2/7/16

Κατάθεσις Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου

Δυο  πατρίκιοι,  οι  αυτάδελφοι  Γάλβιος  και  Κάνδιδος,  πηγαίνοντας  στα  Ιεροσόλυμα  να προσκυνήσουν, έφτασαν στην Παλαιστίνη. Κατά την επίσκεψή τους στους Αγίους Τόπους, συνάντησαν μία  Εβραία, η οποία  είχε  στην  κατοχή  της  και  φύλαγε  με  πάρα πολύ μεγάλη ευσέβεια, μέσα σε ειδικό κιβώτιο την τίμια Εσθήτα (φόρεμα) της Παναγίας. Τότε οι Γάλβιος και  Κάνδιδος,  αφού  προσκύνησαν  το  ιερό  ένδυμα,  έβαλαν σκοπό  να  το  μεταφέρουν  στην  Κωνσταντινούπολη.  Αφού  έφτασαν  στα  Ιεροσόλυμα  και προσκύνησαν,  στην  συνέχεια  κατασκεύασαν  ένα  ειδικό  κιβώτιο, όμοιο με αυτό  που  είχε η  Εβραία  γυναίκα  και  φύλαγε  το  φόρεμα  της  Θεοτόκου. Το  κιβώτιο  αυτό,  χωρίς  να  τους πάρει  είδηση  η  γυναίκα, το  άλλαξαν  με  αυτό  που  περιείχε  την  τιμία  Εσθήτα,  χωρίς  να τους πάρει είδηση.        
Έτσι λοιπόν πήραν το κιβώτιο με το ιερό ένδυμα και ξεκίνησαν για την Κωνσταντινούπολη.  Όταν  έφθασαν στην  Πόλη,  προσπάθησαν  να  κρύψουν  αυτόν  τον πολύτιμο θησαυρό στις Βλαχέρνες. Επειδή όμως δεν μπορούσαν να το κρύψουν, γνωστοποίησαν αυτό το γεγονός στον αυτοκράτορα της Πόλης. Εκείνος  μόλις πληροφορήθηκε τη μεταφορά της τιμίας Εσθήτος  στην  Κωνσταντινούπολη  ασπάστηκε με μεγάλη  ευλάβεια το  ιερό  ένδυμα  και  αμέσως έδωσε  εντολή  να  κατασκευαστεί  Ναός και  αργότερα  μέσα  σ' αυτόν  τοποθέτησε  το  ιερό ένδυμα,  το  οποίο  βρίσκεται μέχρι  και σήμερα σ' αυτόν  τον  τόπο,  αποτελώντας  φυλακτήριο  και  συνάμα  πολύτιμο  κειμήλιο  για τους  χριστιανούς.


Απολυτίκιον.  Ήχος  πλ.  δ'.
Θεοτόκε  Αειπάρθενε, των ανθρώπων  η  σκέπη,  Εσθήτα  και  Ζώνην  του  αχράντου  σου σώματος, κραταιάν τη πόλει σου περιβολήν  εδωρήσω,  τω  ασπόρω  τόκω  σου  άφθαρτα διαμείναντα· επί σοι γαρ και φύσις, καινοτομείται και χρόνος. Διο δυσωπούμέν σε, ειρήνην  τη  πολιτεία  σου  δώρησαι,  και  ταις  ψυχαίς  ημών  το  μέγα  έλεος.

Έτερον.  Ήχος  γ’. Θείας  πίστεως.      
Θείον ένδυμα,  των  οικτιρμών  σου,  και  ιμάτιον αθανασίας, την  αγίαν σου  Εσθήτα  και άφθαρτον, τη  κληρουχία  σου  Κόρη  δεδώρησαι, εις  περιποίησιν  πάντων  και  σύναψιν. Όθεν  Άχραντε,  την  θείαν  αυτής  κατάθεσιν,  τιμώντες  ευσεβώς  σε  μεγαλύνομεν.


Κοντάκιον   Ήχος  δ'.  Ο  υψωθείς  εν  τω  Σταυρώ           
Περιβολήν  πάσι  πιστοίς  αφθαρσίας, Θεοχαρίτωτε  Αγνή  εδωρήσω,  την  Ιεράν  Εσθήτά σου  μεθ’ ής  το  ιερόν,  σώμά  σου  εσκέπασας,  σκέπη  πάντων  ανθρώπων·  ής περ  την κατάθεσιν, εορτάζομεν  πόθω,  και  εκβοώμεν  φόβω  σοι  σεμνή·  χαίρε  Παρθένε, Χριστιανών  το  καύχημα.


Μεγαλυνάριον.
Της  αθανασίας  τον  χορηγόν,  τέξασα  Παρθένε,  ηθανάτισας  τον  Αδάμ·  τούτο  γαρ δηλούσα,  η  άφθαρτος  Εσθής  σου  φθοράς παθών  λυτρούται,  τους  προσπελάζοντας.


Δεν υπάρχουν σχόλια: