  φωτός  δοχείον, δι’ ού  λάμπρυνον  ενθέως, τους  σε  τιμώντας, Πάτερ  Αυξέντιε.

Έτερον  Κοντάκιον. Ήχος  β’. Την  εν  πρεσβείαις.
Κατατρυφήσας θεόφρον της εγκρατείας, και τας ορέξεις της σαρκός χαλινώσας,  ώφθης τη  πίστει  σου  αυξανόμενος, και ως φυτόν  εν  μέσω  του Παραδείσου  εξήνθησας,  Αυξέντιε  Πάτερ  ιερώτατε.


Μεγαλυνάριον.
Κατηγλαϊσμένος ταις αρεταίς, ώφθης εν τω βίω, θεοφόρε περιφανής,  αίγλῃ ευσεβείας,  και  χάριτι  θαυμάτων, Αυξέντιε  ρυθμίζων, τους προσιόντας σοι.


Δεν υπάρχουν σχόλια: