14/11/14

Ο Άγιος Ευφημιανός ο Θαυματουργός

Ένας ακόμη αθλητής του μεγάλου και δύσκολου αγώνα, που είναι γνωστός ως «αγώνας της ερήμου», είναι κι ο Άγιος Ευφημιανός.
Ήρθε και αυτὸς στο νησί της Κύπρου  απ’ έξω.
Ήρθε μαζί μ’ άλλους τριακόσιους αγωνιστές από την Αλαμανία.
Ήταν και αυτός, όπως και όλοι οι άλλοι, Έλληνας που εργαζόταν εκεί.

Το κήρυγμα των ανθρώπων του πάπα την εποχή αυτή στα μέσα περίπου του 12ου αιώνα, που καλούσε τους χριστιανούς σε εκστρατεία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τα χέρια των μωαμεθανών, συγκινούσε πολλών τις καρδιές. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και ο Ευφημιανός, που με πολλούς άλλους Έλληνες ξεσηκώθηκαν, αφήκαν τις δουλειές τους και στρατεύθηκαν για τον ιερό εκείνο αγώνα. Τούτη η εκστρατεία που είναι γνωστή σαν Β’ Σταυροφορία 1147 – 1149 διαλύθηκε προτού ακόμη φθάσει στην Παλαιστίνη.
Οι Έλληνες, που  ήσαν στη στρατιά αυτή με αρχηγό κάποιον Αυξέντιο, τον γνωστό Άγιο Αυξέντιο, αποφάσισαν να συνεχίσουν μόνοι τους την πορεία προς τα Ιεροσόλυμα, που τα κρατούσαν ακόμη χριστιανοί Ευρωπαίοι. Ποθούσαν να πάνε εκεί για να προσκυνήσουν στα Άγια μέρη που περπάτησε, δίδαξε, θαυματούργησε και απέθανε ο Κύριός μας. Και το έκαμαν.

Ύστερα από την πραγματοποίηση του ιερού τούτου πόθου τους οι αθλητές αποφάσισαν να σκορπισθούν εκεί στα έρημα του Ιορδάνου και να ασκητέψουν. Επειδή όμως οι μωαμεθανοί, όπως και οι Λατίνοι που ήσαν εκεί τους ενοχλούσαν διαρκώς, μια μέρα μαζεύτηκαν όλοι και πήραν την απόφαση να φύγουν. Κατέβηκαν στην παραλία, βρήκαν ένα καράβι που έφευγε για την Κύπρο και μπήκαν σ’ αυτό. Το καράβι όμως, όταν έφτασε στην Πάφο, εξ αιτίας δυνατής τρικυμίας συνετρίβη πάνω στους  βράχους. Ευτυχώς  οι επιβαίνοντες σώθηκαν όλοι, καθισμένοι πάνω σε κομμάτια ξύλα του καραβιού και μ’ αυτά βγήκαν στα Παφιακά ακρογιάλια. Από εκεί αφού συνεσκέφθηκαν τι να κάμουν, κατέληξαν στην απόφαση να διασκορπιστούν στο νησί και να ασκητέψει ο καθένας όπου βρεί  κατάλληλο μέρος. Και το πραγματοποίησαν.

Ο Λεόντιος Μαχαιράς στο χρονικό του να τι γράφει γι’ αυτούς:

«Όταν οι Σαρακηνοί επήραν την γην της επαγγελίας, τότε βγήκαν οι πτωχοί οι χριστιανοί απού εγλυτώσαν και επήγαν όπου ηύραν καταφύγιν. Ήσαν αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι, ιερείς και λαϊκοί, και επήγαν όπου φτάσαν και ήρταν και εις την περίφημον Κύπρον μία συντροφιά, όπου ήσαν τ’ (300) ονομάτοι, και γροικώντα ότι Έλληνες εφεντεύγαν τον τόπον, δια τον φόβον επήγαν εις το ένα μέρος και εις το άλλον και εσγάψαν την γην και εμπήκαν μέσα και επροσεύχονταν τω Θεώ και ήσαν δυο τρεις αντάμα...». Δες Dawkins, Leontios Machairas, Oxford 1932 p. 28 – 30.

Ο Άγιος Ευφημιανός μαζί με τον Άγιο Ιωνά προχώρησαν και έφτασαν, ο μεν Άγιος Ιωνάς στο Πέργαμο, ο δε Άγιος Ευφημιανός ολίγο παρακάτω ανάμεσα στα χωριά Λύση και Τρούλλοι. Εκεί σε μια σπηλιά  βολεύτηκε και άρχισε την άσκησή του. Μια άσκηση σκληρή. Άσκηση που είχε ένα σκοπό. Την προσωπική τελείωση του αθλητή. Τα λόγια του Κυρίου, «έσεσθε ούν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος εστίν» (Ματθ. α’ 48), προβάλλουν συνεχώς μπροστά στα μάτια του. Να γίνει τέλειος, σκεύος  αρετής. Εκεί στο ερημητήριό του, την σπηλιά του περνούσε καθημερινά την ζωή του, ανάμεσα σε νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές. Το αποτέλεσμα της άσκησής του αυτής  υπήρξε άμεσο. Η θεία χάρη, που θεραπεύει τα ασθενή και αναπληροί τα ελλείποντα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα επισκίασε πλούσια τον Όσιο. Οι ιερές του προσπάθειες καθαγιάζονται. Ο νους και η καρδία φωτίζονται. Και ο αθλητής αναδεικνύεται «παρά τω Θεώ εκλεκτός, έντιμος» και  «άγιος τω  Κυρίω».

Η φήμη της αγιοσύνης του μέρα με την ημέρα διαδίδεται παντού. Πολλοί χριστιανοί από τα γύρω μέρη έρχονται να τον γνωρίσουν και να τον ακούσουν. Να ακούσουν τα λόγια του τα «άλατι ηρτυμένα» και να φωτισθούν. Να διδαχθούν. Να ενισχυθούν. Να παρηγορηθούν ψυχικά. Κάτι περισσότερο. Να λάβουν ακόμη την θαυματουργική του χάρη με την οποία πλούσια τον ετίμησε ο Θεός.

Κατα τις ιερές εκείνες στιγμές που οι επισκέπτες καθισμένοι ολόγυρά του, άκουαν με προσοχή τα λόγια και τις συμβουλές του, ο Όσιος ήταν πραγματικά  υπέροχος. Η στοργή του στους πάσχοντες  και η προθυμία να εξυπηρετήσει τον καθένα στο πρόβλημά του ήταν πολύ συγκινητική. Μα και η σεβάσμια και επιβλητική μορφή του και γενικά η αγιότητά του επενεργούσαν με τόση δύναμη στους επισκέπτες του, που έφερναν σωτήρια αποτελέσματα. Καρδιές που σκληρύνθηκαν στην αμαρτία, με την διδασκαλία του μαλάκωναν και μετανοούσαν και εξομολογούντο και ζητούσαν το έλεος του Θεού. Πηγή πλουσίων θησαυρισμάτων είχε καταντήσει η απέριττη εκείνη σπηλιά. Από αυτή δεν έβγαινε παρά μονάχα, για να επισκεφθεί τους συνασκητές του Ιωνά και Κενδέα. Ο τελευταίος στα γηρατειά του εγκατέλειψε την Πάφο και εγκαταστάθηκε εκεί  κοντά  στο  Αβγόρου, που είναι  και  σήμερα το μοναστήρι του.


Στις επισκέψεις τους αυτές οι Όσιοι αλληλοενισχύοντο και αλληλοπαρηγορούντο. Και πάλιν αποχωρίζοντο για να επιστρέψει ο καθένας στα ίδια, στο ερημητήριό του. Σ’ αυτό έζησε ο καθένας μέχρι τα βαθιά του γηρατειά. Έτσι έζησε και ο Όσιός μας ως την τελευταία του πνοή. Με έργα και λόγια βάστασε θαρρετά τον ζυγό του Κυρίου μέχρι την ώρα που ο αγωνοθέτης Χριστός τον εκάλεσε κοντά του, για να του χαρίσει «το βραβείον της άνω κλήσεως» (Φιλιπ. γ’ 14).

Οι πιστοί με δάκρυα κήδευσαν το άγιο σκήνωμά του εκεί στην σπηλιά του, και αργότερα εκεί έκτισαν μία μικρή εκκλησία στ’ όνομά του, που στέκει ως τα σήμερα. Προτού ο Αττίλας βεβηλώσει τα άγια χώματα με τον ερχομό του, κάθε χρόνο στην μνήμη του χιλιάδες χριστιανοί από παντού έτρεχαν εκεί στο εκκλησάκι του, για να ασπασθούν την άγια εικόνα του και  να ζητήσουν τη μεσιτεία του.

Το εκκλησάκι του Αγίου μέχρι την τουρκική εισβολή βρισκόταν σε πολύ καλή κατάσταση. Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδος του ιερού περιλαμβανόταν και τούτη η επιγραφή:

ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΘΕΜΟΝΙΑΝΟΥ ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΚΑΙ ΕΚ ΠΟΛΛΟΥ ΠΟΘΟΥ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ.

Η επιγραφή αυτή μας δημιουργεί τα εξής τρία ερωτήματα.

α) Ποίο το πραγματικό όνομα του Αγίου;
β) Ποίος έκτισε το εκκλησάκι;
γ) Που βρισκόταν το μοναστήρι του Αγίου Ανδρονίκου;

Στα ερωτήματα αυτά απαντάμε:

α) Το πραγματικό όνομα του Αγίου είναι εκείνο, που αναφέρεται στην χειρόγραφη ακολουθία του. Αυτό το όνομα αναγράφει και ο Μαχαιράς στον κατάλογο, που μας έχει αφήσει. Σ’ αυτόν αναφέρει τα ονόματα μόνον 67 από τους Αλαμανούς Αγίους. Ανάμεσα σ’ αυτά είναι και το όνομα Ευφημιανός. Αυτό που αναφέρεται στην επιγραφή του ναού «Θεμονιανός», καθώς και τα άλλα που προφέρονται από τους κατοίκους «Φηνιανός, Θυμιανός, Θωμιανός» δεν είναι παρά παραμόρφωση του πραγματικού ονόματος.

β) Το εκκλησάκι έκτισε κάποιος Λαυρέντιος, που ήταν ηγούμενος του μοναστηριού  του  Αγίου  Ανδρόνικου.

γ) Τούτο το μοναστήρι σύμφωνα με προφορική παράδοση Λυσιωτών βρισκόταν στο χωριό  Άρσος της  επαρχίας Λάρνακος.

Αυτά σχετικά με το εκκλησάκι και την επιγραφή.

Με της πίστης τα φτερά άς μεταφερόμαστε και εμείς νοερά τούτη την στιγμή, μα και κάθε άλλη στιγμή στα άγια εκείνα χώματα, και αφού γονατίζουμε ψυχικά μπροστά στην άγια εικόνα του οσίου μας, άς του λέμε από τα βάθη της καρδιάς μας:

Τρισμάκαρ  Ευφημιανέ, το εκκλησάκι σου, όπως και των άλλων εκκλησιών μας τα καντήλια, χρόνια τώρα μένουν σβηστά. Οι αμαρτίες μας παρώργισαν τον Κύριό μας και τον έκαμαν να αποσύρει από μας την χάρη του. Και την απέσυρε. Και το αποτέλεσμα με πόνο ψυχής το ζούμε κάθε στιγμή  και  ώρα. Βάρβαρο έθνος κατέλαβε το μισό νησί μας. Πήρε τα σπίτια μας. Γκρέμισε και μόλυνε τα ιερά μας. Άρπαξε ό,τι είχαμε. Ατίμασε τις γυναίκες μας. Έσφαξε πολλά απ’ τα αδέλφια μας και άλλα τα ανάγκασε να φύγουν μακριά. Σπαράσσει η καρδιά μας που το σκεφτόμαστε. Και κλαίμε. Και θρηνούμε μετανιωμένοι! Και παρακαλούμε. Από τα τρίσβαθα της ψυχής μας παρακαλούμε και λέμε και επαναλαμβάνουμε, Άγιέ μας, Συ που αξιώθηκες να βρίσκεσαι «εν ταις  αυλαίς του Κυρίου» και μαζί με τους Αγγέλους να ψάλλεις και να τον δοξολογείς. Συ Άγιέ μας, δεήσου να μας αξιώσει να ξαναγυρίσουμε στα ρημαγμένα χωριά μας. Να αναστηλώσουμε τα άγια και ιερά μας. Να ξαναλειτουργήσουμε τις εκκλησιές μας. Να γευθούμε ξανά την χαρά και την ειρήνη «την πάντα νουν υπερέχουσαν».
 
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, δια των πρεσβειών του Αγίου Ευφημιανού, ελέησον και  σώσον  ημάς. Αμήν.


Απολυτίκιον. Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.  
Των οσίων φωστήρα και της Λύσης το καύχημα, Ευφημιανόν τον θεόπνουν, ευφημήσωμεν άσμασι, τω πίστει αναλώσαντι αυτόν, ασκήσει και συντόνω προσευχή, και πτερώσαντι εκθύμως, τον νουν προς δόμους δόξης εκβοήσωμεν. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι  δια σου, πιστός  ιάματα.


Δεν υπάρχουν σχόλια: