Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, οι
οποίοι κατάγονταν από διάφορους τόπους και μαρτύρησαν στην λίμνη
της
Σεβαστείας, το έτος
320 μ.Χ., είναι οι:
Αγγίας, Αγλάϊος, Αειθαλάς, Αέτιος,
Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάϊος, Γοργόνιος,
Γοργόνιος, Δομετιανός ή Δομέτιος, Δόμνος, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτύχιος, Ηλιάδης ή Ηλίας, Ηράκλειος,
Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος,
Ιωάννης ή Κάνδιδος, Κλαύδιος,
Κύριλλος, Κυρίων, Λεόντιος,
Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Ουαλέριος, Ουάλης,
Πρίσκος, Σακερδών ή Σακεδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος,
Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χουδίων.
Οι Άγιοι ήταν
στρατιώτες επί αυτοκράτορα
Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.) και ηγεμόνος
Αγρικολάου. Επειδή αρνήθηκαν να θυσιάσουν
στα είδωλα, συνελήφθησαν
και ομολόγησαν ότι ήταν
Χριστιανοί. Και
επειδή δεν πείσθηκαν να
αρνηθούν την πίστη τους, τους συνέτριψαν με
πέτρες τα σώματά τους και
σε καιρό χειμώνος
τους καταδίκασαν να στέκονται όλη την νύχτα μέσα στην λίμνη
που είχε παγώσει από το
κρύο και είχε κρυσταλλώσει.
Εκεί,
όταν ένας
λιποψύχησε και έτρεξε προς το
κοντινότερο λουτρό
για να ζεσταθεί,
ο καπικλάριος που τους φύλαγε, όταν είδε
από
τον ουρανό να κατεβαίνουν οι
στέφανοι για τους τριάντα εννέα Μάρτυρες
και ένα στεφάνι να περισσεύει, το οποίο ανήκε σε
εκείνον που λιποψύχησε, αφού απέβαλε
την στολή του, έτρεξε προς τους Αγίους και πίστεψε στον Χριστό. Το πρωί, όσους
δεν είχαν πεθάνει ακόμη, αφού οι φύλακες τους οδήγησαν
στην ακτή
και τους έσπασαν τα πόδια, τους έκαψαν και
έριξαν τα ιερά σκηνώματά τους
στην λίμνη. Τα μαρτυρικά
λείψανα ευρέθησαν από τους
Χριστιανούς σε κάποιο γκρεμό, όπου είχαν
συναχθεί κατά θεία οικονομία
και
ενταφιάσθηκαν με ευλάβεια.
Στον
Ευεργετινό αναφέρεται ότι ενώ
οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες
βρίσκονταν στο στάδιο της αθλήσεως έχοντας παραμείνει όλη τη
νύχτα μέσα στην παγωμένη
λίμνη και
καθώς τους έσερναν στον αιγιαλό
για να τους συντρίψουν τα σκέλη, η μητέρα
ενός Μάρτυρος παρέμενε
εκεί πάσχουσα με αυτούς,
βλέποντας το παιδί της που
ήταν νεότερο στην ηλικία από όλους, μήπως και λόγω του νεαρού της ηλικίας και της αγάπης προς την
ζωή, δειλιάσει και
βρεθεί ανάξιο της τιμής και της
τάξεως των στρατιωτών του
Χριστού. Στεκόταν λοιπόν, εκεί
και άπλωνε τα χέρια της προς το
παιδί της λέγοντας: «Παιδί μου γλυκύτατο, υπόμεινε
για λίγο και θα καταστείς τέκνο του Ουράνιου Πατέρα. Μην φοβηθείς τις βασάνους.
Ιδού, παρίσταται ως βοηθός σου ο Χριστός. Τίποτε δεν θα είναι από
εδώ και πέρα πικρό, τίποτα το
επίπονο δεν θα απαντήσεις. Όλα εκείνα παρήλθαν, διότι όλα αυτά
τα νίκησες με τη γενναιότητά σου. Χαρά
μετά από αυτά, άνεση, ευφροσύνη. Όλα αυτά
θα τα γεύεσαι, διότι θα είσαι
κοντά
στον Χριστό και
θα πρεσβεύεις εις Αυτόν και
για μένα που σε γέννησα».
Τα λείψανα των Αγίων βρήκε με θεία οπτασία,
το έτος 438 μ.Χ., η αυτοκράτειρα
Πουλχερία κρυμμένα στο ναό
του Αγίου Θύρσου, πίσω από
τον άμβωνα, στον τάφο της διακόνισσας Ευσέβειας
σε δύο αργυρές θήκες, οι οποίες κατά την διαθήκη της Ευσέβειας, είχαν
εναποτεθεί στον τάφο της στο
μέρος της κεφαλής της. Στην
συνέχεια η Πουλχερία οικοδόμησε ναό έξω
από
τα τείχη των Τρωαδησίων.
Σπουδαία από ιστορικής απόψεως θεωρείται από νεότερους ερευνητές η Διαθήκη των Αγίων
Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, η οποία αποσκοπεί
στο να παρεμποδίσει τον διασκορπισμό
των ιερών λειψάνων τους μεταξύ των Χριστιανών, πράγμα
συνηθισμένο στην Ανατολή κατά
τους χρόνους εκείνους. Γι’ αυτό
εκρίναμε σκόπιμο να παραθέσουμε
στη νεοελληνική γλώσσα το κείμενο
της Διαθήκης:
Διαθήκη των Αγίων και ενδόξων
Σαράντα Μαρτύρων των οποίων ο βίος ετελειώθηκε στη Σεβαστεία
«Ο Μελέτιος, ο
Αέτιος και ο Ησύχιος, οι δούλοι του
Χριστού, χαίρουν εν Χριστώ ανάμεσα σε όλους
τους Αγίους επισκόπους και πρεσβυτέρους
και διακόνους και
ομολογητές και τους υπολοίπους
εκκλησιαστικούς άνδρες σε όλη
την πόλη και τη χώρα.
1
Όταν με τη χάρη του
Θεού και τις κοινές προσευχές όλων τελέσουμε τον προκαθορισμένο σε εμάς αγώνα
και φθάσουμε στα βραβεία της άνω κλήσεως, τότε αυτό το θέλημά μας για την ανακομιδή των λειψάνων
μας θέλουμε να κυριαρχήσει στους ανθρώπους γύρω από τον πρεσβύτερο και πατέρα
μας Πρόϊδο
και τους αδελφούς
μας
Κρισπίνο και
Γόρδιο μαζί με το λαό
που τους ακολουθεί, και τον Κύριλλο, τον Μάρκο
και τον Σαπρίκιο, το
υιό του Αμμωνίου, με σκοπό
να μετατεθούν τα λείψανά μας από την
πόλη Ζήλων στο χωριό Σαρείμ. Γιατί
αν και όλοι καταγόμαστε από διαφορετικά μέρη, όμως
προτιμούμε τον ένα
και
ίδιο τόπο ενταφιασμού για την αιώνια ανάπαυση. Γιατί αφού αγωνισθήκαμε
τον κοινό αθλοφόρο αγώνα, συμφωνήσαμε ότι θα έχουμε κοινό τόπο ενταφιασμού στον
προαναφερθέντα τόπο. Αυτά λοιπόν εφάνηκαν σωστά κατά
το άγιο Πνεύμα, και φάνηκαν καλά
και σε εμάς.
Εξ
αιτίας αυτού εμείς οι συγγενείς
του Αετίου και του Ευτυχίου
και των υπολοίπων εν Χριστώ
αδελφών παρακαλούμε τους κυρίους
γονείς μας και
τους αδελφούς μας να μείνουν μακριά
από κάθε ταραχή
και λύπη, να τιμήσουν
δε τον όρο της φιλάδελφης συμμετοχής τους και να συμβαδίσουν με προθυμία στη θέλησή μας, για να αποκτήσουν το μεγάλο μισθό
της υπακοής και της
συμπάθειας από τον κοινό πατέρα μας.
Ακόμη
αξιώνουμε από όλους, κανείς να μη θησαυρίσει
για τον εαυτό του τα
περισυλλεγέντα λείψανα από το καμίνι, αλλά αφού
φροντίσει για τη συγκέντρωσήτους στο ίδιο
μέρος, να τα αποδώσει στους προαναφερθέντες, με σκοπό
να αποκομίσει το κέρδος της φιλευσπλαχνίας των ίδιων του κόπων, αφού επιδείξει ισχυρό ζήλο και αληθινή ευγνωμοσύνη. Όπως ακριβώς η Μαρία, η οποία αφού επερίμενε
καρτερικά στον τάφο και είδε
πρώτη από όλους τον Κύριο, πρώτη εδέχθηκε και τη
χάρη της χαράς και της
ευλογίας.
Άν κάποιος εναντιωθεί
στο θέλημα το
δικό μας, άς είναι ξένος από το θείο κέρδος, ένοχος κάθε παρακοής, αφού με
επιπόλαιη σκέψη έχασε το δίκαιό του, επειδή εξαναγκαζόταν, όσο εξαρτιόταν από
αυτόν, να κατατεμαχίσει εμάς, τους οποίους
ο Άγιος Σωτήρας μας με την
προσωπική χάρη και πρόνοια
συνέδεσε με πίστη.
Αν όμως
και το παιδί, ο Ευνοϊκός, με
τη συγκατάνευση του φιλάνθρωπου
Θεού φθάσει στο
ίδιο τέλος του αγώνος, αξίωσε
να έχει την ίδια με εμάς
διαμονή. Άν βέβαια
διαφυλαχθεί αβλαβής
με τη Χάρη του
Χριστού και δοκιμασθεί στον κόσμο, παραγγέλλουμε να
ασχοληθεί αυτός ελεύθερα
με το μαρτύριό μας και παρακαλούμε να διαφυλάττει τις εντολές του Χριστού, με
σκοπό να μετέχει της απολαύσεως μαζί με
εμάς κατά τη μεγάλη ημέρα της
Αναστάσεως, επειδή και όσο ευρισκόταν στον κόσμο υπέμεινε τις ίδιες θλίψεις.
Γιατί η ευγνωμοσύνη
προς
τον αδελφό αποβλέπει
στη δικαιοσύνη του Θεού, η
παρακοή όμως προς τους ομόφυλους
καταπατά
την εντολή του Θεού. Γιατί
έχει γραφεί ότι: αυτός που
αγαπά την αδικία, μισεί
την ψυχή του.
2
Επομένως αξιώνω από εσάς, αδελφέ Κρισπίνε, και
παραγγέλω να μείνετε μακριά
από κάθε κοσμική τρυφή
και πλάνη. Γιατί
είναι εσφαλμένη και όχι
ισχυρή
η δόξα του κόσμου,
η οποία για λίγο μεν ακμάζει και πάλι μαραίνεται
σαν χόρτο,
αφού δέχεται το τέλος πιο γρήγορα
από την αρχή. Να θελήσετε όμως να προσφύγετε στον φιλάνθρωπο
Θεό, ο
οποίος παρέχει σε όσους προστρέχουν σε Αυτόν πλούτο
αδιάκοπο, και βραβεύει με
ζωή αιώνια όσους πιστεύουν σε Αυτόν.
Είναι
η
στιγμή κατάλληλη για όσους
θέλουν να σώζονται
και για όσους δεν
το αναβάλλουν για το μέλλον, παρέχοντας άφθονη
διορία για μετάνοια και
τη χωρίς δισταγμό
ενέργεια της πολιτείας.
Γιατί οι αλλαγές της ζωής είναι απρόοπτες.
Αλλά άν έχεις γνώση, πρόσεξε μέσα σε
αυτή τη ζωή να εμφανίσεις την ωφέλεια
και
την αγνότητα του σεβασμού προς τον Θεό, με σκοπό αφού γίνεις κύριος αυτής να
εξαλείψεις το χειρόγραφο κείμενο των προπατορικών αμαρτημάτων: γιατί
θα σε βρω σε
αυτό, εν τω μεταξύ και
θα σε κρίνω.
Ασχοληθείτε,
λοιπόν, σοβαρά με τις
εντολές του
Χριστού για να ευρεθείτε
άμεμπτοι, με σκοπό να αποφύγετε
το
ακοίμητο και αιώνιο πυρ. Γιατί
ο καιρός είναι περιορισμένος από παλιά, φωνάζει
η θεία φωνή.
Προπαντός
λοιπόν αποδώσατε τιμή
στην αγάπη. Γιατί
αυτή μόνη τιμά με
νόμο το δίκαιο της αδελφικής
αγάπης υπακούοντας στον Θεό. Και
γιατί μέσῳ του αδελφού που είναι
ορατός τιμάται ο αόρατος
Θεός. Και τα λόγια
αυτά στρέφονται προς
τους ομομήτριους αδελφούς, η άποψη αυτή
όμως απευθύνεται σε όλους τους φιλόχριστους. Και ισχυρίστηκε ο
Άγιος Σωτήρας μας και Θεός ότι
εκείνοι
είναι αδελφοί,
όχι όσοι μετέχουν
της ίδιας φύσεως, αλλά όσοι συνδέονται με
άριστες πράξεις, με την πίστη και εκπληρώνουν το θέλημα του
Πατέρα μας που ευρίσκεται στον ουρανό.
3
Χαιρετίζουμε τον κύριό μας τον πρεσβύτερο Φίλιππο και τον Προκλιανό και τον Διογένη μαζί
με την αγία Εκκλησία.
Χαιρετίζουμε τον Μάξιμο με την
Εκκλησία. Χαιρετίζουμε τον Δόμνο με
τους συγγενείς του, τον Ίλη τον
πατέρα μας και τον Ουάλη
με την Εκκλησία.
Χαιρετίζω και εγώ, ο Μελέτιος, τους συγγενείς μου Λουτάνιο, Κρίσπο και τον Γόρδιο με τους συγγενείς τους, τον
Ελπίδιο με τους συγγενείς του, τον Υπερέχιο
με τους συγγενείς του.
Χαιρετίζουμε και όσους ευρίσκονται στο χωριό Σαρείμ,
τον πρεσβύτερο
με τους συγγενείς του, τους
διακόνους με τους
συγγενείς τους, τον Μάξιμο
με τους συγγενείςτου, τον
Ησύχιο με τους
συγγενείς του, τον Κυριακό
με τους συγγενείς του. Χαιρετίζουμε
όλους όσοι ευρίσκονται στο Χαδουθί
ονομαστικά. Χαιρετίζουμε ονομαστικά όλους όσοι ευρίσκονται στη Χαρισφώνη. Χαιρετίζω και εγώ ο Αέτιος
τους
συγγενείς μου Μάρκο και
Ακυλίνα και τον πρεσβύτερο Κλαύδιο και τους αδελφούς του Μάρκο, Τρύφωνα, Γόρδιο
και Κρίσπο και τις αδελφές
μου και τη σύζυγό
μου Δόμνα με το παιδί μου.
Χαιρετίζω και
εγώ ο Ευτύχιος όσους ευρίσκονται στα Ξίμαρα,
τη μητέρα μου Ιουλία
και τους αδελφούς μου
Κύριλλο, Ρούφο, Ρίγλο
και Κυρίλλα και τη
νύμφη μου Βασιλεία
και τους διακόνους Κλαύδιο
και Ρουφίνο και Πρόκλο.
Χαιρετίζουμε και τους υπηρέτες του Θεού, τον Σαπρίκιο, τον υιό του Αμμωνίου, και τον Γενέσιο, και
τον Σωσάννα με τους δικούς του.
Χαιρετίζουμε
λοιπόν όλους εσάς, που είστε κύριοί μας, όλοι
εμείς οι σαράντα αδελφοί και
συγκρατούμενοι, ο Μελέτιος,
ο Αέτιος, ο Ευτύχιος, ο Κυρίων, ο Κάνδιδος, ο
Αγγίας, ο Γάιος, ο Χουδίων,
ο Ηράκλειος, ο Ιωάννης, ο Θεόφιλος, ο Σισίνιος, ο Σμάραγδος,
ο Φιλοκτήμων, ο Γοργόνιος, ο Κύριλλος, ο Σεβηριανός, ο Θεόδουλος, οΝίκαλλος, ο
Φλάβιος, ο Ξάνθιος, ο Ουαλέριος, ο Ησύχιος, ο Δομετιανός, ο Δόμνος,
ο Ηλιανός, ο Λεόντιος, ο ονομαζόμενος
και Θεόκτιστος, ο Ευνοϊκός, ο
Ουάλης, ο Ακάκιος, ο Αλέξανδρος, οΒικράτιος, ο ονομαζόμενος και
Βιβιανός, ο Πρίσκος, ο Σακέρδων, ο
Έκδίκιος, ο Αθανάσιος, ο Λυσίμαχος, ο
Κλαύδιος, ο Ίλης,
και ο Μελίτων. Εμείς λοιπόν οι σαράντα δούλοι του κυρίου ημών Ιησού Χριστού υπογράψαμε με το χέρι
του Μελετίου για τον
καθένα από εμάς,
και επικυρώσαμε όλα
όσα εγράφησαν πριν, και εφάνηκε καλό σε
όλους εμάς. Με την ψυχή μας και το θείο πνεύμα προσευχόμαστε να τύχουμε όλοι τα
αιώνια αγαθά του Θεού και την Βασιλεία Του τώρα
και στους αιώνες
των αιώνων. Αμήν».
Οι γονείς
του Μεγάλου Βασιλείου, που κατείχαν
«κόνιν» και τεμάχια των
ιερών λειψάνων των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ανήγειραν τον πρώτο ναό
στην Ανατολή εις
τιμήν των Αγίων, όπου και
ετάφησαν, σε κτήμα τους στον Πόντο.
Ναός αφιερωμένος στους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες
υπήρχε
στην περιοχή Μέση της Κωνσταντινουπόλεως, που είχε ανεγερθεί
από τον αυτοκράτορα Τιβέριο Α’ (579 – 582 μ.Χ.)
και συμπληρωθεί από τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582 – 602 μ.Χ.). Το ναό
κατεκόσμησε ο Ανδρόνικος ο Κομνηνός (1183 – 1185 μ.Χ.). Στο ναό αυτό
ελειτουργούνταν κατά την ημέρα της μνήμης
των
Αγίων Μαρτύρων οι αυτοκράτορες. Άλλοι ναοί υπήρχαν
α) στοπαλάτι, και ο οποίος
πανηγύριζε στις 27 Αυγούστου,
β) στη νήσο Πλάτη,
ή
Πλατεία, γ) στη
μονή της Χώρας,
δ) στην Έμμεσα της Συρίας.
Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο αγιότατο Μαρτύριό τους πλησίον του Χαλκού Τετραπύλου.
Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο αγιότατο Μαρτύριό τους πλησίον του Χαλκού Τετραπύλου.
Απολυτίκιο. Ήχος γ’.
θείας πίστεως.
Θείω
Πνεύματι, συγκροτηθέντες, δήμος ώφθητε, τροπαιοφόρος, Αθλοφόροι Χριστού Τεσσαράκοντα· δια πυρός γαρ και ύδατος
ένδοξοι, δοκιμασθέντες λαμπρώς εδοξάσθητε.
Αλλ' αιτήσασθε, Τριάδα την Υπερούσιον,
δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Έτερον Απολυτίκιον. Ήχος α’. Της ερήμου
πολίτης.
Τους γενναίους οπλίτας του των όλων δεσπόζοντος, τους συγκροτηθέντας εν πίστει, ομοφώνως τιμήσωμεν· Χριστώ γαρ στρατευθέντες ευσεβώς, δι’ ύδατος διήλθον και πυρός, και προς θείαν εισέλθοντες αναψυχήν, προΐστανται των βοώντων· δόξα τω ενισχύσαντι υμάς, δόξα τω στεφανώσαντι, δόξα τω θαυμαστώσαντι υμάς, Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Τους γενναίους οπλίτας του των όλων δεσπόζοντος, τους συγκροτηθέντας εν πίστει, ομοφώνως τιμήσωμεν· Χριστώ γαρ στρατευθέντες ευσεβώς, δι’ ύδατος διήλθον και πυρός, και προς θείαν εισέλθοντες αναψυχήν, προΐστανται των βοώντων· δόξα τω ενισχύσαντι υμάς, δόξα τω στεφανώσαντι, δόξα τω θαυμαστώσαντι υμάς, Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. β’.
Την υπέρ ημών.
Πάσαν
στρατιάν, του κόσμου καταλιπόντες, τω εν ουρανοίς Δεσπότῃ
προσεκολλήθητε, Αθλοφόροι Κυρίου Τεσσαράκοντα· δια πυρός
γαρ και ύδατος, διελθόντες μακάριοι,
επαξίως εκομίσασθε, δόξαν εκ
των ουρανών, και στεφάνων
πληθύν.
Έτερον Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Τη υπερμάχω.
Συντεταγμένοι ευσεβεία
και στερρότητι
Μαρτυρικώς τον
δυσμενή εθριαμβεύσατε,
Τεσσαράκοντα γενναίοι
Χριστού οπλίται·
Αλλ’ ως
σύμμορφοι εν άθλοις
και εν χάριτι,
Εν αγάπῃ και ειρήνῃ συντηρήσατε
Τους κραυγάζοντας, χαίροις άγιον σύνταγμα.
Τους κραυγάζοντας, χαίροις άγιον σύνταγμα.
Μεγαλυνάριον.
Το τετραδεκάριθμον και λαμπρόν, σύνταγμα του Λόγου, ευφημήσωμεν εν ωδαίς· κρύει και πυρί γαρ, στερρώς δοκιμασθέντες, εστέφθησαν αξίως, οι Τεσσαράκοντα.
Το τετραδεκάριθμον και λαμπρόν, σύνταγμα του Λόγου, ευφημήσωμεν εν ωδαίς· κρύει και πυρί γαρ, στερρώς δοκιμασθέντες, εστέφθησαν αξίως, οι Τεσσαράκοντα.
The Holy Masters of the
Seventies
The Holy Martyrs of Four,
who came from various places and martyred in the lake of Sebasteus in 320 AD,
are: Agia, Aglaios, Aithalas, Aethios, Athanasios, Akakios, Alexandros,
Vianianos, Gaios, Gorgonios, Gorgonios , Domitianos or Dometios, Domnisos, Evedios,
Evinoikos, Eftichios, Iliadis or Elias, Herakleios, Hesyios, Theodoulos,
Theophilus, John or Kandidos, Claudius, Kyrillos, Kyrion, Leontios, Lysimachos,
Meliton, Nicholas, Xanthis, , Sakardon or Sakedon, Sevrian, Sissinios,
Smaragdos, Philoktemon, Flavius and Choudi.
The Saints were soldiers
on the emperor of Likini (308-323 AD) and the ruler of Agrikolaou. Because they
refused to sacrifice to the idols, they were arrested and confessed that they
were Christians. And because they were not persuaded to refuse their faith,
they smashed their bodies with stones, and in the winter they condemned them to
stand all night in the lake that had been frozen from the cold and
crystallized.
There, when one fell
silent and ran to the nearest bath to warm up, the capercault who guarded them
when he saw from the sky the wreaths for the thirty-nine Witnesses and a wreath
to surplus, which belonged to the one who fainted, stripped off his outfit, ran
to the Saints and believed in Christ. In the morning, those who had not died
yet, after the guards led them to the shore and broke their legs, burned them
and threw their sacred stones on the lake. The martyr's remains were found by
Christians on a cliff where they were conquered by a divine economy and buried
with reverence.
In Eugene, it is reported
that while the Fourteenth Witnesses were at the stage of the sport, having
stayed all night in the frozen lake, and as they drew them to the sea to crush
their limbs, the mother of a Witness remained there with them, seeing her child
who was younger in age than all, and because of her young age and love for
life, she was timid and unworthy of the honor and order of the soldiers of
Christ. So she stood there and stretched her hands to her child, saying:
"My sweetheart, wait for a while and become a child of the Heavenly
Father. Do not be afraid of the torture. Behold, Christ is your helper. Nothing
will be bitter now, nothing painful will you answer. All these things have
passed since you have won all of this with your bravery. Joy after them,
comfort, joy. You will taste all this because you will be close to Christ and
you will pray to Him and to me that I gave you ".
The relics of the saints
found in the year 438 AD with a divine imagery, the Empress Poulcheria hidden
in the temple of Saint Thyros, behind the pulpit, in the tomb of the
ministering Ewebia in two silver cases, which according to the covenant of
Eusebius, had been deposited in her tomb at the top of her head. Pulcheria then
built a temple outside the walls of the Thracians.
Significant from a
historical point of view is considered by younger researchers the Testament of
the Fourteenth Martyrs, which seeks to prevent the dispersion of their holy
relics among Christians, which is customary in the East during those times.
That is why we considered it appropriate to quote in the Modern Greek language
the text of the Covenant:
Testament of the Saints
and Edward Forty Witnesses whose life was accomplished in Sevastia
"Meletius, Aethus and
Hesychus, slaves of Christ, enjoy in Christ among all the holy bishops and
elders and deacons and confessors and the other ecclesiastical men throughout
the city and country.
1 When, with the grace of
God and the common prayers of all of us, we carry out our predetermined
struggle and reach the awards of the above call, then our will for the
redeeming of our relics is to dominate the people around our eldest Father and
our brothers Krispino and Gordios, along with the people who follow them, and
Cyril, Mark and Sapriko, the son of Ammon, in order to transfer our remains
from the city of Zilon to the village of Sarem. Because although we all come
from different places, we prefer the same place of burial for eternal rest.
Because after fighting the common race, we agreed that we would have a common
burial place in the aforementioned place. So these things appeared right in the
Holy Spirit, and they also seemed good to us.
Because of this we
relatives of Atyo and Eutychius and the rest of our brothers in Christ, please
our main parents and our brothers to stay away from all the troubles and
sorrows, to honor the term of their fellowship participation and to keep up
with willingness our will to obtain the great salary of obedience and sympathy
from our common father.
We still claim that no one
should treasure the collected remains of the furnace for himself, but after
taking care of their gathering in the same place, render them to the
aforementioned, in order to obtain the profit of the mercilessness of the
labors themselves, demonstrates strong zeal and true gratitude. Just as Mary,
who after crying out patiently in the tomb and saw first of all the Lord, first
accepted the grace of joy and blessing.
If one opposes the will of
ours, let him be alien to the divine profit, guilty of any disobedience, having
falsely thought he lost his law because he was forced, as much as he depended
on him, to shatter us whom our Holy Savior with personal grace and providence
connected with faith.
But if the child, with the
consent of the philanthropist God, arrives at the same end of the struggle, he
has the right to have the same residence as ours. If, of course, we preserve
the harmlessness of the grace of Christ and be tested in the world, we order
him freely to deal with our martyrdom and please keep the commandments of
Christ in order to share the pleasure with us on the great day of the
Resurrection, as long as he was in the world he suffered the same sorrows.
Because gratitude to the
brother is to God's righteousness, but disobedience to the homosexuals violates
the commandment of God. Why has it been written that: he who loves injustice
hates his soul.
2 Therefore, I claim to
you, Brother Krispine, and I order you to stay away from every cosmic thunder
and fallacy. Why is the glory of the world wrong and not strong, which for a
while flourishes, and once again it grows like grass, since it accepts the end
more quickly from the beginning. But seek to appeal to the benevolent God, who
provides to those who seek His unfailing wealth, and who eternal life rewards those
who believe in Him.
It is the right time for
those who want to be saved and for those who do not postpone it for the future,
providing ample time for repentance and the reluctant energy of the state. Why
the changes in life are unexpected. But if you have knowledge, be aware in this
life of showing the benefit and purity of respect for God, since you are the
owner of this to eliminate the handwritten text of the original sins: why will
I find you in the meantime I will judge you.
Therefore, take seriously
the commandments of Christ to find faultless, in order to avoid unhealthy and
eternal fire. Why the weather is limited from the old age, shouts the divine
voice.
So above all, you have
given honor to love. Because she alone honors by law the law of brotherly love
by obeying God. And why through the brother of the visible God honored the
invisible God. And these words turn to the homies brothers, but this view is
addressed to all the charismatic ones. And our Holy Savior and God have claimed
that they are brothers, not those who share the same nature, but those who are
associated with excellent deeds, by faith and fulfilling the will of our Father
who is in heaven.
3 We welcome our lord the
elder Philip and Proklian and Diogenes together with the holy Church. We
welcome Maxim with the Church. We welcome Domno with his relatives, our Father
and our Walle with the Church. I also welcome Meletios, my relatives Luthenius,
Crispus and Gordios with their relatives, Epidaid with his relatives, Urerechio
with his relatives.
We also welcome those who
are in the village of Sarem, the elder with his relatives, the deacons with
their relatives, Maxim with his relatives, Hesycho with his relatives, Kyriacos
with his relatives. We welcome all those who are in Hadjithi nominally. We
welcome all those who are in Harisson. I too welcome Aetheus my relatives Marko
and Akylina and the elder Claudius and his brothers Marco, Tryphon, Gordio and
Crispus and my sisters and my wife Domna with my child.
I too welcome the
Eucharist who are in Ximara, my mother Julia and my brothers Cyril, Rufo, Riglo
and Kyrila and my bride Basil and the deacons Claudio and Rufino and Proclus.
We also welcome the servants of God, Sapriko, the son of Ammon, and Genesios,
and Sosanna with his own.
We therefore welcome all
of you, who are ours, all of us forty brothers and retainers, Meletius,
Aethios, Eutychius, Lord, Kandidos, Angios, Gaius, Choudi, Iraklis, John,
Theophilus , Sisianos, Smaragus, Philoktemon, Gorgonios, Cyrilus, Sebrianus,
Theodoulos, Onicalos, Flavius, Xanthius, Valerios, Hesyios, Domiteos, Domnos,
Helios, Leontios and Godoktis, Enochos, Waalis, Akakios, Alexander, the Virgin,
the so-called Vivianos, Prisk As the Sakerdon the Ekdikios, Athanasios,
Lysimachus, Claudius, the benzil, and Melito. We, therefore, the forty slaves
of our Lord Jesus Christ have signed with Meletius' hand for each of us, and we
have ratified all that we have written before, and it has been good to all of
us. With our soul and the divine spirit, we pray that we can all the eternal
good of God and His Kingdom befall them now and for centuries. Amen".
The parents of the Great
Kingdom, who held "powder" and pieces of the holy relics of the Holy
Martyrs, built the first temple in the East in honor of the Saints, where they
were buried in their possession in the Pontus.
A temple dedicated to the
Holy Mother of Witnesses existed in the region of Mesi of Constantinople, which
was erected by emperor Tiberius A (579-582 AD) and completed by emperor
Mauritius (582-602 AD). The church was set up by Andronikos Komninos (1183-1185
AD). In this temple the emperors were not functioning on the day of the memory
of the Holy Martyrs. Other churches were a) the palace, which celebrated on
August 27, b) on the island of Platis, or the square, c) the monastery of
Chora, d) in the Symphony of Syria.
The Synax of these were
performed in their very Martyr near the Copper of Tetrapylos.
Introit. Sound c '. of
divine faith.
I am divine, formed,
demoniac, troophoros, Athos Christos Thirty-one; by fire and water glorious,
tested brilliantly praised. But ask, Trinity of the Supper, the great mercy is
given.
Another Apolitikion. Sound
a '. Desert citizen.
The brave soldiers of all of
them who are dominant, formed in their faith, unanimously honor them; Christ,
having mercy on thee, by the way of the water, and by the fire, and by the
divine entering of pleasure, they go forth to the bullocks: glory strengthen
thou, glory thou crown, glorify the admirer you, forty witnesses.
Kontakion. Sound flat b '.
Our favor.
Thou hast slain the
soldiers, the people despised, the Despot in the heavens, adherents of the Lord
of the Tenth, by fire and water, blessed transgressors, obedience, glory from
heaven, and crowned plums.
Another Comrade. Sound
flat d '. I'm overwhelmed.
Co-ordinated piousness and
sternness
Martyrtically, the
unfavorable personality,
Forty brave Christians are
armed;
But as compassionate in
misery and grace,
In love and peace have you
preserved
A screaming, joyful Holy
Regiment.
Majesty.
The fourteenth and
brilliant, the Constitution of the Word, we euphemize in our womb; cold and
fire,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου