12/3/15

Ο Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής Επίσκοπος Σιγριανής

Ο  Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής, γεννήθηκε περί το έτος 760 μ.Χ. από ευσεβείς  και  φιλόθεους γονείς, τον Ισαάκ και  την Θεοδότη. Σε ηλικία οκτώ ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του ανέλαβε το δύσκολο  έργο  της ανατροφής, της διαπαιδαγωγήσεως και της μορφώσεως  του  υιού  της  Θεοφάνους.
Ο Όσιος, κατά  παράκληση  της  μητέρας του, νυμφεύθηκε σε νεαρή ηλικία την ευσεβή και πλούσια Μεγαλώ. Ο γάμος αυτός, που ήταν αντίθετος για τη μοναχική ζωή που επιθυμούσε ο Όσιος, διαλύθηκε. Η μεν σύζυγος αυτού έγινε μοναχή στη μονή της Πριγκίπου και μετονομάσθηκε Ειρήνη, ο  δε  Όσιος κατέφυγε, το 781 μ.Χ., στη  μονή  του Μεγάλου  Αγρού  στη Σιγριανή και  εκεί εκάρη μοναχός υπό του ηγουμένου αυτής.     
Από  τη μονή  αυτή, ως λόγιος  και  ενάρετος  μοναχός, προσκλήθηκε  μαζί με άλλους ηγουμένους διαπρεπείς, τον ηγούμενο της μονής Σακουδίωνος Πλάτωνα, τους μοναχούς Νικηφόρο και Νικήτα από  τη μονή  Μηδικίου, το  μοναχό  Χριστόφορο  από  τη  μονή  του  Μικρού Αγρού, στην Εβδόμη Οικουμενική  Σύνοδο της  Νικαίας, το έτος 787 μ.Χ. Όταν επανήλθε στη μονή του, εγκατέστησε ηγούμενο τον μοναχό Στρατήγιο και εκείνος αποσύρθηκε στην απέναντι νήσο Καλώνυμον, όπου ίδρυσε μεγάλη μονή και εκεί, αφού εγκαταβίωσε επί εξαετία, ασχολήθηκε με την καλλιγραφία και τις συγγραφές. Αλλά ατυχώς η υγεία του προσβλήθηκε από οξεία λιθίαση. Σε αυτή την χαλεπή κατάσταση δεν παρέλειψε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη, όταν προσκλήθηκε υπό του Λέοντος του  Αρμενίου (813 – 820 μ.Χ.), ο οποίος προσπάθησε δια του Πατριάρχη  Ιωσήφ του εικονομάχου να ελκύσει αυτόν  στην αίρεση της  εικονομαχίας. Ο Όσιος  φυσικά  δεν ήταν  δυνατό να  αποδεχθεί μία  τέτοια  πρόταση  και να προδώσει την  Ορθόδοξη πίστη. Έτσι τον έκλεισαν σε σκοτεινό μέρος και στην συνέχεια τον εξόρισαν στη Σαμοθράκη, όπου μετά από είκοσι  τρεις ημέρες  κοιμήθηκε με  ειρήνη  το  έτος  815  ή  κατ’ άλλους  το  818 μ.Χ. Αργότερα  οι  μαθητές του μετεκόμισαν τα ιερά λείψανα αυτού, το έτος 822 μ.Χ., στη  μονή του, όπου  ετελείτο  η  Σύναξη  αυτού, όπως  και  στη  Μεγάλη  Εκκλησία.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Θεῷ τῷ ἐν σώματι, ἐπιφανέντι ἡμῖν, ὁσίως ἐλάτρευσας δι' ἐνάρετου ζωῆς, Θεόφανες Ὅσιε· πᾶσαν γὰρ τὴν προσοῦσαν, ὕπαρξιν ἀπορρίψας, ἄθλους ὁμολογίας, τῇ ἀσκήσει συνάπτεις· ἐντεῦθεν δι' ἀμφοτέρων, φαίνεις τοῖς πέρασι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.                 
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν μοναζώντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Θεόφανες σοφέ· ὑπὲρ εἰκόνων ἁγίων ἤθλησας, λύρα τοῦ Πνεύματος, Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῆς ζωαρχικῆς, τοῦ Λόγου θεοφανείας, σκεῦος ἐκλεκτόν, Θεόφανες καὶ θεράπων, τῷ ἐνθέῳ σου βίῳ, θεόφρον γενόμενος, τὴν Εἰκόνα τὴν ἐνσώματον, τοῦ Χριστοῦ σεπτῶς ἐτίμησας, ὁμιλήσας πολλαῖς θλίψεσιν· ἀνθ’ ὧν θαυμάτων πηγήν, εἴληφας ἐκ Θεοῦ.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.          
Ἐξ ὕψους λαβῶν, τὴν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σπουδῇ, ἐκ μέσου τῶν θορύβων, καὶ μονάσας Ὅσιε· ἐνεργείας θαυμάτων εἴληφας, καὶ προφητείας χαρίσματα, συμβίου καὶ πλούτου στερούμενος.



Μεγαλυνάριον.
Τῆς θεοφανείας τῆς μυστικῆς, βίῳ ὑπερτέρῳ, θησαυρίσας τὴν μετοχήν, θέσει ἐθεώθης, Θεοφάνες θεόφρον, καὶ ὤφθης Ἐκκλησίας, στῦλος θεόφωτος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: