19/1/17

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός Επίσκοπος Εφέσου

Ο Άγιος Μάρκος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ των ετών 1392  και  1393 «εκ τινος πατρωνυμίας Ευγενικός καλούμενος». Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν διάκονος και σακελλίων της Μεγάλης Εκκλησίας, μετέπειτα  δε έγινε πρωτέκδικος, πρωτονοτάριος  και  μέγας  χαρτοφύλαξ, η  δε μητέρα του ονομαζόταν Μαρία και ήταν θυγατέρα του ιατρού Λουκά.
Σπούδασε σε μεγάλους διδασκάλους, στον Γεώργιο Πλήθωνα, τον Μητροπολίτη Σηλυβρίας Χορτασμένο, τον Μανουήλ Χρυσόκκο, τον Ιωσήφ Βρυέννιο  και  άλλους  και  είχε  έξοχη  παιδεία.
Στη συνέχεια προσήλθε στο μοναχικό βίο, κατά το έτος 1418, σε κάποια μονή στα Πριγκηπόννησα και τάχθηκε υπό την πνευματική επιστασία του ενάρετου μοναχού Συμεών, ο οποίος τον έκειρε μοναχό και τον μετονόμασε  από Μανουήλ, Μάρκο.
Μόνασε κυρίως στη Μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί  επιδόθηκε στην ιερά μελέτη της Αγίας Γραφής και των συγγραμμάτων των Πατέρων της Εκκλησίας και συνέγραψε τα πρώτα, δογματικού κυρίως περιεχομένου, έργα του. Το έτος 1437 έγινε Επίσκοπος Εφέσου και έλαβε μέρος στην ενωτική Σύνοδο Φερράρας– Φλωρεντίας (1438 – 1439). Κατά τον Γεννάδιο Σχολάριο, ο Άγιος Μάρκος αναδείχθηκε Έξαρχος της Συνόδου και εκπροσώπησε σε αυτή τους Πατριάρχες Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. Στην αρχή των εργασιών της Συνόδου συνέστησε στους Λατίνους να αποβάλλουν το τραχύ και ανένδοτο του  τρόπου τους και της διαθέσεώς τους, διότι απέβλεπε στην ειρήνευση, την άρση του Σχίσματος και την επανένωση της Ανατολικής και  Δυτικής  Εκκλησίας. Είπε μάλιστα χαρακτηριστικά: «Πρώτον μεν όπως εστίν αναγκαιότατη η ειρήνη ήν κατέλιπεν ημίν ο δεσπότης ημών ο Χριστός και αγάπη, δεύτερον ότι παρέβλεψεν η Ρωμαϊκή Εκκλησία την αγάπην και  διελύθη και η ειρήνη, τρίτον ότι ανακαλουμένη νυν η Ρωμαϊκή Εκκλησία την τότε καταληφθείσαν αγάπην, εσπούδασεν ίνα έλθωμεν ενταύθα και εξετάσωμεν τας μεταξύ ημών διαφοράς, τέταρτον ότι αδύνατόν εστιν ανακαλέσασθαι την ειρήνην εάν μη λυθή το του σχίσματος αίτιον, και πέμπτον, ίνα και οι όροι των οικουμενικών συνόδων αναγνωσθώσιν, ως άν φανώμεν  και  ημείς σύμφωνοι τοις εν εκείναις πατράσι  και  η  παρούσα  σύνοδος εκείναις  ακόλουθος…».
Αντιλήφθηκε  όμως εγκαίρως, ότι οι Λατίνοι δεν επιθυμούσαν την εξέταση  των διαφορών  και των αιτιών του Σχίσματος και γενικά αληθινή εκκλησιαστική ένωση, αλλά  επεδίωκαν την καθυπόταξη της Ορθοδόξου  Εκκλησίας στον Πάπα και την παραδοχή εκ μέρους αυτής των λατινικών ετεροδιδασκαλιών, εγκαταλειπομένων των ορθοδόξων δογμάτων. Έτσι θεώρησε χρέος του να ηγηθεί της πανορθοδόξου αντιδράσεως κατά των λατινικών σχεδίων και τέθηκε επικεφαλής των αποκληθέντων Ανθενωτικών, όχι μόνο κατά την διάρκεια της Συνόδου, αλλά και μετά την επιστροφή του στην  Κωνσταντινούπολη. Γι’ αυτό  και απέκρουσε κατά την διάρκεια των συνοδικών συζητήσεων τις αξιώσεις και την επιχειρηματολογία των Λατίνων και  αρνήθηκε  να υπογράψει τον όρο της επιβληθείσης ψευδοενώσεως. Η μη υπογραφή του απαράδεκτου  για την κοινή ορθόδοξη εκκλησιαστική συνείδηση, κειμένου εκ μέρους του Αγίου Μάρκου, είχε τόσο μεγάλη σημασία, ώστε μόλις ο Πάπας Ευγένιος Δ’ (1431 – 1447) το πληροφορήθηκε αναφώνησε περίλυπος :« Εποιήσαμεν λοιπόν ουδέν».     
Λίγο αργότερα ο αυτοκράτορας προσέφερε στον Άγιο τον Πατριαρχικό θρόνο, αλλά αυτός αρνήθηκε. Επειδή δε, δεν επιθυμούσε να συλλειτουργήσει με τον λατινόφρονα Πατριάρχη Μητροφάνη τον από Κυζίκου, έφυγε  από  την  Κωνσταντινούπολη  την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους  1440  και ήλθε στην Έφεσο. Και εκεί όμως δεχόταν ενοχλήσεις από τους ενωτικούς. Γι’ αυτό αναχώρησε με προορισμό  το  Άγιον Όρος. Καθ’ οδόν, διερχόμενος δια της νήσου Λήμνου, κρατήθηκε και  περιορίσθηκε  εκεί, με εντολή  του  αυτοκράτορα. Στη Λήμνο παρέμεινε δύο χρόνια και  από εκεί εξαπέλυσε τη σπουδαία εγκύκλιό του «τοις απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένοις Ορθοδόξοις Χριστιανοίς». Μετά ο θεοειδής στην ψυχή  και την προαίρεση Άγιος, ήλθε στην  Κωνσταντινούπολη, όπου και  κοιμήθηκε με ειρήνη  στις 23 Ιουνίου του 1444 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε στη μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων. Ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, το 1456 μ.Χ., όρισε δια συνοδικής πράξεως, να εορτάζεται η μνήμη  του  Αγίου  στις  19  Ιανουαρίου.


Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.            
Θείας πίστεως, ὁμολογίᾳ, μέγαν εὕρατο, ἡ Ἐκκλησία, ζηλωτήν σε θεῖε Μᾶρκε πανεύφημε, ὑπερμαχοῦντα πατρῴου φρονήματος, καὶ καθαιροῦντα τοῦ σκότους ὑψώματα. Ὅθεν ἄφεσιν, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τοῖς σὲ γεραίρουσι.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.           
Πανοπλίαν ἄμαχον, ἐνδεδυμένος θεόφρον, τὴν ὀφρῦν κατέσπασας, τῆς Δυτικῆς ἀνταρσίας, ὄργανον, τοῦ Παρακλήτου γεγενημένος, πρόμαχος, Ὀρθοδοξίας προβεβλημένος· διὰ τοῦτό σοι βοῶμεν· χαίροις ὦ Μᾶρκε, Ὀρθοδόξων καύχημα.


Μεγαλυνάριον.
Τῆς Ὀρθοδοξίας ταῖς ἀστραπαῖς, λάμψας ἐν τῇ Δύσει, ἐξεθάμβησας ἐμφανῶς, Δυτικῶς τὰς ὄψεις, τοὺς ὅρους τῶν Πατέρων, ὦ Μᾶρκε ῥητορεύων, πυρίνῃ γλώττῃ σου.


Δεν υπάρχουν σχόλια: