17/9/16

Ο Όσιος Αναστάσιος ο Θαυματουργός ο εν Κύπρω

Το  όνομά  του  κατέχει  ξεχωριστή  θέση  στις  καρδιές  των  χριστιανών  της  νήσου μας.
Τα  πολλά  και  διάφορα  θαύματά  του  αναφέρονται  απ’  όλους  με βαθύ  σεβασμό.
Για  την  ζωή του όμως λίγα, πολύ λίγα, γνωρίζουμε. Από την φυλλάδα του μανθάνουμε,  πως  έζησε  στα  χρόνια  των  Κομνηνών  τον  12ο  αιώνα.
Επίσης  ότι  ήταν  και  αυτός  ένας  από  τους  ορθοδόξους  Έλληνες  που  υπηρετούσαν ως  μισθοφόροι  στη  Γερμανία  και  έλαβαν μέρος στην δεύτερη σταυροφορία, που κίνησε  από  την  Δύση,  για να  ελευθερώσει  δήθεν  τους  Αγίους  Τόπους  από  τα  χέρια  των  μουσουλμάνων.
Σαν τέλειωσε η εκστρατεία, τριακόσιοι από αυτούς αποσύρθηκαν στην έρημο του Ιορδάνη.
Πόθος  και  παλμός  και  αγώνας  τους  ένας:  Να  αφιερωθούν  στον  Θεό.
Γι’  αυτό  ζητούσαν  κάποιο  μέρος μακριά  από τον θόρυβο του κόσμου με τους ποικίλους  πειρασμούς  και  τις  τόσες παγίδες του Σατανά, για να περάσουν τη  ζωή τους  ήσυχα  με  την  καρδιά  και  τη  σκέψη  δοσμένα  στον  Θεό.
Στον  τόπο  όμως  εκείνο  ο  πόθος  τους  ο  ιερός  συνήντησε  εμπόδιο  απροσπέλαστο τον παράλογο θρησκευτικό φανατισμό των Λατίνων, οι οποίοι καθημερινά δημιουργούσαν πολλά  επεισόδια  και  ταλαιπωρίες  στους  ορθοδόξους  που  βρίσκονταν εκεί. Η  συνεχής αυτή  δοκιμασία  και  δίκαιη  αγανάκτηση,  που πλημμύριζε τις καρδιές τους για την βάναυση  και  αδικαιολόγητη  τούτη  συμπεριφορά τους  εις  βάρος  αδελφών  χριστιανών,  συμπεριφορά  που  εκδηλωνόταν  στο  όνομα του  Διδασκάλου της αγάπης, τους ανάγκασε να σηκωθούν να φύγουν. Μια μέρα συγκεντρώθηκαν  όλοι  μαζί  στην  παραλία.
Εκεί  βρήκαν  ένα  πλοίο, και  επιβιβάστηκαν  σ’ αυτό  με  σκοπό  την  επιστροφή  στην πατρίδα  τους. Δυνατή  όμως  τρικυμία,  και  ίσως  και  ναυάγιο,  τους  έφερε  στα  δυτικά παράλια  της  Κύπρου,  στην  περιοχή  της  Πάφου.
Από εκεί, αφού χωρίστηκαν σε ομάδες, διασκορπίσθηκαν σ’ όλο το νησί και εγκαταστάθηκαν μόνιμα σ’ αυτό.
Εδώ  παρέμειναν  και  ασκήτεψαν  σε  διάφορα  μέρη.

Με  τη  βοήθεια  του  Χριστού  που  την  είχαν  χάρη στη μεγάλη τους πίστη, προώδευσαν πολύ στην αρετή και αξιώθηκαν να κάμνουν και θαύματα. Να θεραπεύουν  δηλαδή  όλων των ειδών τις αρρώστιες  όχι  μονάχα  όσο  καιρό  ήσαν  στην ζωή, αλλά και  ύστερα από τον θάνατό τους. Ένας απ’ αυτούς τους τριακόσιους αγωνιστές  του  καλού  και  εργάτης  της  αρετής  υπήρξε  και  ο  Άγιος  Αναστάσιος.
Μετά  τον  αποχωρισμό  του  από  τους  άλλους,  ο  μακάριος  αυτός  αθλητής προχώρησε  και  πήγε  και  κατοίκησε  κοντά  στην  Περιστερωνοπηγή  της Αμμοχώστου,  όπου  γρήγορα  διακρίθηκε  για  την  ευσέβεια  και  την  αγιότητά του. Κάτω  από  την  ομώνυμη  Εκκλησία  του  υπάρχει  και  σήμερα  ένας  υπόγειος  χώρος, ένα  σπήλαιο,  στο  οποίο  συνήθως καταβαίνουν οι  άρρωστοι, για να βρουν την θεραπεία  τους.
Στον  χώρο  αυτό  διέμενε  ο  Άγιος. Υπό  την  γην.  «Εν ταις οπαίς της γης».  Μήπως  την ευλάβεια  και  την όλη αρετή  των χριστιανών των χρόνων αυτών θα πρέπει  να  την αναζητήσουμε  και  σε τούτο  τον  παράγοντα;  Όσο  καιρό  η  Εκκλησία  διωκόμενη ζούσε  κάτω  απ’ την  γη, μέσα  στις  τρύπες  και  τις  κατακόμβες,  τα  μέλη της είχαν και  ζήλο  και  ευσέβεια  και  βάθος  πνευματικό.
Από  τον  καιρό  που  τις  τρύπες  αντικατέστησαν  οι  περικαλλείς  ναοί  με  τις  ανέσεις τους,  το  πνευματικό βάθος και  η αληθινή  θρησκευτικότητα λιγόστεψαν, έγιναν σπάνια  είδη, εξανεμίσθηκαν. Άς  μη  φοβίζουν, λοιπόν  τους  χριστιανούς  οι  διωγμοί και  οι  παρεμβαλλόμενες  από  τους  ανθρώπους  του  κόσμου  δυσκολίες  στην εκτέλεση  των  θρησκευτικών  τους  καθηκόντων.
Αντίθετα.  Αυτά  πρέπει  να  τους  δυναμώνουν  και  να  τους ενθουσιάζουν. Βαθιές ρίζες  στην  γη  ρίχνουν  μόνο  τα  δέντρα  εκείνα,  που  τα  κτυπούν  δυνατά  οι  άνεμοι. Και  οι χριστιανοί  που δοκιμάζονται, άς είναι έτοιμοι να φωνάξουν μαζί  με τον πνευματοκίνητο της Εκκλησίας Πατέρα, τον Ιωάννη τον Χρυσοστομο. «Πολλά τα κύματα  και  χαλεπόν το κλυδώνιον  αλλ’ ού δεδοίκαμεν μη καταποντισθώμεν επί  γαρ της  πέτρας  εστήκαμεν. Μαινέσθω  η  θάλασσα, πέτραν διαλύσαι ου δύναται· εγειρέσθω τα κύματα, του  Ιησού το πλοίον καταποντίσαι ουκ ισχύει». Δηλαδή  είναι πολλά  τα κύματα και  τρομερή  η τρικυμία· όμως δεν φοβόμαστε μήπως καταποντισθούμε.
Δεν  φοβόμαστε, γιατί στεκόμαστε επάνω στην πέτρα. Άς μαίνεται η  θάλασσα. Την πέτρα  δεν  μπορεί  να την  διαλύσει.  Άς  σηκώνονται  τα  κύματα.
Το  πλοίο του  Ιησού  δεν θα  δυνηθούν ποτέ να το καταποντίσουν. Τα  λόγια  αυτά  του μεγάλου  Ιεράρχη  επανέλαβαν  κατά  καιρούς  όλοι  οι  άγιοι  και  συνεπείς  αγωνιστές της  αρετής.  Με  το  πνεύμα  των  λόγων  αυτών  έζησε  και  ο  Άγιος  Αναστάσιος.
Σ’  ένα  σπήλαιο είχε την  κατοικία  του.  Σ’  έναν  χώρο  υγρό, χωρίς  ήλιο,  χωρίς  φως. Η  αγία ψυχή του όμως καθαρμένη και  φωτεινή από τη σχέση της με τον ήλιο της δικαιοσύνης, τον Χριστό, ανέβαινε καθημερινά σε ύψη αρετής. Εδώ  είχε  στημένο  τον αργαλειό  του  στον  οποίο  ύφαινε  σακιά,  για  να  μπορεί  να  ζει  και  να  βοηθά  ακόμη  και  εκείνους  που  ζητούσαν  την  συνδρομή  του.

Το σπήλαιο αυτό μέσα στο οποίο ασκήτεψε ο όσιος διατηρείται ως σήμερα. Ο επισκέπτης που  εισέρχεται  και  στέκεται  στην  είσοδό  του  προχωρεί  και  καταβαίνει σ’  αυτό  από  εννιά  σκαλοπάτια.
Το  σπήλαιο  είναι  σκαλισμένο  σ’ ένα  βράχο.  Το  εσωτερικό  του  είναι  στενόμακρο  με στέγη  καμαρωτή  και  στο  μέσο  στηρίζεται  σε  μία  κολώνα, που  έχει ύψος δυο περίπου  μέτρα.
Η  κολώνα πάλι στέκεται σ’ ένα κιονόκρανο Κορινθιακού  ρυθμού. Στο  κιονόκρανο πατούν  συνήθως  οι  άρρωστοι,  και  αφού  αγκαλιάσουν  την  κολώνα,  περιστρέφονται γύρω  απ’  αυτήν  τρεις  φορές,  για  να  γιατρευτούν  από  τους  πόνους  και  τις νευραλγίες  τους. Στη  νότια  πλευρά  του  σπηλαίου  είναι  μία  μικρή  πεζούλα  και κάτω  από  αυτήν  ο  τάφος  του  αγίου.  Πάνω  στην  πεζούλα  είναι  τοποθετημένη  μία εικόνα  του  και  δίπλα  σ’ αυτή  είναι  μερικά  ξύλινα  εργαλεία,  σακκοράφια  και  σαΐτες  υφαντικής  (μακούτζια), που χρησιμοποιούσε ο μακάριος ασκητής για τη δουλειά του. Τα αντικείμενα αυτά  πολύ  τα  σέβονται  οι  πιστοί  και  σ’ αυτά  αποδίδουν θεραπευτικές  Ιδιότητες. Οι  προσκυνητές που επισκέπτονται τον Άγιο, παίρνουν με σεβασμό  όλα  αυτά  τα εργαλεία  και  τα τρίβουν μ’ ευλάβεια  στο  μέρος  του  σώματος που  πονούν,  και  επικαλούνται  τη  βοήθειά  του  για  να  θεραπευτούν  από  τους πόνους  τους,  τις  «τζεγκιές  τους».
Τα  σύνεργα  αυτά  πολλά  λένε  και  σ’ εμάς. Δούλευαν οι  άγιοι για  να ζήσουν. Δούλευαν διάφορες εργασίες. Και  όμως οι εργασίες τους αυτές ποτέ δεν στάθηκαν εμπόδιο στην εκτέλεση των θρησκευτικών καθηκόντων και την σωτηρία τους. Τονίζουμε ιδιαίτερα το  σημείο αυτό, γιατί πρέπει να ομολογήσουμε πως το ζήτημα τούτο  δημιουργεί  και  στην  εποχή  μας  μεγάλη  παρεξήγηση.
Πολλοί  και  πολλές, για να δικαιολογήσουν την θρησκευτική τους αδιαφορία, προβάλλουν  σαν  αιτία  την  εργασία.  Θέλουμε  και  εμείς, λένε, να πάμε στην εκκλησία  και  να εκτελέσουμε τα θρησκευτικά μας καθήκοντα. Μα δεν βρίσκουμε καιρό.  Μας  τρώνε  οι  δουλειές.  Έχουν  δίκαιο;  Όχι!  Καμιά  νόμιμη  εργασία  δεν μπορεί  να  είναι  εμπόδιο  σε  κάποιον  που  θέλει  να  ζει  την  χριστιανική  ζωή.
Την  αλήθεια  αυτή  βεβαιώνει  το  παράδειγμα  των  μυριάδων  εργατών της  αρετής.
Το  διακηρύττει  ακόμη  με  την  ζωή  του  και  ο  Άγιος  μας.
Έζησε μέσα σε μια σπηλιά εργαζόμενος σκληρά και  καλλιεργώντας  καθημερινά  με προσοχή  και  φόβο  Θεού  την  ευσέβεια  και  την  χριστιανική  μόρφωση  της  ψυχής  του  ως  τις  τελευταίες  του  στιγμές.
Πριν  κλείσει  τα  μάτια  κοινώνησε  για  τελευταία  φορά  τα  άχραντα  μυστήρια  και αφού  κάλεσε κοντά  του  τα  πνευματικά  του  παιδιά  και  συνέστησε  σ’  όλους  να έχουν  μεταξὺ  τους ομόνοια και  αγάπη, αφήκε την αγία ψυχή του να φτερουγίσει ήρεμα  για  τα  αιθέρια  παλάτια  τ’ ουρανού.  Έφυγε  ανάλαφρα  17  του  Σεπτέμβρη, για  να  ξαποστάσει  κοντά   σ’ Εκείνον,  που  αγάπησε με την καρδιά  του  από  τα νεανικά  του  χρόνια.
Οι  χριστιανοί  των γύρω χωριών με βαθιά  συγκίνηση  πληροφορήθηκαν  την  κοίμησή του. Με δάκρυα στα μάτια έτρεξαν κοντά στο τίμιο σκήνωμά του για να το προσκυνήσουν  και  να πάρουν την ευλογία  του  και  με  ύμνους  εξοδίους  το  κήδευσαν. Και  ο  Κύριος που υποσχέθηκε, πως «θα δοξάζει πάντα αυτούς που  τον εδόξασαν»,  δοξάζει  και  τιμά  και  σήμερα  την μνήμη  του  όχι  μόνο στον ουρανό, αλλά  και  εδώ  στην γη.
Πολλά  και  ποικίλα θαύματα γίνονται κάθε χρόνο σε όσους μ’ ευλάβεια και  πίστη καταφεύγουν στην μεσιτεία του, που δίνουν την ευκαιρία  στον  καθένα  να  υμνήσει  με ευφροσύνη   ψυχής  τα  μεγαλεία  του  Θεού  μα  και  να  θαυμάσει  την  αρετή του αγίου.
Με  αυτούς  άς ενωθούμε  και  εμείς.
Άς  ενωθούμε νοερά  και με συντετριμμένη  και  ταπεινωμένη καρδιά άς του πούμε:
Πανεύφημε Αναστάσιε, των ασκητών εγκαλλώπισμα, Αγγέλων συνόμιλε, δικαίων ομόσκηνε  και  οσίων, πρέσβευε  Χριστώ  τω  Θεώ, ειρήνην  τη  οικουμένη  δωρήσασθαι και  ταις  ψυχαίς  ημών  το  μέγα  έλεος.


Απολυτίκιον. Ήχος α’.    
Της ερήμου πολίτης  και  εν  σώματι  άγγελος  και  θαυματουργός  ανεδείχθης,  Θεοφόρε πατήρ  ημών  Αναστάσιε. Νηστεία, αγρυπνία, προσευχή,  ουράνια χαρίσματα  λαβών, θεραπεύεις τους νοσούντας, και τας ψυχάς των πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου πάσιν ιάματα.


Δεν υπάρχουν σχόλια: